Η καλύτερη μοτοσυκλετιστική ιστορία των ημερών: Η μοίρα και το K75!

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/12/2015

 

Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε στο τεύχος Δεκεμβρίου 2015 (τ.553), πιστεύουμε όμως ότι αποτελεί μία από τις καλύτερες μοτοσυκλετιστικές ιστορίες και μάλιστα αρμόζει με το πνεύμα των ημερών, οπότε αξίζει να αναδημοσιευτεί και να δοθεί η συνέχεια… Ακολουθεί η ιστορία, όπως δημοσιεύτηκε:

Στης μοίρας το σταυροδρόμι

κείμενο: Γιάννης Σπετσιάρης  
φωτό: του ιδίου
 

 

Ένα μόνιμο άγχος που έχουμε οι ιδιοκτήτες μοτοσυκλέτας και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να το αποφύγουμε είναι η κλοπή, καθώς είναι κάτι σχετικά πολύ πιθανό να συμβεί. Χωρίς αυτό να γίνεται αντιληπτό, ακόμα και σε ώρες αιχμής σε πολυσύχναστους δρόμους, πόσο μάλλον τις νυχτερινές ώρες. Την εποχή της κρίσης το φαινόμενο αυτό έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις με αποτέλεσμα να είναι αρκετοί εκείνοι που έχουν απωλέσει τις μοτοσυκλέτες τους και πλέον το μόνο που έχουν για να τις θυμούνται είναι μερικά MB στην μνήμη των φωτογραφικών μηχανών τους

 

 Ένας από αυτούς τους άτυχους πρώην ιδιοκτήτες είμαι και εγώ. Κάτι το οποίο διαπίστωσα με ιδιαίτερα κυνικό τρόπο βγαίνοντας από το σπίτι ένα πρωινό. Ανυποψίαστος για το τι μου έχει συμβεί είχα ήδη κανονίσει καφέ με φίλους, είχα φορέσει μπουφάν και κράνος, βγήκα από το σπίτι με το κλειδί στο χέρι και συνειδητοποιώ ότι κάτι λείπει! Το μυαλό μου δεν μπορούσε να το αντιληφθεί, σκεφτόμουν τι έκανα το προηγούμενο βράδυ, μήπως την είχα αφήσει στο απέναντι πεζοδρόμιο ή σε κάποιο άλλο σημείο κοντά στο σπίτι! Τελικά είχε συμβεί το χειρότερο, η μηχανή μου είχε βγάλει φτερά και είχε πετάξει! Τώρα θα πείτε ότι παρόμοιες ιστορίες έχετε ακούσει πολλές. Το αξιοσημείωτο λοιπόν δεν είναι το θλιβερό αυτό γεγονός, αλλά ό,τι συνέβη λίγους μήνες αργότερα!

Όταν λοιπόν πέρασε ένα εύλογο χρονικό διάστημα το οποίο μου επέτρεψε να αποδεχθώ το γεγονός ότι η μηχανή που είχα αγοράσει με τόσους κόπους και είχα ξοδέψει τόση αγάπη, φροντίδα και ατελείωτες ώρες πάνω της για να μάθω ό,τι μπορούσα περισσότερο και να την κάνω όσο ομορφότερη μπορούσα, απλά χάθηκε σε λίγες ώρες. Όπως επίσης ότι δεν θα απολαύσω ξανά τον απογευματινό μου καφέ καθισμένος στο πεζούλι της αυλής μου χαζεύοντάς την με τις ώρες, κάνοντας τους γείτονες να σχολιάζουν με ένα ύφος κουτσομπολίστικης αδιαφορίας και τη μάνα μου να με παρατηρεί πολλές φορές αμίλητη και μάλλον ανήσυχη, θεωρώντας ότι η μηχανή μου είχε γίνει εμμονή... Αφού λοιπόν όλα αυτά ξεπεράστηκαν, έκανα ένα γρήγορο απολογισμό στα οικονομικά και ψυχολογικά μου αποθέματα, διαπιστώνοντας ότι είναι αρκετά περιορισμένα! Εκείνη την περίοδο συμπωματικά είχε αρχίσει το ΜΟΤΟ τα άρθρα περί customizing. Ήταν μία καλή λύση σκέφτηκα, έτσι ώστε να έχω μηχανή στα δικά μου γούστα με την δικιά μου πινελιά -εν μέρει από το δικό μου χέρι- και με μικρό κόστος. Καθώς είχα εργαλεία, χώρο και διάθεση, άρχισα να ψάχνω για κάτι ανάλογο. Όμως οι σκέψεις αυτές δεν υλοποιήθηκαν ή τουλάχιστον όχι έτσι ακριβώς κι αυτό γιατί τις αμέσως επόμενες ημέρες εμφανίστηκε από το πουθενά (κυριολεκτικά) και μου χαρίσθηκε η μηχανή που έχω, κυκλοφορώ και ταξιδεύω τους τελευταίους εφτά μήνες.

Το timing

Και κάπου εδώ χρονικά ξεκινάει η ιστορία του καινούργιου αποκτήματός μου, της δικιάς μου πλέον BMW K75. Μίας ιστορίας όπου παρόμοιές της συνοδεύονται συνήθως από τη φράση "αυτά μόνο στις ταινίες γίνονται". Όλα ξεκίνησαν σε μια πρωινή υπηρεσία όπου με αφορμή κάποια μικροβλάβη της μοτοσυκλέτας που χρησιμοποιούσα, πετάχτηκα σε ένα συνεργείο του κέντρου για επισκευή. Λίγη ώρα αργότερα και αφού βγήκα από το συνεργείο με σκοπό να συνεχίσω κανονικά την περιπολία μου, σταματάει ακριβώς μπροστά μου ένας κύριος με τη μηχανή του. Κατάλαβα ότι κάτι θέλει και τον πλησίασα να του μιλήσω. Εκεί ήταν μεγάλη μου έκπληξη, καθώς ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν ήθελε να με ρωτήσει για το αν θα μπορούσε να παρκάρει στο συγκεκριμένο σημείο ή αν γνωρίζω κάποια οδό που τυχόν να έψαχνε, όπως υνήθως γίνεται. Αυτό που με ρώτησε ήταν αν ήξερα κάποιο συνάδελφο (αστυνομικό δηλαδή) που να ήθελε τη μηχανή που οδηγούσε. Δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ αυτή τη στιγμή, δεν κατάλαβα αρχικά τι εννοούσε, τον ξαναρώτησα και μου επιβεβαίωσε τα πρώτα του λόγια, ότι σκεφτόταν δηλαδή να την χαρίσει σε έναν αστυνομικό της ΔΙ.ΑΣ. Κάνοντας μία σύντομη κουβέντα μαζί του, μου είπε εμφανώς συγκινημένος ότι την επόμενη ημέρα θα έκανε εισαγωγή στο νοσοκομείο για μία σοβαρή εγχείρηση. Του έδωσα τις θερμότερες ευχές μου για καλή ανάρρωση (ανεξάρτητα από την έκβαση των σκέψεών του για να μας χαρίσει την μηχανή του, μόνο ή πρόθεση του με είχε συνεπάρει και με είχε γεμίσει πολλές ευχάριστες σκέψεις για την κίνηση του αυτή) ανταλλάξαμε τηλέφωνα χαιρετηθήκαμε και φύγαμε.

Ενάμιση μήνα περίπου αργότερα μου έστειλε μήνυμα λέγοντάς μου ότι πήγαν όλα καλά τελικά και όποτε ήθελα να βρισκόμασταν για την BMW. Έτσι και έγινε, δώσαμε ραντεβού και πήγα από το σπίτι του και την πήρα. Μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι με είχε τουλάχιστον μια ώρα και μου εξηγούσε τα πάντα, από το πως δουλεύει μέχρι και την τελευταία βίδα που άλλαξε, ενώ μου έδωσε επίσης service bοok από το έτος αγοράς της στην Γερμανία μέχρι την ημέρα που μου το παραχώρησε. Γιατί όλα αυτά; Στο κάτω-κάτω, δεν την πουλούσε ώστε να θέλει να κάνει καλή εντύπωση. Σκεφτόμουν ότι το κάνει ίσως, με τον τρόπο του, για να μου δείξει πόσο πολύ την φρόντιζε και να μην την παρατήσω σε κάποια αποθήκη. Ίσως πάλι γιατί δεν μπορούσε να την αποχωριστεί….

Ένα μήνα περίπου μετά από την ημέρα που μου την έδωσε, τηλεφωνηθήκαμε και βρεθήκαμε για να του δείξω την μηχανή του. Μέσα σε αυτόν τον μήνα είχα δουλέψει αρκετά με την BMW και την είχα πλήρως ανανεωμένη, καθαρή, βαμμένη και γυαλισμένη. Δεν μπορώ να περιγράψω το βλέμμα και την χαρά του όταν την είδε παρκαρισμένη έξω από το καφέ που είχαμε δώσει ραντεβού... Την περιεργαζόταν λεπτομερώς, με ρωτούσε τι έκανα στο κάθε κομμάτι που έβλεπε διαφορετικό ,την φωτογράφιζε και το πρόσωπό του είχε μια ικανοποίηση, μία ανακούφιση και ένα χαμόγελο που δεν μπορούσε να κρύψει, το οποίο το εξέλαβα ως παρηγοριά για τη σωστή -εκ του αποτελέσματος- επιλογή στο πρόσωπό μου και ας ήμουν γι' αυτόν ένας άγνωστος με στολή εκείνο το πρωινό στο κέντρο. Και την ικανοποίησή του ότι ο καινούργιος ιδιοκτήτης πλέον, σέβεται την κυρία του και κυρίως τον τρόπο με τον οποίο την απέκτησε. Και έτσι ο κύριος Αντώνης έφυγε από το καφέ ήσυχος για την μοίρα της BMW του με την οποία πέρασε 22 χρόνια της ζωής του και τώρα λόγω υγείας η "σχέση" τους αναγκάστηκε να τερματίσει, αλλά κι εγώ γιατί φάνηκα αντάξιος της γενναιόδωρης κίνησής του!

Μαθήματα ζωής

Ο καθένας μπορεί να το δει διαφορετικά, ίσως ως σημάδι από το Θεό ή από το σύμπαν ή κάρμα... Προσωπικά δεν μπήκα στην διαδικασία να το χαρακτηρίσω, απλώς αναλογιζόμενος όλη αυτή την εμπειρία της ζωής μου, από την πρώτη μέρα μέχρι και σήμερα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι δυο είναι τα σημαντικότερα μαθήματα που πήρα.

Όσον αφορά την μοτοσυκλέτα, διαπίστωσα αυτό που πολλές φορές έχει ειπωθεί στις σελίδες του ΜΟΤΟ, ότι δηλαδή σημασία δεν έχει πόσα κυβικά και αλόγα διαθέτεις αλλά πόση τρέλα και διάθεση γι' αυτό που λέγεται μοτοσυκλέτα. Και αυτό το κατάλαβα από τότε που το κινέζικο παπί, εκτός από εργαλείο, είχε πάρει και την θέση του μεταφορικού μέσου της βόλτας μου. Διαπίστωσα ότι μπορεί να μην έτρεχα και η αδρεναλίνη να μην χτύπαγε κόκκινο κάθε φορά που έβγαινα βόλτα και άνοιγα το γκάζι, μπορεί να πήγαινα πιο αργά, αλλά πλέον θέλοντας και μη χάζευα πράγματα που πριν δεν είχα προσέξει ποτέ. Παρατηρούσα το περιβάλλον γύρω μου και συνειδητοποιούσα ότι τους δρόμους που πέρναγα συνέχεια, απλά δεν τους ήξερα γιατί ποτέ δεν τους είχα παρατηρήσει. Αυτό ακριβώς συνέβη και με την καλοκαιρινή ετήσια βόλτα μου, τον γύρο της Εύβοιας , που εκείνη τη χρονιά δεν την έκανα με 1000 κυβικά και βαλίτσες, αλλά με 125 κυβικά με μια τσάντα στην πλάτη και άλλη μια δεμένη στο πίσω μέρος της σέλας. Σαν άλλος μικρός... πολύ μικρός, Μητσάκης! Και όμως, αυτή την φορά είχα να διηγηθώ πολύ περισσότερα πράγματα και ταλαιπωρίες από κάθε άλλη. Αυτό το καλοκαίρι θα θυμάμαι περισσότερο γιατί τότε ήταν αληθινή μοτοσυκλετιστική βόλτα. Γιατί αν πραγματικά θέλεις να νιώσεις περιπέτεια με μηχανή δεν χρειάζεσαι πολλά περισσότερα πράγματα από δυο ρόδες και ένα μοτέρ και ας είναι και 125... Ίσως να αναγκάστηκα να το καταλάβω με το δύσκολο τρόπο, αλλά έστω και έτσι το έκανα. Γι' αυτό δεν με πειράζει ούτε που τώρα με την BMW του κ. Αντώνη φορτωμένη πάω με 120 χιλιόμετρα και στην δεξιά λωρίδα, ούτε που θα φτάσω λίγο αργότερα στον προορισμό μου. Γιατί με μια μοτοσυκλέτα σχεδόν εικοσιπενταετίας που έχω τους τελευταίους εφτά μήνες, έχω διανύσει πολλά περισσότερα ταξιδιωτικά χιλιόμετρα, απ' ότι με την μηχανή των 150 ίππων που κατείχα τα τελευταία χρόνια.

Το δεύτερο –και σημαντικότερο- μάθημα που πήρα είναι η καλοσύνη που υπάρχει ακόμα σε μερικούς ανθρώπους και πως τελικά ακόμη και στις μέρες μας γίνονται θαύματα…

 

---------------

Το K75 συνεχίζει την νέα του ζωή με τον Γιάννη, γράφοντας χιλιόμετρα όπως ακριβώς θα ήθελε και ο πρώτος ιδιοκτήτης του. Ο μοτοσυκλετισμός σε αυτή τη χώρα έχει στηθεί σε πολύ γερά θεμέλια και είμαστε πολύ χαρούμενοι για αυτό...

 

 

 

Ο Erik Buell και το σύνδρομο καταδίωξης

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

29/8/2014

Μερικές φορές οι μεγαλύτεροι εχθροί για την εξέλιξή μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι. Μια πρόσφατη ιστορία αποδεικνύει πως και για τον ονειροπόλο Buell, ο εαυτός του και μόνο είναι ένα μεγάλο βάρος δεμένο στα πόδια, που τον εμποδίζει στα μεγάλα βήματα.

Πρωταγωνιστής σε αυτή την ιστορία είναι δημοσιογράφος του Cycle World, ο κ.Buell και τρίτος εξωτερικός μάρτυρας που επιβεβαιώνει τα παρακάτω, αμερικανός ντίλερ ελαστικών. Πριν από λίγους μήνες το αμερικάνικο περιοδικό ζήτησε για δοκιμή την EBR 1190RX και η απάντηση που πήραν τους ξάφνιασε πάρα πολύ. «Θα σας δώσω τη μοτοσυκλέτα, αν μου αποδείξετε ότι η ιπποδύναμη που ανακοινώνετε για τη δυναμομέτρηση της Panigale είναι πραγματική».

Παρένθεση εδώ, καθώς σε αυτό το σημείο ξαφνιάστηκα κι εγώ με τη σειρά μου τόσο, που άρχισα να στριφογυρίζω στην καρέκλα, κάνοντας ερωτήσεις απλά και μόνο για να σταματήσει η αφήγηση ώστε να μπορέσω να χωνέψω αυτό που άκουγα. Γιατί προσωπικά πίστευα ότι αυτά τα πράγματα μπορούν να ακουστούν μονάχα σε ελληνική συζήτηση κάπου στο internet, σε καφετέριες κ.ο.κ.. Δεν περιμένεις να τα ακούσεις από κάποιον σοβαρό άνθρωπο, πόσο μάλλον όλα τα υπόλοιπα που ακολούθησαν.

Μετά από ένα σωρό εξηγήσεις για το πώς γίνεται η δουλειά του ειδικού τύπου και για το απλό γεγονός ότι δεν έχουν καμία σκοπιμότητα να ευνοήσουν ή να αδικήσουν τον οποιονδήποτε, χώρια που ακόμα κι αν το έκαναν δεν θα αργούσε καθόλου να γυρίσει μπούμερανκ, ο Erik κατέληξε ότι δεν είναι το περιοδικό που δεν εμπιστεύεται αλλά την ίδια την Ducati, ολοκληρώνοντας απότομα την κουβέντα με το εξής:

«Αν μου αποδείξετε ότι η Panigale που δίνει η αντιπροσωπία στους δημοσιογράφους, έχει την ίδια ιπποδύναμη με αυτές που πουλά στους πελάτες, τότε θα σας δώσω τη μοτοσυκλέτα μου για δοκιμή».

Ξεκινά λοιπόν ένας μαραθώνιος του περιοδικού, να βρουν μια Panigale έξω από τα τυπικά κανάλια επικοινωνίας που έχουν, για να είναι σίγουρος ο Erik ότι δεν την πείραξαν. Πράγμα καθόλου απλό καθώς πρέπει να πείσουν τον ιδιοκτήτη της να την φέρει στο ίδιο δυναμόμετρο για να συγκρίνουν τις αποδόσεις. Και εκεί οι αποστάσεις δεν είναι αμελητέες. Η μέτρηση της ιπποδύναμης είναι ένα λεπτομερές θέμα. Η ίδια μοτοσυκλέτα μπορεί να έχει μικρή διαφορά από δυναμόμετρο σε δυναμόμετρο, ενώ το ίδιο το δυναμόμετρο αν το μεταφέρεις σε διαφορετικό υψόμετρο θα σου δείξει άλλα νούμερα. Ο καιρός επίσης επηρεάζει την μέτρηση. Η ίδια μοτοσυκλέτα, στο ίδιο δυναμόμετρο, θα δείξει άλλα νούμερα με βροχερό καιρό, κι άλλα με ηλιόλουστη και ξερή ατμόσφαιρα. Δεν θα είναι η μέρα με τη νύχτα, αλλά θα υπάρχει μια μικρή διαφορά. Αυτά όμως τα ξέρει ακόμα και ο Erik, οπότε όταν τελικά βρήκαν μια καινούρια Panigale που απέδωσε σχεδόν δύο ίππους λιγότερους, πείσθηκε ότι η Ducati δεν μαγειρεύει τα νούμερα και τους έδωσε την EBR 1190RX για δοκιμή. Από έναν έως τέσσερις ίππους, είναι μια φυσιολογική απόκλιση από μοτοσυκλέτα σε μοτοσυκλέτα, ακόμα και ανάμεσα σε αυτές που βγαίνουν διαδοχικά από τη γραμμή παραγωγής!

Λάδι στη φωτιά όμως, με τον τρόπο της, έριξε και η αντιπροσωπία της Ducati, όταν πληροφορήθηκε το λόγο που κάποιος έψαχνε σε όλη την Αμερική μια Panigale για δοκιμή, αλλά όχι από τα μοντέλα test-ride που στέλνει στους ντίλερ η ίδια . «Εμείς είμαστε ένα πολύ μικρό εργοστάσιο, και να θέλαμε να κάνουμε κάτι τέτοιο, δεν έχουμε τους πόρους!», ήταν η δήλωσή τους.

Πράγμα που ως δήλωση, είναι εξίσου ανόητη με την ίδια την απαίτηση του Erik Buell. Δεν χρειάζεσαι "πόρους" για να πειράξεις μια χαρτογράφηση. Απλά θέλεις λίγο χρόνο! Στο τέλος θα έχεις βέβαια χαλάσει την απόδοση στις χαμηλές στροφές και θα έχεις αλλοιώσει προς το χειρότερο την συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας. Όμως θα έχεις ένα μεγαλύτερο απόλυτο νούμερο ιπποδύναμης, αφού αυτό ήταν το μόνο που πραγματικά θέλεις σε αυτή την περίπτωση. Επίσης από την απάντηση της εκεί αντιπροσωπίας της Ducati, είναι σαν να υπονοείται πως αν είχαν μεγαλύτερο κύκλο εργασιών, τότε αυτή θα ήταν μια πρακτική που θα ακολουθούσαν. Όλα αυτά σε κάνουν καταρχήν να αναρωτιέσαι σε ποια χρονολογία ζεις. Γιατί παλιότερα ίσως πράγματι οι εταιρίες να έκαναν τόσα κι άλλα τόσα, όμως ο κόσμος της μοτοσυκλέτας έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια. Άλλαξε τόσο που έγινε αγνώριστος.

Ο Erik Buell λοιπόν δήλωσε εντυπωσιασμένος από το γεγονός ότι κανένας δεν "κλέβει" και παραδέχτηκε ότι ο δικύλινδρος της Ducati είναι πιο αποδοτικός από αυτό που πίστευε. Το θέμα μας όμως είναι ότι αυτή η συμπεριφορά δεν οδηγεί πουθενά. Κλέβει ενέργεια και χρόνο, όταν σε αυτό το επίπεδο επιχειρηματικότητας, που τα πάντα περνούν από το χέρι ενός ανθρώπου, αυτά τα δύο είναι ότι πιο σημαντικό έχει. Ο Erik Buell είναι απίστευτα αισιόδοξος, και όταν δεν του βγαίνουν τα σχέδια (συχνό φαινόμενο στους υπεραισιόδοξους) ρίχνει το φταίξιμο αλλού, αντί να οπισθοχωρήσει λίγα βήματα, αναλύοντας τα λάθη του για να συνεχίσει εκ νέου. Αυτό μας διδάσκει η πιο πάνω ιστορία, και γενικότερα η δημιουργία και το τέλος της Buell.

Όταν έκανε τα πρώτα του βήματα στην κατασκευή μοτοσυκλετών, εμπιστεύτηκε έναν εκπληκτικό στη μηχανολογία Άγγλο, αλλά τρομερά τσαπατσούλη που αποδεδειγμένα δεν κατασκεύαζε αξιόπιστους κινητήρες. Ωστόσο αυτό δεν εμπόδισε τον Erik να αγοράσει όλο το στοκ, καθώς και τα δικαιώματα παραγωγής, όταν η Αγγλική αυτή εταιρία αναγκάστηκε να κλείσει. Ήταν αισιόδοξος ότι θα καταφέρει να φτιάξει σωστά όλους τους στοκ κινητήρες, και μετά να βγάλει στην παραγωγή την επόμενη γενιά αυτού του δίχρονου, χωρίς να παρουσιάζει τα ίδια προβλήματα. Δεν τα κατάφερε ποτέ. Στο τέλος επέστρεψε στην H-D που ανέλαβε να γίνει μέτοχος στην Buell και μετά από μια σειρά "αναποδιών" του Erik, να την εξαγοράσει πλήρως το 2003. Το 2009, ένα χρόνο μετά από την οικονομική κρίση που χτύπησε την Αμερική, η H-D έκλεισε την Buell ρευστοποιώντας το στοκ. Ο Erik πήρε 13 υπαλλήλους και ξεκίνησε την κατασκευή μιας αγωνιστικής μοτοσυκλέτας βγάζοντας αρχικά εκατό κομμάτια στην παραγωγή, για να μπορεί να αγωνιστεί με αυτή, και τώρα προχωρά στο επόμενο βήμα. Κάνει ουσιαστικά τον τρίτο, ολόιδιο, ομόκεντρο κύκλο, σε ότι αφορά το δικό του κομμάτι στην ιστορία της μοτοσυκλέτας. Ακολουθεί τα ίδια πάντα βήματα με το πείσμα του Wile E.Coyote που κυνηγά τον Road Runner, αλλά ο μόνος τρόπος να επιτύχει, είναι να σταματήσει να πιστεύει ότι όλοι τον υπονομεύουν και να επικεντρωθεί σε αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα, ειδικά τώρα που ετοιμάζεται για νέο ξεκίνημα στο WSBK!

Η παραπάνω ιστορία έχει ωστόσο τεράστια βαρύτητα για εμάς εδώ στην Ελλάδα. Γιατί απλούστατα δεν διαφέρει από τον κυρίαρχο τρόπος σκέψης των εγχώριων επιχειρηματιών! Μακάρι να αποτελέσει παράδειγμα αποφυγής. Γιατί κι εδώ, με την πρώτη αναποδιά εκτοξεύει κανείς κάθε είδους δικαιολογίες, απειλές και κατηγορίες προς κάθε κατεύθυνση. Σπάνια ακούς: "έκανα εκείνο και εκείνο το λάθος". Απεναντίας ακούς: "Αν δεν ήταν αυτός έτσι, αν ο άλλος δεν με τάιζε γιουβέτσι, και αν ο καιρός δεν είχε βρέξει, θα ήμουν τώρα πλούσιος". Με την ίδια επίσης ευκολία ακούμε κατά καιρούς να εκτοξεύονται κατηγορίες και σε πρόσωπα μεμονωμένα: "Διάβασα μια πρόταση από μία δήλωση του τάδε, και κατάλαβα από εκεί ότι υποστηρίζει τον δείνα!" Ας μην γινόμαστε Erik Buell, και μέγιστοι αναλυτές των πάντων, ας παραδεχτούμε ότι δεν μπορούμε να τα ξέρουμε όλα, και ας επικεντρωθούμε σε αυτό που κάνει ο καθένας μας καλύτερα. Θα εξελιχθούμε πολύ πιο γρήγορα…

Ετικέτες