Η ιστορία του ΜΟΤΟ κυνηγώντας έξι παγκόσμια ρεκόρ της FIM με τις Suzuki Hayabusa και Kawasaki GTR 1400 στο Nardo

Σπάζοντας 6 παγκόσμια ρεκόρ ταχύτητας της FIM στο Nardo
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

23/10/2023

Ήταν Μάρτιος του 2009 όταν το ΜΟΤΟ ταξίδεψε στην “στρογγυλή” πίστα του Nardo της νότιας Ιταλίας, συμμετέχοντας στην προσπάθεια της Pirelli να σπάσει μέσα σε 24 ώρες, όλα  τα ρεκόρ μέσης ωριαίας ταχύτητας της FIM, με μια Suzuki Hayabusa Gen II και μια Kawasaki GTR 1400. Συνολικά 21 αναβάτες, εκ των οποίων πέντε δοκιμαστές της Pirelli και δεκαπέντε δημοσιογράφοι απ’ όλο τον κόσμο, ξεκινήσαμε στις 12:30 το μεσημέρι μια σκυταλοδρομία με μοναδικό στόχο να μην πέσει η βελόνα του κοντέρ κάτω από τα 240km/h! Με την έλευση της επετειακής έκδοσης Suzuki Hayabusa για τα 25 χρόνια του μοντέλου, ας θυμηθούμε μία επική ιστορία:

2

Μοτοσυκλέτες σαν το Suzuki Hayabusa και το Kawasaki GTR 1400 έχουν γεννηθεί για να κάνουν καλά μία δουλειά. Να ταξιδεύουν για ώρες με 200άρες! Οι μεγάλοι τετρακύλινδροι κινητήρες τους γουργουρίζουν σε αυτά τα χιλιόμετρα χωρίς να ιδρώνει το αυτί τους και καταπίνουν μεγάλες αποστάσεις στις εθνικές οδούς μέσα σε λίγες ώρες. Αν δεν υπήρχαν αυτά τα “αναθεματισμένα” όρια ταχύτητας για να κινούνται με ασφάλεια (και λογική κατανάλωση καυσίμου…) όλοι οι άλλοι οδηγοί και αναβάτες στις σύγχρονες εθνικές οδούς, τότε αυτά τα κτήνη θα έφταναν από τη μια πόλη της Ευρώπης στην άλλη πιο γρήγορα από οποιοδήποτε αεροπλάνο. Ένας καλός τρόπος για να μάθουμε πόσα χιλιόμετρα θα μπορούσαν να καλύψουν μέσα σε 24 ώρες αν δεν υπήρχαν όρια ταχύτητας, είναι να πας σε μια πίστα σαν του Nardo που σου επιτρέπει να τερματίζεις τη βελόνα του κοντέρ σε κάθε γύρο που κάνεις. Οι γερμανικές Autobahn δεν έχουν όρια ταχύτητας σε κάποια τμήματα, όμως η κίνηση είναι πυκνή και σπανίως μπορείς να διατηρήσεις για μεγάλα χρονικά διαστήματα ταχύτητες άνω των 150km/h.

3

Θα μπορούσες να κάνεις μερικά χιλιόμετρα τέρμα γκάζι στην εθνική και μετά να υπολογίσεις με μαθηματικά πόσα χιλιόμετρα θα μπορούσες να καλύψεις μέσα σε 24 ώρες με μια Hayabusa, όμως αυτό δεν θα είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα. Διότι όποιον υπολογισμό κι αν κάνεις, η πραγματική ζωή είναι πάντα πιο σκληρή από την θεωρία.

Κι αυτό αποδείχτηκε εκείνη την ημερά στο Nardo, όπου χρειάστηκε να κρατήσουμε την βελόνα του κοντέρ πάνω από τα 230km/h πραγματικά επί 12 ώρες για να επιτύχουμε μέση ωριαία 208,87km/h και να σπάσουμε το παγκόσμιο ρεκόρ στην κατηγορία Α12 της FIM.

Σε αντίθεση με τις κουβέντες της καφετέριας, τα παγκόσμια ρεκόρ ταχύτητας της FIM έχουν πολύ αυστηρούς κανόνες. Τόσο αυστηρούς που αν η ταχύτητα του αέρα ξεπεράσει τα 14km/h τότε ακυρώνονται, ακόμα κι αν χρειάζεσαι μόλις μερικούς γύρους για να ολοκληρώσεις την προσπάθεια.

4

Συγκεκριμένα στο Nardo, η FIM απαιτεί να οδηγείς συνεχώς μέσα σε μια συγκεκριμένη λωρίδα πλάτους μερικών εκατοστών, ώστε η απόσταση που θα κάνεις σε κάθε γύρο να είναι ακριβώς 12,5 χιλιόμετρα. Ούτε εκατοστό λιγότερα! Με λίγα λόγια δεν μπορείς να μπεις πιο μέσα για να κάνεις την περίμετρο της πίστας μικρότερη, ούτε φυσικά σε συμφέρει να πάρεις την “ανοιχτή γραμμή” διανύοντας μεγαλύτερη απόσταση σε κάθε γύρο, διότι η FIM υπολογίζει την απόσταση με τον αριθμό των γύρων και όχι με ηλεκτρονικά συστήματα GPS. Μάλιστα οι άνθρωποί της έχουν διαρκώς τα μάτια τους πάνω σου, ώστε αν φύγεις από το μονοπάτι να διακόψουν τη διαδικασία και να ακυρώσουν όποιο ρεκόρ θα έκανες από εκεί και πέρα.

Κι αυτά δεν είναι οι μόνοι μπελάδες που έχεις στην πραγματική ζωή. Θα χρειαστεί να κάνεις ανεφοδιασμούς, χάνοντας πολύ χρόνο μπαίνοντας και βγαίνοντας από τα πιτς, πέρα από τον χρόνο που χρειάζεται για να γεμίζεις τα μεγάλα ρεζερβουάρ των 25 λίτρων.

Το οποίο δεν είναι απλώς χρονοβόρο, αλλά και πολύ επικίνδυνο! Η μία και μοναδική σύσταση που μας έκαναν τρεις φορές οι άνθρωποι της Pirelli για να βεβαιωθούν πως το καταλάβαμε σχετικά με την διαδικασία, αφορούσε την απώλεια της αίσθησης της ταχύτητας όταν πας για μεγάλα χρονικά διαστήματα με υψηλές ταχύτητες. Όταν κινείσαι για πολύ ώρα με πάνω από 200km/h, αρχίζεις σιγά-σιγά να συνηθίζεις την κίνηση του περιβάλλοντος, με αποτέλεσμα όταν φρενάρεις στα 100km/h να νομίζεις πως έχεις 50km/h και όταν φρενάρεις στα 50km/h να νομίζεις πως έχεις σταματήσει. Οπότε αν ακούσετε ιστορίες που αφορούν “χαζές” πτώσεις μέσα σε βενζινάδικα της εθνικής μετά από κάποιο πολύωρο κυνηγητό με υψηλές ταχύτητες μεταξύ φίλων, μην βιαστείτε να γελάσετε…

5

Στην δική μας περίπτωση, θα έπρεπε να είμαστε προσεκτικοί επιβραδύνοντας για να μπούμε στα πιτς, όμως την ίδια στιγμή δεν είχαμε την πολυτέλεια να κόψουμε υπερβολικά νωρίς ταχύτητας, διότι ο χαμένος χρόνος θα είχε τεράστιο κόστος.

Το πλάνο προέβλεπε 11 αναβάτες για την Kawasaki GTR 1400 και 10 αναβάτες για την Suzuki Hayabusa, οι οποίοι θα αλλάζαμε σέλες κάθε 25 λεπτά. Σε αυτά τα 25 λεπτά θα έπρεπε να έχεις διαρκώς την βελόνα του ταχύμετρου του στα 240km/h, που σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Pirelli αντιστοιχούσαν σε περίπου 230Km/h πραγματικά. Μάλιστα για να μας διευκολύνουν είχαν τραβήξει και δυο γραμμές με μαρκαδόρο, όπου έπρεπε να βρίσκεται ανάμεσά τους η βελόνα του κοντέρ. Η εκκίνηση δόθηκε στις 12:30 το μεσημέρι, παρουσία της επιτροπής της FIM και η σειρά του ΜΟΤΟ για να καβαλήσουμε πρώτη φορά ήταν στις 14:30, ξεκινώντας με την Hayabusa.

Σε αυτό το πρώτο 25λεπτο με το κοντέρ στα 240km/h ακατέβατα, διαπιστώσαμε τρία πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Το πρώτο ήταν πως με 240km/h, το Hayabusa Gen 2 ήπιε 20 λίτρα ιταλικής βενζίνης και διένυσε απόσταση 98 χιλιομέτρων με μέση ωριαία 229km/h.

Επίσης στο κοντέρ της Kawasaki GTR βάλει με το μαρκαδόρο τη γραμμή στα 250km/h και η πραγματική της ταχύτητα ήταν λίγο μεγαλύτερη από του Hayabusa Gen II.

Το τρίτο αφορούσε τη δυσκολία να ακολουθήσεις στη γραμμή που είχε καθορίσει η FIM, χωρίς να σε “ρουφήξει” μέσα η κεκλεισμένη πίστα. Στους πρώτους τρεις γύρους των 12,5 χιλιομέτρων ήταν εύκολο, αλλά όσο περνούσαν τα λεπτά, η μονοτονία της διαδρομής και η υψηλή ταχύτητα που “έσβηνε” τον περιβάλλοντα χώρο, άρχιζαν να σε αποκοιμίζουν.

6

Όμως εκεί που πραγματικά η κατάσταση έγινε ζόρικη, ήταν βαθιά τα μεσάνυχτα, όταν ήρθε η σειρά μας να καβαλήσουμε για πρώτη φορά την GTR 1400.

Η πίστα του Nardo είναι σε μια απομακρυσμένη από τον πολιτισμό περιοχή για να μην ενοχλεί ο θόρυβος τους κατοίκους. Υπάρχουν κάποια χωριουδάκια τριγύρω, αλλά το βράδυ σβήνουν μέχρι και το τελευταίο κερί, επικρατώντας απόλυτο σκοτάδι. 

Έτσι, σε αντίθεση με την οδήγηση το βράδι σε εθνική οδό όπου έχεις ένα σημείο αναφοράς του γενικού χώρου, μέσα στην πίστα του Nardo είναι σαν να κάνεις γύρους πάνω στους δακτύλιους του Κρόνου στο μαύρο σκοτάδι του διαστήματος.

Στην κυριολεξία παθαίνεις vertigo μετά από δέκα λεπτά οδήγησης, καθώς είναι τρομερά δύσκολο να καταλάβεις την πραγματική απόσταση που έχει το κάθε φως που βλέπεις στο βάθος. Κάτι σαν την ταινία TRON, ένα πράγμα…

Σημασία βέβαια έχει τί έγραψαν στα βιβλία τους οι άνθρωποι της FIM και το αποτέλεσμα ήταν έξι νέα Παγκόσμια Ρεκόρ στην κατηγορία Α 12 (μοτοσυκλέτες 1350-2000 κυβικών) όπου ανήκει η GTR 1400.

Στην κατηγορία Α 11 (μοτοσυκλέτες έως 1350 κυβικά) όπου ανήκει η Hayabusa Gen II, η ομάδα των δοκιμαστών της Pirelli είχε κάνει ήδη το παγκόσμιο ρεκόρ με μια ειδικά τροποποιημένη Hayabusa Gen I και ειδικά ελαστικά, σημειώνοντας μέση ωριαία 253,630km/h στο πρώτο 12ωρο! 

 

9

Το δικό μας πρώτο ρεκόρ με την GTR 1400 αφορούσε τα 10 χιλιόμετρα, όπου τα καλύψαμε σε 2 λεπτά και 29 δευτερόλεπτα με μ.ω.τ. 240,02km/h

 

Το δεύτερο ήταν για τα 100 χιλιόμετρα, όπου χρειαστήκαμε 26 λεπτά και 8 δευτερόλεπτα με μ.ω.τ. 229,55km/h

 

Το τρίτο ρεκόρ ήταν για τα 1000 χιλιόμετρα, που τα καλύψαμε σε 4 ώρες και 30 λεπτά με μ.ω.τ. 221,12km/h

 

Τα υπόλοιπα τρία ρεκόρ αφορούσαν τον χρόνο, δηλαδή την πρώτη ώρα, τις έξι ώρες και τις δώδεκα ώρες.

Συγκεκριμένα την πρώτη ώρα κάναμε 222,7 χιλιόμετρα

Το πρώτο εξάωρο κάναμε 1.430 χιλιόμετρα και στις δώδεκα ώρες οδήγησης είχαμε κάνει 2.502,8 χιλιόμετρα!

8

Η FIM έχει κατηγορίες ρεκόρ μέχρι και τις πρώτες δώδεκα ώρες, οπότε τα δικά μας 24ωρα ρεκόρ δεν καταγράφηκαν επίσημα. Σε κάθε περίπτωση ο στόχος της Pirelli επιτευχθεί, με την Hayabusa και την GTR να κάνουν πάνω από 5.000 χιλιόμετρα σε 24 ώρες, με το κοντέρ τους να δείχνει συνεχώς 240km/h.

Οδηγήσαμε Yamaha XSR XTribute 2019 – Πρώτες εντυπώσεις του αντι-scrambler από την Ισπανία

Η Yamaha μπαίνει στα Scrambler από το πλάι
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/5/2019

Απέναντι στην μόδα που γεννήθηκε τα τελευταία χρόνια από το customizing και έφερε τα Scrambler στο προσκήνιο μαζί με μερικές ξεχωριστές υπο-κατηγορίες μοτοσυκλετών, κάθε κατασκευαστής απάντησε με τον δικό του τρόπο. Η Ducati με την ξεχωριστή οντότητα των Scrambler, καθώς τα προωθεί ως ξεχωριστή οικογένεια δίπλα της, η Triumph επίσης με τα δικά της Scrambler και μία πλούσια σειρά αξεσουάρ, η BMW, η Kawasaki, ακόμη και η KTM, δια μέσου του βοηθού για έκτατες τέτοιες καταστάσεις, της Husqvarna… Η Yamaha ξεκίνησε πιο νωρίς την δική της απάντηση, απλά ήταν σε διαφορετικό πλαίσιο, καθώς προχώρησε με την ιδέα του «YardBuilt». Έφταιξε νέα μοντέλα, την σειρά XSR που πάτησε πάνω στα MT και μαζί τους επένδυσε σε «customάδες» παγκοσμίου φήμης για να φτιάξουν τις δικές τους μοτοσυκλέτες ώστε τα XSR να γίνουν βάση του customizing. Ανάμεσά τους και ένας Έλληνας που με την συνδρομή του MOTO, πήρε δύο συνεχόμενους τίτλους! Η Yamaha τα είχε καταφέρει, η σειρά XSR είχε εδραιωθεί και τώρα ήταν η ώρα να εισπράξει πίσω όλο αυτό που έδωσε. Για αυτό και ήρθε το XTribute μία έκδοση που ευελπιστεί να γίνει διαφορετικό μοντέλο και που μπορεί να βοηθά την Yamaha να εισπράξει τους καρπούς των προσπαθειών της, αλλά ταυτόχρονα συμφέρει και τον τελικό ιδιοκτήτη, καθώς όλα όσα φορά το XSR θα είχαν πολλαπλάσιο κόστος αν έπρεπε κανείς να τα αγοράσει…

Στο μεταξύ, πιο ήταν διαχρονικά το γνωστότερο Scrambler; Πριν όλα αυτά αρχίσουν να πεθαίνουν ως κατηγορία ολόκληρη, γιατί φύγαμε από τα δύο αμορτισέρ πίσω και αρχίσαμε να πηγαίνουμε στο ένα αμορτιστέρ και στα Motocross, υπήρχε ένα Scrambler που είχε γίνει απόλυτη καθημερινή μοτοσυκλέτα. Το XT500 με ιστορία από το 1976 και ορόσημο για την εποχή που μιλάμε το 1981. Από τα DT στα XT, η Yamaha επένδυε στο χώμα ολοένα και περισσότερο και φυσικά σταθερά, και όχι κατά κύματα. Αν λοιπόν αναρωτηθεί κανείς ποια είναι η άτιμη η σύνδεση ενός XSR με το XT500 είναι αυτή ακριβώς. Το σύγχρονο γυμνό που γίνεται Scrambler, και βάφεται στα χρώματα ενός άξιου εκφραστή της εποχής εκείνης. Την έννοια «γίνεται Scrambler» ο κάθε κατασκευαστής την εκφράζει όπως θέλει, κι αυτό είναι καλό για να υπάρχει ανταγωνισμός. Η Yamaha το κάνει με αυτό το XSR, και για να δούμε τι ακριβώς πέτυχε, μας επιφύλαξε μία πλούσια σε οδήγηση ημέρα, ακριβώς μετά την πρώτη μας γνωριμία με το Tenere 700!

Στις εκβολές του Έβρου, του μεγαλύτερου ποταμού της Ιβηρικής χερσονήσου, και όχι το δικό μας φυσικό σύνορο με την Τουρκία, και στην πλατιά λωρίδα, σκληρής άμμου που θυμίζει Αμερική, εκεί ξεκινήσαμε να δοκιμάζουμε το νέο XSR XTribune, το XSR που τιμά το XT! Είναι όλα μπερδεμένα τώρα, από την τοποθεσία μέχρι και την ίδια την μοτοσυκλέτα. Καταρχήν μπορεί να μην ξέρετε πως «Έβρο» έχουν και οι Καταλανοί, που η πλειοψηφία τους δεν θέλει να τους μπερδεύουν με τους Ισπανούς, παρόλο που η Καταλονία είναι (ακόμη;) κομμάτι της Ισπανίας. Σε αυτό το μπερδεμένο κομμάτι υπάρχει ένας μεγάλος ποταμός με πλούσια ροή και ένα τεράστιο Δέλτα. Λέγεται Έβρος και δεν είναι απλή συνωνυμία. Ο ποταμός αυτός έχει ονομαστεί από Έλληνες αποίκους, χιλιάδες χρόνια πριν, που του έδωσαν το όνομα  Έβρος, ή «Εβρε» στα Καταλανικά. Το όνομα το οφείλει σε αντίστροφο δανεισμό των Ελλήνων αποίκων από τα αρχαία χρόνια, αποδίδοντας την τεράστια λωρίδα γης που οριοθετεί το Δέλτα του ποταμού. Εκεί ακριβώς οδηγήσαμε το νέο XSR, σημειολογικά τελείως μπορεί να πει κανείς, μιας κι αυτό σε δανεισμό οφείλει την ύπαρξή του.

Το XSR είναι γνώριμη μοτοσυκλέτα, με πλούσια ροπή χαμηλά, όρθια θέση οδήγησης και καλή κατανομή βάρους που του προσδίδει ευελιξία. Το XTribute όμως με μερικές καίριες αλλαγές υπερτονίζει κάποια από τα παραπάνω. Ξεκινάμε από το τιμόνι που είναι 40mm πιο φαρδύ και είναι σαν να κρατάς ένα BMW ενώ κάθεσαι σε Γιαπωνέζικο. Συνήθως με τις Γιαπωνέζικες μοτοσυκλέτες οι αγκώνες σου πασχίζουν να μην έρθουν κοντά στο σώμα, τώρα απλά πιάνεις το ταύρο από τα κέρατα και παίρνουν αέρα οι μασχάλες σου… Είναι και λεπτό το τιμόνι, είναι και τα όργανα χαμηλά και στρογγυλά και ναι, αρχίζεις να βλέπεις ομοιότητες με το XT, την ίδια ώρα που ρίχνεις νοητές σφαλιάρες στον εαυτό σου για να μην λες τέτοιες υπερβολές και να μην θεωρείς πως ένα XSR μπορεί να έρθει κοντά στα XT! Αλλά δεν γίνεται, όρθια τελείως θέση οδήγησης και 30mm ψηλότερα τοποθετημένη η σέλα και αμέσως αυτός ο συνειρμός επανέρχεται πιο δυνατός. Το πλέον δυνατό στην υπόθεσή μας είναι η Akrapovic που προς τιμήν τους, την έφτιαξαν σε μαύρο και να βγαίνει ψηλά, επίσης θυμίζοντας με ακρίβεια τα XT ενώ σου στέλνει ένα δυνατό «μπράου-μπράου» πρώτα στα αυτιά και μετά στο ίδιο σου το δέρμα με δονήσεις, πορώνοντάς σε περισσότερο. Μία υπενθύμιση στους απανταχού υποστηρικτές της ηλεκτροκίνησης, πως δεν θα υπάρχει απλή μετάβαση αλλά κανονικός πόλεμος, όταν έρθει εκείνη η ώρα…

Στην πατημένη σαν χώμα άμμο στην γραμμή που οριοθετεί το μεγάλο ΔΕΛΤΑ, το XSR σπινάρει με τον πίσω τροχό και ψαρεύει με τον εμπρός, όταν ξεφύγει λίγο από τα αυλάκια που έχουν χαράξει τα αυτοκίνητα και πατήσει την ενδιάμεση παχύτερη άμμο. Εκεί είναι που θέλεις το φαρδύ τιμόνι και την αμεσότητα στο γκάζι για να ελαφρύνεις τον τροχό και να διατάξεις το τιμόνι πίσω στην σειρά του. Ακούραστα όλα και αβίαστα, παρόλο που τα Pirelli MT60RS δεν βοηθούν ιδιαίτερα την κατάσταση. Τα ψαρώνια, οι ερωδιοί και τα υπόλοιπα θαλασσοπούλια έχουν συνηθίσει μικρές υπόκωφες εκρήξεις από τα λατομεία αλατιού, διαφορετικά δεν θα άντεχαν τόσες Akrapovic μαζεμένες. Είμαστε και τυχεροί που δεν φυσάει και δεν είναι γεμάτο το μέρος με σέρφερ, και παίζουμε στις ευθείες, προσέχοντας να μην πατήσουμε την νοητή γραμμή της πατημένης άμμου, με την κανονική. Αυτό είναι και το σύνορο της άδειας που έχει πάρει η Yamaha στην συγκεκριμένη προστατευόμενη περιοχή, και στην πρώτη παρατυπία καραδοκούν μία σειρά από δημόσιες υπηρεσίες να μας την ακυρώσουν. Έτσι είναι όταν το δημόσιο δουλεύει κανονικά εκτός γραφείου και όχι πίσω από επιτηδευμένα κλειστές πόρτες…

Το παιχνίδι που κάνουμε είναι ακίνδυνο αν ξέρεις να προφυλάσσεις τον εαυτό σου γιατί το ABS δεν θέλει να ξέρει που βρίσκεσαι, ούτε να ακούσει πως δεν πατά σε δρόμο δηλαδή και προτιμά να μην το χρειαστείς, ενώ το κλείσιμο του γκαζιού είναι χειρότερο από το να το κρατάς ανοικτό. Τα βασικά δηλαδή, αυτά που ισχύουν πάντα. Το θέμα είναι πως αυτό το παιχνίδι εξελίσσεται πολύ διασκεδαστικά και είναι εθιστικό. Εμάς μας περιμένει όμως μία λίγο πιο πράσινη, λίγο πιο ήπια εκδοχή του Stelvio Pass μία μεθυστική ανάβαση που τα μαρσπιέ ξύνουν με ευκολία την εξαιρετική άσφαλτο. Η φαρδύτερη βάση του σταντ που η Yamaha είχε τοποθετήσει ώστε να μπορούμε να παρκάρουμε στην άμμο, είναι τώρα ένα πρόσθετο υλικό για να ξύσεις στην άσφαλτο κι αν το παρακάνεις μπορεί να γίνει και μοχλός για να σου ανοίξει την γραμμή.

Εύκολη, πολύ εύκολη μοτοσυκλέτα, ακριβώς όπως ήταν πάντα το XSR δηλαδή με το πρόσθετο εδώ της πιο άνετης θέσης οδήγησης και του εξαιρετικού μοχλού. Οι σούζες είναι φυσική συνέχεια του ανοίγματος του γκαζιού, ο ήχος είναι μεθυστικός κι αν υπάρχει κάτι αρνητικό, αυτό είναι ακριβώς ότι υπήρχε και στο XSR η Yamaha δεν πρόσθεσε, μην ανησυχείτε, απλά τόνισε ορισμένα καλά του σημεία προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Αν σου αρέσουν τα Scrambler θα λατρέψεις το συγκεκριμένο XSR στην περίπτωση που πριν ήσουν «έτσι κι έτσι», απέναντί του. Η κατηγορία αυτή έχει δεχτεί πολλές εισαγωγές το τελευταίο διάστημα και το XTribute έχει μία από τις καλύτερες σε σχέση τιμής και απόδοσης. Στο επόμενο τεύχος, θα δούμε πως η νέα κατανομή βάρους επηρεάζει και τα φρένα αλλά και την γρήγορη οδήγηση…

Ετικέτες