Μια απ' τις πιο σημαντικές "μοτοσυκλέτες" της Moto Guzzi

Η κρυφή ιστορία πίσω απ' το τρίτροχο
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/2/2019

Moto Guzzi V7, η πιο αναγνωρίσιμη της εταιρείας που κατέχει το ρεκόρ του Ευρωπαίου κατασκευαστή με την μεγαλύτερη ΑΔΙΑΚΟΠΗ λειτουργία, μία μοτοσυκλέτα είδωλο για όλους τους ιταλόφιλους και όχι μονάχα τους guzzisti! Σήμερα θα πάμε στην απαρχή της ιστορίας της και θα βρούμε την βάση για έναν από τους λόγους της επιτυχίας της. Και για να το κάνουμε αυτό θα ξεκινήσουμε με μία ελάχιστα γνωστή τρίκυκλη μοτοσυκλέτα, που παίζει με τα όρια που υπάρχουν με την αυτοκίνηση του σήμερα, μιας και κάποτε όλες αυτές οι περιοχές ήταν ακόμη πιο γκρίζες…

Με μια πρώτη ματιά το τρίτροχο της Moto Guzzi εντυπωσιάζει με τον σχεδιασμό του θυμίζοντας περισσότερο αυτοκίνητο -λόγω του τιμονιού- και λιγότερο φουρκόνι όπως θα προτρέξουν πολλοί να το παρομοιάσουν, όμως στην πραγματικότητα είναι κάτι τελείως ξεχωριστό.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 η Moto Guzzi υπέγραψε μια συμφωνία με τον ιταλικό στρατό ώστε να τους κατασκευάσει ένα όχημα ικανό για να περάσει ακόμη κι απ’ τα πιο δύσβατα ορεινά μονοπάτια, μεταφέροντας συνάμα μεγάλες ποσότητες προμηθειών και χωρίς να έχει μεγάλο κόστος συντήρησης. Η πρόταση έπεσε στο τραπέζι της Moto Guzzi απ’ τον στρατηγό Ferruccio Garbari που ήθελε να “αποσύρει” τα μουλάρια που χρησιμοποιούσαν μέχρι πρότινος τα στρατεύματα για την μεταφορά εφοδίων καθώς κατά τη διάρκεια του ‘Β Παγκοσμίου Πολέμου αποδείχτηκαν υπό μια έννοια ζημιογόνα, αφού όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έπρεπε να τραφούν για να αποδώσουν - και με τη τροφή να είναι περιορισμένη τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Έτσι τον Μάρτιο του 1960 μετά από έναν χρόνο εντατικών δοκιμών και τροποποιήσεων, η Moto Guzzi παρουσίασε το Autoveicolo Da Montagna (ορεινό όχημα).

Υπεύθυνος για τη δημιουργία του ήταν ο ευρηματικός μηχανικός της ιταλικής εταιρείας, Giulio Carcano. Το αρχικό του πλάνο ήταν να χρησιμοποιήσει τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 500 κυβικών που είχαν κι άλλες μοτοσυκλέτες της εταιρείας -τόσο στρατιωτικές όσο και παραγωγής, όμως αφού αποδείχτηκε αρκετά αδύναμος τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Giulio είχε σχεδιάσει έναν αερόψυκτο δικύλινδρο V 90ο με σκοπό να τοποθετηθεί στην sport έκδοση του Fiat 500, όμως το σχέδιο ματαιώθηκε καθώς η Moto Guzzi δεν είχε τη δυνατότητα να τον παράγει στις ποσότητες που ζητούσε η Fiat. Ναι, ήταν μία ωραία εποχή που ευνοούσε τις συνεργασίες. Το γεγονός πως ήταν υπεύθυνος στη δημιουργία του Autoveicolo Da Montagna του έδωσε τη δυνατότητα να εξελίξει περαιτέρω τον κινητήρα αυξάνοντας τον κυβισμό στα 754 κυβικά, προσφέροντας έτσι στο βαρυ σχετικά πρωτότυπο τις απαραίτητες επιδόσεις για να περνά και απ' τα πιο δύσκολα μονοπάτια. Ακόμη, ο κινητήρας είναι εφοδιασμένος με κιβώτιο έξι σχέσεων και μια όπισθεν παρέχοντας την κατάλληλη κλιμάκωση της δύναμης ώστε να ανεβαίνει μέχρι και πλαγιές με κλίση έως 31 μοίρες. Για να μην αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα σε οποιοδήποτε τερέν, εφοδίασε τους πίσω τροχούς με ένα είδος ερπύστριας που μάλιστα είναι ρυθμιζόμενη ώστε να παρέχονται τα μέγιστα δυνατά επίπεδα πρόσφυσης, ενώ η μετάδοση της κίνησης γίνεται μέσω του διαφορικού.

Ακόμη ο μπροστινός τροχός παίρνει κίνηση απ’ τον κινητήρα μέσω δύο αξόνων με αποτέλεσμα να εκμηδενίζονται σχεδόν οι πιθανότητες να κολλήσει σε κάποιο μέρος στο βουνό. Όμως, το μεγαλύτερο ατού του –η αναρρίχηση στις απότομες πλαγιές- ήταν ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημά του, καθώς είχαν σκοτωθεί αρκετοί στρατιώτες την ώρα που ανέβαιναν στις πλαγιές αφού πολλές φορές αναποδογύριζε, πλακώνοντάς τους. Με την σκληρότητα που υπήρχε εκείνη την εποχή, συγκριτικά με την πιο εύκολα συναισθηματικά φορτισμένη δική μας, να ρίχνει βάρος και στο ίδιο το στράτευμα, καθώς δεν ήταν επαρκώς εκπαιδευμένο...

Σαν σύνολο εκπλήρωνε επιτυχώς τον στόχο του, αφού το πεδίο δράσης του δεν γνώριζε περιορισμούς -χάρη στην κίνηση στους τρεις τροχούς και τις ερπύστριες- ενώ παράλληλα το κόστος συντήρησης δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλο σε χρήμα αλλά αντίθετα σε χρόνο. Πράγμα που σε στρατιωτικούς όρους το καθιστούσε ασύμφορο. Έτσι οι απώλειες που είχαν προκύψει απ’ τη χρήση του και σε συνδυασμό με τη δύσκολη συντήρηση που είχε λόγω των αξόνων κίνησης οδήγησε στην διακοπή της παραγωγής της, το 1963. Δεν είναι τυχαίο που το ψευδόνυμό του σε πολύ ελεύθερη μετάφραση, ήταν: "Συνονθύλευμα γραναζιών".

Το εικονιζόμενο, άψογα ανακατασκευασμένο μοντέλο, προέρχεται απ’ το μουσείο The motorworld του V. Sheyanov που βρίσκεται κοντά στην Σαμάρα, βορειοανατολικά της χώρας μας κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και του Καζακστάν.

Ο Peter Moskovsskikh αναφέρει την ιστορία της μοτοσυκλέτας μέχρι να μπει στο μουσείο ως έκθεμα λέγοντας: “Την αποκτήσαμε από έναν συλλέκτη στο Rimini. Δεν ήταν σε κακή κατάσταση όμως η ολική ανακατασκευή της ήταν απαραίτητη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να βρούμε όλα τα ανταλλακτικά και όχι η διαδικασία της αναπαλαίωσης που διήρκησε έξι μήνες.” Για την ακρίβεια η αναπαλαίωση ήταν τόσο πιστή που απέκτησε ξανά μέχρι και την Beretta 38/49 που χρησιμοποιούσαν τα ιταλικά στρατεύματα στο ‘B Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και το έμβλημα του Torino Alpini του στρατιωτικού σώματος που την χρησιμοποιούσε.

Η ανακατασκευή της όμως δεν έγινε στο ρωσικό μουσείο όπως πολλοί θα πιστεύαμε αλλά πίσω στην Ιταλία, στο Cingoli, απ’ τον Costantino Frontalini ιδιοκτήτη ενός άλλου μουσείου που είναι αφιερωμένο στα sidecars.

Το τρίτροχο της Moto Guzzi έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της κίνησης που είχε και στους τρείς τροχούς καθώς και των ερπυστριών της όμως το πραγματικό μυστικό είναι ότι κρύβει μέσα της κάτι που είναι ανεκτίμητης ιστορικής αξίας για την εταιρεία, τον κινητήρα της. Όχι μόνο επειδή ήταν ο πρώτος διάταξης V της Moto Guzzi που χρησιμοποιήθηκε έστω και σε μοντέλο για στρατιωτική χρήση αλλά επειδή μετέπειτα θα εξόπλιζε μοντέλο - είδωλο της εταιρείας, το V7.

Ο λόγος της δημιουργίας της V7, αποσκοπούσε στο να κερδίσει η Moto Guzzi έναν διαγωνισμό που είχε ξεκινήσει η ιταλική κυβέρνηση για τον εξοπλισμό της αστυνομίας με μοτοσυκλέτες. Νικητής του διαγωνισμού θα ήταν αυτός που η μοτοσυκλέτα του θα είχε το χαμηλότερο κόστος συντήρησης απ' τις υπόλοιπες στα πρώτα 100.000 και όπως καταλαβαίνετε η Moto Guzzi σε αυτόν τον τομέα δεν είχε αντίπαλο, χάρη τη δημιουργία του Giulio Carcano. Για να τον τιμήσει έδωσε τ' όνομά του στον κινητήρα, παρουσιάζοντας έτσι τον Carcano V7Έτσι το 1964 η πρώτη V7 βγήκε στην παραγωγή διαμορφώνοντας την εικόνα της Moto Guzzi που μέχρι σήμερα παραμένει αναλλοίωτη με τους εγκάρσια τοποθετημένους κινητήρες.

Αν θέλετε, εδώ μπορείτε να διαβάσετε την δοκιμή της V7 II Special 2015, συνεχίζοντας την ιστορία του Carcano...

Ετικέτες

Η επιστροφή μετά από μια πτώση!

Ένα υπαρξιακό ζήτημα που μας απασχολεί όλους
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/3/2020

Μπορεί να αποτελεί θέμα ταμπού για όλους όσοι οδηγούμε μοτοσυκλέτες, αλλά δεν παύει να είναι μια πραγματικότητα και ένα αναπόφευκτο στατιστικό. Κάποια στιγμή, όποιος οδηγεί οποιοδήποτε είδος δικύκλου (είτε σκούτερ, είτε μοτοποδήλατο, είτε μοτοσυκλέτα), θα βιώσει την εμπειρία μιας πτώσης. Μπορεί να είναι από μια χαζή και αστεία, σχεδόν στατική, τούμπα έξω από το σπίτι σας, ή μια πιο σοβαρή κατάσταση στο δρόμο ή μέσα σε μια πίστα κατά την διάρκεια ενός track day. Το μεγάλο ερώτημα που δημιουργείται μετά από ένα τέτοιο συμβάν και που –πιστέψτε με- είναι πιο δύσκολο κι από την ίδια την εμπειρία της πτώσης, είναι το εξής: Πώς θα ξαναοδηγήσω την μοτοσυκλέτα μου; Για αρκετούς μάλιστα το ερώτημα πάει πιο βαθιά, σε σημείο να αναρωτηθούν αν θα πρέπει να ξαναοδηγήσουν μοτοσυκλέτα.

Η απάντηση σ' αυτό το βασικό ερώτημα δεν μπορεί να είναι μία, ούτε και πανάκεια και φυσικά να ξεκαθαρίσουμε ότι μιλάμε για περιπτώσεις που μετά από την εκάστοτε πτώση δεν υφίσταται κάποιο αξεπέραστο ιατρικό πρόβλημα που δεν θα επέτρεπε να ξανανέβει ο αναβάτης σε μοτοσυκλέτα. Ο κάθε αναβάτης, ως ξεχωριστή προσωπικότητα και διαθέτοντας διαφορετικό επίπεδο εμπειρίας, έχει μια διαφορετική οπτική για το ζήτημα. Άλλοι θα υποστηρίξουν ότι πρέπει να ξανακαβαλησετε το συντομότερο δυνατό κι άλλοι θα σας συμβουλέψουν να πουλήσετε την μοτοσυκλέτα σας και να μην ξανασχοληθείτε με οτιδήποτε έχει δύο τροχούς. Ό,τι κι αν ακούσετε από τον περίγυρό σας, το συγγενικό και το φιλικό περιβάλλον, την απάντηση μπορείτε να την δώσετε μόνο εσείς. Μέσα από αυτό το άρθρο δεν θα προσπαθήσουμε να κάνουμε αυτό που δεν μπορεί να γίνει, να απαντήσουμε δηλαδή για λογαριασμό σας, αλλά μπορούμε να προτείνουμε κάποιες… "κατευθυντήριες γραμμές" που ίσως βοηθήσουν μερικούς να φτάσουν στο ζητούμενο.

Μόνο εσείς ξέρετε πότε θα είναι η κατάλληλη στιγμή...

Κατ' αρχήν να είστε ειλικρινείς με τον εαυτό σας. Αν σας διακατέχει μια νευρικότητα το αμέσως επόμενο διάστημα από μια πτώση, μην ανησυχήσετε. Είναι απολύτως φυσιολογικό. Δουλέψτε το μέσα σας με υπομονή και κάποια στιγμή θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου, όπου θα μπορέσετε να αναλύσετε το συμβάν και να βρείτε τι ήταν αυτό που οδήγησε στην πτώση. Μην βιάζετε καταστάσεις και αφήστε τον χρόνο να κάνει την δουλειά του. Το κέρδος θα είναι πολύ μεγάλο, καθώς θα σας βοηθήσει να οδηγείτε και με περισσότερη ασφάλεια στο μέλλον. Δεν θα μάθετε μόνο από τα λάθη σας, αλλά θα μάθετε και πώς να αξιολογείται καλύτερα τις συνθήκες και τα δεδομένα του δρόμου και του περιβάλλοντα χώρου.

Δεν υπάρχει κάποιος μπούσουλας για το πόσος χρόνος θα χρειαστεί να περάσει μέχρι να νιώσετε άνετα ξανά πάνω στην μοτοσυκλέτα σας. Μια μέθοδος όμως που μπορεί να βοηθήσει, είναι να αρχίσετε να ασχολείστε με πρακτικά ζητήματα, που θα κάνουν το μυαλό σας να μπει σε μια σειρά και να αξιολογήσει σωστά το τι έχει συμβεί. Ξεκινήστε, για παράδειγμα, με την αντικατάσταση του εξοπλισμού σας που έπαθε ζημιά από την πτώση ή πηγαίνετε την μοτοσυκλέτα σας για έναν έλεγχο ώστε να διαπιστώσετε το μέγεθος της τυχόν ζημιάς, αν πρόκειται για σοβαρή πτώση. Αντικαταστήστε τα εξαρτήματα που έχουν γρατζουνιές ή έχουν σπάσει, βάζοντας το μυαλό σας στην διαδικασία να συνειδητοποιήσει ότι έχετε τον έλεγχο της κατάστασης. Είναι κάτι πολύ χρήσιμο, ειδικά όταν μετά από ένα συμβάν νιώθουμε ότι έχουμε χάσει τελείως τον έλεγχο, ενώ από την άλλη είναι και πράγματα που ούτως ή άλλως πρέπει να γίνουν στην μοτοσυκλέτα και τον εξοπλισμό σας.

 

Εδώ αξίζει να τονίσουμε και την αλληλοστήριξη που μπορούμε να βρούμε ή να δώσουμε σε περίπτωση κάποιας πτώσης, από/σε έναν άλλο αναβάτη. Είναι τρομερά σημαντική αυτή η εκατέρωθεν κατανόηση, καθώς πολύ δύσκολα θα βρεθεί κάποιος από το οικείο περιβάλλον σας που θα αντιλαμβάνεται το πάθος που έχετε για την μοτοσυκλέτα και την έντονη επιθυμία να ξανανεβείτε πάνω στη σέλα της.

Είναι απολύτως κατανοητό βέβαια το ότι όταν βλέπεις κάποιον που αγαπάς και νοιάζεσαι, να υποφέρει εξαιτίας μιας πτώσης, δεν είναι καθόλου ωραίο πράγμα. Αν βρεθείτε όμως εσείς σ' αυτή την θέση, να είστε ειλικρινείς, προσπαθήστε να συμπονάτε και πείτε έναν καλό λόγο στον άτυχο αναβάτη.

Όπως λέμε και παραπάνω –και δεν θα σταματήσουμε να τονίζουμε- μόνο εσείς ξέρετε πότε θα είναι η κατάλληλη στιγμή να βρεθείτε ξανά πάνω σε μία μοτοσυκλέτα. Ίσως αυτή διαδικασία να απαιτεί από εσάς να αλλάξετε εντελώς την οπτική σας ή και την φιλοσοφία της οδήγησής σας. Δώστε χρόνο και χώρο στον εαυτό σας για να συμβεί αυτό και μην πιέζεστε αν δεν είσαστε απόλυτα σίγουροι και έτοιμοι. Για παράδειγμα, αν νιώθετε κάπως όταν περνάτε από το σημείο που είχατε την πτώση –έστω και με μια δόση προληπτικότητας- μην αφήσετε κανέναν να σας πείσει ότι η παράκαμψη που κάνετε για να το αποφύγετε δεν σας συμφέρει σε χρόνο και απόσταση. Κάποια στιγμή μπορεί να αλλάξετε γνώμη κι αυτό θα είναι κάτι καλό, αλλά όταν αποφασίσετε να ξαναπεράσετε από εκεί, θα είναι αποκλειστικά δική σας απόφαση.

Αναμφισβήτητα, όλο αυτό είναι μια εγκεφαλική και ψυχολογική διαδικασία και μόνο με μια ειλικρινή αντιμετώπιση απέναντι στον εαυτό σας θα καταφέρετε να προχωρήσετε μπροστά, όποιο δρόμο κι αν επιλέξετε να πάρετε…