Οδηγούμε Aprilia SR GT στην Ιταλία

Το πρώτο “Urban Adventure” σκούτερ της Aprilia
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

28/2/2022

Και κάπως έτσι δημιουργείται μία ολόκληρη νέα κατηγορία! Η Aprilia επενδύει κι αυτή με την σειρά της στα σκούτερ που μπορούν να πατήσουν στο χώμα λίγο πιο εύκολα. Δεν έχει επικρατήσει μέχρι στιγμής συγκεκριμένο όνομα, από το “Urban Adventure” μέχρι σκέτο Adventure και από εκεί στο Crossover Scooter που επέλεξε η Aprilia για την δική της πρόταση, είναι όλα -ακόμη- αποδεκτά για να σημάνουν την διαφορά από την γενική κατηγορία.

Το πρώτο πράγμα που για εμάς κάνει μεγάλη διαφορά και υποδεικνύει και τον βασικό λόγο που πρέπει το ΜΟΤΟ να πηγαίνει στις παρουσιάσεις ώστε να ξεχωρίζει η ουσία, είναι η ειλικρίνεια με την οποία αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι της Aprilia το νέο SR GT, μιλώντας για αυτό χωρίς να κρύβουν ή να υπονοούν κάτι διαφορετικό!

Σε αντίθεση λοιπόν με το αγγλικό δελτίο τύπου που πάντα συντροφεύει κάθε νέο μοντέλο και δεν παύει να χρησιμοποιεί την λέξη Adventure, προσεκτικά επιλεγμένη σε πρόταση με την λέξη Enduro, παρόλο που υπονοεί την εμφάνιση και μόνο, οι άνθρωποι της Aprilia ήταν από κοντά εξαιρετικά ειλικρινείς: Δεν αρνήθηκαν ούτε στιγμή πως πηγή έμπνευσης ήταν το X-ADV της Honda και ήταν σαφείς στο να μην δώσουν καμία χωμάτινη προέκταση στο SR GT. Δικαιολογούν τον όρο crossover και τα χαρακτηριστικά του, στο ότι μπορεί να αντιμετωπίσει πιο άνετα τις ανωμαλίες και τα εμπόδια στην άσφαλτο (π.χ. σαμαράκια, λακκούβες κτλ.). Η θέση της Aprilia είναι πως αξίζει η επένδυση σε ένα τέτοιο, crossover νέο μοντέλο καθώς πρόκειται για επικρατούσα τάση, στην οποία επέλεξαν να απαντήσουν με μετεξέλιξη ουσιαστικά των GT scooters.

Καταρχάς έχουν απόλυτο δίκιο για το τι θέλει ο κόσμος, το διαπιστώσαμε κατά την παρουσίαση του ADV350 της Honda που προέκυψε από απαίτηση του κοινού, ως μία φθηνότερη προσέγγιση στο X-ADV. Σε αυτή την απαίτηση απάντησαν κι άλλες εταιρείες και τώρα που και η Piaggio μπαίνει στην μάχη του ανταγωνισμού, αρχίζει να διαμορφώνεται μία κατηγορία. Για την ιστορία προφανώς και crossover σκούτερ υπήρχαν πάντα και μάλιστα στην Ελλάδα την κατηγορία αυτή την κατοχύρωσε η Piaggio με το θρυλικό Typhoon που ακόμη και τώρα κυκλοφορεί στους δρόμους. Δίχρονο και αργότερα και με τετράχρονη πρόταση το Typhoon ήταν για πολλά χρόνια συνυφασμένο με το ελληνικό καλοκαίρι και τον χωματόδρομο που οδηγεί σε μία καλύτερη παραλία. Καθόλου τυχαία το ελληνικό καλοκαίρι και μία δυσπρόσιτη παραλία στην Ίο ήταν και η έμπνευση πίσω από την δημιουργία του X-ADV, όταν βρέθηκε για διακοπές ένας σχεδιαστής της Honda όπως πολύ αναλυτικά έχουμε εξηγήσει στο ΜΟΤΟ εδώ και χρόνια, και κάπως έτσι ο κύκλος ολοκληρώνεται ξανά πίσω στο SR GT.

Στην συγκεκριμένη κατηγορία της ευρύτερης οικογένειας που η Aprilia ονομάζει Urban Mobility υπάρχουν ήδη τα ηλεκτρικά eSR1 και eSR2 όπως και το κοντινό εμφανισιακά Aprilia SXR 50. Το νέο SR GT βγαίνει σε δύο κυβισμούς, 200-125cc με τον κινητήρα των 200cc να είναι εντελώς καινούργιος και είναι η πρώτη φορά που τοποθετείται σε σκούτερ του Piaggio Group. Σε ερώτησή μας, απάντησαν στο ΜΟΤΟ πως  είναι πολύ πιθανό να τον δούμε και σε σκούτερ άλλων εταιρειών που ανήκουν στο group. Πράγμα ενδιαφέρον ιδιαίτερα όταν ανακοινώνουν πολύ χαμηλή κατανάλωση, της τάξης των 2,5lt/100km, με την πραγματική όπως την υπολόγισε το ΜΟΤΟ να είναι κοντά στο 2,8 με 3 για την έκδοση των 200ων κυβικών. Η κατανάλωση είναι από τα πρώτα πράγματα που θα δούμε και σε μελλοντική δοκιμή στην Ελλάδα, προς το παρόν περιοριζόμαστε στις πρώτες εντυπώσεις κατά την οδήγηση στην Ιταλία.

Ιδιαίτερα θετική πρώτη εντύπωση από την σέλα του SR GT μας άφησε η συναρμογή των πλαστικών χωρίς κενά και τριγμούς, καθώς και η ποιοτική βαφή. Τα πλαστικά που μέσα στην καθημερινότητα μπορεί να τα χειρίζεσαι με περισσότερη ένταση, όπως το ντουλαπάκι για το κινητό με το USB και το καπάκι για την τάπα της βενζίνης, βρίσκονται ποιοτικά ένα επίπεδο πάνω από τα στάνταρ της μεσαίας κατηγορίας των σκούτερ που τελευταία έχουν προσγειωθεί ιδιαίτερα χαμηλά. Σε αυτό το σημείο να τονίσουμε πως το SR GT κατασκευάζεται στο Βιετνάμ που έχει αποδείξει πως το μέσο επίπεδο παραγωγής στα δίκυκλα είναι πιο κοντά σε εκείνο της Ταϊλάνδης, που έχει φτάσει να συγκαταλέγεται στα υψηλότερα της Ασίας και πολλοί Ευρωπαίοι κατασκευαστές να μεταφέρουν εκεί τις γραμμές παραγωγής, όπως η Triumph.

Η προσοχή που έχει δοθεί στις λεπτομέρειες ακολουθεί λοιπόν την επιτηδευμένη και προσεκτικά σχεδιασμένη εμφάνιση με την οποία η Aprilia προίκισε το SR GT. Το Piaggio Group θέλει κάθε μάρκα να είναι ξεχωριστή και να εκφράζει διαφορετικό κοινό, καλύπτοντας έτσι μεγαλύτερο μέρος τις αγοραστικής πίτας, οπότε δεν γινόταν παρά να θέλουν να τονίσουν το μοτοσυκλετιστικό υπόβαθρο της μάρκας. Για αυτό και το μούτρο του SR GT είναι ένα πάντρεμα μοτοσυκλέτας και σκούτερ, ξεκάθαρα εμπνευσμένο από RS. Ευτυχώς αυτό δεν περιορίζεται μόνο στην εμφάνιση αλλά επεκτείνεται και στο πιρούνι που είναι κανονικής μοτοσυκλέτας όπως και το τιμόνι με τα καβαλέτα.

Η διαδρομή εμπρός είναι 122mm από τις μεγαλύτερες της ευρύτερης κατηγορίας των μεσαίων σκούτερ, βασικά μόνο το ADV350 έχει 3mm μεγαλύτερης διαδρομής, ενώ το πιρούνι του Aprilia είναι της Showa με διάμετρο 33mm και η πρώτη εντύπωση που δίνει είναι αρκετά θετική για τις αποσβέσεις συμπίεσης και επαναφοράς με προοδευτική λειτουργία.

Πίσω έχουμε δύο αμορτισέρ επίσης της Showa με διαδρομή 102mm που η Aprilia αναφέρει πως είναι 7% παραπάνω από τον ανταγωνισμό, όπως αντίστοιχα αναφέρει πως η διαδρομή εμπρός είναι 22% παραπάνω από τον ανταγωνισμό. Αυτό είναι κάτι που πράγματι ισχύει αν όμως περιοριστούμε στον κυβισμό του SR GT πριν φτάσουμε για παράδειγμα στο ADV350 μιας και το αντίστοιχο 150 δεν εισάγεται στην Ευρώπη.

Οι διαδρομές αυτές δίνουν στο καλοζυγισμένο σκούτερ των 144 κιλών – 148 κιλά για την έκδοση 200ων κυβικών – μία απόσταση από το έδαφος στα 175mm που είναι εξαιρετικά γενναία και υπόσχεται ανεμπόδιστη διέλευση από κράσπεδα και σκαλοπάτια ακόμη, που στην Ελλάδα μπορεί να είναι αναγκασμένος να περνά ο ιδιοκτήτης για να παρκάρει στον χώρο του. Στον αντίποδα το SR GT είναι ένα ψηλό σκούτερ που σημαίνει πως για να πατά ο αναβάτης στο έδαφος με όλο το πέλμα θα πρέπει να ανήκει στο άνω άκρο του μέσου όρου ύψους για τους αναβάτες στην Ελλάδα ή να είναι και ψηλός, οπότε από 177εκ και πάνω όχι μόνο ο αναβάτης πατά καλύτερα στο έδαφος αλλά απολαμβάνει και άνεση που δεν βρίσκεις στην κατηγορία.

Επιστρέφοντας στον τομέα των αναρτήσεων και συγκεκριμένα με ό,τι έχει να κάνει με την συμπεριφορά τους στον δρόμο, η αρχική εντύπωση είναι πως κρίνονται αρκετά σφιχτές, ευνοώντας την γρήγορη οδήγηση αλλά ευτυχώς όχι σε σημείο που να αρχίσεις να ταλαιπωρείς την μέση σου σε λακκούβες και σαμαράκια. Ούτε από την πραγματικότητα των ιταλικών δρόμων λείπουν τέτοια παραδείγματα, ενώ κι εγώ τρέφω μία ευαισθησία σε ότι αφορά τα κραδασμούς και κοπανήματα που προσπερνούν τις αναρτήσεις και διοχετεύονται στην μέση και ως πρώτη εμπειρία οδήγησης, φαίνεται πως η Aprilia προσπέρασε αυτό τον σκόπελο. Σε κάθε περίπτωση πολύ καλή πρώτη εντύπωση αφήνει και η ισορροπία του SR GT, διότι εκ των πραγμάτων είναι πρόβλημα η κατανομή του βάρους στα σκούτερ, πόσο δε μάλλον σε ένα ψηλό σκούτερ με τέτοια διαδρομή αναρτήσεων και μεγάλη απόσταση από το έδαφος. Παρόλα αυτά το SR έχει πολύ καλή συμπεριφορά και το ζύγισμά του σε βοηθά να διατηρείς τον έλεγχο όσο είναι σταματημένο χωρίς να ζορίζεις τετρακέφαλο και γενικά το πόδι που πατά στον δρόμο, δείχνοντας ότι έχει γίνει δουλειά στο κέντρο βάρους και έχουν προσέξει την κατανομή του προς κάθε άξονα. Φυσικά η αναλυτική δοκιμή στην Ελλάδα θα φανερώσει περισσότερα, κυρίως όμως θα δείξει και με νούμερα τι συμβαίνει, αφού στο MOTO είμαστε οι μόνοι που ζυγίζουμε τις μοτοσυκλέτες που παίρνουμε για δοκιμή.

Κάτω από την σέλα χωρά άνετα ένα jet κράνος ή ένα full face αν δεν έχει πολλές αεροτομές, αν ο αναβάτης δηλαδή δεν χρησιμοποιεί καθημερινά ένα racing κράνος που φορά σε sport μοτοσυκλέτα που έχει μόνο για track days, πράγμα συνηθισμένο τόσο για Ιταλούς γενικά, όσο και για… Apriliaνους ειδικά. Σε αυτή την περίπτωση κανονικού full face κράνους θα χωρέσει κάτω από την σέλα και ένα σετ αδιάβροχα, ώστε παρκάροντας να μπορείς να αποθηκεύσεις τα περισσότερα που σε βαραίνουν.

Η σέλα τώρα κρίνεται σκληρή και το σήκωμα που κάνει στο σημείο που διαχωρίζεται για τον συνεπιβάτη προσφέρει μεν καλή στήριξη αλλά περιορίζει την μετακίνηση του σώματος εμπρός πίσω, πράγμα που δεν θα απασχολήσει ιδιαίτερα όμως, γιατί η γεωμετρία θέσης οδήγησης είναι αρκετά γενναιόδωρη παρόλο που τοποθετεί το σώμα σε μία θέση. Στην πράξη η θέση οδήγησης αφήνει πίσω της τα δεδομένα των σκούτερ και αρχίζει να πλησιάζει εκείνα των μικρών μοτοσυκλετών καθώς τοποθετεί τα χέρια σε πιο ψηλή και φυσική γωνία, με το τιμόνι να μην βρίσκει στα γόνατα, ακόμη και σε αναβάτες πάνω από 1,80μ ύψος. Κι αυτό το διαπιστώσαμε επί τούτου οδηγώντας με έναν Άγγλο συνάδελφο με ύψος 1,95. Καλύτεροι αφρώδες θα ήθελε και η σέλα του συνεπιβάτη, από εκεί και πέρα όμως προσφέρει καλή στήριξη με σωστά τοποθετημένες χειρολαβές και πολύ καλά υπολογισμένη γωνία για τα πόδια.

Άνετος είναι και ο χώρος για τα πόδια στην ποδιά που φτάνει μέχρι και πατούσες-βατραχοπέδιλα. Φυσικά και δεν λείπει η θέση πάνω στην ποδιά για πιο απλωτή στάση, που εξαιτίας του καλού ζυγίσματος, μπορείς να διατηρείς αυτή την στάση ακόμη και με μικρές ταχύτητες και όχι μόνο στον ανοικτό δρόμο.

Η οθόνη είναι μία ευανάγνωστη LCD με μαύρο φόντο και λευκή γραμματοσειρά, αλλά δυστυχώς δημιουργεί πολλές αντανακλάσεις, που θα προβληματίσουν σε έντονο ηλιακό φως. Έχει την δυνατότητα διασύνδεσης μέσω της εφαρμογής Aprilia MIA που ακόμη και σαν after market επιλογή εξοπλισμού, αναγάγει το SR GT σε ένα από τα πιο εξοπλισμένα της κατηγορίας του και όχι μόνο, καθώς εδώ ανταγωνίζεται και προτάσεις μεγαλύτερης κι ακριβότερης κατηγορίας.

Στον εξοπλισμό αξίζει μία αναφορά στα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης, καθώς δεν θα δει κανείς Michelin Anakee για σκούτερ. Παρότι προέρχεται από εργοστάσιο την Ασία, που δικαιολογεί ένα σετ ελαστικών από την περιοχή εκεί, μειώνοντας το υψηλό κόστος κάποιου πιο επώνυμου, το SR GT έχει τα συγκεκριμένα Michelin που κρύβουν αρκετά μεγάλη πορεία εξέλιξης. Είναι εξαιρετικά σε πρόσφυση και αίσθηση με απρόσμενα καλό κράτημα και στο βρεγμένο που το οδηγήσαμε και μένει να δούμε την συμπεριφορά τους στην ελληνική άσφαλτο που η μοναδική σύστασή της αλλάζει πάντα τα δεδομένα για τα ελαστικά και για αυτό δίνουμε ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή στις δοκιμές ελαστικών που πραγματοποιούμε στην Ελλάδα.

Στην διάθεσή μας είχαμε και τις δύο εκδόσεις, 200 και το 125 κυβικών, εξοπλισμένες με την after market ψηλότερη ζελατίνα, που προστατεύει εξαιρετικά χωρίς να μπαίνει μέσα στο οπτικό σου πεδίο, που είναι σημαντικό για τα σκούτερ. Παρατυπία ωστόσο το γεγονός πως στο μέγιστο κόψιμο του τιμονιού έρχονται πολύ κοντά οι μανέτες στην ζελατίνα και δεν χωράνε τα δάχτυλά σου.

Ο κινητήρας του 125 είναι ο πιο δυνατός στην κατηγορία και αρκετά εύστροφος που για εμάς είναι εξίσου σημαντικό με την ιπποδύναμη για σκούτερ που κινούνται σε αστικό περιβάλλον, αλλά τόσο στο 125 και περισσότερο στο 200, καταλαβαίνεις κάποιους κραδασμούς οι οποίοι βρίσκουν τον δρόμο τους και φτάνουν μέχρι και το τιμόνι και γίνονται αντιληπτοί στα γκριπ ενώ περνούν και από την σέλα αν και λιγότερο. Η αναφορά είναι περισσότερο συγκριτική καθώς πρόκειται για Piaggio Group που έχει το Medley, ένα Bentley των σκούτερ κυριολεκτικά, ενώ και ο ήχος του κινητήρα είναι περισσότερος στο SR. Αντίστοιχα με το Medley, το SR GT διαθέτει Start & Stop, το γνωστό πλέον RISS (Regulator Inverter Start & Stop System) που σημαίνει πως στην θέση της παραδοσιακής μίζας έχει μπει ένα ηλεκτρικό μοτέρ μειωμένων τριβών (brushless) απευθείας στον στρόφαλο. Εκτός από την αμεσότητα του συστήματος start & stop στα φανάρια, όλες οι εκκινήσεις ακόμη κι ένα κρύο πρωινό όπως αυτό της παρουσίασης, δίνουν αμεσότητα χωρίς κραδασμούς και πολλές περιστροφές. Το Start & Stop σβήνει τον κινητήρα από ένα δευτερόλεπτο μετά την ακινητοποίηση στο φανάρι, μέχρι όμως και πέντε, που είναι αρκετά και σε κάνουν να αναρωτιέσαι αρχικά, αν το έχεις απενεργοποιήσει. Ο αναβάτης δεν έχει παρά να ανοίξει το γκάζι για να πάρει ο κινητήρα αθόρυβα μπροστά και να ξεκινήσει το σκούτερ, χωρίς κραδασμούς, χωρίς τον παραδοσιακό ήχο μίζας, μιας που δεν υπάρχει τέτοια, όπως ακριβώς συμβαίνει και στο πρώτο που δίδαξε κάτι τέτοιο, το PCX. Κλειδί για την απόφαση της ECU για το πότε θα σβήσει ο κινητήρας είναι η θερμοκρασία του. Σε περίπτωση που είναι ανεβασμένη, το SR GT κρατά τον κινητήρα σε λειτουργεία για να γυρίσει το κύκλωμα ψύξης λίγο περισσότερο. Δεν ζεσταίνεται εύκολα σε φυσιολογικές συνθήκες, αλλά το ζήτημα είναι πως σε προδιαθέτει να κινηθείς γρήγορα μιας και υποστηρίζει την πιο σπορ οδήγηση.

Ταιριάζει όμως στην Aprilia ένας πιο σπορ χαρακτήρας, που γίνεται ακόμη πιο αντιληπτός με την έκδοση των 200 κυβικών και την χαρακτηριστική ευστροφία που επιτρέπει να κυνηγάς μεγαλύτερα σκούτερ όπως το Beverly 300 που είχε ο πλοηγός μας!

Ευτυχώς τα φρένα αφήνουν τις καλύτερες εντυπώσεις σε ένα γρήγορο σκούτερ όπως το SR, έχοντας μονοκάναλο ABS στο 200 που επεμβαίνει μόνο μπροστά, αλλά το κάνει εκεί που πρέπει και χωρίς να αμολά απότομα. Το 125 έχει συνδυασμένη λειτουργία εμπρός και πίσω φρένου, αλλά με ακριβώς ίδιες δαγκάνες και δίσκους με το 200 και φυσικά εξίσου πολύ καλή απόδοση.

Η αρχική τιμή που είπε ο product manager στο ΜΟΤΟ είναι ότι θα ξεκινάει από τα 3.990 για το 125 και 200 ευρώ παραπάνω για το 200. Το πρόβλημα είναι πως εμείς εδώ στην Ελλάδα έχουμε αρκετούς φόρους, υψηλότερο ΦΠΑ και δασμούς που ψαλιδίζουν τα περιθώρια. Επιπρόσθετα το μεταφορικό κόστος είναι υψηλότερο από κάθε άλλη φορά. Η ελληνική αντιπροσωπεία έχει καταφέρει στο παρελθόν να κάνει απίστευτες κινήσεις, όπως τιμή κάτω και από την Ιταλία, αν κι αυτή την περίοδο που επίσης έχει αυξηθεί το μεταφορικό κόστος, κάτι τέτοιο  (με τις διαφοροποιήσεις στις χώρες ανάλογα με τους φόρους κτλ) Από τον Μάρτιο θα είναι διαθέσιμες και οι σπορ εκδόσεις, που θα έχουν τα σπορ χρώματα της Aprilia (κόκκινο μαύρο και κίτρινο μαύρο, με αντίστοιχες εξωτερικές ραφές στη σέλα).

 

Aprilia SR GT 125/200 – Τεχνικά Χαρακτηριστικά

Κινητήρας

Μονοκύλινδρος

Υγρόψυκτος

τετράχρονος

Piaggio i-get με 'Start & Stop'

(SOHC) - 4 balb;idew

Χωρητικότητα

124.7 cc / 174 cc

Διάμετρος  x Διαδρομή

52 mm / 58.7 mm και

61.5 mm / 58.7 mm

Ιπποδύναμη

14,7hp (11 kW) στις 8750 rpm

17,4 (13 kW) στις 8500 rpm

Ροπή

12 Nm στις 6500 rpm

16.5 Nm στις 7000 rpm

Τροφοδοσία

Ηλεκτρονικός Ψεκασμός

Λίπανση

Υγρό κάρτερ

Μετάδοση

Αυτόματο φυγοκεντρικό CVT

με ξηρό συμπλέκτη

Πλαίσιο

Ατσάλινο σωληνωτό μονής δοκού

Ανάρτηση Εμπρός

Τηλεσκοπικό πιρούνι 33 mm διάμετρο

122 mm διαδρομή

Ανάρτηση Πίσω

Υδραυλικό αμορτισέρ dual action

5 θέσεις προφόρτισης 102 mm διαδρομή

Έλεγχος φρένου

Συνδυασμένα / Μονοκάναλο ABS της BOSCH

Φρένο Εμπρός

Δίσκος 260mm με 25.4mm

δαγκάνα δύο εμβόλων

Φρένο Πίσω

Δίσκος 220mm με 22mm πλευστή

δαγκάνα δύο εμβόλων

Ελαστικό Εμπρός

Tubeless 110/80-14”

Ελαστικό Πίσω

Tubeless 130/70-13”

Ύψος σέλας

799 mm

Μεταξόνιο

1350 mm

Βάρος γεμάτο

144 Kg και

148 kg

Ρεζερβουάρ

9 λίτρα

 

 

 

 

Αποκλειστικό: Honda CL500 - Το οδηγούμε στη Σεβίλλη

10 πράγματα που πρέπει να ξέρεις για το νέο ιαπωνικό A2 Scrambler
Honda CL500
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

4/4/2023

Το ΜΟΤΟ ήταν το μόνο ελληνικό μέσο που έδωσε το παρών στην οδηγική παρουσίαση του νέου CL500 στη Σεβίλλη, όπου και οδηγήσαμε κυρίως στην άσφαλτο -αλλά και στο χώμα- τη νέα Scrambler μοτοσυκλέτα της Honda που αποτελεί ένα εξαιρετικά διασκεδαστικό και οικονομικό Α2 μοντέλο πολλαπλών ρόλων. Μέχρι να διαβάσετε την αναλυτική δοκιμή του CL500 στο τεύχος 642, ιδού 10 πράγματα που πρέπει να ξέρετε για τη νέα μοτοσυκλέτα της Honda.

1. Είναι γνήσιος απόγονος των CL της δεκαετίας του 1960 και 1970, αλλά με σύγχρονη εμφάνιση.

Όπως και τα πρώτα CL, έτσι και το CL500 του 2023, δεν είναι μια καθαρόαιμη αγωνιστική κατασκευή, αλλά αναμειγνύει Scrambler στοιχεία (19άρης μπροστινός τροχός, μεγαλύτερες διαδρομές αναρτήσεων, ψηλό τιμόνι, ψηλά τοποθετημένο τελικό εξάτμισης, ελαστικά που κάνουν και χώμα, κ.α.) σε μια κυρίως Street συνταγή, που όμως επιτρέπει στον αναβάτη να πατήσει και χώμα, έστω και με κάποιους περιορισμούς.

cl450

Παρόλο τώρα που ο χαρακτήρας του συνάδει με εκείνον των προγόνων του, το design του CL500 είναι φρέσκο, διαφέροντας ως προς τα παλαιότερα μοντέλα της Honda, τόσο στις ζάντες που είναι χυτές με μπράτσα και όχι με ακτίνες, όσο και στο μονό και ογκώδες τελικό, αντί των δυο τελικών των πρώτων δικύλινδρων μοντέλων.

2. Βασίζεται στο CMX500 Rebel, αλλά έχει τον δικό του χαρακτήρα.

CL500

Το CL500 βασίζεται στο CMX500 Rebel, που με τη σειρά του φέρει στοιχεία από τη σειρά CB500 (CB500F, CBR500R, CB500X), όπως τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 471 κ.εκ. των 46 hp, έχει όμως νέο πλαίσιο και υποπλαίσιο, με δυο αμορτισέρ αντί για ένα πίσω, ειδικά για τον cruiser προορισμό του. Οι σχεδιαστές του CL500 πήραν το Rebel και του άλλαξαν τροχούς, υποπλαίσιο, ρεζερβουάρ, τελικό εξάτμισης, σέλα, τιμόνι, και θέση οργάνων, ενώ πρόσθεσαν φυσούνες στο πιρούνι, μεγάλωσαν τις διαδρομές των αναρτήσεων και άλλαξαν ελαφρώς τη γεωμετρία, και πολύ πιο δραστικά τις διαστάσεις του τριγώνου μαρσπιέ-σέλας-τιμονιού. Εν τέλει, η γεωμετρία του CL500 (γωνία κάστερ 27 mm, ίχνος 108 mm και μεταξόνιο 1485 mm) είναι ελαφρώς διαφορετική και πιο γρήγορη από του Rebel (28 mm, 110 mm, 1488 mm), αν και φυσικά όχι τόσο σπορ όσο του CB500F (25,5 mm, 102 mm, 1410 mm). Ολοκαίνουργιο σε σχήμα είναι και το ρεζερβουάρ των 12 λίτρων (Rebel 11,2), με μαλακά ένθετα στα πλάγια του για τα γόνατα του αναβάτη. Ψηλότερο είναι το τιμόνι από ότι στο Rebel, ενώ το συμβατικό πιρούνι στο CL500 έχει φυσούνες στον στάνταρ εξοπλισμό του. Ενώ τώρα οι τροχοί στο Rebel είναι 16 ιντσών με ελαστικά υψηλού προφίλ (130/90-16 & 150/80-16), στο CL500 είναι 19 και 17 ιντσών, με ελαστικά μεσαίου προφίλ (110/80-19 και 150/70-17).

3. Νιώθεις λες και το γνωρίζεις καιρό... από την πρώτη κιόλας στιγμή που θα ανέβεις στη σέλα του.

CL500

Η ικανότητα της Honda να σχεδιάζει μοτοσυκλέτες που να τις νιώθεις γνώριμες ενώ τις καβαλάς για πρώτη φορά είναι ανεπανάληπτη, και συνεχίζεται και με το CL500X. Η περίοδος προσαρμογής στη σέλα του είναι μηδαμινή, η στάση οδήγησης άνετη και διαισθητική, οι διακόπτες γνωστοί (αντίστροφα η κόρνα με τα φλας, όπως συνηθίζει η Honda), και δεν υπάρχουν εκπλήξεις πουθενά. Ή σχεδόν πουθενά...

4. Ο κεντρικός διακόπτης δεν είναι εκεί που περιμένεις.

CL500

Για να μην ψάχνετε άδικα, ο κεντρικός διακόπτης του CL500 βρίσκεται στην αριστερή πλευρά της μοτοσυκλέτας, κάτω από το ρεζερβουάρ, ενώ αν θέλετε να κλειδώσετε το τιμόνι θα πρέπει να ξεκαβαλήσετε, και να ρίξετε μια ματιά κάτω από τον κεντρικό άξονα του τιμονιού, όπου και θα βρείτε τον συγκεκριμένο διακόπτη. Όπως καταλαβαίνετε, η Honda πήρε τις παραπάνω ιδιαιτερότητες από την cruiser κατηγορία και προίκισε με αυτές το Scrambler της.

5. Βρίθει από στρογγυλές λεπτομέρειες.

CL500

Το στρογγυλό σχήμα είναι σαφέστατη επιλογή των σχεδιαστών όσον αφορά στο design της μοτοσυκλέτας, με στρογγυλό προβολέα που προέρχεται από το Rebel -και περιέχει 4 στρογγυλά LED-, στρογγυλά φλας (με τα μπροστινά να μένουν μόνιμα αναμμένα κατά την προσφιλή τακτική της Honda για αυξημένο επίπεδο ασφάλειας, ενώ ξεκινούν να αναβοσβήνουν όταν πιέσετε τον αντίστοιχο διακόπτη), στρογγυλή οθόνη οργάνων, δώδεκα στρογγυλά LED φωτάκια στο πίσω φωτιστικό σώμα, δυο στρογγυλές απολήξεις από το μονό τελικό, και 5 κύκλους στο πλάι του προαναφερθέντος τελικού της εξάτμισης.

6. Είναι πολύ πιο όμορφο από κοντά, απ’ ότι στις φωτογραφίες.

CL500

Πρέπει να ομολογήσω πως πριν το δω από κοντά στη Σεβίλλη, η πρώτη εντύπωση μου ήταν 50-50. Από κάποιες γωνίες μου άρεσε, από άλλες όχι. Όμως από κοντά το CL500 καταφέρνει και σε πείθει. Οι Άγγλοι έχουν μια ωραία έκφραση: it grows on you. Όσο το κοιτάς, και όσο το καβαλάς τόσο περισσότερο το γουστάρεις. Και τελικά οι Ιάπωνες έχουν κάνει πολύ μετρημένη δουλειά στο design, χωρίς ακρότητες και υπερβολές, και με μια ουσιαστική απλότητα που σε κερδίζει. Πολύ καλή είναι και η ποιότητα κατασκευής, άριστη και η συναρμογή των εξαρτημάτων της μοτοσυκλέτας.

7. Δεν κατηγοριοποιείται εύκολα, και δεν σε πιέζει να το χρησιμοποιήσεις με συγκεκριμένο τρόπο.

CL500

Θέλεις να χρησιμοποιήσεις το CL500 για αστική χρήση; Άριστη επιλογή, χάρη στο χαμηλό σχετικά ύψος σέλας, στο μεγάλο κόψιμο τιμονιού, στην εξαιρετικά χαμηλή κατανάλωση των 3,6-4 λίτρων ανά 100 χιλιόμετρα, στην απροβλημάτιστη λειτουργία ψεκασμού, στον μαλακό και ακριβή συμπλέκτη, και στον ελαστικό κινητήρα που σου επιτρέπει να κινείσαι ακόμα και με 30 χλμ/ώρα έχοντας 3η στο κιβώτιο. Τα 192 κιλά της μοτοσυκλέτας, που είναι αρκετά όπως και να το κάνεις, δεν σε προβληματίζουν όταν κινείσαι, ενώ θα φανούν μόνο στους επιτόπιους ελιγμούς με τα πόδια κάτω.

CL500

Θέλεις να χρησιμοποιήσεις το CL500 για γρήγορες βόλτες στο επαρχιακό δίκτυο; Θα διασκεδάσεις με την ψυχή σου, καθώς το κράτημα υπερβαίνει κατά πολύ τις προσδοκίες σου! Στους επαρχιακούς δρόμους γύρω από τη Σεβίλλη, οι μαλακές αναρτήσεις μπορεί στα μεγάλα σαμάρια να έκαναν το CL500 να ανεβοκατεβαίνει ως pogo-stick, όμως τουλάχιστον με τον υποφαινόμενο (62 κιλά) στη σέλα δεν τερμάτισαν ποτέ, ενώ οι ταλαντώσεις έσβηναν άμεσα και δεν σε εμπόδιζαν να κινηθείς γρήγορα. Ποτέ επίσης δεν μπήκε σε λειτουργία το ABS, παρόλο που πιέσαμε τα φρένα, οδηγώντας σε μια φανταστική ορεινή διαδρομή με εξαιρετική άσφαλτο και ατελείωτες στροφές.

CL500

Θέλεις να κάνεις χώμα; Ο 19άρης μπροστινός τροχός προσφέρει μεγαλύτερη άνεση και καλύτερο έλεγχο στο χώμα αλλά και σε δρόμο με ανωμαλίες, ενώ η Honda έχει εξοπλίσει το CL500 με ελαστικά Dunlop Trailmax Mixtour που έχουν χάραξη που βοηθά στην -εντός λογικών ορίων- offroad οδήγηση. Στο MOTO θα έχετε διαβάσει την άποψή μας για τα συγκεκριμένα ελαστικά που παρότι είναι Dunlop, δεν τα κατασκευάζει η Dunlop που ξέρουμε - και η άποψή μας για αυτά δεν είναι καθόλου καλή, έτσι για να το πούμε πολύ περιεκτικά. Ωστόσο κύριος περιοριστικός παράγοντας είναι τα 150 mm της ελάχιστης απόστασης από το έδαφος, που δεν θα σας επιτρέψουν να κινηθείτε σε διαδρομή enduro -όμως η μοτοσυκλέτα δεν έχει σχεδιαστεί για κάτι τέτοιο. Παρόλα αυτά, οι ενδοτικές αναρτήσεις, τα έξτρα 30 mm διαδρομής σε σχέση με τα street 120 mm διαδρομών και ο 19άρης τροχός μπροστά συγχωρούν πολλά γλιστρήματα και λάθη, ενώ με πρώτη στο κιβώτιο και με τη βοήθεια του συμπλέκτη μπορείτε να σηκώσετε σούζα για να περάσετε πάνω από πέτρες και ξύλα που θα γρατζουνούσαν τα κάρτερ σας.

8. Είναι λιτό και δεν σε πειράζει.

CL500

Από τη μία τα Scrambler έχουν γίνει γνωστά για τον σπαρτιάτικα λιτό χαρακτήρα τους, ενώ την ίδια στιγμή η Honda θέλει να δώσει στους Α2 αναβάτες μια πραγματικά οικονομική μοτοσυκλέτα, που στην Ελλάδα αποτελεί μια από τις πιο οικονομικές προτάσεις της εταιρείας στα 500 κυβικά -οικονομικότερη από το Rebel των 7.750 ευρώ, με τιμή 7.450 ευρώ, όμως την ίδια στιγμή ακριβότερη από τα 7.190 ευρώ του CB500F. Το CL500 φέρει μόνο τα απαραίτητα όσον αφορά σε κοστούμι και εξοπλισμό, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως όταν μιλάμε για τα 4 διαφορετικά χρώματα της μοτοσυκλέτας, το μόνο που αλλάζει είναι… το ρεζερβουάρ! Το χρώμα παντού σε όλη την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα είναι το ίδιο, και είναι μαύρο. Μαύρα μηχανικά μέρη, μαύρο φτερό, μαύρες φυσούνες, μαύρα πλαϊνά πλαστικά, μαύρα ένθετα ρεζερβουάρ, μαύρη σέλα, μαύρα όλα. Στα πρότυπα της λιτότητας λοιπόν, η οθόνη οργάνων δεν έχει στροφόμετρο αλλά ούτε καν μια βασική συνδεσιμότητα, ενώ ηλεκτρονικά συστήματα όπως Ride Modes, Traction Control, κλπ. λάμπουν δια της απουσίας τους. Παρόλα αυτά στον βασικό εξοπλισμό έχουμε και immobilizer αλλά και σύστημα Emergency Stop System (ESS) που αναβοσβήνει ταχύτατα και τα 4 φλας σε φρενάρισμα πανικού.

9. Διαθέτει ήδη εκτενή σειρά επίσημων αξεσουάρ, και αποτελεί άριστη βάση για customizing.

CL500

Οι designer της Honda δούλεψαν πάνω στη μοτοσυκλέτα με μότο το “Express Yourself”, ήτοι “Εκφράσου”, δημιουργώντας στην ουσία μια βασική, χρηστική και φιλική γυμνή Α2 μοτοσυκλέτα που όμως α) έχει ιδιαίτερη εμφάνιση neo-scrambler και β) αποτελεί βάση για εκτενές customizing, με την εταιρεία να βάζει το πρώτο λιθαράκι προσφέροντας μια σειρά με αποκλειστικά λευκά (ακατέργαστο look γαρ) aftermarket αξεσουάρ. Μάλιστα η Honda έχει δημιουργήσει και 3 πακέτα με συνδυασμούς των εν λόγω αξεσουάρ, τα οποία έχουν ως εξής:

  • ADVENTURE PACK: Χούφτες, ψηλό μπροστινό φτερό, καλύμματα πίσω αμορτισέρ, rally μαρσπιέ.
  • TRAVEL PACK: Μαλακή πλαϊνή βαλίτσα, θερμαινόμενα γκριπ, ACC θύρα φόρτισης, ρυθμιζόμενη μανέτα φρένου, tank pad.
  • STYLE PACK: Μάσκα προβολέα, ρίγα προβολέα, σιρίτια τροχών, numberplate πλαϊνό, ρίγα numberplate, ψηλή ίσια σέλα.

Το design της μοτοσυκλέτας αφήνει μια… ακατέργαστη επίγευση, κάτι που όπως μας λένε οι σχεδιαστές έχει γίνει επίτηδες για επιτηδευμένο custom look. Κάτι σαν τα τζιν που έρχονται σκισμένα πλέον από το εργοστάσιό. Και όπως και με το Rebel, έτσι φανταζόμαστε πως σύντομα θα δούμε τη Honda να οργανώνει customizing διαγωνισμούς για τους dealer και για βελτιωτικούς οίκους, με καμβά το CL500.

10. Είναι εξαιρετικά φιλικό και άνετο, ενώ βολεύει μεγάλο εύρος αναστημάτων.

CL500

Διακόσια ήταν σχεδόν τα χιλιόμετρα που διανύσαμε, τα 195 από αυτά στην άσφαλτο, τυπικά νούμερα για παρουσιάσεις σε ξένο έδαφος. Η δοκιμή στην Ελλάδα θα είναι πολύ πιο αποκαλυπτική, ωστόσο οι συνθήκες της παρουσίασης επέτρεψαν ορισμένα σαφή, πρώτα συμπεράσματα. Η θέση οδήγησης είναι εξαιρετικά άνετη, με αναβάτη ύψους 1.70 να τεντώνει τα χέρια -όχι ενοχλητικά- και με πόδια διπλωμένα σε μια απολύτως λογική γωνία. Την ίδια ώρα, αναβάτης 1.85, επίσης άνετος, με τα χέρια να λυγίζουν πλέον, τα πόδια διπλωμένα περισσότερο, αλλά και πάλι χωρίς να πιάνονται -η aftermarket ψηλότερη σέλα βοηθάει κι άλλο τους πιο ψηλούς. Το γεγονός πως μετά από 200 χιλιόμετρα πάνω στη σέλα του CL500 αισθάνεσαι έτοιμος απλά να συμπληρώσεις βενζίνη και να συνεχίσεις ακόμη και με περισσότερες επαναλήψεις της διαδικασίας, φανερώνει πόσο άνετη είναι συμβίωση με αυτή την μοτοσυκλέτα, που ξεπερνά τα δεδομένα της ιδιαίτερης αυτής κατηγορίας.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

 

Τύπος Κινητήρα

Υγρόψυκτος 2ΕΕΚ, 4Τ, 4Β/Κ

Χωρητικότητα

471cc

Διάμετρος x Διαδρομή (mm)

67 x 66.8

Συμπίεση

10.7:1

Μέγιστη δύναμη

34.3kW (46 hp) @ 8500rpm

Μέγιστη ροπή

43.4Nm (4,4 Kgm) @ 6250rpm

Επίπεδο θορύβου (dB)

Lwot- 76.1dB; Lurban - 72.9 dB

Χωρητικότητα λιπαντικού

3.2L

Εκκίνηση

Μίζα

ΤΡΟΦΟΔΟΣΙΑ

 

Τροφοδοσία

Ηλεκτρονικός ψεκασμός PGM-FI

Ρεζερβουάρ

12L

CO2 εκπομπές WMTC

84 g/km

Κατανάλωση WMTC

27.7 km/l

ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ

 

Μπαταρία

12V 7Ah

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

 

Συμπλέκτης

Υγρός πολύδισκος, μονόδρομος με υποβοήθηση

Κιβώτιο

6 ταχυτήτων

Τελική Μετάδοση

Αλυσίδα

ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Τύπος

Ατσάλινο τύπου διαμάντι

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

 

Μήκος x Πλάτος x Ύψος

2175mm x 830mm x 1135mm

Μεταξόνιο

1485mm

Γωνία κάστερ

27°

Ίχνος

108mm

Ύψος σέλας

790mm

Ελ. απόσταση από το έδαφος

155mm

Βάρος γεμάτη υγρά

192kg

Ακτίνα στροφής

2.6 m

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

 

Μπροστά

Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι Showa 41mm, διαδρομή τροχού 150mm

Πίσω

Δυο αμορτισέρ Showa 45mm διαδρομή αμορτισέρ, ΠΕ σε 5 θέσεις

ΤΡΟΧΟΙ

 

Τροχός μπροστά

Χυτός αλουμινίου

Τροχός πίσω

Χυτός αλουμινίου

Ελαστικό μπροστά

110/80R19M/C 59H

Ελαστικό πίσω

150/70R17M/C 69H

ΦΡΕΝΑ

 

ABS

Δικάναλο

Μπροστά φρένο

Πλευστός δίσκος 310mm, δαγκάνα Nissin 2Ε

Πίσω φρένο

Δίσκος 240mm δαγκάνα Nissin 1Ε

ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ

 

Όργανα

LCD ψηφιακή οθόνη με ενδείξεις ταχύμετρου, 2 μερικών και ολικού χιλιομετρητή, στάθμης καυσίμου, κατανάλωσης, ταχύτητας κιβωτίου, shift light, ρολογιού

Προβολέας

LED

Πίσω φωτιστικό

LED

12V θύρα

Στον έξτρα εξοπλισμό

Immobiliser

HISS

Έξτρα σύστημα ασφαλείας

ESS

 

SK Motorium

Ετικέτες