Τεχνικό: Πόσα “g” δεχόμαστε σε ατύχημα με μοτοσυκλέτα!

Νούμερα που σοκάρουν
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

30/7/2020

Μετά τον πρόσφατο τραυματισμό του Marquez, η Alpinestars έδωσε στην δημοσιότητα τα δεδομένα που κατέγραψε ο αερόσακος, όπως γίνεται κάθε φορά από την Alpinestars σε τέτοια ατυχήματα. Κι όπως κάθε φορά, εμείς τα δημοσιεύουμε, είτε είναι του Marquez είτε οποιουδήποτε άλλου αναβάτη. Δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε μία δυνατή πρόσκρουση, ούτε και τα “g” της συγκεκριμένης πρόσκρουσης είναι τα πιο σοκαριστικά που έχουμε δει. Για κάποιο περίεργο λόγο όμως, από τα ανεξήγητα πράγματα που συμβαίνουν στο internet, αυτή την φορά τα σχεδόν 26g που καταγράφηκαν από την Alpinestars προκάλεσαν περισσότερο εντύπωση από κάθε άλλη φορά. Και όπως συμβαίνει με κάθε τι που προκαλεί την εντύπωση, αμέσως ήρθε και η αμφισβήτηση προ τα νούμερα που έγραψε η φόρμα του Marquez. Η αμφισβήτηση μάλιστα εκφράζεται πολλές φορές ταχύτερα ακόμη κι από ένα απλό "Google search" που μπορεί να σου δώσει μερικές επιφανειακές απαντήσεις, προφανώς γιατί κανείς δεν αμφισβητεί πρώτα αυτά που γνωρίζει ο ίδιος για ένα θέμα και έπειτα εκείνα που διαβάζει από μία αξιόπιστη πηγή. Είναι σημείο των καιρών αυτό.

Σε ντοκυμαντέρ για τις ικανότητες των πιλότων θα δει κανείς για «g» που σκοτώνουν πριν ακόμη γίνουν διψήφιο νούμερο και μπορεί τότε να θεωρήσει πως έχει ολοκληρώσει την γνώση του για την σταθερά που εκφράζει την δύναμη που ασκεί η Γη στον άνθρωπο και τις επιπτώσεις της επιτάχυνσης με πολλαπλάσιο από εκείνη ρυθμό.

Κι όμως, σε ένα τροχαίο ατύχημα με μοτοσυκλέτα το ανθρώπινο σώμα δέχεται εκατοντάδες “g”! Εδώ και δεκαετίες η επιστήμη έχει επακριβώς μετρήσει τις δυνάμεις πάνω από τις οποίες το ανθρώπινο σώμα θα υποστεί μόνιμες βλάβες, μέσα από την διενέργεια crash test και την εξέλιξη των “crash dummies”.

Οι οργανισμοί ασφαλείας, όπως ο NHTSA στις ΗΠΑ, ορίζουν τα 60g για διάστημα 3ms ως αποδεκτό όριο σε ατύχημα για την εμπρόσθια πρόσκρουση και την περιοχή του στέρνου, για να ορίσουν την λειτουργία των ζωνών ασφαλείας. Από εκεί και πάνω αρχίζουν οι σοβαρότεροι τραυματισμοί. Ωστόσο τα πραγματικά νούμερα, όπως θα δείτε παρακάτω, μετρούνται σε εκατοντάδες «g» ιδιαίτερα για τους μοτοσυκλετιστές.

Για την διεξαγωγή των συμπερασμάτων χρησιμοποιούμε μία βασική έκδοση κούκλας δοκιμών, την Hybrid III 50th percentile male dummy ίδια από την αρχή του τρέχοντος αιώνα με την βασικότερη εξέλιξή της να είναι πως προσαρμόστηκε και για τις γυναίκες καθώς αποδείχτηκε πως τα αποτελέσματα των crash test οδηγούσαν σε εσφαλμένες οδηγίες για ένα τεράστιο ποσοστό οδηγών εκεί έξω… Κι αν οι εταιρείες είχαν αφήσει ένα σημαντικό ποσοστό οδηγών ακάλυπτο, φανταστείτε τι γινόταν στις μοτοσυκλέτες που μόλις στις αρχές της δεκαετίας του ’90 αποκτήσαμε μία κούκλα που θα μπορούσε να μετρήσει σωστά. Κι από τότε έπρεπε να περάσουν σχεδόν δύο δεκαετίες για να φτάσουμε σε ένα κανονικό μοτοσυκλετιστικό “crash dummy” που αν και βασίζεται στο Hybrid III έχει πολλούς περισσότερους αισθητήρες, 64 συνολικά, και μετρά πολλά περισσότερα σημεία με μεγαλύτερη ακρίβεια. Μετά από όλα αυτά και σχετικά πρόσφατα με βάση το πόσες δεκαετίες υπάρχουν στην ζωή μας οι μοτοσυκλέτες, είμαστε σε θέση να έχουμε μία καλύτερη εικόνα για τις δυνάμεις που μπορούν να αποβούν μοιραίες για το σώμα του αναβάτη και ακόμη περισσότερο για τα κράνη.

Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό: Ο χρόνος στον οποίο το σώμα δέχεται αυτή την δύναμη είναι το πιο καθοριστικό στοιχείο και μετριέται σε δέκατα του δευτερολέπτου. Αν η διάρκεια επίδρασης της δύναμης αυξηθεί, τότε οι συνέπειες σοβαρεύουν με γεωμετρική πρόοδο. Για αυτό τον λόγο όταν μιλάμε για πολεμικά αεροσκάφη και συνεχή καταπόνηση με μεγάλη διάρκεια, τότε τα νούμερα είναι μονοψήφια. Καθοριστική είναι και η ηλικία. Ένα βρέφος που οι γονείς του το πετούν στον αέρα μέσα στην χαρά για το παιχνίδι της αδρεναλίνης, μπορεί να υποστεί τραυματισμό και με μόλις 2g. Με λίγα λόγια μην εστιάζεται σε ένα νούμερο για τα “g” και ξεχάστε όσα ξέρατε για αυτή την μονάδα με βάση τα ντοκυμαντέρ για τα πολεμικά αεροσκάφη. Σε μία πρόσκρουση οι μέγιστες δυνάμεις ενεργούν σε χρόνο που μετριέται σε κλάσματα. Όχι δευτερόλεπτα, αλλά κλάσματα δευτερολέπτου και μάλιστα δεν έχουν πάντα την ίδια επίδραση καθώς οι έρευνες έχουν δείξει χτύπημα σε κράνος με 117g από το οποίο ο αναβάτης δεν είχε κανέναν τραυματισμό, και χτύπημα με 115g όπου έχασε τις αισθήσεις του, υπήρχε σοβαρό αιμάτωμα και κάταγμα κρανίου. Ταυτόχρονα αναβάτες έχουν επιζήσει, παρότι σοβαρά τραυματισμένοι και από δυνάμεις άνω των 400g. Εστιάζοντας όμως σε ένα νούμερο είναι λανθασμένη οπτική για κάτι τόσο αστάθμητο όπως τα τροχαία ενώ και ο σωματότυπος κάθε αναβάτη είναι διαφορετικός. Οι μαθηματικές πράξεις πρέπει λοιπόν να είναι πολύ πιο σύνθετες.

μέγιστες τιμές κατά τις δοκιμές πρόσκρουσης από τον οργανισμό SHARP
τα πιθανότερα σημεία να χτυπήσει ένας μοτοσυκλετιστής με ποσοστά

Για την ακρίβεια η επιστήμη έχει ορίσει κι αυτά τα μεγέθη υιοθετώντας ένα σύστημα βαθμολόγησης της σοβαρότητας ενός τραυματία με τον αλγόριθμο AIS που έχει 9 βαθμίδες, με την έκτη όμως να καθορίζει τραύματα από τα οποία δεν μπορεί κανείς να γλιτώσει το θάνατο. Οι επόμενες βαθμίδες μέχρι την ένατη αντιστοιχούν σε ακαριαίες περιπτώσεις. Οι διάφορες επιτροπές ασφαλείας στο ξεκίνημα αυτών των ερευνών, ήθελαν να ξέρουν αν ο προστατευτικός εξοπλισμός μπορούσε να σταματήσει έναν τραυματισμό στο επίπεδο AIS-3 που είναι το τελευταίο αποδεκτό, καθώς 4ο και 5ο παρουσιάζουν λίγες πιθανότητες επιβίωσης. Από εκεί και πέρα, και περισσότερο για εμάς τους μοτοσυκλετιστές, ο δείκτης HIC είναι εκείνος που πρέπει να εστιάζουμε με τα αρχικά να σημαίνουν Head Injury Criterion και να περιγράφουν την σφοδρότητα ενός χτυπήματος στο κεφάλι. Ο HIC υπολογίζεται με τον εξής τρόπο:

 

που είναι μία διανυσματική εξίσωση που έχει αποτυπωθεί έπειτα από πειραματικές μελέτες.

Η μεγαλύτερη έρευνα για τα ατυχήματα μοτοσυκλετιστών που έχει ποτέ γίνει στην Ευρώπη είναι η COST327 που διεξήχθη από το 1995 έως το 1999 και δημοσιεύθηκε το 2001. Εκεί βλέπουμε πως μετρούνται οι επιταχύνσεις σε “g” παράλληλα με τον δείχτη HIC σε παραδειγματικές περιπτώσεις αναβατών, τόσο εκείνων που απεβίωσαν, όσο και εκείνων που τα κατάφεραν. Πρόκειται για περιπτώσεις για τις οποίες κατάφεραν να συλλεχτούν όλα τα στοιχεία ώστε να αναπαραχθούν πειραματικά με τις ίδιες μοτοσυκλέτες και οχήματα σε καλωδιωμένες crush dummies. Κι έτσι έχουμε τα νούμερα των δυνάμεων που ενήργησαν.  Χαρακτηριστική περίπτωση λοιπόν τα 224g που έγραψε το κράνος ενός αναβάτη που μετά από σύγκρουση με αυτοκίνητο εκτοξεύτηκε στον αέρα και χτύπησε στο έδαφος. Από την σφοδρότατη αυτή σύγκρουση με 224g ο αναβάτης αυτός έφτασε μέχρι AIS-2 για το κεφάλι και AIS-1 για θώρακα και πλευρά. Που σημαίνει πως δεν τραυματίστηκε σοβαρά.

Για το κράνος υπάρχουν -πλέον- πολλές μετρήσεις με τις νέες crash dummies και τον νέο λαιμό που έχουν φτιάξει για να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Στις πρώτες δοκιμές πριν δεκαετίες δεν μπορούσε να μπει κανονικό κράνος στο κεφάλι της κούκλας και ο λαιμός δεν στήριζε το βάρος. Όλα ήταν στο περίπου και το περίπου δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Εκτός από αυτό όμως, εκείνες οι κούκλες δεν είχαν δάχτυλα για να πιάνουν το γκρπ και άλλες κλειδώσεις που παίζουν βασικό ρόλο για όταν κάποιος δεν είναι δεμένος σε ένα κάθισμα. Εκτός από αυτή την τεράστια αλλαγή, υπάρχουν πλέον και διάφοροι οργανισμοί που μετρούν τα κράνη ώστε να διαπιστωθεί αν πληρούν τις προδιαγραφές σε επαναλαμβανόμενα χτυπήματα από όλες τις πλευρές. Στο τέλος δημοσιεύουν, κάποιοι από αυτούς, και την βαθμολογία κάθε μοντέλου. Τέτοιοι είναι ο βρετανικός SHARP και ο αυστραλιανός CRUSH. Μετρούνται κατά τις δοκιμές αυτές ακραίες επιταχύνσεις που αγγίζουν τα 400g για τα ελάχιστα χιλιοστά δευτερολέπτου που διαρκεί η ένταση αυτή της δύναμης. Κι όπως έχει δείξει η COST327 τέτοιες δυνάμεις μπορούν να απαντηθούν στα κοινά τροχαία ατυχήματα των μοτοσυκλετιστών. Οι δοκιμές αυτές άλλωστε έχουν αποδείξει πως μετωπικά τα κράνη προστατεύουν πολύ λιγότερο από αυτό που κάνουν στο άνω κέντρο τους ή στο πλάι.

Χαρακτηριστικό είναι και ένα δικό μας παράδειγμα που ο motocross αναβάτης του περιοδικού, Δημήτρης Κεραμιδάς, υπέστη έναν άσχημο τραυματισμό στην διάρκεια δοκιμών στην Ιταλία όταν προσγειώθηκε μετωπικά στο χώμα, στο σημείο δηλαδή που το κράνος προστατεύει λιγότερο. Ο γιατρός στην Ιταλία όπου του έκανε ράμματα στο πρόσωπο του είπε πως το σκίσιμο του δέρματος είναι από μέσα προς τα έξω, από αίμα που ήθελε να φύγει συνέπεια της σφοδρότητας της πτώσης, κάτι που σύμφωνα με τους θεράποντες ιατρούς παρατηρείται μετά τα 20g! Λίγο παραπάνω από αυτά ή μεγαλύτερη διάρκεια ενέργειας της δύναμης και η εξέλιξη θα ήταν πολύ πιο άσχημη για τον Δημήτρη.

Καμία σχέση με τα 224g που η COST327 έρευνα αναφέρει σε ένα από τα πολλά παραδείγματα με αίσιο τέλος, καθώς εκεί το χτύπημα στο κράνος ήταν ψηλά και πάνω, σε ένα από τα σημεία που είναι καλύτερα προστατευμένα, αλλά και που το κεφάλι του ανθρώπου προστατεύεται καλύτερα. Τα αγγεία στο πρόσωπο είναι πολύ περισσότερα και πολύ πιο ευαίσθητα.

Η COST327 απέδειξε και πόσο τεράστια διαφορά έχει να χτυπήσει κανείς με κράνος ή χωρίς, δείχνοντας πειραματικά αυτό που η κοινωνία έχει γνωρίσει πρακτικά… Το αφρώδες στο κράνος αυξάνει το όριο χρόνου που υπάρχει μέχρι η δύναμη της πρόσκρουσης να έρθει στο κρανίο και όταν μιλάμε για χιλιοστά δευτερολέπτου σε συνολική διάρκεια, τότε κι ακριβώς ένα χιλιοστό να κερδίσεις μπορεί να σημαίνει την διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου.

Ο προστατευτικός εξοπλισμός μπορεί εύκολα να κάνει την διαφορά ανάμεσα σε μόνιμη βλάβη και σε ολιγοήμερη παραμονή στο νοσοκομείο. Οι δυνάμεις που ασκούνται ακόμη και στα πιο απλά τροχαία ατυχήματα είναι τεράστιες και η μόνη προστασία που έχουμε απέναντί τους, είναι αυτά που φοράμε. Η COST327 δεν έγινε στις πίστες με πανάκριβες στολές που δεν μπορεί κανείς να αγοράσει, αλλά πατώντας σε πραγματικά ατυχήματα από αυτά που γίνονται στους δρόμους. Για ένα ατύχημα που θα επιφέρει τραυματισμό AIS2 έως AIS4 χρειάζεται μόλις 24% αύξηση της δύναμης για να γίνει ο τραυματισμός αυτός της τάξης AIS5-AIS6 που σημαίνει ελάχιστες πιθανότητες να ζήσει κανείς ή ακόμη και θάνατος. Χωρίς κράνος υπερκαλύπτει κανείς αυτό το 24%! Στις περιπτώσεις αυτές των ατυχημάτων και των δυστυχημάτων που επαναλήφθηκαν εργαστηριακά, φάνηκε πως ένας δείκτης HIC2000 δίνει μόλις 50% πιθανότητες να επιζήσει κανείς, ενώ από 250 έως 300g σε οποιοδήποτε σημείο του κράνους, ο τραυματισμός είναι της τάξης του AIS5 και από 300g γίνεται AIS6 και πάνω. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν καταγράφηκε περίπτωση που με περισσότερα “g” κατάφερε να σωθεί. Το λεγόμενο θαύμα. Σε κάθε περίπτωση υπάρχει διαφορετική ανεκτικότητα σε δυνάμεις για κάθε πλευρά του κράνους ενώ φάνηκε πως ακόμη και τα πιο συνηθισμένα τροχαία μπορούν να επιφέρουν δυνάμεις της τάξης των 27g και άνω στο κράνος!

Στο αμερικανικό ποδόσφαιρο μία πρόσφατη έρευνα έδειξε πως τα χτυπήματα στα κράνη κατά την διάρκεια του αγώνα αγγίζουν με μεγάλο ρυθμό επαναληψημότητας τα 40g! Αυτό σημαίνει πως οι αθλητές εμπλέκονται σε εβδομαδιαία ή καθημερινά τροχαία ατυχήματα. Και παρόλο που ο εξοπλισμός προστατεύει επαρκώς, η συνεχής αυτή άσκηση των επιταχύνσεων εσωτερικά στον εγκέφαλο δημιουργεί προβλήματα που αυτή την στιγμή είναι υπό διερεύνηση μιλώντας για πιθανό σύνδρομο. Εμάς αυτό το παράδειγμα μας εξυπηρετεί για ένα και μόνο και λόγο, καθώς δεν ασχολούμαστε με το αμερικανικό ποδόσφαιρο: Το πόσο συνηθισμένο είναι να γίνονται συγκρούσεις στα κράνη με δυνάμεις έως και 40g από τις οποίες ο άνθρωπος συνεχίζει ακάθεκτος την πορεία του, τουλάχιστον όταν δεν υπάρχει καθημερινή επανάληψη και μόνο αν φορά κράνος.

στιγμιότυπο από την απαρχή των δοκιμών με μοτοσυκλετιστικό crush dummy νέας γενιάς:

Αφιέρωμα ΜΟΤΟ: H Ιστορία των Yamaha Ténéré

Από τους δρόμους στους αμμόλοφους και αντίστροφα!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

2/9/2020

Η Yamaha ανέκαθεν είχε συνδέσει το όνομά της με τους αγώνες Rally, αλλά και τους χωμάτινους αγώνες εν γένει, κατέχοντας έναν ηγετικό ρόλο με καινοτομίες και πρωτοπορίες, όπως είχε συμβεί και με την περίπτωση του DT-1. Ήταν η μοτοσυκλέτα που έδωσε τα ηνία του motocross στην Yamaha εκείνη την εποχή, χάρη στην επαναστατική –για τα δεδομένα της εποχής- monocross πίσω ανάρτηση, αλλά και το εφαλτήριο για την εξέλιξη δύο μοτοσυκλετών-ορόσημο για την Ιστορία του εργοστασίου και της μοτοσυκλέτας γενικότερα: το enduro ΤΤ500 που παρουσιάστηκε το 1975 και το on-off XT500 που παρουσιάστηκε το 1976. Και οι δύο αυτές τετράχρονες μοτοσυκλέτες ήταν η απάντηση στις "προσευχές" των απανταχού χωματερών που ήθελαν μια μοτοσυκλέτα με δυνατότητα να ταξιδέψει στην άσφαλτο, στο χώμα, αλλά και στις αμερικάνικες ερήμους της Δυτικής Ακτής, της σημαντικότερης ίσως αγοράς για την Yamaha.

Ο γενάρχης, το ΧΤ500 του 1976

 

Η αξιοπιστία του κινητήρα, η ροπή από τις χαμηλές στροφές και το ελαφρύ και άκαμπτο πλαίσιο, ήταν τα στοιχεία που χαρακτήρισαν τις δημιουργίες της Yamaha. Όπως ήταν φυσικό, αυτό μεταφράστηκε πολύ γρήγορα, όχι μόνο σε εμπορικές αλλά και σε αγωνιστικές επιτυχίες.

Παράλληλα όμως, το μέγεθος της επιτυχίας που γνώρισε το ΧΤ500 στην Ευρώπη ήταν απείρως μεγαλύτερο και σε τελείως διαφορετικό πεδίο απ' ό,τι στην Αμερική, χάρη σε έναν συγκεκριμένο Γάλλο αναβάτη, ο οποίος έγινε αργότερα γνωστός ως ο "Mr. Yamaha" μέσα στην εταιρεία, που μετέτρεψε το ΧΤ500 ως βάση εξέλιξης μιας εντελώς νέας κατηγορίας από την Yamaha. Ο λόγος για τον Jean-Claude Olivier, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν ένας απλώς υπάλληλος στον Γάλλο εισαγωγέα της Yamaha, την Sonauto, αλλά αργότερα έγινε Πρόεδρος της Yamaha Motor France, ενώ άνοιξε και το μονοπάτι γι' αυτό που αποκαλούμε σήμερα Adventure κατηγορία.

Ο Jean Claud Olivier ήταν ο άνθρωπος που ουσιαστικά δημιούργησε τον θρύλο των Ténéré

 

Ο Olivier δεν άργησε να διακρίνει τις τεράστιες δυνατότητες του μεγάλου μονοκύλινδρου 500 στις αφρικανικές ερήμους, δηλώνοντας πως "έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για να γίνει η μοτοσυκλέτα ένα όχημα περιπέτειας". Το 1977 ήταν η πρώτη χρονιά που ο Γάλλος συμμετείχε στο Rallye Côte d'Ivoire σε μια διαδρομή 10.000 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα της Ακτής Ελεφαντοστού Abidjan μέχρι τη Νίκαια της Γαλλίας. Το 1979 συμμετείχε μαζί με τρεις ακόμη αναβάτες στο πρώτο Paris-Dakar (που τότε λεγόταν Oasis Rally) ως ομάδα της "Sonauto Yamaha", πάνω σε ΧΤ500. Εκείνη την εποχή οι υπόλοιποι μεγάλοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών, δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γι' αυτό το νέο είδος αγώνων, αλλά ο ίδιος ο Olivier είχε δηλώσει ότι η φιλοσοφία κατασκευής του ΧΤ500 ταίριαζε ακριβώς με την συμμετοχή σε έναν τέτοιο αγώνα.

Στην πρώτη, ιστορική, διοργάνωση του Paris-Dakar, οι μοτοσυκλέτες και τα αυτοκίνητα δεν αγωνιζόντουσαν σε ξεχωριστές κατηγορίες, αλλά ανταγωνιζόντουσαν για την συνολική νίκη. Ο Cyril Neveu και ο Gilles Comte με τα ΧΤ500 τους κατάφεραν να αφήσουν πίσω τους όλους τους οδηγούς των Range Rover και Renault, κάνοντας το 1-2 για την Yamaha. Την επόμενη χρονιά ο Neveu κέρδισε ξανά με τέσσερις αναβάτες ΧΤ500 να κερδίζουν αντίστοιχα τις τέσσερις πρώτες θέσεις! Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι εκείνη την χρονιά από τις 25 μοτοσυκλέτες που τερμάτισαν, οι 11 ήταν ΧΤ500…

Από την επόμενη χρονιά (το 1981) το Paris-Dakar εντάχθηκε στην αιγίδα των FIM και FIA, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να συμμετέχουν εργοστασιακές ομάδες στον αγώνα. Αυτή της BMW αποδείχθηκε ένας πολύ δύσκολος αντίπαλος για τους αναβάτες των ΧΤ500, οι οποίοι έτρωγαν τη σκόνη των Γερμανών. Η απάντηση της Yamaha ήταν η αναβάθμιση του XT500 σε XT550, με την τοποθέτηση του YDIS (Yamaha Dual Intake System), αλλά όσο ανέβαιναν οι επιδόσεις και οι ταχύτητες στο Dakar, ήταν όλο και πιο δύσκολο να παραμείνουν ανταγωνιστικοί.

Αυτό οδήγησε τον Olivier και την Sonauto να ζητήσουν από την Yamaha Motor στην Ιαπωνία να εξελίξουν τα ΧΤ παραγωγής, έτσι ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στο υψηλότερο επίπεδο ανταγωνισμού. Οι μηχανολόγοι στο Iwata έπιασαν αμέσως δουλειά και το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους ήταν το ΧΤ 600 Ténéré. Ο κινητήρας διατήρησε το σύστημα YDIS, αλλά είχε αυξημένη χωρητικότητα στα 600 κυβικά, διέθετε μεγάλο ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ήταν η πρώτη off-road μοτοσυκλέτα της Yamaha με δισκόφρενο μπροστά, με monocross πίσω ανάρτηση, αλουμινένιο ψαλίδι και πολλές άλλες τεχνολογίες αιχμής για την εποχή. Η εξέλιξη του Ténéré 600 μάλιστα, έγινε ταυτόχρονα με του ΤΤ600, την enduro εκδοχή για την αγορά της Β. Αμερικής. Όταν η μοτοσυκλέτα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Σαλόνι του Παρισιού το 1982, δημιούργησε ένα σαρωτικό ρεύμα που πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο με τεράστιο εμπορικό αντίκτυπο, κρίνοντας κι από προσωπική εμπειρία μιας και τρεις από τις 23 μοτοσυκλέτες που είχα μέχρι τώρα στην κατοχή μου, ανήκαν στην οικογένεια των Ténéré

Το πρώτο Ténéré του 1983 που ήταν ουσιαστικά ένα υπερκυβισμένο ΧΤ550 με ένα ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ως ρέπλικα της μοτοσυκλέτας του Cyril Neveu

 

Σύντομα το Ténéré αποτέλεσε την επιλογή πάρα πολλών αναβατών που έτρεχαν στο Paris-Dakar, αλλά και για πολλούς απλούς αναβάτες που θαύμαζαν το πνεύμα της περιπέτειας που συμβόλιζε η μοτοσυκλέτα. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ήταν η μοτοσυκλέτα που δημιούργησε την τάση κατασκευής των Dakar ρέπλικα. Μέσα στην επόμενη δεκαετία πουλήθηκαν 61.000 ΧΤ600 Tenere, ενώ λίγο μετά έγινε και η πρώτη μεγάλη αναβάθμιση, το 1991, με την γέννηση του ΧΤΖ660 Tenere το οποίο είχε πενταβάλβιδη κεφαλή για τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 660 –πλέον- κυβικών εκατοστών. Το 1994 έγινε μια  αισθητική ανανέωση, με την μοτοσυκλέτα να αποκτά δίδυμους προβολείς μπροστά.

Η πρώτη ανανέωση έφερε μικρότερο ρεζερβουάρ στα 21 λίτρα και αύξηση της ιπποδύναμης στους 46 ίππους

 

Παρόλο όμως που το Ténéré ήταν η μοτοσυκλέτα που ουσιαστικά "γέννησε" την adventure κατηγορία, εμπνέοντας πολλούς αναβάτες –ιδιώτες και εργοστασιακούς- να τρέξουν στο θρυλικό Paris-Dakar, η Yamaha δεν μπόρεσε να γευτεί τη χαρά της νίκης μετά από το 1980. Ο Olivier "έφτασε πολύ κοντά στην πηγή" το 1985 με ένα XT600 Ténéré ειδικά προετοιμασμένο για τον αγώνα, το οποίο αν και έφερε το ίδιο όνομα με το μοντέλο παραγωγής, ήταν ουσιαστικά η πρώτη μοτοσυκλέτα που είχε φτιάξει το εργοστάσιο ειδικά και αποκλειστικά για το Dakar Rally. Με αυτή την μοτοσυκλέτα ο Γάλλος τερμάτισε στην δεύτερη θέση, ενώ πίσω του στην τρίτη και τέταρτη θέση τερμάτισαν επίσης αναβάτες με την ίδια μοτοσυκλέτα.

Το 1988 έγινε ολοκληρωτική ανβάθμιση, με δύο προβολείς μπροστά, σταθερό φαίρινγκ, δισκόφρενο εμπρός πίσω και ρεζερβουάρ 23  λίτρων

 

Με το πέρασμα των χρόνων, δυσκολία και ο ανταγωνισμός μεγάλωνε, με τις νίκες να συσσωρεύονται στο παλμαρές των boxer κινητήρων της BMW. Για να το αντιμετωπίσει αυτό το γεγονός ο Olivier τοποθέτησε στην αγωνιστική μοτοσυκλέτα του 1986 έναν τετρακύλινδρο εν σειρά κινητήρα από FZ750. Εξαιτίας όμως του μεγάλου βάρους, δεν κατάφερε κάτι καλύτερο από την 12η θέση. Η αφοσίωσή του στον σκοπό τον έφερε άλλη μια φορά στο αρχηγείο της Yamaha και το 1987 το αγωνιστικό τμήμα του εργοστασίου άρχισε να δουλεύει πάνω στο project του 1988. Ήταν το YZE750 Ténéré με τον μονοκύλινδρο, πενταβάλβιδο κινητήρα, με το οποίο έτρεξε και ο νεαρός –τότε- Stephane Peterhansel. Εκείνη τη χρονιά, η μοτοσυκλέτα τερμάτισε στην δεύτερη θέση με τον Franco Picco, μετά από τις ατυχίες των Olivier και Peterhansel, αλλά και μετά από σκληρή μάχη με το Honda NXR750 του Edi Orioli.

Το ΥΖΕ750 με τον κινητήρα του FZ750 δεν είχε ιδιαίτερη τύχη στους αμμόλοφους του Dakar

 

Στα τέλη του 1987, η Yamaha ξεκίνησε και την δημιουργία της επόμενης γενιάς των Ténéré παραγωγής, του δικύλινδρου εν σειρά XTZ750 Super Ténéré. Οι άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκαν για την κατασκευή του ήταν οι εξής τέσσερις: η άνεση στο πολύωρο ταξίδι, το ικανοποιητικό ποσοστό δύναμης για να πετυχαίνει υψηλές μουαγιέν, να διαθέτει την δυνατότητα για οδήγηση εκτός δρόμου και τέλος, να έχει ό,τι και όσα χρειάζεται για να μπορεί να οδηγείται καθημερινά στον δρόμο. Το πρώτο πράγμα που έκαναν, ήταν να αποφασίσουν τις διαστάσεις της μοτοσυκλέτας βάσει του αγωνιστικού πρωτότυπου του Picco, με κυριότερο το μεταξόνιο των 1.515mm. Το διπλό σωληνωτό πλαίσιο επιλέχθηκε για την ακαμψία του, ενώ ο κινητήρας διέθετε στρόφαλο 360 μοιρών και 10 βαλβίδες για να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερο την αίσθηση του μεγάλου μονοκύλινδρου Ténéré.

Το 1991, το Ténéré άλλαξε εντελώς, με κινητήρα 660 κυβικών και πενταβάλβιδη κεφαλή, αλλά και ριζικά επανσχεδιασμένη εμφάνιση

 

Όπως ήταν φυσικό, το μοντέλο παραγωγής (που παρουσιάστηκε το 1988) αποτέλεσε την βάση για το αγωνιστικά rally, το YZE750T Super Tenere των 802,5cc, με το οποίο ήρθε η πολυπόθητη νίκη στο Dakar μετά από 10 ολόκληρα χρόνια, το 1991, με αναβάτη τον Peterhansel. Από εκεί κι έπειτα ο δρόμος ήταν στρωμένος με επιτυχίες, ενώ το 1997 και το 1998 ο Γάλλος αναβάτης πήρε δύο ακόμη σερί καρό σημαίες, με τον κινητήρα που είχε στρόφαλο 270 μοιρών.

Το πρώτο Super Ténéré με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 750 κυβικών

 

Αυτή η τεχνογνωσία που κερδήθηκε μέσα από τους αγώνες, πέρασε στα ΧΤΖ660 Ténéré και ΧΤΖ1200 Super Ténéré παραγωγής που καθιέρωσαν το λογότυπο των Ténéré ως ένα ορόσημο της μοτοσυκλετιστικής Ιστορίας. Η παραγωγή των μονοκύλινδρων όσο και των δικύλινδρων Ténéré και Super Ténéré σταμάτησε από το 1996 μέχρι το 2008 όταν παρουσιάστηκε το μονοκύλινδρο με την τετραβάλβιδη –πλέον- κεφαλή XT660Z Ténéré. Η επαναφορά του θρυλικού λογοτύπου δεν σημείωσε την αναμενόμενη εμπορική επιτυχία για την Yamaha, παρά το γεγονός ότι ήταν ένα πραγματικό on-of παντός δρόμου, με πολύ καλές δυνατότητες στις εκτός δρόμου διαδρομές.

Το 2008 η Yamaha επανέφερε το λογότυπο του Ténéré με μια μια μοτοσυκλέτα που ήταν βασισμένη στον κινητήρα των ΧΤ660

 

Με τον κινητήρα του XT660, το Ténéré του 2008 παρέμεινε στην παραγωγή μέχρι το 2016, έχοντας δεχθεί μικρές, ααισθητικές κυρίως, επεμβάσεις. Παράλληλα, το 2010 η Yamaha επανέφερε στο προσκήνιο το όνομα του Super Ténéré με έναν δικύλινδρο εν σειρά 1200 κυβικών.

To Super Ténéré των 1200cc, δεν έφερε την αναμενόμενη εμπορική απήχηση που περίμενε η Yamaha στον σκληρό ανταγωνισμό των mega on-off, παρά τα συγκεκριμένα καλά στοιχεία που διέθετε

 

Η εμπορική πορεία του ήταν αντίστοιχα χαμηλότερη των προσδοκιών και παρά τον εξοπλισμό του με ηλεκτρονικά βοηθήματα (όταν παρουσιάστηκε είχε ένα από τα καλύτερα traction control για το χώμα) και τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (στην τελευταία του έκδοση) το μεγάλο βάρος του, η όχι και τόσο ορθή κατανομή του και το σετάρισμα των αναρτήσεων, αποτέλεσαν αποτρεπτικό παράγοντας για αρκετούς adventure tourer αναβάτες.

Το 2019 όμως η Yamaha έκανε την μεγάλη επιστροφή με το Ténéré 700, με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα της οικογένειας ΜΤ και με πραγματικές δυνατότητες για οδήγηση σε εκτός δρόμου διαδρομές. Ήταν μια πολυαναμενόμενη επιστροφή η οποία μετά από πολύ καιρό κατάφερε να ανταποκριθεί στο βάρος του ονόματος που φέρει.

Το όνομα "Ténéré" στην διάλεκτο των Tuareg σημαίνει "έρημος" ή "μοναξιά" αλλά είναι και το όνομα μιας από τις πιο αφιλόξενες περιοχές της Β. Αφρικής και δεν θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα την πρόκληση που δέχτηκε η Yamaha πριν από τέσσερις δεκαετίες, συνυφαίνοντας το όνομά της με την περιπέτεια.