Δοκιμή ελαστικών Dunlop Meridian: Εξειδικευμένα για Ελλάδα

Ξεκλειδώνουν τον σπορ χαρακτήρα των On-Off
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/12/2022

Καμία μεγάλη εταιρεία ελαστικών δεν σχεδιάζει ένα καινούριο λάστιχο έχοντας στο μυαλό της τους ελληνικούς δρόμους ή τον τρόπο που οι Έλληνες χρησιμοποιούμε τις μοτοσυκλέτες μας.

Ούτε φυσικά η Dunlop έχασε τον χρόνο της για να δει τί στο καλό γίνεται στο μικρό γαλατικό χωρίο που αποκαλούμε Ελλάδα κατά την εξέλιξη των νέων Meridian. Όμως στην πράξη τα Meridian είναι κομμένα και ραμμένα για την πάρτη μας!

 

Στο μυαλό των μοτοσυκλετιστών, οι κατηγορίες των ελαστικών έχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές. Τα σπορ ελαστικά κρατάνε αλλά είναι μαλακά και τρώγονται, τα τουριστικά ελαστικά αντέχουν αλλά είναι σκληρά και γλιστράνε, τα “τρακτερωτά” είναι για χώμα κ.τ.λ.

Δυστυχώς, ή μάλλον ευτυχώς, τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Ειδικά αν μιλάμε για την ελληνική μοτοσυκλετιστική πραγματικότητα, τότε οι παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας κατά την επιλογή ενός νέου ζευγαριού ελαστικών για τη μοτοσυκλέτα μας, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με εκείνους που αφορούν έναν Ιταλό, έναν Ισπανό ή ακόμα χειρότερα έναν κεντροευρωπαίο μοτοσυκλετιστή.

Ζούμε σε μια – εντελώς - παράξενη χώρα και αντίστοιχα παράξενες είναι οι ανάγκες και οι απαιτήσεις μας. Την ίδια στιγμή, η τεχνολογία των ελαστικών έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια και το ίδιο συμβαίνει με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών, όπου τα ηλεκτρονικά βοηθήματα έχουν αναλάβει πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο και οι ιπποδυνάμεις έχουν εκτοξευτεί στα ουράνια. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, που το θέμα μας είναι ελαστικά για “On-Off” μοτοσυκλέτες, οι απαιτήσεις είναι πολύ υψηλού επιπέδου, τόσο από την μεριά του αναβάτη, όσο και από τη μεριά των ίδιων των μοτοσυκλετών.

 

Το νέο Meridian της Dunlop το οποίο σχεδιάστηκε ειδικά για τις σύγχρονες on-off μοτοσυκλέτες, όπου οι ιπποδυνάμεις ξεκινούν στη μεσαία κατηγορία από τους 60 ίππους στον τροχό και φτάνουν ή ακόμα και ξεπερνούν τους 140 στα θηρία των 1200+ κυβικών. Αντίστοιχα μεγάλο εύρος έχει και το πραγματικό βάρος τους, όπου τα 200 κιλά είναι η αφετηρία για τους μικρότερους κυβισμούς, ενώ η ζυγαριά μπορεί να δείξει πάνω από 400 κιλά αν βάλεις πάνω της ένα θηρίο με γεμάτο το ρεζερβουάρ των 25-30 λίτρων και δύο άτομα στη σέλα.

Γι' αυτό σκεφτήκαμε πολύ ποια μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιήσουμε για τη δοκιμή των Meridian, ώστε να έχουμε την καλύτερη δυνατή εικόνα για την συμπεριφορά τους.

Το νέο V-Strom 1050 XT ήταν η πιο κατάλληλη επιλογή, όχι μόνο γιατί φοράει την πιο κοινή διάσταση ελαστικών στην κατηγορία των οn-οff (110/80-19 εμπρός και 150/70-17 πίσω) αλλά και γιατί έχει συμβατικές και πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, που επιτρέπουν στον δοκιμαστή να διαχωρίσει τις πληροφορίες που παίρνει από τα ελαστικά στις χαμηλές ταχύτητες.

Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (π.χ. KTM 1290, Triumph Tiger 1200) και τα συστήματα ανάρτησης με αρθρώσεις (BMW R1250GS) θολώνουν την εικόνα στις χαμηλές και πολύ χαμηλές ταχύτητες, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να κολακεύουν ένα μέτριο ή κακό ελαστικό ή να υπονομεύουν τα πλεονεκτήματα κάποιου καλού ελαστικού (π.χ. άνεση ευελιξία κ.τ.λ.). Με το V-Strom 1050 τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει, γιατί δεν έχεις “παρεμβολές” ηλεκτρονικών ή μηχανικών συστημάτων.

Επίσης έχει ουδέτερο στήσιμο πλαισίου, οπότε μπορείς να δεις ξεκάθαρα πόσο επηρεάζεται η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας από τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του σκελετού των ελαστικών.

 

Πριν όμως πούμε εμείς τι κάνουν τα Meridian, καλό θα ήταν να δούμε τι λέει η Dunlop για αυτά τα ελαστικά. Όπως φαίνεται και με το μάτι κοιτώντας τη χάραξη, τα Meridian ανήκουν στη νέα γενιά ελαστικών για mega on-off όπου η βασική χρήση τους είναι η οδήγηση στην άσφαλτο. Σαφώς η κατασκευαστική δομή τους περιλαμβάνει και την οδήγηση στο χώμα, αλλά μόνο στον τομέα της αντοχής και όχι στον τομέα της πρόσφυσης.

Για να το πούμε πιο απλά, θα αντέξουν τις κροκάλες και τις φυτευτές πέτρες αν θέλεις να διανύσεις κάποια χιλιόμετρα χωματόδρομου στις διακοπές σου, αλλά δεν είναι για να πάρεις φόρα και να βουτήξεις στις λάσπες ή να διασχίσεις τη Σαχάρα. Η αντοχή, η χιλιομετρική απόδοση και η συνολικά ασφαλή συμπεριφορά σε μεταβλητές συνθήκες (καιρού ή πρόσφυσης) είναι οι βασικοί πυλώνες αυτού του τύπου ελαστικών ανεξαρτήτως εταιρείας. Η Dunlop από τη μεριά της μας υπόσχεται πως τα Meridian καλύπτουν όλες τις παραπάνω απαιτήσεις.

Σε επίπεδο τεχνολογίας είναι απόλυτα πειστική, καθώς έχουν όλες τις πατέντες και τις καινοτομίες που συναντάμε στα κορυφαία ελαστικά των superbike. Ο σκελετός αποτελείται από τρεις διαφορετικές ζώνες, ειδικά σχεδιασμένες για να ελέγχουν την παραμόρφωση του ελαστικού απ’ άκρη σε άκρη, διατηρώντας σταθερό το αποτύπωμα του ελαστικού πάνω στο δρόμο.

Η γόμα έχει διαφορετική χημική και μοριακή σύνθεση για το εμπρός ελαστικό και εντελώς διαφορετική για το πίσω. Εμπρός είναι ενιαίας σύνθεσης με πυρίτιο και black-carbon. Όπως ξέρουμε, το πυρίτιο προφέρει πολύ καλό και άμεσο κράτημα στο κρύο και τη βροχή, ενώ το black-carbon προφέρει σταθερό επίπεδο κρατήματος όταν η θερμοκρασία του ελαστικού ανέβει. Η αναλογία στη μείξη των δύο συστατικών και το επίπεδο ακαμψίας του σκελετού, καθορίζουν την ταχύτητα και το φάσμα της θερμοκρασίας λειτουργίας του ελαστικού.

Τα slick και τα ελαστικά για track day δεν έχουν καθόλου πυρίτιο, αλλά θέλουν κουβέρτες και καλό ζέσταμα για να φτάσουν στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας, ενώ τα ελαστικά πόλης και τα τουριστικά έχουν μεγάλη περιεκτικότητα πυριτίου για να δουλεύουν κρύα και να μην τρώγονται στα μακρινά ταξίδια, αλλά πέφτει απότομα η απόδοσή τους αν υπερθερμανθούν οδηγώντας μέσα σε πίστα με χαμηλές πιέσεις. Άρα η αναλογία που αναμειγνύονται αυτά τα δύο βασικά συστατικά της γόμμας, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το εύρος λειτουργίας του ελαστικού, αλλά δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας καθώς οι κατασκευαστές έχουν βρει και άλλες λύσεις για να διευρύνουν το φάσμα των δυνατοτήτων ενός ελαστικού.

Όπως για παράδειγμα το πίσω ελαστικό του Meridian, όπου η Dunlop χρησιμοποιεί δύο διαφορετικής σύνθεσης γόμες, με την κεντρική να εκτείνεται κάτω από την “μαλακότερη” πλαϊνή, έχοντας στόχο την ομοιόμορφη κατανομή των δυνάμεων που δέχεται ο σκελετός, αλλά και την αντίστοιχα ομοιόμορφη μεταφορά της θερμοκρασίας.

 

Ευελιξία και σπορ γονίδια

Εκείνο που αντιλαμβάνεσαι αμέσως κάνοντας τα πρώτα μέτρα, είναι η ελαφριά αίσθηση στο τιμόνι στους επιτόπιους ελιγμούς και στις χαμηλές ταχύτητες. Το V-Strom 1050 XT είναι ήδη ένα από τα πιο ελαφριά και εύκολα στους χειρισμούς mega on-off μέσα στην πόλη, οπότε ήταν ευχάριστη έκπληξη που τα Meridian βελτίωσαν ακόμα περισσότερο αυτόν τον τομέα. Η “σπορ” γεωμετρία του σκελετού και κυρίως η στιβαρότητά του, είναι η βασική αιτία. Το πέλμα δεν παραμορφώνεται υπερβολικά και το αποτύπωμά του πάνω στην άσφαλτο παραμένει σταθερό, οπότε σταθερή είναι και η αντίσταση από την στατική τριβή του πάνω στην άσφαλτο ή όταν η μοτοσυκλέτα κάνει ελιγμούς με πολύ χαμηλές ταχύτητες.

Το τιμόνι του V-Strom 1050 ήθελε ελάχιστη δύναμη από τα χέρια και ήταν πρόθυμο να αλλάξει αμέσως κατεύθυνση, δίνοντάς σου την αίσθηση πως έφυγαν 10 κιλά πάνω από τη μοτοσυκλέτα. Παρά την εμφανώς στιβαρή κατασκευή του σκελετού, η άνεση δεν επηρεάστηκε αρνητικά – τουλάχιστον όχι σε σημείο που να γίνεται ενοχλητική. Αναμενόμενα μεταφέρει περισσότερους κραδασμούς στα χέρια σε σύγκριση με τα κοινά on-off ελαστικά όταν περνάς με μικρές ταχύτητες πάνω από κοφτές ανωμαλίες και μπαλώματα. Όμως αυτό είναι ένα λογικό αντίτιμο που δίνεις για να πάρεις πίσω ως αντάλλαγμα περισσότερη αίσθηση και πληροφόρηση στα χέρια σου στη γρήγορη οδήγηση.

Πιέζοντας τη μοτοσυκλέτα στις εισόδους των στροφών, είτε μπαίνοντας με φόρα, είτε με trail-braking, έχεις καθαρή εικόνα για το επίπεδο πρόσφυσης και την κατάσταση του οδοστρώματος. Ο σκελετός δεν παρουσιάζει παραμορφώσεις, οπότε δεν “θολώνει” τις πληροφορίες που φτάνουν στα χέρια σου. Η αυξημένη ακαμψία του σκελετού έχει θετικό αντίκτυπο και στην αμεσότητα μεταφοράς των εντολών σου στο τιμόνι. Το V-Strom 1050 XT πλάγιαζε χωρίς αντίσταση και άλλαζε εμφανώς ταχύτερα πορεία από την μια μεριά στην άλλη στα στροφιλίκια. Η ακαμψία του σκελετού έδωσε το πλεονέκτημα στην Dunlop να επιτύχει πολύ καλή ευελιξία χωρίς να καταφύγει σε έναν ακραίο σχεδιασμό της γεωμετρίας της κορώνας του ελαστικού. Μετά την αρχική προθυμία να πλαγιάσει η μοτοσυκλέτα, ακολουθεί μια προοδευτική συμπεριφορά, όσο περισσότερο πλαγιάζεις προσεγγίζοντας την κορυφή της στροφής και δεν εμφανίζει “σκαλοπάτια”.

Άλλο ένα πλεονέκτημα του στιβαρού σκελετού των Meridian φαίνεται στα δυνατά φρεναρίσματα, όπου η μοτοσυκλέτα μένει στην πορεία της και δεν τραβάει το τιμόνι δεξιά-αριστερά. Εδώ όμως θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως το cornering ABS του V-Strom 1050 XT επεμβαίνει αρκετά νωρίς και αφήνει τα φρένα να πιέσουν στο όριο το εμπρός ελαστικό όταν γραπώνεις απότομα και με όλη σου τη δύναμη τη μανέτα του φρένου. Φυσικά δεν μπορείς να τα έχεις όλα δικά σου σε αυτή τη ζωή. Αναμενόμενα η επιπλέον ευελιξία και αμεσότητα στις χαμηλές και μεσαίες ταχύτητες (120-150km/h) που έδωσαν τα Meridian στο V-Strom 1050 XT, έκαναν πιο ελαφρύ το τιμόνι στις υψηλές ταχύτητες (πάνω από 160km/h).

Οι κινήσεις των χεριών σου έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στις ευθείες της εθνικής και θέλει να αντιμετωπίζεις με πιο ήρεμο τρόπο τις σφαλιάρες από τους πλάγιους ανέμους ή τις διαμήκεις ανωμαλίες του δρόμου.

 

Σημαντικός τομέας άνεσης στα ταξίδια είναι θόρυβος. Η κουβέντα περιορίζεται στους αεροδυναμικούς θορύβους από τη ζελατίνα και το κράνος ή τον κινητήρα και την εξάτμιση. Όμως αντίστοιχα σημαντική πηγή θορύβου είναι τα ίδια τα ελαστικά, ιδιαίτερα στην κατηγορία των on-off όπου συνηθίζεται η αραιή και βαθιά χάραξη του πέλματος. Στην περίπτωση του Meridian ο θόρυβος κύλισης σε όλες τις ταχύτητες ήταν ιδιαίτερα χαμηλός και η χροιά του δεν σου σπάει τα νεύρα.

Βέβαια όλα τα ελαστικά είναι πιο ήσυχα όταν είναι φρέσκα και αφράτα, αυξάνοντας τα επίπεδα θορύβου που παράγουν μετά τα 2.000-3.000 χιλιόμετρα, όταν η γόμμα αρχίζει να σκληραίνει σιγά-σιγά από τους θερμικούς κύκλους και να “τετραγωνίζει” ο σκελετός και η γόμμα στο κέντρο από το βάρος της μοτοσυκλέτας και την φθορά, αυξάνοντας το εμβαδόν του αποτυπώματος πάνω στην άσφαλτο.


ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΕΜΠΡΟΣ

100/90-19 57V

110/80-19 59V

120/70-17 60W

90/90-21 54W

 

ΠΙΣΩ

 

150/70-17 69V

170/60-17 72W

150/70-18 70W

 

 

Οδηγούμε Daytona by Zontes 350T2 – VIDEO στο OPEN TV

Δείτε την δοκιμή στην πλατφόρμα του OPEN

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

10/8/2022

Το δημοφιλές μικρό On-Off αναβαθμίζεται με τον νέο μονοκύλινδρο υψρόψυκτο κινητήρα των 348 κυβικών που αποδίζει 39,5 ίππους στις 9.500 στροφές και κινεί αυτή την νέα οικογένεια μοτοσυκλέτων  της Zontes.

Οι σχεδόν 40 ίπποι που αποδίδει κατατάσσουν το 350Τ2 στο άνω άκρο της κατηγορίας του και πολύ κοντά και στην επόμενη καθώς υπάρχουν σημαντικά βαρύτερα μοντέλα στα πεντακόσια κυβικά με μικρή διαφορά ιπποδύναμης.

Φυσικά το 350Τ2, όπως και κάθε μοτοσυκλέτα αλλά και σκούτερ της Zontes τώρα που υπάρχουν κι αυτά στην γκάμα, ξεχωρίζουν για τον υπερπλούσιο εξοπλισμό τους που και αυτός, πλησιάζει τα δεδομένα μεγαλύτερης κατηγορίας μοτοσυκλετών.

Κι αυτή την φορά αρκετά ψηλότερα καθώς ορισμένα από αυτά που προσφέρει στον βασικό εξοπλισμό δεν τα συναντάς στο πλαίσιο τιμής τους.

 

 

Υπάρχουν LED φώτα παντού και μάλιστα ο προβολέας έχει πολύ καλό εύρος για την δέσμη που δημιουργεί, με λίγες μόνο σκιάσεις εντός αυτής, όμως με την ζελατίνα κατεβασμένη δημιουργούνται αντανακλάσεις που φτάνουν στα μάτια του αναβάτη, κάτι το οποίο εξαλείφεται πλήρως σηκώνοντας την ζελατίνα με το κουμπί της, διότι παραδοσιακά για Zontes και δύσκολα να βρεις στην ευρύτερη κατηγορία, όχι μόνο στα μικρά κυβικά, η ζελατίνα ρυθμίζεται σε δύο θέσεις ηλεκτρικά.

Υπάρχουν και δύο θύρες USB περίεργα τοποθετημένες εμπρός αριστερά στο φαίρινγκ που αγκαλιάζει το εμπρός υποπλαίσιο αλλά είναι ταχείας φόρτισης κάτι που επίσης δύσκολα βρίσκεις γενικά σε όλη την κατηγορία Adventure, ενώ δεν απουσιάζουν και αισθητήρες TPMS που σου δείχνουν την κατάσταση των ελαστικών.

Όλα αυτά και πολλά περισσότερα ρυθμίζονται και επιτηρούνται από την έγχρωμη TFT οθόνη που δεν δημιουργεί αντανακλάσεις και παραμένει ευανάγνωστη παντού και πάντα. Εύκολη πλοήγηση στο μενού από τους διακόπτες στο τιμόνι και παραπάνω από πλήρεις οι ενδείξεις που προσφέρει ενώ έχει και ένα πολύ χαρακτηριστικό καλωσόρισμα όταν ξεκλειδώνεις με γραφικά τα οποία σίγουρα δεν θα αρέσουν σε όλους παρά σε συγκεκριμένη μερίδα του κοινού του.

Στο μεταξύ το κεντρικό κλείδωμα είναι ασύρματο ενώ με κουμπί ηλεκτρονικά ανοίγουν και όλα τα υπόλοιπα όσο το κλειδί παραμένει στην τσέπη ασφαλές. Αν έχετε δει ένα από τα sort-video που ανεβάσαμε στα κοινωνικά δίκτυα στην μέση του πουθενά με τον διακόπτη ανοικτό και τον κινητήρα σβηστό, θα θυμάστε την φράση πως: «το ασύρματο ξεκλείδωμα φαίνεται να δουλεύει καλά μόνο σε τέτοιες συνθήκες».

Επειδή έχουμε πολλές άσχημες εμπειρίες ψάχνοντας εναλλακτική λύση σε κάποιο βουνό, υπό βροχή μερικές φορές και μακριά από τον πολιτισμό, είναι αλήθεια πως σαν την αναλογική λειτουργία δεν υπάρχει πιο σίγουρο. Από εκεί και πέρα η Zontes λέει πως είμαστε στην 2.5 γενιά με προστασία από χαμηλή τάση και εγγυάται πως δεν θα έχετε πρόβλημα, ενώ σε γενικό βαθμό υπάρχει αξιοπιστία και στον προκάτοχο.

Αντίστοιχα τα λέμε και στο VIDEO μας στην πλατφόρμα του OPEN TV.

Το 350Τ2 είναι σταθερό ακόμη και στην τελική του που στο κοντέρ φτάνει τα 160 χιλιόμετρα ανά ώρα και σε φυσιολογικές ταχύτητες ταξιδιού δεν κλονίζεται ούτε και από δυνατό πλευρικό αέρα.

Έχει χώρο για δύο ενήλικες αναβάτες, αν και όσο πιο μικροκαμωμένος είναι ο συνεπιβάτης τόσο το καλύτερο, ενώ από τις σημαντικότερες βελτιώσεις της νέας γενιάς είναι οι αναβαθμισμένες αναρτήσεις με νέες ρυθμίσεις, προοδευτικότερο πιρούνι με διάμετρο 43χιλιοστών όπως και γραμμικότερη, ποιοτικότερη λειτουργία από το αμορτισέρ.

Το δικάναλο ABS αναλαμβάνει μία επώνυμη μονάδα της Bosch που κατευθύνει τα φρένα της J.Juan, μία εταιρεία που είναι θυγατρική της Brembo. Πρακτικά όλα αυτά μεταφράζονται σε σιγουριά κατά το φρενάρισμα χωρίς να υπάρχει ανάδραση στην μανέτα και απότομες αλλαγές στην πίεση, ενώ η έντονη χρήση δεν τα καταπονεί μεγαλώνοντας την διαδρομή της μανέτας.

Το 350Τ2 έχει δύο χαρτογραφήσεις την ECO και την Sport που αυτοπεριγράφονται ως προς το τι επιδιώκουν. Στην πράξη δεν υπάρχει έντονη διαφορά στην δύναμη που αντιλαμβάνεται ο αναβάτης αλλά μία ακόμη χαμηλότερη κατανάλωση κατά την λειτουργία Eco όπου η γκαζιέρα αποκρίνεται πιο ήπια. Η Eco λειτουργία αυτόματα συμπεριφέρεται όπως η Sport αν το γκάζι ανοίξει τέρμα και ξεπεράσει τις 7.000 στροφές.

 

 

Ο κόφτης επεμβαίνει και στην έκτη που σημαίνει πως μπορούν να αρχίσουν αλλαγές και με την τελική μετάδοση για όποιον σκεφτόταν κάτι τέτοιο ενώ ακόμη και στην πιο ενθουσιώδη οδήγηση ο κινητήρας δεν ξεπερνά τα 4,5 λίτρα ανά εκατό πράγμα που σημαίνει μεγάλη αυτονομία από το μεγάλο ρεζερβουάρ που εύκολα θα ξεπεράσει τα 450 χιλιόμετρα με υψηλό ρυθμό οδήγησης, ενώ μία μέση κατανάλωση μπορεί να χαρίσει ακόμη μεγαλύτερη αυτονομία!

Η τροφοδοσία ελέγχεται κι αυτή από μία επώνυμη μονάδα ECU καθώς πρεσβεύει εκεί το σήμα της Bosch και έτσι εξηγείται το γεγονός πως η απόκριση της γκαζιέρας είναι αρκετά ομαλή χωρίς πολλά ενοχλητικά ξεσπάσματα. Όπως δηλαδή θα περίμενε κανείς από έναν αποδοτικό μονοκύλινδρο ενώ λίγοι είναι και οι κραδασμοί που φτάνουν στον αναβάτη. Όχι ότι δεν υπάρχουν, εκεί βρίσκονται, απλά δεν γίνονται πολύ ενοχλητικοί.

Με την δοκιμή να ολοκληρώνεται τις ημέρες που υπήρχε ο μεγάλος φετινός καύσωνας, ήταν ευχής έργο που το 350Τ2 δεν ζεσταινόταν πολύ ενώ από την λειτουργία του βεντιλατέρ δεν φτάνει ζεστός αέρας και στον αναβάτη. Το γεγονός πως δεν ζεσταίνεται, όχι όμως επειδή το δείχνουν τα όργανα μιας και τελευταία έχουμε αρχίσει να βλέπουμε να μοντέλα που κλέβουν και εκεί.

Μέχρι τώρα είχαμε δει πολλά αλλά να μασκαρεύει ο δείκτης την ένδειξη θερμότητας για να είναι νόμιμος και ταυτόχρονα να μην τρομάζει τον αναβάτη που θα βλέπει +100 βαθμούς ήταν ένα καινούριο κόλπο. Εδώ λοιπόν δεν έχουμε ούτε λάθος ένδειξη ούτε και στην πράξη σε συνθήκες καύσωνα ανεβαίνει η θερμοκρασία και στην πιο έντονη χρήση. Κι αυτό είναι ένα πρώτο στοιχείο για την μακροζωία του που ενισχύεται με λεπτομέρειες όπως η εσωτερική αντισκουριακή επίστρωση του ρεζερβουάρ.

 

Οι ανάγκες του νέου κινητήρα απαίτησαν και αλλαγή στο φιλτροκούτι που αύξησε την χωρητικότητά του κατά 30% συγκριτικά με το 310.

Η σωστή απόκριση του γκαζιού και η σταθερή θερμοκρασία λειτουργίας είναι δύο από τα στοιχεία που πιο συχνά παραβλέπονται στις δοκιμές, όταν πρόκειται για κίνηση στο χώμα αλλά μπορούν να κάνουν την διαφορά. Φυσικά τον πρώτο λόγο εδώ έχουν οι αναρτήσεις που όμως μπορούν να τα βάλουν με τις πέτρες και τα νεροφαγώματα και να βοηθήσουν το 350Τ2 να συνεχίσει την πορεία του ακάθεκτο και αλώβητο.

Η ταχύτητα διέλευσης είναι πάντα ο μεγάλος παράγοντας που βελτιώνει ή δυσκολεύει τις μοτοσυκλέτες της κατηγορίας και το 350Τ2 φυσικά δεν ξεφεύγει από αυτόν τον κανόνα έχοντας ασφάλτινο προσανατολισμό στις αναρτήσεις του. Ειδικά πίσω η σύμπιεση και η επαναφορά είναι γρήγορες και μπορούν να κάνουν τον τροχό να χοροπηδήσει αλλά ταυτόχρονα είναι ακριβώς αυτό που θέλεις στην άσφαλτο.

Και αυτό είναι και το σωστό βέβαια καθώς έτσι ενισχύεται η ενεργητική ασφάλεια στην καθημερινή χρήση, και για το χώμα βασίζεσαι στις προοδευτικές του αποσβέσεις όταν έτσι κι αλλιώς η στόχευση είναι η διέλευση από έναν βατό χωματόδρομο και η εξερεύνηση χωρίς όμως να μπαίνουμε σε Enduro συνθήκες.

 

Δείτε τα υπόλοιπα στο VIDEO του MOTO στην πλατφόρμα του OPEN TV πατώντας στην παρακάτω εικόνα και σε αναμονή τη ακόμη πιο αναλυτικής περιγραφής της δοκιμής του στο περιοδικό MOTO.

To VIDEO παίζει είτε από την παρακάτω εικόνα, είτε από την τηλεόρασή σας, όταν συντονιστείται στην συχνότητα του OPEN TV και πατήσετε το ΜΠΛΕ ΚΟΥΜΠΙ:

Ετικέτες