V-Strom 250: 500Km με 15lt βενζίνης

Το λογικό παράδοξο της κατανάλωσης
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

12/1/2018

Με αφορμή το αρκετά μεγάλης διάρκειας τεστ του V-Strom 250, για το οποίο θα διαβάσετε αναλυτικά στο ερχόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, θα θέλαμε να πούμε μερικά πράγματα σχετικά με την κατανάλωση, καθώς έρχονται στο e-mail μας πολλά ερωτήματα που δείχνουν πως υπάρχει μια θολή εικόνα σχετικά με τί και πώς την επηρεάζει.

Η Suzuki λέει ότι το νέο V-Strom 250 μπορεί να καλύψει 500 χιλιόμετρα με μόλις ένα γέμισμα του ρεζερβουάρ των 15 λίτρων. Σύμφωνα με την αριθμητική που μάθαμε στο σχολείο, αυτό μας κάνει 3 λίτρα βενζίνης για κάθε 100 χιλιόμετρα. Όπως θα δείτε στις φωτογραφίες που συνοδεύουν αυτό το άρθρο, η καλύτερη μέση κατανάλωση που πετύχαμε έχοντας το V-Strom 250 για 25 ημέρες στα χέρια μας, ήταν 4,1 λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα. Τι ακριβώς συμβαίνει; Λέει ψέματα η Suzuki; Όχι δεν λέει ψέματα και είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι το V-Strom 250 μπορεί να πετύχει μέση κατανάλωση πολύ κοντά στα 3 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα. Άλλωστε και στο GSX-R 250 που έχει ακριβώς τον ίδιο κινητήρα και τις ίδιες σχέσεις ταχυτήτων αλλά είναι 7,5 κιλά ελαφρύτερο), πέτυχε στο τεστ που κάναμε στο τεύχος τ. 578 μέση κατανάλωση 3,5 λίτρα και ελάχιστη 3 λίτρα. Όμως για να γίνει αυτό πρέπει να συνυπάρχουν μια σειρά από συγκεκριμένες συνθήκες…

 

Θεωρία και πράξη

Βάσει νομοθεσίας της Ε.Ε. όλες οι διαφημίσεις αυτοκινήτων πρέπει να αναγράφουν τις εκπομπές CO, την μέση κατανάλωση, την κατανάλωση εντός πόλης και την κατανάλωση εκτός πόλης. Απολύτως χωρίς καμία εξαίρεση, όλα τα συμβατικά αυτοκίνητα (εξαιρούνται τα υβριδικά) καίνε περισσότερο μέσα στην πόλη, λιγότερο έξω από αυτή και η πραγματική μέση κατανάλωσή τους είναι πιο κοντά προς εκείνη της χρήσης εντός πόλης. Αναμενόμενο, αφού στην κίνηση της πόλης γκαζώνεις για να ξεκινάς, αλλά δεν καλύπτεις μεγάλη απόσταση. Μπορεί ο κανόνας αυτός να ισχύει και σε κάποιες κατηγορίες μοτοσυκλετών, αλλά όχι στη μεγαλύτερη πλειοψηφία τους και σίγουρα δεν ισχύει στην περίπτωση του V-Strom 250.

Όπως θα δούμε παρακάτω, το V-Strom 250 καίει  λιγότερη βενζίνη μέσα στην πυκνή κίνηση της πόλης, απ’ ότι στον ανοιχτό δρόμο.

Αυτό δεν είναι καθόλου παράδοξο για μια μικρού κυβισμού μοτοσυκλέτα, αντιθέτως είναι ο κανόνας. Χιλιάδες φορές έχουμε πει ότι η κατανάλωση ενός οποιουδήποτε οχήματος εξαρτάται από τον τρόπο οδήγησης. Η μικρότερη κατανάλωση ενός κινητήρα εμφανίζεται όταν ο αναβάτης ανοίγει λίγο και αργά το γκάζι. Στον πραγματικό κόσμο, το ιδανικό φάσμα στροφών για να κάνεις κάτι τέτοιο, είναι να αλλάζεις ταχύτητες στο σημείο που ο κινητήρας έχει αρκετή ροπή να σηκώσει την επόμενη ταχύτητα χωρίς να πρέπει να ανοίξεις παραπάνω το γκάζι.

Όλα αυτά είναι γνωστά και αποτελούν γενικό κανόνα, όμως τι συμβαίνει πραγματικά όταν οδηγείς μια μικρού κυβισμού μοτοσυκλέτα;

Με τους μεγάλου κυβισμού κινητήρες έχεις όση ροπή χρειάζεσαι σε πολύ χαμηλές στροφές, με αποτέλεσμα να μην απαιτείται να ανοίγεις πολύ το γκάζι για να επιταχύνεις σβέλτα. Επίσης η κλιμάκωση του κιβωτίου ταχυτήτων τους είναι πιο μακριά, επιτρέποντας να διατηρείς τις στροφές του κινητήρα σε χαμηλά επίπεδα. Έτσι ενώ καίνε πολύ περισσότερο από έναν μικρότερο κινητήρα όταν εκμεταλλεύεσαι πλήρως τις δυνατότητές τους, μόλις ρίξεις τον ρυθμό σου στις συνθήκες κίνησης των υπόλοιπων οχημάτων η κατανάλωσή τους μειώνεται δραματικά.

Όμως με τις μικρού κυβισμού μοτοσυκλέτες δεν έχεις πάντα τέτοια επιλογή και οι κατασκευαστές επιλέγουν κοντές σχέσεις ταχυτήτων ώστε να μπορεί ο αναβάτης να κρατάει πιο εύκολα τον κινητήρα μέσα στο φάσμα μέγιστης απόδοσής του και να εξισορροπήσουν το έλλειμμα ροπής. Οπότε στις περισσότερες των περιπτώσεων θα πρέπει να εξαντλείς όλες τις δυνατότητες του κινητήρα τους, καθώς οι συνθήκες που επιτρέπουν να οδηγείς με μισό γκάζι είναι πολύ λιγότερες.

Έτσι στον πραγματικό κόσμο, η μέση κατανάλωση μιας μικρού κυβισμού μοτοσυκλέτας, scooter ή παπιού είναι πολύ κοντά στη μέγιστη κατανάλωση και κάποιες φορές ταυτόσημη, όπως για παράδειγμα στα δίκυκλα των 50cc.

Όλα αυτά εξηγούν γιατί το V-Strom 250 έκαιγε λιγότερη βενζίνη μέσα στο μποτιλιαρισμένο κέντρο της Αθήνας, αλλά πλησίαζε τη μέγιστη κατανάλωση όταν έβγαινε σε πιο ανοιχτούς δρόμους. Άρα δεν αμφισβητούμε ότι αν οδηγείς όλη μέρα μέσα στην πόλη, ακολουθώντας τη ροή της κίνησης των υπόλοιπων οχημάτων, το V-Strom 250 μπορεί να καλύψει 500 χιλιόμετρα με ένα ρεζερβουάρ. Για να ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο αυτή την πεποίθηση, έχουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ξεκινήσαμε από το κέντρο του Πειραιά με την μέση κατανάλωση στο 4,4. Βγαίνοντας στην παραλιακή και ανεβαίνοντας την Λ. Συγγρού με ταχύτητες μεταξύ 100-125km/h στο κοντέρ, η μέση κατανάλωση πήγε στο 4,7. Στη συνέχεια μπήκαμε στο κέντρο της Αθήνας με συνθήκες μποτιλιαρίσματος, διασχίζοντας τη Λ. Αλεξάνδρας και την Πατησίων. Φτάνοντας στα γραφεία μας στη Ν. Χαλκηδόνα η κατανάλωση είχε πέσει στο 4.1! Προφανώς για να πέσει στο 4,1, στο τελευταίο τμήμα της διαδρομής έκαιγε κοντά στα 3-3,5 λίτρα για να εξεισορροπήσει τα 4,4 και 4,7 της προηγούμενης διαδρομής.

Να προσθέσουμε εδώ ότι δεν οδηγούσμε με σκοπό την επίτευξη της ελάχιστης δυνατής κατανάλωσης, αλλά σε αρκετά σβέλτο ρυθμό, όπως θα έκανε οποιοσδήποτε θέλει να φτάσει στην ώρα του στη δουλειά του.

Στις μετρήσεις επιδόσεων όπου το γκάζι ήταν συνεχώς τέρμα ανοιχτό για δέκα λεπτά και όλοι οι κινητήρες εμφανίζουν τη μέγιστη κατανάλωσή τους, το V-Strom 250 έδειξε 4,9 λίτρα. Ουσιαστικά τόση ήταν και η μέτρηση που είχαμε πάρει στο GSX-R 250 με 5 λίτρα στα 100 χιλιόμετρα στις αντίσοτιχες συνθήκες.

Συνοψίζοντας λοιπόν όλα τα παραπάνω, εμείς γεμίσαμε τρείς φορές το ρεζερβουάρ του V-Strom 250 (με 14 λίτρα κάθε φορά και όχι 15, αφού δεν το αφήσαμε να μείνει εντελώς για να μην τραβήξει αέρα η αντλία βενζίνης), διανύοντας περισσότερα από 950 χιλιόμετρα.

Σε κανένα από αυτά τα 950 χιλιόμετρα δεν κάναμε την παραμικρή προσπάθεια να οδηγήσουμε οικονομικά. Αντιθέτως, το 90% από αυτά ήταν στην κυριολεξία τέρμα γκάζι. Το λαμπάκι της ρεζέρβας άναβε λίγα χιλιόμετρα μετά τα 300, συνήθως μεταξύ 300-310 χιλιομέτρων. Η Suzuki δεν λέει πόση βενζίνη απομένει όταν ανάψει η ρεζέρβα, αλλά συνήθως οι κατασκευαστές υπολογήζουν να είναι αρκετή για πάνω από 50 χιλιόμετρα.

Οπότε το σίγουρο είναι ότι με ένα γεμάτο ρεζερβουάρ των 15 λίτρων, το V-Strom 250 έχει πραγματική αυτονομία τουλάχιστον 300 χιλιομέτρων, αν ανοίξεις τέρμα το γκάζι φεύγοντας από το βενζινάδικο και το κρατήσεις τέρμα μέχρι να κάψει την τελευταία σταγόνα. Αυτό όμως δεν αμφισβητεί τον ισχυρισμό της Suzuki για αυτονομία 500 χιλιομέτρων με ένα ρεζερβουάρ. Αν οδηγείς με ήπιο ρυθμό μέσα στην κίνηση της πόλης, η κατανάλωση του V-Strom 250 κατεβαίνει πολύ κοντά στα 3 λίτρα. Παρ' όλα αυτά, νομίζουμε ότι θα είναι πιο δύσκολο να δεις τα 3,5 λίτρα και τα 428 χιλιόμετρα αυτονομίας του GSX-R 250 με το V-Strom 250. Επειδή είναι on-off θα το φορτώνεις περισσότερο, θα έχεις συχνότερα συνεπιβάτη και μάλλον θα βγαίνεις συχνότερτα έξω από την πόλη. Πάντως για μια τέτοιου είδους μοτοσυκλέτα που πιθανότατα θα περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της σε αστικό περιβάλλον, είναι ευχάριστο που καίει λιγότερο μέσα στην κίνηση.

SEAT MO 50 & MO 125 Performance 2023: Τα οδηγούμε στην Βαρκελώνη

Τα ηλεκτρικά σκούτερ της Silence στην αγκαλιά της SEAT
SEAT MO 50-125 - Οδηγούμε στην Βαρκελώνη
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

16/1/2023

Παρουσιάζονται αυτή την ώρα στους δημοσιογράφους τα σκούτερ της SEAT. Πρόκειται για τα ηλεκτρικά MO 50 και MO 125 Performance που κατασκευάζει η Ισπανική Silence και κυκλοφορούν και από το δίκτυο της SEAT από το 2020 όπου την αρχή έκανε το SEAT MO 125.

Το χαρακτηριστικό τους είναι η αποσπώμενη μπαταρία που γίνεται βαλίτσα με ρόδες και τοποθετείται ή αφαιρείται χωρίς να χρειαστεί να την σηκώσεις. Αυτό καθιστά λιγότερο απαγορευτικό το βάρος της μπαταρίας που σε εκείνη την πρώτη έκδοση ζύγιζε περίπου 40 κιλά, όπως έδειξε η ζυγαριά του ΜΟΤΟ. Βέβαια ταυτόχρονα έδινε και αρκετά μεγάλη αυτονομία στο σκούτερ της SEAT, ενώ υπάρχει σχετική πολύ αναλυτική δοκιμή του MOTO, εδώ.

Θυμίζουμε πως η SEAT αποφάσισε να μπει στον χώρο των δίκυκλων μετά από έρευνες που έγιναν ξεχωριστά στην Ισπανία και στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες και έδειχναν πως ο μέσος όρος των νέων οδηγών αυτοκινήτου συρρικνώνεται ολοένα και περισσότερο με μεγάλη μερίδα αγοραστών να κάνουν την πρώτη τους αγορά μετά την ηλικία των 35 ή όταν κάνουν οικογένεια, επιλέγοντας τα μέσα μαζικής μεταφοράς μέχρι τότε. Το αναφέρουμε επιγραμματικά σε αυτό το σημείο καθώς έχουμε επεκταθεί στο παρελθόν περισσότερο, απλά να θυμίσουμε πως η Ελλάδα δεν ήταν τότε, σε εκείνο το στάδιο, αντικείμενο των ερευνών αυτών. Σε κάθε περίπτωση διαφάνηκε πως στο άμεσο μέλλον οι νέοι αυτοί είναι πιθανότερο να στραφούν σε ένα μικρό ηλεκτρικό δίκυκλο, των πατινιών συμπεριλαμβανομένων, όπως και των ποδηλάτων με ή χωρίς ηλεκτρική υποβοήθηση, έναντι του αυτοκινήτου. Αυτό ήταν και το έναυσμα της SEAT να μπει σε αυτή την κατηγορία, όχι μόνο για τις πωλήσεις, αλλά κυρίως για να προσελκύσει στο δίκτυό της τους μελλοντικούς κατόχους αυτοκινήτου, να δημιουργήσει πιστούς ακόλουθους και να διευρύνει το πελατολόγιό της που θα γνωρίζει ήδη την μάρκα, όταν θα σκεφτεί να κάνει την πρώτη του αγορά.

SEAT MO 50-125 - Οδηγούμε στην Βαρκελώνη
Τα νέα SEAT MO από κοντά, στην Βαρκελώνη όπου παρουσιάζονται

Σε πολλές χώρες μάλιστα που το MO 50 δεν χρειάζεται δίπλωμα ή που το 125 οδηγείται με δίπλωμα αυτοκινήτου όπως και στην Ελλάδα με συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ο στόχος αυτός της SEAT είναι άκρως προσιτός.

Για να τονίσει τώρα την σπορ πλευρά της, όπως αυτή εκφράζεται και μέσα από το brand name Cupra, η SEAT επέλεξε να γίνει η παρουσίαση σε ένα πολύ συγκεκριμένο μέρος της Βαρκελώνης, που άλλωστε αποτελεί και έδρα της.

Πρόκειται για το Montjuïc circuit, μία ιστορική προσωρινή πίστα σε δημόσιους δρόμους που ήταν κομμάτι της F1 μέχρι και το 1975, όπου σταμάτησε με άδοξο τρόπο, μετρώντας όμως επίσημες διοργανώσεις της FIM έως και το 1982. Η επιλογή ιστορικών δημόσιων δρόμων που κάποτε αποτελούσαν μία πίστα ταιριάζει με τον χαρακτήρα που θέλει να αποδώσει η SEAT, κυρίως στο MO 125 Performance καθώς το εξοπλίζει στον βασικό εξοπλισμό με πίσω αμορτησέρ της Ohlins, νέα φρένα και σέλα από Alcadara.

SEAT MO 50-125 - Οδηγούμε στην Βαρκελώνη

Πρόκειται και για ορισμένες από τις βασικές διαφορές που έχει έναντι των αντίστοιχων Silent, όπως φυσικά και την υποστήριξη του δικτύου της SEAT που επίσης αποτελεί δέλεαρ. Το Performance έχει 133 χιλιόμετρα αυτονομίας, επιταχύνει στην τελική του σε 2,9 δευτερόλεπτα, η οποία περιορίζεται στα 105χαω με μέγιστη απόδοση από το μοτέρ που είναι ενσωματωμένο στον πίσω τροχό, 11,5kW δηλαδή πάνω από 15 ίππους. Η μπαταρία είναι 5,6kW/h και όπως ήδη είπαμε αφαιρείται πολύ γρήγορα χωρίς ποτέ να χρειάζεται να την σηκώσεις -οι τροχοί κατεβαίνουν αυτόματα- και έχει ενσωματωμένο πτυσσόμενο χερούλι ώστε να μεταφέρεται άμεσα. Φυσικά η φόρτιση μπορεί να γίνει και με την μπαταρία πάνω στο σκούτερ. Το χαρακτηριστικό των SEAT MO είναι πως στοχεύουν στην πρακτικότητα, με επίπεδο πάτωμα και όρθια θέση οδήγησης με στόχο οι καθημερινές μετακινήσεις στο κέντρο των πόλεων να γίνονται με το δυνατόν λιγότερο κόπο.

Θα επανέλθουμε με περισσότερες εντυπώσεις, καθώς η δοκιμή βρίσκεται αυτή την ώρα σε εξέλιξη.