Δοκιμή SYM Maxsym TL: Ξεκάθαρος στόχος

Στοχευμένο σε συγκεκριμένες απαιτήσεις
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

14/3/2022

Το δικύλινδρο scooter της SYM έχει έναν ξεκάθαρο προσανατολισμό, όσο κι αν το διψασμένο για "κόντρα" και "μάχες" κοινό θέλει να του προσάψει βλέψεις που δεν έχει. Μόλις κατανοήσεις αυτή την αλήθεια, τότε θα εκτιμήσεις στο μέγιστο τις αρετές στις λεπτομέρειες που προσφέρει το νέο Maxsym TL, όπως ανακαλύψαμε κι εμείς στην δοκιμή του που δημοσιεύθηκε στο τεύχος 608 του ΜΟΤΟ

Η συνηθέστερη απορία για όποιον αντικρύζει για πρώτη φορά το TL είναι αν πρόκειται για το αντι-ΤΜΑΧ της Yamaha. Η συνηθέστερη –και σωστή- απάντηση είναι: καμία σχέση. Η SYM άλλωστε το έχει ξεκαθαρίσει από την αρχή ότι στόχος του Maxsym TL είναι να προσφέρει κάτι φρέσκο και νέο στην μεσαία κατηγορία των scooters στα 300-400 κυβικά. Τελεία και παύλα. Ουδέποτε δήλωσαν οι άνθρωποι της SYM ότι έχουν απέναντι τους τα mega scooters όπως το Yamaha ΤΜΑΧ ή το Kymco AK550. Αυτά είναι δυστυχώς βεβιασμένα και αστήρικτα συμπεράσματα, ανθρώπων που προφανώς δεν έχουν κάποια επαφή με την πραγματικότητα της αγοράς. Αυτά, γιατί καλό είναι να ξεκαθαρίσουν κάποια πράγματα από την αρχή και να θέτουμε την εμπεριστατωμένη κριτική μας σε σωστή βάση.

Παίρνοντας εκκίνηση λοιπόν από εκεί, το TL ξεκινά με το καλημέρα έχοντας δυνατά βέλη στην φαρέτρα του. Από το ατσάλινο πλαίσιο χωροδικτύωμα και τον δικύλινδρο κινητήρα του που αποτελεί ενεργό μέρος του, μέχρι την τελική μετάδοση με αλυσίδα και την εξαιρετική του ποιότητα κατασκευής. Το TL καταφέρνει να ξεφύγει από την πεπατημένη των μεσαίων κυβισμού scooter, είτε αυτά κατασκευάζονται στην Ασία είτε στην Ευρώπη, εισάγοντας στην κατηγορία στοιχεία και ουσιαστικά προτερήματα που για να τα βρει κανείς πρέπει να τα αναζητήσει σε ακριβότερα και μεγαλύτερα mega scooters. Είναι μια ορθολογιστική προσέγγιση, αν θέλεις να κάνεις την διαφορά σε μια ιδιαίτερα ανταγωνιστική κατηγορία που το κόστος και οι δυνατότητες που προσφέρονται, έχουν ακριβώς το ίδιο βάρος.

 

Έξω από το κουτί

Οι μηχανολόγοι της SYM δεν ήταν… φειδωλοί με τις ιδέες, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του κινητήρα. Η SYM δεν ακολούθησε τον δρόμο της αντιγραφής, αλλά της προσαρμογής των αποδεδειγμένα σωστών λύσεων στο δικό της σχέδιο. Πάνω στο στρόφαλο των 360 μοιρών τα δύο έμβολα ανεβοκατεβαίνουν μαζί, ενώ οι κραδασμοί είναι σχεδόν ανύπαρκτοι χάρη σε ένα τρίτο τυφλό" έμβολο που παλινδρομεί μέσα στον δικό του κύλινδρο εν είδει αντικραδασμικού άξονα. Αυτός ο χρονισμός του στροφάλου είναι κάτι που το αντιλαμβάνονται άμεσα τα αισθητήρια εγκεφαλικά σου κύτταρα, με μια "ψωμωμένη" ηχητικά και ταυτόχρονα πολιτισμένη πρακτικά λειτουργία. Την αίσθηση ενισχύει και ο άκρως επιθετικός ήχος που απελευθερώνει το τελικό της εξάτμισης, το οποίο καθιστά αχρείαστη την αντικατάσταση από κάποιο after market, τουλάχιστον σε ότι αφορά το "soundtrack". Για τον όγκο και το βάρος, είναι άλλο θέμα…

Παρά τον ήχο του όμως, ο κινητήρας αποδίδει ιδιαίτερα γραμμικά χωρίς ξεσπάσματα κατεβάζοντας τη δύναμη στον τροχό όπως πρέπει για να μην σου δημιουργηθεί ποτέ κανένα άγχος. Η σχέση της τελικής μετάδοσης με την αλυσίδα είναι σχετικά κοντή, προσθέτοντας έναν τόνο ζωηράδας σε μια κατά τ' άλλα ήπια και προοδευτική λειτουργία. Ο δικύλινδρος της SYM δεν χαρακτηρίζεται από την εκρηκτικότητα με την οποία παράγει την ισχύ του, και δεν πρόκειται να ξηλώσει χαλίκια από την άσφαλτο στις επιταχύνσεις, ενώ και ψηλά διατηρεί αξιοπρεπώς τη δύναμή του δίχως να εντυπωσιάζει με τα απόλυτα νούμερα. Παρόλα αυτά, το κοντέρ θα δείξει (έστω και με λίγη υπομονή) 160km/h, με ταχύτητες κοντά στα 140km/h να μπορούν να διατηρηθούν για ώρα σε αυτοκινητόδρομους και εθνικές οδούς. Διότι το TL διαθέτει και γενναιόδωρες δόσεις τουριστικών δυνατοτήτων, εξασφαλίζοντας τα δύο απαραίτητα στοιχεία που απαιτούνται: Άνεση και προστασία. Η θέση οδήγησης δημιουργεί ένα απόλυτα εργονομικό τρίγωνο, με φυσικές γωνίες για τα χέρια και τον κορμό τοποθετημένο όρθια στο σωστό σημείο της σέλας, ούτε πολύ μπροστά, ούτε πολύ πίσω. Μοναδική παρατήρηση η θέση για τα πόδια στο πάτωμα της ποδιάς, που περιορίζονται από τον σχεδιασμό της και αναγκαστικά πρέπει να είναι λίγο περισσότερο τεντωμένα απ' όσο θα θέλαμε, χωρίς να έχεις πολλές εναλλακτικές επιλογές.

Η ζελατίνα καλύπτει πλήρως και αποτελεσματικά, χωρίς να είναι ρυθμιζόμενη, αλλά το επάνω μέρος της -σε αναβάτες μετρίου αναστήματος- θα πέσει μέσα στο οπτικό τους πεδίο δημιουργώντας μικρές παραμορφώσεις.

Πέρα απ' αυτό όμως, το TL θα σε αποζημιώσει με μια εκπληκτική σταθερότητα που ακόμη και στα μεγαλύτερα mega scooters είναι δυσεύρετη. Το χαμηλό κέντρο βάρους και η κατανομή του, είναι πραγματικά λυτρωτικό σε ότι έχει να κάνει με την αίσθηση εμπιστοσύνης που σου εμπνέει, με τον κινητήρα να συμβάλλει από τη μεριά του δουλεύοντας ξεκούραστα. Η έλλειψη δύναμης ψηλά δεν θα προβληματίσει ιδιαίτερα, έχοντας ως αντιστάθμισμα την εξαιρετική κατανομή της ισχύος στη μεσαία μπάντα των στροφών, μετατρέποντας την κάθε απόδραση εκτός των τειχών σε μια πραγματικά απολαυστική εμπειρία.

Στη "ζούγκλα" των αστικών κέντρων, το ζύγισμα του TL επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά πανηγυρικά, με κάθε ελιγμό και σφήνα να εκτελείται με χορευτική ακρίβεια. Ο μικρότερος όγκος του από τα mega scooters είναι υπεύθυνος κατά μεγάλο μέρος για την συνολικά ελαφρύτερη αίσθηση που αποκομίζεις, αν και το μπροστινό το νιώθεις πιο βαρύ και ελαφρώς λιγότερο πρόθυμο να ανταποκριθεί. Δεν είναι κάτι που θα σου χαλάσει την ισορροπία της κίνησης, αλλά είναι μια διαφορά που γίνεται αντιληπτή. Το κοντό γρανάζωμα ταιριάζει ακόμη περισσότερο με τις "πολεμικές" συνθήκες της πόλης, ενώ σε αντίθεση με ό,τι θα περίμενε κανείς, δεν επιβαρύνει ιδιαίτερα την μέση κατανάλωση, η οποία κυμαίνεται κοντά στα πέντε λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα.

 

Ομοιογένεια

Το άλλο δυνατό χαρτί στο μανίκι του TL είναι η εμφάνιση και η ποιότητα κατασκευής. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το δικύλινδρο της SYM είναι αρκετά επίπεδα πάνω από τα συνηθισμένα στάνταρ της εταιρείας, που ούτως ή άλλως ήταν αρκετά ψηλά στην κλίμακα του ανταγωνισμού. Σχεδιαστικά, καταφέρνει να υπηρετήσει άψογα τον στόχο των δημιουργών του, συνδυάζοντας την επιθετική και γεμάτη γωνίες εμφάνιση, με την πολυτέλεια και την ποιοτική αύρα. Φαίνεται πως οι άνθρωποι της SYM συνειδητοποίησαν ότι το παιχνίδι κερδίζεται στις λεπτομέρειες και επένδυσαν εκεί. Μπορεί να του λείπει η διασύνδεση μέσω Bluetooth της οθόνης, μπορεί να λείπει η ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αλλά ο εξοπλισμός που διαθέτει χαρακτηρίζεται από υψηλό ποιοτικό επίπεδο. Όπως για παράδειγμα τα δύο ντουλαπάκια που διαθέτει κάτω από το τιμόνι με το καπάκια τους να είναι σαφώς πιο ποιοτικά από το αντίστοιχο του μεγαλύτερου και ακριβότερου ΤΜΑΧ. Οι διακόπτες, οι διαφορετικές οθόνες προβολής στην TFT οθόνη των 4,5'' (η οποία μάλιστα δεν επηρεάζεται από αντανακλάσεις όταν πέφτει φως πάνω της), οι ρυθμιζόμενες μανέτες, η συναρμογή των πλαστικών, η ενεργοποίηση του πίσω φρένου όταν κατεβαίνει το πλαϊνό σταντ, όλα αποπνέουν μια προσεγμένη μελέτη κατασκευής.

Ο χώρος κάτω από τη σέλα έχει αρκετό βάθος αλλά χωράει μόνο ένα full face κράνος, ενώ διαθέτει και φωτισμό. Η άνεση της σέλας των δύο επιπέδων είναι υπεράνω πάσης κριτικής –και για τους δύο επιβαίνοντες- με μόνη παρατήρηση το ότι αργεί λίγο να στεγνώσει το κάλυμμα της επένδυσης, μετά από πλύσιμο ή βροχή.

Το τρίπτυχο της ομοιογένειας του TL, συμπληρώνεται από την εξαιρετική συμπεριφορά του, που αποτελεί και το καλύτερο εύσημο για τους μηχανολόγους της SYM και τις επιλογές τους. Ακόμη και η έκκεντρη τοποθέτηση του αμορτισέρ αριστερά, που είναι ανάποδα και εδράζεται στο ψαλίδι και στον άξονα μοχλισμού, ο οποίος με τη σειρά του βιδώνει πάνω στο πλαίσιο, που αμφισβητήθηκε αρχικά, στην πράξη αποδείχθηκε άκρως λειτουργική. Το κυριότερο όμως είναι πως το πλαίσιο χωροδικτύωμα, το αλουμινένιο ψαλίδι και το τηλεσκοπικό πιρούνι με το αμορτισέρ, συνεργάζονται και δημιουργούν ένα ομοιογενές σύνολο. Βάλτε στην εξίσωση και την σχεδόν 50/50 κατανομή του βάρους (50,1% μπροστά και 49,9% πίσω για να είμαστε ακριβείς, όπως έδειξαν οι ζυγαριές του ΜΟΤΟ) για να αντιληφθείτε καλύτερα αυτό που περιγράφουμε ως "σίγουρο πάτημα" στην άσφαλτο. Σε κάθε επίπεδο κλίσης, ανεξαρτήτου ταχύτητας, το TL μοιάζει να διαθέτει τεράστια αποθέματα πρόσφυσης και σιγουριάς. Δεν υπάρχει ούτε ως υπόνοια η συνήθης αίσθηση των scooter που σε κάνει να νομίζεις πως οδηγείς δύο ανεξάρτητα μεταξύ τους κομμάτια.

Ο σπορ χαρακτήρας του TL, σε ό,τι αφορά την συμπεριφορά, μπορεί να "εκτοξευθεί" σε πολύ υψηλά επίπεδα, μόλις κερδίσει την εμπιστοσύνη του αναβάτη του, και πιστέψτε μας, αυτό θα συμβεί άμεσα. Ναι, υπάρχει αυτή η λίγο πιο βαριά αίσθηση στο μπροστινό που θα φανεί περισσότερο όταν θα κληθεί να εκτελέσει γρήγορες εναλλαγές κλίσεων, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να "προδώσει" την επιλογή γραμμής που θα του ζητηθεί. Και το καλύτερο απ' όλα, είναι ότι αυτή η ομοιογένεια είναι παρούσα σε όλες τις συνθήκες και όλες τις ταχύτητες. Είτε οδηγείς σβέλτα ανάμεσα στην κίνηση, είτε ακολουθείς μια διασκεδαστική χάραξη σε κάποιο δευτερεύον οδικό δίκτυο. Σίγουρα θα θέλαμε λίγο παραπάνω δύναμη ψηλά, αν και όπως πολύ σωστά είχε παρατηρήσει ο συνάδελφος Μέντης στην παρουσίαση, οι υποτετράγωνες διαστάσεις του κινητήρα υπονοούν ότι υπάρχει η δυνατότητα για αύξηση των κυβικών με μεγαλύτερης διαμέτρου έμβολα, αλλά ακόμη και με τα υφιστάμενα δεδομένα θα λέει ψέματα όποιος πει ότι του έλειψε το fun στον χαρακτήρα του TL λόγω της ιπποδύναμης.

Το ότι καταφέρνει το δικύλινδρο scooter της SYM να πετύχει έναν εξαιρετικό συνδυασμό καινοτομιών και ποιοτικών δυνατοτήτων στην μεσαία κατηγορία των scooters, έχει να κάνει σε πολύ μεγάλο βαθμό με αυτό που αναφέραμε στην αρχή. Στο ότι ήταν δηλαδή ξεκάθαρος ο στόχος και ο προσανατολισμός του, αποφεύγοντας έτσι να πέσει στην παγίδα του να προσπαθήσει να δείχνει κάτι που δεν είναι. Πάνω σε αυτόν τον άξονα καταφέρνει να είναι ανταγωνιστικό, τόσο σε επίπεδο τιμής, όσο και σε επίπεδο ποιότητας, ανεβαίνοντας μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις, ένα σκαλί παραπάνω από τους ανταγωνιστές του.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ SYM Maxsym TL

 

Αντιπρόσωπος:

Γκοργκόλης Α.Ε.

 

Τιμή:

€6.995

 

 

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

 

Μήκος (mm):

2215

 

Ύψος (mm):

1442

 

Μεταξόνιο (mm):

2215

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

600

 

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

700

 

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

710

 

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

590

 

 

 

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

 

223,5

 

 

(χωρίς καύσιμο: 214,1)

 

 

Πίσω

50,1%

 

Εμπρός

49,9%

 

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

0,2%

 

 

 

 

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Τύπος:

Ατσάλινο χωροδικύωμα

 

Πλάτος (mm):

800

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/223

 

 

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

 

Τύπος:

Δικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ

 

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

65 x 70

 

Χωρητικότητα (cc):

465cc

 

Σχέση συμπίεσης:

10,8:1

 

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

41/6.750

 

Ροπή (kg.m/rpm):

3,5/6.250

 

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

88,2

 

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

 

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1 σε 2

 

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

 

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

 

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

 

Συμπλέκτης:

Μηχανικός φυγοκεντρικός

 

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Ιμάντας CVT/-

 

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/-

 

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

 

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

10.000

 

Αλλαγή λαδιού (km):

5.000

 

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

2,9 / 2,7

 

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

Φυσιγγίου / 10.000

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

 

Κενή

Γεμάτη

 

Θεωρητικά

-

5,4

 

 

 

 

ΠΙΣΩ

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

 

Διαδρομή (mm):

-

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

4,5 x 15

 

Ελαστικό:

160/60-15

 

ΦΡΕΝΟ

 

Μονός δίσκος με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Μία έγχρωμη οθόνη TFT με trip master και αυτόματή ρύθμιση της φωτεινότητας, μία μονόχρωμη οθόνη LCD με ταχύμετρο, χιλιομετρητή και δείκτη βενζίνης

 

 

 

ΕΜΠΡΟΣ

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

Τηλεσκοπικό πιρούνι Upside Down

 

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

-/41

 

Ρυθμίσεις:

Καμία

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

3,5 x 15

 

Ελαστικό:

120/70-15

 

Πίεση:

-

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δύο ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων με δίσκους 295mm και ABS

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

 

Μέση

5,1

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

12,5

 

                 

 

Εξοπλισμός

Κράνος: Bell Star

Μπουφάν: Fovos Attack

Παντελόνι: Held Fame II

Μπότες: Forma Swift Dry

Δοκιμή κράνους: SHOEI X-Spirit III vs X-SPR Pro

Έξι χρόνια μάχιμο
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

1/11/2023

Το λευκό SHOEI X-Spirit III ήρθε στο ΜΟΤΟ στα τέλη του 2017 και η πρώτη του δοκιμή ήταν στην πίστα των Μεγάρων πάνω στη σέλα τις παντοδύναμης Aprilia RSV4 11000 Factory που μόλις είχε φτάσει στην Ελλάδα. Καθώς το νούμερό του ήταν XS, γλίτωσε από τις πολλές εναλλαγές χεριών μεταξύ συναδέρφων και παραμένει σε πραγματικά άψογη κατάσταση μέχρι σήμερα – τόσο εξωτερικά, όσο και εσωτερικά. Όχι πως πέρασε λίγα στα χέρια μας, αφού έχει ταξιδέψει δεκάδες φορές από τη μία άκρη της Ευρώπης έως την άλλη και έχει δολοφονήσει εκατομμύρια ζουζούνια με ταχύτητες που ξεπερνούσαν συχνά τα 300km/h. Ως το κορυφαίο αγωνιστικό κράνος της SHOEI έως σήμερα, το X-Spirit III έχει σχεδιαστεί κυρίως για οδήγηση στην πίστα.

2

Αυτό σημαίνει πως η αεροδυναμική συμπεριφορά στις υψηλές ταχύτητες, ο εξαερισμός και η εφαρμογή στο κεφάλι του αναβάτη ήταν οι βασικές προτεραιότητες.

Οπότε δεν έχει έτοιμες υποδοχές για ενδοεπικοινωνίες Bluetooth, ούτε κρυμμένα γυαλιά ηλίου… Είναι κράνος για να μπορείς να ξεπερνάς τα 300km/h σε κάθε ευθεία και αν κάνεις καμιά βλακεία ή σε πετάξουν κάτω και πέσεις με πολλά χιλιόμετρα, να μείνουν τα μυαλά και το σαγόνι στη θέση τους. Παρά τον σαφή αγωνιστικό προορισμό του, το X-Spirit III αποδείχτηκε ένα από τα καλύτερα κράνη για οδήγηση στο δρόμο και προσωπικά το θεωρώ το καλύτερο κράνος που έχω φορέσει στη μοτοσυκλετιστική ζωή μου με τεράστια διαφορά. Υπάρχουν τρεις πολύ σοβαροί λόγοι που θα προτιμούσα να φορέσω το X-Spirit III απ’ οποιοδήποτε άλλο κράνος για μακρινά ταξίδια, αλλά και καθημερινή χρήση. Και όλοι τους έχουν να κάνουν με τα απίστευτα επίπεδα άνεσης που προσφέρει στην πολύωρη οδήγηση.

Η πανέξυπνη σχεδίαση των ρυθμιζόμενων μαξιλαριών στα μάγουλα, τα χαμηλά επίπεδα θορύβου λόγω μικρής αεροδυναμικής αντίστασης και η τέλεια συμπεριφορά του στους πλάγιους ανέμους, σε κρατάνε ξεκούραστο για πολλές-πολλές ώρες οδήγησης. Ειδικά τα χαμηλά επίπεδα θορύβου είναι πρωτόγνωρα για κράνος αυτής της κατηγορίας, όπου η χρήση ωτασπίδων είναι δεδομένη στους αγώνες.

4

Η τέλεια αεροδυναμική συμπεριφορά του X-Spirit III κρατά ξεκούραστο τον σβέρκο σου στα μακρινά ταξίδια. Είναι τόσο καλό σε αυτόν τον τομέα, που στα test των “κοινών” μοτοσυκλετών απέφευγα να το φοράω στο δρόμο διότι κολακεύει την σχεδίαση των φαίρινγκ τους! Όποιος έχει γυμνή μοτοσυκλέτα και ειδικά όποιος έχει κάποιο από τα καινούρια streetfighter των 160+ θα βρει την υγειά του με αυτό το κράνος. Επίσης οι εσωτερικοί αεραγωγοί τραβάνε έξω τον ζεστό αέρα απ’ όλα τα σημεία του κεφαλιού σου, δημιουργώντας ένα ευχάριστα δροσερό περιβάλλον. Σε αντίθεση με πολλά αγωνιστικά κράνη που τον χειμώνα μπάζουν αέρα από παντού, οι αεραγωγοί του X-Spirit III κλείνουν αποτελεσματικά και δεν παγώνει το κεφάλι σου, ούτε τα μάτια σου. Στο συγκεκριμένο κράνος δεν είχαμε τοποθετήσει εσωτερικά της ζελατίνας την anti-fog μεμβράνη που δίνει μαζί με το X-Spirit III η SHOEI, κυρίως γιατί ο εμπρός αεραγωγός στο σαγόνι κάνει σωστά την δουλειά του, στέλνοντας φρέσκο αέρα πίσω από την ζελατίνα, αποτρέποντας το θόλωμά της από την ζεστή ανάσα του αναβάτη.

6

Αν πρέπει να του βρούμε μειονεκτήματα, τότε το βασικότερο που είχαμε εμείς μαζί του αφορούσε τα πίσω φτεράκια, τα οποία είναι εύκολο να σπάσουν στη μεταφορά αν το έχεις βάλει σε μαλακό σάκο ή αν σου πέσει κατά λάθος στο έδαφος. Ευτυχώς η SHOEI έχει πολλά  ανταλλακτικά για να αντικαταστήσεις όλους τους αεραγωγούς, ακόμα και για τα μοντέλα που έχουν χρώματα. Το άλλο του μειονέκτημα αφορά όσους δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς Bluetooth ενδοεπικοινωνία. Κάποιες μπορείς να τις βάλεις, αρκεί να έχουν μικρού μεγέθους ακουστικά και βάση… Υπερβολική απαίτηση για ένα καθαρόαιμο αγωνιστικό κράνος, αλλά είναι τόσο καλό για οδήγηση στο δρόμο και τόσο ξεκούραστο στα μακρινά ταξίδια, που αν είχε τις ευκολίες των GT κρανών θα ήταν μακράν το καλύτερο κράνος του κόσμου. Να μην ξεχνάμε επίσης, πως όλα τα εσωτερικά μαξιλαράκια αφαιρούνται πανεύκολα για γρήγορο πλύσιμο-στέγνωμα, κάτι απίστευτα πρακτικό στην καθημερινή χρήση και απορούμε που αυτή την δυνατότητα την είχαν κυρίως τα αγωνιστικά κράνη και πλέον την βλέπεις ολοένα και πιο συχνά σε όσα προορίζονται για καθημερινή χρήση… Είναι και πανάλαφρο… δείχνει και όμορφο, γιατί κάθε μέγεθος έχει και διαφορετικές διαστάσεις εξωτερικού κέλυφους, οπότε δεν μοιάζεις σαν κεφάλας πάνω στη μοτοσυκλέτα αν είσαι μικρόσωμος! Εννοείται πως αυτό έχει σχέση με την ασφάλεια, καθώς όλα τα μεγέθη έχουν αναλογικό πάχος αφρώδους.

7

Ήρθε όμως η ώρα να αντικατασταθεί στην γκαρνταρόμπα του ΜΟΤΟ και την θέση του να πάρει το νέο X-SPR Pro. Όχι γιατί έχει κάποια φθορά (όπως είπαμε είναι ακόμα αψεγάδιαστο μέσα-έξω), ούτε επειδή γέρασε.

Για το πότε και αν “γερνάνε” τα κράνη μπορείτε να διαβάσετε στο αναλυτικό άρθρο ΕΔΩ.

Όπως όλα τα κράνη που αποσύρονται από την πρώτη γραμμή της μάχης των test, το λευκό X-Spirit III θα παραμείνει για λίγο καιρό ακόμα στο κάτω ράφι ως μπαλαντέρ στις συγκριτικές δοκιμές. Τα κράνη του ΜΟΤΟ που αποσύρονται εντελώς από την ενεργό δράση των test, καταλήγουν σε μοτοσυκλετιστές που τα έχουν πραγματική ανάγκη και τα χρειάζονται, αφού πρώτα αξιολογηθεί η κατάστασή τους και ανανεωθούν τα εσωτερικά όπου αυτό γίνεται. Όμορφα και σιωπηλά χωρίς ανακοινώσεις, το αναφέρουμε για να προλάβουμε αντίστοιχα ερωτήματα για το τι συμβαίνει με όλα αυτά τα κράνη.

Να΄μαστε λοιπόν στο γραφείο του ΜΟΤΟ ανοίγοντας το κουτί του ολοκαίνουριου SHOEI

X-SPR Pro. Το συγκεκριμένο μοντέλο της SHOEI έχει την έγκριση της FIM και είναι ακριβώς ίδιων προδιαγραφών με τα κράνη που φοράνε στα MotoGP τα αδέρφια Marquez και ο Giannantonio.

Το μαύρο ματ χρώμα συνήθως είναι πιο ευαίσθητο στις γρατσουνιές από το γυαλιστερό άσπρο, αλλά θέλαμε μια χρωματική αλλαγή και μέχρι στιγμής τα SHOEI έχουν αποδειχθεί πολύ ανθεκτικά σε αυτόν τον τομέα. Έχω ακόμα ένα μαύρο X-Spirit 1 Kiyonari (το ομορφότερο κράνος του κόσμου EVER!) και είναι σαν καινούριο μετά από δεκαπέντε χρόνια…

Λόγω προδιαγραφών FIM, το X-SPR Pro έχει διπλό σύστημα ασφάλισης της ζελατίνας, το γνωστό κλιπ της SHOEI αριστερά και κουμπί στο κέντρο. Επίσης έχει δύο κόκκινες ασφάλειες που κλειδώνουν τον μηχανισμό αφαίρεσης της ζελατίνας.

12

Το κέλυφος έχει ενισχυθεί ακόμα περισσότερο για να αντέχει πολλαπλά χτυπήματα στο ίδιο σημείο, κάτι που έχει επηρεάσει ελαφρώς το συνολικό βάρος του. Περίπου +90 γραμμάρια για το XS μέγεθος που έχουμε εμείς.

Η SHOEI λέει πως το X-SPR Pro έχει ακόμα καλύτερη αεροδυναμική συμπεριφορά και πως έχει δοκιμαστεί για να συμπεριφέρεται ουδέτερα σε ταχύτητες στο φάσμα των 350km/h.

Όλοι οι αεραγωγοί είναι επανασχεδιασμένοι και όλοι τους έχουν ξεχωριστά πορτάκια για να ανοίγουν και να κλείνουν, ώστε να μπορείς να καθορίσεις την ροή του αέρα αναλόγως των συνθηκών που επικρατούν.

16

Συνολικά υπάρχουν επτά είσοδοι για τον φρέσκο αέρα και έξι έξοδοι. Τα “φτερά” έχουν ενσωματωθεί στο κέλυφος και έχουν μεγαλύτερη καμπυλότητα, ομαλοποιώντας την ροή του αέρα πίσω από το κράνος.

Όπως το X-Spirit III, έτσι και το νέο X-SPR Pro έχει τέσσερα διαφορετικά μεγέθη για το κέλυφος, τέσσερα διαφορετικού πάχους μαξιλαράκια για τα μάγουλα, anti-fog μεμβράνη και πλήρως αποσπώμενο εσωτερικό για εύκολο και γρήγορο καθαρισμό/πλύσιμο.

15

Όπως βλέπουμε από τις προδιαγραφές και τους ισχυρισμούς της SHOEI, το X-SPR Pro έχει αναβαθμιστεί στους τομείς που το X-Spirit III ήταν… τέλειο!

Αν όντως είναι πιο αεροδυναμικό, ήσυχο και άνετο θα το δούμε στην πράξη το επόμενο διάστημα και θα σας ενημερώσουμε καταλλήλως.