Δοκιμή Daytona by Zontes 310 T2

Με στολή “Περιπέτειας” (MOTO τ. 617 2021)
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

9/12/2021

Η δοκιμή της… πιο “off-road” έκδοσης του δημοφιλούς Zontes T310, όπως δημοσιεύτηκε στο τεύχος Τ.617 του περιοδικού ΜΟΤΟ, όπου αναλύουμε με κάθε λεπτομέρεια αν οι διαφορές στους τροχούς και τον εξοπλισμό άλλαξαν την προσωπικότητά του:

 

Η “adventure” έκδοση T2 έρχεται για να ανανεώσει τη σχέση μας με τα δημοφιλή Daytona by Zontes 310, προβάλλοντας ένα “look” περιπέτειας καθώς κι αναβαθμισμένο εξοπλισμό

 

Όταν ήρθε στην Ελλάδα το Daytona (by Zontes) 310 Τ ανέστησε την κατηγορία των μικρών on-off και πολύ γρήγορα έγινε μία από τις πιο εμπορικές μοτοσυκλέτες στη χώρα μας. Με τιμή κάτω από 4.000€ απεγκλώβισε πολύ κόσμο από την αναγκαστική αγορά ενός scooter και τους έδωσε τη δυνατότητα να αποκτήσουν μια αληθινή και σύγχρονη τεχνολογικά μοτοσυκλέτα. Θα μπορούσαμε να πούμε πως το 310 Τ είναι από τις σημαντικότερες μοτοσυκλέτες που εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια στην ελληνική αγορά, ακριβώς διότι κατάφερε να επαναφέρει τις μικρο-μεσαίες μοτοσυκλέτες στο προσκήνιο.

Αντίστοιχα γρήγορα ξύπνησε και ο εγχώριος ανταγωνισμός, με αποτέλεσμα σήμερα να αυξάνονται διαρκώς οι επιλογές στο φάσμα τιμής μεταξύ 4.000-5000€. Οπότε ήταν απόλυτα λογικό η ελληνική αντιπροσωπεία της Zontes να απαντήσει άμεσα, εισάγοντας τις εκδόσεις Τ2 και Τ1 του 310. Όχι, το 310 Τ2 δεν είναι νέο μοντέλο που αντικαθιστά το 310Τ. Από την πρώτη μέρα αυτή η μοτοσυκλέτα είχε τρεις εκδόσεις εξοπλισμού, δηλαδή την βασική Τ, την Τ2 αυτού του τεστ και την Τ1 με το μονόμπρατσο ψαλίδι. Στην Ελλάδα είχε έρθει μόνο η φτηνότερη έκδοση Τ, πιθανόν διότι η ελληνική αντιπροσωπεία ήθελε να μπει στην αγορά με τιμή κάτω από τα 4.000€ (3.995€ για την ακρίβεια) και να δει εκ του ασφαλούς ποια θα είναι η ανταπόκριση του κοινού. Μην ξεχνάμε πως την Zontes δεν την ήξερε το ευρύ κοινό και αυτός είναι άλλωστε ένας από τους λόγους που η ελληνική αντιπροσωπεία έβαζε αυτοκόλλητα “Daytona by Zontes”, τα οποία δεν υπήρχαν πλέον σε αυτή τη μοτοσυκλέτα του τεστ. Και πολύ σωστά δεν υπάρχουν πια, αφού η Zontes κατάφερε πολύ γρήγορα να εδραιώσει το όνομά της ως αυτόνομη εταιρεία.

Μόνο εικόνα ή και ουσία;

Η Τ2 είναι η μεσαία έκδοση της γκάμας με βάση την τιμή, όμως ξεχωρίζει από την φτηνότερη Τ και την ακριβότερη Τ1 λόγω των μεγαλύτερης διαμέτρου τροχούς με τις tubeless ακτινωτές ζάντες. Φυσικά έχει και on-off ελαστικά που ολοκληρώνουν την “περιπετειώδη” εμφάνιση. Σε επίπεδο εξοπλισμού η T2 έχει επίσης τα έγχρωμα όργανα της ακριβότερης T1, αλλά και τα μικρότερα φρένα της φτηνότερης Τ. Φυσικά, όταν αλλάζεις μέγεθος στους τροχούς, ταυτόχρονα αλλάζεις και γεωμετρικά χαρακτηριστικά στη μοτοσυκλέτα. Έτσι η έκδοση T2 έχει εντελώς διαφορετική συμπεριφορά σε σχέση με τις άλλες δύο εκδόσεις που έχουν τροχούς 17” εμπρός πίσω. Με τον εμπρός τροχό της Τ2 να είναι στις 19” και χωρίς καμία αλλαγή στα υπόλοιπα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του ατσάλινου πλαισίου, η μοτοσυκλέτα έχει σηκωθεί αρκετά εμπρός. Όχι μόνο αυτό, αλλά ο μεγαλύτερος και βαρύτερος εμπρός τροχός με την αντίστοιχα μεγαλύτερη διάμετρο, έχουν “βαρύνει” αισθητά το τιμόνι σε όλες τις ταχύτητες και εξίσου έχουν επιβαρύνει τον τομέα της ευελιξίας, καθώς ο κύκλος επιτόπιας αναστροφής είναι μεγαλύτερος.

Η Zontes θα έπρεπε είτε να προσαρμόσει τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του πλαισίου για να ταιριάζουν με τους νέους τροχούς ή έστω να βάλει εμπρός τροχό 18” για να μην είναι τόσο έντονες οι επιπτώσεις στη συνολική γεωμετρία της μοτοσυκλέτας. Δεν το έκανε, οπότε με την απλή τοποθέτηση μεγαλύτερου 19” εμπρός τροχού σε ένα πλαίσιο που αρχικά είχε σχεδιαστεί για 17” η συμπεριφορά της έκδοσης Τ2 έχει αποκτήσει τις αναμενόμενες παραξενιές. Οι οποίες μεγεθύνονται από την λειτουργία των αναρτήσεων και κυρίως του πίσω αμορτισέρ. Το πιρούνι εμπρός έχει διαδρομή μόλις 110mm και από τα 46mm διαδρομής του πίσω αμορτισέρ έχεις μόνο το 1/3 στην διάθεσή σου. Όπως καταλάβατε από τα παραπάνω, απλώς είπαν να φτιάξουν μια έκδοση με μεγαλύτερους τροχούς και εκεί τελείωσε ολόκληρη η διαδικασία R&D. Έχουμε ξανά δει να συμβαίνει το ίδιο ακριβώς από άλλη εταιρεία και εισπράξαμε και αντίστοιχες «κυρώσεις», ακριβώς γιατί είμασταν οι μόνοι που τα γράψαμε.

Στις χαμηλές ταχύτητες της πόλης το τιμόνι έχει την τάση να θέλει να κλείσει προς τα μέσα όταν αρχίζεις να πλαγιάζεις και στις αλλαγές πορείας χρειάζεται περισσότερη δύναμη στα χέρια. Για να μην τα δραματοποιούμε τα πράγματα, αν καβαλήσεις το T2 μετά από παπί ή scooter θα σου φανεί superbike! Όμως σε σύγκριση με τις άλλες δύο εκδόσεις που έχουν τροχούς 17” ή τις υπόλοιπες μικρομεσαίες on-off, η Zontes έπρεπε να είχε επαναπροσδιορίσει όλα τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του πλαισίου. Αυτό δεν σημαίνει πως η έκδοση Τ2 έχει μόνο μειονεκτήματα. Ίσα-ίσα που η σταθερότητα μετά τα 100km/h είναι σαφώς ανώτερη από της βασικής έκδοσης “Τ”.

Το εντονότερο γυροσκοπικό φαινόμενο από τον μεγάλο και βαρύ εμπρός τροχό, η πιο αργή συνολικά γεωμετρία και η περιορισμένη κίνηση της πίσω ανάρτησης, κάνουν την έκδοση Τ2 να μένει ακλόνητη στην πορεία της στις ευθείες και την ίδια σιγουριά νοιώθεις στις παρατεταμένες στροφές. Επίσης με δεύτερο άτομο στη σέλα, η έκδοση Τ2 έχει σαφέστατα πιο σταθερή συμπεριφορά από την βασική “Τ”. Στα υπέρ της έκδοσης Τ2 είναι φυσικά και η νέα βάση της πινακίδας που ανέβηκε στην ουρά και έφυγε από το ψαλίδι, οπότε μειώθηκε στο ελάχιστο η πιθανότητα να σπάει, αφού τώρα δεν δέχεται αφιλτράριστους τους κραδασμούς από το ψαλίδι και φυσικά δεν είναι πλέον μη αναρτώμενο βάρος.

Το ερώτημα βέβαια είναι αν οι νέοι μεγάλοι τροχοί έδωσαν περισσότερες off-road δυνατότητες. Προφανώς όχι, αφού αυτή η αλλαγή δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχες αλλαγές στις αναρτήσεις και το πλαίσιο. Για μια αξιοπρεπή διάσχιση χωματόδρομου στις διακοπές σου είναι περισσότερο από ΟΚ. Για να του βάλεις off-road ελαστικά και να οδηγείς για μέρες όρθιος στα μαρσπιέ, δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα. Φυσικά και θα το κάνει αν πρέπει, όπως το έκανε η βασική έκδοση στο ταξίδι που πήγαμε έως την Ρουμανία, απλώς δεν είναι το δυνατό του σημείο όπως υπόσχεται η εμφάνισή του.

Γιατί αυτό;

Με την τιμή του Τ2 να είναι στα 4.495€  αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για να κάνεις αυστηρή κριτική. Η μοτοσυκλέτα έχει τα πάντα πάνω της, ακόμα και πράγματα που δεν βρίσκεις ούτε στα on-off των 20.000€. Η ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα για παράδειγμα, οι ηλεκτρομαγνητικές κλειδαριές για την τάπα της βενζίνης και την σέλα, αλλά και οι tubeless ζάντες με αισθητήρες πίεσης ελαστικών(!!!), είναι απλώς μερικά στοιχεία εξοπλισμού στην τεράστια λίστα που συνοδεύουν αυτή τη μοτοσυκλέτα. Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να κάνουμε στην έγχρωμη οθόνη TFT, που είναι μεν μικρότερη σε μέγεθος από την μονόχρωμη που είχε η βασική έκδοση, όμως είναι απείρως πιο ευκρινής, δεν επηρεάζεται από το φως του ήλιου και έχει Bluetooth και ειδική εφαρμογή για να χειρίζεσαι το κινητό σου, ενώ μάλιστα δουλεύει με Android ή iOS.

Στην καθημερινή ζωή, η έκδοση Τ2 είναι μια αξιοπρεπέστατη μικρο-μεσαία μοτοσυκλέτα με επαρκείς χώρους για δύο μεσαίου αναστήματος άτομα, εύκολη στην οδήγηση για τον περισσότερο κόσμο, με εντυπωσιακή εμφάνιση και επιδόσεις που σε προδιαθέτουν να πας ένα τριήμερο 300-400 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι σου. Ο μοντέρνος υγρόψυκτος κινητήρας προδιαγραφών Euro 5 βγάζει πάνω από 28 ίππους στον πίσω τροχό, που επαρκούν για να βγεις στις ευθείες των εθνικών οδών διατηρώντας με ευκολία ταχύτητες ταξιδιού μεταξύ 130-140km/h και αν χρειαστεί και δεν σε νοιάζει η κατανάλωση καυσίμου να ξεπεράσεις τα 150km/h.

Η τελική είναι λίγο πάνω από 160km/h στο ψηφιακό κοντέρ, αλλά δεν έρχεται εύκολα καθώς η απόδοση του κινητήρα αρχίσει να παρουσιάζει κάμψη στις πολύ υψηλές στροφές. Όπως όλες η μικρο-μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες, στο κέντρο της πόλης έχουν την μικρότερη κατανάλωση (αν δεν κάνεις κόντρες από φανάρι σε φανάρι) και στον ανοιχτό δρόμο εμφανίζουν την μέγιστη κατανάλωση, αφού ο κινητήρας πρέπει να δουλεύει σε υψηλές στροφές για να διατηρήσει υψηλές ταχύτητες. Οπότε με το τεράστιο ρεζερβουάρ των 19 λίτρων θα έχεις αυτονομία έως και 450 χιλιόμετρα (4,2lit/100km) αν πας από επαρχιακούς δρόμους, αλλά μπορεί να πέσει στα 350 χιλιόμετρα (5,3lit/100km) ίσως και λιγότερα με βάση τον σωματότυπο, αν πας τέρμα γκάζι στην εθνική.

Υπάρχει κουμπί ECO που ρυθμίζει το αβάνς έως τις 7.000 στροφές για μείωση της κατανάλωσης, αλλά πρακτικά δεν κάνει τίποτα σπουδαίο. Αναμενόμενο, αφού δεν υπάρχει ride by wire ψεκασμός για να ελέγξει αυτόνομα την πεταλούδα του γκαζιού, οπότε η ECU δεν έχει όλες τις δυνατότητες που χρειάζεται για να μεταβάλλει το μείγμα. Σε κάθε περίπτωση ο κινητήρας του Τ2 κάνει σωστά τη δουλειά του, ειδικά αν σκεφτείς πως έχει στην πλάτη του 197,5 κιλά (με γεμάτο το ρεζερβουάρ) συν το βάρος του αναβάτη. Στην πρώτη γενιά προδιαγραφών Euro 4, πολλοί ιδιοκτήτες άλλαζαν το εμπρός γρανάζι με ένα μεγαλύτερο ώστε να μακρύνουν την τελική σχέση μετάδοσης και να ρίξουν τις στροφές του κινητήρα στους ανοιχτούς δρόμους.

Στην Euro 5 έκδοση μάλλον δεν θα χρειαστεί να κάνει κάποιος κάτι τέτοιο, διότι τώρα φαίνεται πως όλες οι σχέσεις ταιριάζουν σωστά με την απόδοση του κινητήρα και η 6η δεν στέλνει τόσο εύκολα τις στροφές στον κόφτη. Αν πρέπει να αλλάξεις κάτι, τότε αυτό είναι τα τακάκια των φρένων, τα οποία έχουν μεν καλή αίσθηση και επαρκή δύναμη, αλλά στις μετρήσεις επιδόσεων που κάνουμε υπερθερμάνθηκαν μετά το δεύτερο δυνατό φρενάρισμα από τα 140km/h και έχασαν εντελώς την αποτελεσματικότητά τους. Πάντως το ABS της Bosch κάνει άριστα τη δουλειά όσο τα τακάκια παραμένουν μέσα στα όρια θερμοκρασίας λειτουργίας τους.

Συνεχίζει ως φαβορί

Η άφιξη της έκδοσης Τ2 εξακολουθεί να είναι η πιο πλούσια εξοπλισμένη μοτοσυκλέτα που μπορείς να βρεις σε αυτά τα χρήματα και όχι μόνο. Ταυτόχρονα, οι αλλαγές στα όργανα και στη βάση της πινακίδας έλυσαν τα δύο μειονεκτήματα που είχε η βασική έκδοση “Τ”. Σε ό,τι αφορά τους μεγαλύτερους “off-road” τροχούς, στην πραγματικότητα δεν έχουν βελτιώσει τις ικανότητες της μοτοσυκλέτας στο χώμα και περιορίζονται καθαρά στον αισθητικό τομέα. Κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό, αφού το βασικό πεδίο δράσης ήταν και παραμένει η άσφαλτος και με τα 19 λίτρα του ρεζερβουάρ μπορείς να πας πολύ μακριά. Τέλος, τα τέσσερα χρόνια εγγύησης της ελληνικής αντιπροσωπείας θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη σε αυτή την κατηγορία, όπου για τον υποψήφιο αγοραστή το κάθε ευρώ έχει διπλάσια αξία.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                                                          Daytona Τ 310

Αντιπρόσωπος:

ΓΚΟΡΓΚΟΛΗΣ Α.Ε.

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.080

Ύψος (mm):

1.320

Μεταξόνιο (mm):

1.400

Απόσταση από το έδαφος (mm):

168

Ύψος σέλας (mm):

820

Ίχνος (mm):

-

Γωνία κάστερ (˚):

25

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

700

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

500

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

900

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

430

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

197,5kg

(χωρίς καύσιμο: 183kg )

Πίσω

50,6%

Εμπρός

49,4%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+2,3%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό και ενεργό μέλος του συστήματος ψύξης λαδιών

Πλάτος (mm):

850

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

/193

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος με 2ΕΕΚ και 4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

80 x 62

Χωρητικότητα (cc):

312

Σχέση συμπίεσης:

12,5:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

35,4/9.500

Ροπή (kg.m/rpm):

3,05/7.000

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

112

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός της Bosch

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 2

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, μονοδρομος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια/-

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα/3,000 (42/14)

 

Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

1η

2,909

2α

1,933

3η

1,400

4η

1,182

5η

1,000

6η

0,846

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

Έλεγχος κάθε 6.000

Αλλαγή λαδιού (km):

Στα πρώτα 1.000 και κάθε 3.000

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

1,7/1,6

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

Χάρτινο/ Στα πρώτα 1.000 και κάθε 3.000

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

2,62

21,41

0-100

8,61

153,22

0-150

32,6

1058

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

16,23

128,17

0-1.000

31,82

143,05

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

14,2

565

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

6,5/117,69

8,5/125,3

7,57/128,94

80-120

8,87/253,44

9,53/263,68

9,28/265,09

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,99

72

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

5,45

Πραγματικά

6,8

7,36

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

46 (αμορτισέρ)

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5 x 17

Ελαστικό:

160/60-17

ΦΡΕΝΟ

Ένας δίσκος 230mm με δαγκάνα ενός εμβόλου με ABS της Bosch

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Έγχρωμη οθόνη TFT με bleutooth και ενδείξεις για ταχύτητα/στροφές/ώρα/μέση κατανάλωση/αυτονομία/επιλεγμένη σχέση/μερικό και ολικό χιλιομετρητή/ θερμοκρασία υγρού/ στάθμη καυσίμου. Ενδεικτικές λυχνίες για φλας/μεγάλη σκάλα φωτών/ρεζέρβα/έλεγχο κινητήρα/μπαταρία. Δύο Riding mode, μονάδα ABS 9.1Μ της Bosch, τεχνολογία LED και led φώτα ημέρας, 2 θύρες USB, keyless τεχνολογία, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, ρυθμιζόμενες μανέτες, ηλεκτρομαγνητική κλειδαριά.

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ανεστραμμένο πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

110/37

Ρυθμίσεις:

-

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 x 17

Ελαστικό:

110/70-17

ΦΡΕΝΟ

Ένας δίσκος 260mm με δαγκάνα δύο εμβόλων με απενεργοποιήσιμο ABS της Bosch

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

26,8/9.600

Ροπή (kg.m/rpm):

2,32/7.500

 

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ

Κόφτης:

10.000

Μέγιστη ισχύς:

9.100

 

 

1η

45

2α

68

3η

93

4η

111

5η

131

6η

154

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

4,9

Ελάχιστη

3,8

Μέγιστη

5,8

Αυτονομία (km):

387

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

19/-

         


 


 

BMW M 1000 RR Competition και M 1000 R Competition 2024 - Τις οδηγούμε στις Σέρρες

Με διαστημική αεροδυναμική και υλικά
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

29/9/2023

Έως το 2021 η BMW Motorrad χρησιμοποιούσε τα γράμματα “HP” (High Performance) για τις μοτοσυκλέτες και τα εξαρτήματα που σχεδίαζε το αγωνιστικό τμήμα της. Οι πρώτες μοτοσυκλέτες “HP2” χρησιμοποιούσαν το αερόψυκτο boxer των 1200 κυβικών του R1200GS του 2005, με διαφορετικούς εκκεντροφόρους και τροφοδοσία, ξεπερνώντας τους 110 ονομαστικούς ίππους. Αυτοί οι κινητήρες χρησιμοποιήθηκαν αργότερα σε όλα τα μοντέλα με τον αερόψυκτο boxer κινητήρα, έως την εμφάνιση του υγρόψυκτου. Λίγα χρόνια αργότερα, η BMW παρουσίασε την HP4, την πρώτη και μοναδική έως σήμερα μοτοσυκλέτα παραγωγής (έστω και περιορισμένης) με carbon πλαίσιο. Έκτοτε, τα γράμματα “HP” αφορούσαν τα αξεσουάρ, τα εξαρτήματα και κάποια σπορ πακέτα εξοπλισμού για τις μοτοσυκλέτες της γερμανικής εταιρείας, χάνοντας την αίγλη που είχαν οι μοτοσυκλέτες HP2/HP4 ως μοναδικά δημιουργήματα.

Όμως από το 2022 με την παρουσίαση της M1000RR, η BMW επαναπροσδιορίζει τη θέση του αγωνιστικού της τμήματος, δίνοντάς του ξανά έναν πιο ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη των μοντέλων της.

2

Το γράμμα “M” (Motosport) προέρχεται από το αγωνιστικό τμήμα των αυτοκινήτων της BMW και εμφανίστηκε πρώτη φορά στο αυτοκίνητο Μ1 το 1972, που σχεδιάστηκε για αγώνες GT και πρωταθλήματα ενιαίου τύπου. Ο εξακύλινδρος εν σειρά κινητήρας του ήταν αποκλειστικά σχεδιασμένος από το αγωνιστικό τμήμα της γερμανικής εταιρείας και η έκδοση παραγωγής του αυτοκινήτου κατασκευαζόταν στο εργοστάσιο της Lamborgini στην Ιταλία. Στο ευρύ κοινό, το γράμμα “M” απέκτησε μυθικές διαστάσεις το 1984 όταν παρουσιάστηκε η πρώτη M3, που ήταν ειδικά σχεδιασμένη για το γερμανικό πρωτάθλημα τουρισμού DTM και ακολούθησε η M5 που τρόμαζε τις Porsche στις γερμανικές Autobahn.

Έκτοτε το γράμμα “M” θα το βρεις στις πιο σπορ και πιο ισχυρές εκδόσεις αυτοκινήτων στη γκάμα της BMW, με ειδικά σχεδιασμένους κινητήρες που δεν βρίσκεις σε κανένα άλλο μοντέλο της.

Το ίδιο πλέον ισχύει και για τις μοτοσυκλέτες, με τα μοντέλα M1000RR και M1000R να είναι τα πρώτα δείγματα, ενώ ήδη έχουν ετοιμάσει το M 1000 XR και θα έρθει σίγουρα M 1300 GS, αλλά και M 900 GS/XR/R με “πειραγμένους” boxer και δικύλινδρους εν σειρά κινητήρες.

Πέρα όμως από τις εκδόσεις “M”, επιλεκτικά θα υπάρξουν και εκδόσεις “M Competition”, που στα αυτοκίνητα αφορούν ειδικά μοντέλα “M” σχεδιασμένα για Trackday και το ίδιο ισχύει μέχρι στιγμής για της μοτοσυκλέτες.

Στις Σέρρες βρεθήκαμε για να πάρουμε μια πρώτη γεύση από τις κορυφαίες εκδόσεις M 1000 RR Competition και M 1000 R Competition, στα πλαίσιο της πανελλήνιας παρουσίασης αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών “M”.

Παρά τον περιορισμένο χρόνο που είχαμε στη διάθεσή μας λόγω της παρουσίας και των αυτοκινήτων μέσα στην πίστα, δεν ήταν τόσο δύσκολο να πάρεις μια ιδέα για την προσωπικότητα των δύο μοτοσυκλετών και τις διαφορές που έχουν από τα S 1000 RR και S 1000 R.

4

Θα ξεκινήσουμε από το M 1000 RR Competition, όχι μόνο γιατί η εμφάνισή του είναι από ταινία επιστημονικής φαντασίας, αλλά και γιατί έχει την πιο μεγάλη διαφορά από τις S 1000 RR και M1000RR.

Όλη αυτή η carbon πανοπλία που φοράει δεν είναι για να εντυπωσιάζει στις καφετέριες, αν και μπορεί να το κάνει και αυτό με απόλυτη επιτυχία!

Ό,τι φτερό και αεροτομή βλέπετε πάνω του είναι μελετημένο σε επίπεδο αεροδυναμικής Formula 1. Κι αυτό το αποδεικνύουν με εμφατικό τρόπο οι αριθμοί, όπου έχουμε 22,6 κιλά κάθετης δύναμης στα 300km/h ενώ την ίδια στιγμή μειώνουν την αεροδυναμική αντίσταση, ανεβάζοντας την τελική ταχύτητα στα 314km/h από 306km/h που έχει το “απλό” M 1000 RR.

Συνήθως τα φτερά που αυξάνουν το downforce δημιουργούν και μεγαλύτερη αεροδυναμική αντίσταση, μειώνοντας την τελική. Εδώ έχουμε ταυτόχρονη αύξηση του downforce και μείωση της αεροδυναμικής αντίστασης! Μάλιστα η BMW λέει πως το M1000RR χωρίς τα φτερά του Competition Pack θα χρειαζόταν να έχει 10 ίππους περισσότερους για φτάσει τα 314km/h.

6

Βλέπουμε δηλαδή πως η πρόοδος στην αεροδυναμική δεν βελτιώνει μόνο τη συμπεριφορά μιας μοτοσυκλέτας, αλλά ταυτόχρονα βελτιώνει και τις επιδόσεις της χωρίς να χρειάζεται να βγάλει περισσότερους ίππους ο κινητήρας της. Αν φυσικά τα έχεις σχεδιάσει όλα σωστά… Ακόμα και τα carbon καλύμματα στα φρένα μειώνουν την θερμοκρασία τους κατά 10⁰ όταν φρενάρεις από ταχύτητες άνω των 200km/h.  

Βέβαια ο κινητήρας της M1000RR έχει θεμελιώδεις διαφορές σε σχέση με τον κινητήρα της S1000RR. Η πιο εντυπωσιακή (και πανάκριβη) είναι οι μπιέλες τιτανίου της Pankl. Ακολουθούν το ελαφρύτερο κατά 220 γραμμάρια ψαλίδι, το built-in σύστημα GPS για καταγραφή δεδομένων μέσα στην πίστα και η νέα αλυσίδα της Regina που ονομάζεται M Endurance και έχει λιγότερη ανάγκη για λίπανση.

Εννοείται πως το Competition Pack περιλαμβάνει δεκάδες εξαρτήματα από ενιαία κομμάτια αλουμινίου σκαλισμένα σε CNC, όπως είναι οι μανέτες, τα μαρσπιέ, οι λεβιέδες και πολλές βάσεις. Επίσης η πλεξούδα είναι διαφορετική, ώστε να αποσυνδέονται εύκολα τα φώτα και τα φλας χωρίς να “τρελαίνεται” το σύστημα Can Bus και φυσικά είναι έτοιμη να συνδεθεί με τα αγωνιστικά ηλεκτρονικά.

 

Για αγωνιστική χρήση η BMW προσφέρει τα ακόλουθα:

  Kit motors (type 5 -7) (είναι ολόκληροι blueprint κινητήρες)

- Kit electronics (STK & SBK)

- Race exhaust system

- Tank-seat configuration

- Race body kit

  

Μάλιστα όλα αυτά μπορείς να τα παραγγείλεις από το τοπικό κατάστημα της γειτονιάς σου και δεν χρειάζεται να έχεις “γνωστούς” στην εργοστασιακή ομάδα της BMW για να τα προμηθευτείς.   

Μπαίνοντας στην πίστα με M1000RR Competition αισθάνεσαι αμέσως πως αυτή η μοτοσυκλέτα έχει σχεδιαστεί για να έχει φιλικές σχέσεις με τα χρονόμετρα. Η παραδοσιακή φιλικότητα των S 1000 RR παραμένει, όμως εδώ τα πράγματα έχουν πολύ πιο απόλυτο χαρακτήρα. Ειδικά στους αργούς γύρους για ζέσταμα, το M 1000 RR Competition σου φωνάζει να ανοίξεις το γκάζι και να πάρεις φόρα. Η θέση οδήγησης μεταφέρει περισσότερο βάρος στον εμπρός τροχό και το ίδιο κάνουν τα αεροδυναμικά βοηθήματα, επιβάλλοντας ένα στιλ οδήγησης που απαιτεί το γκάζι να είναι σταθερά ανοιχτό.

11

Ο κινητήρας σε παρακαλεί να κρατάς τις στροφές πάνω από τις 11.000 και οι συμβατικές αναρτήσεις (επιβάλλονται από τους κανονισμούς του WSBK) χρειάζονται πίεση για να δείξουν τις δυνατότητές τους. Τα φρένα και τα ηλεκτρονικά χασμουριούνται από βαρεμάρα μέχρι να πάρεις πραγματικά φόρα και γενικά όλη η μοτοσυκλέτα δυσανασχετεί και δεν έχει την υπομονή που έχει η S 1000 RR με όσους ψάχνουν τον βηματισμό τους μέσα στην πίστα. Μόλις όμως αρχίσεις να στύβεις το γκάζι, αρχίζει να ηρεμεί, όπως αρμόζει σε μια μοτοσυκλέτα υπερεπιδόσεων που έχει σχεδιαστεί για να την πιέζεις στα όριά της.

7

Η αλλαγή σέλας από την “καθαρόαιμη” M 1000 RR Competition στην γυμνή M1000R Competition, χρειάζεται ολοκληρωτικό reset του μυαλού σου. Μπορεί η μόνη διαφορά τους στα χαρτιά να είναι η απουσία φαίρινγκ και η εργονομία της θέσης οδήγησης, όμως στην πράξη το M1000R Competition έχει τεράστια διαφορά, τόσο από την superbike αδερφή της, όσο και από την S 1000 R στην οποία βασίζεται. Ήδη από τον πρώτο γύρο καταλαβαίνεις πως έχει σχεδιαστεί για πίστα, αλλά όχι για να σπάσει τα χρονόμετρα. Είναι πολύ πιο hardcore και άμεση στις αντιδράσεις της από την S 1000 R, αλλά ταυτόχρονα δεν συγχωρεί λάθη, ούτε συμπαθεί τους τεμπέληδες αναβάτες που ζητάνε από την μοτοσυκλέτα τους να κάνει εκείνη τον χρόνο για πάρτη τους. Εδώ θα πρέπει να κοπιάσεις για να δεις το αποτέλεσμα και κυρίως θα πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος από το πρώτο δευτερόλεπτο. Πρόκειται για μια έκδοση που ακολουθεί το πνεύμα των καιρών, το οποίο θέλει τα Streetfighter να είναι θηρία μέσα στην πίστα και να χορταίνει ο αναβάτης τους με ωμή βία.    

Στο μόνο που μοιάζει με την M 1000 RR Competition είναι στον εξοπλισμό, με τα εντυπωσιακά αεροδυναμικά φτερά και επιπλέον έχει ζάντες carbon, ημί-ενεργητικές αναρτήσεις και σύστημα key-less.

9

 

Ετικέτες