Τάσος Βαγιανέλης

“Στην Ελλάδα μπορούμε!”
18/5/2018

Είχε ανησυχίες, δεν ήθελε να κάθεται. Ήθελε να καταλάβει “τι στο διάολο γίνεται στον κόσμο”. Μαθητής ακόμα, δούλεψε σε ένα σωρό δουλειές. Μέχρι και παπούτσια στην Βουγιουκλάκη πούλησε. Το ’90, ανοίγει με συνεταίρους μια πρωτοποριακή, κάθετη μονάδα μοτοσυκλετών. Κανείς μεγάλος έμπορος τότε δεν έβλεπε μέλλον στην BMW. Ο νέος όμως Βαγιανέλης, πίστεψε στην BMW. Σήμερα, η Βαγιανέλης Α.Ε. έχει ένα από τα τρία καλύτερα καταστήματα BMW στον κόσμο, και το κυριότερο, ατέλειωτες, φρέσκιες, ανατρεπτικές ιδέες…

“Οι πρώτες μου εικόνες από μοτοσυκλέτες… Στο πατρικό μου σπίτι στα Πατήσια, στον Άγιο Ελευθέριο, στο ισόγειο έμενε η οικογένεια Τσαγκλή, ακόμα ο μεγάλος εκεί μένει. Είναι δύο αδέλφια, λάτρεις των Harley Davidson, είναι οι παλιοί Χαρλεάδες, δεν έχουν σχέση με τους καινούργιους, ε, κι εγώ μικρό παιδί τα άκουγα, τα έβλεπα αυτά με τα ψηλά τιμόνια. Στα Πατήσια που μεγάλωσα, τέρμα Αχαρνών, πολύ κοντά στην Αύρα, υπήρχε οργασμός μοτοσυκλετών. Ακριβώς πάνω από το σπίτι μου είχε μαγαζί ο Μαρμαράς. Δεν είχα ασχοληθεί όμως ιδιαίτερα, την πρώτη μου την πήρα 18 χρονών, ένα Honda XLS 185, και μετά ένα XLS 500, αμερικάνικο, γκρι. Με ρωτάν οι γιοί μου, “ποιος είναι ο καλύτερος μπαμπάς, ο παπούκος ή εσύ”, κι απαντάω εγώ, ο παπούκος δεν το είχε δει το έργο να ασχοληθεί, να δει τι κάνω εγώ, οι παλιοί μπαμπάδες είχαν την καλύτερη πρόθεση αλλά λιγότερες γνώσεις. Πέρασα κι εγώ από την φάση που θα μπορούσα να είχα χτυπήσει, να είχα σκοτωθεί, αλλά δεν ήμουν μηχανόβιος, βόλτες πήγαινα, στο Πανεπιστήμιο, δεν ήμουν ο φανατικός που εξελίχθηκε μετά και έγινε έμπορος μοτοσυκλετών. Το ότι έγινα έμπορος ήταν από τύχη.”

To μεγάλο σχολείο της λιανικής
“Έκανα ένα διάλλειμα στις σπουδές μου στο Οικονομικό της Νομικής, γιατί το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει ένας άνθρωπος στη ζωή του είναι να καταλάβει ακριβώς που μπορεί να ανήκει επαγγελματικά ή συναισθηματικά, τι θα τον κάνει χαρούμενο. Πήρα αναβολή, παράλληλα πήγαινα και στο Deree. Πήγα να κάνω την θητεία μου στο Ναυτικό, και ψαχνόμουν. Τελικά κατάλαβα πως σαν ιδιοσυγκρασία μου ταίριαζε να ασχοληθώ με το εμπόριο. Είχα ανησυχίες, κι από την τρίτη γυμνασίου και μετά δεν έκανα διακοπές, δούλευα, σε βενζινάδικο, σε διανομή κρέμας σαντιγί, χυμούς, στην ΙΒΜ όπου δούλευε ο πατέρας μου στο τμήμα κίνησης για να μεταφέρω αλληλογραφία, στο Μαραμπού, ένα μεζεδοπωλείο στην Πανόρμου γκαρσόνι, με την ορχήστρα νέων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και άκουγα είκοσι μέρες κλασική μουσική μεταφέροντας τα αναλόγια. Πολύ μεγάλο σχολείο ήταν όταν έκανα τον πωλητή, στον Πανταζή με τα παπούτσια στο Κολωνάκι, το καλύτερο στην Αθήνα τότε, όπου για πρώτη φορά αντιμετώπισα το retail, για πρώτη φορά έκανα λιανική, κατάλαβα τι σημαίνει να είσαι πωλητής. Φαντάσου να εξυπηρετήσεις την Αλίκη Βουγιουκλάκη; Ηθοποιούς που τους έβλεπες στις ταινίες και σ’ έπιανε δέος; Ήταν διδακτική εμπειρία ειδικά οι επώνυμοι, κάποιοι από αυτούς είχαν καβαλημένο το καλάμι, κάποιοι ήταν πολύ φιλικοί, ήταν ένα καρδιογράφημα ανθρώπων λιανικής. Ήταν μεγάλο σχολείο. Γενικά είχα ανησυχίες, δεν ήθελα να κάθομαι. Ήθελα να καταλάβω τι στο διάλο γίνεται στον κόσμο. Έχω ταξιδέψει, έμεινα έξι μήνες στο Λονδίνο όπου εξέλιξα τα αγγλικά μου, έμεινα τρεις μήνες στο Παρίσι, γενικά ψαχνόμουν.”

Η ζωή είναι μία
“Παίζει πολύ σημαντικό ρόλο και η τύχη, και οι παρέες. Είμασταν τρεις κολλητοί, τέσσερις, και γενικά από την γενιά μου οι περισσότεροι κάτι έχουν κάνει στην ζωή τους. Διαβάζαμε, κάναμε γυμναστική, πηγαίναμε κινηματογράφο, τρώγαμε παγωτό στην Χαρά και γενικά καβαλάγαμε και μοτοσυκλέτες αλλά όχι στην λογική του ρόδα τσάντα και κοπάνα. Ο φίλος μου και μετέπειτα κουμπάρος, ο Μιχάλης ο Ευμορφίδης, είναι ο ιδιοκτήτης της Cocomat, που είναι μια πάρα πολύ μεγάλη εξαγωγική εταιρία με καταστήματα σε όλο τον κόσμο, ο Λευτέρης ο Γιόκαρης ο οποίος ασχολείται με πάρα πολλά έργα που βλέπουμε στην Ελλάδα, γνωστή κατασκευαστική εταιρία, ο Χάρης ο Μικρός, CEO σε πολλές μεγάλες επιχειρήσεις, εγώ κάτι έκανα με τις μοτοσυκλέτες, και κάνω, γενικά παίζει ρόλο και στα νέα παιδιά να έχουν παρέες και να έχουν και μέντορες ανθρώπους πιο μεγάλους από αυτούς, να τα οδηγήσουν σε ένα πιο σωστό δρόμο.
Ένας από τους λόγους που κινούμαι κι έτσι επιχειρηματικά στην Βαγιανέλης είναι για να βάλουμε κι ένα μικρό λιθαράκι να δώσουμε ένα φωτεινό παράδειγμα στα παιδιά, ότι πρέπει να προσπαθούμε, η ζωή είναι μία, να μην φεύγει ανεκμετάλλευτη, να κοιτάμε την μέρα που πέρασε και να λέμε κάτι κάναμε.”

Θεώρησα πως η κρίση είναι η ευκαιρία, και είναι νόμος παγκόσμιος αυτός στο επιχειρείν

Κάνω την προσπάθειά μου
“Χρήματα πολλά δεν υπήρχαν, σχεδόν καθόλου, δηλαδή ξεκίνησε όλο αυτό το πράγμα με οικονομίες δικές μου, με βοήθεια του πατέρα μου όταν πήρε το εφάπαξ, δεν υπήρχε η δυνατότητα να κάνεις τότε κάτι πάρα πολύ μεγάλο το ’90. Αυτή η ιστορία ξεκίνησε με συνεταίρους τους αδελφούς Σωτηρίου, με το Motorrad Center στην Μάχης Αναλάτου. Είχα αναλάβει το κομμάτι των πωλήσεων μοτοσυκλετών σε μια επιχείρηση που ήταν πρωτοποριακή, ήταν κάθετη. Τόλμησα και έκανα επαφή με την ΒΜW, τότε ήταν πέτρινες εποχές για την BMW, κανένας έμπορος των Αθηνών δεν ασχολείτο αποκλειστικά με την BMW παρά μόνο ο Κόκοβας, ήταν κι ο Καλφαρέντζος ο αείμνηστος και ο Γιάννης ο Πέτσας, αλλά σαν συμπληρωματική, δεν το είδε κανείς ζεστά πολύ. Κανείς από τους μεγάλους εμπόρους δεν έβλεπε μέλλον στην BMW, σκέφτηκα τότε ότι είναι καλό να ενώσω το όνομά μας ναι μεν με μια εταιρία μοτοσυκλετών που δεν είχε να δείξει πολλά πράγματα τότε, αλλά με ένα όνομα πάρα πολύ βαρύ. Έτσι έγινε μια αίτηση, έγινε αποδεκτή και ξεκινήσαμε με την BMW. Μετά αυτός ο συνεταιρισμός δεν συνεχίστηκε, αλλά μόνος μου ασχολήθηκα μ’ αυτό το κομμάτι, της BMW, δίνοντάς του χαρακτήρα αποκλειστικότητας.
Πίστεψα στην BMW. Θυμάμαι όταν έγινε η πρώτη έκθεση μοτοσυκλέτας είχαμε κάνει το πρώτο περίπτερο μόνο με BMW, και κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει το νόημα αυτής της κίνησης, με τα μαστόδοντα που είχαμε τότε και πουλάγαμε, με τους δεινόσαυρους. Είχε περάσει ένας μεγάλος έμπορος των Αθηνών, και μου λέει: “Βρε αγόρι μου, τι κάνεις;”. Του λέω, “την προσπάθειά μου”. Κατάλαβα πως τα πράγματα αλλάζουν για την BMW το 1993 όταν βγήκε το Funduro. H ΒMW δεν είχε κανένα λόγο να βγάλει ένα τέτοιο μοντέλο αν δεν είχε πάρει την στρατηγική απόφαση να επαναφέρει την BMW Motorrad, να την κάνει ανταγωνιστική και με πάρα πολλά νέα μοντέλα. Αυτό έχει γίνει, κι έτσι έχουμε φτάσει μέχρι εδώ, αφού επιβιώσαμε τα δύσκολα χρόνια της κρίσης.”

Στην Ελλάδα μπορούμε
“Τότε, το σκεπτικό ήταν ή πάμε σπίτι μας, όχι να υπάρχουμε απλά για να πορευόμαστε, ή τι πρέπει να κάνουμε για να ακολουθήσουμε τις εξελίξεις και την ανάπτυξη του εργοστασίου. Το γεγονός είναι πως αυτά τα χρόνια της κρίσης με ωρίμασαν και σαν άνθρωπο και σαν επιχειρηματία. Κατάλαβα ακριβώς τι σημαίνει και πως πρέπει να κινηθώ. Αποφάσισα αυτό το νέο ξεκίνημα έχοντας φοβερό ενθουσιασμό που προσπάθησα να τον μεταδώσω γύρω μου. Το οικονομικό ύψος του εγχειρήματος ήταν τεράστιο σε σχέση με το τι υπήρχε γύρω μας, κι αυτή η απόφαση πάρθηκε το ’14 (άσχετα αν υλοποιήθηκε το ’16), και το ’13-’14 ήταν οι πιο δύσκολες χρονιές στην Ελλάδα. Μικρός, μου είχε κάνει εντύπωση η ιστορία του Καίσαρα Βοργία, που είχε πει το “ή όλα ή τίποτα”, εγώ πήγα με την λογική του όλα. Ήμασταν ήδη 25 χρόνια στη μοτοσυκλέτα, στην BMW. Συνειδητοποίησα πως η κρίση δεν υπήρχε για κάποια στρώματα, κι απευθυνθήκαμε σ’ αυτά. Μέσα στα χρόνια της κρίσης η Rolex στην Ελλάδα έχει αύξηση 250% των πωλήσεών της. Όταν είχα ξεκινήσει, τον πρώτο χρόνο στο χώρο της μοτοσυκλέτας, ήθελα να τα παρατήσω, γιατί είδα πως οι εταιρίες μοτοσυκλέτας και τα στελέχη τους δεν ήταν σε επίπεδο αντίστοιχο με άλλων προϊόντων. Υπήρχε η αντίληψη πως οι αναβάτες μοτοσυκλέτας είναι παιδιά ενός κατώτερου θεού, και πως οι έμποροι είναι οι πιο πολλοί αλήτες. Στην μοτοσυκλέτα όμως έμπαινε και νέος κόσμος.
Θεώρησα πως η κρίση είναι η ευκαιρία, και είναι νόμος παγκόσμιος αυτός στο επιχειρείν. Με σωστή στρατηγική, με όραμα, φιλοδοξίες, νούμερα, υποστηρικτές και συμμάχους, αρκεί να πάρεις την απόφαση, είναι η κατάλληλη στιγμή για να πας μπροστά. Έτσι προέκυψε η μεταστέγαση και η κατασκευή του καινούργιου μαγαζιού. Θεωρώ πως ο πελάτης της μοτοσυκλέτας πρέπει να απολαμβάνει υψηλές υπηρεσίες, που μέχρι τότε στην Ελλάδα δεν υπήρχε. Μπορεί στην Ελλάδα να είμαστε πάρα πολύ μπροστά στα μαγαζιά της εστίασης, στα ξενοδοχεία, σε κάποια καταστήματα αυτοκινήτου, αλλά ήμασταν πάρα πολύ πίσω στα μαγαζιά μοτοσυκλέτας. Αν εξαιρέσουμε την BMW που έχει συγκεκριμένα πρότυπα, ακόμα και στην BMW δεν υπήρχε ένα superstore. Εγώ λοιπόν κατασκεύασα ένα superstore. Αυτό. Έκανε μπαμ κατ’ ευθείαν, ο κόσμος το εκτίμησε, πολλοί συνάδελφοι και φίλοι επιχειρηματίες πήραν κουράγιο από εμένα, αναπτύχθηκαν κι αυτοί στη δουλειά τους. Πάει συνειρμικά, πάει ντόμινο, σου λέει, για να το τολμήσει ο Τάσος κάτι θα ξέρει, ας το κάνω κι εγώ. Πολλοί φίλοι μου έχουν κάνει ανάπτυξη στην δουλειά τους, κι αυτό συμπαρέσυρε και επιχειρήσεις του κόσμου της μοτοσυκλέτας, και στο δίκτυο της BMW, γιατί είδαμε πως εκτός από την κίνηση την δική μας έχουμε επίσης δύο πολύ καλά καταστήματα της BMW Σφακιανάκης. Γενικώς έχει δοθεί ένα push! Και γενικά μπορούμε στην Ελλάδα, γιατί να μην προσπαθήσουμε; Το χρώμα του χρήματος δεν είναι διαφορετικό. Ο πελάτης που μπορεί να φοράει ένα καλό κουστούμι και να πάει να αγοράσει ένα αυτοκίνητο, μετά πάει σπίτι του, φοράει το τζιν του κι έρχεται να αγοράσει μια μοτοσυκλέτα. Ή μπορεί να έρθει και με το κουστούμι, δεν είναι άλλος πελάτης, ο ίδιος είναι. Γιατί να μην απολαμβάνει υψηλές υπηρεσίες, ωραίο περιβάλλον, να αισθάνεται καλά, να αισθάνεται ασφάλεια; Κουράστηκα με την μιζέρια, ήθελα να κάνω κάτι που δεν θα είναι μίζερο.”

 

 

Εξαγωγές ιδεών και ανθρώπων
“Την διαφορά όμως δεν την κάνει μόνο ο χώρος, είναι και οι άνθρωποι. Για μας οι τυπικές δραστηριότητες, πώληση, after sales, service, αξεσουάρ, είναι μόνο η βάση εκκίνησης. Τα θεμέλια. Τι πρέπει να κάνουμε σαν μια σωστή, οργανωμένη επιχείρηση που αντιπροσωπεύει ένα τεράστιο εργοστάσιο; Πρέπει να είμαστε 100% σωστοί με τις συμβατικές μας υποχρεώσεις, αυτός είναι ο θεμέλιος λίθος του πως λειτουργεί η Βαγιανέλης, η οποία κάνει το ανάποδο από αυτό που κάνει το Ελληνικό κράτος. Δηλαδή ενώ το Ελληνικό κράτος συμφωνεί δέκα πράγματα και κάνει τα δύο, εμείς συμφωνούμε δέκα πράγματα με τους συνεργάτες μας και κάνουμε όχι μόνο δέκα, αλλά και δέκα επιπλέον. Με τα άλλα δέκα επιπλέον έχει αφήσει χαζούς, με την καλή έννοια, τους συνεργάτες μας και την ίδια την BMW, γιατί όλα αυτά που κάνουμε είναι πρωτοποριακά, έχουν κοινωνικό χαρακτήρα, παιδαγωγικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα, έχουν Ελληνικό χαρακτήρα. Για παράδειγμα, είμαστε οι μόνοι που προάγουμε την ασφάλεια χτίζοντας αναβάτες, με δωρεάν ιδιαίτερα μαθήματα από τον Νίκο Σπανό, με κάθε αγορά μοτοσυκλέτας. Και με αυτό, και παράλληλα με τα υπόλοιπα που κάνουμε δημιουργούμε πρεσβευτές της Βαγιανέλης και της γενικότερης φιλοσοφίας της.
Πιστεύω ότι οι Έλληνες επιχειρηματίες μπορούν και οι Ελληνικές επιχειρήσεις δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τις ξένες, και στο λέω εγώ, γιατί ξέρω δεκάδες επιχειρήσεις συναδέλφων μου στο εξωτερικό και αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα η BMW Motorrad έχει το καλύτερο δίκτυο στην Ευρώπη αν όχι στον κόσμο, γιατί είναι και το καλύτερο, το πιο εκπαιδευμένο, και ο λόγος είναι ότι υπάρχει μέσα σε μια δεκαετία εμπόλεμης κατάστασης. Οι άλλοι, στο εξωτερικό, πουλάνε μοτοσυκλέτες σε αγορές που δεν έχουν οικονομικά προβλήματα, σε κράτη που είναι εύρωστα. Τα περισσότερα πράγματα που ισχύουν στο εξωτερικό είναι γέννημα θρέμμα της Ελληνικής αγοράς μοτοσυκλετών BMW. Το 3Easy Ride είναι ελληνική ιδέα, κι έχει γίνει παγκόσμια μέθοδος χρηματοδότησης. Θεωρώ ότι ένας από τους πνευματικούς του μπαμπάδες είμαι κι εγώ, είμαι ταπεινός άνθρωπος αλλά σε ορισμένα θέματα είμαι κι εγωιστής. Ήταν πρόταση και ιδέα εν μέρει δική μου, φυσικά την υλοποίησε η τότε διεύθυνση της BMW. Η επέκταση εγγύησης, η ιστορία του Plus, ότι αγοράζεις μοτοσυκλέτα με ενσωματωμένη την ασφάλεια, που κάνει την μοτοσυκλέτα σου να έχει μια συγκεκριμένη αξία.

Δηλαδή αγοράζεις μια μοτοσυκλέτα, με χρηματοδότηση για 33 μήνες, στην κλέβουν τον 30ό μήνα, είσαι χιλιομετροφάγος, έχεις κάνει 200.000 χιλιόμετρα, είχες δώσει 25 χιλιάρικα για να την αγοράσεις, και δεν παίρνεις δέκα που είναι η εμπορική της αξία, αλλά παίρνεις 25 και την αντικαθιστάς. Ή όπως η παγκόσμια πρώτη, καθώς είμαστε η μόνη εταιρία στην Ελλάδα που δίνει μικτή ασφάλεια. Φταις δεν φταις πληρώνεσαι. Αυτό δεν ισχύει πουθενά στον κόσμο σε άλλη εταιρία μοτοσυκλέτας. Αγοράζεις ένα Ducati, και το έχεις με χρηματοδότηση. Πας μια βόλτα με τους φίλους σου, εσύ έχεις ένα Ducati, o άλλος έχει ένα BMW GS, o άλλος ένα ΚΤΜ. Πέφτετε σε λάδια και οι τρεις, και χρωστάτε και οι τρεις τις μοτοσυκλέτες σας. Αυτός με το BMW που έχει μικτή ασφάλεια θα πληρώσει την απαλλαγή του, ένα χιλιάρικο, και η ασφαλιστική θα του φτιάξει την μοτοσυκλέτα του. Ας πούμε πως όλες οι μοτοσυκλέτες έπαθαν από 10.000 ευρώ ζημιά, ο αναβάτης του BMW θα πληρώσει ένα χιλιάρικο, οι άλλοι θα πληρώσουν από 10.000 και θα συνεχίσουν να χρωστάνε και τις δόσεις τους.
Επίσης, τα περισσότερα στελέχη που έχουν εργαστεί στην BMW Motorrad Hellas, από το 2003 που ιδρύθηκε μέχρι σήμερα, έχουν απορροφηθεί στο εξωτερικό. Κι αυτό γιατί δεν είναι μόνο θεωρητικά εκπαιδευμένα στελέχη, αλλά στην πράξη στην Ελλάδα της κρίσης, οπότε έχουν μεγαλύτερη πείρα από τον αντίστοιχο στο Βέλγιο ας πούμε. Πολλά ονόματα, ακόμα κι από την τράπεζα της BMW, το 50% είναι πια έξω και δουλεύουν τα τραπεζικά προϊόντα. Μας παίρνουν του καλύτερους έξω για να εκπαιδεύσουν τους άλλους, εκπαιδεύουν οι Έλληνες όλους τους υπόλοιπους συναδέλφους τους στο εξωτερικό. Την διαφορά στην Ελλάδα την έκανε η κρίση. Αν είχες δύο μποξέρ, που ο ένας έχει να αγωνιστεί δύο χρόνια, κι ο άλλος έχει πρόσφατους αγώνες, ποιος θα κερδίσει; Αυτός που έχει πίσω του αγώνες. Τα στελέχη της BMW από την Ελλάδα, παρέα με το δίκτυο, γιατί στην BMW ισχύει και κάτι άλλο, η επικοινωνία είναι καθημερινή, τα στελέχη έχουν υψηλό επίπεδο, δεν ισχύει αυτό που ισχύει σε άλλες εταιρίες, που όλοι έχουμε ακουστά διάφορα πράγματα που έχουν συμβεί. Εδώ τα πράγματα είναι διαφορετικά, υπάρχει απίστευτη επικοινωνία, είμαστε όλοι μια γροθιά για να αντιμετωπίσουμε τις ανάγκες της αγοράς, για να πάει η BMW μπροστά σαν εταιρία και οι εταιρίες οι δικές μας και του δικτύου. Εκπαιδεύει ο ένας τον άλλο, υπάρχει έντονο brainstorming, τεράστια επικοινωνία, πολλές προτάσεις, χιλιάδες ιδέες και διαλέγουμε την καλύτερη.”

 

Να μην χωρίσεις ποτέ από το όραμά σου
“Το εύκολο είναι να ξεκινήσεις να κάνεις κάτι καινοτομικό. Το δύσκολο είναι να το συνεχίσεις, να το διατηρήσεις. Γιατί όσο πιο ψηλά ανεβάζεις τον πήχη, τόσο έχεις την ευθύνη να τον διατηρήσεις και ψηλά. Δεν μπορείς να είσαι φωτοβολίδα. Το να κάνεις μια φωτοβολίδα, θα αξιολογηθεί αρνητικά από την αγορά, τους πελάτες, τους φίλους, τα παιδιά σου. Στην Βαγιανέλης έχουμε στρατηγική εικοσαετίας, καλά να είμαστε! Η καινοτομία μπορεί να εμπλουτίζεται, για να μην θεωρείται μετά κατεστημένη, δεδομένη. Μπορείς να ρωτήσεις όλα τα ζευγάρια που είναι παντρεμένα. Είναι όπως ο έρωτας. Ο έρωτας τι είναι, ένα μικρό γλαστράκι, στην αρχή το ποτίζεις και το πνίγεις και ανθοφορεί συνέχεια. Μετά αλλάζουν τα πράγματα. Αν θες να το διατηρήσεις, πρέπει να συνεχίσεις να το ποτίζεις. Αυτό μετουσιώνεται μετά σε κάκτο, ο κάκτος βγάζει λουλούδια, αλλά πιο σπάνια. Συνεχίζει στην διάρκεια του χρόνου. Αυτό που έχεις να κάνεις είναι να βρεις και δεύτερο γλαστράκι, και τρίτο, να εμπλουτίσεις τον έρωτά σου και να μην χωρίσεις ποτέ από το όραμά σου και τις καινοτομίες. Αυτό σημαίνει πως πάντα υπάρχει περιθώριο να εξελίσσεται και κάτι καινοτόμο, και να ανακαλύπτεις και κάτι καινούργιο για να το συμπληρώσεις. Αυτός είναι ο στόχος. Οι καινοτόμες ιδέες είναι άπειρες. Πρέπει απλά να έχεις το θάρρος και το θράσος να βγαίνεις προς τα έξω και να τις υλοποιείς. Στην δική μας περίπτωση, γιατί όλα αυτά υπήρχαν στο μυαλό μου πάρα πολύ καιρό, δεν θα μπορούσαν να υλοποιηθούν, αν δεν υπήρχε πρώτα μια βάση. Η βάση αυτή είναι το ίδιο το κατάστημα. Είναι ένα κόσμημα, ένα από τα τρία καλύτερα στον κόσμο. Σ’ αυτό το κατάστημα δεν έχει μπει αρχιτέκτονας. Ό,τι βλέπεις είναι Τάσος Βαγιανέλης, όλα σχεδιασμένα από μένα, είναι εγώ, ο αδελφός μου και οι συνεργάτες μου αυτό το κατάστημα. Αυτή είναι η βάση για να κερδίσουμε το επόμενο στοίχημα, να είμαστε αντάξιοι του καταστήματος σε ιδέες και κινήσεις. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε. Μπορείς να πάρεις τον καλύτερο αρχιτέκτονα και να ρίξεις πολλά λεφτά, αλλά το θέμα είναι πως του δίνεις ψυχή.


Η πιο δύσκολη επιχειρηματική απόφαση είναι να αποφασίσεις να εκτεθείς. Εγώ αποφάσισα να εκτεθώ προς τα έξω. Αποφάσισα να δείξω ποιος είμαι, να δείξω και την φάτσα μου. Αυτό είναι πάρα πολύ επικίνδυνο. Είτε διαδικτυακά, για παράδειγμα μέσω του Facebbok, όπου έχω πάρει ειδική άδεια γι’ αυτό από την BMW Motorrad για να έχω την προσωπική μου σελίδα όπου αναφέρομαι και σε επαγγελματικά θέματα, πέρα από την σελίδα της εταιρίας που οφείλουμε να έχουμε με τους συνεταίρους μου τον Γιάννη Βαγιανέλη και τον Νίκο Λυκέτσο. Στην προσωπική μου μπορώ να λέω την άποψή μου, να εκθέτω τον εαυτό μου, τις ιδέες μου, τα προϊόντα κι ο,τιδήποτε άλλο έχει να κάνει με τον άνθρωπο. Αυτή η εταιρία είναι ανθρωποκεντρική. Έχει κοινωνικό χαρακτήρα. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί να μην έχω το δικαίωμα να σχολιάσω ένα πρόβλημα προϊοντικό, που όλοι κρύβονται και δεν σχολιάζουν. Στο πρόσφατο θέμα που προέκυψε παγκοσμίως και έγινε βούκινο στην Ελλάδα με τα μπροστινά, τα Telelever, ήμουν ο μόνος έμπορος μοτοσυκλετών BMW στον κόσμο που βγήκα και μίλησα. Και έγραψα στην προσωπική μου σελίδα στο Facebook πως είμαι δυσαρεστημένος με το εργοστάσιο. Και το εργοστάσιο το αντιμετώπισε αυτό θετικότατα, γιατί αυτό που βγήκα και είπα το εκτίμησε το κοινό, το εκτίμησαν οι πελάτες μου, έδειξα ότι έχω balls, αν θες να το πω και έτσι, γιατί ήταν πολύ επικίνδυνο αυτό. Το αιτιολόγησα, λέγοντας ότι ένα τόσο μεγάλο εργοστάσιο θα έπρεπε να είναι ψυλλιασμένο ότι μπορεί ο ανταγωνισμός να το περιμένει στην γωνία για ένα τέτοιο θέμα. Ένα εργοστάσιο που έχει σαν στόχο να ξεπεράσει ως το 2020 τις 200.000 πωλήσεις παγκοσμίως, ένα τεράστιο νούμερο για μοτοσυκλέτες πάνω από 500 κυβικά, θα έπρεπε να βγει πριν το πρόβλημα, να το λύσει και να μην το αφήσει να εξελιχθεί. Που δεν άνοιξε και ρουθούνι επί της ουσίας, γιατί το προϊόν είναι πάρα πολύ δυνατό. Δεν μου άρεσε ο χειρισμός, που δημιούργησε για έναν δύο μήνες μια βαβούρα η οποία δεν υπήρχε λόγος να δημιουργηθεί. Έχει ήδη ξεχαστεί, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, πουλάμε και πιο πολύ απ’ ότι πουλάγαμε. Κι από τον ανταγωνισμό, όσοι βγήκαν και μίλησαν δεν το έκαναν δημοσίως, και νομίζω πως κινήθηκαν και μικρόψυχα. Κι εκεί το κοινό κατάλαβε ότι τελικά ο τόσο μεγάλος ντόρος ήταν αδικαιολόγητος, κι αυτό όχι μόνο δεν γύρισε μπούμερανγκ για την BMW, αλλά γύρισε και θετικά! Πάντα όταν υπάρχει ένα πρόβλημα, πρέπει να βλέπουμε το καλό πίσω από αυτό. Να μην τρομάζουμε σε πρώτη φάση, να βλέπουμε πως μπορεί να είναι καλό αυτό που συμβαίνει.”

Είμαστε όλοι μια γροθιά για να αντιμετωπίσουμε τις ανάγκες της αγοράς

Πάντα ψηλά, με νέες ιδέες
“Η ανάβαση στο Everest ήταν μια προσπάθεια που τιμά την Ελλάδα και όλους τους Έλληνες, άσχετα αν στην Ελλάδα ασχολούμαστε πιο πολύ με το ποδόσφαιρο παρά με κάποιον που ανέβηκε στο Everest. Είναι πολύ συγκινητική αυτή η τεράστια προσπάθεια κι ένα παράδειγμα προς μίμηση για την νεολαία. Είναι ανάλογη με την προσπάθεια που πρέπει να κάνεις στην ζωή, να αξιοποιήσεις τα ταλέντα που σου έδωσε ο Θεός. Ο σωστός δρόμος είναι ο δύσκολος δρόμος, όπως έλεγε ο Καζαντζάκης. Σε εμάς δόθηκε η ευκαιρία της χορηγίας της ανάβασης στο Kangchenjunga, συμπαρέσυρα με τον ενθουσιασμό μου και πολλούς φίλους επιχειρηματίες που μπήκαν κι αυτοί υποστηρικτές, γιατί το πιστεύω. Θα μου πεις, στηρίζεις μια ορειβατική αποστολή και δεν κάνεις μια κίνηση εμπορική για το μαγαζί σου; Εμπορική είναι κι αυτή η κίνηση, γιατί έχει να κάνει με την ιδέα και την προσωπικότητα αυτής της επιχείρησης. Οι μοτοσυκλετιστές που μπαίνουν εδώ μέσα είναι ορειβάτες, αθλητές, σέρφερ, έχουν οποιοδήποτε χόμπυ υπάρχει στον πλανήτη. Δεν σημαίνει πως αν έχεις χόμπυ την μοτοσυκλέτα δεν έχεις κι άλλα ενδιαφέροντα. Αγαπούν τα ζώα, εμείς έχουμε κι έναν σκύλο που είναι BMW Motorrad, τον Κόκο, τον γνωρίζουν όλοι, δουλεύει ο Kόκο, αλλά σήμερα λείπει, έχει ρεπό!


Χορηγούμε και τα βραβεία πορνό. Ο Σειρηνάκης κατά τη γνώμη μου είναι χαρισματικός επιχειρηματίας, δεν διαφέρουμε πολύ κι από τις ΗΠΑ όσον αφορά τον πουριτανισμό. Τον κρύβουμε μέσα μας, ακόμα και πιο αυστηροί λαοί όπως οι Γερμανοί είναι πρώτοι στο να βλέπουν τσόντες. Η ιστορία με τον Σειρηνάκη έχει να κάνει με την Ελλάδα γενικότερα, γιατί όταν ένας Έλληνας επιχειρηματίας καταφέρνει να φέρει ένα παγκόσμιο event στην Ελλάδα, και τώρα δεν κάθομαι να το κρίνω από άποψη ηθικής, δεν είμαι εγώ παπάς για να πω αν είναι σωστό ή όχι, βλέπω όμως ένα παγκόσμιο event να γίνεται στην Ελλάδα, που δεν το είχε φιλοξενήσει ποτέ. Τα χρήματα πήγαιναν στις Κάννες, και είχαν τουριστική προβολή, και στο Los Angeles. H τουριστική βιομηχανία πορνό είναι τεράστια, κι αυτό το πράγμα πρέπει να το υποστηρίξουμε όλοι. Αν έχει να κάνει με τσόντα ή με προφυλακτικά μου είναι αδιάφορο, όλα επαγγέλματα είναι. Να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, ας είμαστε πιο ακομπλεξάριστοι, μια χαρά κάνει ο Σειρηνάκης, όλος ο κόσμος, όλος ο πλανήτης θα μιλάει για μια βδομάδα για την Ελλάδα. Αυτό θα φέρει κόσμο στην Ελλάδα, όλα τα media θα μιλάνε για την Ελλάδα. Μπράβο του Σειρηνάκη, κι εγώ τον στηρίζω.
Το επόμενό μας project είναι καθαρά επιχειρηματικό, η Βαγιανέλης Μoto Rental. Είναι μια καινούργια εταιρία μας, η οποία έχει καταθέσει και τον φάκελό της στο ΕΣΠΑ για να επιχορηγηθεί ως καινούργια τουριστική επιχείρηση. Θα είναι μια εταιρία που θα νοικιάζει μόνο BMW, η μοναδική στην Ελλάδα. Θα συστεγαστεί εδώ, με το ίδιο σκεπτικό, και θα απευθύνεται και στην εγχώρια αγορά και στην παγκόσμια. Σκοπός είναι μετά από 12 μήνες, τηρώντας τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που θέτει το εργοστάσιο, να γίνει και Official Partner της BMW, κάτι που και θα πετύχουμε. Θα δώσει την δυνατότητα στους Έλληνες να έχουν μια μοτοσυκλέτα BMW για όσο διάστημα θέλουν, είτε γιατί δεν μπορούν να την αγοράσουν είτε γιατί δεν θέλουν να την αγοράσουν, αλλά θα ήθελαν να πάνε ένα ταξίδι ή να κάνουν τις διακοπές τους με μια BMW. Θα αλλάξει την πρόθεση αγοράς και θα κάνει πιο σωστά την δουλειά της η Βαγιανέλης. Άλλο είναι να πάρεις την μοτοσυκλέτα για ένα test ride μισής ώρας, κι άλλο να σου δώσει η Βαγιανέλης την δυνατότητα να πάρεις την μοτοσυκλέτα για όσο θες, για να σιγουρευτείς αν θέλεις να δώσεις 25 χιλιάρικα για να πάρεις ένα BMW, ή ένα Ducati. Και θα σε βοηθήσει, και βοηθάει και την Ducati έτσι, γιατί εμένα μ’ ενδιαφέρει αυτός που θα μπει εδώ μέσα όχι να αγοράσει οπωσδήποτε BMW, αλλά να αγοράσει BMW εκτιμώντας τις ιδιαιτερότητες του προϊόντος, των υπηρεσιών της Βαγιανέλης και της BMW. Αλλά αν η ψυχή του του λέει να αγοράσει Ducati, να το κάνει. Αυτός θα είναι ένας ευχαριστημένος αναβάτης, και μπορεί να τον κερδίσω αργότερα, όταν θα έχουμε ένα προϊόν που θα του κάνει το κλικ. Μπορεί να τρακάρεις με την μοτοσυκλέτα σου, χτύπα ξύλο, και να μην θέλεις να νοικιάσεις ένα scooter, αλλά μια μοτοσυκλέτα σαν αυτή που είχες. Θα οργανώνονται και ταξίδια στην Ελλάδα, θα έχει τους καλύτερους συνεργάτες, και δεν θα είναι μια απλή εταιρία ενοικιάσεως μοτοσυκλετών, θα είναι μια εταιρία που θα μπορεί να σε βάλει σε νέα μονοπάτια, μέσα στην Ελλάδα. Έχω ταξιδέψει σε πάρα πολλά σημεία του πλανήτη, και θέλω να πω ότι η Ελλάδα είναι ο καλύτερος τουριστικός προορισμός, ανεξάρτητα αν δεν το εκμεταλλευόμαστε σωστά, και μιλάω για το κράτος. Έχουμε τις καλύτερες κλιματολογικές συνθήκες, έχουμε και την μεγαλύτερη ιστορία στον πλανήτη, και σε συνεργασία με όλους τους dealer παγκοσμίως, πιο εύκολα πιο ξεκούραστα και πιο επαγγελματικά, θέλουμε να δώσουμε την δυνατότητα σε ανθρώπους από όλο τον πλανήτη να επισκεφθούν την Ελλάδα. Τον Ιούνιο θέλουμε να είμαστε έτοιμοι, πιστεύουμε ίσως και 1η Ιουνίου, και εύχομαι το Ελληνικό κράτος να αξιολογήσει αυτή την προσπάθεια και να μας δώσει το ΕΣΠΑ.


Υπάρχουν κι άλλα πράγματα μέσα στο ’18. Την κατάλληλη στιγμή και αφού πάρουμε τις ειδικές άδειες ξεπερνώντας το θηρίο που ονομάζεται γραφειοκρατία στην Ελλάδα, μαζεύουμε χρήματα για να κάνουμε την πρώτη δενδροφύτευση της οικογένειας των πελατών της BMW Motorrad Βαγιανέλης. Θα επιλέξουμε την περιοχή, έχουμε ήδη κάνει αίτηση σε ορισμένους δήμους, και θέλουμε να ανέβουμε όλοι στο βουνό, παρέα με τις οικογένειές μας, να φυτέψουμε δέντρα. Οι άνθρωποι που θα συμμετέχουν σ’ αυτή την προσπάθεια, οι ίδιοι θα τα φροντίζουμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Εμείς οι ίδιοι, να μην περιμένουμε από το κράτος. Μας ενδιαφέρει εμείς που είμαστε οι μονάδες που απαρτίζουμε αυτό το κράτος, να παίξουμε τον ρόλο μας. Πιστεύω στην ατομική πρόοδο. Αν ο καθένας από μας καταβάλλει το μέγιστο των προσπαθειών του σ’ αυτή τη ζωή, το σύνολο όλων αυτών των προσπαθειών φέρνει το μέγιστο και καθοριστικό αποτέλεσμα σ’ ένα κράτος. Οι πολίτες είμαστε το κράτος, οι πολίτες ψηφίζουμε, οι πολιτικοί είναι καθρέφτης του λαού, ο λαός πρέπει πρώτα να αλλάξει για να αλλάξουν και οι πολιτικοί.”

“Σε ευχαριστώ πάρα πολύ που ψώνισα από σένα!”
“Θα ήθελα όλοι οι πελάτες μου που μπαίνουν μέσα, οι τωρινοί, οι αυριανοί, οι υποψήφιοι, να μπαίνουν στην BMW Βαγιανέλης συνειδητοποιημένοι πως έρχονται να αγοράσουν μια μοτοσυκλέτα και υπηρεσίες, από μια πρωτοποριακή, ολοκληρωμένη επιχείρηση, κι όχι με την λογική “πόσα μου κόβεις μπάρμπα”. Θέλω οι πελάτες μου να γουστάρουν που μπαίνουν εδώ μέσα και να απολαμβάνουν ουσιαστικά τις υπηρεσίες. Δεν θέλω να ξανακούσω “φίλε εγώ ξέρω να οδηγάω, δεν έχω ανάγκη το μάθημα, κάνε μου δώρο ένα ζευγάρι γάντια”. Έχω κουραστεί, κι επειδή έχω κουραστεί, ξεκουράζομαι κάθε μέρα για να μην κουράζομαι, κάνω πράγματα για να μην κουράζομαι! Στην Ελλάδα είμαστε οι καλύτεροι οδηγοί, οι καλύτεροι εραστές, οι καλύτεροι opinion leaders, οι καλύτεροι προπονητές… Πρέπει να γίνουμε σεμνοί και να πάρουμε την απόφαση να δουλεύουμε. Ουσιαστικά και με όραμα και να μην είμαστε της αρπαχτής. Αυτά θα ήθελα να σου πω και μετά από δέκα χρόνια. Και θέλω να συμπαρασύρω μαζί μου τα παιδιά μου, τους φίλους μου και τα παιδιά τους, τους πελάτες μου και τα παιδιά τους.

Φλερτάρω και με την ιδέα του να κάνω ένα club. Μου το ζητάνεσυνεχώς φίλοι και πελάτες, το ξέρω ότι μπορεί να είναι οξύμωρο ένα εμπορικό μαγαζί να κάνει και club. Tο όνομα το έχω βρει, είναι το VFC, το Vagianelis Friends Club. Αν συσταθεί κάτι τέτοιο, θα έχει εντελώς διαφορετικό σκεπτικό από αυτό που έχει συνήθως ένα club. Το σκεπτικό μου είναι να αποδεχθεί κάποιος την γενικότερη φιλοσοφία μου, και ποια είναι αυτή; Θα ήσουν μέλος ενός club που η λογική του να είναι ότι όλα τα επαγγέλματα των μελών του club θα λειτουργούσαν στην λογική της ανταποδοτικότητας, όταν ένα από τα μέλη αυτού του club θα είχε κάποιο πρόβλημα; Πως θα σου φαινόταν αν είχες ένα ιατρικό πρόβλημα, κι αν μέλη του club ήταν δέκα γιατροί, να πέσουν πάνω στο πρόβλημά σου για το λύσουν; Πως θα σου φαινόταν αν υπήρχε ένα θέμα με την μοτοσυκλέτα σου σε μια άσχημη οικονομικά περίοδο της ζωής σου, είχες μια ΒΜW και στην έκλεβαν ή χτύπαγες χωρίς να έχεις μικτή ασφάλεια, και να σε βοηθήσει το club; Πως θα έβλεπες το γεγονός να ήσουν μέλος του club και το παιδί σου να έχει πάρει αριστείο από το Υπουργείο Παιδείας και να μην έχει τα χρήματα να σπουδάσει στο εξωτερικό, και το club να σου έδινε λύση; Πως θα έβλεπες την ιδέα ότι εσύ κάνεις ένα άνοιγμα στην δουλειά σου, το οποίο το πιστεύει το club και θα σε βοηθούσε στην επιχειρηματική σου κίνηση – όλα αυτά βέβαια θα πέρναγαν από ένα συμβούλιο όπου θα παίρνονταν οι τελικές αποφάσεις.

Πιστεύω στην προσπάθεια, κι όχι μόνο στο αποτέλεσμα

Έχω την ιδέα για ένα τέτοιο club, τολμώ να το πω για να μην μου κλέψει κανείς άλλος την ιδέα. Το λέω για να μην τρομάξουν όλοι οι υπόλοιποι ότι ο Βαγιανέλης πάει να βγάλει κανένα φράγκο από αυτό. Είναι η ίδια φιλοσοφία που έφτιαξα μπαράκι μέσα στο μαγαζί μου, αλλά δεν χρεώνω τους καφέδες όπως κάνουν στην Ν. Αφρική, γιατί έχουν άλλο μενταλιτέ, στο Dunford της Ν. Αφρικής όπου υπάρχει ένα αδελφάκι κατάστημα σαν κι αυτό της Βαγιανέλης, κι έρχεσαι να κάνεις service, πίνεις πορτοκαλάδα, καφέ, νερό, τρως ένα σάντουϊτς, αλλά τα πληρώνεις – εγώ τα κάνω δωρεάν για τους πελάτες, για να μην μπορεί να πει κανείς πως ο Βαγιανέλης πάει να βγάλει από την εστίαση, από τον καφέ.
Η κοινότητα των πελατών έχει ήδη δημιουργηθεί – νομίζω πως το είδες και στα μάτια των δύο πελατών, που την ώρα που ήρθες για να μου πάρεις την συνέντευξη, παραλάμβαναν τις μοτοσυκλέτες τους, και άκουσες την συζήτηση και τις ευχαριστίες τους. Είναι σπάνιο και πολύ ωραίο την ώρα που παραλαμβάνει κάποιος μια μοτοσυκλέτα να γυρνάει και να σου λέει “σε ευχαριστώ πάρα πολύ που ψώνισα από σένα”. Είναι πολύ τιμητικό να αισθάνεται έτσι, αυτό σημαίνει ότι εγώ πέτυχα. Αυτός είναι πια ambassador, όχι της Βαγιανέλης μόνο εμπορικά, είναι ambassador και της τρέλας μου. Πάμε να ταράξουμε τα νερά με αφορμή την μοτοσυκλέτα και το εμπόριο της μοτοσυκλέτας. Πάμε να ταράξουμε τα νερά, να ξεκουνηθούμε λιγάκι από την μιζέρια στην Ελλάδα. Ε, όσο μπορώ εγώ σαν επιχείρηση το κάνω. Και το club θα είναι μια αιρετική κίνηση, με εντελώς ανθρώπινο και κοινωνικό χαρακτήρα. Έχουμε πάνω μας πολύ έντονα τον ραγιαδισμό, είμαστε υποτίθεται ένα νέο κράτος, κι ο ραγιαδισμός είναι μέσα στο αίμα μας, το κάνε μου το θέλημα ρε βουλευτή, χώσε με σε μια θέση… Τι κάνουν οι Έλληνες στην δύσκολη; Παίρνουν το γνωστό, όλοι έχουν κάποιο γνωστό, γιατρό, μπάτσο, έτσι ή αλλιώς, για να τους ανοίξει τις πόρτες. Εγώ τώρα τι πάω να κάνω;

Πάω να κάνω αυτή την νοοτροπία, που είναι καταστροφή γι’ αυτό το κράτος, γι’ αυτό έχουμε φτάσει ως εδώ, γι’ αυτό και χρεωκοπήσαμε, αυτή την νοοτροπία που ακυρώνει την ατομική προσπάθεια πάω να την κάνω μοντέρνα. Δηλαδή, έχουμε ένα community, δεν έχουμε ανάγκη κανέναν. Ο καθένας σ’ αυτό το community θα βοηθά τον άλλο, με αφορμή το χόμπυ που λέγεται μοτοσυκλέτα. Θα βγουν και θα πουν ορισμένοι, από αυτό μπορεί να κερδίσει και λεφτά, μαγκιά μου και καμάρι μου αν κερδίσω, ως επιβράβευση. Τα μέλη του club θα λένε δεν θέλω να φιλήσω κατουρημένες ποδιές, έχω φίλους, σύντροχους, ιδιώτες, που πιστεύουμε στο ίδιο πράγμα, κι όλοι είμαστε μια οικογένεια στο πρόβλημα, κι ανταλλάσσουμε υπηρεσίες και προσφέρουμε ο ένας στον άλλο ένα χέρι βοήθειας, με αφορμή την γνωριμία μας μέσω της μοτοσυκλέτας BMW και του Τάσου του Βαγιανέλη. Αυτό. Πιστεύω στην προσπάθεια, κι όχι μόνο στο αποτέλεσμα. Για να υπάρχει ο πρώτος πρέπει να υπάρχει κι ο τελευταίος, για να γίνει ένας αγώνας. Είμαι λάτρης της ιστορίας, αν δεν ξέρεις την ιστορία δεν έχεις ταυτότητα.
Θυμάσαι την ταινία με τον Μαυρογιαλούρο; Τι έκανε στο τέλος; Όταν κατάλαβε την βρωμιά που παίζεται, αποσύρθηκε από την πολιτική. Έφυγε από την βρωμιά. Εγώ δεν θέλω να αποσυρθώ, θέλω να προσπαθήσω να σβήσω την βρωμιά, να κινούμαι εκτός της βρωμιάς. Αν δούμε το πρόβλημα και γυρίσουμε την πλάτη, γιατί οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια αυτό κάνουν, δεν σου έκανε εντύπωση που οι Έλληνες δεν έχουν βγει στους δρόμους; Πέντε εκατομμύρια κόσμος να βγει στους δρόμους, και να μην φύγει. Γι’ αυτό είμαστε ραγιάδες. Μου λένε οι γιοι μου, τετρακόσια χρόνια ήμασταν σκλαβωμένοι και κάναμε επανάσταση. Τους λέω, δεν ήμασταν σκαλαβωμένοι, βολεμένοι ήμασταν επί 400 χρόνια και κάναμε business με τους Τούρκους. Πρέπει να ξέρεις την ιστορία σου. Είναι το εφαλτήριο για να πας μπροστά.”

του Βασίλη Καραχάλιου
φωτό: Θανάσης Κουτσογιάννης

Αφιέρωμα Giuseppe Mori: Ο "πρεσβευτής" των αφανών ηρώων!

Ο σπουδαίος ρόλος των μικρών μοτοσυκλετιστικών βιοτεχνιών
12/11/2020

Ο Δημόκριτος είχε πει πως υπάρχουν δύο είδη γνώσης, η γνήσια (σαφής) και η σκοτεινή (ασαφής). Με την έλευση του κορωνοϊού διανύουμε μια πρωτοφανή περίοδο ανασφάλειας και παραφιλολογίας. Ο καθένας βέβαια είναι ελεύθερος να πιστεύει ότι θέλει. Το σημείο όμως που ενοχλεί, είναι άτομα που με την απουσία γνώσης προσπαθούν να διαδώσουν/επιβάλλουν λανθασμένες και επικίνδυνες απόψεις. Όντας, αν μη τι άλλο, ένας ορκισμένος μοτοσυκλετιστής και φίλος της δίκυκλης ιστορίας, θα αναγάγω το παραπάνω παράδειγμα στον κόσμο της μοτοσυκλέτας που η παραφιλολογία πολλές φορές δίνει και παίρνει και συχνά θίγει επαγγελματίες και εταιρείες.

"Μην πάτε στον "Χ" μηχανικό, μου χάλασε τη μοτοσυκλέτα μου", παράκουσα από την στεντόρεια φωνή ενός θαμώνα καφετέριας και ευθύς έστρεψα τα ώτα μου προς το τραπέζι του. Το γεγονός ότι υποστήριζε, με στόμφο, την αναξιοπιστία των Ducati, κρατούσε το ενδιαφέρον των ακροατών του (που φαίνονταν λιγότερο "τριμμένοι" στο θέμα μοτοσυκλέτας), αλλά και το δικό μου αμείωτο. Ήταν φανερό πως είχε μετανιώσει πικρά για την αγορά ενός μεταχειρισμένου 749. Απ’τον πομπώδη μονόλογό του, προέκυψε ότι το συγκεκριμένο 749 των 2.500 ευρώ, πήρε ζωή μετά από τέσσερα χρόνια ακινησίας. Η επισκευή είχε γίνει σ’ έναν συνοικιακό μηχανικό –διότι, όπως υποστήριξε, τα επίσημα δίκτυα υπερχρεώνουν- και από τα συμφραζόμενα κατάλαβα ότι το γερασμένο ιταλικό supersport "ψηνόταν" στην κίνηση του αθηναϊκού κέντρου καθημερινά. Σε συνέχεια της συζήτησης με τους φίλους του ακούστηκε και το cliché πλέον KTM = Κάθε Τρίτη Μάστορα. Και ενώ φαινόταν τα επιχειρήματα του να κερδίζουν έδαφος με τους φίλους του, κάπου δεν άντεξα και ενήργησα ως ελατήριο: "Κανείς δεν σου φταίει φίλε μου, ούτε ο μηχανικός, ούτε η Ducati. Απλά έχεις άγνοια."

Άκομψη απάντηση από κάποιον άγνωστο που δεν του απηύθυναν ποτέ το λόγο, αλλά με ώθησε το ακράδαντο πιστεύω μου για την αξία της έρευνας. Μόνο έτσι μπορούμε να εξετάσουμε και να προσεγγίσουμε υπο το σωστό πρίσμα τις όποιες μοτοσυκλετιστικές θεωρίες, για να διευρυνθεί η οπτική μας. Και σήμερα, σαν παράδειγμα, θα φέρω τις παρεξηγημένες μικρές εταιρείες όπως την Ηοrex, Fantic, Bimota κλπ. πoυ δέχονται τα πυρά για τα μικρά δίκτυα πώλησης, την αναξιοπιστία, τη μη χρηστικότητα, τη δυσκολία εύρεσης ανταλλακτικών και άλλα τόσα, που ναι μεν δεν είναι πάντα ανυπόστατα, αλλά δεν είναι και λίγες οι φορές που κάποια πράματα είναι απλά μύθοι – τροφή για μηρυκαστικά.

Θα πρέπει πάντως να δεχτούμε, ότι τέτοιου είδους εταιρείες παράγουν μοτοσυκλέτες που στοχεύουν σε πολύ συγκεκριμένες αγορές (niche markets αγγλιστί), απαιτούν πολύ συνειδητοποιημένο πελατολόγιο, και λόγω του μικρού τους μεγέθους, έχουν την τάση να γίνονται προσωποκεντρικές: εννοώντας ότι, οι πιστοί ακόλουθοι τους εκτιμούν πέρα από το προϊόν, το όραμα, το θάρρος και την επιμονή των ανθρώπων που εργάζονται γι αυτές και που μάχονται καθημερινά με τους λογιστές για να καταφέρουν να φτάσουν αυτές οι ιδιαίτερες μοτοσυκλέτες στην αγορά.

Ο Massimo Tamburini (αριστερά) με τον Giuseppe Morri (δεξιά) ήταν οι πραγματικοί ιδρυτές της Bimota Meccanica

 

Για να γίνω κατανοητός, θα χρησιμοποιήσω το παράδειγμα του Giuseppe Morri, συνιδρυτή της Bimota, μιας εταιρείας που με δύο πτωχεύσεις (2003 και 2015) και την περιορισμένη, σε βεληνεκές, επιχειρηματική δραστηριότητα, έχει πέσει θύμα λοιδορίας ουκ ολίγες φορές. Αλλά, επιτρέψτε μου, να εμβαθύνω λίγο και θα καταλάβετε γιατί ο φανταστικός και αξιέπαινος κύριος Morri, έκανε την πολύ μικρή Bimota ξακουστή σε όλον τον κόσμο και γιατί πρέπει να εκτιμούμε την ύπαρξη εταιρειών σαν και αυτήν.

Η Bimota ξεκίνησε ως μια τοπική εταιρεία στο Rimini της Ιταλίας που δεν είχε καμία σχέση με την παραγωγή μοτοσυκλετών, αλλά εξειδικευόταν στην κατασκευή συστημάτων κλιματισμού. H Idrotermica Bimota ιδρύθηκε στις 15 Μαίου του 1966 από τους Valerio Bianchi, Giuseppe Morri και Massimo Tamburini. To Bimota προέκυψε από τα αρχικά των επωνύμων των ιδρυτών της (BIanchi, MOrri, ΤAmburini) με τον τελευταίο να εξελίσσεται μελλοντικά στον superstar σχεδιαστή του Cagiva Group (αργότερα MV Agusta Group) -υπεύθυνο για σημαντικές δημιουργίες όπως το Cagiva Mito, το Cagiva C589, το Ducati 916 και τα MV Αgusta F4/Brutale.

Στην περίοδο της Idrotermica Bimota, ο Tamburini έχει ήδη επιδείξει το ταλέντο και την ικανότητά του στο να δίνει λύσεις ακόμα και στις πιο δύσκολες αναθέσεις, καθώς και την τρομακτική προσήλωση και τελειομανία στη δουλειά του. Οι ικανότητές του, σε συνδυασμό με την έντονη prima donna προσωπικότητα, αλλά και τις "σκαστές" που έκανε από την δουλειά για να ασχοληθεί με τις μοτοσυκλέτες του, θα ωθήσει τον Ιούνιο του 1972 έναν εκνευρισμένο Bianchi (που ήταν εξάδελφος του Morri) εκτός εταιρείας, πρωτού καν η Bimota αρχίσει να δραστηριοποιείται στον κόσμο της μοτοσυκλέτας.

Αυτό θα αφήσει τον Morri μόνο (που μέχρι τότε είχε μια Vespa 150 και αραιά και που παρακολουθούσε αγώνες μοτοσυκλέτας στην περιοχή της Αδριατικής) στο έλεος του βαθύτατα φανατικού μοτοσυκλετιστή Tamburini, ο οποίος μετά από ένα ατύχημα στο Misano με ένα Honda CB750, τον Σεπτέμβριο του 1972, έπεισε τον συνέταιρό του ότι μπορούσε να σχεδιάσει και να κατασκευάσει ένα καλύτερο πλαίσιο, που θα λειτουργούσε και σαν διαφήμιση για την εταιρεία τους.

To εργοστάσιο της Bimota το 1979

 

Έτσι φτάνουμε στην ίδρυση της Bimota Meccanica το 1973. Με τoν Tamburini αποκλειστικά στα ηνία του τεχνικού σχεδιασμού (o Μorri είχε αναλάβει την διοίκηση της εταιρείας), μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα διατίθενται προς πώληση κιτ, αλλά και ολόκληρες μοτοσυκλέτες με επαναστατικές τεχνολογικές λύσεις (βλέπε μοντέλα όπως το YB1, KB2, HDB1 κ.λ.π).

Από το 1977, πεπεισμένοι πλέον για τις προοπτικές της Bimota Meccanica, oι Morri και Τamburini σταματούν την ενασχόληση με τους κλιματισμούς και εστιάζουν αποκλειστικά στην παραγωγή μοτοσυκλετών, παρά τις απίστευτες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν. Τι είδους δυσκολίες; Παραδείγματος χάριν, εκείνη την χρονιά, εξαιτίας ενός νομικού πλαισίου που τροποποίησε η ιταλική κυβέρνηση, 200 κινητήρες της Suzuki που προορίζονταν για το νέο SB2 "κόλλησαν" στο λιμάνι του Livorno και εστάλησαν πίσω στην Iαπωνία, με κίνδυνο η Bimota να χάσει 50% τoυ ετήσιου τζίρου της και να ακυρώσει όλη την παραγωγή των SB2 (που είχε παραγγείλει η Saiad –o Iταλός αντιπρόσωπος της Suzuki). Προσπαθήστε να φανταστείτε πώς θα νιώθατε αν κλείνατε μια υγιή και "σίγουρη" επιχείρηση, όπως η Bimota Idrotermica, για να κρατήσετε τη Δαμόκλειο σπάθη εν ονόματι Bimota Meccanica και έπειτα να λαμβάνατε τα σοκαριστικά νέα του Livorno...

O Virginio Ferrari κατέκτησε το πρωτάθλημα TT F1 το 1987 πάνω σε ένα Bimota YB4

 

Ο Μοrri με τον καιρό κατάλαβε ότι με την επιλογή του να κρατήσει την Bimota Meccanica, τα ανοικτά μέτωπα θα υπήρχαν παντού και πάντα. Tο 1979 με την ένταξη του Αμερικάνου Randy Mamola στην αγωνιστική ομάδα της Bimota, ο δύσμοιρος Μorri ήρθε αντιμέτωπος μ’ έναν ταλαντούχο, αλλά δύστροπο και ανώριμο νεαρό, o οποίος δημιουργούσε μόνιμα προβλήματα. Πέρα από τις συνεχόμενες κλήσεις που λάμβανε η εταιρεία από την τροχαία του Rimini (είχαν παραχωρήσει στον Mamola ένα Fiat 128), o Αμερικάνος αρνιόταν πεισματικά να φορέσει κράνη-σπόνσορες της Bimota, με την δικαιολογία ότι είχαν μόνο ευρωπαϊκή έγκριση τύπου και όχι των ΗΠΑ. Αργότερα, είχε δημιουργηθεί αρνητικό κλίμα να παραστεί σε δοκιμές, με την δικαιολογία ότι δεν του είχαν ακόμα φέρει την Mustang του. Ακόμα χειρότερα, μετείχε σε αγώνα με εξοπλισμό στα χρώματα παλιότερων χορηγών και όχι της Bimota, γιατί απλά "τον βόλευαν καλύτερα". Και αυτό όχι σ’ έναν οποιονδήποτε τοπικό αγώνα, αλλά στα 200 μίλια της Daytona! Τα αμέτρητα καμώματα του Μamola έμειναν γνωστά στους κύκλους της Bimota ως "mamolata".

H Bimota, παρ' όλα αυτά, επέζησε τη δεκαετία του '70, αύξησε σταδιακά τον αριθμό των διαθέσιμων μοντέλων της και τις νίκες στις πίστες, με αποκορύφωμα το 1980, όπου ο Νοτιοαφρικανός John Ekerold κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα Grand Prix στην κατηγορία των 350 cc. Και αυτό, επτά μόλις χρόνια από την ίδρυση της Bimota Meccanica.

Συνεπώς, η δεκαετία του 1980 φάνταζε πως θα ξεκινούσε με τους καλύτερους οιωνούς, ωστόσο ένα χρόνο μετά στην πίστα της Rieja (πρώην Γιουγκοσλαβία, νυν Κροατία), o Morri γίνεται αυτόπτης μάρτυρας ενός τραγικού δυστυχήματος με τον βίαιο θάνατο του Γάλλου αναβάτη Michel Rougerie που θα τον στιγματίσει για πάντα.

Με την έλευση της νέας δεκαετίας, οι Μorri και Tamburini έχουν πλέον συνειδητοποιήσει ότι είναι σημαντικό να διατηρούν την ορμή τους και να εξελίσσουν, μόνιμα, νέα μοντέλα με καινούριες τεχνολογίες, για να μπορούν να βρίσκονται πάντα μπροστά στις εξελίξεις, καθώς ο ιαπωνικός ανταγωνισμός άρχισε να "ξυπνάει" και στο κομμάτι της εξέλιξης πλαισίων.

Το 1983 όμως συνέβη το αδιανόητο: Ο Τamburini αποχωρεί από την Bimota, ενώ προηγουμένως είχαν προηγηθεί κάποια συμβάντα με "περίεργες" συμπεριφορές από μέρους του. Στην πραγματικότητα, ο Tamburini είχε σπάσει κάτω από την πίεση των χρεών, την ανάγκη για αναδιάρθρωση της εταιρείας και την ανάγκη για γρήγορη εξέλιξη νέων μοντέλων. Με το τελευταίο να είναι ευθύνη που βάραινε αποκλειστικά εκείνον.

Ο Morri μένει ξαφνικά "ξεκρέμαστος" από τον άνθρωπο που ουσιαστικά "του είχε φάει τα αυτιά" να δραστηριοποιηθούν στο τομέα των μοτοσυκλετών. Ο ταλαντούχος άνθρωπος και πηγή των πρωτοποριακών ιδεών της Bimota είχε κάνει φτερά για την αγωνιστική ομάδα Gallina του Franco Uncini και λίγο αργότερα (1985), για την ατρωσία και την ευρωστία που του προσέφεραν -μέχρι το τέλος της καριέρας του- οι γαλαντόμοι αδερφοί Castiglioni του Cagiva/MV Agusta Group. Επιπλέον, η έξοδος του από την Bimota κάθε άλλο παρά ομαλή ήταν. O Μοrri είχε να αντιμετωπίσει έναν Tamburini που εκείνη την περίοδο λειτουργούσε αλλοπρόσαλλα.

Το ιδιοφυές Bimota Tesi 1D (1991)

 

Επιπροσθέτως, ο προδομένος Μοrri έπρεπε να βρει άμεσα έναν ικανό αντικαταστάτη, επειδή όλο το image της Bimota βασιζόταν πάνω στην καινοτομία. Aυτό προαπαιτούσε εξαιρετική διαίσθηση για να βρεθεί ο κατάλληλος άνθρωπος που θα οδηγούσε την Bimota γρήγορα στη μετά Τamburini εποχή. Από την άλλη μεριά, ο Morri έπρεπε να παλέψει για να διατηρήσει την εμπιστοσύνη των προμηθευτών, των αντιπροσώπων, των πελατών και του προσωπικού που μάθαιναν ότι ο "Μίδας" της Bimota αποχωρούσε. Και όλα αυτά, σε μια Bimota που βάδιζε γοργά προς την χρεοκοπία και με έναν Tamburini που ένα χρόνο μετά την αποχώρηση του, εξακολουθούσε να δημιουργεί προβλήματα, νομικής φύσεως και μη. Επιπλέον, ο Morri ήταν ένας τυπικός αφοσιωμένος οικογενειάρχης, πατέρας και σύζυγος, με τις αντίστοιχες βαρύνουσες υποχρεώσεις. Ανακαλώντας εκείνες τις δύσκολες στιγμές, ο Morri είχε δηλώσει:

"Φτάνοντας στα μέσα Ιουλίου (του 1984) και έχοντας στα χέρια τις οικονομικές καταστάσεις του πρώτου εξαμήνου, μου είχε καταστεί σαφές ότι τα επισφαλή χρέη, εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης, θα μπορούσαν να κατακλύσουν όλες τις εταιρικές δραστηριότητες σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Συμπεριλαμβάνοντας και τους μετόχους! Πέρασα το επόμενο Σαββατοκύριακο στην εταιρεία, εντελώς μόνος, εξέτασα όλες τις πιθανές ευκαιρίες που μπορούσε να σκαρφιστεί ο νους μου. Εκείνες τις ώρες σκέφτηκα επίσης ότι είχα την δυνατότητα να τα παρατήσω όλα, αλλά δεν έχασα ποτέ την πίστη μου στο ότι η Bimota μπορούσε να τα καταφέρει."

Αυτό σκέφτηκε και αυτό έκανε. O Μοrri αντικατέστησε τον Tamburini με τον επίσης ταλαντούχο Federico Martini, προχώρησε με την προτεινόμενη πτυχιακή δύο φοιτητών του Πανεπιστημίου της Bologna (Pierluigi Marconi και Roberto Ugolini) και παρουσίασε το επαναστατικό πρωτότυπο Tesi 400 (που σημαίνει κυριολεκτικά πτυχιακή στα ιταλικά) με το ιδιοφυές εναλλακτικό μπροστινό σύστημα, πετυχαίνοντας να διατηρήσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και να αποδείξει ότι η Bimota θα επιζούσε και χωρίς τον Tamburini. Παρ' όλα αυτά δεν καταφέρνει να γλιτώσει ολοκληρωτικά την εταιρεία από τον οικονομική κατρακύλα και για τα επόμενα δύο χρόνια η επιχείρησή του μπαίνει σε ελεγχόμενη διαχείριση από το δικαστήριο του Rimini. Εν τούτοις, οι παγωμένες οφειλές, δίνουν χρόνο και ανάσα στο Morri να αναδιαρθρώσει την εταιρεία του.

Το 1985 παρουσιάζει το Bimota DB1, το πρώτο με κινητήρα Ducati, που κάνει θραύση κυρίως στην Ιαπωνική αγορά. Την ίδια χρονιά όμως, και ενώ βρίσκεται σε επαγγελματικό ταξίδι στο Τόκιο της Ιαπωνίας, ο Morri παθαίνει έμφραγμα. Το βάρος των υποχρεώσεων και η υπεράνθρωπη προσπάθεια τον είχαν καταβάλλει. Αντιθέτως, δεν πτοείται και συνεχίζει ακάθεκτος με έναν χαρακτηριστικό ζήλο.

Το Bimota Tesi 400 κράτησε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης αμείωτο κατά την έξοδο του Massimo Tamburini από την Bimota

 

Στις 6 Νοεμβρίου του 1986, η Bimota απαλλάσσεται από την ελεγχόμενη διαχείριση και το 1987 ο Virginio Ferrari κατακτά το πρωτάθλημα ΤΤ F1 πάνω σε ένα Bimota YB4 R. Σημαντικές νίκες σημειώνονται και σε άλλα πρωταθλήματα όπως αυτές των Malcolm Tunstall (πρωταθλητής στην κατηγορία Formula 2 στις Ηνωμένες Πολιτείες με ένα DB1 SR) και του γνωστού δημοσιογράφου Αlan Cathcart στα Pro Twins της Daytona. Με το ΥΒ4, η Bimota εισάγει πρώτη τον ηλεκτρονικό ψεκασμό και τα αλουμινένια twin-spar πλαίσια σε μοτοσυκλέτα παραγωγής, ενώ η εξέλιξη του επαναστατικού Tesi συνεχίζεται.

Το 1989 ο Federico Martini ανακοινώνει στον Morri ότι η Gilera εκδήλωσε ενδιαφέρον γι’ αυτόν. Ο Morri τον ενημερώνει ότι αν το αποφάσιζε να φύγει, θα ήθελε να το ξέρει νωρίς για βρεθεί αντικαταστάτης. Ο Martini δεν τήρησε την συμφωνία και εντελώς αναπάντεχα μετά την παρθενική νίκη του νεοεισαχθέντα Giancalro Falappa στο Misano, ανακοινώνει την αποχώρηση του. Ο Morri για άλλη μια φορά μένει μόνος ν’ αγωνίζεται με νύχια και με δόντια για την αγαπημένη του Bimota, με όλη την πίεση που δέχεται από ένα νεοσύστατο διοικητικό συμβούλιο επενδυτών, που παρακολουθεί κάθε του κίνηση απαιτώντας την απόδοση των επενδύσεών τους. Tελικά τoν Μartini θα τον αντικαταστήσει ο Pierlugi Marconi (ο ένας εκ των δύο φοιτητών που ήταν υπεύθυνοι για το Tesi).

Η ανατολή της δεκαετίας του '90, βρίσκει την Bimota με θετικά πρόσημα στα λογιστικά βιβλία της. Το 1991 και μετά από εφτά ολόκληρα χρόνια εξέλιξης, η εταιρεία θα παρουσιάσει στην Κολωνία το Tesi 1D παραγωγής, αφήνοντας εμβρόντητο όλον τον μοτοσυκλετιστικό κόσμο, με το καινοτόμο μπροστινό σύστημα που θα μείνει στην ιστορία. Γι' αυτόν το λόγο, το Πανεπιστήμιο της Κολούμπια στις ΗΠΑ είχε στείλει επίσημη πρόσκληση στον Morri για να του απονήμει, τιμής ένεκεν, πτυχίο στη Μηχανολογία, κάτι που σαν πραγματικός gentleman το αρνήθηκε, διότι πίστευε ότι το Τesi ήταν ξεκάθαρα παιδί του Pierluigi Marconi και του Roberto Ugolini. Ένα χρόνο αργότερα θα παρουσιαστεί το "ψεκαστό" YB8 Furano που με τα 164 άλογα ήταν η πιο γρήγορη μοτοσυκλέτα παραγωγής της εποχής της.

Δυστυχώς, τo 1992 μετά από συνεχείς διαφωνίες με το διοικητικό συμβούλιο θα ανακοινώσει την παραίτηση του και θα πουλήσει τις μετοχές του. Ο λόγος; Το συμβούλιο ήθελε να "νερώσει το κρασί" παρουσιάζοντας πιο προσιτά μοντέλα, μεταξύ των οποίων scooter και enduro (το ένα δε συνέβη ποτέ, για το άλλο βλέπε τα πρώτα Vertemati), κάτι που τον έβρισκε απόλυτα αντίθετο, καθώς πίστευε ότι αυτό θα μόλυνε τις πραγματικές αξίες της Bimota.

To SB2 παραλίγο να μην γίνει ποτέ πραγματικότητα λόγω το προβλημάτων στο λιμάνι του Livorno...

 

Ο Walter Martini θα αντικαταστήσει τον Morri στην θέση του CEO της Bimota και το διοικητικό συμβούλιο θα τον αναγκάσει σε μια ήπια αποχώρηση για να μην ταραχτεί η αγορά με την ξαφνική απουσία του. Σε μια ντροπιαστική χειρονομία από μεριάς του διοικητικού συμβουλίου, για όσο o Morri χρειάστηκε να παραμείνει, δεν του διέθεσαν χώρο για δικό του γραφείο. Το 1993, ο πιο σημαντικός άνθρωπος στην Bimota είχε πλέον αποχωρήσει.

Φυσικά όλα αυτά δεν είναι παρά μια ακραία περίληψη της ιστορίας και όσων έχει πράξει και καταφέρει ο κύριος Morri. Aλλά όσοι δεν συγκινείστε με τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες, την επόμενη φορά που θα συναντήσετε ένα Bimota, προσπαθήστε να θυμηθείτε ότι πολλές φορές κάποια πράγματα θέλουν μια δεύτερη ή και μια τρίτη ματιά για να τα εκτιμήσουμε όπως τους αξίζει. Μην ξεχνάμε ότι κολοσσοί, όπως η Ducati και η ΚΤΜ, υπήρξαν και αυτοί κάποτε πληβείοι της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, αλλά χάρη στους αφανείς ήρωες, σαν τον κύριο Morri της Βimota που δίνουν ψυχή τε και σώματι στα εταιρικά οράματά τους, επέζησαν δύο άκρως σημαντικά brands που ευτυχώς παγιώθηκαν στις αγορές και στη συνείδηση του αγοραστικού κοινού. Και τώρα που η Bimota ξανάνοιξε τις πόρτες της με την βοήθεια της Kawasaki, αναμένουμε με ανυπομονησία τα αποτελέσματα.

Ο Roberto Ugolini (αριστερά) και o Pierluigi Marconi (στη μέση)  ήταν οι δύο φοιτητές από το Πανεπιστήμιο της Bologna, υπεύθυνοι για το Bimota Tesi 400. Eδώ, μαζί με τον Giuseppe Morri έξω από στο εργοστάσιο της Bimota το 1984

Του Αλέξη Στεφανίδη