Μια απ' τις πιο σημαντικές "μοτοσυκλέτες" της Moto Guzzi

Η κρυφή ιστορία πίσω απ' το τρίτροχο
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/2/2019

Moto Guzzi V7, η πιο αναγνωρίσιμη της εταιρείας που κατέχει το ρεκόρ του Ευρωπαίου κατασκευαστή με την μεγαλύτερη ΑΔΙΑΚΟΠΗ λειτουργία, μία μοτοσυκλέτα είδωλο για όλους τους ιταλόφιλους και όχι μονάχα τους guzzisti! Σήμερα θα πάμε στην απαρχή της ιστορίας της και θα βρούμε την βάση για έναν από τους λόγους της επιτυχίας της. Και για να το κάνουμε αυτό θα ξεκινήσουμε με μία ελάχιστα γνωστή τρίκυκλη μοτοσυκλέτα, που παίζει με τα όρια που υπάρχουν με την αυτοκίνηση του σήμερα, μιας και κάποτε όλες αυτές οι περιοχές ήταν ακόμη πιο γκρίζες…

Με μια πρώτη ματιά το τρίτροχο της Moto Guzzi εντυπωσιάζει με τον σχεδιασμό του θυμίζοντας περισσότερο αυτοκίνητο -λόγω του τιμονιού- και λιγότερο φουρκόνι όπως θα προτρέξουν πολλοί να το παρομοιάσουν, όμως στην πραγματικότητα είναι κάτι τελείως ξεχωριστό.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 η Moto Guzzi υπέγραψε μια συμφωνία με τον ιταλικό στρατό ώστε να τους κατασκευάσει ένα όχημα ικανό για να περάσει ακόμη κι απ’ τα πιο δύσβατα ορεινά μονοπάτια, μεταφέροντας συνάμα μεγάλες ποσότητες προμηθειών και χωρίς να έχει μεγάλο κόστος συντήρησης. Η πρόταση έπεσε στο τραπέζι της Moto Guzzi απ’ τον στρατηγό Ferruccio Garbari που ήθελε να “αποσύρει” τα μουλάρια που χρησιμοποιούσαν μέχρι πρότινος τα στρατεύματα για την μεταφορά εφοδίων καθώς κατά τη διάρκεια του ‘Β Παγκοσμίου Πολέμου αποδείχτηκαν υπό μια έννοια ζημιογόνα, αφού όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έπρεπε να τραφούν για να αποδώσουν - και με τη τροφή να είναι περιορισμένη τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Έτσι τον Μάρτιο του 1960 μετά από έναν χρόνο εντατικών δοκιμών και τροποποιήσεων, η Moto Guzzi παρουσίασε το Autoveicolo Da Montagna (ορεινό όχημα).

Υπεύθυνος για τη δημιουργία του ήταν ο ευρηματικός μηχανικός της ιταλικής εταιρείας, Giulio Carcano. Το αρχικό του πλάνο ήταν να χρησιμοποιήσει τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 500 κυβικών που είχαν κι άλλες μοτοσυκλέτες της εταιρείας -τόσο στρατιωτικές όσο και παραγωγής, όμως αφού αποδείχτηκε αρκετά αδύναμος τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Giulio είχε σχεδιάσει έναν αερόψυκτο δικύλινδρο V 90ο με σκοπό να τοποθετηθεί στην sport έκδοση του Fiat 500, όμως το σχέδιο ματαιώθηκε καθώς η Moto Guzzi δεν είχε τη δυνατότητα να τον παράγει στις ποσότητες που ζητούσε η Fiat. Ναι, ήταν μία ωραία εποχή που ευνοούσε τις συνεργασίες. Το γεγονός πως ήταν υπεύθυνος στη δημιουργία του Autoveicolo Da Montagna του έδωσε τη δυνατότητα να εξελίξει περαιτέρω τον κινητήρα αυξάνοντας τον κυβισμό στα 754 κυβικά, προσφέροντας έτσι στο βαρυ σχετικά πρωτότυπο τις απαραίτητες επιδόσεις για να περνά και απ' τα πιο δύσκολα μονοπάτια. Ακόμη, ο κινητήρας είναι εφοδιασμένος με κιβώτιο έξι σχέσεων και μια όπισθεν παρέχοντας την κατάλληλη κλιμάκωση της δύναμης ώστε να ανεβαίνει μέχρι και πλαγιές με κλίση έως 31 μοίρες. Για να μην αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα σε οποιοδήποτε τερέν, εφοδίασε τους πίσω τροχούς με ένα είδος ερπύστριας που μάλιστα είναι ρυθμιζόμενη ώστε να παρέχονται τα μέγιστα δυνατά επίπεδα πρόσφυσης, ενώ η μετάδοση της κίνησης γίνεται μέσω του διαφορικού.

Ακόμη ο μπροστινός τροχός παίρνει κίνηση απ’ τον κινητήρα μέσω δύο αξόνων με αποτέλεσμα να εκμηδενίζονται σχεδόν οι πιθανότητες να κολλήσει σε κάποιο μέρος στο βουνό. Όμως, το μεγαλύτερο ατού του –η αναρρίχηση στις απότομες πλαγιές- ήταν ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημά του, καθώς είχαν σκοτωθεί αρκετοί στρατιώτες την ώρα που ανέβαιναν στις πλαγιές αφού πολλές φορές αναποδογύριζε, πλακώνοντάς τους. Με την σκληρότητα που υπήρχε εκείνη την εποχή, συγκριτικά με την πιο εύκολα συναισθηματικά φορτισμένη δική μας, να ρίχνει βάρος και στο ίδιο το στράτευμα, καθώς δεν ήταν επαρκώς εκπαιδευμένο...

Σαν σύνολο εκπλήρωνε επιτυχώς τον στόχο του, αφού το πεδίο δράσης του δεν γνώριζε περιορισμούς -χάρη στην κίνηση στους τρεις τροχούς και τις ερπύστριες- ενώ παράλληλα το κόστος συντήρησης δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλο σε χρήμα αλλά αντίθετα σε χρόνο. Πράγμα που σε στρατιωτικούς όρους το καθιστούσε ασύμφορο. Έτσι οι απώλειες που είχαν προκύψει απ’ τη χρήση του και σε συνδυασμό με τη δύσκολη συντήρηση που είχε λόγω των αξόνων κίνησης οδήγησε στην διακοπή της παραγωγής της, το 1963. Δεν είναι τυχαίο που το ψευδόνυμό του σε πολύ ελεύθερη μετάφραση, ήταν: "Συνονθύλευμα γραναζιών".

Το εικονιζόμενο, άψογα ανακατασκευασμένο μοντέλο, προέρχεται απ’ το μουσείο The motorworld του V. Sheyanov που βρίσκεται κοντά στην Σαμάρα, βορειοανατολικά της χώρας μας κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και του Καζακστάν.

Ο Peter Moskovsskikh αναφέρει την ιστορία της μοτοσυκλέτας μέχρι να μπει στο μουσείο ως έκθεμα λέγοντας: “Την αποκτήσαμε από έναν συλλέκτη στο Rimini. Δεν ήταν σε κακή κατάσταση όμως η ολική ανακατασκευή της ήταν απαραίτητη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να βρούμε όλα τα ανταλλακτικά και όχι η διαδικασία της αναπαλαίωσης που διήρκησε έξι μήνες.” Για την ακρίβεια η αναπαλαίωση ήταν τόσο πιστή που απέκτησε ξανά μέχρι και την Beretta 38/49 που χρησιμοποιούσαν τα ιταλικά στρατεύματα στο ‘B Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και το έμβλημα του Torino Alpini του στρατιωτικού σώματος που την χρησιμοποιούσε.

Η ανακατασκευή της όμως δεν έγινε στο ρωσικό μουσείο όπως πολλοί θα πιστεύαμε αλλά πίσω στην Ιταλία, στο Cingoli, απ’ τον Costantino Frontalini ιδιοκτήτη ενός άλλου μουσείου που είναι αφιερωμένο στα sidecars.

Το τρίτροχο της Moto Guzzi έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της κίνησης που είχε και στους τρείς τροχούς καθώς και των ερπυστριών της όμως το πραγματικό μυστικό είναι ότι κρύβει μέσα της κάτι που είναι ανεκτίμητης ιστορικής αξίας για την εταιρεία, τον κινητήρα της. Όχι μόνο επειδή ήταν ο πρώτος διάταξης V της Moto Guzzi που χρησιμοποιήθηκε έστω και σε μοντέλο για στρατιωτική χρήση αλλά επειδή μετέπειτα θα εξόπλιζε μοντέλο - είδωλο της εταιρείας, το V7.

Ο λόγος της δημιουργίας της V7, αποσκοπούσε στο να κερδίσει η Moto Guzzi έναν διαγωνισμό που είχε ξεκινήσει η ιταλική κυβέρνηση για τον εξοπλισμό της αστυνομίας με μοτοσυκλέτες. Νικητής του διαγωνισμού θα ήταν αυτός που η μοτοσυκλέτα του θα είχε το χαμηλότερο κόστος συντήρησης απ' τις υπόλοιπες στα πρώτα 100.000 και όπως καταλαβαίνετε η Moto Guzzi σε αυτόν τον τομέα δεν είχε αντίπαλο, χάρη τη δημιουργία του Giulio Carcano. Για να τον τιμήσει έδωσε τ' όνομά του στον κινητήρα, παρουσιάζοντας έτσι τον Carcano V7Έτσι το 1964 η πρώτη V7 βγήκε στην παραγωγή διαμορφώνοντας την εικόνα της Moto Guzzi που μέχρι σήμερα παραμένει αναλλοίωτη με τους εγκάρσια τοποθετημένους κινητήρες.

Αν θέλετε, εδώ μπορείτε να διαβάσετε την δοκιμή της V7 II Special 2015, συνεχίζοντας την ιστορία του Carcano...

Ετικέτες

Βοσνία – Ελλάδα, Πρωί-Απόγευμα: 4 χώρες σε μία μέρα nonstop με KTM 790 Adventure

Και Αθήνα – Βελιγράδι 1.200 χιλιόμετρα με μία ανάσα
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/6/2020

Τώρα που σιγά-σιγά ανοίγουν τα σύνορα, ας θυμηθούμε πως πέρσι ακριβώς τέτοιες ημέρες, επιστρέφαμε στην Αθήνα έχοντας ξεκινήσει το ίδιο πρωί από την Βοσνία. Τρεις μέρες πριν, αναχωρούσαμε για Βελιγράδι από Αθήνα με στόχο να είμαστε εκεί νωρίς το βράδυ κι έπειτα νωρίς το πρωί της επόμενης να περάσουμε απέναντι στο Σαράγιεβο. Κι από εκεί στα βουνά της Βοσνίας όπου μας περίμενε η εκκίνηση του KTM Rally Bosnia. Πρόκειται για μία ετήσια εκδήλωση για τους ιδιοκτήτες ΚΤΜ σε διαδρομές που λίγοι βάζουν μεσαίες και μεγάλες on-off. Διοργανώνεται από το εργοστάσιο και παίρνουν μέρος όλα τα στελέχη και οι αναβάτες στα Rally. Δηλαδή οδηγείς με τον άνθρωπο που έχει σχεδιάσει την μοτοσυκλέτα σου και με πλοηγό κάποιον από τους αναβάτες στο Dakar ή τους παγκόσμιους χωμάτινους αγώνες. Για αυτό και το εισιτήριο είναι δυσεύρετο, καθώς θέλοντας να κρατήσει το κλίμα οικογενειακό και φιλικό, η ΚΤΜ δεν διαθέτει πληθώρα θέσεων. Για την ιστορία, φέτος ήταν όλα έτοιμα για να γίνει εδώ, στην Ναύπακτο, παράλληλα με το Hellas Rally και είναι ακόμη ένα από τα πράγματα που ακυρώθηκαν και έχουν μεταφερθεί για αργότερα, τον Οκτώβριο. Με την ευκαιρία λοιπόν, τώρα που το KTM Rally θα γίνει στην χώρα μας, κι όσο είναι ακόμη καιρός πριν κλείσουν και οι ακυρώσεις από την αλλαγή ημερομηνίας, μην το σκέφτεστε όσοι είχατε αμφιβολίες για την συμμετοχή σας.

Για την δική μας συμμετοχή στο KTM Bosnia Rally δεν θα επεκταθούμε τώρα, μπορείτε να την θυμηθείτε μέσα από όλα τα ρεπορτάζ εκείνων των ημερών, τις εκατοντάδες φωτογραφίες και τα video, πέρα φυσικά από την αναλυτική δοκιμή του 790 Adventure R και το συγκριτικό με το 790 Adventure, αμέσως μετά στο ΜΟΤΟ, πέρσι τέτοια εποχή. Διότι στην Βοσνία έγινε αλλαγή ελαστικών και επί τρεις μέρες οδηγούσαμε εναλλάξ το 790 αλλά και το 790 R. Συνολικά σχεδόν 4.000 χιλιόμετρα σε ταξίδι εθνική - αστραπή, ταξίδι σε επαρχιακό, κι έπειτα σε χώμα και μάλιστα πολύ και δύσκολο. Αλλάζοντας ελαστικά στην Βοσνία πριν την εκκίνηση, η μοτοσυκλέτα που την προηγούμενη είχε ταξιδέψει αστραπή από την Αθήνα, έπαιρνε τώρα μέρος σε ένα Rally με στόχο να βγει αλώβητη για να συνεχίσει το ταξίδι της επιστροφής το οποίο είναι αρκετά εύκολο παρόλο που περνά από την «άγονη γραμμή των Βαλκανίων». Είναι εύκολο εκτός κι αν έχεις στόχο να το κάνεις αστραπή, μεταδίδοντας εικόνες ζωντανά στα social media και να φτάσεις εγκαίρως στο περίπτερο του ΜΟΤΟ στο Motoshow στο κέντρο της Αθήνας, σε συγκεκριμένη ώρα.

Στα ταξίδια μετρά η πορεία και όχι ο προορισμός, εκτός φυσικά και αν ο σκοπός του ταξιδιού είναι πολύ συγκεκριμένος και ταξιδεύεις με επίσης πολύ συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα! Τότε δεν χωρά δεύτερη σκέψη, επιστροφή σε μία ημέρα και γρήγορα! Σε αντίθεση με το Αθήνα – Βελιγράδι που η συντριπτική πλειοψηφία των χιλιομέτρων μπορεί να γίνει σε εθνικές οδούς και αυτοκινητόδρομους, η επιστροφή ξεκινά με τον χειρότερο επαρχιακό που μπορεί κανείς να φανταστεί. Γεμάτο παγίδες στο απόλυτο σκοτάδι, πολύ πριν ο ήλιος ανατείλει. Μέχρι και την Λαμία, η επιστροφή που πρακτικά διασχίζει τέσσερις χώρες, αν υπολογίσεις και την ηπειρωτική Ελλάδα, γίνεται αποκλειστικά σε επαρχιακούς δρόμους. Ας πάμε να δούμε αυτό το κομμάτι. Ξεκινώντας με κρύο, μέγιστο 2ο Κελσίου στην Βοσνία και φτάνοντας τους 35ο Κελσίου μεσημέρι στην Αλβανία. Με στάσεις μονάχα για ανεφοδιασμό της μοτοσυκλέτας και ενημέρωση με φωτογραφίες στα social media για την πορεία του ταξιδιού.

Το ταξίδι ξεκίνησε αντίστροφα, από εθνική για να προλάβουμε την εκκίνηση στα σίγουρα, αλλά και για να σχηματίσουμε έναν κύκλο... Αυθυμνερόν Αθήνα - Βελιγράδι σε λίγες ώρες...

Όλα αυτά γίνονται πιο εύκολα με μία μοτοσυκλέτα που κάθεσαι άνετα στην σέλα της για όλη την διάρκεια της αυτονομίας της και ξανά βρίσκεσαι επάνω της, χωρίς να χρειάζεται να θυμηθείς όλες τις ασκήσεις γιόγκα που ξέρεις για να ξεπιαστείς. Και ακόμη περισσότερο, όταν η αυτονομία αυτή είναι από τις μεγαλύτερες της κατηγορίας, χάρη στο ρεζερβουάρ που πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα φτιαχνόταν με αυτό τον τρόπο. Και για να θυμηθούμε και την ιστορία – που μόνο το ΜΟΤΟ και κανείς άλλος στον κόσμο δεν έβγαλε προς τα έξω- είναι ακριβώς αυτή η πρωτιά που δημιούργησε και τα πρώτα προβλήματα τροφοδοσίας που από τότε έχουν λυθεί.

Πάνω από το Σαράγιεβο, περίπου μισή ώρα μακριά, στο τουριστικό θέρετρο της περιοχής που γεμίζει σκιέρ τον χειμώνα η εκκίνηση του ταξιδιού γίνεται λίγο πριν τις 05:00. Κι αυτό γιατί τα σύννεφα των προηγούμενων ημερών είχαν πλησιάσει και νωρίς το πρωί θα άνοιγαν την κάνουλα που με το ζόρι κρατιόταν τις προηγούμενες ημέρες. Αφήνοντας με έτσι, να απολαύσω οδήγηση σε νωπό χώμα παρέα με τον Chris Birch και την Leia Santz αντί να παίζω με τις λάσπες. Καλές και οι λάσπες βέβαια, αλλά τις τρώμε με κουτάλι στα Mega Test, δεν χρειάζεται να υπάρχουν συνέχεια στο μενού. Πόσο μάλιστα στην Βοσνία…

Από το Σαράγιεβο προς το Μαυροβούνιο δεν υπάρχουν πολλά περάσματα. Δηλαδή λίγα ασφαλτοστρωμένα και ο συνοριακός σταθμός Hum είναι ο χειρότερος από όλους από πλευράς διαδρομής. Αν είσαι με αυτοκίνητο ή λεωφορείο ή superbike. Γιατί αυτό που στο χάρτη εμφανίζεται με κίτρινη σήμανση ως κεντρικός δρόμος, είναι στην πράξη ένας ξεχασμένος επαρχιακός που στα τελευταία του χιλιόμετρα υπάρχει μόνο ο μισός. Το ένα ρεύμα είναι άσφαλτος το άλλο χώμα. Και όσο για τα σύνορα, αυτά περνούν πάνω από τον ποταμό Tara πριν το φράγμα στο Μαυροβούνιο που σημαίνει πως είναι ένα στενό και ψηλό φαράγγι που περνάς από μία γέφυρα που προσομοιάζει εκείνη της Αράδαινας στην Κρήτη. Ξύλινα μαδέρια σε ένα μεταλλικό σκελετό.

KTM Adventure Rally Bosnia 2019: Ζήσαμε μία επική περιπέτεια στα Βαλκάνια! 1000+ Φωτογραφίες!

Αν είσαι με Adventure μοτοσυκλέτα και θέλεις να περάσεις μέσα από ξεχασμένη φύση, είναι μία διαδρομή που πρέπει να δεις, διασχίζοντας σύνορα που έχουν μείνει αναλλοίωτα στο χρόνο. Και ο χρόνος στα Βαλκάνια έχει περάσει έντονα. Στο Σαράγιεβο ακόμη και τώρα, το 2020, βλέπεις κτήρια που σου θυμίζουν τον πόλεμο. Το ίδιο και στο Βελιγράδι. Η ιστορία δεν σβήνεται έτσι εύκολα από τα μάτια των περαστικών, γιατί στα μάτια των κατοίκων υπάρχει χαραγμένη έτσι κι αλλιώς…

Από Σαράγιεβο μέχρι Đeđevo τα πράγματα δεν είναι δύσκολα αλλά ενδιαφέροντα. Ανεβοκατεβαίνεις λόφους σε άσφαλτο που θυμίζει Ελλάδα. Ένα ρεύμα ανά κατεύθυνση και μηδενική κίνηση εκείνη την ώρα. Χρειάζεται προσοχή στην σήμανση αν ταξιδεύεις χωρίς ήλιο, καθώς το σκοτάδι είναι πάντα πυκνό ακόμη και το καλοκαίρι, και το καλό σημείο είναι όταν διασχίζεις κάθετα τον Δρίνο. Για πολλά χιλιόμετρα πηγαίνεις από την άλλη μεριά του ποταμού απλά σε χειρότερο δρόμο. Μετά γίνεται χειρότερο και έπειτα ξεκινά το κομμάτι που είναι μισό άσφαλτο και μισό χώμα μέχρι να φτάσεις στα σύνορα. Πανέμορφο όμως, ακόμη κι όταν το βλέπεις με λιγοστό φως. Γιατί είσαι συνέχεια δίπλα στο ποτάμι μέχρι αυτό να συναντήσει τον Tara και μαζί να τροφοδοτήσουν το φράγμα και τις τεχνητές λίμνες στο Μαυροβούνιο, που είναι το επόμενο σκηνικό που αντικρίζεις από την συγκεκριμένη διαδρομή. Σίγουρα δεν είναι η ταχύτερη, σίγουρα πιο επικίνδυνη από πλευράς δρόμου, αλλά σε ανταμείβει με τις εικόνες που αντικρίζεις. Ο Δρίνος σκάβει τα βράχια από την άλλη πλευρά του δρόμου και σε συντροφεύει με δροσιά και μπόλικη βλάστηση στο πέρασμά σου.

Μόλις περάσεις την γέφυρα, αμέσως αντιλαμβάνεσαι πως τα πράγματα στην άλλη πλευρά των συνόρων είναι λίγο καλύτερα από οικονομικής άποψης. Η διέλευση στην εποχή προ-κορωνοϊού γίνεται ταχύτατα και άλλωστε τέτοιες ώρες δεν συναντάς και αυτοκίνητα. Αμέσως μετά μπαίνεις σε μερικά από τα πιο απίστευτα τούνελ. Δεν έχουν επένδυση, απλά έχουν σκάψει το συμπαγές βουνό. Τρύπες την οροφή σε ορισμένα σημεία που δεν υπάρχει μεγάλος όγκος από πάνω σου, αφήνουν τον αέρα να κυκλοφορήσει στο εσωτερικό και μαζί το νερό της βροχής και ρίζες από δέντρα και φυτά που κρέμονται σε σημείο που να χτυπούν το κράνος. Είναι αμέτρητα και στα λιγοστά κενά σημεία σου επιτρέπουν να αντικρίσεις την τεχνητή λίμνη, που είναι απλά το πλημμυρισμένο φαράγγι. Αυτό σημαίνει πως στον χάρτη το αντιλαμβάνεσαι σαν ποτάμι, στην όψη όμως είναι μακρόστενη λίμνη και μάλιστα με πολλά παρακλάδια. Νωρίς το πρωί σχεδόν πάντα, πέρα από ελάχιστες ημέρες, δεν καλύπτεται από ομίχλη που είναι εξίσου εντυπωσιακό φαινόμενο καθώς τα σύννεφα ακολουθούν την ίδια δαιδαλώδη μορφή, κάτω από τον δρόμο που κινείσαι!

Όσο κατεβαίνεις πιο νότια τόσο το τοπίο αλλάζει και από τα βουνά που ήσουν πιο πριν, αρχίζεις να αντικρύζεις πιο επίπεδο έδαφος. Ο κόσμος ξεκινά νωρίς στο Μαυροβούνιο και η αντίθεση της αυξημένης κίνησης όσο πλησιάζεις την πρώτη από τις μεγάλες πόλεις, συγκριτικά με την ερημιά που βρισκόσουν όλη αυτή την ώρα, είναι μεγάλη! Από την λίμνη Σκόδρα και μετά, μπαίνεις στην Αλβανία και με τον ήλιο ψηλά σε υποδέχεται και η ζέστη!

Γρήγορα στην Αλβανία είναι κάτι που πρέπει να αποφεύγεται. Γενικά στα Βαλκάνια βέβαια, αν και τα πράγματα τα τελευταία χρόνια στην γείτονα χώρα δεν διαφέρουν καθόλου από την εξίσου τραγελαφική κατάσταση που έχουμε κι εμείς εδώ. Χρειάζεται προσοχή στα σημεία που κόβουν απότομα μπροστά σου για να σταματήσουν δεξιά στον δρόμο, όμως μέχρι τα Τίρανα κινείσαι σε έναν πολύ όμορφο δρόμο. Από το Ελμπασάν και μετά έχεις διαφορετικές επιλογές αλλά ο δρόμος έχει φτιαχτεί στο σύνολό του και απλά διαλέγεις με βάση από πού θες να συνεχίσεις στην Ελλάδα.

Από την εκκίνηση του ταξιδιού - και για να μην υπάρχει παρανόηση, οι φωτογραφίες δεν είναι πάνω στον δρόμο, ούτε και στην άκρη δρόμου, αλλά στο περιθώριο ενός πάρκινγκ και ας φαίνεται πως είναι πάνω στην εθνική...

Το KTM 790 Adventure έκαιγε όλες τις βενζίνες που του τάισα με την ίδια ευκολία. Από το ψύχος, πραγματικό ψύχος κατά την εκκίνηση, μέχρι τον καύσωνα στα σύνορα της Αλβανίας με την Ελλάδα, το ταξίδι ήταν απροβλημάτιστο. Τις λεπτομέρειες τις έχουμε περιγράψει κατά την αναλυτική δοκιμή του, όμως φτάνοντας στην Αθήνα απόγευμα δεν υπάρχει κούραση από το ταξίδι παρά μόνο διέγερση από την πολύωρη οδήγηση. Οι πολλές εικόνες, οι διαφορετικές χώρες και τα μπόλικα χιλιόμετρα σε επαρχιακό δρόμο σε κρατούν σε εγρήγορση. Η εθνική είναι εκείνη που σε κουράζει με την μονοτονία της…

Ετικέτες