Δοκιμή Voge R125 2023: Νέος παίκτης στην Α1 κατηγορία

Με πλούσιο εξοπλισμό και αξιόλογες επιδόσεις
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

2/6/2023

Το R125 της Voge, μπαίνει στα χωράφια της κατηγορίας A1 των 125 κυβικών, έχοντας ως εφόδια, τον πλούσιο εξοπλισμό, την άριστη ποιότητα κατασκευής, τον σύγχρονο σχεδιασμό και φυσικά την προσιτή τιμή του.

Το όνομα Voge στο χώρο της μοτοσυκλέτας δεν είναι άγνωστο για το ευρύ κοινό. Πρόκειται για την premium θυγατρική εταιρεία της Loncin Industries, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές μοτοσυκλετών της Κίνας και έχει αναλάβει για λογαριασμό της BMW την κατάσκευή των scooter C400X/GT καθώς και τους δικύλινδρους εν σειρά κινητήρες της σειράς F750/850/900. Στην χώρα μας η Voge εισάγεται από την εταιρεία Moto Trend S.A. με την εμπορική της πορεία τα τελευταία χρόνια να είναι συνεχώς ανοδική -το πρώτο τρίμηνο του 2023 πέτυχε αύξηση πωλήσεων κατά 188% σε σχέση με το περσινό αντίστοιχο διάστημα- φυσικά σε αυτό παίζουν ρόλο οι ελκυστικές τιμές και ο πλούσιος και σύγχρονος εξοπλισμός των μοντέλων της εταιρείας. Ο κόσμος αν μη τι άλλο ξεπέρασε ακόμη και το αρχικό πρόβλημα προφοράς της ονομασίας της εταιρείας -Βόγκε, Βόγκ, Βότζ είναι το σωστό-, και πλέον οι μοτοσυκλέτες της Voge βρίσκονται κυριολεκτικά ανάμεσά μας!

2

Νέος παίκτης στην κατηγορία των 125 κυβικών εκατοστών

Η Voge θέλοντας να μπει την πολύ εμπορική, σε όλη την Ευρώπη, Α1 κατηγορία, μας παρουσιάζει στην πρώτη της μοτοσυκλέτα με κινητήρα 125 κυβικών εκατοστών. Ο λόγος για το Voge R125, το οποίο ευελπιστεί να κερδίσει τις καρδιές των νέων μοτοσυκλετιστών κατόχων διπλώματος Α1 και γιατί όχι να πρωταγωνιστήσει σε μία κατηγορία που συνεχώς ακμάζει εμπορικά το τελευταίο διάστημα. Αντικρίζοντας για πρώτη φορά τον νέο παίκτη της κατηγορίας, δεν μπορείς να κρύψεις τον θαυμασμό σου για την σιλουέτα του R125, καθώς η αλήθεια είναι πως πρόκειται ίσως για την ομορφότερη μοτοσυκλέτα της εν λόγω κατηγορίας. Οι επιθετικές γραμμές σε συνδυασμό με την μυώδη σχεδίαση αποπνέουν μια σύγχρονη εικόνα που κάνουν τα κεφάλια των περαστικών να γυρίσουν ακόμη και όταν το Voge R125 βρίσκεται σταματημένο.

3

Ο χρωματικός συνδυασμός -μαύρου-κίτρινου- που είχαμε στη διάθεση μας τόνιζε ακόμη περισσότερο την σπορτίφ εικόνα του νέου μοντέλου, ενώ αν κάποιος θελήσει μπορεί να επιλέξει και τον γαλάζιο-λευκό χρωματισμό. Όσον αφορά την ποιότητα κατασκευής η Voge συνεχίζει να μας χαρίζει υψηλά στάνταρ καθώς κάθε σημείο της μοτοσυκλέτας είναι προσεγμένο, ενώ υπάρχουν δύο σημεία πάνω στο R125 τα οποία ενδέχεται να σας κάνουν “talk of the town”, ο λόγος για τις δύο μπάρες led οι οποίες βρίσκονται στα πλαϊνά φαίρινγκ και προσφέρουν εντυπωσιακό φωτισμό όταν πέσει το σκοτάδι. Εμείς δεν αντισταθήκαμε και σταθμεύσαμε το Voge R125 κατά τις βραδινές ώρες ώστε να προσελκύσουμε λίγο τα φώτα της δημοσιότητας. Ο συνολικός όγκος ολόκληρης της μοτοσυκλέτας δεν θα προβληματίσει κανέναν καθώς το εξαιρετικό ζύγισμα που έχει πετύχει η Voge θα χαρίσει χαμόγελα ακόμη και στους αναβάτες οι οποίοι κάνουν τα πρώτα τους μοτοσυκλετιστικά βήματα.

5

Ανεβαίνοντας στη σέλα του Voge R125, διαπιστώνεις πως η εργονομία της θέσης οδήγησης θα βολέψει χωρίς ιδιαίτερα παράπονα αναβάτες κάθε ύψους, ενώ το χαμηλό ύψος της σέλας στα 790mm από το έδαφος προσφέρει την ασφάλεια του να πατήσεις τα πόδια σου με σιγουριά κάτω. Η στάση οδήγησης του αναβάτη πάνω στο R125 έχει μια φυσικότητα και αυτό είναι ακόμη ένα θετικό στοιχείο του νέου μοντέλου της Voge. Το τιμόνι έχει τη σωστή απόσταση από το σώμα του αναβάτη, ενώ το σωστό ύψος και πλάτος του θα κάνει τον χειρισμό της μοτοσυκλέτας παιχνίδι ειδικά στην κίνηση εντός της πόλης. Το μόνο που μας ξένισε ήταν οι καθρέπτες οι οποίοι εκτεινόταν αρκετά προς τα έξω με αποτέλεσμα να φλερτάρουν επικίνδυνα με τα αυτοκίνητα ενώ και οι ορατότητα τους δεν ήταν και η καλύτερη. Η αφράτη σέλα ωστόσο επαναφέρει το χαμόγελο στα χείλη μας καθώς παρά τα πολλά χιλιόμετρα που διανύσαμε δεν αισθανθήκαμε σε καμία στιγμή κούραση. Το ίδιο όμως δεν μπορούμε να πούμε για τον συνεπιβάτη, καθώς οι σχεδιαστές αποφάσισαν να θυσιάσουν την άνεση στον βωμό της καλαισθησίας. Η κοντή σπορ ουρά -κάτω από την οποία μπορείτε να τοποθετήσετε τα χαρτιά της μοτοσυκλέτας- μπορεί να χαρίζει πόντους στην εικόνα του Voge R125, ωστόσο κόβει πόντους από την σέλα του συνεπιβάτη. Το μόνο θετικό είναι πως παρά το μικρό της μήκος είναι αρκετά αφράτη, οπότε λογικά θα μετριάσει την γκρίνια του συνεπιβάτη κατά τη διάρκεια των μετακινήσεων.

6

Μια δοκιμή θα σας πείσει…

Και ήρθε η στιγμή της οδήγησης, σε αυτή την κατηγορία οι αγοραστές περισσότερο έλκονται από την εικόνα παρά τις επιδόσεις και τις οδηγικές αρετές που μπορεί να έχει μία μοτοσυκλέτα. Αυτό κατά τη γνώμη μας είναι λάθος καθώς τα πρώτα βήματα ενός αναβάτη στον χώρο της μοτοσυκλέτας θα πρέπει να γίνεται με τον βέλτιστο και τον σωστό τρόπο. Ωστόσο το τελευταίο διάστημα αυτό έχει αλλάξει καθώς παλιοί και νέοι παίκτες μπήκαν στο παιχνίδι της κατηγορίας των 125 κυβικών εκατοστών. Επιπρόσθετα επιστρέψαμε στις παλιές καλές εποχές που αναζητούσαμε μία μικρή μοτοσυκλέτα η οποία να έχει αξιόλογη οδηγική συμπεριφορά, να είναι όμορφη και να είναι προσιτή τόσο ως προς την αγορά όσο και προς την συντήρηση της. Και κάπου εδώ μπαίνει στην κουβέντα μας το νέο Voge R125. Βάζοντας μπροστά το R125 δεν περιμένεις να ακούσεις κάτι κραυγαλέο από την όμορφη εξάτμιση του μονοκύλινδρου υγρόψυκτου κινητήρα των 125 κυβικών εκατοστών που αποδίδει 15 ίππους σύμφωνα με την εταιρεία. Κλείνεις την ζελατίνα του κράνους σου, κουμπώνεις την πρώτη ταχύτητα στο πολύ μαλακό εξάρι κιβώτιο και ξεκινάς για τα πρώτα χιλιόμετρα παρέα με την νέα πρόταση της Voge.

8

Οι ελάχιστοι κραδασμοί του κινητήρα σε εντυπωσιάζουν καθώς πολλές φορές νομίζεις πως το R125 δεν βρίσκεται σε λειτουργία, την αίσθηση ζεν διακόπτεις όταν περιστρέψεις την γκαζιέρα. Η πολύ καλή απόκριση στο γκάζι εξαλείφει τα σκορτσαρίσματα σε μεγάλο βαθμό και αυτό είναι μια επιτυχία που πρέπει να πιστώσουμε στην Voge. Ο κινητήρας του R125 δουλεύει ψηλά, ωστόσο θα θέλαμε να είναι πιο απλωτή η κλιμάκωση των σχέσεων. Παρ’ όλα αυτά, το κέρδος της κοντής κλιμάκωσης χαρίζει σπιρτάδα στον κινητήρα τόσο στις χαμηλές όσο και στις μεσαίες στροφές. Το χαμόγελο θα ζωγραφιστεί στο πρόσωπο σας όταν θα δείτε πως το Voge R125 θέλει να φτάσει στην τελική του ταχύτητα όσο πιο γρήγορα γίνεται. Εμείς καταφέραμε και είδαμε 121 χλμ./ώρα στο καλαίσθητο πάνελ ενδείξεων τύπου LCD, πριν μας χαλάσει το πάρτι ο κόφτης στροφών του κινητήρα. Στα θετικά του Voge R125 είναι και η κατανάλωση του, εμείς το οδηγήσαμε σε όχι και τόσο ήρεμους ρυθμούς (έτσι κι αλλιώς τέρμα γκάζι τα οδηγείς τα 125…) και δεν ξεπεράσαμε τα 3 λίτρα τα 100 χιλιόμετρα. Αν αναλογιστούμε πως το R125 έχει 10 λίτρα ρεζερβουάρ τότε οι επισκέψεις σας στα βενζινάδικα δεν θα είναι και τόσο συχνές.

9

Ευχάριστη έκπληξη με κάποιες επιφυλάξεις

Όσο περισσότερο οδηγούμε το Voge R125 τόσο μας εντυπωσιάζει η ποιότητα και η αξιόλογη οδηγική του συμπεριφορά. Λόγω της σωστής θέσης οδήγησης, οι κινήσεις του αναβάτη έχουν φυσική ροή κάτι που σημαίνει πως δεν χρειάζεται να κουράζετε το σώμα σας περαιτέρω. Το ανεστραμμένο πιρούνι διαμέτρου 35χλστ. μπορεί να μην έχεις ρυθμίσεις συμπίεσης και επαναφοράς, ωστόσο παρέχει σωστές πληροφορίες στον αναβάτη κατά την οδήγηση. Η καλή κατανομή βάρους που προαναφέραμε χαρίζει πόντους στον τομέα της σταθερότητας, ενώ όσον αφορά την ευελιξία το Voge R125 διαπρέπει. Η πίσω ανάρτηση με το μονό αμορτισέρ συμπληρώνει την σπορτίφ εικόνα του νέου μοντέλου καθώς απορροφά με άνεση τις κακοτεχνίες των ελληνικών δρόμων. Όλα αυτά τα θετικά χαρακτηριστικά που υπάρχουν στο Voge R125, “πληγώνονται” από τα κακής ποιότητας ελαστικά πρώτης τοποθέτησης.

11

Όταν ειδικότερα επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες αδυνατούν να ζεσταθούν, κάτι που δεν είναι ότι το καλύτερο ειδικά για έναν νέο αναβάτη. Πρόβλημα αντιμετωπίζουν επίσης και στο βρεγμένο, καθώς υπάρχει μια ασάφεια στο τι συμβαίνει κάτω από τους τροχούς. Το πρόβλημα των ελαστικών μεταφέρεται αυτόματα όπως καταλαβαίνεται κυρίως στην πέδηση καθώς το φρενάρισμα αποκτά μια σύνθετη διάσταση. Όταν υπάρχει καλή ποιότητα ασφάλτου το Voge R125 σταματά με ασφάλεια και ευκολία χάρις στα δύο δισκόφρενα σε συνδυασμό με το αξιόλογο ABS. Η αίσθηση και η δύναμη δεν λείπει όταν όμως χρειαστεί να φρενάρεις απότομα στην καλογυαλισμένη ελληνική άσφαλτο τότε τα πράγματα δυσκολεύουν. Ο έμπειρος αναβάτης μπορεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση ωστόσο οι λιγότερο έμπειροι μπορούν να τα βρουν σκούρα καθώς το πίσω ABS είναι αρκετά ευαίσθητο και ενεργοποιείται πολύ νωρίς. Αν αναλογιστούμε πως στο δυναμόμετρο το Voge R125 έβγαλε 13,48 ίππους τότε μπορούμε να καταλάβουμε πως η πιο λογική και ασφαλή επιλογή θα είναι η τοποθέτηση ενός επώνυμου ζευγαριού ελαστικών.

12

Εμπεριστατωμένη πρόταση

Η κακή επιλογή των πρώτης τοποθέτησης ελαστικών δεν μπορεί να σβήσει την καλή συνολική εικόνα και τα πλεονεκτήματα που έχει η νέα πρόταση της Voge στην κατηγορία των 125 κυβικών εκατοστών. Η προσιτή τιμή του R125 στα επίπεδα αερόψυκτου παπιού η οποία τιμάται στα 2.795 ευρώ, η ποιοτική κατασκευή, η αξιόλογη οδηγική συμπεριφορά, η κολακευτική εμφάνιση καθώς και η οικονομία που προσφέρει κατά τη χρήση κάνει το Voge R125 να ξεχωρίζει σε σχέση με τον ανταγωνισμό, ενώ ταυτόχρονα δείχνει πως η μητρική Loncin έχει πιάσει τον παλμό της αγοράς συνδυάζοντας δύο τομείς που πολλές φορές δεν συμβαδίζουν, την ποιότητα και την οικονομία.

13

 

Dunlop Roadsmart IV: Το δοκιμάζουμε σε όλες τις συνθήκες

Η νέα γενιά Roadsmart εξισώνει τις συνθήκες του δρόμου

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/4/2022

Συνομιλώντας κατά καιρούς με τα στελέχη των μεγαλύτερων κατασκευαστών ελαστικών, έχω καταγράψει ορισμένους κοινούς προβληματισμούς που παραδέχονται όλοι τους πως ισχύουν στον ίδιο βαθμό, κι ένας από αυτούς είναι πως τα ελαστικά που προορίζονται για καθημερινή χρήση δρόμου, έχουν στην πράξη τόσες απαιτήσεις που ο σχεδιασμό και η εξέλιξή καταλήγει δυσκολότερο έργο από την εξέλιξη ενός αγωνιστικού ελαστικού. Διότι το τελευταίο καλείται να κάνει ένα πράγμα, τα ελαστικά αυτής της κατηγορίας πρέπει να είναι σπορ με αξιώσεις, αλλά να έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής, καλή απόδοση στο βρεγμένο, να ζεσταίνονται γρήγορα αλλά να μην υπερθεμαίνονται εύκολα, να απορροφούν ανωμαλίες του δρόμου χωρίς όμως κινητικότητα πέλματος και να αντέχουν και στο φόρτωμα και τέλος, εκείνο που παραβλέπουν όλοι, να διατηρούν αυτά τα χαρακτηριστικά σε αρκετές διαφορετικές διαστάσεις!

Υψηλόβαθμο στέλεχος της Dunlop στην Ευρώπη εξηγούσε στο ΜΟΤΟ, κατά την παρουσίαση του νέου ελαστικού που έχετε ήδη διαβάσει στο τεύχος 629, πως το Roadsmart IV είναι ο κοινός τόπος επαφής της εταιρείας με εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες, που σημαίνει πως η ανάπτυξή του έχει μεγαλύτερη σημασία από τα αγωνιστικά ελαστικά των Moto2 και Moto3 στα MotoGP που τα τελευταία χρόνια η Dunlop είναι αποκλειστικός προμηθευτής.

Η αναφορά δεν ήταν τυχαία, καθώς το Roadsmart IV επωφελείται από την τεράστια αγωνιστική πορεία της Dunlop με τρόπο πολύ άμεσο και πρακτικό και όχι θεωρητικό. Οι αγώνες αποτελούν τον τόπο της εξέλιξης του είδους, χωρίς αυτούς η εξέλιξη όχι μόνο είναι αργή αλλά μπορεί να οδηγηθεί και σε λάθους δρόμους. Μπορείς να πεις πως όλα τα ελαστικά δρόμου κάθε εταιρείας επωφελούνται από την αγωνιστική της πορεία με βάση την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, όμως εδώ μιλάμε για κάτι τελείως πρακτικό και όχι θεωρητικό: Πρόσφατα το τμήμα αγωνιστικών ελαστικών της Dunlop, αυτό που κατασκευάζει τα ελαστικά της Moto2 και της Moto3, μετακόμισε από το Birmingham της Αγγλίας όπου βρισκόταν επί δεκαετίας, στο βασικό εργοστάσιο της Dunlop στην Γαλλία, εκεί που κατασκευάζονται και τα Roadsmart IV. Η μεταφορά αυτή προίκισε τις γραμμές παραγωγής των ελαστικών δρόμου με ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες εργαλειομηχανές βουλκανισμού και επέτρεψε στην Dunlop να χρησιμοποιήσει ορισμένες τεχνικές κατασκευής που μέχρι στιγμής υπήρχαν μόνο στους αγώνες και στα αγωνιστικά ελαστικά που μπορούσαν να καλύψουν το υψηλότερο κόστος παραγωγής. Η ενοποίηση αυτή όμως, έδωσε πρόσβαση σε εργαλεία που μέχρι πριν δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί η ανάπτυξή τους χωρίς να αυξηθεί και το κόστος, κι έτσι από την απλή μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας που γινόταν μέχρι πριν άμεσα και απρόσκοπτα στην κοινωνία της πληροφορίας που ζούμε, πλέον άνοιξε ο δρόμος και για την φυσική χρήση του εξοπλισμού!

Κι έτσι το Roadsmart IV γίνεται πλέον το πρώτο ελαστικό της κατηγορίας που κάνει χρήση της τεχνολογίας Jointless Tread. Η ονομασία περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο τοποθετείται η γόμα πάνω στον σκελετό. Όπως ακριβώς και με την Jointless Belt τεχνολογία για την κατασκευή του σκελετού που είτε με αυτή την ονομασία είτε με διαφορετική, όλοι οι μεγάλοι κατασκευαστές χρησιμοποιούν, αντίστοιχα και με την Jointless Tread η εξωτερική γόμα απλώνεται σε λωρίδες σε μορφή μαστίχης τυλιγμένη πάνω στον σκελετό και γίνεται ένα σώμα κατά την διαδικασία του βουλκανισμού στην νέα εργαλειομηχανή που μέχρι πριν είχαν πρόσβαση μονάχα τα αγωνιστικά ελαστικά. Μέχρι τώρα η γόμα των ελαστικών αυτής της κατηγορίας ήταν ένα φύλλο που τύλιγε τον σκελετό και επικολλιούνταν επάνω του και ο βουλκανισμός, μεταξύ άλλων, εξαφάνιζε και το σημείο της ένωσης.

Η άλλη βασική διαφορά που έχει το νέο ελαστικό με τον προκάτοχό του, είναι στην εξέλιξη της ίδιας της Jointless Belt τεχνολογίας καθώς τώρα το νήμα που αποτελεί τον σκελετό είναι ένα και ενιαίο, εφαρμόζεται απευθείας στο εσωτερικό πέλμα και περιμένει την γόμα σε μορφή μαστίχης για να επικολληθεί. Μέχρι τώρα η κατασκευή του σκελετού ξεκινούσε φτιάχνοντας μία πλακέ ζώνη από τρεις χορδές που εμποτίζονταν στο ίδιο μίγμα της γόμας, κι έπειτα αυτή η ζώνη τυλιγόταν πάνω στο εσωτερικό πέλμα με την Jointless Belt τεχνολογία. Ο εμποτισμός σε γόμα και η δημιουργία ζώνης ήταν ο μόνος τρόπος συγκόλλησης όλων των διαφορετικών στρωμάτων πριν ξεκινήσει ο βουλκανισμός. Τώρα μπορεί και αυτή η διαδικασία να αλλάξει κι έτσι ένα ενιαίο νήμα, χωρίς κάποιον εμποτισμό, τυλίγεται πάνω στο εσωτερικό πλέγμα και απευθείας εφαρμόζεται το μίγμα της γόμας με Jointless Tread τρόπο. Το βασικό κέρδος αυτής της αλλαγής είναι το μικρότερο βάρος του ελαστικού και η καλύτερη απαγωγή θερμότητας, καθώς ο σκελετός παίζει τον μεγαλύτερη ρόλο στην διατήρηση θερμότητας του ελαστικού και πλέον είναι σε αμεσότερη επαφή με το εσωτερικό πλέγμα και την εξωτερική γόμα.

Φυσικά, η κυριότερη αλλαγή που αντιλαμβάνεται κανείς κοιτώντας το ελαστικό δεν είναι τίποτα από τα παραπάνω, αλλά η νέα χάραξη. Στο προηγούμενο μοντέλο που θα εξακολουθήσει για πολύ καιρό να παράγεται αλλά σε νέα τιμή αποτελώντας μία πιο προσιτή λύση, η Dunlop είχε εφαρμόσει μία τεχνική σχεδιασμού που την αποκαλεί «νησίδες» καθώς τα αυλάκια είναι χωρισμένα σε ομάδες που καλύπτουν το ελαστικό αφήνοντας κενά αχάρακτης γόμας ανάμεσά τους. Αφήνει πίσω της την τεχνική των ομάδων αυλακιών, των «νησίδων» και φτιάχνει τώρα μία νέα χάραξη παρόλο που ο τρόπος αυτός αποδείχτηκε αποτελεσματικός στο Roadsmart III. Βάζοντας όμως στόχο να αναβαθμίσει την απόδοση στο βρεγμένο και ταυτόχρονα την σπορ συμπεριφορά, χρειάστηκε κάτι νέο καθώς αποδείχτηκε πως οι νησίδες προσέδιδαν κινητικότητα πέλματος σε ακραία σπορ, ρυθμό οδήγησης. Παράλληλα τα νέα αυλάκια βελτιώνουν την διάρκεια ζωής, κάτι που αυτή την στιγμή αποτελεί δήλωση της Dunlop χωρίς να επαληθεύεται από εμάς, από την στιγμή που δεν έχουμε γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα με τα νέα Roadsmart IV.

Εκείνο που με βεβαιότητα επαληθεύτηκε, ήταν τα δυναμικά χαρακτηριστικά του σε μία αρχική διαδρομή τριακοσίων χιλιομέτρων χωρίς στάσεις, πριν μπούμε μαζί τους στην ιδιωτική πίστα δοκιμών της Dunlop. Εκτός από μία κανονική πίστα με έντονες υψομετρικές διακυμάνσεις στην μορφολογία της, η Goodyear, στην ομπρέλα της οποίας είναι και η Dunlop, διαθέτει και μία σειρά εξεζητημένων πεδίων δοκιμών για δοκιμές στο βρεγμένο και για δοκιμές ελιγμών και ευελιξίας. Η πίστα εξομοίωσης βροχής γεμίζει νερό και μάλιστα δημιουργεί και αυλάκια με περισσότερη ροή ώστε να έρχεται πολύ κοντά σε συνθήκες καταιγίδας σε δημόσιο δρόμο και την περνάς μονάχα με αδιάβροχα καθώς είναι σαν να βρέχει εκεί μέρα από τους πίδακες που δημιουργούν τα ελαστικά, τόσο πολύ νερό που υπάρχει στην επιφάνειά της.

Είναι ένας εξεζητημένος μηχανισμός που διακινεί τεράστιες ποσότητες νερού αλλά σε απόλυτο σεβασμό του περιβάλλοντος. Η πίστα είναι κατασκευασμένη σε πλαγιά και δεν χρησιμοποιεί μπεκ για την κατάβρεξή της αλλά διατρέχεται από την αριστερή της μεριά από υπόγειο αυλάκι που στην ουσία είναι η υπερχείλιση διαφορετικών, συγκοινωνούντων δεξαμενών. Το νερό που ξεχειλίζει και διατρέχει την πίστα, συλλέγεται από υπόγεια υδρορροή που διατρέχει την πίστα από την δεξιά της μεριά κι αφότου φιλτραριστεί, επαναπροωθείται στις δεξαμενές. Το αποτέλεσμα είναι μία πίστα που μόνιμα την διατρέχει το νερό με ακανόνιστα σημεία όπου έχει περισσότερη ή λιγότερη ροή, ανάλογα με την υπερχείλιση. Είναι ένα εξαιρετικό πεδίο δοκιμών για να δεις την απόδοση σε βρεγμένο οδόστρωμα σε συνθήκες που μόνιμα προσομοιάζουν μία καταρρακτώδη βροχή.

Η αρχή βέβαια της ημέρας έγινε κυνηγώντας τον Peter Hickman μαζί με έναν Αυστριακό και δύο Γερμανούς συναδέλφους, σχηματίζοντας ένα ξεχωριστό γκρουπ πέντε αναβατών και δύο πλοηγών που πήραν οδηγίες από το μεγάλο αφεντικό της Dunlop για ακραία σπορ οδήγηση όπου οι συνθήκες το επέτρεπαν, «και μην τολμήσουν να πουν πως βαρέθηκαν». Το αποτέλεσμα ήταν να κάνει λόγο ο Peter Hickman, συνέντευξη του οποίου θα διαβάσετε σύντομα στο ΜΟΤΟ, για οδήγηση που ξεφεύγει από τα δικά του πρότυπα για ελαστικά δρόμου και αγνώστους συνοδοιπόρους, κι ας μην πλησιάσαμε ούτε στο ελάχιστο μία ημέρα του στο Isle of Man. Ήταν όμως η πλέον γρήγορη οδήγηση που επέτρεπε ο δρόμος και οι συνθήκες, με στάσεις μονάχα για να αλλάξουμε μοτοσυκλέτες, δοκιμάζοντας τα νέα ελαστικά από Suzuki GSX-S 1000GT, μέχρι Honda NT1000!

Η καλή η ημέρα φάνηκε από την πρώτη κιόλας στροφή, όταν ο πλοηγός χρειάστηκε να βγάλει το πόδι από τα μαρσπιέ του Versys 1000 που είχαν διπλώσει ξύνοντας την άσφαλτο με όλο τους πλέον το μήκος και όχι μονάχα τον αποστάστη. Βασικό μέλημα της Dunlop είναι να σχεδιάζει τα ελαστικά έτσι ώστε το πίσω να χάνει πρώτο την πρόσφυση, δίνοντάς σου χρόνο αντίδρασης. Πρόκειται για μία φιλοσοφία σχεδιασμού που ξεκινά από την γεωμετρία του ελαστικού αλλά δεν περιορίζεται μόνο εκεί και φυσικά ο λόγος είναι για σταθερή πρόσφυση του δρόμου και όχι για τις στιγμές που το εμπρός ελαστικό θα περάσει πρώτο από σημείο μειωμένης πρόσφυσης. Οπότε όταν πατήσεις χαλίκια ή βρεγμένο κομμάτι του δρόμου χάνοντας στιγμιαία πρόσφυση εμπρός, βασίζεσαι να σε ακολουθήσει το ελαστικό στην γρήγορη αντίδραση και να ανακτήσει άμεσα όπως φυσικά και υπήρξε τέτοια περίπτωση και μάλιστα σε ένα από τα ταχύτερα κομμάτια της διαδρομής, εκεί όπου συμβαίνουν αυτές οι περιπτώσεις.

Κρατώντας βαθιά τα φρένα μέσα στις στροφές για να διατηρηθεί ο υψηλός ρυθμός οδήγησης που επιβάλλει ο πλοηγός και με τον Peter Hickman να ακολουθεί, δίχως να αφήνει περιθώριο, η εμπιστοσύνη στο Roadsmart IV χτίζεται πολύ γρήγορα κι ανεβαίνει πολλούς ορόφους. Το ελαστικό διατηρεί την κατευθυντικότητά του και τα περιθώριά του βρίσκονται πολύ ψηλά, όπως διαπιστώσαμε αμέσως μετά στην πίστα αυτή την φορά με πλοηγό τώρα τον Hickman. Δίχως πλέον περιορισμούς και στην ασφάλεια που προσφέρει η ιδιαίτερη και άκρως τεχνική ιδιωτική πίστα της Goodyear-Dunlop και κρατώντας τις ίδιες street μοτοσυκλέτες, το Roadsmart IV μας αποκαλύπτεται πλήρως. Υψηλός βαθμός κλίσης που έρχεται αβίαστα και δεν προκύπτει από υπερ-προσπάθεια, ακριβώς το αντίθετο. Εμπιστοσύνη στο εμπρός ελαστικό που έχει ομοιογένεια στην συμπεριφορά του σε όλες τις μοίρες που συναντά την άσφαλτο και ταχύτητα προσαρμογής στις αλλαγές κλίσης σε ρυθμό που ξεφεύγει από την σπορ οδήγηση στον δρόμο, είναι το συμπέρασμα μετά από αρκετούς γύρους στην πίστα, φανερώνοντας τα υψηλά όρια που έχει το Roadsmart IV.

Στην πίστα – λίμνη, ο στόχος της Dunlop ήταν να βελτιώσει την απόδοση μεταξύ 7ο και 30ο κλίσης που θεωρεί πως είναι το μέσο εύρος κλίσης των αναβατών σε βρεγμένους δημόσιους δρόμους. Βασικό σημείο αναφοράς όμως για τους περισσότερους όταν οδηγούν σε καταρρακτώδη βροχή είναι οι 20ο κλίσης, κι εκεί το ελαστικό έχει 46 τετραγωνικά εκατοστά επαφής με την άσφαλτο, δηλαδή τρία περισσότερα από το Roadsmart III. Την έκδοση αυτή είχαμε δοκιμάσει στην ίδια ακριβώς πίστα έναντι όμως του ανταγωνισμού που βγήκε τότε καλύτερο ελαστικό και τώρα το δοκιμάζαμε έναντι της νέας του έκδοσης. Βέβαια και ο ανταγωνισμός έχει βελτιωθεί από τότε και μάλιστα αρκετά, είναι όμως χαρακτηριστικό πως το Roadsmart IV είχε βελτιωθεί αρκετά έναντι του III που τα οδηγούσαμε εναλλάξ σε ίδιο μοντέλο μοτοσυκλέτας. Να σημειωθεί πως στο παραπάνω εμβαδό ελαστικού αντιστοιχεί ποσοστό αυλακώσεων που αγγίζει το 12,6% έναντι 10,3% στο προηγούμενο μοντέλο που δεν είναι μικρή διαφορά. Ακόμη περισσότερα για το βρεγμένο αλλά και για τα δυναμικά χαρακτηριστικά του Roadsmart IV, διαβάζετε στο τεύχος #629 του ΜΟΤΟ.

Με διάφορες εκδόσεις για να προσαρμόζεται το ελαστικό σε βαρύτερες και πιο τουριστικές μοτοσυκλέτες, καθώς και πλήθος διαστάσεων το Roadsmart IV είναι ένα από τα πιο σημαντικά ελαστικά στην τεράστια γκάμα της Dunlop γιατί την φέρνει κοντά σε εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες. Ενώ οι sport-touring μοτοσυκλέτες έχουν πρακτικά εξαφανιστεί, τα sport-touring ελαστικά μονοπωλούν εδώ και χρόνια τις πωλήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο και όχι μόνο στην Ευρώπη και χρησιμοποιούνται σε καθημερινή βάση από μεγάλο εύρος των street μοτοσυκλετών. Για αυτό ακριβώς τον λόγο, η Dunlop επένδυσε αρκετά στην εξέλιξή του και του έδωσε δυναμικά στοιχεία για να είναι σύντροφος όλες τις ώρες, σε όλες τις καιρικές συνθήκες αλλά και σε κάθε ρυθμό οδήγησης.