Οδηγήσαμε Yamaha Snowmobile στον Καναδά: Τεχνικές οδήγησης

Ο μοτοσυκλετισμός του χιονιά...
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

27/2/2018

Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό η εμπειρία οδήγησης με snowmobile της Yamaha μαζί με οδηγίες για την καλύτερη προσαρμογή στην σέλα τους, απευθείας βγαλμένα από τον άνθρωπο που ξυπνά και κοιμάται μαζί τους, σε ένα μέρος που οι συνθήκες επιτρέπουν ακόμα και την καθημερινή μετακίνηση: Στον Καναδά, βόρεια του Τορόντο, σε μονοπάτια και δρόμους με παχύ χιόνι!

Κάθε χρόνο όμως αυτή η ιστορία γίνεται επίκαιρη, τουλάχιστον για την μισή Ελλάδα, καθώς στην χώρα μας το χιόνι είναι λιγάκι δύσκολο να την καλύψει από άκρη σε άκρη. Η σχέση των περισσότερων εδώ με τα Snowmobile ή καλύτερα “Sleds” όπως τα λένε εκεί, είναι περιστασιακή κι εκτός από τους πραγματικά ελάχιστους που περνούν μαζί τους αρκετούς μήνες κάθε χρόνο, οι περισσότεροι από εμάς στην καλύτερη περίπτωση έχουμε απλά οδηγήσει κάποιο νοικιασμένο ή έχουμε δανειστεί από κάποιο φίλο για μία μεγαλύτερη βόλτα.

Τα Snowmobile όμως για πολλούς μοτοσυκλετιστές ανά τον κόσμο, όπως στον Καναδά, είναι μία από τις πιο κοντινές εναλλακτικές που έχουν στην μοτοσυκλέτα, για μία μεγάλη χρονική περίοδο, κι εμείς βρεθήκαμε μαζί τους οδηγώντας τα σύγχρονα –τότε- Snowmobile της Yamaha.

Ας θυμηθούμε την δοκιμή των Yamaha Phazer R-TX / GTX, Vector RS, Venture Lite που παραχωρήθηκαν από την Yamaha Canada με την συνεργασία των Glenn Roberts, Clinton Smout, Χρήστος Μπαμπαράκος
φωτό: Χ.Μ, C.S.
 
Αποστολή του MOTO στον Καναδά – Θάνος Αμβροσιάδης Φελούκας
Αναδημοσίευση περιοδικού MOTO - τεύχος 456

Βαρομετρικό Χαμηλό...

Είναι λίγοι στην Ελλάδα αυτοί που μπορούν να φύγουν από το σπίτι τους πάνω σε ένα snowmobile, κι όσο το φαινόμενο του θερμοκηπίου καραδοκεί γίνονται ακόμα λιγότεροι. Δύσκολα λοιπόν βρίσκεις διαθέσιμα καινούρια snowmobile για δοκιμή και γι’ αυτό χρειάστηκε να ταξιδέψουμε μερικές χιλιάδες μίλια μακριά για να έχουμε τις κατάλληλες συνθήκες. Πόσο κοντά στη μοτοσυκλέτα βρίσκονται;

Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που έγιναν ειδικά σεμινάρια στα ελληνικά νηπιαγωγεία για να αρχίσουν να εξοικειώνονται τα παιδιά από μικρή ηλικία με την πολυπολιτισμικότητα και την αποδοχή του συνάνθρωπου από όπου και αν προέρχεται. Στον Καναδά με τις πολυάριθμες πληθυσμιακές ομάδες κάτι τέτοιο δεν είναι απαραίτητο αλλά αυτονόητο και ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους που δεν γίνονται διαχωρισμοί. Όλοι είναι αποδεκτοί με τις ιδιαιτερότητες τους κι αυτό ισχύει οικουμενικά σε κάθε πτυχή της ζωής και κατ΄ επέκταση και για τις μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα δεν υπάρχει θέμα για το ποιος είναι περισσότερο μοτοσυκλετιστής, on-off, cruiser, superbike ακόμα και atv και snowmobile, όλοι ανήκουν στην ίδια ομάδα. Εμείς βέβαια τα διαχωρίζουμε ακόμα και μας αρέσει να τονίζουμε τις διαφορές, μειώνοντας ταυτόχρονα και όποια κατηγορία δεν μας αντιπροσωπεύει.

Ερπύστριες και πέδιλα

Στην καρδιά του καναδικού χειμώνα και με θερμοκρασίες σε διψήφια νούμερα υπό το μηδέν, μας δόθηκε η ευκαιρία για μια βόλτα με κάποια από τα καινούρια snowmobile της Yamaha σε συνθήκες που δύσκολα συναντά κανείς στην Ελλάδα, καταλήγοντας τελικά στο συμπέρασμα ότι με το κατάλληλο πάχος χιονιού μικρή διαφορά μπορούν να έχουν με τη μοτοσυκλέτα. Δεν περιμένεις να αρχίσεις να ιδρώνεις στους δώδεκα βαθμούς κάτω από το μηδέν και σε πολλές περιπτώσεις μπορούν να γίνουν πιο διασκεδαστικά από ATV απαιτώντας από εσένα όμως τη μέγιστη συγκέντρωση όσο ο ρυθμός ανεβαίνει. Μιάμιση ώρα βορειοδυτικά του Τορόντο στο θέρετρο Horseshoe δραστηριοποιείται η σχολή οδήγησης του Clinton Smout που ο Glenn Roberts, εκδότης του περιοδικού Motorcycle Mojo, μας έφερε σε επαφή. Η σχολή σε συνεργασία με την εκεί αντιπροσωπία της Yamaha διαθέτει όλες τις τελευταίες enduro και motocross μοτοσυκλέτες καθώς και ATV και Sleds, όπως αποκαλούν τα snowmobiles. Η ευχάριστη έκπληξη είναι ότι ένας από τους εκπαιδευτές, ο Χρήστος, είναι Έλληνας και μάλιστα γιατρός στο επάγγελμα, οπότε αυτομάτως νιώθεις άνετα. Αν γίνει κάτι στο βουνό όχι μόνο θα έχεις άμεση βοήθεια, αλλά θα συνεννοηθείς και καλύτερα για το που ακριβώς πονάς!

Ακολουθώ τον Clinton σε μια σειρά ασκήσεων εξοικείωσης όσο ο Glenn και ο Χρήστος ζεσταίνονται στην μικρή πίστα μαθημάτων της σχολής. Θα διανύσουμε μια σειρά από μονοπάτια πριν καταλήξουμε στην καλυμμένη με παχύ στρώμα χιονιού πίστα motocross κάνοντας ένα μεγάλο κύκλο μέσα και έξω από το χειμερινό θέρετρο. Ο Clinton έχει επιλέξει ανοικτά μονοπάτια για αρχή δίνοντας μου την ευκαιρία να συνηθίσω στον έλεγχο του νευρικού Phazer R-TX που ειδικά στα τμήματα ασφάλτου που το χιόνι είναι ελάχιστο θέλει συνεχώς διόρθωση με το τιμόνι και το σώμα. Μπορεί να χιονίζει τις τελευταίες μέρες συνεχώς όμως οι Καναδοί κρατούν τους δρόμους τους σε πολύ καλή κατάσταση και τα αυτοκίνητα μπορούν να κινηθούν παντού με τα χιονολάστιχα. Αλυσίδες δεν χρειάζονται και δεν ξέρουν καν τι σημαίνει, υπάρχει ειδική σήμανση για τους δρόμους που δεν καθαρίζονται το χειμώνα και αυτό όμως γιατί κάποιος άλλος καταλήγει στον ίδιο προορισμό. Το αποτέλεσμα είναι ότι με τα snowmobile ταλαιπωρείσαι όταν πρέπει να διασχίσεις δρόμο, μπορεί να έχει ένα μέτρο χιόνι δεξιά και αριστερά και να βρίσκεσαι στη μέση του πουθενά κυριολεκτικά, αλλά διακρίνεις εκτός από την άσφαλτο και τη διαγράμμιση με αποτέλεσμα να αναγκάζεσαι να οδηγείς όπως πάνω σε πάγο.

Hp vs Dp (Dog Power)

Έχοντας μπει πλέον μέσα στο δάσος αλλάζω το Phazer με το Vector και ανακαλύπτω ότι έπρεπε να είχα ξεκινήσει ανάποδα. Είναι ασύγκριτα πιο σταθερό από το Phazer και δύσκολα περιστρέφεις τη θερμαινόμενη γκαζιέρα μέχρι το τέλος, ιδιαίτερα στα κλειστά κομμάτια ανάμεσα στα δέντρα. Το σκαμμένο μονοπάτι ανηφορίζει με έντονες κλίσεις ανάμεσα από τα δέντρα κάνοντας κλειστές στροφές με μεγάλα μπερμ και μάλλον θα είναι εξίσου απολαυστικό και τους υπόλοιπους μήνες, όμως το να χαζεύεις το τοπίο είναι μια πολυτέλεια που αυτά τα snowmobile δεν σου χαρίζουν όταν αρχίσεις να παίζεις με το γκάζι.

Φυσικά και μπορείς να πας σιγά, όμως οι δυνατότητες τους σε κρατούν σε εγρήγορση. Ο Clinton πάνω στο μεγάλο Venture Lite μας οδηγεί εκτός μονοπατιών μέσα στα δέντρα και αναγκάζεται πολλές φορές να πατά με το ένα πόδι στο εσωτερικό μαρσπιέ και το άλλο στη σέλα αποδεικνύοντας ότι το ογκώδες sled θέλει μια μικρή εξοικείωση πριν αρχίσει να κυνηγά κατά πόδας τα πιο σπορ μοντέλα.

Σε αυτά σε κάθε απότομο άνοιγμα του γκαζιού τα πέδιλα σηκώνονται εύκολα ακόμα και αν είναι καλυμμένα από χιόνι και μπορείς έτσι να περάσεις πάνω από τα διαμορφωμένα σαμαράκια του μονοπατιού χωρίς να παλεύεις πάνω στη σέλα. Φτάνοντας στην πίστα με την εύκολη σχεδίαση και τα μικρά άλματα ο Clinton δεν μας αφήνει να χωθούμε δεξιά στο απάτητο αφράτο χιόνι που ξεπερνά το ένα μέτρο γιατί είναι πέρασμα των ορεινών οδοιπόρων και οι γραμμές μας θα τους ταλαιπωρήσουν με τα λεπτά σκι που φορούν. Ευτυχώς που έχουμε την πίστα δικιά μας γιατί έρχονται συνήθως και κάποιοι με πραγματικά έλκηθρα που τα σέρνουν καμιά δεκαριά σκύλοι με ευαίσθητο αυτί που δεν αντιδρά όμορφα στη φασαρία που κάνουμε. Πώς; Ναι έτσι είναι ο Καναδάς, τίποτα αφημένο στην τύχη του και με ανθρώπους που στον ελεύθερο χρόνο τους βγαίνουν στο βουνό και όχι στην καφετέρια.

Με το Phazer να μονοπωλεί το ενδιαφέρον όλων καθώς το βάρος του και ο εύστροφος κινητήρας του είναι τα ιδανικά για να αρχίσεις τα άλματα, το παιχνίδι αρχίζει και τελειώνει γρήγορα αφού ο ήλιος που εξαφανίζεται από το μεσημέρι αφήνει λίγα περιθώρια χρόνου. Επιστρέφουμε με το αυτοκίνητο περνώντας από μερικούς δρόμους που πιο πριν διασχίζαμε κάθετα με τα snowmobile, "δεν θα ήταν ωραίο να επιστρέφεις στο σπίτι με sled;" ρωτάω τον Glenn. "Ωραίο αλλά περίεργο για μέσα στην πόλη, ακόμα και τα δρομάκια των γκαράζ είναι καθαρά από χιόνι, κάθε πότε θα άλλαζες ερπύστριες;" Ετοιμάζω υποτιτλισμένο βίντεο από δικό μας κεντρικό δελτίο ειδήσεων για να του το στείλω. Θα πεθάνει στα γέλια με το "δολοφονικό κύμα κακοκαιρίας".                     

Riding Tips: Μεγάλες Κατηφόρες

Στις μεγάλες κατηφόρες δεν μπορείς να βασιστείς στο φρένο. Μπλοκάροντας την ερπύστρια το snowmobile θα γίνει ένα έλκηθρο που θα αρχίσει να τσουλάει στην κατηφόρα επιταχυνόμενο. Μικρές διορθώσεις με ελάχιστη πίεση στη μανέτα μπορούν να γίνουν, ωστόσο ο κινητήρας είναι αυτός που προσφέρει το δυνατότερο φρένο. Το σώμα πρέπει να έρθει όσο το δυνατόν πιο πίσω και βοηθά και εδώ αν είστε όρθιοι έτοιμοι να δώσετε βάρος προς την μεριά που θέλετε να στρίψετε στο τέλος της κατηφόρας.

Riding Tips: Στροφή σε επίπεδο έδαφος

Το τιμόνι προσφέρει ελάχιστη βοήθεια κατά το στρίψιμο, αν δεν βοηθήσετε με το σώμα τότε μόνο αν κινήστε με ταχύτητες ελαφρού βαδίσματος θα μπορέσει το snowmobile να στρίψει. Είναι απαραίτητο να ρίξετε όλο το βάρος σας στο εσωτερικό της στροφής πλαγιάζοντας με το σώμα όσο το δυνατόν περισσότερο κρατώντας σταθερό το γκάζι. Στόχος είναι να πατήσει στο χιόνι το εσωτερικό πέδιλο όσο πιο δυνατά γίνεται για να στρίψετε με μεγάλη ταχύτητα. Σε πολύ κλειστές στροφές μπορείτε να πατήσετε και με τα δυο πόδια στο εσωτερικό μαρσπιέ με το σώμα σε όρθια θέση, αλλά με μεγάλη ταχύτητα στην έξοδο γίνεται έτσι πολύ εύκολο να αναποδογυρίσετε. Σε γενικές γραμμές κι ανάλογα με το πάχος του χιονιού και το πόσο σκληρό. είναι θα μπορέσετε να στρίψετε πλαγιάζοντας το σώμα αρκετά χωρίς τον κίνδυνο να βρεθείτε από κάτω με την ερπύστρια στον αέρα. Υπάρχει ένα μεγάλο περιθώριο από τη στιγμή που θα σηκωθεί το εξωτερικό πέδιλο μέχρι το σημείο της τούμπας.

Riding Tips: Τραβέρσα

Σε αντίθεση με τη στροφή το βάρος τώρα πρέπει να πέφτει στο πέδιλο που βρίσκεται ψηλότερα, αντίθετα δηλαδή από την κλίση. Το πρόβλημα είναι αν υπάρχει και στροφή με τη φορά της κλίσης. Σε αυτή την περίπτωση πάλι το βάρος δίνεται αντίθετα της κλίσης του εδάφους και με το σώμα όρθιο είμαστε έτοιμοι να εξισορροπήσουμε την πίεση στα μαρσπιέ μέχρι το snowmobile να αρχίσει να στρίβει χωρίς το πέδιλο που βρίσκεται ψηλότερα να χάσει στιγμή την επαφή του με το χιόνι.

Riding Tips: Στεγνή άσφαλτος

Υπάρχει περίπτωση να χρειαστεί να διασχίσετε άσφαλτο που έχει καθαριστεί τελείως από το χιόνι. Αν υπάρχει έστω και λίγο το snowmobile θα μπορεί να στρίψει αλλά αν είναι τελείως στεγνή χωρίς καν αυτή την ανάμειξη χιονιού και αλατιού τότε δεν έχετε τιμόνι. Σε αυτή την περίπτωση σημαδεύουμε από πριν το σημείο εξόδου, ελέγχουμε την κυκλοφορία και με το γκάζι ανοικτό χωρίς να το κλείσουμε περνάμε όσο πιο κάθετα γίνεται την άσφαλτο για να ξαναμπούμε στο χιόνι. Όπως και στα σημεία που υπάρχουν κλαδιά και βράχοι που δεν είναι καλυμμένοι, τα πέδιλα και η ερπύστρια ταλαιπωρούνται και φθείρονται οπότε τέτοια κομμάτια θα πρέπει να αποφεύγονται όταν αυτό είναι δυνατό.  

 

Phazer R-TX / GTX: Παιχνίδι για όλους

Μπορεί να μην είναι το απολύτως δυνατότερο της σπορ σειράς, όμως ο τετράχρονος δικύλινδρος κινητήρας των 499 κυβικών είναι εύστροφος και η μετάδοση άμεση χωρίς να χάνει καθόλου σε προοδευτικότητα. Η δύναμη καταλήγει στην στενή ερπύστρια ελεγχόμενα χωρίς να τρομάζει. Το R-TX δεν δυσκολεύτηκε στο ξεκίνημα σε ανηφορικό έδαφος με αφράτο χιόνι ενώ ήταν το ευκολότερο από τα υπόλοιπα τρία στις μανούβρες. Το μικρό του βάρος διευκόλυνε ακόμα περισσότερο το χειρισμό του, όμως ο νευρικός χαρακτήρας του απαιτεί εξοικείωση. Ο τρόπος που χοροπηδά δεξιά-αριστερά γίνεται κουραστικός στις ευθείες και σε παγωμένα τμήματα που το σώμα πρέπει να κινείται συνεχώς για να παραμείνει σταθερό στην πορεία του. Στις στροφές όμως και στην πίστα του motocross αποδείχτηκε ιδιαίτερα ευκίνητο και στα άλματα τα διπλά ψαλίδια της εμπρός ανάρτησης διαχειρίζονταν με ευκολία την προσγείωση ενώ η ράβδος εξισορρόπησης εκμηδένιζε την ανάγκη για μικροδιορθώσεις.

Τεχνικά Χαρακτηριστικά:
Κινητήρας:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος 499 κυβικών 
Τροφοδοσία:
Θερμαινόμενος ψηφιακός ψεκασμός T.C.I.
Διαστάσεις ερπύστριας  (mm):
3072 x 356 x 25
Διαστάσεις Μήκος / Πλάτος(mm):
2820 / 1215
Ανάρτηση εμπρός / Διαδρομή(mm) :
Ανεξάρτητη, με διπλά ψαλίδια και ράβδο εξισορρόπησης, ελατήριο αερίου / 236
Ανάρτηση πίσω / Διαδρομή(mm) :
Δύο αμορτισέρ / 412
Ιπποδύναμη (hp):
85

 

Vector RS: Ισιώνει τα μονοπάτια

Το μεγάλο γρήγορο snowmobile φωνάζει περιπέτεια ακόμα και όταν όλα είναι πράσινα. Ο τρικύλινδρος τετράχρονος κινητήρας των 1049 κυβικών μπορεί να σπινάρει με ευκολία την ερπύστρια πλάτους 381mm και θέλει ιδιαίτερη προσοχή σε παγωμένα κομμάτια. Χωρίς να διαθέτει αυτή την όρεξη για στροφές με το ένα πέδιλο που έχει το Phazer παραμένει ευκίνητο ανάμεσα στα δέντρα και σε κλειστές μανούβρες ενώ στις ευθείες είναι ιδιαίτερα σταθερό. Με την θέση οδήγησης να είναι άνετη χωρίς να έρχεται το τιμόνι πολύ ψηλά, το Vector είναι σχεδιασμένο για γρήγορες μακρινές διαδρομές και η ανάρτηση πίσω με διαδρομή 294mm και ομαλή απόσβεση, εκτός απ’ ότι καθιστά τα άλματα εφικτά, επιτρέπει στον αναβάτη να μένει στη σέλα για μεγάλο διάστημα χωρίς να αρχίσει να πάσχει από ορθοπεδικά προβλήματα.    

Τεχνικά Χαρακτηριστικά:
Κινητήρας:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τρικύλινδρος 973 κυβικών 
Τροφοδοσία:
Θερμαινόμενα καρμπυρατέρ Keihin 40mm
Διαστάσεις ερπύστριας  (mm):
3454 x 381 x 32
Διαστάσεις Μήκος / Πλάτος(mm):
3000 / 1225
Ανάρτηση εμπρός / Διαδρομή(mm) :
Ανεξάρτητη, με διπλά ψαλίδια και ράβδο εξισορρόπησης, πλήρως ρυθμιζόμενα αμορτισέρ 40mm / 229
Ανάρτηση πίσω / Διαδρομή(mm) :
Ένα αμορτισέρ / 297
Ιπποδύναμη (hp):
120

 

Venture Lite: Εργαλείο ακριβείας

Το ογκώδες, μακρύ Venture ξεγελά με τον όγκο του το μάτι που το νομίζει ιδιαίτερα δυνατό, αλλά έχει και αυτό τον δικύλινδρο κινητήρα των 499 κυβικών. Σαφώς προσανατολισμένο για όλες τις δουλειές εκτός από τη σπορ οδήγηση φιλοξενεί άνετα δύο άτομα στη μεγάλη σέλα του και έχει αρκετή ροπή χαμηλά για να ανταπεξέλθει σε παχύ χιόνι φορτωμένο. Πολύ πιο κοντά σε φιλοσοφία με τα ATV έχει φαρδιά και χοντρή ερπύστρια και παρά τον όγκο του το αλουμινένιο πλαίσιο καταφέρνει να κρατήσει το συνολικό βάρος χαμηλά. Για τον ίδιο λόγο και η κατανάλωση είναι χαμηλή ενώ το μεγάλο 32,9 λίτρων ρεζερβουάρ του χαρίζει ικανοποιητική αυτονομία. Η σέλα του συνεπιβάτη αφαιρείται εύκολα για να αυξηθεί η δυνατότητα φόρτωσης και για να τονιστεί ακόμα περισσότερο ο σκληροτράχηλος χαρακτήρας του. Στα κλειστά κομμάτια με μικρές ταχύτητες κινείται με ακρίβεια η οποία χάνεται όσο ο ρυθμός ανεβαίνει, όμως στα ανοικτά και τις ευθείες συμπεριφέρεται ως τρένο ακόμα και με το γκάζι στο τέρμα περνώντας πάνω από οτιδήποτε, σταθερό στην πορεία του.

Τεχνικά Χαρακτηριστικά:
Κινητήρας:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος 499 κυβικών 
Τροφοδοσία:
Θερμαινόμενος ψηφιακός ψεκασμός T.C.I.
Διαστάσεις ερπύστριας  (mm):
3648 x 381 x 32
Διαστάσεις Μήκος / Πλάτος(mm):
3150 / 1215
Ανάρτηση εμπρός / Διαδρομή(mm) :
Ανεξάρτητη, ράβδο εξισορρόπησης, / 180
Ανάρτηση πίσω / Διαδρομή(mm) :
Pro Comfort / 292
Ιπποδύναμη (hp):
80

 

Horseshoe Riding Adventures Powered by Yamaha

Ευχαριστούμε τον Clinton Smout για τον χρόνο του και την διάθεση των snowmobile και του εξοπλισμού:

1101 Horseshoe Valley Rd.

Comp 10, RR#1, Barrie ON, Canada L4M4Y8

[email protected]

705.835.2790 ext. 1288

www.cmts.org

 

Ευχαριστούμε τον Clenn Roberts, εκδότη του Motorcycle Mojo, για την οργάνωση της επίσκεψης: www.motorcyclemojo.com
 

          

 

Αφιέρωμα Giuseppe Mori: Ο "πρεσβευτής" των αφανών ηρώων!

Ο σπουδαίος ρόλος των μικρών μοτοσυκλετιστικών βιοτεχνιών
12/11/2020

Ο Δημόκριτος είχε πει πως υπάρχουν δύο είδη γνώσης, η γνήσια (σαφής) και η σκοτεινή (ασαφής). Με την έλευση του κορωνοϊού διανύουμε μια πρωτοφανή περίοδο ανασφάλειας και παραφιλολογίας. Ο καθένας βέβαια είναι ελεύθερος να πιστεύει ότι θέλει. Το σημείο όμως που ενοχλεί, είναι άτομα που με την απουσία γνώσης προσπαθούν να διαδώσουν/επιβάλλουν λανθασμένες και επικίνδυνες απόψεις. Όντας, αν μη τι άλλο, ένας ορκισμένος μοτοσυκλετιστής και φίλος της δίκυκλης ιστορίας, θα αναγάγω το παραπάνω παράδειγμα στον κόσμο της μοτοσυκλέτας που η παραφιλολογία πολλές φορές δίνει και παίρνει και συχνά θίγει επαγγελματίες και εταιρείες.

"Μην πάτε στον "Χ" μηχανικό, μου χάλασε τη μοτοσυκλέτα μου", παράκουσα από την στεντόρεια φωνή ενός θαμώνα καφετέριας και ευθύς έστρεψα τα ώτα μου προς το τραπέζι του. Το γεγονός ότι υποστήριζε, με στόμφο, την αναξιοπιστία των Ducati, κρατούσε το ενδιαφέρον των ακροατών του (που φαίνονταν λιγότερο "τριμμένοι" στο θέμα μοτοσυκλέτας), αλλά και το δικό μου αμείωτο. Ήταν φανερό πως είχε μετανιώσει πικρά για την αγορά ενός μεταχειρισμένου 749. Απ’τον πομπώδη μονόλογό του, προέκυψε ότι το συγκεκριμένο 749 των 2.500 ευρώ, πήρε ζωή μετά από τέσσερα χρόνια ακινησίας. Η επισκευή είχε γίνει σ’ έναν συνοικιακό μηχανικό –διότι, όπως υποστήριξε, τα επίσημα δίκτυα υπερχρεώνουν- και από τα συμφραζόμενα κατάλαβα ότι το γερασμένο ιταλικό supersport "ψηνόταν" στην κίνηση του αθηναϊκού κέντρου καθημερινά. Σε συνέχεια της συζήτησης με τους φίλους του ακούστηκε και το cliché πλέον KTM = Κάθε Τρίτη Μάστορα. Και ενώ φαινόταν τα επιχειρήματα του να κερδίζουν έδαφος με τους φίλους του, κάπου δεν άντεξα και ενήργησα ως ελατήριο: "Κανείς δεν σου φταίει φίλε μου, ούτε ο μηχανικός, ούτε η Ducati. Απλά έχεις άγνοια."

Άκομψη απάντηση από κάποιον άγνωστο που δεν του απηύθυναν ποτέ το λόγο, αλλά με ώθησε το ακράδαντο πιστεύω μου για την αξία της έρευνας. Μόνο έτσι μπορούμε να εξετάσουμε και να προσεγγίσουμε υπο το σωστό πρίσμα τις όποιες μοτοσυκλετιστικές θεωρίες, για να διευρυνθεί η οπτική μας. Και σήμερα, σαν παράδειγμα, θα φέρω τις παρεξηγημένες μικρές εταιρείες όπως την Ηοrex, Fantic, Bimota κλπ. πoυ δέχονται τα πυρά για τα μικρά δίκτυα πώλησης, την αναξιοπιστία, τη μη χρηστικότητα, τη δυσκολία εύρεσης ανταλλακτικών και άλλα τόσα, που ναι μεν δεν είναι πάντα ανυπόστατα, αλλά δεν είναι και λίγες οι φορές που κάποια πράματα είναι απλά μύθοι – τροφή για μηρυκαστικά.

Θα πρέπει πάντως να δεχτούμε, ότι τέτοιου είδους εταιρείες παράγουν μοτοσυκλέτες που στοχεύουν σε πολύ συγκεκριμένες αγορές (niche markets αγγλιστί), απαιτούν πολύ συνειδητοποιημένο πελατολόγιο, και λόγω του μικρού τους μεγέθους, έχουν την τάση να γίνονται προσωποκεντρικές: εννοώντας ότι, οι πιστοί ακόλουθοι τους εκτιμούν πέρα από το προϊόν, το όραμα, το θάρρος και την επιμονή των ανθρώπων που εργάζονται γι αυτές και που μάχονται καθημερινά με τους λογιστές για να καταφέρουν να φτάσουν αυτές οι ιδιαίτερες μοτοσυκλέτες στην αγορά.

Ο Massimo Tamburini (αριστερά) με τον Giuseppe Morri (δεξιά) ήταν οι πραγματικοί ιδρυτές της Bimota Meccanica

 

Για να γίνω κατανοητός, θα χρησιμοποιήσω το παράδειγμα του Giuseppe Morri, συνιδρυτή της Bimota, μιας εταιρείας που με δύο πτωχεύσεις (2003 και 2015) και την περιορισμένη, σε βεληνεκές, επιχειρηματική δραστηριότητα, έχει πέσει θύμα λοιδορίας ουκ ολίγες φορές. Αλλά, επιτρέψτε μου, να εμβαθύνω λίγο και θα καταλάβετε γιατί ο φανταστικός και αξιέπαινος κύριος Morri, έκανε την πολύ μικρή Bimota ξακουστή σε όλον τον κόσμο και γιατί πρέπει να εκτιμούμε την ύπαρξη εταιρειών σαν και αυτήν.

Η Bimota ξεκίνησε ως μια τοπική εταιρεία στο Rimini της Ιταλίας που δεν είχε καμία σχέση με την παραγωγή μοτοσυκλετών, αλλά εξειδικευόταν στην κατασκευή συστημάτων κλιματισμού. H Idrotermica Bimota ιδρύθηκε στις 15 Μαίου του 1966 από τους Valerio Bianchi, Giuseppe Morri και Massimo Tamburini. To Bimota προέκυψε από τα αρχικά των επωνύμων των ιδρυτών της (BIanchi, MOrri, ΤAmburini) με τον τελευταίο να εξελίσσεται μελλοντικά στον superstar σχεδιαστή του Cagiva Group (αργότερα MV Agusta Group) -υπεύθυνο για σημαντικές δημιουργίες όπως το Cagiva Mito, το Cagiva C589, το Ducati 916 και τα MV Αgusta F4/Brutale.

Στην περίοδο της Idrotermica Bimota, ο Tamburini έχει ήδη επιδείξει το ταλέντο και την ικανότητά του στο να δίνει λύσεις ακόμα και στις πιο δύσκολες αναθέσεις, καθώς και την τρομακτική προσήλωση και τελειομανία στη δουλειά του. Οι ικανότητές του, σε συνδυασμό με την έντονη prima donna προσωπικότητα, αλλά και τις "σκαστές" που έκανε από την δουλειά για να ασχοληθεί με τις μοτοσυκλέτες του, θα ωθήσει τον Ιούνιο του 1972 έναν εκνευρισμένο Bianchi (που ήταν εξάδελφος του Morri) εκτός εταιρείας, πρωτού καν η Bimota αρχίσει να δραστηριοποιείται στον κόσμο της μοτοσυκλέτας.

Αυτό θα αφήσει τον Morri μόνο (που μέχρι τότε είχε μια Vespa 150 και αραιά και που παρακολουθούσε αγώνες μοτοσυκλέτας στην περιοχή της Αδριατικής) στο έλεος του βαθύτατα φανατικού μοτοσυκλετιστή Tamburini, ο οποίος μετά από ένα ατύχημα στο Misano με ένα Honda CB750, τον Σεπτέμβριο του 1972, έπεισε τον συνέταιρό του ότι μπορούσε να σχεδιάσει και να κατασκευάσει ένα καλύτερο πλαίσιο, που θα λειτουργούσε και σαν διαφήμιση για την εταιρεία τους.

To εργοστάσιο της Bimota το 1979

 

Έτσι φτάνουμε στην ίδρυση της Bimota Meccanica το 1973. Με τoν Tamburini αποκλειστικά στα ηνία του τεχνικού σχεδιασμού (o Μorri είχε αναλάβει την διοίκηση της εταιρείας), μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα διατίθενται προς πώληση κιτ, αλλά και ολόκληρες μοτοσυκλέτες με επαναστατικές τεχνολογικές λύσεις (βλέπε μοντέλα όπως το YB1, KB2, HDB1 κ.λ.π).

Από το 1977, πεπεισμένοι πλέον για τις προοπτικές της Bimota Meccanica, oι Morri και Τamburini σταματούν την ενασχόληση με τους κλιματισμούς και εστιάζουν αποκλειστικά στην παραγωγή μοτοσυκλετών, παρά τις απίστευτες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν. Τι είδους δυσκολίες; Παραδείγματος χάριν, εκείνη την χρονιά, εξαιτίας ενός νομικού πλαισίου που τροποποίησε η ιταλική κυβέρνηση, 200 κινητήρες της Suzuki που προορίζονταν για το νέο SB2 "κόλλησαν" στο λιμάνι του Livorno και εστάλησαν πίσω στην Iαπωνία, με κίνδυνο η Bimota να χάσει 50% τoυ ετήσιου τζίρου της και να ακυρώσει όλη την παραγωγή των SB2 (που είχε παραγγείλει η Saiad –o Iταλός αντιπρόσωπος της Suzuki). Προσπαθήστε να φανταστείτε πώς θα νιώθατε αν κλείνατε μια υγιή και "σίγουρη" επιχείρηση, όπως η Bimota Idrotermica, για να κρατήσετε τη Δαμόκλειο σπάθη εν ονόματι Bimota Meccanica και έπειτα να λαμβάνατε τα σοκαριστικά νέα του Livorno...

O Virginio Ferrari κατέκτησε το πρωτάθλημα TT F1 το 1987 πάνω σε ένα Bimota YB4

 

Ο Μοrri με τον καιρό κατάλαβε ότι με την επιλογή του να κρατήσει την Bimota Meccanica, τα ανοικτά μέτωπα θα υπήρχαν παντού και πάντα. Tο 1979 με την ένταξη του Αμερικάνου Randy Mamola στην αγωνιστική ομάδα της Bimota, ο δύσμοιρος Μorri ήρθε αντιμέτωπος μ’ έναν ταλαντούχο, αλλά δύστροπο και ανώριμο νεαρό, o οποίος δημιουργούσε μόνιμα προβλήματα. Πέρα από τις συνεχόμενες κλήσεις που λάμβανε η εταιρεία από την τροχαία του Rimini (είχαν παραχωρήσει στον Mamola ένα Fiat 128), o Αμερικάνος αρνιόταν πεισματικά να φορέσει κράνη-σπόνσορες της Bimota, με την δικαιολογία ότι είχαν μόνο ευρωπαϊκή έγκριση τύπου και όχι των ΗΠΑ. Αργότερα, είχε δημιουργηθεί αρνητικό κλίμα να παραστεί σε δοκιμές, με την δικαιολογία ότι δεν του είχαν ακόμα φέρει την Mustang του. Ακόμα χειρότερα, μετείχε σε αγώνα με εξοπλισμό στα χρώματα παλιότερων χορηγών και όχι της Bimota, γιατί απλά "τον βόλευαν καλύτερα". Και αυτό όχι σ’ έναν οποιονδήποτε τοπικό αγώνα, αλλά στα 200 μίλια της Daytona! Τα αμέτρητα καμώματα του Μamola έμειναν γνωστά στους κύκλους της Bimota ως "mamolata".

H Bimota, παρ' όλα αυτά, επέζησε τη δεκαετία του '70, αύξησε σταδιακά τον αριθμό των διαθέσιμων μοντέλων της και τις νίκες στις πίστες, με αποκορύφωμα το 1980, όπου ο Νοτιοαφρικανός John Ekerold κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα Grand Prix στην κατηγορία των 350 cc. Και αυτό, επτά μόλις χρόνια από την ίδρυση της Bimota Meccanica.

Συνεπώς, η δεκαετία του 1980 φάνταζε πως θα ξεκινούσε με τους καλύτερους οιωνούς, ωστόσο ένα χρόνο μετά στην πίστα της Rieja (πρώην Γιουγκοσλαβία, νυν Κροατία), o Morri γίνεται αυτόπτης μάρτυρας ενός τραγικού δυστυχήματος με τον βίαιο θάνατο του Γάλλου αναβάτη Michel Rougerie που θα τον στιγματίσει για πάντα.

Με την έλευση της νέας δεκαετίας, οι Μorri και Tamburini έχουν πλέον συνειδητοποιήσει ότι είναι σημαντικό να διατηρούν την ορμή τους και να εξελίσσουν, μόνιμα, νέα μοντέλα με καινούριες τεχνολογίες, για να μπορούν να βρίσκονται πάντα μπροστά στις εξελίξεις, καθώς ο ιαπωνικός ανταγωνισμός άρχισε να "ξυπνάει" και στο κομμάτι της εξέλιξης πλαισίων.

Το 1983 όμως συνέβη το αδιανόητο: Ο Τamburini αποχωρεί από την Bimota, ενώ προηγουμένως είχαν προηγηθεί κάποια συμβάντα με "περίεργες" συμπεριφορές από μέρους του. Στην πραγματικότητα, ο Tamburini είχε σπάσει κάτω από την πίεση των χρεών, την ανάγκη για αναδιάρθρωση της εταιρείας και την ανάγκη για γρήγορη εξέλιξη νέων μοντέλων. Με το τελευταίο να είναι ευθύνη που βάραινε αποκλειστικά εκείνον.

Ο Morri μένει ξαφνικά "ξεκρέμαστος" από τον άνθρωπο που ουσιαστικά "του είχε φάει τα αυτιά" να δραστηριοποιηθούν στο τομέα των μοτοσυκλετών. Ο ταλαντούχος άνθρωπος και πηγή των πρωτοποριακών ιδεών της Bimota είχε κάνει φτερά για την αγωνιστική ομάδα Gallina του Franco Uncini και λίγο αργότερα (1985), για την ατρωσία και την ευρωστία που του προσέφεραν -μέχρι το τέλος της καριέρας του- οι γαλαντόμοι αδερφοί Castiglioni του Cagiva/MV Agusta Group. Επιπλέον, η έξοδος του από την Bimota κάθε άλλο παρά ομαλή ήταν. O Μοrri είχε να αντιμετωπίσει έναν Tamburini που εκείνη την περίοδο λειτουργούσε αλλοπρόσαλλα.

Το ιδιοφυές Bimota Tesi 1D (1991)

 

Επιπροσθέτως, ο προδομένος Μοrri έπρεπε να βρει άμεσα έναν ικανό αντικαταστάτη, επειδή όλο το image της Bimota βασιζόταν πάνω στην καινοτομία. Aυτό προαπαιτούσε εξαιρετική διαίσθηση για να βρεθεί ο κατάλληλος άνθρωπος που θα οδηγούσε την Bimota γρήγορα στη μετά Τamburini εποχή. Από την άλλη μεριά, ο Morri έπρεπε να παλέψει για να διατηρήσει την εμπιστοσύνη των προμηθευτών, των αντιπροσώπων, των πελατών και του προσωπικού που μάθαιναν ότι ο "Μίδας" της Bimota αποχωρούσε. Και όλα αυτά, σε μια Bimota που βάδιζε γοργά προς την χρεοκοπία και με έναν Tamburini που ένα χρόνο μετά την αποχώρηση του, εξακολουθούσε να δημιουργεί προβλήματα, νομικής φύσεως και μη. Επιπλέον, ο Morri ήταν ένας τυπικός αφοσιωμένος οικογενειάρχης, πατέρας και σύζυγος, με τις αντίστοιχες βαρύνουσες υποχρεώσεις. Ανακαλώντας εκείνες τις δύσκολες στιγμές, ο Morri είχε δηλώσει:

"Φτάνοντας στα μέσα Ιουλίου (του 1984) και έχοντας στα χέρια τις οικονομικές καταστάσεις του πρώτου εξαμήνου, μου είχε καταστεί σαφές ότι τα επισφαλή χρέη, εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης, θα μπορούσαν να κατακλύσουν όλες τις εταιρικές δραστηριότητες σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Συμπεριλαμβάνοντας και τους μετόχους! Πέρασα το επόμενο Σαββατοκύριακο στην εταιρεία, εντελώς μόνος, εξέτασα όλες τις πιθανές ευκαιρίες που μπορούσε να σκαρφιστεί ο νους μου. Εκείνες τις ώρες σκέφτηκα επίσης ότι είχα την δυνατότητα να τα παρατήσω όλα, αλλά δεν έχασα ποτέ την πίστη μου στο ότι η Bimota μπορούσε να τα καταφέρει."

Αυτό σκέφτηκε και αυτό έκανε. O Μοrri αντικατέστησε τον Tamburini με τον επίσης ταλαντούχο Federico Martini, προχώρησε με την προτεινόμενη πτυχιακή δύο φοιτητών του Πανεπιστημίου της Bologna (Pierluigi Marconi και Roberto Ugolini) και παρουσίασε το επαναστατικό πρωτότυπο Tesi 400 (που σημαίνει κυριολεκτικά πτυχιακή στα ιταλικά) με το ιδιοφυές εναλλακτικό μπροστινό σύστημα, πετυχαίνοντας να διατηρήσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και να αποδείξει ότι η Bimota θα επιζούσε και χωρίς τον Tamburini. Παρ' όλα αυτά δεν καταφέρνει να γλιτώσει ολοκληρωτικά την εταιρεία από τον οικονομική κατρακύλα και για τα επόμενα δύο χρόνια η επιχείρησή του μπαίνει σε ελεγχόμενη διαχείριση από το δικαστήριο του Rimini. Εν τούτοις, οι παγωμένες οφειλές, δίνουν χρόνο και ανάσα στο Morri να αναδιαρθρώσει την εταιρεία του.

Το 1985 παρουσιάζει το Bimota DB1, το πρώτο με κινητήρα Ducati, που κάνει θραύση κυρίως στην Ιαπωνική αγορά. Την ίδια χρονιά όμως, και ενώ βρίσκεται σε επαγγελματικό ταξίδι στο Τόκιο της Ιαπωνίας, ο Morri παθαίνει έμφραγμα. Το βάρος των υποχρεώσεων και η υπεράνθρωπη προσπάθεια τον είχαν καταβάλλει. Αντιθέτως, δεν πτοείται και συνεχίζει ακάθεκτος με έναν χαρακτηριστικό ζήλο.

Το Bimota Tesi 400 κράτησε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης αμείωτο κατά την έξοδο του Massimo Tamburini από την Bimota

 

Στις 6 Νοεμβρίου του 1986, η Bimota απαλλάσσεται από την ελεγχόμενη διαχείριση και το 1987 ο Virginio Ferrari κατακτά το πρωτάθλημα ΤΤ F1 πάνω σε ένα Bimota YB4 R. Σημαντικές νίκες σημειώνονται και σε άλλα πρωταθλήματα όπως αυτές των Malcolm Tunstall (πρωταθλητής στην κατηγορία Formula 2 στις Ηνωμένες Πολιτείες με ένα DB1 SR) και του γνωστού δημοσιογράφου Αlan Cathcart στα Pro Twins της Daytona. Με το ΥΒ4, η Bimota εισάγει πρώτη τον ηλεκτρονικό ψεκασμό και τα αλουμινένια twin-spar πλαίσια σε μοτοσυκλέτα παραγωγής, ενώ η εξέλιξη του επαναστατικού Tesi συνεχίζεται.

Το 1989 ο Federico Martini ανακοινώνει στον Morri ότι η Gilera εκδήλωσε ενδιαφέρον γι’ αυτόν. Ο Morri τον ενημερώνει ότι αν το αποφάσιζε να φύγει, θα ήθελε να το ξέρει νωρίς για βρεθεί αντικαταστάτης. Ο Martini δεν τήρησε την συμφωνία και εντελώς αναπάντεχα μετά την παρθενική νίκη του νεοεισαχθέντα Giancalro Falappa στο Misano, ανακοινώνει την αποχώρηση του. Ο Morri για άλλη μια φορά μένει μόνος ν’ αγωνίζεται με νύχια και με δόντια για την αγαπημένη του Bimota, με όλη την πίεση που δέχεται από ένα νεοσύστατο διοικητικό συμβούλιο επενδυτών, που παρακολουθεί κάθε του κίνηση απαιτώντας την απόδοση των επενδύσεών τους. Tελικά τoν Μartini θα τον αντικαταστήσει ο Pierlugi Marconi (ο ένας εκ των δύο φοιτητών που ήταν υπεύθυνοι για το Tesi).

Η ανατολή της δεκαετίας του '90, βρίσκει την Bimota με θετικά πρόσημα στα λογιστικά βιβλία της. Το 1991 και μετά από εφτά ολόκληρα χρόνια εξέλιξης, η εταιρεία θα παρουσιάσει στην Κολωνία το Tesi 1D παραγωγής, αφήνοντας εμβρόντητο όλον τον μοτοσυκλετιστικό κόσμο, με το καινοτόμο μπροστινό σύστημα που θα μείνει στην ιστορία. Γι' αυτόν το λόγο, το Πανεπιστήμιο της Κολούμπια στις ΗΠΑ είχε στείλει επίσημη πρόσκληση στον Morri για να του απονήμει, τιμής ένεκεν, πτυχίο στη Μηχανολογία, κάτι που σαν πραγματικός gentleman το αρνήθηκε, διότι πίστευε ότι το Τesi ήταν ξεκάθαρα παιδί του Pierluigi Marconi και του Roberto Ugolini. Ένα χρόνο αργότερα θα παρουσιαστεί το "ψεκαστό" YB8 Furano που με τα 164 άλογα ήταν η πιο γρήγορη μοτοσυκλέτα παραγωγής της εποχής της.

Δυστυχώς, τo 1992 μετά από συνεχείς διαφωνίες με το διοικητικό συμβούλιο θα ανακοινώσει την παραίτηση του και θα πουλήσει τις μετοχές του. Ο λόγος; Το συμβούλιο ήθελε να "νερώσει το κρασί" παρουσιάζοντας πιο προσιτά μοντέλα, μεταξύ των οποίων scooter και enduro (το ένα δε συνέβη ποτέ, για το άλλο βλέπε τα πρώτα Vertemati), κάτι που τον έβρισκε απόλυτα αντίθετο, καθώς πίστευε ότι αυτό θα μόλυνε τις πραγματικές αξίες της Bimota.

To SB2 παραλίγο να μην γίνει ποτέ πραγματικότητα λόγω το προβλημάτων στο λιμάνι του Livorno...

 

Ο Walter Martini θα αντικαταστήσει τον Morri στην θέση του CEO της Bimota και το διοικητικό συμβούλιο θα τον αναγκάσει σε μια ήπια αποχώρηση για να μην ταραχτεί η αγορά με την ξαφνική απουσία του. Σε μια ντροπιαστική χειρονομία από μεριάς του διοικητικού συμβουλίου, για όσο o Morri χρειάστηκε να παραμείνει, δεν του διέθεσαν χώρο για δικό του γραφείο. Το 1993, ο πιο σημαντικός άνθρωπος στην Bimota είχε πλέον αποχωρήσει.

Φυσικά όλα αυτά δεν είναι παρά μια ακραία περίληψη της ιστορίας και όσων έχει πράξει και καταφέρει ο κύριος Morri. Aλλά όσοι δεν συγκινείστε με τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες, την επόμενη φορά που θα συναντήσετε ένα Bimota, προσπαθήστε να θυμηθείτε ότι πολλές φορές κάποια πράγματα θέλουν μια δεύτερη ή και μια τρίτη ματιά για να τα εκτιμήσουμε όπως τους αξίζει. Μην ξεχνάμε ότι κολοσσοί, όπως η Ducati και η ΚΤΜ, υπήρξαν και αυτοί κάποτε πληβείοι της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, αλλά χάρη στους αφανείς ήρωες, σαν τον κύριο Morri της Βimota που δίνουν ψυχή τε και σώματι στα εταιρικά οράματά τους, επέζησαν δύο άκρως σημαντικά brands που ευτυχώς παγιώθηκαν στις αγορές και στη συνείδηση του αγοραστικού κοινού. Και τώρα που η Bimota ξανάνοιξε τις πόρτες της με την βοήθεια της Kawasaki, αναμένουμε με ανυπομονησία τα αποτελέσματα.

Ο Roberto Ugolini (αριστερά) και o Pierluigi Marconi (στη μέση)  ήταν οι δύο φοιτητές από το Πανεπιστήμιο της Bologna, υπεύθυνοι για το Bimota Tesi 400. Eδώ, μαζί με τον Giuseppe Morri έξω από στο εργοστάσιο της Bimota το 1984

Του Αλέξη Στεφανίδη