Δοκιμή Honda SH 150i Top Box: Επίκαιρο σημείο αναφοράς

Η τέχνη της ισορροπίας
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

22/2/2022

Πλήρως αναβαθμισμένο το 2020 και με αισθητικές επεμβάσεις για το 2022,  με νέα χρώματα Mat Pearl Cool White Sporty, Mat Rock Gray Sporty, Pearl Nightstar Black, Timeless Gray Metallic και Pearl Splendor Red το Honda SH 150i παραμένει για άλλη μια χρονιά το σημείο αναφοράς στην κατηγορία έχοντας ως βασικό του όπλο την “μαγική ισορροπία” της προσωπικότητάς του, όπως και το επίσης νέο μικρότερο μέλος SH 125i το οποίο μπορεί να οδηγηθεί με δίπλωμα αυτοκινήτου μετά την αλλαγή της σχετικής νομοθεσίας. Αυτή την “μαγεία” αποκρυπτογραφούμε στην δοκιμή του επί ελληνικού εδάφους στο τεύχος 610 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

 

Καλύτερο παντού!

 

Το SH 150i είναι αναμφίβολα ένα σημείο αναφοράς για τη κατηγορία του, όπως συμβαίνει με κάθε μέλος της οικογένειας SH. Για το 2020 ο στόχος είναι να γίνει ακόμη πιο… απρόσιτο για τον ανταγωνισμό, ανεβάζοντας τον πήχυ σε δυσθεώρητα ύψη!

 

Το έχουμε πει, και θα το ξαναπούμε. Το να προσπαθήσεις να βελτιώσεις ή να εξελίξεις ένα "πακέτο" που θεωρείται σημείο αναφοράς, είναι και δύσκολο, αλλά και επικίνδυνο. Δεν θέλει πολύ για να χαλάσει η "συνταγή", όσο καλές κι αν είναι οι προθέσεις. Όταν όμως το όνομά σου είναι Honda, τότε κατέχεις και την τέχνη και τον τρόπο για να αποφύγεις τις κακοτοπιές και τις παγίδες. Έχεις αναγάγει σε επιστήμη το να κάνεις το καλό καλύτερο και η έκβαση του αποτελέσματος μοιάζει με το χρονικό μιας προαναγγελθείσας επιτυχίας.

 

Δυναμική πολυτέλεια

Για να γίνει κάτι τέτοιο, προϋποθέτει πρώτα απ' όλα να έχεις ξεκάθαρο στο μυαλό το στόχο σου, εκεί που θέλεις να φτάσεις. Οι μηχανολόγοι και οι σχεδιαστές της Honda είχαν ήδη χαράξει τη ρότα τους για το νέο SH 150i: Περισσότερη δύναμη, περισσότερη ροπή, και καλύτερη κατανάλωση για τον κινητήρα. Αυξημένη πρακτικότητα, μεγαλύτερη άνεση σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμένο, αλλά κι ένα επιπλέον ηλεκτρονικό βοήθημα, θα ήταν το μπόνους για τη νέα γενιά. Ψιλοπράγματα δηλαδή…

Ξεκινώντας από τον σχεδιασμό, οι δύο άξονες που βασίστηκαν οι σχεδιαστές του, ήταν απαλές γραμμές και η στιβαρή εμφάνιση. Τα νέα πλαστικά κρατούν την οικογενειακή ταυτότητα αλλά δίνουν μια πιο δυναμική και σύγχρονη όψη, με τα LED φώτα ενσωματωμένα στην ποδιά που δημιουργούν νοητά το γράμμα "Η". Φυσικά το επίπεδο πάτωμα –εκ των ουκ άνευ για την οικογένεια των SH- έχει διατηρηθεί, καθώς αποτελεί ένα από τα πιο χρηστικά χαρακτηριστικά στοιχεία του, αλλά αυτό που δεν γίνεται αντιληπτό οπτικά από την πρώτη ματιά, είναι ο αυξημένος κατά 10 λίτρα αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα, ο οποίος φτάνει πλέον συνολικά τα 18 λίτρα. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να φιλοξενήσει ένα full face κράνος, ενώ διαθέτει και θύρα USB για φόρτιση του κινητού τηλεφώνου του αναβάτη.

Η θέση οδήγησης παραμένει ως μία από τις καλύτερες και πιο άνετες θέσεις στην κατηγορία των scooter και παρά την αλλαγή στον σχεδιασμό των πλαστικών, αλλά και του πλαισίου όπως θα δούμε παρακάτω, οι άνθρωποι της Honda κατάφεραν να διατηρήσουν τα εργονομικά χαρακτηριστικά της. Αντίστοιχα επίπεδα άνεσης και χώρου αντιστοιχούν και για τον συνεπιβάτη, με την σωστή απόσταση μεταξύ σέλας και των αναδιπλούμενων μαρσπιέ να του παρέχει ικανοποιητική στήριξη.

Το πίσω φωτιστικό σώμα είναι κι αυτό με τεχνολογία LED, ενώ διαφορετική –σε σχέση με την προηγούμενη γενιά- είναι και η LCD οθόνη που παρέχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται ο αναβάτης. Μάλιστα η πλοήγηση και η εναλλαγή στις ενδείξεις, γίνεται πλέον πανεύκολα μέσω ενός διακόπτη στα αριστερά χειριστήρια. Όπως το προηγούμενο SH έτσι και το μοντέλο του 2020 διαθέτει keyless τεχνολογία, με την λειτουργία "answer back" να μεταφέρεται επίσης αυτούσια, σε περίπτωση που δεν μπορείτε να ξεχωρίσετε ποιο απ' όλα τα παρκαρισμένα SH είναι το δικό σας και θέλετε να σας κάνει… νόημα με τα φλας για να πάτε κοντά του. Η φιλοσοφία του περιστροφικού κεντρικού διακόπτη δεν έχει αλλάξει, κάνοντας εξαιρετικά απλό τον χειρισμό του.

Τετραβάλβιδη… εποχή σε νέο πλαίσιο!

Ο μονοκύλινδρος υγρόψυκτος κινητήρας είναι σχεδιασμένος από την αρχή και δεν μια απλή εξέλιξη του προηγούμενου και είναι ο τετραβάλβιδος eSP+ που πέρα όλων των άλλων, κάνει συμβατό το SH 150i με τις Euro5 προδιαγραφές. Σε σύγκριση με τον διβάλβιδο κινητήρα που αντικαθιστά, ο νέος κινητήρας προσφέρει πιο ζωηρή επιτάχυνση και υψηλότερη τελική, ενώ βελτιώνει παράλληλα και τα επίπεδα της κατανάλωσης. Οι σαφώς πιο υπερτετράγωνες διαστάσεις του χαρίζουν μεγαλύτερη ευστροφία και η μέγιστη ιπποδύναμη των 16,6 ίππων (από 15 του προηγούμενου μοντέλου) αποδίδεται 250 στροφές πιο ψηλά (στις 8.500), ενώ η ροπή των 1,5 χιλιογραμμόμετρων (από 1,4kgm) κορυφώνεται 500 στροφές νωρίτερα. Παράλληλα, με τις πιο υπερτετράγωνες διαστάσεις που προτιμήθηκαν για να δημιουργηθεί και χώρος για τις τέσσερις βαλβίδες, έχει αυξηθεί και ο λόγος συμπίεσης, με τον συγκεκριμένο κινητήρα να αποτελεί υπόδειγμα συγκέντρωσης των μαζών. Το ψυγείο δεν είναι τοποθετημένο μπροστά από τον κινητήρα, αλλά είναι ουσιαστικά ενσωματωμένο πάνω του, δημιουργώντας έτσι ένα απλό και με μικρές διαστάσεις σύνολο.

Μία από τις σημαντικές προσθήκες είναι το HSTC (το traction control της Honda, που πλέον αναβαθμίζει σημαντικά τον ηλεκτρονικό του εξοπλισμό. Προφανώς δεν έχει προστεθεί για να τιθασεύσει την κτηνώδη ροπή του SH, αλλά αυξάνει δραματικά τα επίπεδα ασφάλειας κατά την οδήγηση στο βρεγμένο, ειδικά αν προσθέσετε στην εξίσωση και την ποιότητα της ελληνικής ασφάλτου μέσα στις μεγαλουπόλεις. Το Idling Stop έχει διατηρηθεί και στη νέα γενιά του SH 150i, με ακριβώς την ίδια φιλοσοφία κατασκευής του προηγούμενου μοντέλου, με την μίζα να παίζει και το ρόλο του βολάν.

Σε ό,τι αφορά το πλαίσιο, ο κύριος παράγοντας που επηρέασε τον επανασχεδιασμό του ήταν η αύξηση του αποθηκευτικού χώρου και του επιπέδου της άνεσης. Στο νέο SH150i το ρεζερβουάρ των 7 λίτρων είναι πλέον τοποθετημένο κάτω από το πάτωμα κι όχι κάτω από τη σέλα που βρισκόταν μέχρι τώρα, με αποτέλεσμα να αυξηθεί γενναία ο αποθηκευτικός χώρος. Το νέο πλαίσιο δίνει και μεγαλύτερο μεταξόνιο κατά 10mm, επηρεάζοντας θετικά την σταθερότητα του SH, ενώ η σέλα παρέμεινε στο εύκολα προσβάσιμο ύψος των 799 χιλιοστών.

Αλλαγή έγινε όμως τόσο στο μοχλικό του κινητήρα με το πλαίσιο όσο και στην γωνία τοποθέτησης των δύο αμορτισέρ, με αποτέλεσμα να γίνεται πολύ καλύτερο φιλτράρισμα των ανωμαλιών και των δυνάμεων στρέψης που ασκούνται στην πίσω ανάρτηση, παρά την μικρή σχετικά διαδρομή των 83 χιλιοστών.

Πολυτελής χρηστικότητα

Το πρώτο πράγμα που πραγματικά κλέβει τις εντυπώσεις όταν αντικρύζεις για πρώτη φόρα το SH 150i, είναι η ποιότητα κατασκευής. Όσο κι αν η Honda μας έχει συνηθίσει σε ένα υψηλό ποιοτικό επίπεδο, δεν μπορείς να μην εντυπωσιαστείς από την κατασκευή του μικρού SH. Τα πλαστικά, η συναρμογή τους, η πέρλα στην βαθιά βαφή το κάνουν να ξεχωρίζει από οποιοδήποτε άλλο σκούτερ της κατηγορίας. Από την στιγμή που θα κάτσεις στη σέλα του, νιώθεις αυτό το overdose ποιότητας να καλύπτει κάθε τετραγωνικό εκατοστό του κορμιού σου. Η θέση οδήγησης κινείται κι αυτή στα γνωστά υψηλά επίπεδα των προηγούμενων μοντέλων, με την εργονομία να παίζει βασικό ρόλο. Σωστές γωνίες, άνετη στάση σώματος και τα χειριστήρια με τους διακόπτες να βρίσκονται εκεί ακριβώς που πρέπει. Το επίπεδο πάτωμα –σήμα κατατεθέν των SH- μαζί με τον γάντζο στο πίσω μέρος της ποδιάς, είναι η "χρηστική σημαία" του μονοκύλινδρου σκούτερ. Ο χώρος κάτω από τη σέλα έχει μεν μεγαλώσει δραστικά, αλλά χωρά ένα full face κράνος, ενώ έχει δημιουργηθεί χώρος για ένα μικρό τσαντάκι ή τα αδιάβροχα του αναβάτη που σε συνδυασμό με το Top Case της συγκεκριμένης έκδοσης, αυξάνει ακόμη περισσότερο τις δυνατότητες φόρτωσης. Το SH 150i είναι από τα πιο ακριβά σκούτερ στην κατηγορία, αλλά και μόνο από την πολυτέλεια που ξεχειλίζει δικαιολογεί το μεγαλύτερο μέρος της διαφοράς του. Το μικρό ποσοστό που απομένει, αναλαμβάνει να το δικαιολογήσει η συμπεριφορά και η απόδοσή του.

Το πάτημα της μίζας σηματοδοτεί μία από τις ποιοτικότερες λειτουργίες σε κινητήρα σκούτερ, με ένα διακριτικό ήχο να απελευθερώνεται από το τελικό της εξάτμισης. Αυτό το χαρακτηριστικό και η παντελής απουσίας οποιασδήποτε υποψίας κραδασμού, άνετα θα μπορούσαν να πείσουν κάποιον ότι το SH 150i είναι… ηλεκτρικό! Ακόμη κι όταν περιστρέψεις το γκάζι, η εντύπωση αυτή παραμένει, χάρη στην εξαιρετικά γραμμική λειτουργία του eSP+ κινητήρα. Ο τετραβάλβιδος κινητήρας έχει προσθέσει μια μεστή ζωντάνια στις επιταχύνσεις και το πάντρεμα με την προοδευτικότητα στην απόδοση σε βάζει σε μια διαδικασία νιρβάνας. Δεν είναι τόσο η αύξηση σε απόλυτα νούμερα της δύναμης που κάνει εντύπωση, όσο το ότι το "χτίσιμο" της δύναμης στη χαμηλή και μεσαία μπάντα των στροφών, είναι όσο και όπως πρέπει. Το SH σου δίνει ό,τι ακριβώς χρειάζεσαι για να κινηθείς σβέλτα μέσα στο αστικό χάος, πολλά περισσότερα απ' όσα θα περίμενες από έναν κινητήρα σχεδόν 157 κυβικών μόνο. Ακόμη κι όταν βρεθείς σε κάποια ανοιχτή λεωφόρο η δύναμη ψηλά είναι αρκετή για να γράψει το ψηφιακό κοντέρ ταχύτητες πάνω από 120Km/h. Από πλευράς επιδόσεων, το SΗ 150i διαθέτει την ικανότητα να σου καθιστά περιττή την επιλογή μεγαλύτερων κυβισμών. Η λειτουργία idle stop παραμένει υποδειγματική με το συγκεκριμένο σύστημα της Honda να αποτελεί case study για τον ανταγωνισμό. Χωρίς καμία υστέρηση, χωρίς καμία απότομη αντίδραση, μόλις περιστρέψεις το γκάζι από σταματημένος και με τον κινητήρα σβηστό, ξεκινά κι επιταχύνει σαν να μην είχε σταματήσει να λειτουργεί ποτέ!

Κι αν ο κινητήρας είναι αυτός που "κλέβει" τα εύσημα, το πακέτο των αναρτήσεων και του πλαισίου είναι ο κρυφός άσος του SH. Η σφιχτή, αλλά ταυτόχρονα ποιοτική λειτουργία του πιρουνιού και των δύο αμορτισέρ, συνεργάζεται άριστα με το πλαίσιο για να σου μεταφέρουν μια συμπαγή και ενιαία αίσθηση, ανεξάρτητα από την ποιότητα της ασφάλτου που πατούν οι ρόδες του SH150i. Αυτό βέβαια ανέκαθεν αποτελούσε χαρακτηριστικό ολόκληρης της οικογένειας των SH, αλλά κάθε φορά που το βιώνουμε σε δοκιμή, αντιλαμβανόμαστε με τον καλύτερο τρόπο την σημαντική διαφορά μεταξύ μιας απλώς σφιχτής λειτουργίας των αναρτήσεων και των σωστά μελετημένων αποσβέσεων που εμπνέουν την εμπιστοσύνη που χρειάζεσαι. Μπορεί να αφαιρεί μερικούς πόντους από την άνεση, αλλά σε καμία περίπτωση δεν φτάνει στο σημείο να ταλαιπωρεί την σπονδυλική σου στήλη. Και επειδή για την Honda το "πολύ" δεν είναι ποτέ αρκετό, για να φτάσει το επίπεδο της ασφάλειας σε δυσθεώρητα ύψη για την κατηγορία, έχει προσθέσει και traction control στον ηλεκτρονικό εξοπλισμό, πέρα από το ABS. Θα μπει σπάνια σε λειτουργία και σε περιπτώσεις που θα το παρακάνει ο αναβάτης σε πολύ γλιστερό ή βρεγμένο δρόμο, αλλά ακόμη και τότε, θα επέμβει διακριτικά στο σωστό timing.

Με το SH 150i η Honda προτάσσει για άλλη μια φορά, μια άσκηση σχεδιαστική, κατασκευαστικής και ποιοτικής υπεροχής. Επιβεβαιώνει και πάλι ότι ανεξαρτήτως κατηγορίας, οι εκπτώσεις στην ποιότητα, στην φιλικότητα και στην λειτουργικότητα, είναι κάτι που δεν αφορούν την φιλοσοφία της Big-H…

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Honda SH 150i Top Box

Αντιπρόσωπος:

Αδελφοί Σαρακάκη Α.Ε.Β.Μ.Ε.

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.090

Ύψος (mm):

1.130

Μεταξόνιο (mm):

1.350

Απόσταση από το έδαφος (mm):

145

Ύψος σέλας (mm):

799

Ίχνος (mm):

85,2

Γωνία κάστερ (˚):

26

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

600

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

600

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

770

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

650

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

143

(χωρίς καύσιμο: 137,75)

Πίσω

61,9%

Εμπρός

38,1%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

6,6%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

730

Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):

134,1

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος με 1ΕΕΚ και 4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

60 x 55,5

Χωρητικότητα (cc):

156,9

Σχέση συμπίεσης:

12,0:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

16,6 / 8.500

Ροπή (kg.m/rpm):

1,5 / 6.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

105,8

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Αυτόματος φυγοκεντρικός

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

8,07

Πραγματικά

 

 

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Δύο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

83

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίων

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

16M/C x MT2.75

Ελαστικό:

120/80-16

ΦΡΕΝΟ

Δισκόφρενο με δικάναλο ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

89 / 33

Ρυθμίσεις:

Καμία

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

16M/C x MT2.50

Ελαστικό:

100/80-16

ΦΡΕΝΟ

Δισκόφρενο με δικάναλο ABS

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

 

Αυτονομία (km):

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

7 / -

     

 


 

Δοκιμή μεταχειρισμένου: Yamaha YZF-R6 ABS (2017)

Το τελευταίο τετρακύλινδρο Supersport της Yamaha που μπορούσε να βγάλει πινακίδα
Yamaha R6 minitest μεταχειρισμένου
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

19/12/2022

Του Μπάμπη Μέντη

Φωτό: Γιώργος Νιαουνάκης

To 2017 και μετά από πολλά χρόνια στασιμότητας, η Yamaha επανήλθε δυναμικά στην κατηγορία των supersport 600, κάνοντας μια γενναία και στοχευμένη αναβάθμιση στο R6. Αυτή έμελλε να είναι και η τελευταία τετρακύλινδρη Supersport πρόταση με δυνατότητα έκδοσης πινακίδας της ιαπωνικής εταιρείας.

Κάποτε τα supersport 600 ήταν μοτοσυκλέτες για όλες τις δουλειές. Μετά δημιουργήθηκε η κατηγορία SS 600 στο παγκόσμιο πρωτάθλημα WSBK με συνέπεια την εξειδίκευση και τον μονοδιάστατο χαρακτήρα. Έως το 2008 η κατηγορία αυτή ήταν η καλύτερη επιλογή για όποιους αγαπούσαν τα track days ή συμμετείχαν σε τοπικούς και εθνικούς αγώνες.

Όμως η “ηλεκτρονική επανάσταση” που έφεραν τα νέας γενιάς Superbike 1000, επανάσταση που τα έκανε πιο εύκολα, πιο ασφαλή και τελικώς πιο γρήγορα μέσα στην πίστα για όλους, έσπρωξε τα SS600 στο εμπορικό παρασκήνιο και τον μαρασμό. Όπου δεν υπάρχουν πελάτες, τα μεγάλα εργοστάσια δεν επενδύουν, και αυτό έγινε στην περίπτωσή μας, όπου επί μια δεκαετία (1998-2008) στην κατηγορία δεν άλλαξε ούτε βίδα. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθαν οι προδιαγραφές Euro 4 το 2017, και η πρόθεση της Dorna να καταργήσει τα SS600 από το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, δίνοντας τη χαριστική βολή. Οπότε ήταν τεράστια έκπληξη για όλους, που στην έκθεση της Κολωνίας το 17, η Yamaha πήγε κόντρα στην εμπορική λογική και παρουσίασε την τρίτη ουσιαστικά γενιά του R6. Μπορούμε να διαφωνούμε για ώρες σχετικά με το αν είναι καινούριο ή αναβαθμισμένο μοντέλο, όμως δεν έχει καμία σημασία.

Yamaha R6 2017

Εξωτερικά είναι εντελώς διαφορετικό από πριν και ίσως η πιο όμορφη σπορ μοτοσυκλέτα της Yamaha. Για κάποιους είναι πιο όμορφη κι από την R1! Η αλήθεια είναι ότι από πίσω και από το πλάι μοιάζουν ολόιδιες, αλλά στην πραγματικότητα όλα τα κομμάτια του φαίρινγκ είναι εντελώς διαφορετικά. Το 2017 η Yamaha υποστήριζε ότι το νέο R6 ήταν η πιο αεροδυναμική μοτοσυκλέτα που έχει φτιάξει ποτέ. Δεν κάναμε δικές μας δοκιμές σε αεροσήραγγα, αλλά μπορούμε να πούμε ότι στη μεγάλη πίσω ευθεία των Μεγάρων η αεροδυναμική κάλυψη ήταν φανταστική. Σκύβοντας πίσω από τη ζελατίνα επικρατεί απόλυτη ησυχία και δεν υπάρχει ίχνος στροβιλισμών, σε κανένα σημείο του σώματος. Νοιώθεις σαν να αποτελείς ενιαίο τμήμα της μοτοσυκλέτας και το R6 αποδεικνύει ότι η αεροδυναμική μπορεί να συνυπάρξει με την ομορφιά.

Yamaha R6

Η θέση οδήγησης έχει μικρές διαφορές στην εργονομία, αλλά θα τις αντιληφθεί μόνο όποιος έχει το παλιότερο μοντέλο. Ουσιαστικά η διαφορά είναι στη στενότερη και πιο επίπεδη σέλα. Εγώ που είχα μερικά χρόνια να ανέβω σε R6, μου φάνηκε ίδια με του προηγούμενου. Αυτό σημαίνει ότι εξακολουθεί να είναι άψογη για οδήγηση μέσα στην πίστα, με αρκετό χώρο για τα πόδια και εξίσου αρκετό χώρο για να μετακινείς ανεμπόδιστα το σώμα σου. Στα μεγάλα superbike δεν μου αρέσουν ιδιαίτερα οι ευρύχωρες θέσεις οδήγησης, διότι με 200 ίππους στον πίσω τροχό αναγκάζομαι να καταβάλω μεγάλη σωματική προσπάθεια στις εξόδους των στροφών για να κρατηθώ πάνω τους και το ίδιο ισχύει στα δυνατά φρένα από τις πολύ υψηλές ταχύτητες που καταφέρνουν να πιάσουν σε κάθε ευθεία. Αυτό μετά από μερικούς γύρους με κουράζει, ρίχνοντας τον ρυθμό και προκαλώντας οδηγικά λάθη. Όμως στα SS600 οι επιταχύνσεις είναι πιο ανθρώπινες και χρειάζεσαι την εύκολη μετακίνηση του σώματος πάνω τους, καθώς δεν τα οδηγείς σαν dragster και η μετατόπιση του βάρους πάνω τους είναι βασικό στοιχείο του τρόπου οδήγησής τους. Οι σημαντικές αλλαγές του νέου R6 βρίσκονται στο πιρούνι και τα φρένα, αλλά σίγουρα οι πιο “πιασάρικη” εμπορικά είναι η προσθήκη των ηλεκτρονικών βοηθημάτων.

Με 120 Hp, ηλεκτρονικά βοηθήματα και δυνατότητα έκδοσης πινακίδας

Yamaha R6 2017

Το R6 του 2007 ήταν η πρώτη μοτοσυκλέτα με ride by wire ψεκασμό και το 2017 έγινε η πρώτη μοτοσυκλέτα της κατηγορίας της που εκμεταλλεύτηκε αυτή την τεχνολογία για να αποκτήσει ένα ολοκληρωμένο σύστημα σύγχρονων ηλεκτρονικών βοηθημάτων. Το hardware του traction control δεν είναι τόσο προηγμένο όσο του R1, αφού δεν διαθέτει αισθητήρες επιτάχυνσης προς όλες τις κατευθύνσεις. Τα δεδομένα που παίρνει σε πραγματικό χρόνο είναι από την περιστροφή των τροχών, σε συνδυασμό με τις στροφές του κινητήρα και τη θέση του γκαζιού. Αυτά τα στοιχεία επεξεργάζονται μέσω αλγόριθμων και αναλόγως δίνεται ή όχι εντολή στην ECU να κόψει την παροχή ρεύματος στον κινητήρα. Με άλλα λόγια δεν έχουμε εδώ επέμβαση πρώτα στην τροφοδοσία και μετά στο ρεύμα όπως στα καινούρια superbikes. Παρ’ όλα αυτά μπορεί να ρυθμιστεί η ευαισθησία του σε έξι θέσεις (ουσιαστικά επιλέγεις το πρωτόκολλο των αλγόριθμων).

Επίσης, για μοτοσυκλέτα με ψεκασμό ride by wire προκαλεί εντύπωση που το quick shifter είναι παλαιού τύπου, μόνο για τα ανεβάσματα. Η αιτιολογία που δίνει η Yamaha για αυτή την επιλογή της είναι εντελώς παιδική. Λένε ότι είναι για θέμα ασφάλειας του αναβάτη (τυχαίο κατέβασμα!) και για λόγους μακροζωίας του κιβωτίου. Τίποτα από αυτά δεν ισχύει φυσικά και είναι απλώς θέμα κόστους. Πάντως το 2017 το R6 έγινε το μοναδικό ιαπωνικό 600 με quick-shifter στο βασικό εξοπλισμό του και ο σχεδιασμός του μοχλικού στο λεβιέ ταχυτήτων επιτρέπει να γυρίσεις “ανάποδα” το κιβώτιο, χωρίς επιπτώσεις στη λειτουργία του.

Yamaha R6

Ο κινητήρας εξακολουθεί να είναι από τους δυνατότερους στην κατηγορία του με 120 ονομαστικούς ίππους στον στρόφαλο, παρά το γεγονός ότι έχει τους περιορισμούς των προδιαγραφών Euro 4. Αυτό το κατάφεραν χρησιμοποιώντας νέας τεχνολογίας καταλύτες και εμπλουτίζοντας με οξυγόνο τα καυσαέρια στους αυλούς εξαγωγής. Η χαρτογράφηση της ηλεκτρονικής είναι επίσης νέα και έχει τρεις επιλογές (D-mode) για την απόκριση του γκαζιού, την STD, την πιο άμεση Α και την πιο ήπια Β. Στην πίστα των Μεγάρων η επιλογή Α ήταν μονόδρομος, αφού η ιδιαίτερη χάραξη της συγκεκριμένης πίστας απαιτεί άμεσες επιταχύνσεις στις εξόδους όλων των στροφών και δεν έχει ροή που θα χρειαζόταν κάποιου είδους έλεγχο του γκαζιού. Σε σύγκριση με το παρελθόν, ο κινητήρας του 2017 μοιάζει πιο πρόθυμος κάτω από τις 9.000 στροφές και δεν έχει εκείνη την εκνευριστική καθυστέρηση στην απόκριση του γκαζιού. Όμως το σκαλοπάτι απόδοσης στις 9.000 στροφές εξακολουθεί να υπάρχει και αν θέλεις να πας γρήγορα με αυτόν τον κινητήρα, τότε δεν πρέπει η βελόνα να δείχνει κάτω από αυτό το σημείο. Το καλό είναι ότι από τις 9.000 έως τις 16.000 (14.600 στην πραγματικότητα) που επεμβαίνει ο κόφτης, έχεις πάνω από 5.500 στροφές ισχυρής επιτάχυνσης. Οδηγήσαμε δύο διαφορετικά R6, το ένα εντελώς normal και το άλλο με πιο κοντή τελική μετάδοση και σλικ ελαστικά. Στην περίπτωση του νορμάλ χρειαζόταν να βάλω 1η στην Κ1 και στην “πλατεία”, καθώς η πρόσφυση των ελαστικών δρόμου δεν επέτρεπε να κουβαλήσω μεγάλη ταχύτητα μέσα στη στροφή, οπότε και οι στροφές του κινητήρα έπεφταν πολύ αν είχα δευτέρα. Αντίθετα στη μοτοσυκλέτα με τα σλικ και την πιο κοντή τελική μετάδοση μπορούσα να έχω 2α στις κλειστές στροφές και αξιοπρεπή επιτάχυνση στις εξόδους. Πάντως ο πρωταθλητής Αλέξης Παπαγεωργίου που μας έκανε την τιμή να είναι μαζί μας εκείνη την ημέρα και γύριζε κάτω από 1:07, μου είπε ότι στις ανοιχτές στροφές η 2α έσκαγε και έπρεπε να βάλει κούφια 3η και ότι το στάνταρ γρανάζι της νορμάλ μοτοσυκλέτας ταιριάζει καλύτερα σε αυτή την πίστα. Οπότε αν το γυρολόγιό σας είναι κάτω από 1:10 κρατήστε το νορμάλ γρανάζωμα. Μία άλλη σημαντική διαφορά που είχαν τα ελαστικά δρόμου (Dunlop 214) σε σχέση με τα slick (Dunlop επίσης) ήταν η επίπτωση στη λειτουργία του traction control, αλλά και στη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας στις στροφές, λόγω πρόσφυσης και διαφορετικής κορώνας. Τα ελαστικά δρόμου έκαναν τη μοτοσυκλέτα να πλαγιάζει πιο ήρεμα (και αργά) στις εισόδους των στροφών και έδιναν μια αίσθηση ομαλότητας, αλλά ταυτόχρονα πρόσθεταν βάρος στο τιμόνι. Επίσης μετά από τρεις γύρους εμφάνιζαν σημάδια υπερθέρμανσης, αναγκάζοντας το traction control να βάλει ένα χεράκι βοήθειας. Το αποτέλεσμα όλων αυτών των στοιχείων ήταν να οδηγείς το R6 σαν να ήταν ένα μεγάλο superbike, προσπαθώντας να είσαι όση λιγότερη ώρα γίνεται πλαγιασμένος μέσα στη στροφή. Μόνο που εδώ δεν έχεις τα κυβικά και τους 200 ίππους να σε βγάλουν από τη στροφή… Όμως με τα slick που έχουν επιθετική κορώνα και υψηλά επίπεδα πρόσφυσης, το R6 έδειχνε πολύ πιο πρόθυμο να πλαγιάσει στην είσοδο της στροφής και διατηρούσε την ταχύτητά του (οπότε και τις στροφές του κινητήρα) ψηλότερα.

Ohlins

Η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα (με τα slick ελαστικά) είχε επιπλέον αμορτισέρ της Ohlins και ένα τελικό τιτανίου της Akrapovic. Από τιτάνιο πάντως είναι και το στάνταρ τελικό. Το τελικό της Akrapovic κάνει λίγο περισσότερο θόρυβο αλλά δεν προσθέτει κάτι στην απόδοση του κινητήρα. Όσο για το αμορτισέρ της Ohlins, ήταν ρυθμισμένο για αναβάτη 80+ κιλών, οπότε μου έπεφτε κάπως σκληρό για τα δικά μου 67 κιλά. Το σκληρό αμορτισέρ φαινόταν κυρίως στα δυνατά φρεναρίσματα, όπου ο πίσω τροχός έχανε εύκολα την επαφή του με την άσφαλτο, αλλά και στο χούφτωμα του γκαζιού στην έξοδο της στροφή, όπου ακόμα και με τα slick εμφάνιζε ένα αρχικό γλίστρημα.

Το traction control που έχει το R6 δεν είναι τόσο προηγμένο όσο του R1 και βρίσκεται εκεί για να σε σώσει αν το παρακάνεις, όχι για να σε βοηθήσει να πας πιο γρήγορα. Έβγαλε τίμια το ψωμί του με τα ελαστικά δρόμου όταν υπερθερμαίνονταν, όμως με τα slick θα ήθελα να επεμβαίνει στην τροφοδοσία μειώνοντας την ταχύτητα ανόδου των στροφών και όχι στο ρεύμα, κόβοντας εντελώς την παροχή δύναμης. Για το τέλος άφησα τα φρένα, που ήταν το μεγάλο πρόβλημα στα προηγούμενα μοντέλα σε ότι αφορά τη δύναμη πέδησης.

R6

Για το 2017 το R6 απέκτησε τα φρένα της R1-S και μαζί τη δύναμη και το αρχικό δάγκωμα που χρειάζεσαι μέσα στην πίστα. Μαζί με το νέο 43mm upside down πιρούνι (αντί για 41mm) η αίσθηση και η αποτελεσματικότητα στο φρενάρισμα έφτασαν στο επίπεδο που άξιζε αυτή η μοτοσυκλέτα. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι το ABS δεν ρυθμίζεται και κυρίως δεν απενεργοποιείται! Αυτή είναι εντελώς λάθος επιλογή από μέρους της Yamaha. Λένε ότι έχουν ρυθμίσει το ABS να επεμβαίνει καθυστερημένα ώστε να μην ενοχλεί μέσα στην πίστα, όμως σε μια μοτοσυκλέτα που ο πίσω τροχός ελαφραίνει τόσο εύκολα στα δυνατά φρεναρίσματα, θα έπρεπε τουλάχιστον να υπάρχει δυνατότητα απενεργοποίησης για το πίσω φρένο. Ο λόγος φυσικά είναι το κόστος και ο προμηθευτής. Η Yamaha δεν συνεργάζεται πλήρως με την Bosch για την προμήθεια των ηλεκτρονικών και προτιμά να φτιάχνει τα δικά της, αγοράζοντας μόνο το hardware. Καθώς το κόστος του συστήματος της R1 είναι μεγάλο, εδώ έχουμε ουσιαστικά το hardware του ΜΤ-10 προσαρμοσμένο (όσο γίνεται…) για οδήγηση στην πίστα. Από την άλλη μεριά, η Yamaha παρουσίασε δίπλα στη μοτοσυκλέτα μια ολόκληρη σειρά αγωνιστικών εξαρτημάτων για το R6 με ιδιαίτερα προσιτές τιμές, ακόμα κι από ιδιώτες που θέλουν απλώς να κάνουν track day.

Ναι

Το τελευταίο Yamaha R6 που έβγαζε αριθμό κυκλοφορίας

Όχι

ABS που δεν απενεργοποιείται και πρωτόλεια ηλεκτρονικά

Γιατί

Άκρως αποτελεσματικό στην πίστα χωρίς να σου κόβει τα χέρια

Εύρος τιμών

Ψάξτε, ψάξτε… δεν θα το βρείτε. Ελάχιστα πωλήθηκαν -τα περισσότερα για αγωνιστική χρήση, που ήταν και η σωστή επιλογή για την αγορά τους- και αυτή τη στιγμή θα είστε τυχεροί αν βρείτε έστω και ένα μεταχειρισμένο να πωλείται. Εμείς δεν ήμασταν -υπάρχει όμως ακόμα καινούργιο Κ.Π. χωρίς τη δυνατότητα έκδοσης αριθμού κυκλοφορίας, για 14.500 ευρώ.

Τι πρέπει να προσέξετε

Τα κλασικά όσον αφορά σε μοτοσυκλέτα που προορίζεται για χρήση πίστας. Προσοχή σε σημάδια που υποδηλώνουν πτώση ή αγωνιστική χρήση.

r6
Το ρεζερβουάρ είναι αλουμινένιο και το πλαστικό κάλυμμα εμπρός του έχει τα βράγχια του M1
R6
Επιτέλους τα φρένα ήρθαν στο επίπεδο της υπόλοιπης μοτοσυκλέτας
r6
Το όνομα δεν αρκεί, αφού το Ohlins που είχε η μία από τις δύο μοτοσυκλέτες ήταν υπερβολικά σκληρό και μείωνε την πρόσφυση του πίσω τροχού

ΥΓ. Οι φωτογραφίες κίνησης είναι από βελτιωμένο R6.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           

Αντιπρόσωπος:

ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ Α.Ε.Ε.

Τιμή:

14.900 το 2017

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.040

Ύψος (mm):

1.150

Μεταξόνιο (mm):

1.375

Απόσταση από το έδαφος (mm):

130

Ύψος σέλας (mm):

850

Ίχνος (mm):

97

Γωνία κάστερ (˚):

24

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Δύο δοκών αλουμινίου

Πλάτος (mm):

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/190

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος σε σειρά με 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

67 x 42,5

Χωρητικότητα (cc):

599

Σχέση συμπίεσης:

13,1:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

120/14.500

Ροπή (kg.m/rpm):

6,3/10.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

200

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire με μεταβλητού μήκους αυλούς εισαγωγής

Σύστημα εξαγωγής:

4 - 2 – 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια/-

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / -

 

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

1,47

1,58

Πραγματικά

-

-

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

-

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς/συμπίεσης

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 x 17

Ελαστικό:

180/55-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 220mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Μονόχρωμη ψηφιακή οθόνη TFT με ενδείξεις για ταχύτητα, στροφές κινητήρα, σχέση ταχυτήτων, ρυθμίσεις απόκρισης γκαζιού σε τρεις θέσεις, ρυθμίσεις επέμβασης traction control σε 6 θέσεις με δυνατότητα απενεργοποίησης, quickshifter, δύο μερικοί χιλιομετρητές, ενδείξεις βενζίνης/ρεζέρβας

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι upside down

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

43/120

Ρυθμίσεις:

Πλήρως ρυθμιζόμενο

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 Χ 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 320mm με δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων και ABS