KTM 1290 Super Adventure S – Δοκιμή VIDEO

Προς πάσα κατεύθυνση…
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

8/9/2017

Η KTM κηρύσσει γενικό πόλεμο ανοίγοντας ταυτόχρονα μέτωπα με το 1290 Super Adventure S που δηλώνει ταυτόχρονα άγρια σπορ, μοτοσυκλέτα για μακρινά ταξίδια, ικανή για μία εξερεύνηση στο χώμα αλλά και φιλική για κάθε μέρα. Βάλε δηλαδή καμιά δεκαριά κατηγορίες όλες μαζί και το 1290, μοιάζει με τον ήρωα στις ταινίες με πολεμικές τέχνες, που θέλει να ρίξει ξύλο σε κάθε κατεύθυνση…

Για το τεύχος 573 που κυκλοφόρησε την 1η Αυγούστου 2017, δοκιμάσαμε την έκδοση S του 1290 σε κάθε συνθήκη, το ζυγίσαμε, το δυναμομετρήσαμε, και μετρήσαμε επιδόσεις. Ας κάνουμε για όλα αυτά μία περίληψη, αλλά πρώτα δείτε το video της δοκιμής:

 

Το πρώτο που θέλαμε να δοκιμάσουμε, είναι η σταθερότητά του στις υψηλές ταχύτητες, μία δοκιμή που το 1290 πέρασε κάθε φορά με επιτυχία. Χρειάζεται να συνηθίσει κανείς την καταιγιστική επιτάχυνση που αναταράσσει την ισορροπία της μοτοσυκλέτας, όμως τα διαφορετικά στάδια ρυθμίσεων των αναρτήσεων θα βοηθήσουν τον αναβάτη να τις προσαρμόσει στα δικά του δεδομένα, μέσα από το εύκολο μενού της τεράστιας οθόνης.

Η αντικατάσταση των παραδοσιακών οργάνων με μία έγχρωμη οθόνη, δεν πρόκειται να έχει καθολική αποδοχή, από την στιγμή που το κοινό της μοτοσυκλέτας είναι κατά βάθος συντηρητικό και απαιτεί μικρές αλλαγές.

Αν το συνηθίσεις όμως, το εύρος των πληροφοριών που μπορείς να έχεις με μία μικρή ματιά είναι τεράστιο και μάλιστα καθορίζεται από εσένα, αφού μπορείς να το προσαρμόσεις. Είναι πάντως μία ξεχωριστή εικόνα, όταν βλέπεις την μοτοσυκλέτα μπροστά σου το βράδυ, να φωτίζει το πρόσωπο του αναβάτη της, ή ακόμα καλύτερα όταν το 1290 κάνει προσπέραση στον κόφτη, γεμίζοντας με κόκκινα pixel που αναβοσβήνουν τραβώντας την προσοχή.

 

Το 1290 συνδέεται με κινητό και ακουστικά μέσω Bluetooth, κι ενώ δεν το νοιάζουν οι μάρκες των τηλεφώνων, έχει ένα θέμα με τα ακουστικά που δείχνει προτιμήσεις. Μπροστά υπάρχει θήκη για smartphone που οριακά θα φτάσει λίγο πάνω από τις 5 ίντσες..

 

Εξαιρετική σέλα για μακρινές αποστάσεις, τόσο για τον αναβάτη, όσο και για τον συνεπιβάτη, χωρίς να υποφέρεις από ζέση ή κραδασμούς. Αυξημένη θερμοκρασία θα νιώσεις χαμηλά στο δεξί πόδι οδηγώντας μέσα στην πόλη, ωστόσο στο ταξίδι, ιδιαίτερα αν είσαι σωστά εξοπλισμένος με παντελόνι μοτοσυκλέτας και μπότες, δεν θα νιώσεις καμία ενόχληση. Απουσία εκνευριστικών κραδασμών και άψογη προστασία από τον αέρα, τόσο στα πόδια από το έξυπνα μελετημένο φαίρινγκ, όσο και στο σώμα από την ψηλή ζελατίνα, σημαίνει ότι ταξιδεύεις με πολύ άνεση. Η ζελατίνα δεν είναι μελετημένη για να την ρυθμίζεις ενώ ταξιδεύεις, αλλά μόλις την τοποθετήσεις στο ύψος που σε βολεύει, προστατεύει ικανοποιητικά και δεν δημιουργεί στροβιλισμούς στο κράνος.

Στο τεύχος αναλύουμε την λειτουργία των αναρτήσεων στην γρήγορη οδήγηση και στο ταξίδι, ωστόσο μία γενική εικόνα είναι πως το 1290 έχει φροντίσει να έχει σωστές αποστάσεις στα ηλεκτρονικά του, για τις διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας. Η Sport ρύθμιση είναι αρκετά σκληρή, απαιτεί καλή άσφαλτο και γρήγορες ταχύτητες για να αποκτήσει νόημα η επιλογή της. Στην τουριστική όμως επιλογή, το 1290 S, παρουσιάζει μία πολύ καλή προοδευτικότητα στην απόσβεση, με μέτρια επαναφορά, χωρίς να είναι πολύ γρήγορη ή πολύ αργή, με μεγάλο έτσι εύρος χρήσης. Την στιγμή που στην πιο «μαλακή» το 1290 χρειάζεται να χαμηλώσεις το γκάζι για να συντονιστείς με την λειτουργία των αναρτήσεων και ως αντάλλαγμα θα σου προσφέρει ξέγνοιαστη βόλτα όπου το τοπίο θα έχει μεγαλύτερη σημασία από τον ίδιο τον δρόμο…

Στην απόκριση του κινητήρα, η διαφορετικές χαρτογραφήσεις έχουν εξίσου μεγάλη απόσταση, με την μεγαλύτερη διαφορά να υπάρχει μεταξύ της τρίτης και της δεύτερης. Είναι βέβαια δύσκολο να επιλέξεις να «τρως λιγότερο» από το γλυκό του κουταλιού που κερνάει το 1290 σε κάθε επιτάχυνση, κι έτσι είναι πολύ πιθανό να έχεις την χαρτογράφηση μόνιμα στο Sport, ζητώντας το γλυκό αυτό γκάζι με την παραμικρή ευκαιρία. Είναι εθιστικό στην πράξη και δύσκολα να απεξαρτηθείς όταν το δοκιμάσεις…

Στο φρενάρισμα το 1290 με την ανανεωμένη μονάδα συνδυασμένων φρένων της Bosch, δεν θα μπορούσε να είναι κάτι λιγότερο από εξαιρετικό. Παρουσιάζει μικρή ανάδραση ακόμα και σε φρενάρισμα πανικού, χωρίς μάλιστα να αμολά απότομα. Μέσα στην στροφή μπορείς να κρατήσεις τα φρένα με τρόπο διαφορετικό από αυτό που θα έκανες σε μία μοτοσυκλέτα χωρίς συνδυασμένα φρένα.

Θα πρέπει να αλλάξεις τελείως το σημείο φρεναρίσματος που εντυπώνεται στο μυαλό σου όταν πλησιάζεις μία στροφή και να το μεταθέσεις αρκετά μέτρα πιο κοντά της, καθώς πλέον φρενάρεις και πλαγιάζεις ταυτόχρονα. Αυτό στο 1190 συνοδευόταν από καθόλου, έως ελάχιστη αντίδραση στο γυροσκοπικό φαινόμενο.

Το 1290 σου γρυλλίζει λίγο, ωστόσο μπορείς με ασφάλεια να συνεχίζεις να το πιέζεις χωρίς να προσπαθείς να λύσεις πολύπλοκες εξισώσεις όπως θα έκανες χωρίς αυτό το ABS. Απλά το πιέζεις να πλαγιάζει ενώ ταυτόχρονα φρενάρεις με όση δύναμη θέλεις, και το 1290 θα στρίψει όπως του πεις!

Το traction control έχει δύσκολη δουλειά, δυσκολεύεται να κρατήσει τον εμπρός τροχό κάτω, όταν χουφτώνεις απότομα το γκάζι και μπορεί να επέμβει άγαρμπα. Εκτός κι αν το ρυθμίσεις στο λιγότερο παρεμβατικό στάδιο και τότε θα χαρίσει και μικρές σούζες ή  και μεγάλες, αναλόγως την ποιότητα του οδοστρώματος…

Σταθερό στα πολλά χιλιόμετρα, αν και με ατίθαση επιτάχυνση, όπως δείχνουμε στο video και αναλύουμε στο τεύχος, με εξαιρετικό στο ταξίδι, εύκολο μέσα στην πόλη και σπορ πέρα από τα όρια της κατηγορίας των μεγάλων μοτοσυκλετών παντός δρόμου.. το 1290 πράγματι τα βάζει με όλους και ανοίγει τα μέτωπα του πολέμου…

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                          KTM 1290 Super Adventure S
Μεταξόνιο
1.560mm
Απόσταση από το έδαφος
220
Ύψος σέλας
860 / 870
Ίχνος
120
Γωνία κάστερ
26
 
 
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
740
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
530
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
920
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
520

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
246,5kg
(χωρίς καύσιμο: 228,5g )
Πίσω
50%
Εμπρός
50%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
3,4%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Χωροδικτύωμα από χρωμιομολυβδαινιούχο ατσάλι και ατσάλινο σωληνωτό υποπλαίσιο
Πλάτος (mm):
-
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη(kg):
222/ 238
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Υγρόψυκτος, δικύλινδρος "V" 75ο με 4 βαλβίδες ανά κύλινδρο και 2 ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
108x71
Χωρητικότητα (cc):
1.301
Σχέση συμπίεσης:
13,1:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
160/8.750
Ροπή (kg.m/rpm):
14,2 / 6750
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
123
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός ψεκασμός Keihin (52mm)
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος με υδραυλική οδήγηση
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια / 1,9
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα / 2,470
Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm
1η
2,916/12
2α
2,133/15
3η
1,666/18
4η
1,350/20
5η
1,125/24
6η
0,962/27
 
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΠΙΣΩ
ΤΥΠΟΣ
Ημι-ενεργητικές της WP
Διαδρομή (mm):
200
Ρυθμίσεις:
ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενη σε τέσσερις καταστάσεις
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Χυτή αλουμινίου 5.00x17
Ελαστικό:
170/60 x 17
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 267mm της Brembo με δαγκάνα δύο εμβόλων και ρυθμιζόμενο / απενεργοποιήσιμο ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Έγχρωμη TFT οθόνη με πλήρεις ενδείξεις, ρυθμιζόμενο shiftlight, σύνδεση Bluetooth, θήκη smartphone, LED φώτα με αισθητήρα κλίσης, MSC, MTC, ημι-ενεργητικές αναρτήσεις
 
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΕΜΠΡΟΣ
ΤΥΠΟΣ
Ημι-ενεργητικό ανεστραμμένο πιρούνι της WP
Διαδρομή / Διάμετρος (mm):
200/48
Ρυθμίσεις:
ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενο σε τέσσερις καταστάσεις
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Χυτή αλουμινίου 3.50x19
Ελαστικό:
120/70
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 320mm με ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων της Brembo και ρυθμιζόμενο ABS
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέση
6.9
Ελάχιστη
5.6
Μέγιστη
8.9
Αυτονομία:
333.3
Αυτονομία ρεζέρβας:
50.7
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (lt):
 23/3.5
 
 
 
 
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
1,38
1,48
Πραγματικά
1,84
1,7
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Εξοπλισμός φωτογράφισης:
Κράνος: Shoei GT Air
Μπουφάν: IXS
Μπότες: Vester
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Ετικέτες

Δοκιμή ελαστικών Dunlop Meridian: Εξειδικευμένα για Ελλάδα

Ξεκλειδώνουν τον σπορ χαρακτήρα των On-Off
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/12/2022

Καμία μεγάλη εταιρεία ελαστικών δεν σχεδιάζει ένα καινούριο λάστιχο έχοντας στο μυαλό της τους ελληνικούς δρόμους ή τον τρόπο που οι Έλληνες χρησιμοποιούμε τις μοτοσυκλέτες μας.

Ούτε φυσικά η Dunlop έχασε τον χρόνο της για να δει τί στο καλό γίνεται στο μικρό γαλατικό χωρίο που αποκαλούμε Ελλάδα κατά την εξέλιξη των νέων Meridian. Όμως στην πράξη τα Meridian είναι κομμένα και ραμμένα για την πάρτη μας!

 

Στο μυαλό των μοτοσυκλετιστών, οι κατηγορίες των ελαστικών έχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές. Τα σπορ ελαστικά κρατάνε αλλά είναι μαλακά και τρώγονται, τα τουριστικά ελαστικά αντέχουν αλλά είναι σκληρά και γλιστράνε, τα “τρακτερωτά” είναι για χώμα κ.τ.λ.

Δυστυχώς, ή μάλλον ευτυχώς, τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Ειδικά αν μιλάμε για την ελληνική μοτοσυκλετιστική πραγματικότητα, τότε οι παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας κατά την επιλογή ενός νέου ζευγαριού ελαστικών για τη μοτοσυκλέτα μας, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με εκείνους που αφορούν έναν Ιταλό, έναν Ισπανό ή ακόμα χειρότερα έναν κεντροευρωπαίο μοτοσυκλετιστή.

Ζούμε σε μια – εντελώς - παράξενη χώρα και αντίστοιχα παράξενες είναι οι ανάγκες και οι απαιτήσεις μας. Την ίδια στιγμή, η τεχνολογία των ελαστικών έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια και το ίδιο συμβαίνει με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών, όπου τα ηλεκτρονικά βοηθήματα έχουν αναλάβει πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο και οι ιπποδυνάμεις έχουν εκτοξευτεί στα ουράνια. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, που το θέμα μας είναι ελαστικά για “On-Off” μοτοσυκλέτες, οι απαιτήσεις είναι πολύ υψηλού επιπέδου, τόσο από την μεριά του αναβάτη, όσο και από τη μεριά των ίδιων των μοτοσυκλετών.

 

Το νέο Meridian της Dunlop το οποίο σχεδιάστηκε ειδικά για τις σύγχρονες on-off μοτοσυκλέτες, όπου οι ιπποδυνάμεις ξεκινούν στη μεσαία κατηγορία από τους 60 ίππους στον τροχό και φτάνουν ή ακόμα και ξεπερνούν τους 140 στα θηρία των 1200+ κυβικών. Αντίστοιχα μεγάλο εύρος έχει και το πραγματικό βάρος τους, όπου τα 200 κιλά είναι η αφετηρία για τους μικρότερους κυβισμούς, ενώ η ζυγαριά μπορεί να δείξει πάνω από 400 κιλά αν βάλεις πάνω της ένα θηρίο με γεμάτο το ρεζερβουάρ των 25-30 λίτρων και δύο άτομα στη σέλα.

Γι' αυτό σκεφτήκαμε πολύ ποια μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιήσουμε για τη δοκιμή των Meridian, ώστε να έχουμε την καλύτερη δυνατή εικόνα για την συμπεριφορά τους.

Το νέο V-Strom 1050 XT ήταν η πιο κατάλληλη επιλογή, όχι μόνο γιατί φοράει την πιο κοινή διάσταση ελαστικών στην κατηγορία των οn-οff (110/80-19 εμπρός και 150/70-17 πίσω) αλλά και γιατί έχει συμβατικές και πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, που επιτρέπουν στον δοκιμαστή να διαχωρίσει τις πληροφορίες που παίρνει από τα ελαστικά στις χαμηλές ταχύτητες.

Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (π.χ. KTM 1290, Triumph Tiger 1200) και τα συστήματα ανάρτησης με αρθρώσεις (BMW R1250GS) θολώνουν την εικόνα στις χαμηλές και πολύ χαμηλές ταχύτητες, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να κολακεύουν ένα μέτριο ή κακό ελαστικό ή να υπονομεύουν τα πλεονεκτήματα κάποιου καλού ελαστικού (π.χ. άνεση ευελιξία κ.τ.λ.). Με το V-Strom 1050 τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει, γιατί δεν έχεις “παρεμβολές” ηλεκτρονικών ή μηχανικών συστημάτων.

Επίσης έχει ουδέτερο στήσιμο πλαισίου, οπότε μπορείς να δεις ξεκάθαρα πόσο επηρεάζεται η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας από τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του σκελετού των ελαστικών.

 

Πριν όμως πούμε εμείς τι κάνουν τα Meridian, καλό θα ήταν να δούμε τι λέει η Dunlop για αυτά τα ελαστικά. Όπως φαίνεται και με το μάτι κοιτώντας τη χάραξη, τα Meridian ανήκουν στη νέα γενιά ελαστικών για mega on-off όπου η βασική χρήση τους είναι η οδήγηση στην άσφαλτο. Σαφώς η κατασκευαστική δομή τους περιλαμβάνει και την οδήγηση στο χώμα, αλλά μόνο στον τομέα της αντοχής και όχι στον τομέα της πρόσφυσης.

Για να το πούμε πιο απλά, θα αντέξουν τις κροκάλες και τις φυτευτές πέτρες αν θέλεις να διανύσεις κάποια χιλιόμετρα χωματόδρομου στις διακοπές σου, αλλά δεν είναι για να πάρεις φόρα και να βουτήξεις στις λάσπες ή να διασχίσεις τη Σαχάρα. Η αντοχή, η χιλιομετρική απόδοση και η συνολικά ασφαλή συμπεριφορά σε μεταβλητές συνθήκες (καιρού ή πρόσφυσης) είναι οι βασικοί πυλώνες αυτού του τύπου ελαστικών ανεξαρτήτως εταιρείας. Η Dunlop από τη μεριά της μας υπόσχεται πως τα Meridian καλύπτουν όλες τις παραπάνω απαιτήσεις.

Σε επίπεδο τεχνολογίας είναι απόλυτα πειστική, καθώς έχουν όλες τις πατέντες και τις καινοτομίες που συναντάμε στα κορυφαία ελαστικά των superbike. Ο σκελετός αποτελείται από τρεις διαφορετικές ζώνες, ειδικά σχεδιασμένες για να ελέγχουν την παραμόρφωση του ελαστικού απ’ άκρη σε άκρη, διατηρώντας σταθερό το αποτύπωμα του ελαστικού πάνω στο δρόμο.

Η γόμα έχει διαφορετική χημική και μοριακή σύνθεση για το εμπρός ελαστικό και εντελώς διαφορετική για το πίσω. Εμπρός είναι ενιαίας σύνθεσης με πυρίτιο και black-carbon. Όπως ξέρουμε, το πυρίτιο προφέρει πολύ καλό και άμεσο κράτημα στο κρύο και τη βροχή, ενώ το black-carbon προφέρει σταθερό επίπεδο κρατήματος όταν η θερμοκρασία του ελαστικού ανέβει. Η αναλογία στη μείξη των δύο συστατικών και το επίπεδο ακαμψίας του σκελετού, καθορίζουν την ταχύτητα και το φάσμα της θερμοκρασίας λειτουργίας του ελαστικού.

Τα slick και τα ελαστικά για track day δεν έχουν καθόλου πυρίτιο, αλλά θέλουν κουβέρτες και καλό ζέσταμα για να φτάσουν στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας, ενώ τα ελαστικά πόλης και τα τουριστικά έχουν μεγάλη περιεκτικότητα πυριτίου για να δουλεύουν κρύα και να μην τρώγονται στα μακρινά ταξίδια, αλλά πέφτει απότομα η απόδοσή τους αν υπερθερμανθούν οδηγώντας μέσα σε πίστα με χαμηλές πιέσεις. Άρα η αναλογία που αναμειγνύονται αυτά τα δύο βασικά συστατικά της γόμμας, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το εύρος λειτουργίας του ελαστικού, αλλά δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας καθώς οι κατασκευαστές έχουν βρει και άλλες λύσεις για να διευρύνουν το φάσμα των δυνατοτήτων ενός ελαστικού.

Όπως για παράδειγμα το πίσω ελαστικό του Meridian, όπου η Dunlop χρησιμοποιεί δύο διαφορετικής σύνθεσης γόμες, με την κεντρική να εκτείνεται κάτω από την “μαλακότερη” πλαϊνή, έχοντας στόχο την ομοιόμορφη κατανομή των δυνάμεων που δέχεται ο σκελετός, αλλά και την αντίστοιχα ομοιόμορφη μεταφορά της θερμοκρασίας.

 

Ευελιξία και σπορ γονίδια

Εκείνο που αντιλαμβάνεσαι αμέσως κάνοντας τα πρώτα μέτρα, είναι η ελαφριά αίσθηση στο τιμόνι στους επιτόπιους ελιγμούς και στις χαμηλές ταχύτητες. Το V-Strom 1050 XT είναι ήδη ένα από τα πιο ελαφριά και εύκολα στους χειρισμούς mega on-off μέσα στην πόλη, οπότε ήταν ευχάριστη έκπληξη που τα Meridian βελτίωσαν ακόμα περισσότερο αυτόν τον τομέα. Η “σπορ” γεωμετρία του σκελετού και κυρίως η στιβαρότητά του, είναι η βασική αιτία. Το πέλμα δεν παραμορφώνεται υπερβολικά και το αποτύπωμά του πάνω στην άσφαλτο παραμένει σταθερό, οπότε σταθερή είναι και η αντίσταση από την στατική τριβή του πάνω στην άσφαλτο ή όταν η μοτοσυκλέτα κάνει ελιγμούς με πολύ χαμηλές ταχύτητες.

Το τιμόνι του V-Strom 1050 ήθελε ελάχιστη δύναμη από τα χέρια και ήταν πρόθυμο να αλλάξει αμέσως κατεύθυνση, δίνοντάς σου την αίσθηση πως έφυγαν 10 κιλά πάνω από τη μοτοσυκλέτα. Παρά την εμφανώς στιβαρή κατασκευή του σκελετού, η άνεση δεν επηρεάστηκε αρνητικά – τουλάχιστον όχι σε σημείο που να γίνεται ενοχλητική. Αναμενόμενα μεταφέρει περισσότερους κραδασμούς στα χέρια σε σύγκριση με τα κοινά on-off ελαστικά όταν περνάς με μικρές ταχύτητες πάνω από κοφτές ανωμαλίες και μπαλώματα. Όμως αυτό είναι ένα λογικό αντίτιμο που δίνεις για να πάρεις πίσω ως αντάλλαγμα περισσότερη αίσθηση και πληροφόρηση στα χέρια σου στη γρήγορη οδήγηση.

Πιέζοντας τη μοτοσυκλέτα στις εισόδους των στροφών, είτε μπαίνοντας με φόρα, είτε με trail-braking, έχεις καθαρή εικόνα για το επίπεδο πρόσφυσης και την κατάσταση του οδοστρώματος. Ο σκελετός δεν παρουσιάζει παραμορφώσεις, οπότε δεν “θολώνει” τις πληροφορίες που φτάνουν στα χέρια σου. Η αυξημένη ακαμψία του σκελετού έχει θετικό αντίκτυπο και στην αμεσότητα μεταφοράς των εντολών σου στο τιμόνι. Το V-Strom 1050 XT πλάγιαζε χωρίς αντίσταση και άλλαζε εμφανώς ταχύτερα πορεία από την μια μεριά στην άλλη στα στροφιλίκια. Η ακαμψία του σκελετού έδωσε το πλεονέκτημα στην Dunlop να επιτύχει πολύ καλή ευελιξία χωρίς να καταφύγει σε έναν ακραίο σχεδιασμό της γεωμετρίας της κορώνας του ελαστικού. Μετά την αρχική προθυμία να πλαγιάσει η μοτοσυκλέτα, ακολουθεί μια προοδευτική συμπεριφορά, όσο περισσότερο πλαγιάζεις προσεγγίζοντας την κορυφή της στροφής και δεν εμφανίζει “σκαλοπάτια”.

Άλλο ένα πλεονέκτημα του στιβαρού σκελετού των Meridian φαίνεται στα δυνατά φρεναρίσματα, όπου η μοτοσυκλέτα μένει στην πορεία της και δεν τραβάει το τιμόνι δεξιά-αριστερά. Εδώ όμως θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως το cornering ABS του V-Strom 1050 XT επεμβαίνει αρκετά νωρίς και αφήνει τα φρένα να πιέσουν στο όριο το εμπρός ελαστικό όταν γραπώνεις απότομα και με όλη σου τη δύναμη τη μανέτα του φρένου. Φυσικά δεν μπορείς να τα έχεις όλα δικά σου σε αυτή τη ζωή. Αναμενόμενα η επιπλέον ευελιξία και αμεσότητα στις χαμηλές και μεσαίες ταχύτητες (120-150km/h) που έδωσαν τα Meridian στο V-Strom 1050 XT, έκαναν πιο ελαφρύ το τιμόνι στις υψηλές ταχύτητες (πάνω από 160km/h).

Οι κινήσεις των χεριών σου έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στις ευθείες της εθνικής και θέλει να αντιμετωπίζεις με πιο ήρεμο τρόπο τις σφαλιάρες από τους πλάγιους ανέμους ή τις διαμήκεις ανωμαλίες του δρόμου.

 

Σημαντικός τομέας άνεσης στα ταξίδια είναι θόρυβος. Η κουβέντα περιορίζεται στους αεροδυναμικούς θορύβους από τη ζελατίνα και το κράνος ή τον κινητήρα και την εξάτμιση. Όμως αντίστοιχα σημαντική πηγή θορύβου είναι τα ίδια τα ελαστικά, ιδιαίτερα στην κατηγορία των on-off όπου συνηθίζεται η αραιή και βαθιά χάραξη του πέλματος. Στην περίπτωση του Meridian ο θόρυβος κύλισης σε όλες τις ταχύτητες ήταν ιδιαίτερα χαμηλός και η χροιά του δεν σου σπάει τα νεύρα.

Βέβαια όλα τα ελαστικά είναι πιο ήσυχα όταν είναι φρέσκα και αφράτα, αυξάνοντας τα επίπεδα θορύβου που παράγουν μετά τα 2.000-3.000 χιλιόμετρα, όταν η γόμμα αρχίζει να σκληραίνει σιγά-σιγά από τους θερμικούς κύκλους και να “τετραγωνίζει” ο σκελετός και η γόμμα στο κέντρο από το βάρος της μοτοσυκλέτας και την φθορά, αυξάνοντας το εμβαδόν του αποτυπώματος πάνω στην άσφαλτο.


ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΕΜΠΡΟΣ

100/90-19 57V

110/80-19 59V

120/70-17 60W

90/90-21 54W

 

ΠΙΣΩ

 

150/70-17 69V

170/60-17 72W

150/70-18 70W