Honda CB500X & F 2019: Οδηγούμε στην Ισπανία [video]

Πρώτες εντυπώσεις & πληροφορίες
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

19/2/2019

Τα νέα, πολυαναμενόμενα μοντέλα της σειράς CB500 X και F, είχαμε την ευκαιρία να οδηγήσουμε στην Ισπανία στους στενούς και εξαιρετικούς δρόμους της Τενερίφης, του μεγαλύτερου από τα επτά βασικά νησιά στο σύμπλεγμα των Κανάριων Νήσων. Το MOTO επισκέπτεται κάθε χρόνο αυτά τα νησιά, προσκεκλημένο σε διαφορετικές δημοσιογραφικές παρουσιάσεις, ωστόσο η Honda κατάφερε να βρει εκείνη την μόνη διαδρομή που ήταν ανεξερεύνητη, κι αυτό μιας και οι λιγότεροι δημοφιλής στενοί δρόμοι ταίριαζαν απόλυτα με τον χαρακτήρα των νέων CB. Επιπρόσθετα ήταν μία από τις ελάχιστες φορές που μπορέσαμε να οδηγήσουμε και στο χώμα, κάτι που δεν έχει συμβεί με εταιρίες όπως η KTM και η Ducati, εξαιτίας της πολυπλοκότητας στις διαδικασίες που έχουν επιβάλει οι τοπικές αρχές προσπαθώντας να διαφυλάξουν το πρώτο και τελευταίο δάσος των ηφαιστιογενών νησιών. Τα δέντρα μπορεί να μην είναι σε αφθονία, εκείνο όμως που περισσεύει είναι τα υλικά από τα έγκατα της Γης, με τα οποία στρώνουν τους δρόμους μετατρέποντας την έξοδο από το πάρκινγκ των σπιτιών τους σε έξοδο από την pit lane… Και με ένα Ευρώ το λίτρο στην ήπια φορολογημένη βενζίνη, τα νησιά αυτά μπορείς να τα αποκαλέσεις μοτοσυκλετιστικό παράδεισο, δίχως καμία απολύτως υπερβολή! Με πλοηγό τον Steve Plater να δίνει τον ρυθμό, Βρεττανό πρωταθλητή το 2009, νικητή του Isle of Man κι ένα κατεβατό από ακόμη μεγαλύτερες περγαμηνές, η δοκιμή των νέων CB δεν προβλεπόταν εξ αρχής να ακολουθήσει με απόλυτη πιστότητα την περιγραφή του χαρακτήρα με τον οποίο τα προίκισε η μητέρα Honda, κι έτσι ακριβώς συνέβη τελικά!

Στο παρακάτω trailer μπορείτε να πάρετε μία πλούσια γεύση από την εμπειρία της οδήγησής τους, πριν συνεχίσετε με τις πρώτες οδηγικές εντυπώσεις και λεπτομέρειες, μέχρι να επιστρέψουμε από τον παράδεισο αυτό της μοτοσυκλέτας και να ακολουθήσει η ακόμη πιο αναλυτική παρουσίασή τους:

 

Η σειρά CB500 ανανεώθηκε στην αυγή των νέων κανονισμών Euro5, κάνοντας ακριβώς εκείνες τις αλλαγές που χρειαζόταν για να πληρούνται οι νέες προδιαγραφές ρύπων, με την διαφορά πως δεδομένης της ευκαιρίας προχώρησαν σε ολικό επανασχεδιασμό τμημάτων του κινητήρα. Πάντα με γνώμονα τον βέλτιστο συνδυασμό κατανάλωσης και απόδοσης. Όταν η Honda μιλά βέβαια για απόδοση, δεν εννοεί την μέγιστη δυνατή ιπποδύναμη, αλλά εκείνη που καλύτερα αντιπροσωπεύει τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας. Κι αυτό στην περίπτωση του CB500X σημαίνει μία καθημερινή σύντροφος για όλες τις διαδρομές ρουτίνας και παράλληλα ικανότητα ταξιδιού αλλά και σύντομο πέρασμα από χωματόδρομους προς εξερεύνηση της ακτογραμμής τα καλοκαίρια… Οι παρουσιάσεις νέων μοντέλων που πραγματοποιούν οι εταιρίες, προσπαθούν να συμπυκνώσουν σε μία ημέρα την γνωριμία με τα χαρακτηριστικά της μοτοσυκλέτας και την απαραίτητη φωτογράφιση και βιντεοσκόπηση του κάθε ένα ξεχωριστά, γράφοντας το δυνατόν περισσότερα χιλιόμετρα στον χρόνο που απομένει. Αυτή είναι μονάχα μία από διαφορές με τις δοκιμές που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα και κρατούν κατά ελάχιστο μία εβδομάδα, περνώντας στο μεταξύ από όλες τις δοκιμασίες και τις εξειδικευμένες μετρήσεις που εμείς πραγματοποιούμε. Μέσα σε λίγο χρόνο και σε άγνωστους δρόμους παίρνεις μονάχα μία ιδέα από το μοντέλο, και είναι ορισμένες φορές πιο σημαντικό να γνωρίσεις τους ανθρώπους που το σχεδίασαν και να μιλήσεις μαζί τους, καθώς δεν θα υπάρξει άλλη τέτοια ευκαιρία. Εδώ βρίσκεται και η πραγματική σημασία τέτοιων παρουσιάσεων!

Στο τεύχος θα αναλύσουμε τον τρόπο που εργάστηκε η ομάδα πίσω από την ανανέωση των CB500, πού εστίασαν και πόσο χρόνο χρειάστηκαν για το κάθε τι. Το βασικό είναι βέβαια πως στόχευσαν στην κατασκευή μίας εύκολης και πολύ καλά ζυγισμένης μοτοσυκλέτας. Έτσι από την στιγμή που θα έβαζαν χέρι στον κινητήρα για να είναι έτοιμος με τις νέες προδιαγραφές, είχε έρθει η ευκαιρία για μία συνολική μείωση βάρους από στρατηγικά επιλεγμένα σημεία ώστε αυτή να ευνοήσει τον αναβάτη πολλαπλάσια με ακόμη καλύτερη κατανομή βάρους. Όπως είπαμε και με τους Ιάπωνες μηχανολόγους που έδωσαν το παρόν, η Honda δεν έχει να επιδείξει σοβαρά λάθη σε αυτό τον τομέα, στην κατανομή συγκεκριμένα δηλαδή, που είναι άλλο πράγμα από την μέτρηση βάρους… Πέρα από το Crosstourer που μονάχα με μεγάλη ταχύτητα δεν αντιλαμβάνεσαι το βάρος και θα πρέπει είτε να το μανουβράρεις σπρώχνοντας, είτε –χειρότερα- να σου πέσει στο πόδι για να νιώσεις τα σχεδόν τριακόσια κιλά του, η Honda φημίζεται για την κατανομή βάρους την ίδια στιγμή που δεν κάνει εκτεταμένες προσπάθειες για να το μειώσει. Για τα νέα μοντέλα της σειράς CB500, έκανε βέβαια έναν μικρό κόπο και προς την κατεύθυνση της δίαιτας, δεν τα παράτησε τελείως. Το F για παράδειγμα είναι δύο κιλά ελαφρύτερο από τους προκάτοχό, του μία αλλαγή που έχει προκύψει απλά από την ανανέωση των περιφερειακών και των ηλεκτρονικών όπως της μονάδας ABS καθώς είναι νεότερη σε ηλικία και τυχαίνει έτσι κι ελαφρύτερη. Από την άλλη τα γρανάζια του κιβωτίου έχουν κι αυτά ελαφρύνει, με την Honda να ξοδεύει χρόνο στο σχεδιασμό τους. Πρώτα όμως για να είναι καλύτερη η λειτουργία του κιβωτίου, κι έπειτα για να μειωθεί κι από εκεί το συνολικό βάρος.

Άλλωστε ο νέος τρόπος σχεδιασμού των μοτοσυκλετών, με το «νέος» να αντιπροσωπεύει την απαρχή αυτής της δεκαετίας που ήδη τελειώνει, απαιτεί υπολογισμούς με αναγωγή στο γραμμάριο κι έτσι όταν μιλάμε για μειώσεις βάρους συχνά ακουγόμαστε σαν τους χρυσοχόους καθότι κι εκείνοι υπολογίζουν τέτοιες υποδιαιρέσεις του κιλού με την ίδια προσοχή! Πόσο μάλιστα όταν τα λίγα αυτά γραμμάρια φεύγουν από κινούμενα μέρη, κάτι που πολλαπλασιάζει την αξία τους. Το κιβώτιο έχει συνολικά επανασχεδιαστεί, όλα τα γρανάζια είναι καινούρια με αμεσότερη εμπλοκή τους ενώ ταυτόχρονα τα νέα CB είναι τα μικρότερα Honda με υποβοηθούμενο μονόδρομο συμπλέκτη, κάτι που μειώνει την δύναμη που απαιτείται στην μανέτα κατά 45%! Μισή δύναμη σε μία μανέτα που πατούσες ήδη με την αντίσταση μαχαιριού σε βούτυρο, σημαίνει πως τώρα τα CB νομίζεις πως έχουν κομμένη ντίζα, τόσο εύκολα που χειρίζεσαι την μανέτα με ένα δάχτυλο. Από πλευράς μηχανολογικού σχεδίου το κιβώτιο, όπως και όλο το μπλοκ του κινητήρα εξωτερικά, μπορούν να θυμίσουν στο εκπαιδευμένο μάτι το CB600RR, κι αυτό δεν συμβαίνει τυχαία. Το ίδιο ισχύει και για το προηγούμενο μοντέλο με τις ομοιότητες να φτάνουν έως την διάμετρο των εμβόλων, νομίζοντας πως έχεις να κάνεις με την κομμένη στην μέση ενός τετρακύλινδρου.

Δύο είναι οι βασικοί λόγοι που συνέβη αυτό, ο εξής ένας: Βόλευε τους σχεδιαστές τόσο στην απλοποίηση του σχεδίου πατώντας σε γνώριμα μονοπάτια, όσο και πρακτικά στην βελτίωση της βιομηχανοποιημένης παραγωγής του δικύλινδρου στο σύγχρονο εργοστάσιο της Ταϊλάνδης. Ο μεγαλύτερος κινητήρας που έχει βγει από αυτό το εργοστάσιο είναι ο τετρακύλινδρος των CB650, που επίσης έχει αρκετές ομοιότητες με τα supersport και τα superbike που παράγονται στην Ιαπωνία. Από εκεί και πέρα για την συνολική εξωτερική εμφάνιση και συγκεκριμένα στην περίπτωση του CB500X, οι Ιάπωνες θέλησαν να προσδώσουν ομοιότητες με την Africa Twin, δημιουργώντας ένα καλύτερο ευδιάκριτο πλατύσκαλο στην σκάλα της γκάμας αλλά και μία ενδιάμεση λύση για εκείνους που θέλουν κάτι οικονομικότερο με άμεση όμως αναφορά στο μεγαλύτερο δικύλινδρο, που η μεταξύ τους απόσταση ίσως γίνει ακόμη πιο μεγάλη σε λίγο καιρό.

Άλλωστε για αυτό αποκτά και 19 ιντσών τροχό εμπρός την ίδια στιγμή που μεγαλώνει κατά 10mm και η διαδρομή του πιρουνιού και η γεωμετρία θέσης οδήγησης τοποθετεί το σώμα σε πιο όρθια θέση. Με νέα επίπεδη σέλα και μικρή αλλαγή στα μαρσπιέ, το νέο CB500X συνδυάζει σε υπερθετικό βαθμό την αίσθηση μεγάλης On-Off μοτοσυκλέτας με την ευκολία κίνησης της που πρέπει να έχει ένα μοντέλο πεντακοσίων κυβικών.

Αντίστοιχα το CB500F καταφέρνει να διαφοροποιηθεί αρκετά, πρώτα με την θέση οδήγησης φυσικά. Η Honda δεν αρκέστηκε στην αλλαγή που αναπόφευκτα δημιουργεί η μικρότερη διαδρομή των αναρτήσεων αλλά προχώρησε με βάση τα νέα στοιχεία σε επανασχεδιασμό, κάνοντας μικρές επεμβάσεις σε τιμόνι και μαρσπιέ, φέρνοντας το σώμα πιο μπροστά σε μία περισσότερο σκυφτή θέση συγκριτικά με τον προκάτοχο. Δίνοντας περισσότερο όγκο στα πλαστικά γύρω από το ρεζερβουάρ, και με την μικρή αυτή ενίσχυση που έχει ο κινητήρας στις μεσαίες στροφές, το CB500F είναι όσο σπορ δείχνει και στα κατάλληλα χέρια ακόμη περισσότερο, μειώνοντας την απόσταση που θέτουν τα όρια του κυβισμού του από μεγαλύτερες μοτοσυκλέτες!

Οδηγώντας πίσω από τον Steve Plater σε μία γεμάτη στροφές διαδρομή και κάνοντας συχνή χρήση του κιβωτίου χωρίς όμως το ενδιάμεσο στάδιο της μανέτας, το CB500F σου χάριζε ένα παιχνίδι που δεν ήθελες να σταματήσει. Απόλυτα σταθερό με αμεσότητα στις αλλαγές κατεύθυνσης κι ένα κιβώτιο που υπάκουε σε κάθε κλωτσιά που του έδινες, ανεβάζοντας αλλά και κατεβάζοντας ακαριαία δίχως σκέψη, το CB500F κατάφερνε να γεφυρώνει στον στενό επαρχιακό, την διαφορά κυβισμού με την μοτοσυκλέτα του Άγγλου πρωταθλητή. Είναι νόμος: Στις Θερμοπύλες και σε ανηφορικό στενό, στριφτερό κομμάτι, από αυτά που είναι γεμάτη η Ελλάδα, ο κυβισμός δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο…

Δικάναλο ABS με ικανοποιητική λειτουργία και φρένα που δεν θα βράσουν ποτέ, κατανάλωση που αν την επιβεβαιώσουμε σε μελλοντική δοκιμή στην Ελλάδα τότε θα σηκώνει να γεμίζεις το ρεζερβούαρ με σαμπάνιες, κι όλα αυτά με ταυτόχρονα σωστή κατανομή βάρους, τα νέα CB φέρουν όλα τα εφόδια για να είναι ασφαλείς και οικονομικές μοτοσυκλέτες. Με την ευκαιρία της οδήγησης κυνηγώντας τον Plater, όπως θα δείτε στο επόμενο video που θα ακολουθήσει, το πέρασμα από το χώμα και την καταπόνηση που επιβάλλαμε σε φρένα και αναρτήσεις, θα δούμε στην αναλυτική παρουσίαση όλες τις ικανότητες που έχουν τα CB και το βάθος του πολύπλευρου χαρακτήρα τους…

 

Ετικέτες

Οδηγούμε το νέο SYM Maxsym TL: Δικύλινδρο mega scooter με τιμή μονοκύλινδρου!

Το οδηγήσαμε στην Πορτογαλία
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

21/10/2019

Η SYM έχει έως σήμερα πρωταγωνιστική παρουσία στις μικρές και μεσαίου κυβισμού κατηγορίες scooter στην Ελλάδα. Έως τα 300 κυβικά, τα μοντέλα της SYM φιγουράρουν συνεχώς στις πρώτες θέσεις των πωλήσεων, χάρη στο ισχυρό value for money και στο οργανωμένο πανελλαδικά δίκτυο πωλήσεων και after sale service. Όμως για εκείνους που ζητούσαν κάτι παραπάνω από ένα πρακτικό και οικονομικό scooter, η SΥΜ δεν είχε κάτι να τους προσφέρει. Το Yamaha TMAX σχεδόν συμπλήρωσε δύο δεκαετίες χωρίς ιδιαίτερο ανταγωνισμό, τουλάχιστον έως την εμφάνιση του AK 550 της Kymco, πριν λίγα χρόνια.

Βλέποντας λοιπόν το νέο Maxsym TL και διαβάζοντας τα τεχνικά χαρακτηριστικά του, αυτομάτως το βαφτίζεις ως αντίπαλο του Yamaha TΜΑΧ. Μόνο που η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική και η SYM έκανε κάτι πολύ πιο έξυπνο, όπως διαπιστώσαμε οδηγώντας το στην Πορτογαλία, στα πλαίσια της διεθνούς δημοσιογραφικής παρουσίασής του.  

Βασικά την αλήθεια την μάθαμε πριν καν ανέβουμε στη σέλα του, αφού με αυτό ξεκίνησε την τεχνική παρουσίαση ο Sérgio Inglês, υπεύθυνος marketing της πορτογαλικής αντιπροσωπείας της SYM, που είχε αναλάβει ολόκληρη τη διοργάνωση της δημοσιογραφικής παρουσίασης. Δυστυχώς οι Ταϊβανέζοι απέφευγαν με κάθε τρόπο να έρθουν σε άμεση επαφή με τους δημοσιογράφους, κρατώντας για τον εαυτό τους μόνο το ρόλο του παρατηρητή. Σύμφωνα με τον Sérgio Inglês, το νέο Maxsym TL έρχεται για να καλύψει το κενό ανάμεσα στα σπορ μονοκύλινδρα scooter των 300-400 κυβικών (Yamaha XMAX 300-400, Kymco X-citing 400, Honda Forza 300 κτλ) και τα ακριβά premium scooter των 500+ κυβικών. Πράγματι, μια δεύτερη πιο προσεκτική ματιά στους αριθμούς επιβεβαιώνουν την στρατηγική της SYM. Η τιμή των 6.995€, οι επιδόσεις των 41 ονομαστικών ίππων και ο εξοπλισμός, είναι αντίστοιχα των μονοκύλινδρων σπορ scooter, αλλά το Maxsym TL έχει την ανώτερη ποιότητα λειτουργίας του δικύλινδρου κινητήρα και την σαφώς ανώτερη συμπεριφορά της μοτοσυκλετιστικής αρχιτεκτονικής του πλαισίου, με την πίσω ανάρτηση μοχλισμού, την αλυσίδα στην τελική μετάδοση και φυσικά το στιβαρό upside down τηλεσκοπικό πιρούνι που δένει με δύο πλάκες στο πλαίσιο.

Κανένα συμβατικό scooter που έχει μονοκόμματο τον κινητήρα με το ψαλίδι, το οποίο μάλιστα συνδέεται με ελαστικά συνεμπλόκ στο πλαίσιο, δεν μπορεί να φτάσει σε συμπεριφορά τα scooter που έχουν κανονικά ψαλίδια. Αυτό άλλωστε ήταν το βασικό μυστικό της επιτυχίας του TΜΑΧ, που το διαφοροποιούσε από οποιοδήποτε άλλο scooter. Η διαφορά στις στροφές (αλλά και στην άνεση) είναι πραγματικά τεράστια. Έτσι το Maxsym TL είναι μακράν καλύτερο στις στροφές και πιο άνετο στις λακκούβες από τα sport-premium μονοκύλινδρα scooter των 300-400 κυβικών. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά του Maxsym TL από μόνα τους αξίζουν κάθε ευρώ παραπάνω, σε σχέση με τα μονοκύλινδρα 300-400 και επιπλέον έχεις δύο ισχυρά εμπρός δισκόφρενα των 275mm με τετραπίστονες ακτινικές δαγκάνες και δικάναλο ABS της Continetal. Ο δικύλινδρος κινητήρας του Maxsym TL (το TL σημαίνει Twin cylinder Line) είναι ολοκαίνουριος, προδιαγραφών Euro4 και… έχει τρία έμβολα!

Ναι σωστά διαβάσατε. Αντί για αντικραδασμικό άξονα, η SYM έχει βάλει ένα τρίτο έμβολο χωρίς ελατήρια συμπίεσης, διαμετρικά αντίθετα τοποθετημένο από τα δύο έμβολα που ανεβοκατεβαίνουν ταυτόχρονα, με σκοπό να εξουδετερώνει τους κραδασμούς πρώτου και δεύτερου βαθμού. Η ιδέα αυτή δεν είναι καινούρια, καθώς κάτι αντίστοιχο είχε σκεφτεί η Ducati στο αγωνιστικό Supermoto με την “νεκρή μπιέλα”. Οδηγώντας το Maxsym TL διαπιστώσαμε πως η ιδέα αυτή δουλεύει ικανοποιητικά και εξουδετερώνει τους περισσότερους από τους κραδασμούς που θα μπορούσαν να φτάσουν στο σώμα και τα χέρια του αναβάτη. Η ποιότητα λειτουργίας είναι αυτή που περιμένεις να έχει ένα δικύλινδρο scooter, με εξαίρεση κάποιους υψηλής συχνότητας κραδασμούς που εμφανίζονται στις χαμηλο-μεσαίες στροφές, κυρίως όταν επιταχύνεις. Εν μέρη αυτό οφείλεται και στο γεγονός πως ο κινητήρας είναι ενεργό μέρος του πλαισίου, αφού η αρχιτεκτονική του ατσάλινου χωροδικτυώματος είναι pivotless όπως δηλαδή ήταν των Honda CBR Fireblade, VFR 800, VTR 1000F στις αρχές του 2000 έως και το 2008 ήταν των Ducati 900SS των 90ies. Έτσι λόγω τις απουσίας ελαστικών βάσεων μεταξύ κινητήρα και πλαισίου, κάποιοι κραδασμοί υψηλής συχνότητας φτάνουν έως την σέλα και το τιμόνι σε αυτό το περιορισμένο φάσμα στροφών.

Από την άλλη μεριά όμως, το πλεονέκτημα της pivotless αρχιτεκτονικής και της απουσίας ελαστικών βάσεων είναι στην επίτευξη ενός πιο κοντού μεταξονίου (1545mm) και στην στιβαρότητα-αμεσότητα του Maxsym TL στους δρόμους με στροφές. Πρέπει να τονίσουμε πως η κατανομή βάρους είναι 50/50, όπως στις καθαρόαιμες σπορ μοτοσυκλέτες.

Η σπορ εργονομία της θέσης οδήγησης δεν μεταβάλει αυτή την άψογη κατανομή βάρους όταν κάτσει ο αναβάτης πάνω στη σέλα. Η SYM μας είπε πως σχεδίασαν τη σέλα, το δάπεδο  και το τιμόνι με στόχο ο αναβάτης να μπορεί να διαλέγει ανάμεσα σε όρθια θέση οδήγησης με τα πόδια κάθετα στην ποδιά και σε πιο ξαπλωτή με τα πόδια να πατούν στο εμπρός τμήμα της ποδιάς. Δυστυχώς πέτυχαν μόνο τον ένα από του δύο στόχους, καθώς στο πίσω τμήμα του πατώματος υπάρχουν δύο εξογκώματα που δεν σου επιτρέπουν να βάλεις τις πατούσες σου πιο πίσω. Αν είσαι πάνω από 1,80m δεν θα έχεις πρόβλημα σε αυτό, αλλά αν είσαι πιο κοντός και πρέπει να βάλεις τα πόδια σου πιο πίσω, οι φτέρνες σου βρίσκουν σε αυτά τα δύο εξογκώματα. Κατά τα άλλα, η εργονομία είναι σχεδόν άριστη για όλα τα αναστήματα, αφού τα πόδια σου πατάνε με δύναμη στο έδαφος όταν σταματάς λόγω του σωστά σχεδιασμένου εμπρός τμήματος της σέλας.

Γενικά στις επιτόπιες μανούβρες είναι κορυφαίο σε ευελιξία και κυρίως σε ευκολία χειρισμών. Έχει πολύ πιο ελαφριά αίσθηση από τα υπόλοιπα δικύλινδρα και παίζει στα ίσια με τα μικρότερα μονοκύλινδρα σε αυτόν τον τομέα. Λόγω της αλυσίδας στην τελική μετάδοση, ο συμπλέκτης είναι μηχανικός και το CVT έχει πολύ πιο κοντό ιμάντα από τα κλασικά scooter. Το αποτέλεσμα θυμίζει αρκετά το TΜΑΧ 500 της πρώτης γενιάς, έχοντας μεγάλης διάρκειας πατινάρισμα έως και τα 130km/h. Από εκεί και πάνω ο συμπλέκτης σταματά το πατινάρισμα και το CVT αρχίζει να “απλώνει” τις σχέσεις ακλουθώντας την αύξηση των στροφών του κινητήρα. Αυτή η συμπεριφορά προσφέρει απόλυτα γραμμική επιτάχυνση, όμως κάνει τον κινητήρα να δείχνει πως δεν έχει πολύ ροπή χαμηλά. Γενικά ως αίσθηση, οι επιδόσεις εν κινήσει (ρεπρίζ) βρίσκονται πιο κοντά στην κατηγορία των μονοκύλινδρων 400, παρά στην πλευρά των Tmax και AK 550, κάτι που δεν αρνείται η SYM στο press kit, λέγοντας ξεκάθαρα πως το Maxsym TL προσφέρει κορυφαία απόδοση στην κατηγορία των 400cc.

Οδηγήσαμε κυρίως σε ορεινούς φιδίσιους δρόμους και κάναμε μόλις 3-4 χιλιόμετρα σε ανοιχτό δρόμο. Στη μοναδική ευκαιρία που είχαμε για να πιάσουμε υψηλές ταχύτητες, προλάβαμε και είδαμε 146km/h στο κοντέρ, όμως ο κινητήρας είχε μόλις 6.500 στροφές (μέγιστη ιπποδύναμη 41 ίππων στις 6.750) και φόρτωνε ακόμα χιλιόμετρα, μέχρι να φρενάρουμε δυνατά λίγο πριν την speed camera της πορτογαλικής τροχαίας που ήταν στην άκρη του δρόμου. Η σταθερότητα και η αεροδυναμική (η ζελατίνα ρυθμίζεται μόνιμα με βίδες σε δύο θέσεις ύψους) ήταν πραγματικά εξαιρετική, εμπνέοντας απόλυτη σιγουριά.

Εκεί όμως που το Maxsym TL παίζει στα ίσια με τα καλύτερα scooter του κόσμου είναι στις στροφές. Το στιβαρό πλαίσιο, η άριστη κατανομή του βάρους, οι μοτοσυκλετάδικες αναρτήσεις και τα ισχυρά φρένα, συνδυάζονται με την ευελιξία και την ελαφριά αίσθηση, προσφέροντας γνήσια σπορ συμπεριφορά. Τα σπορ ελαστικά S3 της Maxxis έχουν τη σωστή γεωμετρία κορώνας για να ταιριάξουν με την υπόλοιπη γεωμετρία του πλαισίου. Ως αποτέλεσμα, το Maxsym TL είναι πρόθυμο να πλαγιάσει, αλλά ταυτόχρονα είναι προοδευτικό και απόλυτα προβλέψιμο.

Στην ορεινή άσφαλτο της Πορτογαλίας τα ελαστικά αυτά είχαν υψηλό κράτημα και μπορούσες να διατηρήσεις αντίστοιχα υψηλές ταχύτητες μέσα στη στροφή. Τα περιθώρια κλήσης είναι υπέρ αρκετά, οπότε δεν βρίσκουν εύκολα κάτω τα σταντ, ούτε η εξάτμιση. Ειδικά στις καταβάσεις το Maxsym TL μπορεί να ακολουθήσει τον ρυθμό σπορ μοτοσυκλετών, κάνοντάς σε να χαμογελάς μέσα στο κράνος σου. Το ABS της Continetal δεν είναι το πιο γρήγορο που υπάρχει σε αντιδράσεις, όμως στην καλής ποιότητας άσφαλτο που οδηγήσαμε επενέβαινε μόνο όταν χρειαζόταν στον εμπρός τροχό. Πίσω ήταν λίγο πιο ευαίσθητο, αλλά αυτή είναι μια πάγια τακτική που ακολουθούν στα scooter τους σχεδόν όλοι οι κατασκευαστές.

Τα Maxsym TL που οδηγήσαμε εμείς σε αυτή την παρουσίαση ήταν όλα προπαραγωγής και στα έγχρωμα TFT όργανα είχε απενεργοποιηθεί η ένδειξη της κατανάλωσης. Οπότε θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι το τεστ στην Ελλάδα για να έχουμε μια εικόνα πόσο καίει ο δικύλινδρος κινητήρας των 465 κυβικών σε σχέση με τους μονοκύλινδρους (άμεσους) ανταγωνιστές των 400 κυβικών.

Σε επίπεδο εξοπλισμού, τα πράγματα είναι λογικά αν σκεφτούμε την τιμή. Υπάρχει θύρα USB για να φορτίζεις το κινητό σου τηλέφωνο, αλλά η TFT οθόνη δεν έχει τη δυνατότητα άμεσης σύνδεσης με το smartphone. Το κλειδί είναι συμβατικό και όχι keyless, αλλά αν κρίνουμε από την εκνευριστική διαδικασία των keyless που έχουν τα scooter της Kymco, της Honda και τις Yamaha, δέκα φορές καλύτερα το συμβατικό κλειδί. Από ενδείξεις έχεις σχεδόν όλα όσα χρειάζεσαι και μπορείς να αλλάξεις τις απεικονίσεις στην κεντρική οθόνη TFT, που έχει μάλιστα αισθητήρα φωτός και ρυθμίζει αυτόματα την ένταση της φωτεινότητάς της. Δυστυχώς το γυαλιστερό διάφανο πλαστικό κάλυμμα των οργάνων δεν έχει επίστρωση anti-reflect και γεμίσει με αντανακλάσεις  σε κάποιες περιπτώσεις.

Φυσικά τα φώτα είναι full LED εμπρός και πίσω, ενώ ο χώρος κάτω από τη σέλα είναι αρκετός για ένα κανονικού μεγέθους full face κράνος και ένα τσαντάκι ή αδιάβροχό. Επίσης είναι φωτιζόμενος και συμπληρώνεται από δύο ντουλαπάκια στην ποδιά που δεν κλειδώνουν όμως. Ένα μεγάλο μπράβο στη SYM για το πλάγιο σταντ, που είναι συνδεδεμένο (με ντίζα) με το πίσω φρένο και όταν το κατεβάζεις αυτομάτως φρενάρει τον πίσω τροχό, επιτρέποντάς σου να παρκάρεις σε ανηφόρες και κατηφόρες χωρίς τον φόβο να βρεθεί ξάπλα στην άσφαλτο ή να πρέπει να το σηκώνεις πάντα στο κεντρικό σταντ.

Στις παρουσιάσεις δεν μπορείς να δοκιμάσεις θέματα που αφορούν τον συνεπιβάτη, καθώς οι ασφαλιστικές εταιρείες ζητάνε επιπλέον χρήματα από τους διοργανωτές για να καλύψουν ατυχήματα με δύο άτομα στη σέλα. Οπότε όπως και με το θέμα της κατανάλωσης, έτσι και εδώ την απάντηση θα την έχουμε μετά τη δοκιμή επί ελληνικού εδάφους. Γενικά περιμένουμε με ενδιαφέρον την άφιξη του Maxsym TL στη χώρα μας, διότι οι ιδιαίτερες συνθήκες της ελληνικής αγοράς θα μας δείξουν αν ο κόσμος το δει ως τον δικύλινδρο ανταγωνιστή των μονοκύλινδρων 300-400 ή ως την φτηνότερη λύση στα premium δικύλινδρα των 500+ κυβικών. Και οι δύο εμπορικές κατευθύνσεις έχουν τις ίδιες πιθανότητες.