Honda Adventure Roads – Nordkapp 2017

Παρακολουθούμε ζωντανά την νέα περιπέτεια!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

24/6/2017

Στην άκρη της Ευρώπης, το σημείο εκείνο στο χάρτη που σταματούν οι δρόμοι, θα περικυκλώσουν σαράντα Africa Twin κι ανάμεσά τους θα υπάρχει ένας Έλληνας αναβάτης, ο ηθοποιός Γιώργος Πυρπασόπουλος που θα ενημερώνει καθημερινά τους αναγνώστες του MOTO για την νέα αυτή περιπέτεια!

Το Nordkapp βλέπετε δεν είναι αυτοσκοπός, δεν είναι η αντίστοιχη κορυφή του Everest για τους μοτοσυκλετιστές, ώστε απλά και μόνο το άγγιγμα του μνημείου να αποτελεί είδηση. Χιλιάδες το επισκέπτονται κάθε σεζόν και οι δρόμοι γεμίζουν μοτοσυκλέτες. Κι όμως, ούτε μία ιστορία δεν είναι ίδια! Αυτή είναι η μαγεία του Nordkapp και ο λόγος που έχει γίνει διάσημο. Πρόκειται για την ιστορία της διαδρομής για την περιπέτεια που θα ζήσει κανείς μέχρι να φτάσει εκεί. Το Nordkapp είναι απλά η αφορμή και για αυτό ακριβώς το λόγο αποτελεί δημοφιλή προορισμό και κάθε χρονιά και η ιστορία μέχρι εκεί γράφεται ξανά από την αρχή και είναι εξίσου συγκλονιστική. Στα 32 χρόνια του περιοδικού, πρέπει να έχουμε πάνω από σαράντα ταξιδιωτικές ιστορίες για το Nordkapp και είναι όλες τους όμορφες και τελείως διαφορετικές. Ο Γιώργος Πυρπασόπουλος βάζει πλώρη για μία ακόμη, ίσως πιο ξεχωριστή από όλες, αφού είναι η πρώτη φορά που ταξιδεύει με μοτοσυκλέτα εκτός συνόρων, και η πρώτη που θα γνωρίσει τους συνταξιδιώτες του στο σημείο εκκίνησης!

Η γνωριμία του Γιώργου με το περιοδικό χάνεται λίγο στο βάθος του χρόνου. Αρχικά υπήρξε γείτονας σε μία εποχή που μοιάζει λίγο με το σήμερα καθώς οι συγκυρίες μας έχουν επιστρέψει και την ξανά ζούμε: Βλέπεις κάποιον στην γειτονιά με καινούρια μοτοσυκλέτα κι αυτός είναι αρκετός λόγος για να γνωριστείτε και να γίνετε φίλοι! Αργότερα ο Γιώργος είχε συνδράμει και σε φωτογράφιση του περιοδικού, μέχρι να έρθει σήμερα η ώρα να συνεργαστούμε ή καλύτερα να μοιραστούμε μία νέα περιπέτεια: Αυτή την ώρα ο Γιώργος είναι στο αεροπλάνο για το Όσλο, όπου θα βρεθεί με μία μεγάλη ομάδα για να ξεκινήσει την δράση: Honda Adventure Roads! Για 8 μέρες 40 Africa Twin θα μπλέξουν με την απείραχτη γη της Νορβηγίας, την βροχή και τον ήλιο της, τους δρόμους και τα υπέροχα τοπία της. Σήμερα το βράδυ λοιπόν ξεκινά το Nordkapp 2017 κι αν σας θυμίζει κάτι, είναι γιατί πέρσι είχαμε ξεπροβοδίσει από την Ελλάδα για μία αντίστοιχη επική περιπέτεια την ελληνική αποστολή, που έφερε πίσω μία βραβευμένη ταινία την οποία οι αναγνώστες του MOTO πήραν και σε DVD! Από την τεράστια αυτή επιτυχία της ελληνικής αποστολής, εμπνεύστηκε και η Honda Europe που στέλνει σε μία μεγάλη περιπέτεια τις 40 Africa Twin. Κομμάτι της περιπέτειας είναι και η γνωριμία με τους συνταξιδιώτες. Κανείς δεν γνωρίζει τίποτα για τον άλλο! Ρωτώντας τον Γιώργο πριν το ταξίδι, το βρίσκει αυτό εξαιρετική ιδέα, ένα κομμάτι της περιπέτειας.

Με τον Γιώργο Πυρπασόπουλο είναι εύκολο να ταυτιστεί μία μεγάλη πλειοψηφία μοτοσυκλετιστών, καθώς δεν πρόκειται για εκείνον τον μεγάλο ταξιδευτή που στην σέλα διαπερνά άγνωστες και ξεχασμένες χώρες, κόβει σύνορα και ενώνει ηπείρους. Μπορεί ο ίδιος να έχει ταξιδέψει πολύ στην ζωή του, όμως η επαφή του με την μοτοσυκλέτα είναι η καθημερινή μετακίνηση και κοντινά ταξίδια εντός συνόρων, οπότε οι δυσκολίες και οι ανησυχίες είναι αντίστοιχες με εκείνες που έχουν οι περισσότεροι που σκέφτονται ένα μεγάλο ταξίδι με μοτοσυκλέτα!

Η πρώτη επαφή με μοτοσυκλέτες για τον Γιώργο, ήρθε από την μητέρα του που οδηγούσε ένα Chaly, και υπήρξε και το δικό του πρώτο μηχανάκι. Τα πρώτα «λάθη» τα έκανε με αυτό κι αργότερα με ένα DR πριν έρθει το Honda Transalp με τον οποίο κάποτε τον γνωρίσαμε κι εμείς.

«Είμαι ενθουσιασμένος με το ταξίδι αυτό που έρχεται σε μία στιγμή στην οποία δεν διακόπτω υποχρεώσεις κι έτσι μπορώ να το απολαύσω στο μέγιστο. Ωστόσο σε διαβεβαιώνω πως δεν το αλλάζω με τίποτα και θα έκανα οποιαδήποτε αλλαγή προγραμματισμού για να βρεθώ στο Nordkapp! Η πρώτη αποκάλυψη ήρθε με την Honda Africa Twin, την έχω στην κατοχή μου μερικές μέρες τώρα, μάλιστα ταξίδεψα μαζί της από την Θεσσαλονίκη στο Γύθειο, ως μέρος της προετοιμασίας για το Honda Adventure Roads και έχω εντυπωσιαστεί! Δεν το λέω απλά για να το πω, το Transalp μου είναι ήδη προς πώληση δεν το ξανά καβαλάω! Μου φαίνεται ελαφρύτερη, σαφώς πιο άνετη, στιβαρή και μου είναι πολύ εύκολο να την κουμαντάρω μέσα στην πόλη, ιδιαίτερα με την αλλαγή της σέλας. Λόγω ύψους, στο Transalp είχα αναγκαστεί να σκάψω την σέλα, τώρα στο Africa Twin (που η απόσταση από το έδαφος είναι μεγαλύτερη) δεν έχω τέτοιο πρόβλημα και με έχει βολέψει απίστευτα. Μάλιστα πήγα μία βόλτα από ένα καλό μου φίλο που έχει το 990 Adventure και αφού κάναμε μία βόλτα, άρχισε να γλυκοκοιτάει την Africa!»

«...Έχω ταξιδέψει πολύ στην ζωή μου αλλά όχι με μοτοσυκλέτα. Έχω διανύσει οριζόντια τις ΗΠΑ με την πρώην σύζυγό μου, έχω ζήσει στο εξωτερικό, όμως καμία από αυτές τις περιπέτειες δεν έγινε πάνω σε τροχούς μοτοσυκλέτας κι έτσι χαίρομαι ιδιαίτερα που θα έχω την ευκαιρία να μπω «στα βαθιά» συμμετέχοντας σε κάτι τόσο μεγάλο, όπως το Honda Adventrure Roads. Για αυτό και δεν νιώθω άγχος ή κάτι τέτοιο, παρά μία απλή ανυπομονησία να αρχίσει το ταξίδι! Είμαι άνθρωπος της ζωής στην φύση και αγαπώ ιδιαίτερα το ελεύθερο κάμπινγκ, ή να το πω καλύτερα: Το ελεύθερο κάμπινγκ είναι η μόνη πραγματική μορφή διακοπών. Κι εκεί οι περισσότερες αναμνήσεις είναι εκτός μοτοσυκλέτας, γιατί είχα το φουσκωτό και γυρνούσαμε τις παραλίες με αυτό. Οπότε με το Honda Adventure Roads συμπληρώνω ένα μεγάλο κομμάτι στο δικό μου "adventure" παζλ»

Κομμάτι της προετοιμασίας του για το ταξίδι, ήταν το Level 1 του California Superbike School από το οποίο μου είπε ότι βγήκε άλλος αναβάτης αλλά του κόλλησε ένα νέο μικρόβιο. Θέλει να ξανά μπει σε πίστα… Τότε έπεσε η ιδέα μετά την επιστροφή του και μετά την εμπειρία που θα έχει αποκτήσει, να κάνει ένα συγκριτικό του Africa Twin με το 990 Adventure του φίλου του, και με την πρώτη ευκαιρία που θα βρεθούμε στα Μέγαρα, να τον καλέσουμε να μπει στην πίστα ξανά. Παράλληλα με το California Superbike School ταξίδεψε στην Ελλάδα με την Africa Twin και έκανε αρκετό ποδήλατο, που έτσι κι αλλιώς αποτελεί τμήμα της καθημερινής του γυμναστικής. Τις τελευταίες μέρες τον απασχολεί βέβαια μία ίωση από την οποία δεν έχει απεμπλακεί τελείως, και οι πρώτες μέρες της διαδρομής είναι πολύ πιθανό να είναι βροχερές… του δώσαμε μερικές μικρές συμβουλές και τον αποχαιρετήσαμε για την πτήση του!

Περιμένουμε λοιπόν τον Γιώργο να προσγειωθεί στο Όσλο, να παραλάβει την Africa Twin που θα τον συντροφεύσει στη νέα του περιπέτεια και μαζί του θα ζούμε καθημερινά την εξέλιξη, μαθαίνοντας όλες τις λεπτομέρειες. Είναι το πρώτο ταξίδι στο Nordkapp που θα το παρακολουθούμε ζωντανά, ξεκινώντας σε λίγη ώρα με το πρώτο Live Video που θα κοινοποιηθεί και στο MOTO Magazine Greece, μείνετε συντονισμένοι!

 

Photo credit: Tzartos team - Lefteris Partsalis

Ετικέτες

Η γένεση της αξιόπιστης ιαπωνικής πολυπλοκότητας

Με το πλεονέκτημα της επιλεκτικής "αντιγραφής"
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

25/7/2022

Από το 1900 τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες είχαν ξεπεράσει το στάδιο της “πατέντας” και του “πρωτότυπου” και είχαν γίνει πλέον “βιομηχανικά προϊόντα”. Έως το 1940 οι μηχανολόγοι είχαν ανακαλύψει και είχαν δοκιμάσει τα πάντα σε ό,τι είχε σχέση με τους κινητήρες εσωτερικής καύσης. ΤΑ ΠΑΝΤΑ.

Υπερσυμπιεστές, ψεκασμοί, δεσμοδρομικά συστήματα κίνησης βαλβίδων, υγρόψυκτοι δίχρονοι, δίχρονοι με υπερσυμπιεστή, τετραβάλβιδοι θάλαμοι καύσης, εκκεντροφόροι επικεφαλής, ξηρά κάρτερ, κράματα μαγνησίου και αλουμινίου, ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τετρακύλινδρες εν σειρά μοτοσυκλέτες, V12 και V16 αυτοκίνητα, αυτοφερόμενα πλαίσια monocoque, αναρτήσεις μοχλισμού, υδραυλικά αμορτισέρ, υδραυλικά φρένα, περιστροφικά αμορτισέρ… You name it!

 

Τετρακύλινδρη εν σειρά του 1912

Οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα και αυτοκίνητο έχει κατασκευαστεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έχει “αντιγράψει” μία ή περισσότερες τεχνολογικές λύσεις που ήδη υπήρχαν από το 1930 (οι περισσότερες από αυτές από το 1915). Οπότε όποιος κατηγορεί οποιονδήποτε για αντιγραφή βλέπει τον κόσμο μέσα από την κλειδαρότρυπα του δωματίου του, διότι στην πραγματικότητα θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τον όρο “επιλογή” και όχι “αντιγραφή”.

 

Μέχρι το 1950 που οι Αμερικάνοι και οι Ρώσοι άρχισαν να χρησιμοποιούν μαζικά την τεχνολογία των κινητήρων Jet και των πυραύλων που είχαν πάρει από τους Ναζί, ξεκινώντας τον σκληρό ανταγωνισμό τους για την κατάκτηση του διαστήματος, τα μαχητικά αεροπλάνα χρησιμοποιούσαν κινητήρες εσωτερικής καύσης με έμβολα. Διαθέτοντας άφθονο χρήμα και τους καλύτερους μηχανολόγους του κόσμου, οι πολεμικοί αεροπορικοί κινητήρες της κάθε χώρας αποτελούσαν την τεχνολογική αφρόκρεμα, καθώς η απόδοση και η αξιοπιστία τους έκρινε το αποτέλεσμα της μάχης. Την ίδια στιγμή, τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες απευθύνονταν αποκλειστικά στους βαθύπλουτους και την πολύ υψηλή κοινωνία, αποτελώντας αντικείμενα επίδειξης οικονομικής δύναμης και όχι μεταφορικά μέσα. Αυτό σημαίνει πως ο βασικός στόχος των κατασκευαστών τους ήταν να εντυπωσιάσουν τους πελάτες με τις επιδόσεις και την “ανώτερη” τεχνολογία τους, υιοθετώντας κάθε τι που είχε σχέση με τα πολεμικά αεροπλάνα και δεν είναι καθόλου τυχαίο που πολλά αυτοκίνητα της εποχής είχαν στον πίνακα οργάνων τους δείκτη υψόμετρου! 

 

Κινητήρας Peugeot με δεσμοδρομικό σύστημα κίνησης βαλβίδων του 1916

Η μέγαλη διαφορά του τότε με το σήμερα είναι πως δεν υπήρχε εύκολος τρόπος να αντιγράψεις τις τεχνολογικές λύσεις μιας άλλης χώρας.

Τα ταξίδια από τη μία χώρα στην άλλη διαρκούσαν μήνες, τα πανεπιστήμια δεν είχαν internet και η επικοινωνία γινόταν με… ταχυδρομικά περιστέρια.

Το τί έκαναν οι υπόλοιποι μηχανολόγοι στις άλλες χώρες το μάθαινες και το έβλεπες στους αγώνες ταχύτητας και στο πεδίο της μάχης. Προφανώς στις μάχες δεν υπήρχε περίπτωση να σου πει ο πιλότος της αντίπαλης χώρας για την τεχνολογία του αεροπλάνου του, ούτε φυσικά στους αγώνες σου έλεγαν τί είχαν τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες τους, αφού έτρεχαν ως εθνικές ομάδες και τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες ήταν βαμμένα στα εθνικά χρώματα (μπλε τα γαλλικά, πράσινα τα βρετανικά, ασημί τα γερμανικά, κόκκινα τα ιταλικά κ.ο.κ.). Η κατασκοπία και η “κλοπή” σχεδίων, ακόμα και οι δολοφονίες μηχανολόγων ήταν πολύ συνηθισμένη πρακτική.

 

Δίχρονος DKW με υπερσυμπίεστη του 1935

Σήμερα βέβαια, η πρόσβαση στην υψηλή τεχνολογία είναι μόνο θέμα χρημάτων. Με ένα κλικ στο ποντίκι του ηλεκτρονικού σου υπολογιστή μπορείς να φτιάξεις τη δική σου εταιρεία μοτοσυκλετών ή αυτοκινήτων, χωρίς να χρειάζεται να έχεις δικό σου εργοστάσιο. Ούτε καν δικές σου αποθήκες δεν χρειάζεσαι. Εννοείται πως δεν υπάρχουν εθνικοί φραγμοί και είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις που η εθνική ταυτότητα του αγοραστή αποτελεί πρόβλημα για την πώληση τεχνολογίας από την μία χώρα στην άλλη.

Όμως μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά και η βιομηχανία των μοτοσυκλετών δεν είχε καμία σχέση με το παρόν.

Κάθε χώρα είχε τα δικά της προβλήματα και η εθνική οικονομία καθόριζε την στρατηγική των εταιρειών. Η Βρετανία ήταν από τους νικητές του πολέμου και ως σύγχρονη αυτοκρατορία της εποχής (Ινδία, Χονγκ Κονγκ, Μακάο, Αυστραλία, Καναδάς και πολλές αφρικανικές χώρες ήταν και παραμένουν…. υπό την πολιτική και επιχειρηματική επιρροή της) έπρεπε η εθνική βιομηχανία της να τροφοδοτήσει με οχήματα τις αποικίες της. Σε αυτή τη μεγάλη προστατευμένη αγορά, δεν είχε κανέναν σοβαρό ανταγωνιστή και η βιομηχανία της δεν χρειαζόταν να κοπιάσει ιδιαίτερα για να πουλήσει. Το ζητούμενο ήταν να φτιάξει όσα περισσότερο οχήματα μπορούσε, το συντομότερο χρονικό διάστημα. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που οι Βρετανοί άφησαν στην άκρη τους μεγάλους, πανάκριβους και περίπλοκους V2 κινητήρες των 1000 κυβικών και στράφηκαν στους μονοκύλινδρους και στην πιο απλή μορφή των δικύλινδρων εν σειρά.

Βρετανικός V2 κινητήρας JAP με 980 κυβικά του 1928

Την ίδια στιγμή η αποδεκατισμένη από επιστήμονες και κουτσή από εγκαταστάσεις εθνική βιομηχανία της Γερμανίας και της Ιταλίας, δηλαδή των χαμένων του πολέμου, έπρεπε να κατασκευάζει πολλά, μικρά-φτηνά οχήματα για να προσφέρουν οικονομική μετακίνηση στους κατοίκους τους, υπό τους αυστηρούς περιορισμούς στην πρόσβαση πρώτων υλών που τους είχαν θέσει οι νικητές του πολέμου.

Στη Γαλλία, τη χώρα που γεννήθηκαν οι πιο νεωτεριστικές μηχανολογικές ιδέες (στα όρια του σουρεαλισμού κάποιες φορές) η φορολογική πολιτική των μεταπολεμικών κυβερνήσεων στραγγάλισε την εθνική βιομηχανία της και την οδήγησε στην εσωστρέφεια. 

Στις ΗΠΑ από την άλλη μεριά, τα δολάρια και τα πετρέλαια “έτρεχαν” στους ολοκαίνουριους δρόμους με τις τέσσερεις λωρίδες κυκλοφορίας και οι Αμερικάνοι κατανάλωναν σε τεράστιες ποσότητες τα πάντα. Η εθνική βιομηχανία τους επικεντρώθηκε στην ποσότητα και τον εντυπωσιασμό, οπότε από τις Duesenberg με τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους και τους υπερσυμπιεστές του 1931 και τις V12 Packard και V16 Cadillac  του 1912 και του 1921 , κατάντησαν να κατασκευάζουν V8 αυτοκίνητα με ωστήρια και από τις τετρακύλινδρες Henderson έμειναν κολλημένοι για πάντα στις V2 με περιεχόμενη γωνία της 45⁰ και ξεχωριστό κιβώτιο ταχυτήτων που έπαιρνε κίνηση με αλυσίδα.  Άφθονα κυβικά και γρήγορη διαδικασία παραγωγής, με ευκολία επισκευής από ανειδίκευτους μηχανικούς. “Bigger – Looonger – Looower” και “You can fix it with a hammer” ήταν η συνταγή της επιτυχίας στις ΗΠΑ.

 

Αμερικάνικος οκτακύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και υπερσυμπιεστή των αδερφών Duesemberg του 1931

Σε όλη αυτή την ιδιόμορφη μεταπολιτική κατάσταση στον κόσμο, η Ιαπωνική εθνική βαριά βιομηχανία δεν είχε απολύτως τίποτα! Η τοπική αγορά ήταν πολύ μικρή και κυρίως πολύ φτωχή για να καταναλώσει τα προϊόντας της σε ποσότητες που θα της επέτρεπαν να επιβιώσει. Την ίδια στιγμή το τεχνολογικό επίπεδο και οι βιομηχανικές υποδομές της ήταν αστείες για να κατασκευάσει προϊόντα προς εξαγωγή.

Τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες που κατασκεύαζαν ήταν αντίγραφα προπολεμικών βρετανικών σχεδίων (όχι κλεμμένα, κανονικά αγορασμένα blue-print) και οι εγκαταστάσεις των εργοστασίων τους είχαν υποστεί ολική καταστροφή. Η βιομηχανική τεχνολογία/τεχνογνωσία τους (το know-how δηλαδή) ήταν υποτυπώδης και ο ισχυρισμός πως οι καμικάζι έριχναν τα αεροπλάνα στο στόχο τους (θυσιάζοντας τη ζωή τους προφανώς) γιατί ήταν τόσο κακά που δεν είχαν καμία άλλη επιχειρησιακή/επιθετική δυνατότητα έναντι των αντιπάλων τους, δεν είναι πολύ μακριά από την πραγματικότητα.

Ο μόνος τρόπος επιβίωσης της Ιαπωνικής εθνικής βιομηχανίας οχημάτων ήταν οι μαζικές εξαγωγές στην υπερκαταναλωτική αγορά των ΗΠΑ και ο μόνος τρόπος για να τα κατασκευάσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι να πάρουν έτοιμη τεχνογνωσία.

Το γεγονός όμως πως δεν είχαν “παράδοση” στην κατασκευή οχημάτων και τα εργοστάσια τους είχαν ισοπεδωθεί από τους βομβαρδισμούς είχε και ένα ΤΕΡΑΣΤΙΟ πλεονέκτημα.

Το πλεονέκτημα ήταν πως ξεκινούσαν από ένα λευκό χαρτί και μπορούσαν να διαλέξουν τα καλύτερα στοιχεία από τις εθνικές βιομηχανίες των υπόλοιπων χωρών. Επίσης, τα καινούρια εργοστάσια που έφτιαξαν διέθεταν σύγχρονο εξοπλισμό και ήταν έτοιμα να εφαρμόσουν στην παραγωγή τις νέες μεθόδους κατασκευής που είχαν ανακαλυφθεί από την πολεμική βιομηχανία κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (κυρίως τη γερμανική).

Έχοντας ήδη δεσμούς με την βρετανική βιομηχανία οχημάτων πριν τον πόλεμο, αλλά και με τους μηχανολόγους της Ανατολικής Γερμανίας να έχουν “τάσεις φυγής” από τη Σοβιετική Ένωση στην οποία είχε περιέλθει πλέον η μισή Γερμανία, τα Ιαπωνικά εργοστάσια ξεκίνησαν ένα σαφάρι συλλογής βιομηχανικής τεχνογνωσίας, κυρίως από αυτές τις δύο χώρες. Από τους Βρετανούς πήραν μόνο την εμφάνιση των μοτοσυκλετών τους, ενώ από τους Γερμανούς πήραν τις μεθόδους κατασκευής και την “στρατιωτικών προδιαγραφών” ποιότητα κατασκευής (μαζί με την τεχνολογία των δίχρονων και Wankel κινητήρων). Οι περισσότερες γερμανικές μοτοσυκλέτες εξελίχθηκαν για τις ανάγκες του στρατού και είχαν πολύ καλή στεγανοποίηση του ηλεκτρικού συστήματος .

 

Zundapp K 800, τετρακύλινδρη boxer του 1938

Επίσης οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν τα καλύτερα συστήματα τροφοδοσίας για μοτοσυκλέτες (τα γαλλικά καρμπιρατέρ της SOLEX, τα σχέδια των οποίων το 1960 αγόρασαν οι Ιάπωνες ιδρύοντας την Mikuni) ώστε να αντέχουν σε όλες τις καιρικές συνθήκες του πολέμου.

Επίσης από τις γερμανικές μοτοσυκλέτες εμπνεύστηκαν τη στρατιωτική (κυρίως αεροπορική) φιλοσοφία σχεδιασμού των κινητήρων τους, η οποία θέλει κάθε εξάρτημα να κάνει μόνο μία δουλειά και έπαιξε τεράστιο ρόλο στην αξιοπιστία τους.

Οι βρετανοί ήταν οπαδοί της σχεδιαστικής και κατασκευαστικής απλότητας και οι περισσότεροι κινητήρες τους χρησιμοποιούσαν απλοϊκά συστήματα λίπανσης και ηλεκτρικά συστήματα με αμφισβητούμενη αντοχή στο χρόνο (LUCAS…. The Prince Of Darkness…).

Όταν χρησιμοποιείς ένα εξάρτημα για να κάνει δύο ή τρεις δουλειές (π.χ. η καδένα κίνησης του εκκεντροφόρου να πρέπει ταυτόχρονα να μεταφέρει από τα κάρτερ το λάδι στην κεφαλή για λίπανση του συστήματος κίνησης των βαλβίδων ή η λίπανση να γίνεται με το λάδι που πλατσουρίζει ο στρόφαλος όταν περιστρέφεται, τότε το πιθανότερο είναι να κάνει και τις δύο δουλειές λάθος.

Αντιθέτως, όταν το κάθε εξάρτημα κάνει μόνο μία δουλειά μπορεί να την κάνει άριστα και οι πιθανότητες να χαλάσει είναι πολύ μικρότερες αφού κάνει μόνο τη δουλειά για την οποία έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί.

Αυτό λοιπόν που εκ πρώτης όψεως φαίνεται περίπλοκο και σε κάνει να πιστεύεις ότι έχει πολλά πράγματα που θα μπορούσαν να χαλάσουν, στην πραγματικότητα ήταν το μυστικό της αξιοπιστίας των ιαπωνικών και γερμανικών κινητήρων, εκείνες τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι πρώτες Ιαπωνικές μοτοσυκλέτες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μοιάζουν πολύ με τις βρετανικές στα χαρτιά, όμως κατασκευαστικά είχαν πολύ πιο στενή σχέση με τη γερμανική βιομηχανία.

Έχοντας στα χέρια τους ό,τι χρειάζονταν για να κατασκευάσουν αξιόπιστες μοτοσυκλέτες και να τις πουλήσουν σε μεγάλες ποσότητες στις ΗΠΑ, το επόμενο βήμα που έπρεπε να κάνουν τα ιαπωνικά εργοστάσια για να κατακτήσουν τον κόσμο ήταν να μπουν στα μεγάλα σαλόνια της Ευρώπης συμμετέχοντας στα Grand Prix…

Μόνο που εκεί θα έβρισκαν μπροστά τους ένα ανορθόδοξο βιομηχανικό “γαλατικό χωριό”… τους Ιταλούς!