Οδηγούμε MOTO GUZZI V100 Mandello S 2023 - Αποστολή στην Ιταλία

Με τεχνολογία superbike και ιστορία 100 ετών
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

25/10/2022

Η Moto Guzzi είναι μία από τις μόλις τρεις εταιρείες μοτοσυκλετών στον κόσμο που το εργοστάσιό της δεν έκλεισε ποτέ τα τελευταία 100 χρόνια. Μέσα σε αυτή τη μακρά ιστορία της έχει κερδίσει Παγκόσμια Πρωταθλήματα Grand Prix και έχει κατασκευάσει μοτοσυκλέτες με κινητήρες που είχαν από έναν έως και οκτώ κυλίνδρους! Όμως για το ευρύ κοινό σήμερα, η Moto Guzzi είναι απλώς μια μικρή ιταλική εταιρεία του ομίλου της Piaggio που κατασκευάζει μοτοσυκλέτες με έναν παράξενης διάταξης αερόψυκτο διβάλβιδο V2 κινητήρα με έναν εκκεντροφόρο και ωστήρια για μπαρμπάδες και χιπστεράδες.

Όλα αυτά έρχεται να τα ανατρέψει η ολοκαίνουρια V100 Mandello, η οποία διατηρεί μεν την ίδια αρχιτεκτονική του V2 κινητήρα, μόνο που για τον σχεδιασμό και την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκε τεχνολογία από τα πιο σύγχρονα superbike της εποχής μας. Ταυτόχρονα, η V100 Mandello είναι η πρώτη μοτοσυκλέτα παραγωγής στον κόσμο με ηλεκτρικά “φτερά” που προσαρμόζουν την αεροδυναμική του φαίρινγκ στις ανάγκες της εκάστοτε χρήσης της μοτοσυκλέτας.

Όλα αυτά ακούγονται άκρως εντυπωσιακά, ιδιαίτερα στην εποχή μας που οι γίγαντες της βιομηχανίας μοτοσυκλετών καταφεύγουν στη φτηνή κατασκευαστικά λύση των δικύλινδρων εν σειρά κινητήρων, τους οποίους μάλιστα τους χρησιμοποιούν σε όσα περισσότερα μοντέλα γίνεται για να μειώσουν ακόμα περισσότερο το κατασκευαστικό κόστος. Ζούμε στην εποχή της δικύλινδρης εν σειρά πλατφόρμας και μοτοσυκλέτες με διαφορετικού τύπου κινητήρες θα αποτελούν ένα εξωτικό θέαμα στους δημόσιους δρόμους.

Η φράση “εξωτική ιταλική μοτοσυκλέτα” συνοδεύεται συνήθως και από μια εξωπραγματική τιμή, οπότε η V100 Mandello που διαθέτει ολοκαίνουριο υγρόψυκτο κινητήρα V2 με τεχνολογία απευθείας από το Aprilia RSV4 1100 Factory, αντίστοιχου επιπέδου ηλεκτρονικά βοηθήματα και πρωτοποριακά αεροδυναμικά βοηθήματα πόσο θα κοστίζει;

Η απάντηση δεν είναι τόσο τρομακτική όσο νομίζαμε… Η τιμή της V100 Mandello είναι 15.500€ (προτεινόμενη τιμή 15.499€) και στον βασικό εξοπλισμό του έχει ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, ηλεκτρικά αυτορυθμιζόμενα φτερά, Cornering ABS, LED Cornering Lights, ρυθμιζόμενο Traction Control, ρυθμιζόμενο Engine Brake Control, Cruise Control, έγχρωμη οθόνη TFT 5” και ρυθμιζόμενες αναρτήσεις της KYB. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, το Honda NT 1100 με συμβατικό κιβώτιο ταχυτήτων κοστίζει 16.000€ και δεν έχει ηλεκτρική ζελατίνα, ούτε το ίδιο επίπεδο ηλεκτρονικών και χρησιμοποιεί τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα του Africa Twin με του 100 ονομαστικούς ίππους.

Ο V2 του V100 Mandello των 1042 κυβικών έχει ονομαστική απόδοση 115 ίππους στις 8.700 στροφές και 10,7kg/m στις 6.750 στροφές.

Πρόκειται για έναν υπερσύχρονης τεχνολογίας Euro 5 κινητήρα, με δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους, τέσσερεις βαλβίδες σε κάθε κύλινδρο και ενδιάμεσα κοκκοράκια μεταξύ εκκεντροφόρων και βαλβίδων, όπως δηλαδή τα τελευταίας γενιάς superbike.

Η τροφοδοσία του γίνεται μέσω ride by wire ψεκασμού που έχει δύο σώματα με διάμετρο 52mm και ελέγχεται από την καινούρια ECU 11MP της Marelli, δηλαδή την ίδια ακριβώς που χρησιμοποιεί η Aprilia στο τελευταίο RSV4 1100 Factory.

Χάρη σε αυτή τη νέα ECU με την τετραπλάσια ταχύτητα επεξεργασίας δεδομένων που συλλέγει από την IMU των έξι αξόνων, τα ηλεκτρονικά βοηθήματα του V100 Mandello είναι κορυφαία σε αντιδράσεις και συμπεριφορά.

Μέχρι εδώ, ήταν τα εύκολα για τους σχεδιαστές του κινητήρα του V100 Mandello, διότι δεν χρειάζεται ιδιαίτερος κόπος να χρησιμοποιήσεις την τεχνολογία που ήδη έχει ο όμιλος Piaggio για τις κεφαλές, τον θάλαμο καύσης και τα ηλεκτρονικά.

Τα δύσκολα είναι όταν θα πρέπει αυτή η σύγχρονη τεχνολογία να προσαρμοστεί στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική του εγκάρσιου V2 με τον διαμήκη στρόφαλο και τον άξονα για τελική μετάδοση.

Τα προβλήματα που είχαν μπροστά τους είναι γνωστά σε όλους μας. Οι κύλινδροι είναι πολύ κοντά στα γόνατα του αναβάτη, οπότε οι ψηλοί αναβάτες έχουν θέμα με τη ζέστη που βγάζουν και οι πολύ ψηλοί αναβάτες ακουμπάνε τα πόδια πάνω τους.

Η λύση ήταν να μειώσουν το συνολικό μήκος του καινούριου υγρόψυκτου κινητήρα κατά 103mm και να τον τοποθετήσουν σχεδόν δέκα εκατοστά πιο μπροστά. Ταυτόχρονα έδωσαν μια μικρή κλίση προς τα εμπρός στους κυλίνδρους, απομακρύνοντάς τους ακόμα περισσότερο από τα γόνατα του αναβάτη και περίστρεψαν τις κεφαλές ώστε οι αυλοί εισαγωγής να είναι ανάμεσα στο V των κυλίνδρων και όχι πίσω τους.

Στην πράξη, ακόμα κι αν είσαι κοντά στο 1,90μ ύψος τα γόνατά σου δεν ακουμπούν στις κεφαλές των κυλίνδρων.

Σύμφωνα με την Moto Guzzi η εργονομία της θέσης οδήγησης του V100 Mandello έχει μελετηθεί από την αρχή για να βολεύει το 90% των αναβατών και φαίνεται πως το κατάφεραν, αφού στην παρουσίαση ήμασταν δημοσιογράφοι με σωματικό ύψος από 1,65μ έως και 1,93μ και κανείς δεν παραπονέθηκε για την εργονομία της θέσης οδήγησης.

Η αφράτη σέλα έχει 815mm απόσταση από το έδαφος και το σχήμα της εμπρός επιτρέπει στα πόδια να πατάνε με σιγουριά στο έδαφος και δεν τα ανοίγει. Αν πάντως είσαι αρκετά πιο κοντός από 1,70μ ή αρκετά πιο ψηλός από 1,85μ μπορείς να επιλέξεις από τον κατάλογο των αξεσουάρ την χαμηλότερη σέλα των 800mm από το έδαφος ή την πιο ψηλή των 835mm.

Το βάρος που ανακοινώνουν οι Ιταλοί με όλα τα υγρά είναι στα 233 κιλά (212 κιλά άδεια), ένας αριθμός που ίσως ακούγεται αρκετά μεγάλος για σπορ μοτοσυκλέτα δρόμου.

Όμως χάρη στη λεπτή σιλουέτα της μοτοσυκλέτας ανάμεσα στα πόδια του αναβάτη, την χαμηλή σέλα και το φαρδύ τιμόνι που είναι κοντά στο σώμα, η V100 Mandello έχει αρκετά πιο ελαφριά αίσθηση και τις περισσότερες φορές νομίζεις πως καβαλάς μοτοσυκλέτα των 200-210 κιλών.

Το δεύτερο και πολύ πιο σοβαρό πρόβλημα των παραδοσιακών αερόψυκτων V2 της Moto Guzzi αφορά τη στροφορμή του διαμήκη στροφάλου, σε συνδυασμό με τον άξονα μετάδοσης.

Τα δύο αυτά στοιχεία επηρεάζουν τη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας όταν κινείται και απαιτούν από τον αναβάτη να προσαρμόσει τον τρόπο που οδηγεί για να μην του δημιουργούν προβλήματα, ιδιαίτερα στη γρήγορη οδήγηση. Όποιος θέλει μπορεί να τα αποκαλεί “χαρακτήρα”, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι ιδιαιτερότητες που δεν υπάρχουν σε μοτοσυκλέτες με εγκάρσιους στροφάλους και αλυσίδα για τελική μετάδοση.

Ακριβώς τα ίδια προβλήματα είχαν οι μοτοσυκλέτες της BMW με boxer κινητήρα, όμως οι Γερμανοί κατάφεραν σε πολύ μεγάλο βαθμό να τα εξαφανίσουν, εξελίσσοντας διαρκώς των σχεδιασμό των μοτοσυκλετών τους και χρησιμοποιώντας υπερσύγχρονη και περίπλοκη τεχνολογία.

Τον ίδιο δρόμο ακολούθησε και η Moto Guzzi, με τον κινητήρα του V100 Mandello να έχει έναν αντικραδασμικό άξονα που περιστρέφεται αντίστροφα από τον στρόφαλο, εξουδετερώνοντας τις επιπτώσεις από την στροφορμή του.

Σταματημένος με νεκρά στο φανάρι ρίχνεις μια κοφτή γκαζιά και το V100 Mandello μένει ατάραχο στην θέση του, όταν τα αερόψυκτα Moto Guzzi (ακόμα και τα σύγχρονα boxer της BMW) τραβάνε προς τα αριστερά.

Ειδικά στο πρόγραμμα “Pioggia” (RAIN) όπου ο ride by wire ψεκασμός ανεβάζει ομαλά τις στροφές του κινητήρα, η συμπεριφορά του κινητήρα δεν έχει καμία διαφορά με ενός συμβατικού δικύλινδρου εν σειρά.

Ακόμα και όταν πατάς για πρώτη φορά το κουμπί της μίζας δεν υπάρχει καμία τάση να γύρει η μοτοσυκλέτα δεξιά ή αριστερά, κάτι που ούτε η BMW δεν το έχει καταφέρει έως τώρα!

Αντίστοιχα επιτυχημένη είναι και η σχεδίαση του κιβωτίου ταχυτήτων και του άξονα τελικής μετάδοσης.

Οι αλλαγές ταχυτήτων γίνονται εύκολα και με σαφήνεια μέσω του ρυθμιζόμενου λεβιέ, ενώ ακόμα και όταν βάλεις πρώτη από νεκρά, έχουν καταφέρει να εξαφανίσουν το χαρακτηριστικό “κλανκ” που κάνουν οι περισσότερες μοτοσυκλέτες με άξονα.

Εμείς οδηγήσαμε την έκδοση “S”, όπου έχει τις ημί-ενεργητικές αναρτήσεις της Ohlins, quick-shifter Up/Down, θερμαινόμενα γκριπ, αισθητήρα πίεσης ελαστικών, Bluetooth και στην Ελλάδα θα κοστίζει 18.000€ (προτεινόμενη τιμή 17.999€).  

Οι συγκεκριμένες αναρτήσεις έχουν δύο προγράμματα ημί-ενεργητικής λειτουργίας (comfort/Dynamic) και ο αναβάτης μπορεί να τις ρυθμίσει να δουλεύουν ως συμβατικές.

Πρόκειται για τις ίδιες ακριβώς αναρτήσεις που έχουν όλες οι ακριβές εκδόσεις στις πανάκριβες superbike και streetfighter και όπως έχουμε γράψει πολλές φορές το βασικό τους πλεονέκτημα είναι η εξαιρετική άνεση που προσφέρουν στους δημόσιους δρόμους.

Οπότε δεν υπήρξε καμία έκπληξη από το υψηλό επίπεδο άνεσης που προσφέρει η V100 Mandello S στον αναβάτη της σε όλες τις συνθήκες και σε όλους τους δρόμους. Προφανώς στην λειτουργία Dynamic υπάρχει μια πιο “σφιχτή” αίσθηση στις κοφτές ανωμαλίες του δρόμου, όμως σε καμία περίπτωση δεν υποφέρει η μέση σου ή τα χέρια σου.

Ο ψεκασμός έχει τέσσερα προγράμματα λειτουργίας (Rain, Tour, Road, Sport) όπου υπάρχει μια διαφορά ως προς την ταχύτητα απόκρισης του γκαζιού, όμως όλα τους χαρακτηρίζονται από την αναλογικότητα και τον κατανοητό τρόπο που μεταφέρουν τις εντολές του δεξιού χεριού προς τον κινητήρα.

Στο πρόγραμμα Rain τα ηλεκτρικά φτερά στο φαίρινγκ είναι μόνιμα ανοιχτά για να διώχνουν το κρύο και τις σταγόνες της βροχής μακριά από τα πόδια του αναβάτη, ενώ στα υπόλοιπα τρία προγράμματα ανοίγουν μετά τα 70km/h.

Παρ’ όλα αυτά, ο αναβάτης μπορεί να μπει μέσα στο Menu και να ρυθμίσει την ταχύτητα στην οποία θέλει να ανοίγουν τα φτερά σε κάθε ένα από αυτά τα τρία riding mode ξεχωριστά. Το εύρος είναι από τα 35km/h έως τα 95km/h, οπότε αν θέλεις ρυθμίζεις στο Sport να ανοίγουν στα 95km/h και στο Tour στα 60km/h για παράδειγμα.

Στα μέσα της διαδρομής που οδηγήσαμε φάγαμε αρκετή βροχούλα και μπορούμε να πούμε πως από τα 50km/h τα ηλεκτρικά φτερά κάνουν πράγματι δουλειά και σε συνδυασμό με την ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη σε ύψος ζελατίνα (εύρος ρύθμισης 90mm) δεν χρειάστηκε να βάλουμε αμέσως αδιάβροχο.

Τα καλά νέα όμως δεν αφορούν μόνο την άνεση και την πρακτικότητα του V100 Mandello.

Τα καλά νέα αφορούν τα δυναμικά χαρακτηριστικά του και τον τρόπο που συμπεριφέρεται στην γρήγορη οδήγηση.

Με 115 ίππους και την ροπή των 10,7kg/m να κορυφώνεται κάτω από της 7.000 στροφές, ο αναβάτης του V100 Mandello μπορεί να πηγαίνει ΠΟΛΥ γρηγορά στους επαρχιακούς δρόμους χωρίς να χρειαστεί ποτέ να στείλει στον κόφτη τις στροφές του κινητήρα.

Πρόκειται για έναν από τους καλύτερους σε απόδοση δικύλινδρους της εποχής μας για οδήγηση στο δρόμο, ο οποίος έχει τοποθετηθεί μέσα σε μια πραγματική ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΡΑ!

Το πόσο καλή και κυρίως γιατί είναι τόσο καλή η V100 Mandello S στη γρήγορη οδήγηση στο δρόμο θα έχετε την ευκαιρία να το διαβάσετε σε λίγες ημέρες στο τεύχος του ΜΟΤΟ που θα βρείτε σε όλη την Ελλάδα από την Τρίτη 1η Νοεμβρίου.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                                                         
Μοντέλο:
Moto Guzzi V100 Mandello (V100 S Mandello)
Αντιπρόσωπος:
Piaggio Group
Τιμή:
Από 15.499€
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.125
Ύψος (mm):
-
Μεταξόνιο (mm):
1.475
Απόσταση από το έδαφος (mm):
-
Ύψος σέλας (mm):
815 mm (έξτρα χαμηλή 800 mm, έξτρα ψηλή 835 mm)
Ίχνος (mm):
104
Γωνία κάστερ (˚):
24,7
 
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο ανοιχτό με τον κινητήρα ενεργό τμήμα του
Πλάτος (mm):
835
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
212/233
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Υγρόψυκτος, δικύλινδρος V, 2ΕΕΚ, 4 β/κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
96 x 72
Χωρητικότητα (cc):
1.043
Σχέση συμπίεσης:
12,6 : 1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
115/8.700
Ροπή (kg.m/rpm):
10,7/6.750
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
110,25
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός ride by wire (52mm x 2)
Σύστημα εξαγωγής:
2-1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
31/48 (1,548)
Τελική μετάδοση / σχέση:
12/38 (3,166)
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Μόνο αμορτισέρ KYB (Ohlins Smart EC 2.0)
Διαδρομή (mm):
130
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς (Έκδοση S: ημί-ενεργητική λειτουργία)
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
6 x 17
Ελαστικό:
190/55-17
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 260mm, δαγκάνα δύο εμβόλων, cornering ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Έγχρωμη οθόνη TFT 5”, ρυθμιζόμενο Traction Control, 4 Riding Modes, Cornering ABS, ηλεκτρική ρύθμιση ύψους ζελατίνας και φλαπ φαίρινγκ, cruise control (επιπλέον εξοπλισμός έκδοσης S: Ημί-ενεργητικές αναρτήσεις, θερμαινόμενα γκριπ, quick-shifter Up/Down, bluetooth)
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Τηλεσκοπικό πιρούνι Upside/Down
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
130/43
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς (Έκδοση S: ημί-ενεργητική λειτουργία)
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,5 x 17
Ελαστικό:
120/70-17
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες 4 εμβόλων, cornering ABS
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
17/3,5
 
 
 
 

 


 

 

Δοκιμή ελαστικών Dunlop Meridian: Εξειδικευμένα για Ελλάδα

Ξεκλειδώνουν τον σπορ χαρακτήρα των On-Off
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/12/2022

Καμία μεγάλη εταιρεία ελαστικών δεν σχεδιάζει ένα καινούριο λάστιχο έχοντας στο μυαλό της τους ελληνικούς δρόμους ή τον τρόπο που οι Έλληνες χρησιμοποιούμε τις μοτοσυκλέτες μας.

Ούτε φυσικά η Dunlop έχασε τον χρόνο της για να δει τί στο καλό γίνεται στο μικρό γαλατικό χωρίο που αποκαλούμε Ελλάδα κατά την εξέλιξη των νέων Meridian. Όμως στην πράξη τα Meridian είναι κομμένα και ραμμένα για την πάρτη μας!

 

Στο μυαλό των μοτοσυκλετιστών, οι κατηγορίες των ελαστικών έχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές. Τα σπορ ελαστικά κρατάνε αλλά είναι μαλακά και τρώγονται, τα τουριστικά ελαστικά αντέχουν αλλά είναι σκληρά και γλιστράνε, τα “τρακτερωτά” είναι για χώμα κ.τ.λ.

Δυστυχώς, ή μάλλον ευτυχώς, τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Ειδικά αν μιλάμε για την ελληνική μοτοσυκλετιστική πραγματικότητα, τότε οι παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας κατά την επιλογή ενός νέου ζευγαριού ελαστικών για τη μοτοσυκλέτα μας, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με εκείνους που αφορούν έναν Ιταλό, έναν Ισπανό ή ακόμα χειρότερα έναν κεντροευρωπαίο μοτοσυκλετιστή.

Ζούμε σε μια – εντελώς - παράξενη χώρα και αντίστοιχα παράξενες είναι οι ανάγκες και οι απαιτήσεις μας. Την ίδια στιγμή, η τεχνολογία των ελαστικών έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια και το ίδιο συμβαίνει με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών, όπου τα ηλεκτρονικά βοηθήματα έχουν αναλάβει πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο και οι ιπποδυνάμεις έχουν εκτοξευτεί στα ουράνια. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, που το θέμα μας είναι ελαστικά για “On-Off” μοτοσυκλέτες, οι απαιτήσεις είναι πολύ υψηλού επιπέδου, τόσο από την μεριά του αναβάτη, όσο και από τη μεριά των ίδιων των μοτοσυκλετών.

 

Το νέο Meridian της Dunlop το οποίο σχεδιάστηκε ειδικά για τις σύγχρονες on-off μοτοσυκλέτες, όπου οι ιπποδυνάμεις ξεκινούν στη μεσαία κατηγορία από τους 60 ίππους στον τροχό και φτάνουν ή ακόμα και ξεπερνούν τους 140 στα θηρία των 1200+ κυβικών. Αντίστοιχα μεγάλο εύρος έχει και το πραγματικό βάρος τους, όπου τα 200 κιλά είναι η αφετηρία για τους μικρότερους κυβισμούς, ενώ η ζυγαριά μπορεί να δείξει πάνω από 400 κιλά αν βάλεις πάνω της ένα θηρίο με γεμάτο το ρεζερβουάρ των 25-30 λίτρων και δύο άτομα στη σέλα.

Γι' αυτό σκεφτήκαμε πολύ ποια μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιήσουμε για τη δοκιμή των Meridian, ώστε να έχουμε την καλύτερη δυνατή εικόνα για την συμπεριφορά τους.

Το νέο V-Strom 1050 XT ήταν η πιο κατάλληλη επιλογή, όχι μόνο γιατί φοράει την πιο κοινή διάσταση ελαστικών στην κατηγορία των οn-οff (110/80-19 εμπρός και 150/70-17 πίσω) αλλά και γιατί έχει συμβατικές και πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, που επιτρέπουν στον δοκιμαστή να διαχωρίσει τις πληροφορίες που παίρνει από τα ελαστικά στις χαμηλές ταχύτητες.

Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (π.χ. KTM 1290, Triumph Tiger 1200) και τα συστήματα ανάρτησης με αρθρώσεις (BMW R1250GS) θολώνουν την εικόνα στις χαμηλές και πολύ χαμηλές ταχύτητες, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να κολακεύουν ένα μέτριο ή κακό ελαστικό ή να υπονομεύουν τα πλεονεκτήματα κάποιου καλού ελαστικού (π.χ. άνεση ευελιξία κ.τ.λ.). Με το V-Strom 1050 τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει, γιατί δεν έχεις “παρεμβολές” ηλεκτρονικών ή μηχανικών συστημάτων.

Επίσης έχει ουδέτερο στήσιμο πλαισίου, οπότε μπορείς να δεις ξεκάθαρα πόσο επηρεάζεται η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας από τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του σκελετού των ελαστικών.

 

Πριν όμως πούμε εμείς τι κάνουν τα Meridian, καλό θα ήταν να δούμε τι λέει η Dunlop για αυτά τα ελαστικά. Όπως φαίνεται και με το μάτι κοιτώντας τη χάραξη, τα Meridian ανήκουν στη νέα γενιά ελαστικών για mega on-off όπου η βασική χρήση τους είναι η οδήγηση στην άσφαλτο. Σαφώς η κατασκευαστική δομή τους περιλαμβάνει και την οδήγηση στο χώμα, αλλά μόνο στον τομέα της αντοχής και όχι στον τομέα της πρόσφυσης.

Για να το πούμε πιο απλά, θα αντέξουν τις κροκάλες και τις φυτευτές πέτρες αν θέλεις να διανύσεις κάποια χιλιόμετρα χωματόδρομου στις διακοπές σου, αλλά δεν είναι για να πάρεις φόρα και να βουτήξεις στις λάσπες ή να διασχίσεις τη Σαχάρα. Η αντοχή, η χιλιομετρική απόδοση και η συνολικά ασφαλή συμπεριφορά σε μεταβλητές συνθήκες (καιρού ή πρόσφυσης) είναι οι βασικοί πυλώνες αυτού του τύπου ελαστικών ανεξαρτήτως εταιρείας. Η Dunlop από τη μεριά της μας υπόσχεται πως τα Meridian καλύπτουν όλες τις παραπάνω απαιτήσεις.

Σε επίπεδο τεχνολογίας είναι απόλυτα πειστική, καθώς έχουν όλες τις πατέντες και τις καινοτομίες που συναντάμε στα κορυφαία ελαστικά των superbike. Ο σκελετός αποτελείται από τρεις διαφορετικές ζώνες, ειδικά σχεδιασμένες για να ελέγχουν την παραμόρφωση του ελαστικού απ’ άκρη σε άκρη, διατηρώντας σταθερό το αποτύπωμα του ελαστικού πάνω στο δρόμο.

Η γόμα έχει διαφορετική χημική και μοριακή σύνθεση για το εμπρός ελαστικό και εντελώς διαφορετική για το πίσω. Εμπρός είναι ενιαίας σύνθεσης με πυρίτιο και black-carbon. Όπως ξέρουμε, το πυρίτιο προφέρει πολύ καλό και άμεσο κράτημα στο κρύο και τη βροχή, ενώ το black-carbon προφέρει σταθερό επίπεδο κρατήματος όταν η θερμοκρασία του ελαστικού ανέβει. Η αναλογία στη μείξη των δύο συστατικών και το επίπεδο ακαμψίας του σκελετού, καθορίζουν την ταχύτητα και το φάσμα της θερμοκρασίας λειτουργίας του ελαστικού.

Τα slick και τα ελαστικά για track day δεν έχουν καθόλου πυρίτιο, αλλά θέλουν κουβέρτες και καλό ζέσταμα για να φτάσουν στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας, ενώ τα ελαστικά πόλης και τα τουριστικά έχουν μεγάλη περιεκτικότητα πυριτίου για να δουλεύουν κρύα και να μην τρώγονται στα μακρινά ταξίδια, αλλά πέφτει απότομα η απόδοσή τους αν υπερθερμανθούν οδηγώντας μέσα σε πίστα με χαμηλές πιέσεις. Άρα η αναλογία που αναμειγνύονται αυτά τα δύο βασικά συστατικά της γόμμας, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το εύρος λειτουργίας του ελαστικού, αλλά δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας καθώς οι κατασκευαστές έχουν βρει και άλλες λύσεις για να διευρύνουν το φάσμα των δυνατοτήτων ενός ελαστικού.

Όπως για παράδειγμα το πίσω ελαστικό του Meridian, όπου η Dunlop χρησιμοποιεί δύο διαφορετικής σύνθεσης γόμες, με την κεντρική να εκτείνεται κάτω από την “μαλακότερη” πλαϊνή, έχοντας στόχο την ομοιόμορφη κατανομή των δυνάμεων που δέχεται ο σκελετός, αλλά και την αντίστοιχα ομοιόμορφη μεταφορά της θερμοκρασίας.

 

Ευελιξία και σπορ γονίδια

Εκείνο που αντιλαμβάνεσαι αμέσως κάνοντας τα πρώτα μέτρα, είναι η ελαφριά αίσθηση στο τιμόνι στους επιτόπιους ελιγμούς και στις χαμηλές ταχύτητες. Το V-Strom 1050 XT είναι ήδη ένα από τα πιο ελαφριά και εύκολα στους χειρισμούς mega on-off μέσα στην πόλη, οπότε ήταν ευχάριστη έκπληξη που τα Meridian βελτίωσαν ακόμα περισσότερο αυτόν τον τομέα. Η “σπορ” γεωμετρία του σκελετού και κυρίως η στιβαρότητά του, είναι η βασική αιτία. Το πέλμα δεν παραμορφώνεται υπερβολικά και το αποτύπωμά του πάνω στην άσφαλτο παραμένει σταθερό, οπότε σταθερή είναι και η αντίσταση από την στατική τριβή του πάνω στην άσφαλτο ή όταν η μοτοσυκλέτα κάνει ελιγμούς με πολύ χαμηλές ταχύτητες.

Το τιμόνι του V-Strom 1050 ήθελε ελάχιστη δύναμη από τα χέρια και ήταν πρόθυμο να αλλάξει αμέσως κατεύθυνση, δίνοντάς σου την αίσθηση πως έφυγαν 10 κιλά πάνω από τη μοτοσυκλέτα. Παρά την εμφανώς στιβαρή κατασκευή του σκελετού, η άνεση δεν επηρεάστηκε αρνητικά – τουλάχιστον όχι σε σημείο που να γίνεται ενοχλητική. Αναμενόμενα μεταφέρει περισσότερους κραδασμούς στα χέρια σε σύγκριση με τα κοινά on-off ελαστικά όταν περνάς με μικρές ταχύτητες πάνω από κοφτές ανωμαλίες και μπαλώματα. Όμως αυτό είναι ένα λογικό αντίτιμο που δίνεις για να πάρεις πίσω ως αντάλλαγμα περισσότερη αίσθηση και πληροφόρηση στα χέρια σου στη γρήγορη οδήγηση.

Πιέζοντας τη μοτοσυκλέτα στις εισόδους των στροφών, είτε μπαίνοντας με φόρα, είτε με trail-braking, έχεις καθαρή εικόνα για το επίπεδο πρόσφυσης και την κατάσταση του οδοστρώματος. Ο σκελετός δεν παρουσιάζει παραμορφώσεις, οπότε δεν “θολώνει” τις πληροφορίες που φτάνουν στα χέρια σου. Η αυξημένη ακαμψία του σκελετού έχει θετικό αντίκτυπο και στην αμεσότητα μεταφοράς των εντολών σου στο τιμόνι. Το V-Strom 1050 XT πλάγιαζε χωρίς αντίσταση και άλλαζε εμφανώς ταχύτερα πορεία από την μια μεριά στην άλλη στα στροφιλίκια. Η ακαμψία του σκελετού έδωσε το πλεονέκτημα στην Dunlop να επιτύχει πολύ καλή ευελιξία χωρίς να καταφύγει σε έναν ακραίο σχεδιασμό της γεωμετρίας της κορώνας του ελαστικού. Μετά την αρχική προθυμία να πλαγιάσει η μοτοσυκλέτα, ακολουθεί μια προοδευτική συμπεριφορά, όσο περισσότερο πλαγιάζεις προσεγγίζοντας την κορυφή της στροφής και δεν εμφανίζει “σκαλοπάτια”.

Άλλο ένα πλεονέκτημα του στιβαρού σκελετού των Meridian φαίνεται στα δυνατά φρεναρίσματα, όπου η μοτοσυκλέτα μένει στην πορεία της και δεν τραβάει το τιμόνι δεξιά-αριστερά. Εδώ όμως θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως το cornering ABS του V-Strom 1050 XT επεμβαίνει αρκετά νωρίς και αφήνει τα φρένα να πιέσουν στο όριο το εμπρός ελαστικό όταν γραπώνεις απότομα και με όλη σου τη δύναμη τη μανέτα του φρένου. Φυσικά δεν μπορείς να τα έχεις όλα δικά σου σε αυτή τη ζωή. Αναμενόμενα η επιπλέον ευελιξία και αμεσότητα στις χαμηλές και μεσαίες ταχύτητες (120-150km/h) που έδωσαν τα Meridian στο V-Strom 1050 XT, έκαναν πιο ελαφρύ το τιμόνι στις υψηλές ταχύτητες (πάνω από 160km/h).

Οι κινήσεις των χεριών σου έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στις ευθείες της εθνικής και θέλει να αντιμετωπίζεις με πιο ήρεμο τρόπο τις σφαλιάρες από τους πλάγιους ανέμους ή τις διαμήκεις ανωμαλίες του δρόμου.

 

Σημαντικός τομέας άνεσης στα ταξίδια είναι θόρυβος. Η κουβέντα περιορίζεται στους αεροδυναμικούς θορύβους από τη ζελατίνα και το κράνος ή τον κινητήρα και την εξάτμιση. Όμως αντίστοιχα σημαντική πηγή θορύβου είναι τα ίδια τα ελαστικά, ιδιαίτερα στην κατηγορία των on-off όπου συνηθίζεται η αραιή και βαθιά χάραξη του πέλματος. Στην περίπτωση του Meridian ο θόρυβος κύλισης σε όλες τις ταχύτητες ήταν ιδιαίτερα χαμηλός και η χροιά του δεν σου σπάει τα νεύρα.

Βέβαια όλα τα ελαστικά είναι πιο ήσυχα όταν είναι φρέσκα και αφράτα, αυξάνοντας τα επίπεδα θορύβου που παράγουν μετά τα 2.000-3.000 χιλιόμετρα, όταν η γόμμα αρχίζει να σκληραίνει σιγά-σιγά από τους θερμικούς κύκλους και να “τετραγωνίζει” ο σκελετός και η γόμμα στο κέντρο από το βάρος της μοτοσυκλέτας και την φθορά, αυξάνοντας το εμβαδόν του αποτυπώματος πάνω στην άσφαλτο.


ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΕΜΠΡΟΣ

100/90-19 57V

110/80-19 59V

120/70-17 60W

90/90-21 54W

 

ΠΙΣΩ

 

150/70-17 69V

170/60-17 72W

150/70-18 70W