Σύντομη δοκιμή: Harley Davidson Forty Eight

Ατίθασα νιάτα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

10/7/2018

Αν είσαι άνω των εικοσιπέντε χρονών και ακόμα σου διαλέγει τα ρούχα η μανούλα σου, τότε έχεις κάνει κλικ σε λάθος post, διότι αυτό το κείμενο αφορά νέους ανθρώπους που γράφουν μόνοι τους το βιβλίο της προσωπικής ζωής τους και αναζητούν μια μοτοσυκλέτα που έχει φτιαχτεί για τα ατίθασα νιάτα

Δύο τεράστιοι αερόψυκτοι κύλινδροι με πάνω από 1200 κυβικά, χοντρό ατσάλι παντού συνολικού βάρους άνω των 250 κιλών, σκληρές αναρτήσεις με μικρή διαδρομή, πόδια τεντωμένα, χέρια τεντωμένα και μία λεπτή σέλα που ίσα-ίσα αποτρέπει το σώμα σου να έρθει σε άμεση επαφή με το πλαίσιο. Αυτή είναι μια ακριβής περιγραφή για το Harley Davidson Forty Eight από κάποιον που δεν αποδέχεται τίποτα διαφορετικό πέραν των προσωπικών πεποιθήσεών του. Σε κανέναν μας δεν αρέσει να του φτύνουν στα μούτρα τον μικρόκοσμο που έχουμε κτίσει για να νιώθουμε μέσα του ασφαλείς και η Harley με το Forty Eight κάνει ακριβώς αυτό. Πρόκειται για μια μοτοσυκλέτα που προορίζεται κυρίως για αστική χρήση, αλλά όλα τα βασικά χαρακτηριστικά της είναι αντίθετα με εκείνα που έχουμε στο μυαλό μας ως απόλυτες προτεραιότητες για αυτή την κατηγορία.

H αντισυμβατική και ανατρεπτική προσέγγιση είναι αυτό που κάνει το Forty Eight τόσο ξεχωριστό και εν τέλει τόσο… υπέροχο!

Άκου, μύρισε, νοιώσε

Ζούμε πλέον σε έναν ψηφιακό κόσμο, περιτριγυρισμένοι από οθόνες αφής, ασύρματα ακουστικά, τηλεχειριστήρια και κλιματιστικά. Αν πέσει το internet ή κοπεί το ρεύμα, χάνουμε την επαφή μας με τον υπόλοιπο κόσμο, κρυώνουμε, ζεσταινόμαστε και μας πιάνει πανικός και δυσφορία. Ούτε ένα λεπτό δεν μπορούμε να ζήσουμε έξω από αυτό το απόλυτο virtual reality.

Το Forty Eight σου συνθλίβει αυτόν τον digital κόσμο από το πρώτο λεπτό που θα κάτσεις στη σέλα του. Εδώ δεν χαϊδεύεις επίπεδες οθόνες με το δάκτυλο, αλλά θα πρέπει να δραστηριοποιήσεις τους μυς σου που έχουν ατροφήσει από το πολύ καθισιό. Εδώ δεν ακούς ψεύτικους ήχους, σχεδιασμένους σε υπολογιστή από έναν πιτσιρικά στη Silicon Valley με σπυράκια ακμής σε όλο το πρόσωπο.   Ούτε “μπλινκ”, ούτε “ντινκ”, “τινκ”…

Στο Forty Eight ακούς τον πραγματικό ήχο που κάνει ένα κομμάτι ατσάλι όταν χτυπάει με δύναμη ένα άλλο κομμάτι ατσάλι κάθε φορά που αλλάζεις ταχύτητα. Στο Forty Eight η έκρηξη της βενζίνης στον θάλαμο καύσης των κυλίνδρων παράγει ωστικό κύμα που εκτονώνεται μέσα στο δικό σου σώμα.

Θυμηθείτε: Αποκλειστικά στην Κροατία: Original Flat Track μαθήματα με H-D! Με δάσκαλο τον Ruben Xaus!

Στο Forty Eight οι αναρτήσεις δεν σε αποκόπτουν από την επιφάνεια της γης, αλλά σε συνδέουν με αυτή. Με λίγα λόγια, πάνω στη σέλα του Forty Eight θα επαναδραστηριοποιήσεις όλες τις αισθήσεις που σου έχει αδρανοποιήσει ο σύγχρονος τρόπος ζωής των μεγαλουπόλεων. Γι΄αυτό σε συναρπάζει η οδήγησή του από το πρώτο μέτρο. Διαδρομές που κάνεις κάθε μέρα αποκτούν διαφορετική μορφή όταν οδηγάς το Forty Eight. Στην πρόσφατη δημοσιογραφική παρουσίαση της Harley Davidson στην Κροατία είχαμε οδηγήσει τα Iron 1200 και Forty Eight Special, όπου το μεν πρώτο είχε μια χαλαρωτική θέση οδήγησης και λάτρευε τις ήρεμες βόλτες μέσα στην πόλη, ενώ το δεύτερο ήταν σαφώς πιο σκληρό και άμεσο στις εντολές που του έδινες, προκαλώντας μια ατμόσφαιρα αλητείας. Τα ίδια συναισθήματα σου προκαλεί και η οδήγηση του “απλού” Forty Eight, κάτι αναμενόμενο αφού η μόνη διαφορά σε σχέση με το Special είναι στα χρώματα του ρεζερβουάρ, στον μαύρο κινητήρα και στο χαμηλότερο τιμόνι. Όμως αυτό το χαμηλό τιμόνι του Forty Eight είναι που τονίζει ακόμα περισσότερο την νεανική πλευρά του.

Το πάνω μέρος του σώματός σου έχει μεγαλύτερη κλίση προς τα εμπρός, κάτι που σε προδιαθέτει να ανοίξεις το γκάζι περισσότερο. Παρά το βάρος και τα αργά γεωμετρικά χαρακτηριστικά του πλαισίου, το Forty Eight είναι αναπάντεχα πολύ ευέλικτο μέσα στην κίνηση της πόλης, κυρίως χάρη στο μικρό του πλάτος και το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού. Αν πραγματικά το θέλεις, μπορείς πολύ εύκολα να κυνηγάς από πίσω τους ντελιβεράδες με τα παπιά και να σπας πλάκα με τα γουρλωμένα μάτια τους και την γεμάτη απορία φάτσα τους όταν σταματάτε δίπλα-δίπλα στο φανάρι. Ένα βασικό στοιχείο της εντυπωσιακής ικανότητας του Forty Eight να κινείται με τόση άνεση ανάμεσα από τα αυτοκίνητα, είναι και οι καθρέπτες του. Η Harley τους έχει τοποθετήσει κάτω από το τιμόνι. Έτσι το συνολικό πλάτος του τιμονιού είναι όσο ενός παπιού και ταυτόχρονα δεν εξέχουν οι καθρέπτες, οπότε δεν συναντιούνται ποτέ με εκείνους των αυτοκινήτων.

Συνήθως οι καθρέπτες που δεν έχουν μεγάλα μπράτσα σπάνια προσφέρουν καλή ορατότητα προς τα πίσω, όμως οι καθρέπτες του Forty Eight έχουν μακράν το μεγαλύτερο φάσμα κάλυψης και βλέπεις τα πάντα πίσω σου!

Wild boys

Το Forty Eight είναι ξεκάθαρα μια μοτοσυκλέτα που ανήκει στην κατηγορία Love it or hate it. Η εμφάνιση Bobber με τα χοντρά ελαστικά το διαφοροποιούν εμφανισιακά από τα υπόλοιπα Sportster, όμως η πραγματική διαφορά του δεν είναι μόνο στο στιλ. Το Iron 1200 με την χαλαρωτική προσωπικότητά του είναι πιο κοντά σε αυτό που φαντάζεται ο περισσότερος κόσμος ότι είναι μια μοτοσυκλέτα της Harley.

Το Roadster 1200 έχει μια ευρωπαϊκή αύρα μέσα του και με τα μεγάλα περιθώρια κλίσης, του αρέσει να το πηγαίνεις τακτικά σε ορεινά στροφιλίκια. Οι δύο εκδόσεις του Forty Eight όμως είναι τα “άγρια παιδιά” της οικογένειας και τους αρέσει να αμφισβητούν τα πάντα, ακόμα και την παραδοσιακή εικόνα της ίδιας της Harley Davidson. Ως εκ τούτου, το Forty Eight είναι η τέλεια μοτοσυκλέτα για όσους αρνούνται να παραδώσουν ολοκληρωτικά την ψυχή και το σώμα τους στην virtual ηλεκτρονική εποχή. Για όλους τους υπόλοιπους, αυτή η μοτοσυκλέτα είναι ένας ενοχλητικός παρείσακτος σκύλος, που τους κατουράει κάθε πρωί τον φράκτη του προσωπικού τους comfort zone.  

Αντιπρόσωπος: Harley Davidson Athena

 

Το Forty Eight Special έχει πιο ψηλό τιμόνι και ειδικά χρώματα στο ρεζερβουάρ

Δοκιμή ελαστικών Dunlop Meridian: Εξειδικευμένα για Ελλάδα

Ξεκλειδώνουν τον σπορ χαρακτήρα των On-Off
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/12/2022

Καμία μεγάλη εταιρεία ελαστικών δεν σχεδιάζει ένα καινούριο λάστιχο έχοντας στο μυαλό της τους ελληνικούς δρόμους ή τον τρόπο που οι Έλληνες χρησιμοποιούμε τις μοτοσυκλέτες μας.

Ούτε φυσικά η Dunlop έχασε τον χρόνο της για να δει τί στο καλό γίνεται στο μικρό γαλατικό χωρίο που αποκαλούμε Ελλάδα κατά την εξέλιξη των νέων Meridian. Όμως στην πράξη τα Meridian είναι κομμένα και ραμμένα για την πάρτη μας!

 

Στο μυαλό των μοτοσυκλετιστών, οι κατηγορίες των ελαστικών έχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές. Τα σπορ ελαστικά κρατάνε αλλά είναι μαλακά και τρώγονται, τα τουριστικά ελαστικά αντέχουν αλλά είναι σκληρά και γλιστράνε, τα “τρακτερωτά” είναι για χώμα κ.τ.λ.

Δυστυχώς, ή μάλλον ευτυχώς, τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Ειδικά αν μιλάμε για την ελληνική μοτοσυκλετιστική πραγματικότητα, τότε οι παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας κατά την επιλογή ενός νέου ζευγαριού ελαστικών για τη μοτοσυκλέτα μας, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με εκείνους που αφορούν έναν Ιταλό, έναν Ισπανό ή ακόμα χειρότερα έναν κεντροευρωπαίο μοτοσυκλετιστή.

Ζούμε σε μια – εντελώς - παράξενη χώρα και αντίστοιχα παράξενες είναι οι ανάγκες και οι απαιτήσεις μας. Την ίδια στιγμή, η τεχνολογία των ελαστικών έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια και το ίδιο συμβαίνει με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών, όπου τα ηλεκτρονικά βοηθήματα έχουν αναλάβει πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο και οι ιπποδυνάμεις έχουν εκτοξευτεί στα ουράνια. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, που το θέμα μας είναι ελαστικά για “On-Off” μοτοσυκλέτες, οι απαιτήσεις είναι πολύ υψηλού επιπέδου, τόσο από την μεριά του αναβάτη, όσο και από τη μεριά των ίδιων των μοτοσυκλετών.

 

Το νέο Meridian της Dunlop το οποίο σχεδιάστηκε ειδικά για τις σύγχρονες on-off μοτοσυκλέτες, όπου οι ιπποδυνάμεις ξεκινούν στη μεσαία κατηγορία από τους 60 ίππους στον τροχό και φτάνουν ή ακόμα και ξεπερνούν τους 140 στα θηρία των 1200+ κυβικών. Αντίστοιχα μεγάλο εύρος έχει και το πραγματικό βάρος τους, όπου τα 200 κιλά είναι η αφετηρία για τους μικρότερους κυβισμούς, ενώ η ζυγαριά μπορεί να δείξει πάνω από 400 κιλά αν βάλεις πάνω της ένα θηρίο με γεμάτο το ρεζερβουάρ των 25-30 λίτρων και δύο άτομα στη σέλα.

Γι' αυτό σκεφτήκαμε πολύ ποια μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιήσουμε για τη δοκιμή των Meridian, ώστε να έχουμε την καλύτερη δυνατή εικόνα για την συμπεριφορά τους.

Το νέο V-Strom 1050 XT ήταν η πιο κατάλληλη επιλογή, όχι μόνο γιατί φοράει την πιο κοινή διάσταση ελαστικών στην κατηγορία των οn-οff (110/80-19 εμπρός και 150/70-17 πίσω) αλλά και γιατί έχει συμβατικές και πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, που επιτρέπουν στον δοκιμαστή να διαχωρίσει τις πληροφορίες που παίρνει από τα ελαστικά στις χαμηλές ταχύτητες.

Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (π.χ. KTM 1290, Triumph Tiger 1200) και τα συστήματα ανάρτησης με αρθρώσεις (BMW R1250GS) θολώνουν την εικόνα στις χαμηλές και πολύ χαμηλές ταχύτητες, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να κολακεύουν ένα μέτριο ή κακό ελαστικό ή να υπονομεύουν τα πλεονεκτήματα κάποιου καλού ελαστικού (π.χ. άνεση ευελιξία κ.τ.λ.). Με το V-Strom 1050 τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει, γιατί δεν έχεις “παρεμβολές” ηλεκτρονικών ή μηχανικών συστημάτων.

Επίσης έχει ουδέτερο στήσιμο πλαισίου, οπότε μπορείς να δεις ξεκάθαρα πόσο επηρεάζεται η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας από τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του σκελετού των ελαστικών.

 

Πριν όμως πούμε εμείς τι κάνουν τα Meridian, καλό θα ήταν να δούμε τι λέει η Dunlop για αυτά τα ελαστικά. Όπως φαίνεται και με το μάτι κοιτώντας τη χάραξη, τα Meridian ανήκουν στη νέα γενιά ελαστικών για mega on-off όπου η βασική χρήση τους είναι η οδήγηση στην άσφαλτο. Σαφώς η κατασκευαστική δομή τους περιλαμβάνει και την οδήγηση στο χώμα, αλλά μόνο στον τομέα της αντοχής και όχι στον τομέα της πρόσφυσης.

Για να το πούμε πιο απλά, θα αντέξουν τις κροκάλες και τις φυτευτές πέτρες αν θέλεις να διανύσεις κάποια χιλιόμετρα χωματόδρομου στις διακοπές σου, αλλά δεν είναι για να πάρεις φόρα και να βουτήξεις στις λάσπες ή να διασχίσεις τη Σαχάρα. Η αντοχή, η χιλιομετρική απόδοση και η συνολικά ασφαλή συμπεριφορά σε μεταβλητές συνθήκες (καιρού ή πρόσφυσης) είναι οι βασικοί πυλώνες αυτού του τύπου ελαστικών ανεξαρτήτως εταιρείας. Η Dunlop από τη μεριά της μας υπόσχεται πως τα Meridian καλύπτουν όλες τις παραπάνω απαιτήσεις.

Σε επίπεδο τεχνολογίας είναι απόλυτα πειστική, καθώς έχουν όλες τις πατέντες και τις καινοτομίες που συναντάμε στα κορυφαία ελαστικά των superbike. Ο σκελετός αποτελείται από τρεις διαφορετικές ζώνες, ειδικά σχεδιασμένες για να ελέγχουν την παραμόρφωση του ελαστικού απ’ άκρη σε άκρη, διατηρώντας σταθερό το αποτύπωμα του ελαστικού πάνω στο δρόμο.

Η γόμα έχει διαφορετική χημική και μοριακή σύνθεση για το εμπρός ελαστικό και εντελώς διαφορετική για το πίσω. Εμπρός είναι ενιαίας σύνθεσης με πυρίτιο και black-carbon. Όπως ξέρουμε, το πυρίτιο προφέρει πολύ καλό και άμεσο κράτημα στο κρύο και τη βροχή, ενώ το black-carbon προφέρει σταθερό επίπεδο κρατήματος όταν η θερμοκρασία του ελαστικού ανέβει. Η αναλογία στη μείξη των δύο συστατικών και το επίπεδο ακαμψίας του σκελετού, καθορίζουν την ταχύτητα και το φάσμα της θερμοκρασίας λειτουργίας του ελαστικού.

Τα slick και τα ελαστικά για track day δεν έχουν καθόλου πυρίτιο, αλλά θέλουν κουβέρτες και καλό ζέσταμα για να φτάσουν στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας, ενώ τα ελαστικά πόλης και τα τουριστικά έχουν μεγάλη περιεκτικότητα πυριτίου για να δουλεύουν κρύα και να μην τρώγονται στα μακρινά ταξίδια, αλλά πέφτει απότομα η απόδοσή τους αν υπερθερμανθούν οδηγώντας μέσα σε πίστα με χαμηλές πιέσεις. Άρα η αναλογία που αναμειγνύονται αυτά τα δύο βασικά συστατικά της γόμμας, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το εύρος λειτουργίας του ελαστικού, αλλά δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας καθώς οι κατασκευαστές έχουν βρει και άλλες λύσεις για να διευρύνουν το φάσμα των δυνατοτήτων ενός ελαστικού.

Όπως για παράδειγμα το πίσω ελαστικό του Meridian, όπου η Dunlop χρησιμοποιεί δύο διαφορετικής σύνθεσης γόμες, με την κεντρική να εκτείνεται κάτω από την “μαλακότερη” πλαϊνή, έχοντας στόχο την ομοιόμορφη κατανομή των δυνάμεων που δέχεται ο σκελετός, αλλά και την αντίστοιχα ομοιόμορφη μεταφορά της θερμοκρασίας.

 

Ευελιξία και σπορ γονίδια

Εκείνο που αντιλαμβάνεσαι αμέσως κάνοντας τα πρώτα μέτρα, είναι η ελαφριά αίσθηση στο τιμόνι στους επιτόπιους ελιγμούς και στις χαμηλές ταχύτητες. Το V-Strom 1050 XT είναι ήδη ένα από τα πιο ελαφριά και εύκολα στους χειρισμούς mega on-off μέσα στην πόλη, οπότε ήταν ευχάριστη έκπληξη που τα Meridian βελτίωσαν ακόμα περισσότερο αυτόν τον τομέα. Η “σπορ” γεωμετρία του σκελετού και κυρίως η στιβαρότητά του, είναι η βασική αιτία. Το πέλμα δεν παραμορφώνεται υπερβολικά και το αποτύπωμά του πάνω στην άσφαλτο παραμένει σταθερό, οπότε σταθερή είναι και η αντίσταση από την στατική τριβή του πάνω στην άσφαλτο ή όταν η μοτοσυκλέτα κάνει ελιγμούς με πολύ χαμηλές ταχύτητες.

Το τιμόνι του V-Strom 1050 ήθελε ελάχιστη δύναμη από τα χέρια και ήταν πρόθυμο να αλλάξει αμέσως κατεύθυνση, δίνοντάς σου την αίσθηση πως έφυγαν 10 κιλά πάνω από τη μοτοσυκλέτα. Παρά την εμφανώς στιβαρή κατασκευή του σκελετού, η άνεση δεν επηρεάστηκε αρνητικά – τουλάχιστον όχι σε σημείο που να γίνεται ενοχλητική. Αναμενόμενα μεταφέρει περισσότερους κραδασμούς στα χέρια σε σύγκριση με τα κοινά on-off ελαστικά όταν περνάς με μικρές ταχύτητες πάνω από κοφτές ανωμαλίες και μπαλώματα. Όμως αυτό είναι ένα λογικό αντίτιμο που δίνεις για να πάρεις πίσω ως αντάλλαγμα περισσότερη αίσθηση και πληροφόρηση στα χέρια σου στη γρήγορη οδήγηση.

Πιέζοντας τη μοτοσυκλέτα στις εισόδους των στροφών, είτε μπαίνοντας με φόρα, είτε με trail-braking, έχεις καθαρή εικόνα για το επίπεδο πρόσφυσης και την κατάσταση του οδοστρώματος. Ο σκελετός δεν παρουσιάζει παραμορφώσεις, οπότε δεν “θολώνει” τις πληροφορίες που φτάνουν στα χέρια σου. Η αυξημένη ακαμψία του σκελετού έχει θετικό αντίκτυπο και στην αμεσότητα μεταφοράς των εντολών σου στο τιμόνι. Το V-Strom 1050 XT πλάγιαζε χωρίς αντίσταση και άλλαζε εμφανώς ταχύτερα πορεία από την μια μεριά στην άλλη στα στροφιλίκια. Η ακαμψία του σκελετού έδωσε το πλεονέκτημα στην Dunlop να επιτύχει πολύ καλή ευελιξία χωρίς να καταφύγει σε έναν ακραίο σχεδιασμό της γεωμετρίας της κορώνας του ελαστικού. Μετά την αρχική προθυμία να πλαγιάσει η μοτοσυκλέτα, ακολουθεί μια προοδευτική συμπεριφορά, όσο περισσότερο πλαγιάζεις προσεγγίζοντας την κορυφή της στροφής και δεν εμφανίζει “σκαλοπάτια”.

Άλλο ένα πλεονέκτημα του στιβαρού σκελετού των Meridian φαίνεται στα δυνατά φρεναρίσματα, όπου η μοτοσυκλέτα μένει στην πορεία της και δεν τραβάει το τιμόνι δεξιά-αριστερά. Εδώ όμως θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως το cornering ABS του V-Strom 1050 XT επεμβαίνει αρκετά νωρίς και αφήνει τα φρένα να πιέσουν στο όριο το εμπρός ελαστικό όταν γραπώνεις απότομα και με όλη σου τη δύναμη τη μανέτα του φρένου. Φυσικά δεν μπορείς να τα έχεις όλα δικά σου σε αυτή τη ζωή. Αναμενόμενα η επιπλέον ευελιξία και αμεσότητα στις χαμηλές και μεσαίες ταχύτητες (120-150km/h) που έδωσαν τα Meridian στο V-Strom 1050 XT, έκαναν πιο ελαφρύ το τιμόνι στις υψηλές ταχύτητες (πάνω από 160km/h).

Οι κινήσεις των χεριών σου έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στις ευθείες της εθνικής και θέλει να αντιμετωπίζεις με πιο ήρεμο τρόπο τις σφαλιάρες από τους πλάγιους ανέμους ή τις διαμήκεις ανωμαλίες του δρόμου.

 

Σημαντικός τομέας άνεσης στα ταξίδια είναι θόρυβος. Η κουβέντα περιορίζεται στους αεροδυναμικούς θορύβους από τη ζελατίνα και το κράνος ή τον κινητήρα και την εξάτμιση. Όμως αντίστοιχα σημαντική πηγή θορύβου είναι τα ίδια τα ελαστικά, ιδιαίτερα στην κατηγορία των on-off όπου συνηθίζεται η αραιή και βαθιά χάραξη του πέλματος. Στην περίπτωση του Meridian ο θόρυβος κύλισης σε όλες τις ταχύτητες ήταν ιδιαίτερα χαμηλός και η χροιά του δεν σου σπάει τα νεύρα.

Βέβαια όλα τα ελαστικά είναι πιο ήσυχα όταν είναι φρέσκα και αφράτα, αυξάνοντας τα επίπεδα θορύβου που παράγουν μετά τα 2.000-3.000 χιλιόμετρα, όταν η γόμμα αρχίζει να σκληραίνει σιγά-σιγά από τους θερμικούς κύκλους και να “τετραγωνίζει” ο σκελετός και η γόμμα στο κέντρο από το βάρος της μοτοσυκλέτας και την φθορά, αυξάνοντας το εμβαδόν του αποτυπώματος πάνω στην άσφαλτο.


ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΕΜΠΡΟΣ

100/90-19 57V

110/80-19 59V

120/70-17 60W

90/90-21 54W

 

ΠΙΣΩ

 

150/70-17 69V

170/60-17 72W

150/70-18 70W