Ινδία – Αγγλία: Μοτοσυκλετιστικοί δεσμοί που δεν κόβονται

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

27/10/2016

Την περασμένη εβδομάδα η Mahindra & Mahindra Limited μέσω της θυγατρικής της «Classic Legends Private Limited» εξαγόρασε πλήρως την BSA, το ιστορικό αγγλικό όνομα στην κατασκευή μοτοσυκλετών. Ελέγχει επίσης την JAWA και ετοιμάζεται να φέρει μία μικρή αναστάτωση στην αγορά ακολουθώντας ένα διαφορετικό μονοπάτι, από αυτό που θα περίμενε κανείς.

Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή –πολύ συνοπτικά- και καταρχήν ας δούμε ποια είναι η BSA. Μπορεί η Triumph να είναι αυτή την στιγμή ο μεγαλύτερος κατασκευαστής από την Μ. Βρετανία, όμως σε κάποιο σημείο της τεράστιας ιστορίας της (ξεκινά ως όνομα από το 1901) ήταν κομμάτι της BSA, μαζί μάλιστα με την Norton.

Η BSA, όπως και η Royal Enfield, αποτελούν τα σημεία που τέμνονται οι μοτοσυκλετιστικές ιστορίες της Αγγλίας και της Ινδίας ενώ μοιράζονται και κάτι ακόμα κοινό, έχουν ξεκινήσει σαν κατασκευαστές όπλων. Τα αρχικά της BSA προέρχονται από το: Birmingham Small Arms Company Limited και κάποια στιγμή στην δεκαετία του ’60 ήταν ο μεγαλύτερος κατασκευαστής μοτοσυκλετών στον κόσμο! Φτάνοντας στο μέγεθος του βιομηχανικού κολοσσού, με τεράστια ποικιλία σε δραστηριότητες πέρα από τα όπλα και τις μοτοσυκλέτες, η BSA χαντακώθηκε από την υπεροψία, τον εγωισμό και την έλλειψη δραστηριότητας από τα διευθυντικά της στελέχη, που αγνόησαν τόσο τα νέα δεδομένα της εποχής τους, όσο και την ταχύτητα ακόμα με την οποία τους προλάβαιναν οι εξελίξεις. Βρέθηκαν αντιμέτωποι με την επέλαση των ιαπωνικών μοτοσυκλετών και παρόλο που έστειλαν ανθρώπους στην Ιαπωνία για να συγκρίνουν τα βιομηχανικά μεγέθη, παρέλειψαν να δουν την συνολική εικόνα και δεν προσμέτρησαν όλα τα στοιχεία, υποβαθμίζοντας τον κίνδυνο. Στο τέλος ήταν ένα μόνο από τα κομμάτια της, αυτό της μοτοσυκλέτας που καταρρέοντας στην βασική τότε αγορά -τις ΗΠΑ- συμπαρέσυρε ολόκληρη την BSA, χωρίς ποτέ ξανά να ορθοποδήσει.

Η άνοδος της BSA είχε στραγγαλίσει μία άλλη ιστορική φίρμα, με ελάχιστη διαφορά σε εκκίνηση από την παλιότερη Triumph, την Enfield. Λίγο πριν καταρρεύσει η BSA, η Enfield που δεν μπορούσε να περιμένει την πτώση της, αλλά δεν γινόταν και να την προβλέψει (συνέβησαν με 5-7 χρόνια διαφορά) βρήκε έναν άλλο τρόπο να επιβιώσει, καταφεύγοντας στο εργοστάσιο της Madras στην Ινδία. Χρόνια αργότερα η Enfield India θα κέρδιζε την δικαστική διαμάχη που θα της επέτρεπε να γίνει Royal Enfield και θα συνέχιζε την παραγωγή ενός σχεδίου κάνοντάς το, το μακροβιότερο στην ιστορία της μοτοσυκλέτας κι ένα από τα παλιότερα σε συνεχή χρήση γενικώς ανάμεσα στα οχήματα.

Η Royal Enfield ακολούθησε την αντίστροφη πορεία από αυτή που βλέπουμε τώρα, με τεράστιες όμως ομοιότητες. Ήταν ένας Ινδικός κολοσσός στην βιομηχανία του οποίου στηρίχτηκε για να καταφέρει να παραμείνει ζωντανή, όπως ακριβώς συμβαίνει τώρα και στην περίπτωση της BSA. Μονάχα που τώρα στόχος δεν είναι η Ινδική αγορά, αλλά οι αγορές των ΗΠΑ, της Ιταλίας και της Μ. Βρετανίας, ειρωνικά δηλαδή εκεί που κόπηκε πριν μερικές δεκαετίες το νήμα της ζωής της…

Η Mahindra έχει έναν τεράστιο «εσωτερικό» ανταγωνισμό με την Bajaj και τα εισαγωγικά μπήκαν γιατί σε αριθμούς πωλήσεων κατά μονάδες, η αγορά της Ινδίας είναι πολλαπλάσια μεγαλύτερη από την Ευρωπαϊκή. Η Bajaj ξεκινά φέτος την Ευρωπαϊκή της πορεία εκμεταλλευόμενη το δίκτυο της KTM, πράγμα που της δίνει ένα τεράστιο προβάδισμα. Η Mahindra θα πρέπει να εξαπλωθεί από το μηδέν, πράγμα αρκετά δύσκολο που για να το μετριάσει εξαγόρασε ένα ιστορικό όνομα, που ο κόσμος θα αγκαλιάσει ευκολότερα. Το τίμημα λοιπόν των περίπου 3,5 εκατομμυρίων που κατάβαλε για την BSA, θεωρείται μικρό απέναντι σε μία καμπάνια για να εδραιωθεί ένα νέο όνομα στην μοτοσυκλετιστική συνείδηση.

Ακόμα και έτσι όμως, μία μοτοσυκλέτα από την Ινδία θα είναι δύσκολο να εδραιωθεί απέναντι στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές και ιδιαίτερα στην αγορά της Αγγλίας, που κάθε νέα μελέτη του μάρκετινγκ συμφωνεί, αποκαλύπτοντας έναν μικρό βαθμό σοβινισμού στην συνολική κοινωνική συνείδηση. Κυρίως για αυτό τον λόγο οι BSA δεν θα κατασκευάζονται στην Ινδία και το μόνο σίγουρο αυτή την στιγμή, είναι ότι όλος ο συνδυασμός τους θα δοθεί σε Ιταλική εταιρία με έδρα στο Μιλάνο.
 

Άλλο ένα μικρό μυστικό κρύβεται στην παραπάνω παράγραφο, μυστικό δηλαδή για τους περιστασιακούς αναγνώστες μας καθώς κατά καιρούς έχουμε αναφέρει τα δεκάδες, κυριολεκτικά δεκάδες γραφεία βιομηχανικού σχεδιασμού που λειτουργούν στην Ιταλία. Κι αν αυτό είναι σχετικά γνωστό, παράλληλα με το τεράστιο εισόδημα που έρχεται από το βιομηχανικό σχέδιο στις μοτοσυκλέτες, μικρές εταιρίες στο Μιλάνο κερδίζουν και από την δημιουργία software για μεγάλους Ευρωπαίους κατασκευαστές. Για παράδειγμα οι αλγόριθμοι που διέπουν την λειτουργία των αναρτήσεων της KTM γράφονται στην Ιταλία, πολύ μακριά από το σημείο που δοκιμάζονται πρακτικά οι αναρτήσεις, με αναβάτες εξέλιξης και προγραμματιστές να επικοινωνούν με διάφορους τρόπους, εκτός της φυσικής παρουσίας.

Η Mahindra λοιπόν έχει απευθυνθεί σε γραφεία σχεδιασμού με τεράστια εμπειρία, στην καρδιά του βιομηχανικού σχεδιασμού, ή καλύτερα να παρομοιάσουμε την ευρωπαϊκή βιομηχανία της μοτοσυκλέτας με δεινόσαυρο, αν είναι να παραμείνουμε στην προσομοίωση της βιολογίας και να μιλάμε για καρδιές. Γιατί οι μεγάλοι δεινόσαυροι είχαν δύο από δαύτες, όπως ακριβώς και η ευρωπαϊκή μοτοσυκλετιστική βιομηχανία, μία στην Αυστρο-Γερμανία και η άλλη στην Ιταλία…

Στόχος της Mahindra είναι να μην αναλωθεί στον σκληρό ανταγωνισμό των φτηνών μοτοσυκλετών στην εγχώρια αγορά και να μπει στην Ευρωπαϊκή με ακριβότερες μοτοσυκλέτες που έχουν και μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους. Κρατώντας την JAWA σαν πιο προσιτή λύση με κατασκευή εξ ολοκλήρου στην Ινδία, παράλληλα με τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες που κατασκευάζει, θα προσπαθήσει τα μοντέλα της BSA να διατηρήσουν τον ευρωπαϊκό τους αέρα.

Ο ορίζοντας υλοποίησης των παραπάνω έχει βάθος τετραετίας, που σημαίνει ότι τα πρώτα νέα μοντέλα της ιστορικής επωνυμίας τα περιμένουμε από το 2019 και μετά, τουλάχιστον με το χρονοδιάγραμμα που υπάρχει αυτή την στιγμή. Οι JAWA θα έρθουν βέβαια λίγο νωρίτερα, από το ’18… Με την εξαγορά της BSA, κλείνει ακόμα μία «πόρτα» για κάθε άλλον μεγάλο κατασκευαστή που θα θελήσει να αναμειχτεί στην πιο δύσκολη αγορά μοτοσυκλέτας, την Ευρωπαϊκή. Οι Ινδοί, μέσα από τις συνεργασίες τους με τους Ευρωπαίους, έχουν προλάβει μέχρι στιγμή τους Κινέζους, που την επόμενη δεκαετία θα προσπαθήσουν να κάνουν ακριβώς το ίδιο… Με τους σημερινούς ρυθμούς ανάπτυξης, αυτό είναι ένα αρκετά μεγάλο χρονικό περιθώριο…

Για την ιστορία, η παλαιότερη μάρκα μοτοσυκλετών με παρουσία μέχρι τις μέρες μας, δεν είναι καμία από τις παραπάνω… Πριν από όλες τις προαναφερόμενες η Peugeot είχε κατασκευάσει το πρώτο παγκοσμίως σκούτερ, με την έννοια του κινητήρα – ψαλίδι. Ενώ μήνες πριν την Triumph είχε και την πρώτη της μοτοσυκλέτα. Μαντέψτε ποιος ελέγχει την κατασκευή των Peugeot στις μέρες μας… Η Mahindra από το ’14 με πλειοψηφικό ποσοστό! Θα μπορούσε λοιπόν να χρησιμοποιήσει και αυτό το δίκτυο πωλήσεων, όμως προς το παρόν ο προσανατολισμός του Ινδικού κολοσσού, είναι η BSA να έχει αυτόνομη παρουσία με καταστήματα-μπουτίκ… Επίσης η ανάπτυξη των σκούτερ της Peugeot έχει στραφεί από την πρώτη στιγμή προς τις υπόλοιπες ασιατικές χώρες, πράγμα απολύτως κατανοητό από επιχειρηματική πλευρά.

Οι νοσταλγοί λοιπόν της ιστορικής μάρκας, μπορούν να αισθάνονται αισιόδοξοι, ότι θα ξανά δουν μοντέλα με το κόκκινο σήμα που ίσως να είναι και αντάξια του βαρύ ονόματος που φέρουν…

 

Ο Erik Buell και το σύνδρομο καταδίωξης

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

29/8/2014

Μερικές φορές οι μεγαλύτεροι εχθροί για την εξέλιξή μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι. Μια πρόσφατη ιστορία αποδεικνύει πως και για τον ονειροπόλο Buell, ο εαυτός του και μόνο είναι ένα μεγάλο βάρος δεμένο στα πόδια, που τον εμποδίζει στα μεγάλα βήματα.

Πρωταγωνιστής σε αυτή την ιστορία είναι δημοσιογράφος του Cycle World, ο κ.Buell και τρίτος εξωτερικός μάρτυρας που επιβεβαιώνει τα παρακάτω, αμερικανός ντίλερ ελαστικών. Πριν από λίγους μήνες το αμερικάνικο περιοδικό ζήτησε για δοκιμή την EBR 1190RX και η απάντηση που πήραν τους ξάφνιασε πάρα πολύ. «Θα σας δώσω τη μοτοσυκλέτα, αν μου αποδείξετε ότι η ιπποδύναμη που ανακοινώνετε για τη δυναμομέτρηση της Panigale είναι πραγματική».

Παρένθεση εδώ, καθώς σε αυτό το σημείο ξαφνιάστηκα κι εγώ με τη σειρά μου τόσο, που άρχισα να στριφογυρίζω στην καρέκλα, κάνοντας ερωτήσεις απλά και μόνο για να σταματήσει η αφήγηση ώστε να μπορέσω να χωνέψω αυτό που άκουγα. Γιατί προσωπικά πίστευα ότι αυτά τα πράγματα μπορούν να ακουστούν μονάχα σε ελληνική συζήτηση κάπου στο internet, σε καφετέριες κ.ο.κ.. Δεν περιμένεις να τα ακούσεις από κάποιον σοβαρό άνθρωπο, πόσο μάλλον όλα τα υπόλοιπα που ακολούθησαν.

Μετά από ένα σωρό εξηγήσεις για το πώς γίνεται η δουλειά του ειδικού τύπου και για το απλό γεγονός ότι δεν έχουν καμία σκοπιμότητα να ευνοήσουν ή να αδικήσουν τον οποιονδήποτε, χώρια που ακόμα κι αν το έκαναν δεν θα αργούσε καθόλου να γυρίσει μπούμερανκ, ο Erik κατέληξε ότι δεν είναι το περιοδικό που δεν εμπιστεύεται αλλά την ίδια την Ducati, ολοκληρώνοντας απότομα την κουβέντα με το εξής:

«Αν μου αποδείξετε ότι η Panigale που δίνει η αντιπροσωπία στους δημοσιογράφους, έχει την ίδια ιπποδύναμη με αυτές που πουλά στους πελάτες, τότε θα σας δώσω τη μοτοσυκλέτα μου για δοκιμή».

Ξεκινά λοιπόν ένας μαραθώνιος του περιοδικού, να βρουν μια Panigale έξω από τα τυπικά κανάλια επικοινωνίας που έχουν, για να είναι σίγουρος ο Erik ότι δεν την πείραξαν. Πράγμα καθόλου απλό καθώς πρέπει να πείσουν τον ιδιοκτήτη της να την φέρει στο ίδιο δυναμόμετρο για να συγκρίνουν τις αποδόσεις. Και εκεί οι αποστάσεις δεν είναι αμελητέες. Η μέτρηση της ιπποδύναμης είναι ένα λεπτομερές θέμα. Η ίδια μοτοσυκλέτα μπορεί να έχει μικρή διαφορά από δυναμόμετρο σε δυναμόμετρο, ενώ το ίδιο το δυναμόμετρο αν το μεταφέρεις σε διαφορετικό υψόμετρο θα σου δείξει άλλα νούμερα. Ο καιρός επίσης επηρεάζει την μέτρηση. Η ίδια μοτοσυκλέτα, στο ίδιο δυναμόμετρο, θα δείξει άλλα νούμερα με βροχερό καιρό, κι άλλα με ηλιόλουστη και ξερή ατμόσφαιρα. Δεν θα είναι η μέρα με τη νύχτα, αλλά θα υπάρχει μια μικρή διαφορά. Αυτά όμως τα ξέρει ακόμα και ο Erik, οπότε όταν τελικά βρήκαν μια καινούρια Panigale που απέδωσε σχεδόν δύο ίππους λιγότερους, πείσθηκε ότι η Ducati δεν μαγειρεύει τα νούμερα και τους έδωσε την EBR 1190RX για δοκιμή. Από έναν έως τέσσερις ίππους, είναι μια φυσιολογική απόκλιση από μοτοσυκλέτα σε μοτοσυκλέτα, ακόμα και ανάμεσα σε αυτές που βγαίνουν διαδοχικά από τη γραμμή παραγωγής!

Λάδι στη φωτιά όμως, με τον τρόπο της, έριξε και η αντιπροσωπία της Ducati, όταν πληροφορήθηκε το λόγο που κάποιος έψαχνε σε όλη την Αμερική μια Panigale για δοκιμή, αλλά όχι από τα μοντέλα test-ride που στέλνει στους ντίλερ η ίδια . «Εμείς είμαστε ένα πολύ μικρό εργοστάσιο, και να θέλαμε να κάνουμε κάτι τέτοιο, δεν έχουμε τους πόρους!», ήταν η δήλωσή τους.

Πράγμα που ως δήλωση, είναι εξίσου ανόητη με την ίδια την απαίτηση του Erik Buell. Δεν χρειάζεσαι "πόρους" για να πειράξεις μια χαρτογράφηση. Απλά θέλεις λίγο χρόνο! Στο τέλος θα έχεις βέβαια χαλάσει την απόδοση στις χαμηλές στροφές και θα έχεις αλλοιώσει προς το χειρότερο την συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας. Όμως θα έχεις ένα μεγαλύτερο απόλυτο νούμερο ιπποδύναμης, αφού αυτό ήταν το μόνο που πραγματικά θέλεις σε αυτή την περίπτωση. Επίσης από την απάντηση της εκεί αντιπροσωπίας της Ducati, είναι σαν να υπονοείται πως αν είχαν μεγαλύτερο κύκλο εργασιών, τότε αυτή θα ήταν μια πρακτική που θα ακολουθούσαν. Όλα αυτά σε κάνουν καταρχήν να αναρωτιέσαι σε ποια χρονολογία ζεις. Γιατί παλιότερα ίσως πράγματι οι εταιρίες να έκαναν τόσα κι άλλα τόσα, όμως ο κόσμος της μοτοσυκλέτας έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια. Άλλαξε τόσο που έγινε αγνώριστος.

Ο Erik Buell λοιπόν δήλωσε εντυπωσιασμένος από το γεγονός ότι κανένας δεν "κλέβει" και παραδέχτηκε ότι ο δικύλινδρος της Ducati είναι πιο αποδοτικός από αυτό που πίστευε. Το θέμα μας όμως είναι ότι αυτή η συμπεριφορά δεν οδηγεί πουθενά. Κλέβει ενέργεια και χρόνο, όταν σε αυτό το επίπεδο επιχειρηματικότητας, που τα πάντα περνούν από το χέρι ενός ανθρώπου, αυτά τα δύο είναι ότι πιο σημαντικό έχει. Ο Erik Buell είναι απίστευτα αισιόδοξος, και όταν δεν του βγαίνουν τα σχέδια (συχνό φαινόμενο στους υπεραισιόδοξους) ρίχνει το φταίξιμο αλλού, αντί να οπισθοχωρήσει λίγα βήματα, αναλύοντας τα λάθη του για να συνεχίσει εκ νέου. Αυτό μας διδάσκει η πιο πάνω ιστορία, και γενικότερα η δημιουργία και το τέλος της Buell.

Όταν έκανε τα πρώτα του βήματα στην κατασκευή μοτοσυκλετών, εμπιστεύτηκε έναν εκπληκτικό στη μηχανολογία Άγγλο, αλλά τρομερά τσαπατσούλη που αποδεδειγμένα δεν κατασκεύαζε αξιόπιστους κινητήρες. Ωστόσο αυτό δεν εμπόδισε τον Erik να αγοράσει όλο το στοκ, καθώς και τα δικαιώματα παραγωγής, όταν η Αγγλική αυτή εταιρία αναγκάστηκε να κλείσει. Ήταν αισιόδοξος ότι θα καταφέρει να φτιάξει σωστά όλους τους στοκ κινητήρες, και μετά να βγάλει στην παραγωγή την επόμενη γενιά αυτού του δίχρονου, χωρίς να παρουσιάζει τα ίδια προβλήματα. Δεν τα κατάφερε ποτέ. Στο τέλος επέστρεψε στην H-D που ανέλαβε να γίνει μέτοχος στην Buell και μετά από μια σειρά "αναποδιών" του Erik, να την εξαγοράσει πλήρως το 2003. Το 2009, ένα χρόνο μετά από την οικονομική κρίση που χτύπησε την Αμερική, η H-D έκλεισε την Buell ρευστοποιώντας το στοκ. Ο Erik πήρε 13 υπαλλήλους και ξεκίνησε την κατασκευή μιας αγωνιστικής μοτοσυκλέτας βγάζοντας αρχικά εκατό κομμάτια στην παραγωγή, για να μπορεί να αγωνιστεί με αυτή, και τώρα προχωρά στο επόμενο βήμα. Κάνει ουσιαστικά τον τρίτο, ολόιδιο, ομόκεντρο κύκλο, σε ότι αφορά το δικό του κομμάτι στην ιστορία της μοτοσυκλέτας. Ακολουθεί τα ίδια πάντα βήματα με το πείσμα του Wile E.Coyote που κυνηγά τον Road Runner, αλλά ο μόνος τρόπος να επιτύχει, είναι να σταματήσει να πιστεύει ότι όλοι τον υπονομεύουν και να επικεντρωθεί σε αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα, ειδικά τώρα που ετοιμάζεται για νέο ξεκίνημα στο WSBK!

Η παραπάνω ιστορία έχει ωστόσο τεράστια βαρύτητα για εμάς εδώ στην Ελλάδα. Γιατί απλούστατα δεν διαφέρει από τον κυρίαρχο τρόπος σκέψης των εγχώριων επιχειρηματιών! Μακάρι να αποτελέσει παράδειγμα αποφυγής. Γιατί κι εδώ, με την πρώτη αναποδιά εκτοξεύει κανείς κάθε είδους δικαιολογίες, απειλές και κατηγορίες προς κάθε κατεύθυνση. Σπάνια ακούς: "έκανα εκείνο και εκείνο το λάθος". Απεναντίας ακούς: "Αν δεν ήταν αυτός έτσι, αν ο άλλος δεν με τάιζε γιουβέτσι, και αν ο καιρός δεν είχε βρέξει, θα ήμουν τώρα πλούσιος". Με την ίδια επίσης ευκολία ακούμε κατά καιρούς να εκτοξεύονται κατηγορίες και σε πρόσωπα μεμονωμένα: "Διάβασα μια πρόταση από μία δήλωση του τάδε, και κατάλαβα από εκεί ότι υποστηρίζει τον δείνα!" Ας μην γινόμαστε Erik Buell, και μέγιστοι αναλυτές των πάντων, ας παραδεχτούμε ότι δεν μπορούμε να τα ξέρουμε όλα, και ας επικεντρωθούμε σε αυτό που κάνει ο καθένας μας καλύτερα. Θα εξελιχθούμε πολύ πιο γρήγορα…

Ετικέτες