Οδηγούμε τα νέα Yamaha Tracer 9 / GT 2021!

Ολικός επαναπροσδιορισμός
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/3/2021

Η Yamaha επέλεξε το 2021 ως τη χρονιά που θα επαναπροσδιόριζε τον τρικύλινδρο εν σειρά κινητήρα της, τον περίφημο CP3, τον κινητήρα που έδωσε νέα πνοή στην κατηγορία των Naked με την οικογένεια των ΜΤ και που έθεσε εκ νέου τα στάνταρ σ' αυτό που ονομάζουμε σήμερα sport touring.

Το Tracer, από τότε που πρωτοεμφανίστηκε, είχε ως γνώμονα ακριβώς αυτό: να δώσει έναν νέα προσδιορισμό στο τι εστί ένα σύγχρονο, μεσαίου κυβισμού, sport touring. Το είχε επιχειρήσει στο παρελθόν –με απόλυτη επιτυχία- το TDM, κι αυτό ίσως έκανε ακόμη πιο δύσκολο το έργο του μεγάλου τρικύλινδρου. Παρόλα αυτά, όπως έδειξε η Ιστορία και η εμπορική πορεία των Tracer από το 2015 που μπήκαν στον παγκόσμιο χάρτη των πωλήσεων, υπηρέτησαν επιτυχώς τον στόχο τους.

Ο δρόμος, βέβαια, δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα και η Yamaha δέχτηκε κριτική σε πολύ συγκεκριμένους τομείς, όπως ήταν η απότομη απόκριση και η σταθερότητα, δύο βασικά χαρακτηριστικά για την συγκεκριμένη κατηγορία. Η Yamaha όμως έδειξε επίσης ότι αφενός ξέρει να ακούει και αφετέρου έχει γρήγορα αντανακλαστικά, δίνοντας αυτό που έλειπε στην δεύτερη γενιά των Tracer 900, το 2018.

Η εποχή όμως που ζούμε κινείται περισσότερο σε ρυθμούς… sport και λιγότερο touring, πράγμα που σημαίνει ότι οι εξελίξεις τρέχουν κι ο ανταγωνισμός αναβαθμίζεται με αστραπιαία ταχύτητα. Τα Tracer δεν έπαιζαν πλέον σε μία κατηγορία μόνα τους, αλλά είχαν να αντιμετωπίσουν πλήρως τεχνολογικά εξοπλισμένους που έδειχναν μα έχουν καβαλήσει με φόρα το τρένο της εξέλιξης. Ευτυχώς –για άλλη μια φορά- για την Yamaha, οι άνθρωποι που επιλέγουν να χαράξουν την νέα κατεύθυνση, αφουγκράστηκαν σωστά αυτό που περίμενε ο κόσμος από αυτούς, και προχώρησαν σε αλλαγές ουσίας κι όχι απλώς εντυπωσιασμού για την τρίτη γενιά των Tracer, τα νέα Tracer 9 και Tracer 9 GT.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι έγινε ένα σχεδόν ολοκληρωτικό rebuild στην μοτοσυκλέτα. Ο κινητήρας έχει παραπάνω κυβικά φτάνοντας τα 889cc (42 κυβικά περισσότερα που προέκυψαν από την αύξηση της διαδρομής του στροφάλου κατά 3mm), και αποδίδει 6% παραπάνω ροπή στις μεσαίες αλλά και 3% παραπάνω ισχύ (μέγιστη τιμή οι 119 ίπποι στις 10.000 στροφές). Η αδράνεια του στροφάλου αυξήθηκε κι αυτή κατά 15%, προκειμένου να ενισχυθελί η ροπή στις χαμηλομεσαίες στροφές, ενώ αλλαγές έγιναν τόσο στην τοποθέτηση των μπεκ για πιο αποδοτική καύση, όσο και στο κιβώτιο, με στόχο την πιο "γλυκιά" λειτουργία. Για να συμβαδίζει μάλιστα το κιβώτιο με τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας, αλλά και με τα νέα χαρακτηριστικά της απόδοσης, η πρώτη και η δεύτερη σχέση έγιναν πιο μακριές σε γρανάζωμα. Επιπλέον, η εξαγωγή, αλλά και το σύστημα εξαγωγής του Tracer 9 επανασχεδιάστηκε, πάντα με στόχο την αυξημένη ροπή στις μεσαίες, γλιτώνοντας ταυτόχρονα και βάρος.

Αλλαγές –και μάλιστα σημαντικές- είχαμε και στο πλαίσιο, καθώς η εξέλιξη στη μέθοδο χύτευσης της Yamaha επέτρεψε την δημιουργία ενός ελαφρύτερου αλλά με αυξημένη πλευρική ακαμψία, πλαισίου, ενώ το ψαλίδι είναι ακόμη μακρύτερο συγκριτικά με την προηγούμενη έκδοση και τώρα εδράζεται στο πλαίσιο, διατηρώντας όμως το μεταξόνιο ίδιο. Αυτό επετεύχθη χάρη στην τοποθέτηση του κινητήρα πιο κάθετα, έτσι ώστε να μην μεγαλώσει το συνολικό μήκος, αλλά να αυξηθούν τα οφέλη της σταθερότητας. Το υποπλαίσιο είναι και αυτό επανασχεδιασμένο, προκειμένου να μπορεί να ανταποκριθεί στις μεγαλύτερες –πλέον- δυνατότητες φορτίου του Tracer 9, κάτι που ήταν πάγιο αίτημα των υφιστάμενων ιδιοκτητών των προηγούμενων Tracer. Οι δύο βαλίτσες που διατίθενται στον έξτρα εξοπλισμό του Tracer 9 και στον στάνταρ του GT, έχουν χωρητικότητα 30 λίτρα και η κάθε μία μπορεί να φιλοξενήσει ένα full face κράνος.

Βάρος έχει εξοικονομηθεί και από τις ελαφρύτερες ζάντες, με το Tracer 9 να ζυγίζει ένα κιλό λιγότερο από τον προκάτοχό του, ενώ οι αλλαγές στα φρένα αφορούν τη νέα ακτινική δαγκάνα της Nissin και τους μεγαλύτερους δίσκους μπροστά, οι οποίοι έφτασαν τα 298 χιλιοστά.

Από τις σημαντικότερες όμως επεμβάσεις είναι οι αλλαγές στις αναρτήσεις της KYB, με το πιρούνι να είναι πιο κοντό κατά 39mm, με διαδρομή στα 130mm και διαφορετικά settings στο εσωτερικό του, πράγμα λογικό αν αναλογιστούμε τα νέα γεωμετρικά χαρακτηριστικά αλλά και την έμφαση που θέλουν να δώσουν στην σταθερότητα του Tracer οι άνθρωποι της Yamaha. Πίσω, η μοναδική αλλαγή είναι το νέο μοχλικό με πιο προοδευτική λειτουργία.

Στον τομέα των ηλεκτρονικών, η μεγάλη είδηση είναι η ύπαρξη της IMU έξι αξόνων και η νέα ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού, η οποία προέρχεται από το R1, αλλά με ακόμη μικρότερο όγκο και ταχύτερη επεξεργασία δεδομένων. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν, φυσικά, τα riding modes (τέσσερα τον αριθμό) και τα cornering βοηθήματα, τα οποία συμπεριλαμβάνουν cornering ABS, cornering traction control, σύστημα ελέγχου ολίσθησης του πίσω τροχού, σύστημα ελέγχου σούζας και σύστημα cruise control, που είναι πλέον διαθέσιμο στον στάνταρ εξοπλισμό και των δύο εκδόσεων. Όλα αυτά τα συστήματα έχουν τρία επίπεδα επέμβασης και δίνουν μια σημαντική δυνατότητα ρύθμισης στον αναβάτη για να φέρει τα χαρακτηριστικά της απόδοσης του Tracer ακριβώς στα μέτρα του.

Πολύ σημαντική είναι και η δυνατότητα ρύθμισης του τριγώνου της εργονομίας, χάρη στα ρυθμιζόμενα μαρσπιέ και τα καβαλέτα του τιμονιού που μπορούν να τοποθετηθούν σε δύο θέσεις, ενώ μεγαλύτερη είναι και η ζελατίνα που ρυθμίζεται μηχανικά με το ένα χέρι, σε ένα εύρος 50mm.

Η νέα εποχή και η τρίτη γενιά των Tracer σηματοδοτείται από την κοινή και για τις δύο εκδόσεις, διπλή TFT οθόνη, μέσω της οποίας γίνονται όλες οι ρυθμίσεις και είναι μοιρασμένες οι ενδείξεις, με την αριστερή να προβάλει τις βασικές πληροφορίες, ενώ στην δεξιά προβάλλονται οι "περιφερειακές" πληροφορίες, όπως η κατανάλωση, η εξωτερική θερμοκρασία κτλ

Όλα τα παραπάνω περικλείονται σε ένα επίσης νέο πακέτο σχεδιασμού, με την Yamaha να ακολουθεί την οδό των “πολλαπλών στρώσεων” στα φαίρινγκ του Tracer και των διαφορετικών επιπέδων, θέλοντας να ασπαστεί τόσο αεροδυναμικά όσο και οπτικά την εικόνα μιας μοτοσυκλέτας που εκμεταλλεύεται την ροή του αέρα. Το ρεζερβουάρ, παρότι είναι εμφανής η προσπάθεια να διατηρήσει την λεπτή σιλουέτα του, ειδικά στο σημείο που κουμπώνουν τα γόνατα, έχει χωρητικότητα 18 λίτρων. Τα φώτα φυσικά είναι όλα τεχνολογίας LED, ενώ το κεντρικό σταντ συμπεριλαμβάνεται στον στάνταρ εξοπλισμό, τόσο του Tracer 9 όσο και του Tracer 9 GT. Η σέλα του συνεπιβάτη έχει μεγαλώσει σε πάχος και πλάτος, αυξάνοντας παράλληλα και την απόστασή της από τα μαρσπιέ για ακόμη μεγαλύτερη άνεση, συγκριτικά με την προηγούμενη γενιά των Tracer 900.

Η έκδοση GT του Tracer 9, αυτή που και εμπορικά κατέχει την μερίδα του λέοντος ανάμεσα στις δύο εκδόσεις, είναι η σαφώς και πιο πλούσια εξοπλισμένη, με την σημαντικότερη διαφορά να την κάνουν οι ημιενεργητικές αναρτήσεις της KYB. Το βάρος που προσθέτουν είναι γύρω στα έξι κιλά, ενώ στον στάνταρ εξοπλισμό του Tracer 9 GT συμπεριλαμβάνεται το εξαιρετικό quickshifter δύο κατευθύνσεων και φυσικά οι δύο πλαϊνές βαλίτσες.

Όπως θα διαβάσετε στην πλήρη, αναλυτική δοκιμή των νέων Tracer 9 στο ΜΟΤΟ που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες, το "ραντεβού" μας με τις δύο μοτοσυκλέτες της Yamaha , είχε κλειστεί στους παγωμένους, με ωραία χάραξη αλλά ανάμικτη κατάσταση της ασφάλτου, δρόμους της Τοσκάνης γύρω από την Σιένα. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες όμως του κακού ασφαλτοτάπητα στο πρώτο μισό της διαδρομής, ο κινητήρας κατάφερε να μας επιβεβαιώσει την γεμάτη σε αίσθηση ροπής και επιτάχυνσης μεσαία μπάντα των στροφών. Πάνω στη σέλα του στάνταρ Tracer 9 αρχικά, πήραμε την πρώτη θετικά εικόνα για την εξαιρετική εργονομία και την άνεση που μπορεί να προσφέρει η μοτοσυκλέτα, αλλά και την πραγματικά άριστη λειτουργία των ηλεκτρονικών που ανεβάζουν τον δείκτη αυτοπεποίθησης ψηλά, με το καλημέρα. Τα κομμάτια της Autostrada ήταν μια πραγματική αποκάλυψη για την σταθερότητα του Tracer 9, με πολύ καλή προστασία παράλληλα που συνεπάγεται άνεση και ξεκούραστα χιλιόμετρα στο ταξίδι, αλλά ακόμη μεγαλύτερη αποκάλυψη ήταν οι ημιενεργητικές αναρτήσεις, όταν ήρθε η σειρά του Tracer 9 GT να με φιλοξενήσει στο υπόλοιπο μισό της διαδρομής.

Τα δύο διαφορετικά προεπιλεγμένα modes λειτουργίας (Α1 και Α2) λειτουργούν υποδειγματικά, αφήνοντας ελάχιστο ποσοστό να γίνει αντιληπτό από το φαινόμενο του γυροσκοπικού, που συνήθως "ταλανίζει" τα αντίστοιχα συστήματα ημιενεργητικών αναρτήσεων. Ο χρόνος μετάβασης στις διαφορετικές ρυθμίσεις των αποσβέσεων είναι ταχύτατος και έχοντας εμπειρία από το προηγούμενο Tracer 900 –τόσο από την παρουσίασή του στην Ισπανία, όσο και από την δοκιμή του στην Ελλάδα- μου ήταν άμεσα αντιληπτό το πόσο καλύτερα πάταγε η μοτοσυκλέτα στο δρόμο.

Επειδή όμως το πώς γίνεται αυτό είναι εξίσου –ή και περισσότερο…- ενδιαφέρον από το ίδιο το αποτέλεσμα, στο ΜΟΤΟ που κυκλοφορεί την Πέμπτη 1η Απριλίου θα μπορέσετε να διαβάσετε την σε βάθος τεχνική ανάλυση, αλλά και πολύ περισσότερες λεπτομέρειες για το πώς η Yamaha έκανε ένα σημαντικό άλμα στην εξέλιξη των σύγχρονων sport touring μοτοσυκλετών.

Διαβάστε στο ΜΟΤΟ της 1ης Απριλίου την αναλυτική παρουσίαση των νέων Tracer 9 / GT

 

Ετικέτες

Δοκιμή UM Renegade Sport 125 2023: Διαφορετική προσέγγιση

Νέος παίκτης με αμερικάνικο πνεύμα
1
Από το

motomag

20/10/2023

Θέλοντας να τονίσει την αμερικανική της καταγωγή, η UM έκανε την απόβασή της στην ελληνική αγορά, ξεκινώντας εντελώς αντίθετα από τα δεδομένα που έχουμε συνηθίσει, με τρία cruiser στα 125 κυβικά, μία κατηγορία που τα τελευταία χρόνια έχει εκλείψει.

Η UM είναι μία εταιρεία κατασκευής μοτοσυκλετών που ξεκίνησε από την Κολομβία, ενώ από το 2000 και έπειτα, το διοικητικό της κέντρο βρίσκεται στο Μαϊάμι της Φλόριντα των ΗΠΑ, με τα κεντρικά της γραφεία για την Ευρώπη να βρίσκονται στο Πόρτο της Πορτογαλίας. Η κατασκευή, ωστόσο, των μοτοσυκλετών γίνεται στην Κίνα. Μετά την είσοδό της σε 8 βασικές αγορές της Ευρώπης, όπου ανάμεσά τους διακρίνονται αυτές της Ιταλίας, της Γερμανίας, της Ισπανίας και της Αγγλίας, έφτασε και στην Ελλάδα μέσω της ΤΕΟΡΕΝ ΜΟΤΟΡΣ Α.Ε. του ομίλου Θεοχαράκη, παρουσιάζοντας τρεις διαφορετικές εκδόσεις cruiser μοτοσυκλετών, με την ονομασία Renegade στην κατηγορία των 125 κυβικών, η οποία λόγω του νόμου που εξισώνει το δίπλωμα κατηγορίας Β με το Α1, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, έχει αρχίσει να ανακτά την χαμένη δημοφιλία της, ενώ την γκάμα της συμπληρώνουν τρία scooter και ένα παπί.

Εμείς δοκιμάσαμε το Renegade Sport 125, του οποίου βασική διαφορά από τα άλλα δύο είναι ο κινητήρας, που στην περίπτωσή μας είναι αερόψυκτος, θυμίζοντας ακόμα περισσότερο τα cruiser μικρού κυβισμού, όπως Yamaha Virago 250, τα οποία είχαν γεμίσει τους ελληνικούς δρόμους την δεκαετία του ’90.

2

Αμερικάνικη φιλοσοφία σχεδιασμού

Μόλις αντικρύσαμε το Renegade Sport 125, στα γραφεία της αντιπροσωπείας, μας ήρθαν αμέσως στο μυαλό τα μεγάλου κυβισμού αμερικάνικα custom cruiser, έχοντας καθαρή εμφάνιση με μόνο τα απολύτως απαραίτητα πάνω του και τον κινητήρα σε κοινή θέα. Το ρεζερβουάρ σχήμα δάκρυ, τα floorboards για τα πόδια του αναβάτη, τα πλαϊνά καπάκια κάτω από το ρεζερβουάρ – που θυμίζουν έντονα το φιλτροκούτι ορισμένων cruiser –, ο στρογγυλός προβολέας μαζί με τα στρογγυλά φλας, τα διπλά αμορτισέρ πίσω, το ψηλό τιμόνι με κλίση προς τα πίσω, το μαξιλαράκι για τον συνεπιβάτη, οι διαφορετικού μεγέθους χυτοί τροχοί με μπράτσα 17’’ εμπρός και 15’’ πίσω, τα “φουσκωτά” ελαστικά διαστάσεων 110/80-17 και 130/90-15, αντίστοιχα, και τέλος η θέση του διακόπτη της ανάφλεξης στα πλάγια της μοτοσυκλέτας, με αυτόν για το κλείδωμα του τιμονιού να βρίσκεται σε διαφορετική θέση στο λαιμό της μοτοσυκλέτας, όλα θυμίζουν τα αμερικάνικα custom cruiser. Ο χρωματισμός του μοντέλου της δοκιμής μας ήταν το μαύρο, με ματ φινίρισμα στο ρεζερβουάρ και το φτερό και καφέ ενιαία σέλα. Η δεύτερη επιλογή στον οποίο διατίθεται ονομάζεται “Emerald Green” όπου τα ματ κομμάτια αντικαθίστανται από πράσινο χρώμα με το κάλυμμα της σέλας να είναι μαύρο.

3

Η ποιότητα κατασκευής βρίσκεται στο μέσο όρο της κατηγορίας τιμής του, χωρίς να εμφανίζει τριγμούς με την συναρμογή των πλαστικών, που περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα, αλλά και το φινίρισμά τους να κρίνεται ικανοποιητικό. Η ενιαία σέλα, έχει εξωτερικές ραφές για το κομμάτι του αναβάτη, οι οποίες δένουν όμορφα με την κλασσική εικόνα που αποπνέει το Renegade Sport 125. Αυτά που επηρεάζουν κάπως την ποιοτική εικόνα είναι τα αυτοκόλλητα που υπάρχουν στο μεταλλικό ρεζερβουάρ, τα οποία δεν έχουν δεχθεί επίστρωση με βερνίκι, λόγω της ματ επιφάνειάς του, και ήδη είχαν αρχίσει να εμφανίζουν τα σημάδια της τριβής με το παντελόνι, ξεκολλώντας λίγο στις άκρες. Παρ’ όλ’ αυτά, η ονομασία της εταιρείας στα καπάκια κάτω από τη σέλα και το όνομα του μοντέλου εκατέρωθεν του ρεζερβουάρ είναι ανάγλυφα, δείχνοντας ότι θα αντέξουν στο χρόνο, προσθέτοντας πόντους και στην αισθητική. Τέλος, οι διακόπτες είναι σκληροί στην χρήση τους, ενώ αυτοί της δυνατής και με μπάσο ήχο κόρνας και της μίζας, θυμίζουν έντονα τους διακόπτες των φλας της Harley-Davidson.

4

Επί του πρακτέου

Ανεβαίνοντας πάνω στο Renegade Sport 125, η θέση οδήγησης είναι αυτή ακριβώς που περιμένεις βλέποντάς το και τυπική για cruiser, τοποθετώντας σε μέσα στην μοτοσυκλέτα με μία ελαφριά κλίση του σώματος προς τα πίσω και τα πόδια να εκτείνονται μπροστά για να βρουν τα floorboards. Το τιμόνι έρχεται προς τα εσένα με τα χοντρά γκριπ να σου γεμίζουν το χέρι και να βοηθάνε στον έλεγχο της μοτοσυκλέτας. Η σέλα στα 730mm είναι εύκολα προσβάσιμη για όλα τα αναστήματα, με ολόκληρο το πέλμα και των δύο ποδιών να πατάει στο έδαφος, γεμίζοντας με σιγουριά τον αρχάριο και δίνοντας αυξημένο αίσθημα ελέγχου μέσα στην πυκνή κίνηση της πόλης.

Πατώντας την μίζα, η μακριά σε μήκος, χαμηλά τοποθετημένη και κομμένη φάλτσα εξάτμιση, βαμμένη μαύρη για να μην κάνει αντίθεση από την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, παράγει έναν χαμηλών τόνων ήχο, με τους μηχανικούς θορύβους να απουσιάζουν, θυμίζοντάς σου ότι πρόκειται για έναν μονοκύλινδρο κινητήρα 125 κυβικών και όχι για κάποιον θηριώδη V2. Κάπου εδώ να πούμε ότι είναι εύκολο να ακουμπήσεις στην εξάτμιση, λόγω της θέσης της αν δεν προσέξεις, όμως με τον κατάλληλο εξοπλισμό, δηλαδή μακρύ παντελόνι που καλύπτει το πόδι και όχι σορτσάκι, δεν θα σου δημιουργήσει κάποιο πρόβλημα. Η λειτουργία του είναι πολιτισμένη χωρίς μπερδέματα ή ενοχλητικούς κραδασμούς στο μεγαλύτερο εύρος των στροφών. Κάποιοι κραδασμοί εμφανίζονται ψηλά, λίγο πριν τον κόφτη, για τον οποίο το στρογγυλό όργανο δεν μας πληροφορεί για το πού επεμβαίνει, μιας και το στροφόμετρο απουσιάζει από τις ενδείξεις, οι οποίοι περνάνε κυρίως στους καθρέπτες, θολώνοντας το οπτικό πεδίο. Εμείς είδαμε την βελόνα του αναλογικού ταχύμετρου, στο στρογγυλό όργανο του πίνακα οργάνων να φτάνει λίγο πάνω από τα 110 χλμ/ώρα, όπου και επεμβαίνει ελαφρώς απότομα ο κόφτης.

5

Το κιβώτιο 5 σχέσεων είναι θετικό και οι ταχύτητες κουμπώνουν γλυκά, με μόνο δύο-τρεις φορές να έχει ανάψει η ένδειξη της νεκράς ενώ το κιβώτιο είχε μέσα δευτέρα ή πρώτη κατά την διαδικασία της επιβράδυνσης. Εδώ τώρα αντιμετωπίσαμε ένα πρόβλημα που δεν είχε να κάνει με την λειτουργία του λεβιέ ή του κιβωτίου αλλά με το ότι είναι λάθος εργονομικά τοποθετημένος ο πρώτος, ενώ θα ήταν καλύτερο να έχει ακολουθηθεί η διάταξη “heel and toe” που χρησιμοποιείται συνήθως σε μοτοσυκλέτες με floorboards και στα παπιά, που σημαίνει ότι πατάς με τα δάχτυλα για να ανεβάσεις και πατάς με την φτέρνα για να κατεβάσεις ταχύτητες, έχοντας δύο διαφορετικούς λεβιέδες. Χρειάζεται επίσης να αναφέρουμε, ότι το γρανάζωμα μεταξύ δευτέρας και τρίτης είναι ελαφρώς πιο μακρύ, κάτι που μπορεί να απαιτήσει ο αναβάτης να ρυθμίσει διαφορετικά τον ρυθμό του σε ανηφόρες με μεγάλη κλίση. Σε κάθε άλλη περίπτωση δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα στο να μεταφέρει άνετα δύο επιβαίνοντες.

6

Εργονομικά θα μπορούσε να δεχθεί βελτίωσης και η τοποθέτηση του πεντάλ φρένου, το οποίο έρχεται αρκετά ψηλά και έχει κάπως απότομη κλίση, αναγκάζοντας το δεξί πόδι να κάνει μεγάλη κίνηση για να το πατήσει. Τα φρένα ωστόσο, λειτουργούν εξαιρετικά, σταματώντας τα 150,5 γεμάτα πραγματικά κιλά της μοτοσυκλέτας σε μικρή απόσταση, για τα δεδομένα της κατηγορίας, ανεξαρτήτως της ταχύτητας που έχει αναπτύξει, ενώ και το σύστημα συνδυασμένης πέδησης (CBS), που υποχρεωτικά έχει λόγω των Euro5 κανονισμών, κρίνεται εξαιρετικό καθώς πατώντας μόνο το πίσω φρένο η δύναμη που μεταφέρεται μπροστά είναι επαρκής, επιτρέποντας σε όποιον φοβάται να αξιοποιήσει την δύναμη του μπροστινού δίσκου των 280mm, να φρενάρει αποτελεσματικά. Ναι μεν λείπει η προοδευτικότητα και το δυνατό αρχικό δάγκωμα, όμως κάνουν την δουλειά τους χωρίς να υπολείπονται σε δύναμη. Στην μοτοσυκλέτα της δοκιμής μας υπήρχε ένας αμυδρός συριγμός κατά το φρενάρισμα. Σίγουρα ένα ζευγάρι επώνυμα ελαστικά, θα έχουν θετική συμβολή στην δύναμη της πέδησης, καθώς τα nylon ελαστικά πρώτης τοποθέτησης της YUANXING, τα οποία δοκιμάσαμε μόνο στο στεγνό, έχαναν μεγάλο κομμάτι της πρόσφυσης σε δρόμους με χαμηλό συντελεστή τριβής, ενώ αργούσαν και να ζεσταθούν.

7

Το πλαίσιο, είναι στιβαρό και δεν παρουσιάζει στρεβλώσεις ακόμα και σε πιο γρήγορο ρυθμό, ενώ το μπροστινό συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι με τις φυσούνες να προστατεύουν από σκόνες τα καλάμια και τις τσιμούχες, κάνει ικανοποιητικά την δουλειά του, κρατώντας την γραμμή που έχεις επιλέξει μέσα στη στροφή, ενώ το μακρύ μεταξόνιο των 1410mm προσφέρει σταθερότητα, σε κάθε συνθήκη. Χάνοντας όμως ευελιξία, που σε συνδυασμό με τον μακριά από την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα τοποθετημένο μπροστινό τροχό, κάνουν πιο αργή την αλλαγή κατεύθυνσης. Στον αντίποδα, όσον αφορά την λειτουργία τους, βρίσκονται τα δύο πίσω αμορτισέρ που ρυθμίζονται ως προς την προφόρτιση. Η μικρή διαδρομή τους, σε συνδυασμό με την αργή απόσβεση επαναφοράς και την γρήγορη απόσβεση συμπίεσης, κάνει τις ανωμαλίες να γίνονται πιο έντονα αισθητές ειδικά στον συνεπιβάτη, υπονομεύοντας έτσι την κατά τα άλλα ικανοποιητική άνεση που προσφέρει η σέλα και για τους δύο επιβαίνοντες , ενώ σε περίπτωση που κάποια ανωμαλία βρεθεί στο δρόμο σου όσο είσαι πλαγιασμένος μέσα στην στροφή, σε αναγκάζει να σηκώσεις την μοτοσυκλέτα για να μην αποσταθεροποιήσει το πίσω μέρος του Renegade Sport 125.

9

Ξεχωριστό και καθημερινό

Το ρεζερβουάρ των 13,5 λίτρων του Renegade Sport 125 σε συνδυασμό με την μέση κατανάλωση των 3,1 λίτρων για κάθε 100 χιλιόμετρα, σημαίνει ότι θα ξεπεράσεις τα 400 χιλιόμετρα μέχρι να χρειαστείς ανεφοδιασμό, ενώ το χαμηλό κέντρο βάρους και η εύκολα προσβάσιμη σέλα του κάνουν εύκολη την καθημερινή συμβίωση μαζί του μέσα στους μποτιλιαρισμένους δρόμους των πόλεων, με την πλάτη του συνεπιβάτη να συμβάλει τα μέγιστα όσον αφορά την άνεσή του, ενώ μπορεί και να αφαιρεθεί. Με το κόστος απόκτησης του Renegade Sport 125 να ανέρχεται στα 3.000€, στα χωράφια δηλαδή που πλέον κινούνται τα παπιά, αποτελεί μια εναλλακτική επιλογή καθώς σου προσφέρει την ενεργητική ασφάλεια και τη σταθερότητα μίας μοτοσυκλέτας, με ίδιο κόστος χρήσης, ενώ όσοι έζησαν τις εποχές τις δεκαετίας του ’90 και την μόδα των μικρού κυβισμού cruiser θα εκτιμήσουν ακόμη περισσότερο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα μίας τέτοιας μοτοσυκλέτας.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                                                          

Αντιπρόσωπος:

ΤΕΟΡΕΝ ΜΟΤΟΡΣ Α.Ε.

Τιμή:

3.000€

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

2095

Ύψος (mm):

1168

Μεταξόνιο (mm):

1410

Απόσταση από το έδαφος (mm):

143

Ύψος σέλας (mm):

730

Ίχνος (mm):

-

Γωνία κάστερ (˚):

-

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

770

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

800

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

920

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

550

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

150,5kg

(χωρίς καύσιμο: 139,9kg )

Πίσω

55%

Εμπρός

45%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

3,79%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

890

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

- / 145

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, αερόψυκτος, μονοκύλινδρος με 1ΕΕΚ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

57,8 x 52,4

Χωρητικότητα (cc):

125

Σχέση συμπίεσης:

-

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

9,4/8,500

Ροπή (kg.m/rpm):

-

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

75,2

Τροφοδοσία:

Ηλεκτρονικός ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια / -

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / -

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

 

15,42

Πραγματικά

14,88

16,01

 

 

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

- / -

Ρυθμίσεις:

Καμία

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

17’’ χυτή με 7 μπράτσα

Ελαστικό:

110/80-17

ΦΡΕΝΟ

Μονός δίσκος, 280mm με CBS

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Δύο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

- / -

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίων

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

15’’ χυτή με 7 μπράτσα

Ελαστικό:

130/90-15

ΦΡΕΝΟ

Μονός δίσκος, 240mm με CBS

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Στρογγυλό αναλογικό ταχύμετρο με ενσωματωμένη ψηφιακή LCD οθόνη με ενδείξεις για επιλεγμένη σχέση στο κιβώτιο, στάθμης καυσίμου, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά, πίεση λαδιού και λειτουργίας κινητήρα, μονό και διπλό σταντ, LED πίσω φωτιστικό σώμα

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

 

Ροπή (kg.m/rpm):

 

 

ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

 

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

3,1

Αυτονομία (km):

435,4

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

13,5 / -