Μια απ' τις πιο σημαντικές "μοτοσυκλέτες" της Moto Guzzi
Η κρυφή ιστορία πίσω απ' το τρίτροχο
Από τον
Πάνο Καραβοκύρη
6/2/2019
Moto Guzzi V7, η πιο αναγνωρίσιμη της εταιρείας που κατέχει το ρεκόρ του Ευρωπαίου κατασκευαστή με την μεγαλύτερη ΑΔΙΑΚΟΠΗ λειτουργία, μία μοτοσυκλέτα είδωλο για όλους τους ιταλόφιλους και όχι μονάχα τους guzzisti! Σήμερα θα πάμε στην απαρχή της ιστορίας της και θα βρούμε την βάση για έναν από τους λόγους της επιτυχίας της. Και για να το κάνουμε αυτό θα ξεκινήσουμε με μία ελάχιστα γνωστή τρίκυκλη μοτοσυκλέτα, που παίζει με τα όρια που υπάρχουν με την αυτοκίνηση του σήμερα, μιας και κάποτε όλες αυτές οι περιοχές ήταν ακόμη πιο γκρίζες…
Με μια πρώτη ματιά το τρίτροχο της Moto Guzzi εντυπωσιάζει με τον σχεδιασμό του θυμίζοντας περισσότερο αυτοκίνητο -λόγω του τιμονιού- και λιγότερο φουρκόνι όπως θα προτρέξουν πολλοί να το παρομοιάσουν, όμως στην πραγματικότητα είναι κάτι τελείως ξεχωριστό.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 η Moto Guzzi υπέγραψε μια συμφωνία με τον ιταλικό στρατό ώστε να τους κατασκευάσει ένα όχημα ικανό για να περάσει ακόμη κι απ’ τα πιο δύσβατα ορεινά μονοπάτια, μεταφέροντας συνάμα μεγάλες ποσότητες προμηθειών και χωρίς να έχει μεγάλο κόστος συντήρησης. Η πρόταση έπεσε στο τραπέζι της Moto Guzzi απ’ τον στρατηγό Ferruccio Garbari που ήθελε να “αποσύρει” τα μουλάρια που χρησιμοποιούσαν μέχρι πρότινος τα στρατεύματα για την μεταφορά εφοδίων καθώς κατά τη διάρκεια του ‘Β Παγκοσμίου Πολέμου αποδείχτηκαν υπό μια έννοια ζημιογόνα, αφού όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έπρεπε να τραφούν για να αποδώσουν - και με τη τροφή να είναι περιορισμένη τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Έτσι τον Μάρτιο του 1960 μετά από έναν χρόνο εντατικών δοκιμών και τροποποιήσεων, η Moto Guzzi παρουσίασε το Autoveicolo Da Montagna (ορεινό όχημα).
Υπεύθυνος για τη δημιουργία του ήταν ο ευρηματικός μηχανικός της ιταλικής εταιρείας, Giulio Carcano. Το αρχικό του πλάνο ήταν να χρησιμοποιήσει τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 500 κυβικών που είχαν κι άλλες μοτοσυκλέτες της εταιρείας -τόσο στρατιωτικές όσο και παραγωγής, όμως αφού αποδείχτηκε αρκετά αδύναμος τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Giulio είχε σχεδιάσει έναν αερόψυκτο δικύλινδρο V 90ο με σκοπό να τοποθετηθεί στην sport έκδοση του Fiat 500, όμως το σχέδιο ματαιώθηκε καθώς η Moto Guzzi δεν είχε τη δυνατότητα να τον παράγει στις ποσότητες που ζητούσε η Fiat. Ναι, ήταν μία ωραία εποχή που ευνοούσε τις συνεργασίες. Το γεγονός πως ήταν υπεύθυνος στη δημιουργία του Autoveicolo Da Montagna του έδωσε τη δυνατότητα να εξελίξει περαιτέρω τον κινητήρα αυξάνοντας τον κυβισμό στα 754 κυβικά, προσφέροντας έτσι στο βαρυ σχετικά πρωτότυπο τις απαραίτητες επιδόσεις για να περνά και απ' τα πιο δύσκολα μονοπάτια. Ακόμη, ο κινητήρας είναι εφοδιασμένος με κιβώτιο έξι σχέσεων και μια όπισθεν παρέχοντας την κατάλληλη κλιμάκωση της δύναμης ώστε να ανεβαίνει μέχρι και πλαγιές με κλίση έως 31 μοίρες. Για να μην αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα σε οποιοδήποτε τερέν, εφοδίασε τους πίσω τροχούς με ένα είδος ερπύστριας που μάλιστα είναι ρυθμιζόμενη ώστε να παρέχονται τα μέγιστα δυνατά επίπεδα πρόσφυσης, ενώ η μετάδοση της κίνησης γίνεται μέσω του διαφορικού.
Ακόμη ο μπροστινός τροχός παίρνει κίνηση απ’ τον κινητήρα μέσω δύο αξόνων με αποτέλεσμα να εκμηδενίζονται σχεδόν οι πιθανότητες να κολλήσει σε κάποιο μέρος στο βουνό. Όμως, το μεγαλύτερο ατού του –η αναρρίχηση στις απότομες πλαγιές- ήταν ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημά του, καθώς είχαν σκοτωθεί αρκετοί στρατιώτες την ώρα που ανέβαιναν στις πλαγιές αφού πολλές φορές αναποδογύριζε, πλακώνοντάς τους. Με την σκληρότητα που υπήρχε εκείνη την εποχή, συγκριτικά με την πιο εύκολα συναισθηματικά φορτισμένη δική μας, να ρίχνει βάρος και στο ίδιο το στράτευμα, καθώς δεν ήταν επαρκώς εκπαιδευμένο...
Σαν σύνολο εκπλήρωνε επιτυχώς τον στόχο του, αφού το πεδίο δράσης του δεν γνώριζε περιορισμούς -χάρη στην κίνηση στους τρεις τροχούς και τις ερπύστριες- ενώ παράλληλα το κόστος συντήρησης δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλο σε χρήμα αλλά αντίθετα σε χρόνο. Πράγμα που σε στρατιωτικούς όρους το καθιστούσε ασύμφορο. Έτσι οι απώλειες που είχαν προκύψει απ’ τη χρήση του και σε συνδυασμό με τη δύσκολη συντήρηση που είχε λόγω των αξόνων κίνησης οδήγησε στην διακοπή της παραγωγής της, το 1963. Δεν είναι τυχαίο που το ψευδόνυμό του σε πολύ ελεύθερη μετάφραση, ήταν: "Συνονθύλευμα γραναζιών".
Το εικονιζόμενο, άψογα ανακατασκευασμένο μοντέλο, προέρχεται απ’ το μουσείο The motorworld του V. Sheyanov που βρίσκεται κοντά στην Σαμάρα, βορειοανατολικά της χώρας μας κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και του Καζακστάν.
Ο Peter Moskovsskikh αναφέρει την ιστορία της μοτοσυκλέτας μέχρι να μπει στο μουσείο ως έκθεμα λέγοντας: “Την αποκτήσαμε από έναν συλλέκτη στο Rimini. Δεν ήταν σε κακή κατάσταση όμως η ολική ανακατασκευή της ήταν απαραίτητη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να βρούμε όλα τα ανταλλακτικά και όχι η διαδικασία της αναπαλαίωσης που διήρκησε έξι μήνες.” Για την ακρίβεια η αναπαλαίωση ήταν τόσο πιστή που απέκτησε ξανά μέχρι και την Beretta 38/49 που χρησιμοποιούσαν τα ιταλικά στρατεύματα στο ‘B Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και το έμβλημα του Torino Alpini του στρατιωτικού σώματος που την χρησιμοποιούσε.
Η ανακατασκευή της όμως δεν έγινε στο ρωσικό μουσείο όπως πολλοί θα πιστεύαμε αλλά πίσω στην Ιταλία, στο Cingoli, απ’ τον Costantino Frontalini ιδιοκτήτη ενός άλλου μουσείου που είναι αφιερωμένο στα sidecars.
Το τρίτροχο της Moto Guzzi έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της κίνησης που είχε και στους τρείς τροχούς καθώς και των ερπυστριών της όμως το πραγματικό μυστικό είναι ότι κρύβει μέσα της κάτι που είναι ανεκτίμητης ιστορικής αξίας για την εταιρεία, τον κινητήρα της. Όχι μόνο επειδή ήταν ο πρώτος διάταξης V της Moto Guzzi που χρησιμοποιήθηκε έστω και σε μοντέλο για στρατιωτική χρήση αλλά επειδή μετέπειτα θα εξόπλιζε μοντέλο - είδωλο της εταιρείας, το V7.
Ο λόγος της δημιουργίας της V7, αποσκοπούσε στο να κερδίσει η Moto Guzzi έναν διαγωνισμό που είχε ξεκινήσει η ιταλική κυβέρνηση για τον εξοπλισμό της αστυνομίας με μοτοσυκλέτες. Νικητής του διαγωνισμού θα ήταν αυτός που η μοτοσυκλέτα του θα είχε το χαμηλότερο κόστος συντήρησης απ' τις υπόλοιπες στα πρώτα 100.000 και όπως καταλαβαίνετε η Moto Guzzi σε αυτόν τον τομέα δεν είχε αντίπαλο, χάρη τη δημιουργία του Giulio Carcano. Για να τον τιμήσει έδωσε τ' όνομά του στον κινητήρα, παρουσιάζοντας έτσι τον Carcano V7. Έτσι το 1964 η πρώτη V7 βγήκε στην παραγωγή διαμορφώνοντας την εικόνα της Moto Guzzi που μέχρι σήμερα παραμένει αναλλοίωτη με τους εγκάρσια τοποθετημένους κινητήρες.
Αν θέλετε, εδώ μπορείτε να διαβάσετε την δοκιμή της V7 II Special 2015, συνεχίζοντας την ιστορία του Carcano...
Greece Rally 2024: Αναγνώστης περιγράφει την εμπειρία συμμετοχής όπως την έζησε!
Ένα Honda CRF300 Rally σκαρφαλώνει στην κατάταξη του Greece Rally!
Από τον
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
30/9/2024
Χωρίς εμπειρία από παρόμοια διοργάνωση και οποιοδήποτε άλλο Rally, ο αναγνώστης μας Χάρης Παπαγεωργίου μας στέλνει τις εντυπώσεις του από την συμμετοχή του στο μεγάλο αυτό Rallyόπου συμμετείχαν μόλις 4 Έλληνες μέσα σε πάνω από 70 ξένους αναβάτες.
Καθημερινά είχαμε ανταπόκριση από αυτόν τον σημαντικό για την Ελλάδα πολυήμερο αγώνα, έναν από αυτούς που τοποθετούν την χώρα μας στον χάρτη αντίστοιχων εκδηλώσεων. Τώρα όμως έχει έρθει η ώρα να δούμε πώς ήταν από μέσα η όλη διαδικασία της συμμετοχής, οι δυσκολίες για έναν αναβάτη που θα ήθελε να πάρει μέρος και εκείνος στο μέλλον, καθώς και το μοίρασμα των διαδρομών και της απαιτητικότητας τους. Χωρίς να αλλάξουμε το παραμικρό από τα λεγόμενα του αναγνώστη μας, κείμενο του οποίου έχουμε φιλοξενήσει και στην έντυπη έκδοση, απολαύστε πώς είναι να παίρνεις μέρος στο Greece Rally:
Του Χάρη Παπαγεωργίου
Οι εντυπώσεις ενός καθημερινού μοτοσυκλετιστή από το GREECE RALLY 2024
Θα μου πείτε «καλά ρε φίλε, ποιος καθημερινός μοτοσυκλετιστής συμμετέχει σε rally;». Έλα τώρα, πες μου ότι ποτέ δεν έχεις φανταστεί τον εαυτό σου να τρέχει σε πίστα και να παίρνει την εσωτερική στον Μάρκο; ή να προσπερνάει σούζα τον Τόμπι κάπου στους αμμόλοφους; Έτσι κι εγώ, μόνο που μια μέρα πήρα την απόφαση να το δοκιμάσω. Ήταν μερικά χρόνια πριν που είπα να κάνω την καινούρια μου Africa Twin λίγο πιο rally και ζήτησα από τον Doc να τρέξω μια διαδρομή στο Greece Rally και πήρα την αποστομωτική απάντηση «πας καλά;» εννοώντας ότι ρε φίλε δεν είσαι ο Pol Tarres. Ένα χρόνο αργότερα πήρα το καινούριο μου CRF300Rally, που μόνο Rally δεν είναι έτσι όπως έρχεται από την Ταϊλάνδη, και μου έδωσε το πράσινο φως να δοκιμάσω τον πρόλογο του Greece Rally 2022 στην Βέροια. Το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλύτερο από τις προσδοκίες μου, δεδομένου ότι κατάφερα να τελειώσω κάπου στην μέση της κατάταξης με ένα μοτοσυκλετάκι μαμά, μπροστά από καθαρόαιμα. Ήταν λοιπόν να μην γίνει η αρχή, το CRF ξεκίνησε εντατική δίαιτα, του φορέθηκαν σωστές αναρτήσεις και ελαστικά και ήταν έτοιμο να πάρει εκκίνηση στο περσινό Greece Rally, περισσότερο σαν ένα στοίχημα με τον εαυτό μου ότι ακόμη και με αυτό θα μπορούσα να περάσω καλά και να τελειώσω έναν πολυήμερο εξαντλητικό αγώνα. Να μην τα πολυλογώ, ένας Σέρβος είχε διαφορετική άποψη και κάνοντας αναστροφή πάνω σε διπλή γραμμή με έκανε Νίντζα μετά από στενή επαφή τρίτου τύπου με την πόρτα του Βολκσβάγκεν του, οπότε η συμμετοχή μου πήρε ένα χρόνο παράταση. Και ήρθε το σωτήριον έτος 2024 με τα Ιωάννινα να είναι ουσιαστικά το πρώτο μέρος που θα γινόταν το όνειρο μου πραγματικότητα και θα συμμετείχα σε όλο το Greece Rally 2024 στην κατηγορία Rally Challenge, που απευθύνεται σε αναβάτες χωρίς αγωνιστική άδεια.
Αν το Μιτσικέλι, η Πίνδος, τα Τζουμέρκα σας λένε κάτι, τότε πιστέψτε με, το Greece Rally 2024 ήταν άλλη μια εξαίρεση στον κανόνα ότι η τρέλα δεν πάει στα βουνά. Πάει και πάρα πάει, γιατί εκτός από μένα στην γραμμή της εκκίνησης βρέθηκαν πολλοί ακόμη με μοτοσυκλέτες που όταν τις σχεδίαζαν, ποτέ δεν υπολόγιζαν ότι μια μέρα κάποιος θα τις τρέξει σε rally, π.χ. BMW R1250GS, KTM 1290Super Adventure, Yamaha Tenere 700, αλλά επίσης και ένα F900GS με το οποίο έτρεξε ο δικός μας Βασίλης Μπούδροςκαι έναRoyal Enfield Himalayan 450 με τον Χρήστο Πελούση, όπως έχετε ήδη ενημερωθεί από τις σελίδες του περιοδικού. Να κι εγώ δίπλα τους με την ταπεινή Ταϊλανδεζα μου και φανερά στρεσαρισμένος όταν έβλεπα όλες τις προετοιμασίες των υπόλοιπων αγωνιζομένων και των μηχανικών τους, ενώ εγώ είχα μια τσάντα με τον εξοπλισμό μου κι ένα κασελάκι με κάτι εργαλεία, φίλτρα, λάδια, κλπ., έτσι για να υπάρχουν. Εδώ επίσης να τονίσω ότι ήμουν ο μοναδικός με Honda στην εκκίνηση κι ένιωθα ένα άγχος ότι πρέπει να κρατήσουμε ψηλά το ανάστημά μας απέναντι σε όλα αυτά τα KTM, Husqvarna, Gasgas και καναδυό ευρωπαϊκά ακόμη.
Πρώτη μέρα και ο πρόλογος είναι μια μικρή διαδρομή 35χλμ πίσω από το Μιτσικέλι. Στο χάρτη φαίνεται παιχνιδάκι κι έτσι μου φαίνεται στην αρχή, σαν μια χαλαρή βόλτα σε χωματόδρομο. Τουλάχιστον μέχρι ο δρόμος να κατέβει στο ποτάμι και να αρχίσει το πανηγύρι. Ξέρω, οι περισσότεροι εντουράδες θα γελάνε αλλά εγώ σαν απλός καθημερινός μοτοσικλετιστής έχω ένα θέμα με τα περάσματα μέσα από θολά λασπωμένα νερά και πελώριες γλιστερές κροκάλες και βράχους.
Φυσικά και κόλλησα στο ίδιο σημείο που ένας ολλανδός πριν από μένα είχε κολλήσει με το Super Adventure και όσο και να έλεγα μέσα μου «μην πας από κει, μην πας από κει» τελικά εκεί πήγα. Κι αν δεν ήταν ο Ντέιβ, άλλος ένας πάνω από 2 μέτρα μπόι ολλανδός για να αρπάξει με το ένα χέρι το CRF από το πιρούνι και να το βγάλει από την γούρνα, ακόμη εκεί θα ήμουν. Φυσικά και κατέληξα δεύτερος …από το τέλος στην κατηγορία μου και το ηθικό μου να έχει πάει περίπατο.
Τη δεύτερη μέρα τέλειωσαν τα παιχνίδια. Η ειδική διαδρομή των 240 χλμ. μέσα από τα βουνά της Πίνδου, περνούσε από μέρη που έχετε διαβάσει σε MEGA TEST στο MOTO, όπως το Ανήλιο, η Μηλιά, το Μικρολίβαδο, η Βοβούσα και είχε στο μενού λάσπη, πολλή λάσπη. Κι εκεί που κάπως εξοικειώθηκα με τα ατελείωτα γλιστρήματα, είδα ένα κράνος στην άκρη του δρόμου, βασικά στην άκρη της λάσπης, και λίγο παρακάτω άλλος ολλανδός με το 1250GS ξάπλα να έχει κρεμάσει τον μπροστινό τροχό από το γκρέμνι και να αντιστέκεται στη βαρύτητα μόνο και μόνο επειδή ο δεξιός κύλινδρος είχε ρίξει θεμέλια μισό μέτρο μέσα στη λάσπη. Συνέχισα να πάω να φωνάξω τον Ντέιβ κι άλλους δυο-τρεις, αν κι εγώ περίμενα ότι θα χρειαστεί γερανό για να βγει από εκεί. Με τα πολλά, τελείωσα 6ος, αλλά πιστεύω ότι περισσότερο ήταν από τύχη. Α, και φυσικά έφαγα και την πρώτη μου σαβούρδα, όχι στη λάσπη αλλά περνώντας από ένα ρυάκι με κροκάλες, που νόμιζα ότι έχω 3η και πήγα να κατεβάσω, αλλά ήταν 2α, μπήκε η νεκρά, κι έμεινα ξεκρέμαστος και σταματημένος να ψάχνω πάτημα, που φυσικά δεν βρήκα και ξαπλώσαμε λίγο να ξαποστάσουμε με το CRF. Ο δεξής μου ώμος βέβαια θα προτιμούσε να ξάπλωνα πιο χαλαρά.
Η τρίτη μέρα θα ήταν υποτίθεται πιο χαλαρή γιατί οι δυο ειδικές διαδρομές ήταν μόνο από 133 και 42 χλμ., αλλά μαζί με τις συνδετικές έφταναν τα 294. Θα ήταν και η πρώτη μέρα του marathon stage, που σημαίνει ότι θα περνούσαμε από Βοβούσα, Περιβόλι, Αβδέλλα, Βασιλίτσα, Πρόσβορο για να καταλήξουμε κοντά στο Δοτσικό, από εκεί συνδετική μέσω του χωριού μου, της Χρυσαυγής Βοίου, στάση στην πλατεία για να ξαποστάσω κάτω από τον πλάτανο και να χαιρετήσω τους λιγοστούς συγχωριανούς, πέντε είδα όλους κι όλους. Μετά συνεχίσαμε προς Γρεβενά για να μπούμε στον Βενετικό ποταμό, να ξαναβγούμε, να ξαναμπούμε, και κάποια στιγμή να τελειώσει ο εφιάλτης με τις κροκάλες, τα νερά, την άμμο και τις πέτρες κάτω από τα Μετέωρα. Διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο της Καλαμπάκας που είχε αρκετά αστέρια και μας κοιτούσαν όλους παράξενα με τη λασπούρα και τη σκόνη από την κορφή ως τα νύχια. Τελείωσα την ημέρα στην 7η θέση, και διατήρησα την 6η θέση γενικής, που θα ήταν 4η αν δεν έτρωγα 1 ώρα και 28 λεπτά ποινή για …τρέξιμο. Ναι, λοιπόν, αυτό είναι κάτι που δεν ήξερα, μπορείς να φας ποινή αν έχεις τα όρια ταχύτητας γραμμένα στις λασπωμένες μπότες σου, ακόμα και σε rally! Α, και να μην ξεχάσω, ο οδοντογιατρός μου στέλνει ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Doc για το τελευταίο ανηφορικό (βλ. σχεδόν κάθετο) κομμάτι με τα baby heads κάτω από τα Μετέωρα, δεν έμεινε ούτε ένα σφράγισμα στη θέση του.
Η δεύτερη μέρα του marathon stage και τέταρτη συνολικά, θα ήτανε μια χαλαρή διαδρομή είπε ο Doc, αλλά μάλλον κάνεις δεν τον πίστευε πλέον. Με 165 χλμ. ειδικής που θα περνούσε από τον Κόζιακα, μέσω Κρανιάς, Μηλιάς, Κατάφυτου, κάπου εκεί κουράστηκε η Ταϊλανδέζα και μου είπε εγώ θα την πέσω εδώ στις λάσπες να κοιμηθώ, θες να ξαπλώσεις μαζί μου; Αμ δε! Κατάφερα να μείνω στα πόδια μου αλλά για να την σηκώσω μέσα στη λάσπη με υφή μερέντας δεινοπάθησα! Μετά θα ανεβαίναμε πάνω στον Μπάρο, που δεν περίμενα να κάνω ποτέ το πάσο με αυτή τη μοτοσυκλέτα και με τα όρια ταχύτητας στο νου μου, και θα καταλήγαμε στο Συρράκο. Εκεί έκανα το λάθος να φάω μια μπριζόλα κι ένα σαγανάκι αντί για τις μπάρες δημητριακών και πρωτεϊνών, και μετά στροφιλίκι, χαλίκι, άσφαλτος, κι άλλο στροφιλίκι, για να γυρίσουμε στη βάση μας στα Γιάννενα. Έπεσα στην 9η θέση, με αντίστοιχη πτώση μια θέση στην 7η γενικής, γιατί η κούραση είχε αρχίσει να κάνει έντονη την παρουσία της, αλλά τουλάχιστον δεν έφαγα ποινή για υπερβολική ταχύτητα.
Την πέμπτη μέρα μας περίμεναν δυο ειδικές διαδρομές, η πρώτη 93 χλμ. μέσω Ζαλόγγου και χωρίς να χρειαστεί να χορέψουμε τον διάσημο χορό μας έφερε στην Ηγουμενίτσα. Εκεί θα είχαμε μιάμιση ώρα για να φτάσουμε στην αρχή της δεύτερης ειδικής διαδρομής 17 χλμ. παραλιακά στα Πλατάρια. Είχα πάρει μαζί μου και μαγιό, γιατί έβγαλε και λίγο ζέστη, και σκεφτόμουν να κάνω μια βουτιά στη θάλασσα, αλλά όταν σκέφτηκα το βάλε - βγάλε όλου του εξοπλισμού, άλλαξα γνώμη. Μας περίμενε και η επιστροφή μέσω ειδικής 102 χλμ. και είπα καλυτέρα να γυρίσω και να κάνω βουτιά στην πισίνα του ξενοδοχείου στα Γιάννενα. Και καθώς είχα εξοικειωθεί με τα όρια ταχύτητας και οι διαδρομές ήταν σχετικά ανοιχτές, κατάφερα όχι μόνο να μην φάω ποινή αλλά και να κερδίσω δυο θέσεις τελειώνοντας 7ος και να ανεβώ στη 6η θέση γενικής στην Rally Challenge.
Επίσης, κατάφερα να φάω άλλη μια σαβούρδα, ίδια κατάσταση με την προηγουμένη να μείνω ξεκρέμαστος με νεκρά σε ανηφορική φουρκέτα με κάτι κοτρόνες να, και φυσικά να πέσω πάλι πάνω στον δεξί μου ώμο.
Η έκτη και προτελευταία ημέρα του rally θα μας πήγαινε μια βόλτα προς Δωδώνη. Τα 132 χλμ. της ειδικής θα ξεκινούσαν από την Ολυμπιάδα και θα μας περνούσαν από Βαγενίτη, Λυκόστανη, Άγιο Χριστόφορο, Χινκά, Κουμαριά, μετά θα ανεβαίναμε ψηλά πάνω από τη Δωδώνη και με καταπληκτική θεά στο αρχαίο θέατρο θα κατηφορίζαμε προς το Μαντείο, για να επιστρέψουμε μέσω Καστανιανής και Λύγγου στην Πεδινή για το τέλος της ειδικής κι από εκεί στα Ιωάννινα. Το πρωί είχα μια αδιαθεσία από το στομάχι και ένα μήνυμα από το σπίτι ακριβώς την ώρα της εκκίνησης, ότι η Μάρα η σκυλίτσα μου είναι κι αυτή αδιάθετη, δεν βοήθησε την κατάσταση. Αποτέλεσμα να μην μπορώ να συγκεντρωθώ, να μην μπορώ να βρω τον ρυθμό μου, να φάω άλλα 11 λεπτά ποινή για ταχύτητα εκεί που δεν πρέπει και να καταλήξω την ημέρα στην 9η θέση. Ευτυχώς η διαφορά πλέον από τον επόμενο είχε φτάσει σχεδόν 2 ώρες οπότε παρέμεινα 6ος overall.
Έφτασε λοιπόν η έβδομη και τελευταία ημέρα του αγώνα, με 110 χλμ. ειδικής στο Ζαγόρι. Η κούραση και ο πόνος πλέον ήταν στο μενού από το πρωί, αυτή τη φορά είχαμε και ποτάμι, το ίδιο με την πρώτη μέρα αλλά από την αντίθετη κατεύθυνση. Ήξερα ότι αυτό θα με καθυστερούσε, οπότε το πήρα χαλαρά και είπα να απολαύσω τη διαδρομή, έτσι κι αλλιώς, ο στόχος μου ήταν πλέον να τερματίσω, κι όχι να κυνηγήσω κάποια καλύτερη θέση στην κατάταξη. Ήδη στο ποτάμι κατάφερα να φτάσω πολλούς που είτε κόλλησαν είτε έπνιξαν τις μοτοσυκλέτες τους, και μετά σκαρφαλώνοντας προς το Σκαμνέλι μέσω Γυφτόκαμπου, με έναν ψιλοτουριστικό ρυθμό απολάμβανα την επιβλητική θεά από τα σχεδόν 2000 μέτρα υψόμετρο και με τις κορυφές να υψώνονται άλλο μισό χιλιόμετρο πάνω από το κεφάλι μας. Κάπου εκεί πήραμε την κατηφόρα προς το πανέμορφο και γραφικό Τσεπέλοβο, όπου και τέλειωσε η χρονομετρημένη ειδική διαδρομή.
Αυτή την φορά δεν έκανα το ίδιο λάθος και άφησα τους άλλους να απολαμβάνουν τα ψητά τους κι εγώ συνέχισα γιατί ήμουν σίγουρος πως ο Doc θα μας είχε ακόμη μερικές εκπλήξεις στη διαδρομή της επιστροφής. Και όντως, πρώτα έπρεπε να κατέβουμε κάτι κακοτράχαλους «δρόμους» κομμένους από ρυάκια και χαντάκια, μετά να ξανανέβουμε στα σχεδόν 1500 μέτρα πάνω από τα Γιάννενα, σε ένα μέρος που πάνε και πετάνε paragliding, για να κατέβουμε ένα φαρδύ μονοπάτι σχεδόν ευθεία κάτω, στρωμένο με κάνα μέτρο σαθρή κοτρόνα, που ήθελε πολύ προσοχή, γιατί ο γκρεμός καραδοκούσε, και paragliding με μοτοσυκλέτα και χωρίς φτερό δεν λέει. Περιττό να σας πω ότι πετούσα από την χαρά μου όταν πάτησα άσφαλτο λίγο παραδίπλα από την λίμνη. Όταν έφτασα πλέον στο bivouac, απλά πέταξα από πάνω μου κράνος κι εξοπλισμό, άρπαξα μια κρύα βαρελίσια μπύρα και βούτηξα στην πιο κρύα πισίνα. Ότι έφτασα 8ος εκείνη τη στιγμή ουδόλως με ενδιέφερε.
Δεν μπορώ να περιγράψω την χαρά μου ότι κατάφερα να φτάσω ως τον τερματισμό! Το μικρό Honda, μπορεί να κούρασε με το έξτρα βάρος σε σύγκριση με τα καθαρόαιμα και τις rally μοτοσυκλέτες, μπορεί τις αναρτήσεις να μην κατάφερα ακόμη να τις ρυθμίσω για να μου ταιριάζουν γάντι, μπορεί να μην έχει τη δύναμη ούτε από τα μεγάλα adventure bikes αλλά ούτε καν από τα ποιο μικρά εντουράκια, παρόλα αυτά με έβγαλε ασπροπρόσωπο και με έφερε στο τέλος του Greece Rally μπροστά από κάτι KTM EXC 350, Husqvarna TE 350 και FE 501, Gas Gas EC 500, και φυσικά BMW R1250GS και KTM 1290 Adventure R, στην ανέλπιστη 5η θέση της κατηγορίας Rally Challenge!
Με ρωτάτε αν θα το ξανάκανα; Εννοείται, τι ερώτηση είναι τώρα αυτή. Αφήστε με μια βδομάδα να κοιμηθώ και ξαναπάω! Απλά αφού κέρδισα το στοίχημα με τον εαυτό μου και με όλους αυτούς που κοιτούσαν με μισό μάτι το CRF 300 Rally, θέλω την επόμενη φορά να αγωνιστώ με μια κανονική off-road μοτοσυκλέτα, όχι τόσο για το κυνήγι μιας καλύτερης θέσης, αλλά πιστεύω ότι θα είναι ακόμη μεγαλύτερη απόλαυση σε συνδυασμό με πολύ λιγότερη κούραση.
Με ρωτάτε αν θα μπορούσατε να το κάνετε κι εσείς; Φυσικά, κι εγώ είμαι το παράδειγμα προς μίμηση. Θα χαιρόμουν πολύ αν στο επόμενο Greece Rally 2025 ήμασταν πολλοί περισσότεροι Έλληνες αναβάτες από τους μόλις 4 στο σύνολο των 70 συμμετοχών που ήμασταν φέτος. Ναι, θέλει προπόνηση και ναι, θέλει λεφτά, πολλά λεφτά, γιατί ο μηχανοκίνητος αθλητισμός είναι ακριβός, παιδιά! Αλλά όρεξη να έχουμε και όλα τα αλλά βρίσκονται.
Κλείνοντας, τα θερμά μου συγχαρητήρια στο νικητή του αγώνα Roberto Barbieri με Husqvarna FE 501, και φυσικά στους δικούς μας Βασίλη Μπούρδο που έφερε το BMW F900GS στην 4η θέση γενικής και 1η στην κατηγορία του, στον Χρήστο Πελούση με το Royal Enfield Himalayan 450 για την 22η θέση, και στον Νίκο Βενετικίδη με το KTM EXC 300 που πήρε την 3η θεση στην Rally Challenge, αλλά και σε όλους που συμμετείχαν στον αγώνα, όπως επίσης και σε όλη την Ομάδα Εκτός Δρόμου για την εξαιρετική διοργάνωση του Greece Rally 2024. Ραντεβού του χρόνου στις Σέρρες!