Το δύσκολο παρόν της Kawasaki στην Ελλάδα και το γεμάτο επιλογές μέλλον

Τα πολυετή σενάρια πώλησης της TEOMOTO
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

8/10/2021

Η Kawasaki Heavy Industries στην αρχή του τρέχοντος οικονομικού έτους, δηλαδή την 1η Οκτωβρίου 2021, προχώρησε στην ανεξαρτητοποίηση του τμήματος που ασχολείται με τα καταναλωτικά προϊόντα της εταιρείας, δηλαδή το μικρότερο αλλά και πιο γνωστό κομμάτι του τεράστιου κύκλου εργασιών έχουν οι εκατό και πλέον εταιρείες που αποτελούν την KHI. Η κίνηση αυτή είχε ανακοινωθεί εδώ και ένα χρόνο και εξηγούμε το σκεπτικό σε αυτό εδώ το άρθρο με την ανακοίνωση της οργανωτικής αλλαγής.

Πρακτικά πλέον η Kawasaki Motors ltd στα προϊόντα που έρχονται σε επαφή με το ευρύ κοινό δηλαδή, μοτοσυκλέτες, Jetski ATV και Side by Side. Κατασκευάζοντας πυραύλους, δορυφόρους, πλοία, τρένα και ένα σωρό άλλα τεραστίων διαστάσεων και αξίας μηχανολογικά προϊόντα, μπορείς να μεγαλουργείς, χωρίς όμως να βρίσκεσαι και στην συνείδηση του κόσμου. Το μήνυμα του Προέδρου της KHI, κ. Yasuhiko Hashimoto είναι πως η μητρική εταιρεία θα εστιάσει στην βαριά βιομηχανία, την ενέργεια και την εξέλιξη της τεχνολογίας με έμφαση στην χρήση υδρογόνου, που το ΜΟΤΟ είχε τονίσει πρώτη φορά το 2008(!) πως είναι ο μόνος τρόπος στο μακρινό από τώρα μέλλον, να έχουμε μοτοσυκλέτες όπως τις μάθαμε και πραγματικά χαμηλούς ρύπους. Με λίγα λόγια η KHI προχωρά σε μία τυπική αλλά ουσιαστική οργανωτική αλλαγή, διατηρώντας φυσικά, τον έλεγχο της Kawasaki Motors, δίνοντας όμως το περιθώριο αυτονομίας που όσοι γνωρίζουν την ιστορία της Kawasaki αλλά και όλων των Ιαπωνικών εταιρειών είναι κάτι που χρειαζόταν εδώ και δεκαετίας να γίνει!

Η νέα Kawasaki Motors θα έχει έτσι την ευελιξία που χρειάζεται για να προχωρήσει σε ένα εξαιρετικά φιλόδοξο πλάνο επενδύσεων που μόνο στην Αμερικάνικη ήπειρο εκτιμάται πως θα αγγίξει τα 270 εκατομμύρια δολάρια, με επέκταση και δημιουργία νέων εργοστασίων, και κυρίως την απαραίτητη ευελιξία για διαρθρωτικές αλλαγές ανά χώρα και γεωγραφική περιοχή. Το πρώτο μήνυμα είναι άμεσο, σε μία από τις μεγαλύτερες αγορές του κόσμου με επίσης δυνατή βιομηχανία, την Μαλαισία. Η μέχρι τώρα διάθεση από την Kawasaki Motors Malaysia (KMM) παύει άμεσα και ξεκινά μία εξάμηνη περίοδο αναπροσαρμογής στο τέλος της οποίας την διάθεση των μοτοσυκλετών στην λιανική, αναλαμβάνει μία νέα εταιρεία, θυγατρική της MODENAS - όπου ως γνωστό η KHI κατέχει ένα μεγάλο ποσοστό συμμετοχής. Λαμβάνοντας υπόψη τέτοιες αλλαγές σε μεγάλες ασιατικές αγορές όπως η Μαλαισία, όπου τερματίζονται πολυετείς σχέσεις που κράτησαν 33 χρόνια, αντιλαμβανόμαστε πως η δημιουργία της Kawasaki Motors θα σηματοδοτήσει και άλλες αλλαγές σε προβληματικές για την ίδια αγορές, σε παγκόσμιο επίπεδο. 

Με δεδομένο την συνεχώς πτωτική πορεία των πωλήσεων και των μεριδίων αγοράς της Kawasaki και στην χώρα μας, πιθανολογούμε πως ένας από τους επόμενους σταθμούς σε αυτό το οργανωτικό κύμα αλλαγών, ενδέχεται να είναι και η Ελλάδα. Όπως έχουμε γράψει στο παρελθόν, πριν λίγα χρόνια ο όμιλος που ανήκει η ελληνική αντιπροσωπεία είχε μπει σε διαδικασία αναδιάρθρωσης για να καλύψει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, με την Core Capital Partners να έχει αναλάβει την εντολή διαπραγμάτευσης με τα πιστωτικά ιδρύματα που πίεζαν και για την πώληση της ΤΕΟΜΟΤΟ μεταξύ άλλων. Εμείς έχουμε γίνει αποδέκτες τέτοιων συζητήσεων οι οποίες όμως δεν προχώρησαν παρακάτω καθώς υπήρχαν οικονομικά στοιχεία μη βιώσιμα που προέρχονταν από βάρη δανεισμού που είχε μεταφέρει ο όμιλος. Τουλάχιστον έτσι ξεκίνησαν αρχικά οι διερευνητικές επαφές, τόσο με παράγοντες της ελληνικής αγοράς μοτοσυκλέτας, όσο και με εύρωστους οικονομικά επιχειρηματίες από τον ευρύτερο κλάδο της αυτοκίνησης και των λιπαντικών που θα ήθελαν να εμπλακούν και στον χώρο της μοτοσυκλέτας.

Υπάρχει πολύ αναλυτικό άρθρο του MOTO, τον Μάρτιο του 2019, με τίτλο:

Kawasaki Ελλάδα: Πολύφερνος νύφη με πλήθος μνηστήρων - Οδεύει προς πώληση η αντιπροσωπεία στην Ελλάδα.

Κι εκεί αναλύεται όλο το πρώτο στάδιο επαφών που ήρθε στην επιφάνεια όταν η Sixt άλλαξε χέρια πηγαίνοντας στην ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ, που μεταξύ άλλων αντιπροσωπεύει και τις μοτοσυκλέτες Yamaha στην Ελλάδα, ταυτόχρονα με την ηχηρή αποχώρηση ιδρυτικού στελέχους και επί δεκαετιών επίκεφαλης της ΤΕΟΜΟΤΟ, κατόπιν διαφωνίας με τους μετόχους για την μετέπειτα πορεία. Η πώληση της Sixt ήταν μέρος της συμφωνίας με τις τράπεζες, που πέτυχε η Core Capital Partners για λογαριασμό του ομίλου, χωρίς όμως τότε να συμφωνήσουν για το μέλλον της ΤΕΟΜΟΤΟ που οι τράπεζες ήθελαν άμεσα να περάσει σε νέα χέρια. Πολλά έχουν αλλάξει από τον Μάρτιο του 2019 με πρώτο και καλύτερο τις συνθήκες, ίσως και την διάθεση του ομίλου Θεοχαράκη να διατηρήσει την ΤΕΟΜΟΤΟ. Ας μην ξεχνάμε πως ο όμιλος έχει ταυτίσει το όνομά του με την NISSAN και μέσα από ανεξάρτητες εταιρείες με μειοψηφική συμμετοχή συνεχίζει να διατηρεί ποσοστό, παράλληλα με την δραστηριότητα σε Renault και Dacia, στον ενεργειακό τομέα αλλά και στην ναυτιλία.

Απευθυνθήκαμε στην ΤΕΟΜΟΤΟ για τα παραπάνω δίνοντας περιθώριο 15 ημερών για κάποια δική τους απάντηση, χωρίς στο πέρας αυτού του διαστήματος να έχει καταστεί εφικτό να έχουμε δική τους τοποθέτηση. Το τελευταίο άλλωστε διάστημα αποχώρησαν από την ΤΕΟΜΟΤΟ και άλλα στελέχη που τους είχε ανατεθεί η διαχείριση συμπεριλαμβανομένου και του υπεύθυνου επικοινωνίας και κατά τις πληροφορίες μας η εταιρεία λειτουργεί με μειωμένο αριθμό στελεχών. Διακόπηκε επίσης κάθε προβολή των μοντέλων της εταιρείας, φτάνοντας σε εμάς μαρτυρία με την φράση «δεν θα στρώνουμε εμείς το έδαφος για τον επόμενο», πράγμα που δείχνει πως μάλλον είμαστε πολύ πιο κοντά σε μία τέτοια αλλαγή από αυτό που είμασταν τον Μάρτιο του 2019.

Αποτελεί γενικό -και μόνο- κανόνα πως οι Ιαπωνικές μητρικές εταιρείες σέβονται ιδιαίτερα τους αντιπροσώπους με τις προσωπικές σχέσεις να είναι ισχυρότερες και από συμβόλαιο, ενώ δεν παύουν να κοιτούν το ίδιο προσεκτικά κάθε αγορά, ανεξάρτητα από το πόσο μικρή κι αν είναι. Η Ελλάδα, πριν την οικονομική κρίση, ήταν μία από τις καλύτερες αγορές στην Ευρωζώνη, όχι μόνο για την Kawasaki αλλά και για το σύνολο σχεδόν των εταιρειών μοτοσυκλετών με πολύ υψηλά νούμερα πωλήσεων σε νέες, μεγάλες μοτοσυκλέτες.

Την παρούσα περίοδο δεν χρειάζεται περαιτέρω εξήγηση όταν λέμε πως τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα για όλους, πόσο μάλιστα για μία premium εταιρεία με υψηλών προδιαγραφών γκάμα όπως η Kawasaki που δεν έχει υψηλή στόχευση σε μικρές μοτοσυκλέτες, παπιά και σκούτερ.

Η χώρα μας είναι και η μόνη χώρα στην Ευρώπη που ζητά μοτοσυκλέτες μικρότερες από 500 κυβικά και μεγαλύτερες από 125, όταν η τάση είναι αντίστροφη σε όλες τις υπόλοιπες χώρες όπου η ισοδυναμία των διπλωμάτων δεν έχει καταπολεμηθεί από εγχώριους παράγοντες και τα βήματα ενός νέου μοτοσυκλετιστή είναι πιθανότερο να τον οδηγήσουν πρώτα σε μοτοσυκλέτες 125 κυβικών και αμέσως μετά στα 500 κι άνω κυβικά. Είναι μόλις ένα από τα πράγματα, που την παρούσα στιγμή καθιστούν δύσκολη την υψηλή διείσδυση σε επίπεδο πωλήσεων της Kawasaki στην ελληνική αγορά, όταν στις υπόλοιπες χώρες μοντέλα όπως το Z900, την τοποθετούν ιδιαίτερα ψηλά στον πίνακα πωλήσεων (best seller κατηγορίας σε Γαλλία και Γερμανία!) ενώ επίσης έχουν πολύ ικανοποιητικά νούμερα πωλήσεων για όλη την σειρά των ακριβών Η2 μοτοσυκλετών.

Τα παραπάνω σκιαγραφούν κάπως, πως εδώ στην Ελλάδα απαιτούνται σκληρά μαθηματικά και έντονος συναισθηματισμός για να αναλάβει κάποιος αυτό το δύσκολο έργο, δύο στοιχεία που είναι και τα πρώτα που έχει μάθει να αποφεύγει κανείς στο δρόμο μιας υψηλής επένδυσης. Με την Kawasaki Motors να έχει πλέον μεγαλύτερο βαθμό ευελιξίας από πριν καθώς και φιλόδοξο πλάνο αναδιοργάνωσης, πρέπει να θεωρείται πιθανό πως κοιτούν ήδη και την εκπροσώπησή τους στην ελληνική αγορά. Το μόνο σίγουρο είναι πως η περίοδος των ζυμώσεων που ξεκίνησε πριν από καιρό, φαίνεται πώς μπαίνει σε τελικό στάδιο που θα έχει σαν αποτέλεσμα είτε την αναδιάρθρωση της υπάρχουσας κατάστασης, είτε θα οδηγήσει σε αλλαγές σε όλα τα επίπεδα. Εμείς από την πλευρά μας ευχόμαστε το καλύτερο δυνατό για μία τόσο σημαντική, κι αγαπημένη μάρκα, στην ελληνική αγορά!

Ήρθε η ώρα να έρθουν πίσω τα δίχρονα supersport

Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

11/11/2015

Οι δίχρονες μοτοσυκλέτες δρόμου πέθαναν για διάφορους λόγους. Η κάπνα από την εξάτμιση και η μυρωδιά του καμένου λαδιού ήταν σίγουρα μια άσχημη εικόνα για την σύγχρονη εποχή της οικολογικής συνείδησης, που πολλές φορές φτάνει στα όρια της υστερίας. Όμως και τα ίδια τα εργοστάσια δεν έκαναν κάτι για να υπερασπιστούν τους δίχρονους κινητήρες. Η τεχνολογία τους έμεινε στάσιμη για πολλά χρόνια και ποτέ δεν μπήκε στην εποχή των ψεκασμών, μένοντας στην αναχρονιστική τεχνολογία των καρμπιρατέρ. Ακόμα και η Yamaha που έκτισε το όνομά της με τους δίχρονους κινητήρες της, η τελευταία της προσπάθεια ήταν ο V2 του TZR 250 R του 1994. Όσο κι αν ακουστεί περίεργο, ο πιο εξελιγμένος τεχνολογικά δίχρονος κινητήρας σε μοτοσυκλέτα δρόμου σχεδιάστηκε από την BIMOTA. Φυσικά δεν δούλεψε ποτέ σωστά, αφού η BIMOTA είναι μια εταιρεία που ΠΟΤΕ δεν είχε σχεδιάσει δικούς της κινητήρες και απλώς έφτιανε πλαίσια χρησιμοποιώντας κινητήρες της Yamaha, Ducati και πιο σπάνια της Honda και Suzuki. Το αποτέλεσμα ήταν η δίχρονη V2 500 της BIMOTA με τον ψεκασμό, να μην μπορεί να κρατήσει ούτε ρελαντί και οι πλούσιοι ιδιοκτήτες της να την στέλνουν πίσω στην ιταλική βιοτεχνία για να της βάλουν δύο παλιομοδίτικα καρμπιρατέρ.

Κάπου στις αρχές τις δεκαετίας του 2000, μια μικρή start-up εταιρεία στην Αυστραλία με το όνομα Orbital, κατέθεσε μια πατέντα για έναν δίχρονο κινητήρα άμεσου ψεκασμού. Εκείνη την εποχή, μόλις είχε αρχίσει να καθιερώνονται οι έμμεσοι ψεκασμοί (μπεκ στους αυλούς εισαγωγής) στις μοτοσυκλέτες και τα πρώτα αυτοκίνητα παραγωγής με άμεσο ψεκασμό (μπεκ μέσα στο θάλαμο καύσης) εμφανίστηκαν τρία χρόνια αργότερα.

Ενδιαφέρον για τον δίχρονο, άμεσου ψεκασμού κινητήρα της Orbital έδειξε η Aprilia, που έφτιαξε ένα scooter 50 κυβικών και όλοι πιστέψαμε ότι σύντομα θα έδειχνε ένα RS 250 με αυτή την τεχνολογία και έκανε τα όνειρά μας πιο υγρά.

Στην πραγματικότητα όμως, η Aprilia δεν είχε αγοράσει τίποτα από την Orbital. Η αυστριακή Rotax ήταν εκείνη που είχε πρόσβαση στην τεχνολογία άμεσου ψεκασμού για δίχρονους κινητήρες και ήταν ο προμηθευτής της Aprilia μέχρι την ημέρα που το Piaggio Group την εξαγόρασε και σταμάτησε η συνεργασία με τους Αυστριακούς. Κάπου εδώ αρχίζει να αποκτά ενδιαφέρον η ιστορία από τεχνολογικής άποψης, αλλά ίσως και μοτοσικλετιστηκής. Η Rotax είναι κατασκευαστής δίχρονων και τετράχρονων κινητήρων πάσης φύσεως. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της και την φήμη της, την απέκτησε από τους αερόψυκτους boxer για μικρά ελικοφόρα αεροπλάνα και τους μονοκύλινδρους δίχρονους για αγωνιστικά καρτ.

Οι αεροπορικοί κινητήρες ήταν η κύρια αιτία που την εξαγόρασε η Καναδική εταιρεία κατασκευής αεροσκαφών Bombardier (BRP), όμως εξαγοράζοντας την Can-Am και δημιουργώντας την Polaris, μπήκε δυναμικά στα οχήματα ελευθέρου χρόνου και τις μοτοσυκλέτες Cruiser. Όμως ο όμιλος BRP δεν μας ενδιαφέρει για τις μοτοσυκλέτες ή τα ATV που κατασκευάζει, αλλά για τους εξωλέμβιους κινητήρες θαλάσσης της Evinrude! Είναι η μοναδική εταιρεία στο είδος της που κατασκευάζει μεγάλους δίχρονους κινητήρες, οι οποίοι είναι οικονομικότεροι σε κατανάλωση, με λιγότερες εκπομπές ρύπων και φυσικά πολύ ελαφρύτερος από τους αντίστοιχους τετράχρονους των Mercury, Yamaha, Honda και Suzuki, ενώ θέλει service κάθε πέντε χρόνια.

Μιλάμε για ένα V6 δίχρονο κινητήρα 3500 κυβικών, ο οποίος έχει κόφτη στις 7000 στροφές, αποδίδει από 200 έως 300 ίππους (στην αγωνιστική του έκδοση φτάνει τους 385), είναι εντελώς άκαπνος και οι εκπομπές CO είναι τόσο χαμηλές που έχει την άδεια να χρησιμοποιείται σε όλες τις λίμνες και τα ποτάμια με τους αυστηρότερους οικολογικούς περιορισμούς. Το μυστικό του είναι φυσικά η τεχνολογία άμεσου ψεκασμού και η εξέλιξή του από το πρωτότυπο της Orbital. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που ένας δίχρονος κινητήρας καταφέρνει να καίει λιγότερη βενζίνη και να βγάζει λιγότερα επιβλαβή καυσαέρια από την εξάτμισή του. Όχι μόνο αυτό, αλλά οι συγκεκριμένοι εξωλέμβιοι προσφέρουν καλύτερες επιδόσεις από τον τετράχρονο V8 της Yamaha με τους 350 ίππους και τον υπερτροφοδοτούμενο in-line 6 των 350 ίππων της Mercury. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι λόγο χωροταξικών προβλημάτων, οι δίχρονοι εξωλέμβιοι κινητήρες δεν μπορούν να έχουν εξατμίσεις με ογκώδη θαλάμους διαστολής (που είναι κρίσιμο στοιχείου για τους δίχρονους κινητήρες), τότε καταλαβαίνουμε ότι η απόδοση των E-Tec Gen II κινητήρων της Evinrude θα μπορούσε να ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Άρα η εφαρμογή της συγκεκριμένης τεχνολογίας σε έναν κινητήρα μοτοσυκλέτας, όχι μόνο δεν είναι οπισθοδρόμηση ή απλώς επιθυμία μερικών ξεμωραμένων που αναπολούν το παρελθόν, αλλά ένα βήμα εμπρός. Μην ξεχνάτε ότι τα λιγότερα μηχανικά μέρη που απαρτίζουν ένα δίχρονο κινητήρα, σημαίνει απλούστερη κατασκευή, δηλαδή λιγότερες εκπομπές CO στο στάδιο παραγωγής. Όσο προσευχόμαστε η BRP να δώσει εντολή στην Rotax να φτιάξει δίχρονους κινητήρες άμεσου ψεκασμού για μοτοσυκλέτας δρόμου, ας θυμηθούμε τις πιο εντυπωσιακές του παρελθόντος.  

Yamaha TZR 250 R

 

SUZUKI RGV 250 Γ

Honda NSR 250 R

Kawasaki H1

SUZUKI RG 500

 

Yamaha RD 500