Ήρθε η ώρα να έρθουν πίσω τα δίχρονα supersport

Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

11/11/2015

Οι δίχρονες μοτοσυκλέτες δρόμου πέθαναν για διάφορους λόγους. Η κάπνα από την εξάτμιση και η μυρωδιά του καμένου λαδιού ήταν σίγουρα μια άσχημη εικόνα για την σύγχρονη εποχή της οικολογικής συνείδησης, που πολλές φορές φτάνει στα όρια της υστερίας. Όμως και τα ίδια τα εργοστάσια δεν έκαναν κάτι για να υπερασπιστούν τους δίχρονους κινητήρες. Η τεχνολογία τους έμεινε στάσιμη για πολλά χρόνια και ποτέ δεν μπήκε στην εποχή των ψεκασμών, μένοντας στην αναχρονιστική τεχνολογία των καρμπιρατέρ. Ακόμα και η Yamaha που έκτισε το όνομά της με τους δίχρονους κινητήρες της, η τελευταία της προσπάθεια ήταν ο V2 του TZR 250 R του 1994. Όσο κι αν ακουστεί περίεργο, ο πιο εξελιγμένος τεχνολογικά δίχρονος κινητήρας σε μοτοσυκλέτα δρόμου σχεδιάστηκε από την BIMOTA. Φυσικά δεν δούλεψε ποτέ σωστά, αφού η BIMOTA είναι μια εταιρεία που ΠΟΤΕ δεν είχε σχεδιάσει δικούς της κινητήρες και απλώς έφτιανε πλαίσια χρησιμοποιώντας κινητήρες της Yamaha, Ducati και πιο σπάνια της Honda και Suzuki. Το αποτέλεσμα ήταν η δίχρονη V2 500 της BIMOTA με τον ψεκασμό, να μην μπορεί να κρατήσει ούτε ρελαντί και οι πλούσιοι ιδιοκτήτες της να την στέλνουν πίσω στην ιταλική βιοτεχνία για να της βάλουν δύο παλιομοδίτικα καρμπιρατέρ.

Κάπου στις αρχές τις δεκαετίας του 2000, μια μικρή start-up εταιρεία στην Αυστραλία με το όνομα Orbital, κατέθεσε μια πατέντα για έναν δίχρονο κινητήρα άμεσου ψεκασμού. Εκείνη την εποχή, μόλις είχε αρχίσει να καθιερώνονται οι έμμεσοι ψεκασμοί (μπεκ στους αυλούς εισαγωγής) στις μοτοσυκλέτες και τα πρώτα αυτοκίνητα παραγωγής με άμεσο ψεκασμό (μπεκ μέσα στο θάλαμο καύσης) εμφανίστηκαν τρία χρόνια αργότερα.

Ενδιαφέρον για τον δίχρονο, άμεσου ψεκασμού κινητήρα της Orbital έδειξε η Aprilia, που έφτιαξε ένα scooter 50 κυβικών και όλοι πιστέψαμε ότι σύντομα θα έδειχνε ένα RS 250 με αυτή την τεχνολογία και έκανε τα όνειρά μας πιο υγρά.

Στην πραγματικότητα όμως, η Aprilia δεν είχε αγοράσει τίποτα από την Orbital. Η αυστριακή Rotax ήταν εκείνη που είχε πρόσβαση στην τεχνολογία άμεσου ψεκασμού για δίχρονους κινητήρες και ήταν ο προμηθευτής της Aprilia μέχρι την ημέρα που το Piaggio Group την εξαγόρασε και σταμάτησε η συνεργασία με τους Αυστριακούς. Κάπου εδώ αρχίζει να αποκτά ενδιαφέρον η ιστορία από τεχνολογικής άποψης, αλλά ίσως και μοτοσικλετιστηκής. Η Rotax είναι κατασκευαστής δίχρονων και τετράχρονων κινητήρων πάσης φύσεως. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της και την φήμη της, την απέκτησε από τους αερόψυκτους boxer για μικρά ελικοφόρα αεροπλάνα και τους μονοκύλινδρους δίχρονους για αγωνιστικά καρτ.

Οι αεροπορικοί κινητήρες ήταν η κύρια αιτία που την εξαγόρασε η Καναδική εταιρεία κατασκευής αεροσκαφών Bombardier (BRP), όμως εξαγοράζοντας την Can-Am και δημιουργώντας την Polaris, μπήκε δυναμικά στα οχήματα ελευθέρου χρόνου και τις μοτοσυκλέτες Cruiser. Όμως ο όμιλος BRP δεν μας ενδιαφέρει για τις μοτοσυκλέτες ή τα ATV που κατασκευάζει, αλλά για τους εξωλέμβιους κινητήρες θαλάσσης της Evinrude! Είναι η μοναδική εταιρεία στο είδος της που κατασκευάζει μεγάλους δίχρονους κινητήρες, οι οποίοι είναι οικονομικότεροι σε κατανάλωση, με λιγότερες εκπομπές ρύπων και φυσικά πολύ ελαφρύτερος από τους αντίστοιχους τετράχρονους των Mercury, Yamaha, Honda και Suzuki, ενώ θέλει service κάθε πέντε χρόνια.

Μιλάμε για ένα V6 δίχρονο κινητήρα 3500 κυβικών, ο οποίος έχει κόφτη στις 7000 στροφές, αποδίδει από 200 έως 300 ίππους (στην αγωνιστική του έκδοση φτάνει τους 385), είναι εντελώς άκαπνος και οι εκπομπές CO είναι τόσο χαμηλές που έχει την άδεια να χρησιμοποιείται σε όλες τις λίμνες και τα ποτάμια με τους αυστηρότερους οικολογικούς περιορισμούς. Το μυστικό του είναι φυσικά η τεχνολογία άμεσου ψεκασμού και η εξέλιξή του από το πρωτότυπο της Orbital. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που ένας δίχρονος κινητήρας καταφέρνει να καίει λιγότερη βενζίνη και να βγάζει λιγότερα επιβλαβή καυσαέρια από την εξάτμισή του. Όχι μόνο αυτό, αλλά οι συγκεκριμένοι εξωλέμβιοι προσφέρουν καλύτερες επιδόσεις από τον τετράχρονο V8 της Yamaha με τους 350 ίππους και τον υπερτροφοδοτούμενο in-line 6 των 350 ίππων της Mercury. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι λόγο χωροταξικών προβλημάτων, οι δίχρονοι εξωλέμβιοι κινητήρες δεν μπορούν να έχουν εξατμίσεις με ογκώδη θαλάμους διαστολής (που είναι κρίσιμο στοιχείου για τους δίχρονους κινητήρες), τότε καταλαβαίνουμε ότι η απόδοση των E-Tec Gen II κινητήρων της Evinrude θα μπορούσε να ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Άρα η εφαρμογή της συγκεκριμένης τεχνολογίας σε έναν κινητήρα μοτοσυκλέτας, όχι μόνο δεν είναι οπισθοδρόμηση ή απλώς επιθυμία μερικών ξεμωραμένων που αναπολούν το παρελθόν, αλλά ένα βήμα εμπρός. Μην ξεχνάτε ότι τα λιγότερα μηχανικά μέρη που απαρτίζουν ένα δίχρονο κινητήρα, σημαίνει απλούστερη κατασκευή, δηλαδή λιγότερες εκπομπές CO στο στάδιο παραγωγής. Όσο προσευχόμαστε η BRP να δώσει εντολή στην Rotax να φτιάξει δίχρονους κινητήρες άμεσου ψεκασμού για μοτοσυκλέτας δρόμου, ας θυμηθούμε τις πιο εντυπωσιακές του παρελθόντος.  

Yamaha TZR 250 R

 

SUZUKI RGV 250 Γ

Honda NSR 250 R

Kawasaki H1

SUZUKI RG 500

 

Yamaha RD 500

 

Η καλύτερη μοτοσυκλετιστική ιστορία των ημερών: Η μοίρα και το K75!

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/12/2015

 

Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε στο τεύχος Δεκεμβρίου 2015 (τ.553), πιστεύουμε όμως ότι αποτελεί μία από τις καλύτερες μοτοσυκλετιστικές ιστορίες και μάλιστα αρμόζει με το πνεύμα των ημερών, οπότε αξίζει να αναδημοσιευτεί και να δοθεί η συνέχεια… Ακολουθεί η ιστορία, όπως δημοσιεύτηκε:

Στης μοίρας το σταυροδρόμι

κείμενο: Γιάννης Σπετσιάρης  
φωτό: του ιδίου
 

 

Ένα μόνιμο άγχος που έχουμε οι ιδιοκτήτες μοτοσυκλέτας και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να το αποφύγουμε είναι η κλοπή, καθώς είναι κάτι σχετικά πολύ πιθανό να συμβεί. Χωρίς αυτό να γίνεται αντιληπτό, ακόμα και σε ώρες αιχμής σε πολυσύχναστους δρόμους, πόσο μάλλον τις νυχτερινές ώρες. Την εποχή της κρίσης το φαινόμενο αυτό έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις με αποτέλεσμα να είναι αρκετοί εκείνοι που έχουν απωλέσει τις μοτοσυκλέτες τους και πλέον το μόνο που έχουν για να τις θυμούνται είναι μερικά MB στην μνήμη των φωτογραφικών μηχανών τους

 

 Ένας από αυτούς τους άτυχους πρώην ιδιοκτήτες είμαι και εγώ. Κάτι το οποίο διαπίστωσα με ιδιαίτερα κυνικό τρόπο βγαίνοντας από το σπίτι ένα πρωινό. Ανυποψίαστος για το τι μου έχει συμβεί είχα ήδη κανονίσει καφέ με φίλους, είχα φορέσει μπουφάν και κράνος, βγήκα από το σπίτι με το κλειδί στο χέρι και συνειδητοποιώ ότι κάτι λείπει! Το μυαλό μου δεν μπορούσε να το αντιληφθεί, σκεφτόμουν τι έκανα το προηγούμενο βράδυ, μήπως την είχα αφήσει στο απέναντι πεζοδρόμιο ή σε κάποιο άλλο σημείο κοντά στο σπίτι! Τελικά είχε συμβεί το χειρότερο, η μηχανή μου είχε βγάλει φτερά και είχε πετάξει! Τώρα θα πείτε ότι παρόμοιες ιστορίες έχετε ακούσει πολλές. Το αξιοσημείωτο λοιπόν δεν είναι το θλιβερό αυτό γεγονός, αλλά ό,τι συνέβη λίγους μήνες αργότερα!

Όταν λοιπόν πέρασε ένα εύλογο χρονικό διάστημα το οποίο μου επέτρεψε να αποδεχθώ το γεγονός ότι η μηχανή που είχα αγοράσει με τόσους κόπους και είχα ξοδέψει τόση αγάπη, φροντίδα και ατελείωτες ώρες πάνω της για να μάθω ό,τι μπορούσα περισσότερο και να την κάνω όσο ομορφότερη μπορούσα, απλά χάθηκε σε λίγες ώρες. Όπως επίσης ότι δεν θα απολαύσω ξανά τον απογευματινό μου καφέ καθισμένος στο πεζούλι της αυλής μου χαζεύοντάς την με τις ώρες, κάνοντας τους γείτονες να σχολιάζουν με ένα ύφος κουτσομπολίστικης αδιαφορίας και τη μάνα μου να με παρατηρεί πολλές φορές αμίλητη και μάλλον ανήσυχη, θεωρώντας ότι η μηχανή μου είχε γίνει εμμονή... Αφού λοιπόν όλα αυτά ξεπεράστηκαν, έκανα ένα γρήγορο απολογισμό στα οικονομικά και ψυχολογικά μου αποθέματα, διαπιστώνοντας ότι είναι αρκετά περιορισμένα! Εκείνη την περίοδο συμπωματικά είχε αρχίσει το ΜΟΤΟ τα άρθρα περί customizing. Ήταν μία καλή λύση σκέφτηκα, έτσι ώστε να έχω μηχανή στα δικά μου γούστα με την δικιά μου πινελιά -εν μέρει από το δικό μου χέρι- και με μικρό κόστος. Καθώς είχα εργαλεία, χώρο και διάθεση, άρχισα να ψάχνω για κάτι ανάλογο. Όμως οι σκέψεις αυτές δεν υλοποιήθηκαν ή τουλάχιστον όχι έτσι ακριβώς κι αυτό γιατί τις αμέσως επόμενες ημέρες εμφανίστηκε από το πουθενά (κυριολεκτικά) και μου χαρίσθηκε η μηχανή που έχω, κυκλοφορώ και ταξιδεύω τους τελευταίους εφτά μήνες.

Το timing

Και κάπου εδώ χρονικά ξεκινάει η ιστορία του καινούργιου αποκτήματός μου, της δικιάς μου πλέον BMW K75. Μίας ιστορίας όπου παρόμοιές της συνοδεύονται συνήθως από τη φράση "αυτά μόνο στις ταινίες γίνονται". Όλα ξεκίνησαν σε μια πρωινή υπηρεσία όπου με αφορμή κάποια μικροβλάβη της μοτοσυκλέτας που χρησιμοποιούσα, πετάχτηκα σε ένα συνεργείο του κέντρου για επισκευή. Λίγη ώρα αργότερα και αφού βγήκα από το συνεργείο με σκοπό να συνεχίσω κανονικά την περιπολία μου, σταματάει ακριβώς μπροστά μου ένας κύριος με τη μηχανή του. Κατάλαβα ότι κάτι θέλει και τον πλησίασα να του μιλήσω. Εκεί ήταν μεγάλη μου έκπληξη, καθώς ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν ήθελε να με ρωτήσει για το αν θα μπορούσε να παρκάρει στο συγκεκριμένο σημείο ή αν γνωρίζω κάποια οδό που τυχόν να έψαχνε, όπως υνήθως γίνεται. Αυτό που με ρώτησε ήταν αν ήξερα κάποιο συνάδελφο (αστυνομικό δηλαδή) που να ήθελε τη μηχανή που οδηγούσε. Δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ αυτή τη στιγμή, δεν κατάλαβα αρχικά τι εννοούσε, τον ξαναρώτησα και μου επιβεβαίωσε τα πρώτα του λόγια, ότι σκεφτόταν δηλαδή να την χαρίσει σε έναν αστυνομικό της ΔΙ.ΑΣ. Κάνοντας μία σύντομη κουβέντα μαζί του, μου είπε εμφανώς συγκινημένος ότι την επόμενη ημέρα θα έκανε εισαγωγή στο νοσοκομείο για μία σοβαρή εγχείρηση. Του έδωσα τις θερμότερες ευχές μου για καλή ανάρρωση (ανεξάρτητα από την έκβαση των σκέψεών του για να μας χαρίσει την μηχανή του, μόνο ή πρόθεση του με είχε συνεπάρει και με είχε γεμίσει πολλές ευχάριστες σκέψεις για την κίνηση του αυτή) ανταλλάξαμε τηλέφωνα χαιρετηθήκαμε και φύγαμε.

Ενάμιση μήνα περίπου αργότερα μου έστειλε μήνυμα λέγοντάς μου ότι πήγαν όλα καλά τελικά και όποτε ήθελα να βρισκόμασταν για την BMW. Έτσι και έγινε, δώσαμε ραντεβού και πήγα από το σπίτι του και την πήρα. Μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι με είχε τουλάχιστον μια ώρα και μου εξηγούσε τα πάντα, από το πως δουλεύει μέχρι και την τελευταία βίδα που άλλαξε, ενώ μου έδωσε επίσης service bοok από το έτος αγοράς της στην Γερμανία μέχρι την ημέρα που μου το παραχώρησε. Γιατί όλα αυτά; Στο κάτω-κάτω, δεν την πουλούσε ώστε να θέλει να κάνει καλή εντύπωση. Σκεφτόμουν ότι το κάνει ίσως, με τον τρόπο του, για να μου δείξει πόσο πολύ την φρόντιζε και να μην την παρατήσω σε κάποια αποθήκη. Ίσως πάλι γιατί δεν μπορούσε να την αποχωριστεί….

Ένα μήνα περίπου μετά από την ημέρα που μου την έδωσε, τηλεφωνηθήκαμε και βρεθήκαμε για να του δείξω την μηχανή του. Μέσα σε αυτόν τον μήνα είχα δουλέψει αρκετά με την BMW και την είχα πλήρως ανανεωμένη, καθαρή, βαμμένη και γυαλισμένη. Δεν μπορώ να περιγράψω το βλέμμα και την χαρά του όταν την είδε παρκαρισμένη έξω από το καφέ που είχαμε δώσει ραντεβού... Την περιεργαζόταν λεπτομερώς, με ρωτούσε τι έκανα στο κάθε κομμάτι που έβλεπε διαφορετικό ,την φωτογράφιζε και το πρόσωπό του είχε μια ικανοποίηση, μία ανακούφιση και ένα χαμόγελο που δεν μπορούσε να κρύψει, το οποίο το εξέλαβα ως παρηγοριά για τη σωστή -εκ του αποτελέσματος- επιλογή στο πρόσωπό μου και ας ήμουν γι' αυτόν ένας άγνωστος με στολή εκείνο το πρωινό στο κέντρο. Και την ικανοποίησή του ότι ο καινούργιος ιδιοκτήτης πλέον, σέβεται την κυρία του και κυρίως τον τρόπο με τον οποίο την απέκτησε. Και έτσι ο κύριος Αντώνης έφυγε από το καφέ ήσυχος για την μοίρα της BMW του με την οποία πέρασε 22 χρόνια της ζωής του και τώρα λόγω υγείας η "σχέση" τους αναγκάστηκε να τερματίσει, αλλά κι εγώ γιατί φάνηκα αντάξιος της γενναιόδωρης κίνησής του!

Μαθήματα ζωής

Ο καθένας μπορεί να το δει διαφορετικά, ίσως ως σημάδι από το Θεό ή από το σύμπαν ή κάρμα... Προσωπικά δεν μπήκα στην διαδικασία να το χαρακτηρίσω, απλώς αναλογιζόμενος όλη αυτή την εμπειρία της ζωής μου, από την πρώτη μέρα μέχρι και σήμερα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι δυο είναι τα σημαντικότερα μαθήματα που πήρα.

Όσον αφορά την μοτοσυκλέτα, διαπίστωσα αυτό που πολλές φορές έχει ειπωθεί στις σελίδες του ΜΟΤΟ, ότι δηλαδή σημασία δεν έχει πόσα κυβικά και αλόγα διαθέτεις αλλά πόση τρέλα και διάθεση γι' αυτό που λέγεται μοτοσυκλέτα. Και αυτό το κατάλαβα από τότε που το κινέζικο παπί, εκτός από εργαλείο, είχε πάρει και την θέση του μεταφορικού μέσου της βόλτας μου. Διαπίστωσα ότι μπορεί να μην έτρεχα και η αδρεναλίνη να μην χτύπαγε κόκκινο κάθε φορά που έβγαινα βόλτα και άνοιγα το γκάζι, μπορεί να πήγαινα πιο αργά, αλλά πλέον θέλοντας και μη χάζευα πράγματα που πριν δεν είχα προσέξει ποτέ. Παρατηρούσα το περιβάλλον γύρω μου και συνειδητοποιούσα ότι τους δρόμους που πέρναγα συνέχεια, απλά δεν τους ήξερα γιατί ποτέ δεν τους είχα παρατηρήσει. Αυτό ακριβώς συνέβη και με την καλοκαιρινή ετήσια βόλτα μου, τον γύρο της Εύβοιας , που εκείνη τη χρονιά δεν την έκανα με 1000 κυβικά και βαλίτσες, αλλά με 125 κυβικά με μια τσάντα στην πλάτη και άλλη μια δεμένη στο πίσω μέρος της σέλας. Σαν άλλος μικρός... πολύ μικρός, Μητσάκης! Και όμως, αυτή την φορά είχα να διηγηθώ πολύ περισσότερα πράγματα και ταλαιπωρίες από κάθε άλλη. Αυτό το καλοκαίρι θα θυμάμαι περισσότερο γιατί τότε ήταν αληθινή μοτοσυκλετιστική βόλτα. Γιατί αν πραγματικά θέλεις να νιώσεις περιπέτεια με μηχανή δεν χρειάζεσαι πολλά περισσότερα πράγματα από δυο ρόδες και ένα μοτέρ και ας είναι και 125... Ίσως να αναγκάστηκα να το καταλάβω με το δύσκολο τρόπο, αλλά έστω και έτσι το έκανα. Γι' αυτό δεν με πειράζει ούτε που τώρα με την BMW του κ. Αντώνη φορτωμένη πάω με 120 χιλιόμετρα και στην δεξιά λωρίδα, ούτε που θα φτάσω λίγο αργότερα στον προορισμό μου. Γιατί με μια μοτοσυκλέτα σχεδόν εικοσιπενταετίας που έχω τους τελευταίους εφτά μήνες, έχω διανύσει πολλά περισσότερα ταξιδιωτικά χιλιόμετρα, απ' ότι με την μηχανή των 150 ίππων που κατείχα τα τελευταία χρόνια.

Το δεύτερο –και σημαντικότερο- μάθημα που πήρα είναι η καλοσύνη που υπάρχει ακόμα σε μερικούς ανθρώπους και πως τελικά ακόμη και στις μέρες μας γίνονται θαύματα…

 

---------------

Το K75 συνεχίζει την νέα του ζωή με τον Γιάννη, γράφοντας χιλιόμετρα όπως ακριβώς θα ήθελε και ο πρώτος ιδιοκτήτης του. Ο μοτοσυκλετισμός σε αυτή τη χώρα έχει στηθεί σε πολύ γερά θεμέλια και είμαστε πολύ χαρούμενοι για αυτό...