Οδηγούμε Yamaha MT-09 2021: Πλήρης παρουσίαση – [VIDEO]

Το MT-09 στην τρίτη του και καλύτερη έκδοση!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

24/2/2021

Το 2013 η Yamaha έβαλε το πόδι της σε μία πόρτα που έκλεινε ολοένα και περισσότερο και την κράτησε ανοικτή, αναζωπυρώνοντας με το MT-09 το ενδιαφέρον για ολόκληρη την κατηγορία των γυμνών μοτοσυκλετών. Μινιμαλιστικό, αρκετά δυνατό και με εκείνα τα θέματα της απότομης απόκρισης του γκαζιού που έχουν πλέον επιλύσει οριστικά, όπως τόνισαν οι άνθρωποι της Yamaha εδώ στην Ισπανία λίγο πριν μας παραδώσουν την νέα έκδοση προς δοκιμή.

Η Yamaha έχει καταφέρει να φτιάξει μία σειρά 8 γυμνών μοντέλων από 125 έως 1000 κυβικά, να έχει δηλαδή την πιο πλούσια γκάμα σε αυτή την κατηγορία και δικαιωματικά να οδηγεί τις εξελίξεις. Το MT-09, όπως και όλες οι hyper-naked και streetfighter μοτοσυκλέτες, αποτελούν μία καθαρά Ευρωπαϊκή υπόθεση. Έχουν σχεδιαστεί με γνώμονα την Ευρωπαϊκή αγορά και έτσι πολύ φυσιολογικά εδώ σε εμάς γνωρίζουν και μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία, με το MT-09 να συμπληρώνει περισσότερες από 63.000 πωλήσεις από το 2013 που έχει βγει στην παραγωγή.

Η μοντέρνα αλλά με κλασσικές γραμμές εμφάνιση, ο ροπάτος και εξαιρετικά εύστροφος τρικύλινδρος, αξιόπιστος κινητήρας και η ευελιξία με δεδομένη και την σταθερότητα, είναι τα βασικά συστατικά που επέτρεψαν στο MT-09 την παραπάνω επιτυχία. Το πρώτο από αυτά η Yamaha το άλλαξε πλήρως. Η νέα εμφάνιση είναι σχεδιασμένη για να προκαλέσει και αυτό σημαίνει πως θα βρει υποστηρικτές αλλά ταυτόχρονα και πολέμιους που επιζητούν μία πιο κλασσική γραμμή, ιδιαίτερα ανάμεσα στην ρομποτική, ολότελα ξεχωριστή μάσκα. Όπως έχουμε πει πολλές φορές άλλωστε, το κοινό της μοτοσυκλέτας είναι εξαιρετικά συντηρητικό στην εμφάνιση των μοτοσυκλετών. Κι ενώ οι σχεδιαστικές γραμμές που έχει επιλέξει η Yamaha ανάγονται στο τέλος στις προσωπικές προτιμήσεις του κάθε ενός και είναι μία ξεκάθαρα υποκειμενική υπόθεση, ο ήχος και η αποδοχή του είναι ένα τελείως διαφορετικό στοιχείο που εμπίπτει σε πλαίσια με περισσότερο αντικειμενικά κριτήρια.

Η Yamaha έπαιξε πολύ έξυπνα με την συγκεκριμένη αίσθηση και δεν περιορίστηκε μόνο στην ροή του αέρα στο φιλτροκούτι που πάνω από μία πενταετία τώρα, είναι το αγαπημένο μουσικό παιχνίδι των Ιαπώνων με την Kawasaki στην οικογένεια των SX να διεκδικεί τα εγκαίνια αυτής της μόδας. Η Yamaha επίσης φρόντισε η ροή του αέρα στην εισαγωγή να ενισχύεται ηχητικά, αλλά εστίασε περισσότερο στον ήχο της εργοστασιακής εξάτμισης με έναν συλλέκτη που λειτουργεί σαν κανονικό ηχείο! Το αποτέλεσμα φαίνεται και στο teaser VIDEO που ανεβάσαμε στις σελίδες μας στα κοινωνικά δίκτυα και είναι μία ευχάριστη πρώτη έκπληξη όταν κάθεσαι στην μοτοσυκλέτα και βάζεις μπροστά. Μιας και το σώμα δεν αντιλαμβάνεται τον ήχο μονάχα με τους ακουστικούς πόρους, αλλά και με τις δονήσεις σε ολόκληρο το σώμα, ο ήχος του MT-09 ταξιδεύει από το τελικό της εξάτμισης και τον νιώθεις σε κάθε άνοιγμα και κλείσιμο του γκαζιού!

Ο κινητήρας έχει όσες αλλαγές χρειάζεται για να χαρακτηριστεί νέος, παρόλο που μιλάμε για έναν τρικύλινδρο crossplane με ίδια αρχιτεκτονική όπως ακριβώς έγινε αγαπητό αυτό το μοντέλο το 2013 αρχικά κι έπειτα το 2017 με την δεύτερη ανανέωσή του και τις Euro4 προδιαγραφές. Πριν φτάσουμε σήμερα να έχει αυτός ο κινητήρας περισσότερα κυβικά, να βγάζει περισσότερα άλογα και ροπή αλλά να είναι ελαφρύτερος και κατά 1,7 κιλά. Η αύξηση του κυβισμού ήταν μονόδρομος για την Yamaha στην συγκεκριμένη περίπτωση για να καλυφθούν οι Euro5 προδιαγραφές και ταυτόχρονα να αυξηθεί και η ιπποδύναμη.

Προστέθηκαν 42 κυβικά και η νέα ιπποδύναμη που δίνει η Yamaha είναι αυξημένη κατά 4 ίππους φτάνοντας τους 119 στις 10.000 στροφές. Η ροπή όμως έρχεται 1.500 στροφές νωρίτερα από πριν, μόλις στις 7.000 στροφές για τα 9,5Kg.m που είναι η μέγιστη τιμή. Συνδυάστε το αυτό με μία ευστροφία που έτσι κι αλλιώς έχουν οι τρικύλινδροι κινητήρες και ειδικά ο CP3 crossplane της Yamaha και μία απόκριση αρκετά ομαλή σε κάθε μία από τις συνολικά τέσσερις χαρτογραφήσεις και έχουμε μία μοτοσυκλέτα που εκτοξεύεται σε κάθε έξοδο, στους επαρχιακούς δρόμους που είναι και το αγαπημένο της πεδίο δράσης. Για επικάλυψη βάλτε όσα λέγαμε παραπάνω για τον ήχο, μιας και το μυαλό αντιλαμβάνεται την δύναμη της μοτοσυκλέτας πολύ περισσότερη με τον κατάλληλο ήχο. Είναι κάτι θεμελιώδες που δεν απαιτεί εξήγηση, φαίνεται και θα φαίνεται ακόμη περισσότερο στο μέλλον, όταν και θα είναι ευκολότερη υπόθεση ένα test ride σε ηλεκτρική μοτοσυκλέτα νιώθοντας αμέσως τι είναι αυτό που σου λείπει.

Γραμμική απόκριση λοιπόν, διαθέσιμη από χαμηλές στροφές και η μοτοσυκλέτα αυτή έχει το πρώτο βασικό στοιχείο για να γίνει ένα διασκεδαστικό παιχνίδι στις αγαπημένες σου διαδρομές. Το άλλο είναι μία ομοιογένεια στις αναρτήσεις που αν θυμάστε καλά από την δοκιμή μας στις Σέρρες, είναι κάτι που έλλειπε ακόμη και στην έκδοση SP του προηγούμενο μοντέλου όπου χρειαζόταν αναζήτηση των ρυθμίσεων για να αρχίσεις να φτάνεις σε ικανοποιητικό επίπεδο. Με την ευκαιρία η έκδοση SP και για το νέο MT-09 θα εμφανιστεί επίσης σε λίγο καιρό με όλα αυτά που περιμένεις να έχει, τις αναρτήσεις της Ohlins δηλαδή. Προς το παρόν ξεκινάμε με ένα πιρούνι που είναι καλό στην γρήγορη οδήγηση με γραμμικότητα στις αποσβέσεις και επαναφορά τόσο γρήγορη όσο απαιτεί ο σπορ προσανατολισμός χωρίς να φαινόμενα νευρικότητας που έχουν οι απόλυτες λύσεις, στις ατελείωτες ατέλειες ενός δημόσιου δρόμου. Πίσω το αμορτισέρ και το ψαλίδι συνεργάζονται αρκετά καλά μέχρι ένα ορισμένο όριο το οποίο βρίσκεται ψηλότερα του μέσου όρου του υποψήφιου αναβάτη. Σε πολύ γρήγορο ρυθμό όμως ο πίσω τροχός ξεκολλά ξεκινώντας τα χωρευτικά αλλά σε κάθε περίπτωση με τον αναβάτη να μπορεί εύκολα να επιβάλλει τον έλεγχο. Ακόμη και τα γλιστρήματα που μπορούν να έρθουν σε μία τέτοια συνθήκη εξαιρετικού δρόμου και των άψογων Bridgestone S22 που διαθέτει ως ελαστικά πρώτης τοποθέτησης, γίνονται με τρόπο προοδευτικό δίνοντας αρκετό χρόνο για διορθώσεις.

Είναι ευχάριστο να βλέπουμε σε ιαπωνική μοτοσυκλέτα ένα σωστό ελαστικό πρώτης τοποθέτησης που ανταποκρίνεται στο χαρακτήρα της. Γιατί δεν ξεχνάμε πως η Yamaha έβαζε στο Tracer μία σειρά της Dunlop που έχουν μόνο το όνομα της εταιρείας, κατασκευάζονται από άλλο εργοστάσιο  στην Ιαπωνία που έχει απλά τα δικαιώματα χρήσης του ονόματος για συγκεκριμένες χώρες και ουδεμία σχέση υπάρχει με τα κανονικά Dunlop που γνωρίζουμε εμείς εδώ. Το αποτέλεσμα είναι να έχεις μία μοτοσυκλέτα που δεν οδηγείται γρήγορα αν δεν αλλάξεις λάστιχα, κυρίως εδώ στην Ελλάδα με την πολύ συγκεκριμένη ποιότητα ασφάλτου, και επιπρόσθετα να καταλήξει ο νέος αναβάτης να διαπιστώνει ανακολουθία με αυτά που ακούει για τα ελαστικά του, κι αυτά που βλέπει στην πραγματικότητα. Μέχρι να τα αλλάξει φυσικά. Στην περίπτωση του MT-09 τα πράγματα είναι διαφορετικά και ιδιαίτερα τώρα με τα S22!

H Yamaha δηλώνει 9% αποδοτικότερη λειτουργία του κινητήρα που μπορεί να ακούγεται μεγάλο νούμερο αλλά τεχνικά είναι και απόλυτα εφικτό. Είναι όμως από τα πράγματα που χρειάζονται επαλήθευση κατά την δοκιμή στην Ελλάδα καθώς είδαμε μία αυτονομία κάτω από διακόσια χιλιόμετρα σε γρήγορο ρυθμό από τα 14 λίτρα του ρεζερβουάρ που μας φέρνει κοντά στα προηγούμενα δεδομένα. Η Yamaha λέει 5λίτρα/100χμ σε μέση οδήγηση. Μένει να το μετρήσουμε σωστά στην Ελλάδα σε κάθε ρυθμό οδήγησης. Από εκεί και πέρα έχουμε σίγουρα μικρότερο βάρος και χωρίς να το ζυγίσουμε στις ζυγαριές του περιοδικού ή/και καλύτερο ζύγισμα γιατί όσο ανεβάζεις ρυθμό η διαταγή αλλαγής κατεύθυνσης εξακολουθεί να εκτελείται με απόλυτη αμεσότητα, την στιγμή που στην ευθεία το MT-09 είναι πολύ σταθερό.

Το quickshifter χαλά λίγο την εικόνα των πληρωμένων υποσχέσεων που πιστά έχει δώσει η Yamaha στο νέο MT-09. Το quickshifter κάνει αυτά που υπόσχεται σε μεγάλο βαθμό εκτός κι αν πρόκειται για ανεβάσματα στον κόφτη για την πρώτη-δευτέρα, ενώ στα κατεβάσματα η συμπεριφορά του είναι ιδανική από ρυθμό κανονικής οδήγησης έως και σβέλτα, από εκεί και πάνω δεν θα δώσει την απαραίτητη κλωτσιά από το ηλεκτρονικό γκάζι για το απροβλημάτιστο κατέβασμα αρχίζει να παρουσιάζεται ανομοιογένεια συμπεριφοράς. Το λεγόμενο Auto-blip λοιπόν δουλεύει καλά σε συγκεκριμένο εύρος χρήσης. Με δεδομένο όμως πως όλα αυτά φαίνονται κοντά στην υπερβολή, το quickshifter δεν θα προβληματίσει.

Έτσι κι αλλιώς ο λόγος των πρώτων δύο σχέσεων έχει αλλάξει, ακριβώς για να απλωθεί καλύτερα η περισσότερη δύναμη και να γίνει σωστή εκμετάλλευση της ευστροφίας. Ο μονόδρομος και υποβοηθούμενος συμπλέκτης απέκτησε νέους δίσκους ακριβώς για αυτούς τους λόγους.

Νέο είναι και το χυτό αλουμουνένιο Deltabox πλαίσιο το οποίο η Yamaha κατασκευάζει έχοντας εξελίξει στην λειτουργία της έκχυσης του αλουμινίου σε καλούπι, σε βιομηχανικό μέγεθος παραγωγής. Ισχύει αντίστοιχα και για τους τροχούς. Η λύση που ακολουθείται είναι παλιά και δοκιμασμένη αλλά όχι σε βιομηχανική παραγωγή και σε αυτό το επίπεδο μοτοσυκλετών. Πρόκειται για σημαντική εξέλιξη, καταδικασμένη να περάσει στα ψηλά γράμματα γιατί δυστυχώς δεν απασχολούνται πολλοί με ποιο τρόπο φτιάχνεται το κάθε τι, παρά μόνο για την δουλειά που κάνει. Στην προκειμένη περίπτωση ο τρόπος κατασκευής είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την λειτουργία καθώς τόσο το πλαίσιο όσο και το ψαλίδι απαλλάσσονται από κολλήσεις και μπορούν να σχεδιαστούν με πολύ λεπτά τοιχώματα χωρίς να χαθεί η απαραίτητη ακαμψία. Το σύνολο πλαισίου, υποπλαισίου και ψαλιδιού είναι τώρα 2,3 κιλά ελαφρύτερο από πριν ενώ η στρεπτική ακαμψία ενισχύθηκε κατά 50% με εσωτερικά νεύρα, πράγμα που αποκαλύπτει το μυστικό της εξαιρετικής ευστάθειας που λέγαμε αρχικά.

Η γεωμετρία του πλαισίου έχει αλλάξει πλήρως, με σημαντικές αλλαγές ξεκινώντας από τον λαιμό και καταλήγοντας στις διαδρομές κατεβάζοντας το κέντρο βάρους χαμηλά. Το προηγούμενο τύπου «μπανάνα» ψαλίδι έχει δώσει την θέση του σε ένα πιο ίσιο που είναι 250 γραμμάρια ελαφρύτερο από πριν με τα αποτελέσματα που λέγαμε πιο πάνω μέσα από την συνεργασία του με το αμορτισέρ. Η έδραση του ψαλιδιού είναι τώρα μέσα από πλαίσιο αντί για την εξωτερική πλευρά που ήταν πριν και το κέρδος φαίνεται, για ακόμη μία φορά, στην γρήγορη οδήγηση.

Η μινιμαλιστική σχεδίαση και η στροφή προς την πρακτικότητα αφήνει ακάλυπτα πράγματα που μία άλλη σχολή σχεδιασμού δεν θα σκεφτόταν να μην καλύψει με κάποιο καπάκι, με αναδιάταξη, με οποιοδήποτε τρόπο. Ο ανορθωτής σωστά είναι τοποθετημένος εκεί που μπήκε τώρα, για καλύτερη απαγωγή της θερμότητας ωστόσο βρίσκεται σε κοινή θέα σε καίριο σημείο. Μπορείς να το δεις σαν λεπτομέρεια, μπορείς και όχι. Το κενό πίσω από το μπλοκ του κινητήρα μία άλλη εποχή θα ήταν προτέρημα. Οι μοτοσυκλέτες που «περνά το φως» ήταν μία κατηγορία από μόνες τους, στην εποχή μας αυτά δεν έχουν την ίδια σημασία. Και τέλος είναι αυτή η κόρνα, μπροστά στην μάσκα με τις μεταλλικές επαφές σε κοινή θέα. Το συγκεκριμένο θέμα δεν έχει να κάνει με αντικειμενικά ή υποκειμενικά κριτήρια για την εμφάνιση, η κόρνα έπρεπε να πάει αλλού, έλα όμως που η μάσκα είναι τόσο μικρή που χωρά μόλις τον εξαιρετικό νέο LED προβολέα και τα LED φώτα θέσης και δεν μένει χώρος για τίποτα άλλο. Στον αντίποδα η Yamaha ανακοινώνει 189 κιλά βάρους όταν είναι γεμάτο, κι αυτό αμέσως μας δίνει μία εικόνα και για το πρακτικό όφελος αυτής της μινιμαλιστικής σχεδίασης.

Η θέση οδήγησης είναι εξαιρετική, όπως και γενικά στα MT-09 με την διαφορά πως τώρα είναι ακόμη πιο εύκολο να βγάλεις το σώμα σου έξω και να κινηθείς γρήγορα αλλάζοντας κατεύθυνση. Έτσι κι αλλιώς οι δυνατότητες ρύθμισης είναι αρκετά αυξημένες αφού μπορείς να μετακινήσεις το τιμόνι 9mm εμπρός και 4mm προς τα επάνω και τα μαρσπιέ 14mm και 4mm αντίστοιχα. Τα νέα ηλεκτρονικά επωφελούνται από την κάποτε ακριβή, τώρα πλέον προσιτή, μονάδα IMU 6 αξόνων που τροφοδοτεί με πληροφορίες το traction control, το slide control, τον έλεγχο της σούζας (LIF control) καθώς και το συνδυασμένο ABS. Τυπική κατάσταση σε Yamaha, οι ρυθμίσεις όλων αυτών είναι πανεύκολες! Όπως και άμεσες! Διαλέγεις χαρτογράφηση και επίπεδο traction control με ένα συνδυασμό τριών πλήκτρων από τα αριστερά που χωρίς να σου δείξει κανείς το παραμικρό καταλαβαίνεις την λειτουργίας τους στα πρώτα τρία δευτερόλεπτα. Αν επιλέξεις την κατάσταση λειτουργίας “Manual” οι υπόλοιπες ρυθμίσεις γίνονται από μία ροδέλα στα δεξιά που σε 3 από τις 5 μοτοσυκλέτες που είδα στην δοκιμή κολλούσε όταν την πατούσες και ελπίζω να είναι κάτι που θα διορθωθεί πριν φτάσει στα καταστήματα. Γενικά όμως η συναρμογή είναι σε ανώτερο επίπεδο, απουσιάζει κάθε τριγμός πλαστικών, η βαφή είναι σωστή με βάθος και όλα πάνω του φωνάζουν “japan” με την έννοια που αντιλαμβάνεται ο περισσότερος κόσμος.

Παρακάτω αναλυτικά οι ρυθμίσεις που έχεις για τα ηλεκτρονικά και οι συνδυασμοί τους:

Mode
TCS
SCS
LIF
PresetMode 1
1
1
1
PresetMode 2
2
2
2
Manual Mode
1, 2, 3
1, 2, 3, OFF
1, 2, 3, OFF
OFF
OFF
OFF
OFF

 

Οι 4 χαρτογραφήσεις:
Mode 1: Η πιο απότομη απόκριση (μέγιστη ιπποδύναμη)

Mode 2: Στάνταρ οδήγηση (μέγιστη ιπποδύναμη)

Mode 3: Ήπια απόκριση (μέγιστη ιπποδύναμη)

Mode 4: Επιλογή για βρεγμένο και γλιστερό οδόστρωμα (Περιορισμένη ιπποδύναμη)

Η έγχρωμη TFT οθόνη 3,5 ιντσών είναι καθαρά τυπική σε αυτά που προσφέρει και απέχει από αυτά που λέμε στο τεύχος που κυκλοφορεί την Παρασκευή για τις οθόνες, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει διαφορετικό επίπεδο σε αυτή την κατηγορία. Το καλό είναι πως είναι ευανάγνωστη και με εύκολο μενού που προλαβαίνεις στην διάρκεια ενός φαναριού να κάνεις ό,τι αλλαγές θέλεις. Κι αυτό αρχίζει και γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να το πετύχεις στις μέρες μας!

Προσπάθησα να έχω την ευκαιρία μίας σύντομη δοκιμής και του πακέτου εξοπλισμού για «το Σαββατοκύριακο» όπως το αποκαλεί η Yamaha με μεγαλύτερο χαρακτηριστικό την μικρή ολότελα διαφανή ζελατίνα. Ναι, δεν καλύπτει το κράνος αλλά δεν είναι αυτός ο στόχος ούτε και θα το ήθελε κανείς σε μία γυμνή μοτοσυκλέτα να τοποθετήσει ψηλότερη ζελατίνα. Το κλειδί είναι στην ανακατεύθυνση του αέρα που σε συνδυασμό με ένα σωστό αεροδυναμικό κράνος μπορούν να κάνουν πιο εύκολα τα μακρινά ταξίδια με το νέο MT-09!

Πριν πούμε ακόμη περισσότερα σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, η πρώτη αυτή επαφή με το νέο MT-09 αποκαλύπτει μία καλοσχεδιασμένη μοτοσυκλέτα, ασχέτως αν αρέσει οπτικά σε κάποιον ή όχι, εξαιρετικά διασκεδαστική στην οδήγηση που σου δίνει την δυνατότητα για ασφαλές παιχνίδι μεγαλώνοντας τα περιθώρια που έχεις!

Ετικέτες

KTM 390 RC 2022: Οδηγούμε σε πίστα & δρόμο το “μικρό” καθαρόαιμο - Πρώτη γνωρίμια

Σχεδιασμένο για πρωταθλητές
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

7/9/2021

Το νέο KTM 390 RC αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα μιας ομάδας φανατικών μοτοσυκλετιστών, που για το καλό όλων μας πρέπει οπωσδήποτε να πετύχει! Πηγαίνοντας κόντρα στους “νόμους της αγοράς” και αδιαφορώντας πλήρως για τον εύκολο και φτηνό εντυπωσιασμό, φέρνει τη φιλοσοφία σχεδιασμού και κατασκευής των καθαρόαιμων σπορ μοτοσυκλετών σε μια κατηγορία που η πλειοψηφία του αγοραστικού κοινού έχει εντελώς διαφορετικές προτεραιότητες στο μυαλό της.

Για να το πούμε όσο πιο απλά γίνεται, το μεγαλύτερο μέρος από τα 390 RC που θα κατασκευαστούν, όπως και των αντίστοιχων μοτοσυκλετών της κατηγορίας του, θα πουληθούν στις αγορές της Ασίας και της Ινδίας και οι ιδιοκτήτες τους θα τα οδηγούν σε δημόσιους δρόμους άθλιας ποιότητας, φορώντας σαγιονάρα-δίχαλο, τρικάβαλοι και με δυο κοφίνια με ζωντανές κότες περασμένα στα χέρια. Δεν το λέμε εμείς, ή μόνο εμείς, το είπε και ο ίδιος ο σχεδιαστής του RC σε εμάς, όταν συζητούσαμε για το ζωντανό -πλέον- σχέδιό του!

Ένας μικρός αριθμός από τη συνολική ετήσια παραγωγή του 390 RC θα πουληθεί στις αναπτυγμένες αγορές της Ευρώπης και των ΗΠΑ, ως “μικρή σπορ μοτοσυκλέτα για αρχάριους”, δηλαδή σε ένα κοινό με μικρή εμπειρία και ως εκ τούτου με περιορισμένες απαιτήσεις σε τομείς που αφορούν την αγωνιστική συμπεριφορά και την οδήγηση μέσα στην πίστα.

Τόσο το κοινό των ασιατικών αγορών, όσο και το κοινό των αναπτυγμένων αγορών ενδιαφέρεται για την τιμή, τις επιδόσεις στην ευθεία και τον εξοπλισμό (ακριβώς με αυτή τη σειρά προτεραιότητας) και δεν πρόκειται να ρωτήσει  - ούτε να εκτιμήσει – αν τα πέντε κλικ της απόσβεσης επαναφοράς στο πίσω αμορτισέρ του 390 RC είναι πιο χρήσιμα και λειτουργικά από τα 20 κλικ που έχει ένα αντίστοιχο και πιθανόν πολύ φτηνότερο μοντέλο του ανταγωνισμού.

Ακόμα κι αν είναι εύκολο να καταλάβει κάποιος πως είναι καλό πράγμα να έχεις 3,5 κιλά (!!!!!) ελαφρύτερες ζάντες, εν τούτοις εξακολουθεί να είναι δύσκολο να τον πείσεις να πληρώσει παραπάνω για αυτές.

Οι αριθμού που πουλάνε είναι εκείνοι της ιπποδύναμης. Τα στοιχεία του εξοπλισμού που πουλάνε είναι εκείνα που φαίνονται με το μάτι και υψηλή τεχνολογία στις μέρες μας είναι οτιδήποτε έχει πολλά λαμπάκια πάνω του.

Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η σχέση τιμής/κυβικών βάζει αυστηρά όρια.

Το καλύτερο supersport των 400 κυβικών του κόσμου να φτιάξεις, δεν πρόκειται να βρεις πολλούς που θα πάνε να το αγοράσουν αν κοστίζει όσο ένα τετρακύλινδρο 600. Και είναι και λογικό αν με ρωτάτε...

Όλα τα παραπάνω τα γνωρίζει πολύ καλά η ΚΤΜ και το τμήμα μάρκετινγκ, όμως η ομάδα που ανέλαβε τον σχεδιασμό του νέου 390 RC αποφάσισε να πάει κόντρα σε όλα και σε όλους, δίνοντας “μάχες” και κάνοντας “καβγάδες” ακόμα και με τους συναδέρφους τους! Θεωρώ πως αυτή είναι η καλύτερη ιστορία που φέρνω από την παρουσίαση του νέου RC390 στην πίστα της Modena, μία ιστορία που ελάχιστα θα ακουστεί μιας και μουν την εξιστόρησαν μετά από αρκετή κουβέντα για τό πώς και το γιατί φτιάχτηκε το κάθε τι, και αξίζει να ειπωθεί γιατί στο τέλος δείχνει απόλυτα που διαφέρει αυτή η μοτοσυκλέτα!

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η διαφωνία που υπήρχε για την χωρητικότητα του ρεζερβουάρ, όπου το τμήμα μάρκετινγκ και οι σχεδιαστές του Kiska δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί οι test riders και ο Project Leader επέμεναν πως έπρεπε να μεγαλώσει στα 13,8 λίτρα. “Τόση βενζίνη έχουν τα Adventure μοντέλα μας” έλεγε το τμήμα μάρκετινγκ και οι σχεδιαστές του Kiska. “Η μοτοσυκλέτα πρέπει να έχει μεγάλη αυτονομία” επέμενε η ομάδα του Project Leader και στο τέλος τα κατάφερε.

Σιγά τα αυγά, θα πείτε. Τόση φασαρία για ένα ρεζερβουάρ; Μόνο που η διαφωνία για το μέγεθος του ρεζερβουάρ δεν αφορούσε απλώς την αυτονομία.

 

Η απόφαση να αυξηθεί η χρηστικότητά του και το ρεζερβουάρ να γίνει 13,8 λίτρα, επέβαλε πλήρη επανασχεδιασμό του πλαισίου!

  

Κι εδώ αρχίζει η εμπλοκή του αγωνιστικού τμήματος της KTM, που αδιαφορώντας πλήρως για τους “νόμους της αγοράς” έβαλε ως μοναδικό στόχο το χρονόμετρο στην πίστα και όχι τί νομίζει ή τί πιστεύει η πλειοψηφία του αγοραστικού κοινού για τον σχεδιασμό ενός πλαισίου.

Εννοείται πως η KTM θέλει να πουλήσει πολλά 390 RC και να βγάλει λεφτά. Όμως διάλεξε τον δύσκολο δρόμο και επένδυσε υπερβολικό χρόνο και τεχνογνωσία σε μια κατηγορία που θα μπορούσε να κάνει πολύ λιγότερα πράγματα.

Για να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, το νέο 390 RC θα έχει δύο εκδόσεις πλαισίου!

Η μία έκδοση που θα πωλείται στην Ευρώπη και τις ανεπτυγμένες μοτοσυκλετιστικά αγορές θα έχει το πλαίσιο με την μικρότερη πλευρική ακαμψία και τις 3,5 κιλά ελαφρύτερες ζάντες.

Το πλαίσιο αυτό έχει σχεδιαστεί μετά από τη συσσωρευμένη αγωνιστική εμπειρία πέντε ετών στα εθνικά πρωταθλήματα ταχύτητας, στα RC-Red Bull Cup και στις κατηγορίες 300SS και στόχος των αλλαγών είναι η μείωση του chattering των ελαστικών στο οριακό πλάγιασμα, η προοδευτικότητα των πληροφοριών που φτάνουν στα χέρια και το σώμα του αναβάτη, καθώς και η αύξηση της πρόσφυσης των ελαστικών.

Για τους Ινδούς και τους Ασιάτες με την σαγιονάρα-δίχαλο, θα υπάρχει η έκδοση Heavy Duty, όπου θα έχει ζάντες με πιο χοντρό χείλος στο στεφάνι (800 γραμμάρια πιο βαριά η κάθε ζάντα από την Ευρωπαϊκή έκδοση) και θα έχει βιδωμένη μια ατσάλινη πλάκα (γέφυρα) που θα συνδέει τους δύο κάτω σωλήνες του πλαισίου στο ύψος του λαιμού, ώστε να μπορεί χωρίς πρόβλημα να περνά από τους χωματόδρομους τρικάβαλο.

Ακόμα όμως και αυτή η heavy Duty έκδοση έχει 1 κιλό ελαφρύτερο πλαίσιο και 1,9 κιλά ελαφρύτερες ζάντες από το προηγούμενο μοντέλο.

Φυσικά σε όλες τις εκδόσεις το υποπλαίσιο είναι αφαιρούμενο, όπως αρμόζει σε μια καθαρόαιμη αγωνιστική μοτοσυκλέτα και τα κλιπ-ον στο τιμόνι ρυθμίζονται σε ύψος ΚΑΙ κλίση.

Οι μανέτες φρένου και συμπλέκτη είναι ρυθμιζόμενες, ενώ τα άκρα του λεβιέ ταχυτήτων ΚΑΙ του πίσω φρένου λυγίζουν προς τα μέσα για να μην σπάνε αν έρθουν βίαια σε επαφή με την άσφαλτο!

Εδώ πραγματικά αναρωτιέσαι γιατί να εξοπλίσουν με τέτοιους λεβιέδες και μανέτες τη βασική έκδοση, όταν στα Power Parts έχουν billet μανέτες και λεβιέδες και θα μπορούσαν να βγάλουν κάνα φράγκο παραπάνω πουλώντας τα ως έξτρα σε όσους θέλουν να μπουν στην πίστα.

Κι όμως όχι. Ακόμα και στη βασική μορφή του το νέο 390 RC είναι έτοιμο να μπει στην πίστα. Η φιλοσοφία Ready to Race σε όλο της το μεγαλείο.

Έχει και συνέχεια! Το νέο φαίρινγκ έχει σχεδιαστεί για να μπορείς να βγάζεις φώτα και καθρέπτες μέσα σε λίγα λεπτά.

Τα πάντα στηρίζονται στη νέα χυτή αλουμινένια βάση που βιδώνει στο λαιμό του πλαισίου.

Αυτό βάζει τέλος σε μονοκόμματα καλώδια και τέλος σε δεκάδες βάσεις και βίδες σύνδεσης, απαιτεί όμως ένα πιο προσεκτικό και πιο ακριβό σε εργατοώρες σχεδιασμό.

Ξεβιδώνοντας μόνο τέσσερεις βίδες μπορείς να κάνει πλήρες service στον κινητήρα (λάδια, φίλτρα, μπουζί, ρύθμιση βαλβίδων).

Πέρα από τον σχεδιασμό του νέου φαίρινγκ, βασικό ρόλο σε αυτή την εύκολη και γρήγορη αποσυναρμολόγηση έπαιξε η αντιστροφή της τοποθέτησης του ρεζερβουάρ με το φιλτροκούτι αέρα.

Θυμάστε τον “τσακωμό” για την χωρητικότητα του ρεζερβουάρ που αναφέραμε στην αρχή του κειμένου;

Ε, για να μεγαλώσει το ρεζερβουάρ σε όγκο (για αύξηση της αυτονομίας) και ταυτόχρονα να μεγαλώσει το φιλτροκούτι σε όγκο (προς όφελος της απόδοσης του κινητήρα), έπρεπε να αλλάξουν θέσεις σε σχέση με τα προηγούμενα μοντέλα.

Επισήμως, η ΚΤΜ δεν έχει ανακοινώσει κάποιο νέο αγωνιστικό πρόγραμμα για τα RC Cup, ούτε έχει παρουσιάσει κάποιο αγωνιστικό ΚΙΤ, αλλά σε αυτή την παρουσίαση που έγινε στην πίστα της Modena, είχαν ένα “Project” με πλήρη αγωνιστικό εξοπλισμό (φαίρινγκ, εξάτμιση, ECU, αναρτήσεις) που οδηγήσαμε για 6 γύρους και μπορούμε με βεβαιότητα να σας πούμε πως δεν θα αργήσουν οι ανακοινώσεις (είτε ως ΚΤΜ, είτε ως Husqvarna).

Επιστρέφοντας την κουβέντα στο “νορμάλ” 390 RC που θα φτάσει στις εκθέσεις των καταστημάτων σε μερικούς μήνες από τώρα, θα πρέπει να πούμε και δύο κουβέντες για τις νέες αναρτήσεις της WP.

Το πιρούνι εμπρός έχει τις ρυθμίσεις αποσβέσεων ξεχωριστές σε κάθε καλάμι (όπως τα αγωνιστικά) και έναν τεραστίων διαστάσεων άξονα τροχού που θα ζήλευαν ακόμα και τα superbike των 200 ίππων. Η τεράστια διάμετρος του άξονα δεν είναι εκεί για να σε εντυπωσιάσει ως εικόνα, αλλά έχει σχέση με την μείωση του βάρους της εμπρός ζάντας…

Το πίσω αμορτισέρ είναι επίσης ολοκαίνουριο και ρυθμίζεται ως προς την προφόρτιση του ελατηρίου και την απόσβεση επαναφοράς. Όπως ήδη είπαμε, έχει “μόνο” πέντε κλικ, διότι στόχος της ΚΤΜ ήταν να υπάρχει αισθητή διαφορά σε κάθε κλικ και ο ιδιώτης αναβάτης να βρίσκει γρήγορα την κατάλληλη ρύθμιση, χωρίς να “χάνει την μπάλα” ανάμεσα σε 10-20 κλικ που τις περισσότερες φορές δεν κάνουν τίποτα…

Με άλλα λόγια, το σκεπτικό και εδώ είναι καλύτερα ποιότητα, παρά ποσότητα.

Όχι πως ο συνολικός εξοπλισμός του νέου 390 RC δεν εντυπωσιάζει με την ποσότητά του του. Έχουμε έγχρωμα TFT όργανα με Bluetooth (ίδιο πάνελ με των 390 Duke / 390 Adventure), έχουμε IMU με ρυθμιζόμενο cornering ABS και Traction Control που επεμβαίνει στην τροφοδοσία με δυνατότητα απενεργοποίησης. Έχουμε full-led φώτα και αντιολισθητικό κάλυμμα σέλας αναβάτη/συνεπιβάτη, η οποία έχει διπλάσιου πάχους αφρώδες υλικό.

Διότι όπως έκαναν με την αυτονομία του ρεζερβουάρ, έτσι και με τον τομέα της άνεσης, η ομάδα εξέλιξης του νέου 390 RC ήθελε να φτιάξει την καλύτερη supersport μοτοσυκλέτα της κατηγορίας της ΚΑΙ για τον δρόμο.

Η τιμή του νέου 390RC δεν έχει ανακοινωθεί ακόμα, οπότε δεν ξέρουμε πόσο μακριά από την εμπορική πραγματικότητα της κατηγορίας κυβισμού του θα βρεθεί.

Το βέβαιο είναι πως αν το νέο 390RC καταφέρει να επιτύχει εμπορικά, τότε θα δούμε στο μέλλον και άλλα μικρού και μεσαίου κυβισμού μοντέλα της ΚΤΜ που θα έχουν σχεδιαστεί για να είναι όσο καλύτερα γίνεται σε όλους τους τομείς.

Ο χρόνος θα δείξει αν στις μέρες μας το “όσο καλύτερο γίνεται” μπορεί να επιβιώσει ενάντια στο “όσο φτηνότερο γίνεται”.

Κάναμε μαζί της πολλά χιλιόμετρα σε επαρχιακό, γεμάτο στροφές δρόμο και αρκετούς γύρους στην πίστα για να έχουμε ολοκληρωμένη άποψη για τις ικανότητές της. Στο επόμενο MOTO, επανερχόμαστε αναλυτικά με τις πρώτες μας εντυπώσεις!