Οδηγούμε την Gilera RSA250 του Marco Simoncelli

Το τέλος μιας εποχής
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/10/2021

Φέτος, στις 23 Οκτωβρίου, έκλεισαν δέκα χρόνια από εκείνη την τραγική στιγμή που ένα τεράστιο ταλένοτ, ο Marco Simoncelli, έχασε την ζωή του σε ένα τραγικό δυστύχημα στην πίστα της Sepang. Μια δεκαετία που οι εξελίξεις στο κορυφαίο άθλημα μοτοσυκλέτες θα μπορούσαν να είναι εντελώς διαφορετικές, αν είχαμε ακόμη κοντά μας αυτή την χαρισματική προσωπικότητα και έναν τόσο σπουδαίο αναβάτη. Με αφορμή, λοιπόν, αυτή την μαύρη επέτειο, δημοσιεύουμε στην σελίδα μας την πλήρη δοκιμή της τελευταίας δίχρονης αγωνιστικής μοτοσυκλέτας του Simoncelli, με την οποία κατέκτησε την κορυφή του κόσμου: το παγκόσμιο πρωτάθλημα στην κατηγορία των GP250!

 

Του Alan Cathcart

Φωτό: Marco Morittu

Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι έχουν περάσει δέκα χρόνια από την η μέρα που ο σούπερ ταλαντούχος, Ιταλός αναβάτης των MotoGP, Marco Simoncelli, έφυγε από τη ζωή στα 24 του χρόνια, στις 23 Οκτωβρίου του 2011 κατά την διάρκεια του αγώνα στη Sepang. Στην δεύτερή του κιόλας χρονιά στην κατηγορία με την ομάδα του Fausto Gresini Honda, ο Marco είχε ήδη πετύχει μία pole position στην Catalunya, τον πρώτο τερματισμό στο βάθρο του Brno, ενώ μόλις το προηγούμενο Σαββατοκύριακο είχε τερματίσει δεύτερος στο GP της Αυστραλίας. Ήταν ξεκάθαρο πως ήταν ο μελλοντικός παγκόσμιος πρωταθλητής. Αλλά ο Marco είχε ήδη βρεθεί εκεί, στην πολύ ανταγωνιστική κατηγορία των GP250, όπου το 2008 είχε κατακτήσει τον τίτλο με έξι νίκες και 12 τερματισμούς στο βάθρο μέσα σε 16 αγώνες, με διαφορά 37 βαθμών από τον Alvaro Bautista.

Ο τσαμπουκάς με το μαλλί-αφάνα που πήρε με το σπαθί του τον τίτλο εκείνη την χρονιά, έγινε ο αγαπημένος του κοινού, όχι μόνο στην πατρίδα του την Ιταλία, και όχι μόνο ανάμεσα στους φανατικούς των GP. Μια σημαντική απόδειξη για το ότι ανήκε στην γνήσια ράτσα των αγωνιστών, ήταν το γεγονός πως κατά τη διάρκεια της (ανεπιτυχούς) προσπάθειάς του να υπερασπιστεί τον τίτλο του το 2009, με δύο αγώνες χωρίς βαθμούς και έναν τραυματισμό στο χέρι, ο Marco δέχθηκε την πρόκληση να τρέξει ως wild card στα WSBK στην Imola, πάνω στη σέλα ενός Aprilia RSV4. Ο τερματισμός του εκεί στην τρίτη θέση, αφού πέρασε τον team mate του Max Biaggi στο εσάκι των πιτς στον τελευταίο γύρο, επιβεβαίωσε την άνεσή του πάνω σε τέτοιες βαριές μοτοσυκλέτες.

Ο Marco ήταν μια τεράστια προσωπικότητα. Σίγουρα το επιθετικό στιλ οδήγησης δεν άρεσε σε όλους, αλλά η τρομερή αίσθηση του χιούμορ που είχε, σε συνδυασμό με τις εκπληκτικές οδηγικές του ικανότητες και την γενναιότητά του, έκαναν πολύ κόσμο να τον ακολουθεί παγκοσμίως –μετά από μέρα οδήγησης μαζί του στο Mugello προστέθηκα κι εγώ σε αυτούς. Οι αναμνήσεις μου από αυτόν τον απίστευτα καλό, αδύνατο, ψηλό τύπο με το πλούσιο μαλλί και τις απίθανες ικανότητες στην πίστα, προέκυψαν από την δοκιμή της παγκόσμιας πρωταθλήτριας Gilera RSA250 (της μοτοσυκλέτας του Simoncelli), όπου μοιραζόμουν το box με τον SuperSic.

Παρόλα αυτά, το 2009 θα μείνει στην Ιστορία και ως η χρονιά που είδαμε την εξαφάνιση των GP250, μία κατηγορία που αποτελούσε τον πυρήνα των GP. Για λόγους που είναι περισσότερο πολιτική παρά οτιδήποτε άλλο, το GP της Valencia εκείνο τον Νοέμβριο έζησε τον τελευταίο αγώνα των GP με μοτοσυκλέτες 250cc που έβαλε και το τελευταίο καρφί στο "φέρετρο" της κατηγορίας με τις περισσότερες συγκινήσεις και τον μεγαλύτερο ανταγωνισμό. Λόγω αυτών των χαρακτηριστικών αποτελούσε πρόσφορο έδαφος για τη δημιουργία επιτυχημένων μελλοντικών γενεών νέων ταλέντων, όπως συνέβαινε από την απαρχή της δημιουργίας της το 1949.

Ακόμη και δεν κατάφερε η Aprilia, λόγω των τραυματισμών του Marco στις αρχές της χρονιάς, να εμποδίσει την Honda να κερδίσει τον τελευταίο τίτλο της κατηγορίας το 2009, η εταιρεία κυριάρχησε στα 250GP κερδίζοντας 10 από τους 15 τίτλους αναβατών και πέντε τίτλους κατασκευαστών από τότε που ο Max Biaggi πήρε τον πρώτο από τους τέσσερις τίτλους του, το 1994. Σε αυτούς τις επιτυχίες συμπεριλαμβάνεται και ο μοναδικός τίτλος στα 250cc που πήρε η Gilera, που ανήκει στο Piaggio Group όπως η Aprilia, την παραμονή των 100ων γενεθλίων της, με αναβάτη τον Marco Simoncelli πάνω σε ένα RSA250. Ήταν μια πανομοιότυπη μοτοσυκλέτα με τα εργοστασιακά Aprilia, εκτός από το όνομα στο ρεζερβουάρ και την τρικολόρε βαφή της χορηγού της Gilera, της Metis.

Η ευκαιρία να οδηγήσω με τον Marco και την ομάδα της Aprilia στο Mugello, όσο αυτός έκανε δοκιμές με το RSV για τον επερχόμενο αγώνα στην Imola, μου έδωσε την δυνατότητα να οδηγήσω και το superbike της Aprilia, αλλά και να αποχαιρετήσω την κατηγορία των GP250 πάνω στην παγκόσμια πρωταθλήτρια Gilera RSA250.

Εντάξει, κάτω από τα πλαστικά ήταν Aprilia, αλλά πάνω του είχε το λογότυπο της Gilera και ως τέτοιο αποτέλεσε κι ένα ορόσημο για μένα. Πίσω στο 1989 είχα αναλάβει το καθήκον της επιστροφής της Gilera στου αγώνες road racing επίσημα, για πρώτη φορά μετά το 1964 όταν κέρδισε τον παγκόσμιο τίτλο στα τετρακύλινδρα 500. Έτρεξα με ένα μονοκύλινδρο που ήταν βασισμένο στο Sturno 500 παραγωγής, με το οποίο κατέκτησα τη νίκη στον πρώτο αγώνα στην Monza. Τώρα η μοτοσυκλέτα είναι έκθεμα στο μουσείο της Piaggio στην Pontedera.

Συνήθως, όταν οδηγούσα ένα 250GP έπρεπε να ρουφήξω την κοιλιά μου και να κρατήσω την ανάσα για να καταφέρω να χωρέσω πάνω του. Γι' αυτό χαιρόμουν όταν οδηγούσα τα δίχρονα αγωνιστικά του Rossi (σ.σ. που είχαν περισσότερο χώρο) και ο SuperSic είχε μπόλικο… Rossi μέσα του, όχι μόνο σε ό,τι αφορά την προσωπικότητά του και το εκπληκτικό οδηγικό του στιλ, αλλά και σε ό,τι αφορά τις διαστάσεις, καθώς είχε ύψος 1,83μ. Οπότε το Gilera του ήταν κομμένο και ραμμένο στα μέτρο μου, πράγμα που σήμαινε πως μπορούσα να κινούμαι άνετα πάνω του και να κρυφτώ πίσω από την ζελατίνα στην μεγάλη ευθεία του ενός χιλιομέτρου.

Όλα ήταν στην θέση τους κι ένιωθα άνετα, αντανακλώντας όλα αυτά τα χρόνια προσεκτικής εξέλιξης που είχε μετατρέψει την πολυπρωταθλήτρια μοτοσυκλέτα της Aprilia/Gilera σε ένα εργαλείο επιτυχιών.

Τα κλιπόν ήταν αρκετά χαμηλά, προφανώς για να βοηθήσουν τον Marco στις ευθείες, παρόλα αυτά υπήρχε ικανοποιητικός μοχλός και έλεγχος ακόμη και όταν τα χέρια ήταν τυλιγμένα γύρω από το ρεζερβουάρ, με τα μαρσπιέ να είναι πολύ πίσω ώστε να δημιουργηθεί χώρος για τα μακριά πόδια του Marco.

Το αναλογικό στροφόμετρο και η οθόνη με τις ψηφιακές ενδείξεις, ίδιες με του RSV4, ήταν τα κλασικά όργανα των Aprilia που για την εποχή τους θεωρούνταν τα καλύτερα και τα πιο ευανάγνωστα, με μόλις δύο έξτρα πληροφορίες.

Η μία ήταν η θερμοκρασία του νερού, που διατηρούνταν στους 55-60ºC με θερμοκρασία περιβάλλοντος στους 26ºCμ και η άλλη ήταν το απλό "Νο.5" που υποδείκνυε την ρύθμιση για το traction control των έξι επιπέδων, που όπως μου είπε ο Marco χρησιμοποιούσε πάντα. "Με την ρύθμιση στο 6 ντριφτάρω τον πίσω τροχό μερικές φορές, αλλά οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση επηρεάζει την επιτάχυνση", μου είπε. "Αλλά είναι καλό το σύστημα και δουλεύει".

Είχαν περάσει έξι χρόνια από την τελευταία φορά που είχα οδηγήσει ένα Aprilia 250, το RSW του 2003 με το οποίο είχε πάρει το πρωτάθλημα ο Poggiali και η μεγαλύτερη έκπληξη που μου επεφύλασσε το Gilera ήταν η περίσσια ροπή και η απόδοση στις μεσαίες από τον V-2 90° με τους δύο στροφάλους και τις περιστροφικές βαλβίδες που σχεδίασε ο Gigi Dall’Igna (τότε ήταν ο γκουρού της Aprilia Corse.

Ο κινητήρας ήταν ένα πραγματικό διαμάντι, δυνατός αλλά και με περιθώρια να συγχωρεί, πρόθυμος να ανεβάσει στροφές. Τραβούσε από χαμηλά και είχε δύναμη ψηλά, χάρη στις θυρίδες τύπου "γκιλοτίνα". Από τις 9.000 στροφές και πάνω είχε εξαιρετικό τράβηγμα, με την περισσότερη δύναμη να έρχεται στις 10.000 η οποία παραμένει μέχρι τον κόφτη στις 13.800. Χάρη στον μηχανικό έλεγχο του γκαζιού ο κόφτης μεταφράζεται απλώς σε διακοπή της επιτάχυνσης –όχι κάτι βίαιο όπως το απότομο κόψιμο της ανάφλεξης ή της τροφοδοσίας που μπορεί να "έσπαγε" έναν δίχρονο κινητήρα. Ήταν απλώς ένα γιγαντιαίο ηλεκτρονικό χέρι που απλωνόταν και σου έλεγε πως ήταν μέχρι ΕΔΩ σε ό,τι αφορά τις στροφές του κινητήρα.

Αυτό συνέβαινε λίγες στροφές νωρίτερα απ' ότι στο μηχανάκι του Poggiali, αλλά η επιπλέον ροπή που είχαν καταφέρει να βγάλουν οι μηχανικοί της Aprilia Corse, καθιστούσε ανούσιο το να μειώσουν την ζωή του στροφάλου ανεβάζοντας παραπάνω στροφές , έστω και για να αποφύγουν κάνα δυο αχρείαστες αλλαγές ταχυτήτων μεταξύ των στροφών. Απλώς "γρανάζωναν" κατάλληλα το κιβώτιο τύπου "κασέτας" στο Gilera, έτσι ώστε να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις γεμάτες μεσαίες του κινητήρα και να πηγαίνει γρηγορότερα με λιγότερες στροφές. Ένα εκπληκτικό μοτέρ.

Η επιτάχυνση ήταν άκρως εντυπωσιακή για τα δεδομένα της κατηγορίας των 250 κι αυτό ήταν το δυνατό χαρτί του Gilera και όχι η έξτρα δύναμη ψηλά που διέθετε συγκριτικά με το Honda του Aoyama. Το να φτάνεις γρηγορότερα στην τελική της μοτοσυκλέτας σου απ' ό,τι οι αντίπαλοί σου, είναι εξίσου σημαντικό με το να είσαι ταχύτερος από αυτούς για να τους νικήσεις.

Ένα βασικό συστατικό γι' αυτό, ήταν ο τρόπος με τον οποίο ανέβαζε στροφές το Gilera με δευτέρα, τρίτη και τέταρτη σχέση με το συγκεκριμένο γρανάζωμα που το οδήγησα, χρησιμοποιώντας το αγωνιστικό powershifter μόλις άρχιζε να αναβοσβήνει το πράσινο λαμπάκι στις 13.200 (το οποίο γινόταν κόκκινο στις 13.400). Υπήρχε ένα μεγάλο κενό στην πέμπτη, αλλά μετά η έκτη είχε πολύ κοντινό γρανάζωμα (κλασικό, γρήγορο γρανάζωμα για δίχρονα). "Μου αρέσει να κρατάω τον κινητήρα μεταξύ 11.000 και 13.000 στροφών, όπου υπάρχει η περισσότερη δύναμη και επιτάχυνση", είχε πει ο Marco, ενώ προσπαθούσε να δώσει την εντύπωση ενός "δίχρονου δασκάλου" στα πιτς. "Αλλά ο κινητήρας είναι πολύ ήπιος, θεωρώ. Σου συγχωρεί τα λάθη σου κι εγώ κάνω πολλά"

Δεν έκανε τουλάχιστον τόσα πολλά όσο εγώ, όση ώρα προσπαθούσα να βρω ποια ταχύτητα να χρησιμοποιήσω πού και πότε, αλλά τελικά βρήκα τον τρόπο. Κράτησα μέχρι τις 12.500 την τελευταία σχέση στην μεγάλη ευθεία, ενώ είμαι λιγότερο… αεροδυναμικός από τον Marco ο οποίος ήταν εκτός των δέκα καλύτερων τελικών στο Mugello εκείνη την χρονιά.

Πιέζεις τον εαυτό να μην σκεφτεί καν το φρενάρισμα πριν την ταμπέλα των 150 μέτρων και μετά πιέζεις δυνατά τη μανέτα ενώ κατεβάζεις ταχύτητες με τη μία μέχρι να φτάσεις στην δευτέρα, λίγο πριν στρίψεις στην San Donato κι αρχίσεις να ανεβαίνεις τον ανήφορο. Το ανέβασμα στην συνέχεια των σχέσεων γίνεται απρόσκοπτα, χωρίς να βρίσκεις νεκρές όπως συμβαίνει σε άλλες μοτοσυκλέτες.

Για έναν γύρο είχα παρέα, όταν με πέρασε ο Marco με το RSV4 στο τέλος της ευθείας, στον πρώτο του γύρο με superbike, αλλά φρέναρε πολύ αργά και αναγκάστηκε να ανοίξει την γραμμή του και να ξαναμπεί μπροστά μου. Πλέον μπορούσα να αντιγράψω την τεχνική του στα φρεναρίσματα, αν και πρέπει να ομολογήσω πως με το εκπληκτικό πακέτο της Brembo, έστω και με τους μικρότερους δίσκους των 255mm, μπορούσα να φρενάρω πιο δυνατά, πιο αργά και πιο βαθιά μέσα στην στροφή σε κάθε γύρο.

Αυτά τα αγωνιστικά 250 ήταν το κατάλληλο εργαλείο, με την απόδοσή του να είναι εντός πλαισίων ενός κανονικού αναβάτη, για να εξερευνήσει τα όριά του.

Είχε περάσει πολύς καιρός από τότε που οδήγησα την Aprilia του Poggiali προκειμένου να κάνω απευθείας συγκρίσεις, αλλά το αναβαθμισμένο πακέτο πλαισίου του RSA250 έδειχνε πολύ άμεσο στις γρήγορες εναλλαγές κλίσεων στα τέσσερα εσάκια του Mugello, αλλά παρόλα αυτά ήταν σούπερ σταθερό στις γρήγορες στροφές Savelli και Arabbiata. Πάνω απ' όλα ήταν προβλέψιμο στα φρένα και στις εισόδους των στροφών, ενώ ακόμη και με το παραπάνω βάρος μου σε σύγκριση με του Marco, δεν άνοιξε πουθενά την γραμμή του.

Το Gilera κρατούσε την τροχιά του άψογα, ακόμη και κατά την διάρκεια της επιτάχυνσης από χαμηλές ταχύτητες, καθώς περίμενα ότι το βάρος μου και η δύναμη που συμπίεζαν το αμορτισέρ της Öhlins θα το έκαναν να υποστρέφει. Δεν συνέβη ποτέ. Έστριβε υποδειγματικά στα εσάκια με δευτέρα, χωρίς καμία αίσθηση υπερστροφής, και ούτε είχε ελαστικότητες στα δυνατά φρένα. Το Gilera το ένιωθες απόλυτα ισορροπημένο, παρά την αναλογία 53/47% (εμπρός/πίσω), και δεν σήκωνε τον πίσω τροχό παρά μόνο δυο φορές στο τέλος της ευθείας, καθώς με τον αναβάτη η αναλογία πήγαινε στο 50/50.

Ακόμη και τότε όμως, σου έδινε τα περιθώρια να διορθώσεις, όχι μόνο χάρη στην δύναμη αλλά και στην σωστή εξέλιξη του πλαισίου. Οι αναρτήσεις της Öhlins μετέφεραν πολλή πληροφορία και σε συνδυασμό με την εξαιρετική πρόσφυση από τα ελαστικά της Dunlop, μπορούσες να εμπιστευτείς απόλυτα το Gilera μέσα στην πίστα και να επικεντρωθείς στο γυρολόγιό σου.

Παρά την απόδοσή του που ήταν σημείο αναφοράς για την κατηγορία, ήταν μια μοτοσυκλέτα που αισθανόσουν ασφαλής για να αρχίσεις να πιέζεις ώστε να βρεις τα όριά σου, γνωρίζοντας πως θα κάνει ό,τι του ζητήσεις. Αυτή είναι η τέλεια βόλτα…

Πράγματι, αυτή ήταν η ουσία κάθε δίχρονου αγωνιστικού 205GP, το πώς δηλαδή ήταν εθιστικό να οδηγείς επιθετικά και γρήγορα λες και ήσουν… θυμωμένος. Μόλις αποκτούσες μια λογική εμπειρία οδήγησης σε πίστα και της οδήγησης ενός δίχρονου, μοτοσυκλέτες σαν κι αυτή ήταν οι ιδανικές για να σε κάνουν να νιώσεις ως ο κυρίαρχος του σύμπαντος. Ήταν αρκετά γρήγορη για να σε συναρπάσει χωρίς να σε τρομάξει, η συμπεριφορά της ήταν λες και είχε αυτόματο πιλότο και άλλαζε κατεύθυνση χωρίς να απαιτεί δύναμη ή προσπάθεια, μόνο ικανότητα και συγχρονισμό για να το κάνει σωστά.

Όσο περισσότερο χρόνο πέρναγα με το Gilera τόσο πιο εθιστικό γινόταν, ενώ βελτίωνα την τεχνική μου, καθάριζα τις γραμμές μου, δούλευα πάνω στα σημάδια των φρένων και εκμεταλλευόμουν στο έπακρο το εξαιρετικό Traction control για να ανοίγω το γκάζι περισσότερο και νωρίτερα σε κάθε γύρο. Αυτό συμβαίνει γιατί αισθάνεσαι πως έχεις τον απόλυτο έλεγχο της μοτοσυκλέτας κι όχι αυτή τον δικό σου –όπως συμβαίνει με τις μοτοσυκλέτες των MotoGP- ενώ η σύνδεση μεταξύ δεξιού τροχού και πίσω ελαστικού ήταν πάντα άμεση και ακριβής.

Με δεδομένο ότι θα είχες το νου σου να κρατάς τον κινητήρα στο ωφέλιμο εύρος στροφών και να εκμεταλλεύεσαι το κιβώτιο σωστά, γινόσουν ένα με την μοτοσυκλέτα και δεν καθόσουν απλά πάνω της, ήσουν κομμάτι της.

Πέρα από ένα αντίστοιχα εξιταριστικό αλλά πιο αργό μονοκύλινδο, τετράχρονο, Supermono , δεν ξέρω άλλη μοτοσυκλέτα για μεσαίου μεγέθους αναβάτες που να σε βάζει τόσο πολύ μέσα στην οδήγηση όσο ένα αγωνιστικό 250GP, κι αυτό σίγουρα δεν ισχύει για τα πιο βαριά Moto2 που τα αντικατέστησαν.

Λυπάμαι που έπρεπε να αποχαιρετήσω τις πιο διασκεδαστικές, πιο απολασυτικές και πιο συναρπαστικές αγωνιστικές μοτοσυκλέτες (από την πλευρά του αναβάτη), αλλά είναι τιμή και προνόμιο που απέδωσα έναν φόρο τιμής οδηγώντας την Gilera του Simoncelli στα 100α γενέθλια της εταιρείας. Αν ο SuperSic δεν ξεκίναγε την χρονιά με έναν σπασμένο καρπό, θα είχε κατακτήσει τον δεύτερο σερί τίτλο του!

Όταν όμως οδηγούσα στην στα πιτς του Mugello για να μπω στο box της Gilera, συνειδητοποίησα πως αυτό ήταν το τέλος μιας εποχής –η τελευταία φορά που οδήγησα ένα δίχρονο 250GP. Η μοτοσυκλέτα που έκανα μαζί της 17 γύρους στο Mugello ήταν η Ιστορία σε δύο ρόδες… Κάποιος να μου δώσει ένα χαρτομάντηλο παρακαλώ…

Test - Zeeho AE8+ - Paradigm Shift

Το επόμενο βήμα στα e-scooter της Α1 κατηγορίας -και όχι μόνο
Zeeho AE8+
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

11/7/2023

Με τη φράση Paradigm Shift ο φυσικός Thomas Kuhn περιγράφει μια αλλαγή που συμβαίνει όταν ο συνήθης τρόπος σκέψης ή δράσης για κάτι αντικαθίσταται από μια νέα, διαφορετική μέθοδο, που πολλές φορές φέρνει επανάσταση. Κάπως έτσι με το AE8+ καλούμαστε να ξεχάσουμε ότι γνωρίζαμε για τα e-scooters, καθώς το όχημα της Zeeho ανεβάζει θεαματικά τον πήχη στα ηλεκτροκίνητα δίκυκλα σχεδόν σε όλους τους τομείς που έχουν σημασία!

Το AE8+ είναι το πρώτο e-scooter της Zeeho - θυγατρική εταιρεία της CFMOTO με αποκλειστικά ηλεκτρική γκάμα- που φτάνει στη χώρα μας, το κορυφαίο της γκάμας της σε παγκόσμια κλίμακα, με το πιο φθηνό και βασικό μοντέλο AE6 -με κινητήρα στο κέντρο του πίσω τροχού- να μην εισάγεται στην Ελλάδα.

Τρεις είναι οι εκδόσεις του AE8, σε παγκόσμια κλίμακα, οι AE8, AE8+ και ΑΕ8 S+. Στην Ελλάδα εισάγονται οι AE8+ (η έκδοση δοκιμής μας, με LCD οθόνη οργάνων), και AE8 S+ με TFT έγχρωμη οθόνη οργάνων και σουέτ σέλα.

Η τιμή των 5.490 ευρώ χωρίς την επιδότηση του προγράμματος “Κινούμαι Ηλεκτρικά 2” (με την οποία η τιμή του πέφτει στα 3.890 ευρώ), τοποθετεί αυτόματα το AE8+ στα ακριβά Α1 e-scooter της αγοράς, με αντιπάλους μεταξύ άλλων τα Ecooter E5, NIU MQi GT EVO, SEAT MO, Silence S01, Yadea G5S, κ.α. Η ακριβότερη έκδοση AE8S+ κοστίζει 5.990 ευρώ που πέφτουν στα 4.390 ευρώ με τη βοήθεια της επιδότησης.

Κι όσο εξετάζεις από κοντά το AE8+, αλλά κυρίως όσο το οδηγείς, τόσο πείθεσαι πως αξίζει και το παραμικρό σεντ της τιμής του.

Κορυφαίο ποιοτικά, με διαστημικό εξοπλισμό

Zeeho AE8+

Για αρχή, το design του είναι ταυτόχρονα διαστημικό και καλαίσθητο. Ένα χρηστικά μακρύ scooter, που φιλοξενεί μια μακριά σέλα στην οποία θα βολευτούν δυο μεγαλόσωμοι αναβάτες, και ένα ευρύχωρο “πάτωμα” στα πόδια του αναβάτη, όπου μπορείτε να κουβαλήσετε τσάντες -έχει και αναδιπλούμενο γάντζο- ή κάποιο ογκώδες αντικείμενο.

Zeeho AE8+

Η ποιότητα των πλαστικών είναι πολύ καλή, όπως είναι και η συναρμογή τους, με εξαίρεση το glove box στα αριστερά της ποδιάς -που μέσα του θα βρείτε δυο USB θύρες φόρτισης-, το οποίο θέλει λίγη προσπάθεια για να ανοίξει και να κλείσει -ενώ δεν κλειδώνει.

Zeeho AE8+

Ανοίγοντας τη σέλα -με κουμπί στο αριστερό γκριπ ειδικά για αυτή τη δουλειά- αποκαλύπτεται ο χώρος των δυο μπαταριών, και πίσω τους ένας αποθηκευτικός χώρος που συνήθως φιλοξενεί τον φορτιστή και τον διακλαδωτή, μέσα σε ένα πολύ όμορφο κουτάκι μεταφοράς με χερούλι. Αν έχετε αφήσει φορτιστή και διακλαδωτή κάπου μόνιμα, τότε ο χώρος αυτός απελευθερώνεται, χωρώντας αρκετά μικροαντικείμενα ή ένα μικρό Jet κράνος με κοντή ζελατίνα ή ακόμα καλύτερα χωρίς ζελατίνα.

Zeeho AE8+

Η σέλα είναι πραγματικός θρόνος, καθώς πέρα από το γενναιόδωρο μήκος της έχει και αντίστοιχο πλάτος, μπόλικο αφρώδες και σωστό, ανατομικό σχήμα. Ο συνεπιβάτης έχει και χειρολαβές αλλά και αναδιπλούμενα μαρσπιέ που ανοίγουν και κλείνουν με ένα πολύ ποιοτικό “κλικ”.

Zeeho AE8+

Το κοστούμι των πλαστικών είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό, τόσο με τη διακοπτόμενη γραμμή του πάνω και κάτω τμήματος μπροστά, όσο και με τις προεξοχές των πλαστικών στο πίσω τμήμα, αλλά ιδίως στο μπροστινό φτερό, το οποίο κατεβαίνει και καλύπτει μεγάλο μέρος του τροχού, αφήνοντας εκτεθειμένη στα βλέμματα τη δαγκάνα της Brembo, θυμίζοντας… Aero βοήθημα σε αγωνιστική μοτοσυκλέτα!

Zeeho AE8+

Οι εντυπωσιακές λεπτομέρειες στον σχεδιασμό συνεχίζονται με τα πίσω φλας που προεξέχουν ως άλλες… χειρολαβές, τα full-LED φώτα και το ιδιαίτερο DRL LED φως μπροστά, το ψαλίδι και το σταντ, αμφότερα από αλουμίνιο, τα μεταλλικά μαρσπιέ στο κεκλιμένο επίπεδο, όπου οι κοντύτεροι αναβάτες μπορούν να ξεκουράζουν τα πόδια τους, κ.α.

Zeeho AE8+

Οι άριστες εντυπώσεις συνεχίζονται με την εξέταση του στάνταρ εξοπλισμού του AE8+: Ρυθμιζόμενες μανέτες φρένων σε 5 θέσεις, Smart key με κάρτα-κλειδί NFC που το ακουμπάς κάτω από τα όργανα για να ανοίξεις το scooter, Cruise Control με ένα κουμπί -επιλέγεις τα επιθυμητά χιλιόμετρα και τα κρατά χωρίς να χρειάζεται να στρίβεις το γκριπ του γκαζιού-, όπισθεν (πολύ αργή) αλλά και υποβοηθούμενη κίνηση προς τα εμπρός, διπλό πέρα από το μονό σταντ, δυο αφαιρούμενες μπαταρίες με χερούλι, βάρους 12 κιλών έκαστη, 3 Riding Modes (Sport, Street, Eco) που αλλάζουν τις επιδόσεις τόσο σε επιτάχυνση όσο και σε τελική ταχύτητα (50, 80, 99 χλμ/ώρα), κουμπί… nitro (δείχνει μια μπουκάλα Nos στα όργανα!) που πιέζοντας το η τελική ανεβαίνει στα 111 χλμ/ώρα στο κοντέρ (πραγματικά 109,2) για 30 δευτερόλεπτα, επιτρέποντας σου να πραγματοποιήσεις μια προσπέραση ανάγκης, ενώ κατόπιν θέλει 45 δευτερόλεπτα για να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ξανά, και συνδεσιμότητα με την επίσημη έξυπνη εφαρμογή της Zeeho που παρέχει στον αναβάτη πολλές απίθανες δυνατότητες.

Zeeho app

Αυτές περιλαμβάνουν εντοπισμό της θέσης του οχήματος με GPS, συναγερμό αλλά και geo-fencing, όπου σε ειδοποιεί στο smartphone μόλις μετακινηθεί, διευκολύνοντας αφάνταστα την εύρεση του σε περίπτωση κλοπής, και χαρίζοντας μοναδική ηρεμία πνεύματος στον ιδιοκτήτη του. Παράλληλα, σου στέλνει σήμα για την κατάσταση φόρτισης του scooter, για τον εναπομείναντα χρόνο φόρτισης (υπολογίστε κοντά στις 6 ώρες από 0-100%), κ.α., ενώ μπορεί να δεχθεί και αναβαθμίσεις μέσω διαδικτύου (OTA). Επιπλέον, μέσω της εφαρμογής μπορείς να ανάψεις τα φλας από μακριά, ώστε να ξεχωρίσεις το scooter σου σε κάποιο μεγάλο πάρκινγκ δικύκλων, να το ξεκλειδώσεις και να το κλειδώσεις, να ελέγξεις όλες τις διαδρομές που έχεις κάνει σε χάρτη, μαζί με δεδομένα για χιλιομετρικές αποστάσεις τελική ταχύτητα, κ.α., ώρα βόλτας, κ.α. Στις επιλογές του app μπορείς να χαμηλώσεις την ένταση των ήχων του scooter -ή να τους απενεργοποιήσεις-, να απενεργοποιήσεις τον αισθητήρα της σέλας ώστε να μη σβήνει το scooter αυτόματα μετά από λίγα δευτερόλεπτα αφότου κατέβεις από τη σέλα, να ρυθμίσεις την προειδοποίηση για χαμηλή μπαταρία, κλπ. Περιέργως, δεν έχουμε υπηρεσίες τηλεφωνίας, διαδικτύου, μουσικής ή πλοήγησης με το υπάρχων app.

Να σημειώσουμε ένα δυνατό χαρακτηριστικό του AE8+, ιδιαίτερα επιθυμητό για χώρες όπως η Ελλάδα όπου το καλοκαίρι ζούμε σε ρυθμούς καύσωνα, αυτό του υγρόψυκτου κινητήρα! Η λεπτομέρεια αυτή κάνει τη διαφορά, καθώς έχουμε βρεθεί σε περιπτώσεις που τα συστήματα ασφαλείας των αερόψυκτων e-scooter δεν σε αφήνουν να τα οδηγήσεις, καθώς η θερμοκρασία έχει ξεπεράσει τα επιτρεπόμενα επίπεδα.

Zeeho AE8+

Τέλος, ο ιμάντας τελικής μετάδοσης ξεχωρίζει για την απουσία συντήρησης που προσφέρει -αλλά και για την αθόρυβη λειτουργία του-, συνεισφέροντας στο γενικότερο χαμηλό κόστος χρήσης του AE8+.

Εθιστικές επιδόσεις

Zeeho AE8+

Εμφάνιση, τεχνολογία και εξοπλισμός τσεκ. Ώρα για την οδήγηση, όπου το AE8+ θέτει νέα πρότυπα τόσο για την κατηγορία των e-scooter της Α1 κατηγορίας, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις και για τα βενζινοκίνητα 125!

Zeeho AE8+

Πλησιάζεις την κάρτα NFC στα όργανα, και το AE8+ ξυπνά, ανάβοντας την οθόνη του και κάνοντας έναν χαρακτηριστικό ήχο. Οι ήχοι -θυμίζουν ήχους από ηλεκτρονικά παιχνίδια- είναι δυνατοί και αστείοι (προσωπικά μου άρεσαν πολύ, αλλά ίσως φταίει το gaming παρελθόν μου) συνεχίζονται τόσο στα φλας, στην ενεργοποίηση του μοτέρ (πιέζοντας τη μανέτα του φρένου και το κουμπί Set), στο σήκωμα του πλαϊνού σταντ, στο κλείσιμο, στην όπισθεν, και σε διάφορες άλλες καταστάσεις.

Zeeho AE8+

Και ξεκινάμε. Δώστε προσοχή στο οδόστρωμα που βρίσκεται κάτω από τις ρόδες σας αν είναι να ανοίξετε το γκάζι τέρμα, γιατί οι σχεδόν 17 ίπποι απελευθερώνονται σχεδόν ακαριαία, οδηγώντας σε γλιστρήματα και drift, ιδιαίτερα αν βρίσκεστε υπό κλίση! Ευτυχώς που το Zeeho έχει εκπληκτικά γραμμικό και ελεγχόμενο γκάζι, δίνοντας σου απαράμιλλη αίσθηση στο γκριπ, όσον αφορά στην αναλογία “στρίψιμο του γκριπ - ίπποι που καταλήγουν στο πίσω ελαστικό”. Μάλιστα όσο το συνηθίζαμε μπορούσαμε να προβλέψουμε πού θα γλιστρήσει στην έξοδο, προκαλώντας επίτηδες μικρή πλαγιολίσθηση!

Zeeho AE8+

Οι επιταχύνσεις με το AE8+ είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακές, σε βαθμό που αφήνουν αναβάτη και παρευρισκόμενους με στόματα ανοιχτά. Γιατί όλοι περιμένουν μια σπορ μοτοσυκλέτα να επιταχύνει γρήγορα, δεν είναι κάτι που προκαλεί έκπληξη. Όμως σχεδόν κανείς δεν περιμένει ένα “ταπεινό” σκουτεράκι με compact διαστάσεις να εκτοξεύεται όπως συμβαίνει με το Zeeho. Σε επιταχύνσεις από τα φανάρια, το AE8+ θα αφήσει πίσω του scooter και μοτοσυκλέτες μέχρι 300 κυβικά, πληγώνοντας εγωισμούς και κεντρίζοντας το ενδιαφέρον. Η εταιρεία κάνει λόγο για επιτάχυνση 0-50 χλμ/ώρα σε 2,6 δευτερόλεπτα, και η πραγματικότητα δεν απέχει πολύ από αυτό, καθώς με το κορυφαίο όργανο μετρήσεων VBox της RaceLogic που διαθέτουμε στο ΜΟΤΟ, είδαμε 2,8 δευτερόλεπτα! Σημειώστε πως έχουμε καταγράψει χειρότερες επιδόσεις από ορισμένες μοτοσυκλέτες 250-300 κυβικών που χρειάζονται έως και 3 δευτερόλεπτα για την ίδια μέτρηση. Φυσικά τα 200-300 κυβικά θα πάρουν το αίμα τους πίσω στη συνέχεια (επιτάχυνση από τα 50 έως τα 100 χλμ/ώρα), μην τρελαθούμε κιόλας.

Zeeho AE8+

Αυτές ακριβές οι εθιστικές επιταχύνσεις του Zeeho είναι που χαντακώνουν την αυτονομία, καθώς μπορεί να θέλεις να κρατήσεις επίπεδο και να βγάλεις 100 χιλιόμετρα (τα 120-140 χλμ. που λέει ο κατασκευαστής αποτελούν άπιαστο όνειρο), όμως το γκάζι είναι γλυκό και δυσκολεύεσαι να μην το ανοίγεις ξανά και ξανά, κάτι που ρίχνει την αυτονομία στα 50-60 χιλιόμετρα, με τον υπογράφοντα στο τιμόνι. Με μέτρια αυτοσυγκράτηση είδα και 75 περίπου χιλιόμετρα, ενώ σημειώστε πως όταν η στάθμη των μπαταριών πέσει κάτω από 10%, το scooter μπαίνει αυτόματα στο Eco Mode, με τελική 50 χλμ/ώρα, για να σας βοηθήσει να φτάσετε στον προορισμό σας. Αν επιμείνετε κι άλλο, λίγο πριν μείνετε εντελώς, η τελική θα μειωθεί ακόμα περισσότερο, στα 10 χλμ/ώρα. Ίσως, αν χρησιμοποιούσαμε το Eco mode από την αρχή να βλέπαμε αυτονομία που να πλησίαζε τα 100 χλμ., αλλά με τις επιδόσεις του Zeeho να μας καλούν ως άλλες σειρήνες, αυτό στάθηκε πέρα από τις δυνάμεις μας. Προσοχή θέλει όταν εκμεταλλεύεσαι στο έπακρο τις επιδόσεις, καθώς πέρα από τη μείωση της αυτονομίας, η αθόρυβη λειτουργία του AE8+ μπορεί να σας κάνει αόρατους σε οδηγούς αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών, οπότε συνιστούμε την προειδοποιητική χρήση της -δυνατής σε ήχο- κόρνας.

Zeeho AE8+

Κι αν οι επιδόσεις του AE8+ θέτουν νέα στάνταρ στα ηλεκτρικά Α1 της συγκεκριμένης κατηγορίας τιμής (πλην ελαχίστων όπως του Ray 7.7, το οποίο όμως πλησιάζει τα 9.000 ευρώ), τότε η οδική του συμπεριφορά δεν έχει αντίπαλο. Κι όχι μόνο στα ηλεκτρικά scooter, τα περισσότερα των οποίων έχουν σχεδιαστεί από ανθρώπους που δεν έχουν εμπειρία από μοτοσυκλέτα, αλλά και στα βενζινοκίνητα. Συγκεκριμένα, το Zeeho έχει την καλύτερη οδική συμπεριφορά από σχεδόν όλα τα scooter με τροχούς 12 ιντσών, καλύτερη ακόμα και από κάποια με τροχούς 14, ή και 16 ιντσών. Άριστη πληροφόρηση από πλαίσιο και αναρτήσεις, με τις τελευταίες να μην ταλαιπωρούν τη μέση των επιβαινόντων ούτε και στις μεγαλύτερες λακκούβες. Ναι, θα νιώσεις τον κραδασμό στα χέρια -12 ίντσες είναι αυτές- αλλά όχι στη μέση, ενώ με τις μικρές διαστάσεις του scooter και το ικανό κόψιμο του τιμονιού, θα τα βγάλετε πέρα ακόμα και ανάμεσα στο πιο πυκνό μποτιλιάρισμα.

Zeeho AE8+

Συνδυάζοντας επιδόσεις κινητήρα, απουσία κοπανήματος στις ανωμαλίες του οδοστρώματος και συμπεριφορά αναρτήσεων-πλαισίου, ο αναβάτης του AE8+ μπορεί να οδηγήσει πολύ γρήγορα μέσα στην πόλη, απολαμβάνοντας ευστάθεια σε τελική ταχύτητα αλλά και στις στροφές, και καρφώνοντας το Zeeho εκεί που θέλει με τη βοήθεια της μπροστινής δαγκάνας της Brembo. Μικρή ένσταση σε οδόστρωμα με συνεχόμενες ανωμαλίες, όπου το ABS της Bosch επεμβαίνει πιο νωρίς από ότι θα θέλαμε, με τις αποστάσεις φρεναρίσματος να επιμηκύνονται. Επίσης δείξτε προσοχή στα ψηλά πεζοδρόμια ή στις βαθιές λακκούβες, καθώς το χαμηλό ελάχιστο ύψος του scooter σημαίνει πως μπορεί να βρει από κάτω η ποδιά του.

Zeeho AE8+

Από τα λίγα παράπονα που έχουμε από το AE8+, είναι και τα εξής: δεν έχει ανάκτηση ενέργειας από το φρένο κινητήρα, η φόρτιση του σύμφωνα με την επίσημη ελληνική αντιπροσωπεία γίνεται μόνο σε πρίζα σούκο (οικιακό ρεύμα) χωρίς να μπορεί έτσι να εκμεταλλευθεί κανένα ΣΦΗΟ μέχρι στιγμής (το φορτίζετε μόνο σε σπίτι / εργασία), ενώ θα θέλαμε και ένα σύστημα Traction Control, για να ελέγχει το σπινάρισμα σε ολισθηρό οδόστρωμα.

Zeeho AE8+

Το AE8+ καταφέρνει να υπέρ-καλύψει τόσο τις σπορ ανησυχίες του αναβάτη -παρά τα ελαστικά της CST, που είναι μεν αξιοπρεπή, δεν έχουν όμως σχέση με ένα καλό ευρωπαϊκό ή ιαπωνικό ελαστικό-, όσο και να τον ωθήσει να αναζητήσει τη βόλτα μαζί του ξανά και ξανά, χωρίς ιδιαίτερο σκοπό και προορισμό, απλώς και μόνο για να απολαύσει το cruising μαζί του και την κορυφαία ποιότητα κύλισης που προσφέρει. Πού να δείτε και πόσο καλά φωτίζει τον δρόμο το βράδυ!

Άλλο επίπεδο!

Zeeho AE8+

Το AE8+ κλέβει τις εντυπώσεις, ανεβάζοντας τον πήχη της κατηγορίας σχεδόν σε όλους τους τομείς που έχουν σημασία (πλην της αυτονομίας και της αργής φόρτισης, όπως όμως συμβαίνει με όλα τα σημερινά ηλεκτρικά οχήματα με μπαταρίες λιθίου), και μας κάνει να ανυπομονούμε να δούμε τις επόμενες κινήσεις της Zeeho, κάτω από την επίβλεψη της CFMOTO και με πιθανή τεχνική βοήθεια από την ΚΤΜ. Θυμίζουμε πως η εταιρεία έχει ήδη παρουσιάσει στην Κίνα την ηλεκτρική μοτοσυκλέτα C!ty σε δυο εκδόσεις, Fun και Play, ενώ θα θέλαμε πολύ να δούμε και ένα e-scooter για τις Α2 και Α κατηγορίες, με μεγαλύτερη χωρητικότητα μπαταριών, επιδόσεις 250 κ.εκ., αλλά και με τροχούς 14 ή 16 ιντσών. Μέχρι τότε, το AE8+ δείχνει τον δρόμο σε όλους τους κατασκευαστές ηλεκτρικών δικύκλων, προσθέτοντας αξίες που μέχρι τώρα έλειπαν από την εξίσωση των περισσότερων e-scooter, όντας όμορφο, χρηστικό, αλλά και εξόχως διασκεδαστικό.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Αντιπρόσωπος:

MUVUS A.E.

Τιμή:

5.490 χωρίς επιδότηση, 3.890 με επιδότηση

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

1.900

Ύψος (mm):

1.090

Μεταξόνιο (mm):

1.380

Απόσταση από το έδαφος (mm):

140

Ύψος σέλας (mm):

765

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

550

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

710

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

640

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

530

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

735

Βάρος κατασκευαστή (kg):

133

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Ηλεκτρικός, υγρόψυκτος, τοποθετημένος στο κέντρο του scooter

Ισχύς (ΗΡ):

16,76

Ροπή (kg.m):

22,2

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Αυτόματο

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Αλλαγή λαδιού κινητήρα (km):

Στα 3.000 και κάθε 5.000

Αλλαγή υγρών φρένου (έτη):

Κάθε 2

Αλλαγή ψυκτικού κινητήρα (έτη / km):

2 / 20.000

Αλλαγή ιμάντα (έτη / km):

2 / 20.000

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

2,8

20,6

0-100

9,46

168,08

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

17,7

105,33

0-1.000

36,95

106

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-40

1,98

33,42

 

ΠΙΣΩ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

ΤΥΠΟΣ Δυο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

-

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση 5 θέσεων

ΤΡΟΧΟΣ

Ελαστικό:

120/70-12

ΦΡΕΝΟ Δισκόφρενο, ABS της Bosch

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακή οθόνη LCD, με ενδείξεις ταχύμετρου, μπαταρίας, 3 Riding Modes (Sport, Street, Eco), ρολογιού, θερμοκρασίας περιβάλλοντος, ολικού και μερικού χιλιομετρητή, μέσης κατανάλωσης (wh/km), συνδεσιμότητα με έξυπνη εφαρμογή που δείχνει στο smartphone τη θέση του scooter σε χάρτη, με geo-fencing, συναγερμό, ένδειξη φόρτισης, ένδειξη εναπομείναντα χρόνου για φόρτιση, ρύθμιση έντασης ήχων, ΟΤΑ, κ.α. Αλάρμ, ρυθμιζόμενες μανέτες, Smart-Key με NFC κάρτα-κλειδί, 2 θύρες USB, glove-box, χώρος κάτω από τη σέλα για ένα μικρό Jet κράνος, όπισθεν και υποβοήθηση κίνησης προς τα εμπρός, Cruise Control, full-LED φώτα και DRL LED φώτα, σύστημα follow-me-home με τα φώτα, αναδιπλούμενα μαρσπιέ συνεπιβάτη, χειρολαβές συνεπιβάτη, γάντζος για τσάντες, μονό και διπλό σταντ, κ.α.

 

ΕΜΠΡΟΣ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

ΤΥΠΟΣ Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

Δ.Α.

Ρυθμίσεις:

-

ΤΡΟΧΟΣ

Ελαστικό:

100/80-12

ΦΡΕΝΟ Δισκόφρενο Brembo, ABS της Bosch

 

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ

Μέση

70

Ελάχιστη

50

Μέγιστη

90

Φωτό: Τέλης Μπαγδάτογλου

Ετικέτες