Drysdale V8 Bruiser

Ένα V8 mega-monster!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/8/2017

Και οι οκτώ ήταν υπέροχοι

 

Το V8 Bruiser είναι ένα mega-Monster, ένα γυμνό roadster που έχει σκοπό να θέσει νέο όρια για την πιο ξεχωριστή, πιο μυώδη και κατά πάσα πιθανότητα την ταχύτερη custom cruiser μοτοσυκλέτα που θα μπορεί να αγοράσει κανείς

Χρειάστηκε σχεδόν τρία χρόνια για να το κατασκευάσει ο υπέρμαχος των πολυκύλινδρων κινητήρων, 44χρονος Ian Drysdale. Επιτέλους κυκλοφορεί στους δρόμους της Μελβούρνης, φορώντας τον κλασικό V8 κινητήρα με τις 32 βαλβίδες και τους 2 ΕΕΚ, εφοδιασμένο με ψεκασμό, έτοιμο για κόντρες στα φανάρια και για καβγά στους αυτοκινητοδρόμους. Τώρα όμως, σε αντίθεση με την προηγούμενη κατασκευή του 750 V8 superbike, η καινούργια υπερ-μοτοσυκλέτα είναι το δίτροχο αντίστοιχο των φουσκωτών τύπων που κάνουν πόρτα στα ξενυχτάδικα. Στ’ αλήθεια, για το μηχανάκι αυτό θα έπρεπε να καθιερωθεί ο όρος Π.Α.Μ.

Διότι το καινούργιο V8 του Drysdale είναι αναμφίβολα η απόλυτη μοτοσυκλέτα που μπορεί να κυκλοφορήσει νόμιμα για τους Πλούσιους Αστούς Μοτοσυκλετιστές. Μόνο κάποιος που μπορεί να κόψει μια επιταγή άνω των 30.000 ευρώ μπορεί να προστεθεί στην ήδη πολυπληθή λίστα αναμονής για να αγοράσει μια χειροποίητη απάντηση στο ερώτημα πώς ξεπερνά κανείς το Yamaha V-Μax. Αρκεί μια ματιά στα μοντέλα της Drysdale. Και παρόλο που τη μέρα που οδήγησα το πρωτότυπό της, αυτό ήταν εφοδιασμένο με τον 750cc V8, δίνοντάς μου μόνο μερικές ενδείξεις για το πώς θα καθαρίζει τον ανταγωνισμό στα GP των φαναριών, φαίνεται πως η εξίσωση της ισχύος θα έχει λυθεί μόλις ετοιμαστεί ο κινητήρας των 1.000cc που θα κινεί όλα τα Bruisers. Την περασμένη άνοιξη (λίγους μήνες μετά τη συγγραφή του παρόντος άρθρου) παραδόθηκε το πρώτο από τα τρία που πουλήθηκαν στις ΗΠΑ, σε έναν δικηγόρο της Νέας Αγγλίας.

Δεν υπάρχει περίπτωση να το παραδεχτεί ο Ian, αλλά ο λόγος που το πρωτότυπο που μου έδωσαν για να το δοκιμάσω στην εξοχή και να πεταχτώ μέχρι το κέντρο για να τσιμπήσω κάτι φορούσε πίσω ένα μισοφαγωμένο αγωνιστικό Michelin βροχής, ήταν ότι η κατανάλωσή του σε πίσω λάστιχα ξεπερνούσε τη δυνατότητά τους να αντικαταστήσουν το στοκ των Dunlop D208 που υπήρχε στο εργοστάσιο του Drysdale.

Μπορώ να κατασκευάσω ό,τι θέλω

Ο Ian Drysdale, ο οποίος είναι ένα από τα καλύτερα δείγματα Αυστραλού που ασπάζεται το δόγμα “μπορώ να κατασκευάσω ότι θέλω”, είχε έναν απόλυτα ξεκάθαρο στόχο στο μυαλό του όταν ξεκίνησε να κατασκευάζει το V8, τον Ιανουάριο του ’94: “Ήθελα να φτιάξω μια racing μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να κυκλοφορεί νόμιμα – την ταχύτερη μοτοσυκλέτα με την οποία θα μπορούσε κανείς να πεταχτεί μέχρι το φούρνο της γειτονιάς!”, λέει ο μηχανικός που ζει στη Μελβούρνη.

Το βιογραφικό του, πριν αρχίσει να κατασκευάζει το Bruiser, περιλαμβάνει μια πληθώρα μυστήριων μελετών σε πολλούς διαφορετικούς τομείς, όπως να μετατρέψει τον μηχανικό κύκνο που χρησιμοποιούν τα Αυστραλιανά Μπαλέτα στη “Λίμνη των Κύκνων” έτσι ώστε να λειτουργεί με τηλεχειρισμό, ή να επιβλέψει την κατασκευή και την τοποθέτηση δυναμόμετρων με κυλιόμενο δάπεδο για τα εργοστάσια αυτοκινήτων των GM/Holden και Ford, ή την αεροδυναμική σήραγγα για το πανεπιστήμιο Monash της Μελβούρνης, ή να κατασκευάσει για την ανθούσα βιομηχανία κινηματογράφου της Αυστραλίας έναν ελαφρύ γερανό απ’ αυτούς που χειρίζονται τις κάμερες όταν βρίσκονται μακριά από τα στούντιο, ή για να μετατρέψει ATV quads έτσι ώστε να μπορούν να τα χρησιμοποιούν ανάπηροι αγρότες, και πολλά άλλα παρόμοια.

Εντούτοις ο Drysdale ήταν άρρωστος με τις μοτοσυκλέτες από πολύ παλιά, και εκτός του ότι είχε συμμετάσχει σε κάθε είδους αγώνα δίτροχων –όπως αγώνες στην έρημο, motocross, flat track, αγώνες ταχύτητας– έχει επίσης φτιάξει μια σειρά από ποικίλες πρωτοποριακές κατασκευές, μερικές συμβατικές, άλλες πρωτοποριακές, μερικές αληθινά τρελές. Εκτός από το παιδικό ποδηλατάκι που έφτιαξε στο σχολείο ως συμμετοχή σε έναν διαγωνισμό, που έστριβε ο πίσω τροχός του αλλά γενικά ήταν πλήρης αποτυχία, στις πρωτοποριακές του κατασκευές συμπεριλαμβάνεται οπωσδήποτε το Dryvtech 2Χ2Χ2, μια δίχρονη μοτοσυκλέτα enduro που είχε κίνηση και στους δύο τροχούς και που επιπλέον έστριβαν και οι δύο τροχοί της, η οποία φτιάχτηκε το 1999 και τώρα αναπαύεται στην Αγγλία. Οι επισκέπτες της πίστας Donington Park μπορούν να δουν το Dryvtech στο μουσείο της πίστας μαζί με άλλες εξωτικές F1 παλαιότερων εποχών, όπως και έναν από τους κινητήρες 750 V8 που χρησιμοποιούσε το πρωτότυπο Bruiser.

Όμως, όσο πρωτότυπο και να ήταν το Dryvtech, δεν ήταν παρά ένα ορεκτικό μπροστά στην επικείμενη επίδειξη τεχνολογικής δύναμης από τον Ian Drysdale, τη σχεδίαση και κατασκευή του δικού του 750 V8. Ήμουν ο πρώτος, εκτός από τους ανθρώπους της εταιρείας, που οδήγησε το σχεδόν έτοιμο οκτακύλινδρο στην πίστα δοκιμών Calder Park τον Ιούνιο του ’97. Οδηγώντας αυτή την πολύπλοκη μοτοσυκλέτα είχα την ευκαιρία να αντιληφθώ από πρώτο χέρι πώς κατάφερε η ομάδα του Drysdale να ολοκληρώσει ένα τόσο σύνθετο έργο. Όπως επίσης και τη δυνατότητα που θα έχουν για περιορισμένη παραγωγή μοντέλων με διάφορες παραλλαγές. Πέντε χρόνια μετά το ξεκίνημά τους, αφενός συμμετείχαν με ένα αγωνιστικό 750 V8 στο Australia Formula Xtreme (οι σωστοί αγώνες για μια τέτοια μοτοσυκλέτα) ώστε να το εξελίξουν στην πράξη, και αφετέρου, επειδή ο Ian χρειαζόταν χρήματα για το επόμενο στάδιο εξέλιξης, έκανε διάφορες άλλες περίεργες μηχανολογικές εργασίες – όπως π.χ. τεχνικός σύμβουλος σε μερικά κινέζικα εργοστάσια μοτοσυκλετών. Παράλληλα έψαχνε για χορηγούς για να φτιάξει το δικό του 990cc V8 MotoGP, το οποίο θα είναι το αποκορύφωμα της εξέλιξης του Drysdale V8 Bruiser.

“Ήθελα να φτιάξω μια racing μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να κυκλοφορεί νόμιμα – την ταχύτερη μοτοσυκλέτα με την οποία θα μπορούσε κανείς να πεταχτεί μέχρι το φούρνο της γειτονιάς!”

Ό,τι θέλει ο Λαός

Τα cruisers και τα γυμνά roadsters κυριαρχούν στις πωλήσεις παγκοσμίως, οπότε, όπως μας εξήγησε ο Ian Drysdale, ήταν αναπόφευκτο να τοποθετηθεί σε τέτοια μοτοσυκλέτα ο V8 κινητήρας του. “Υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον απ’ όλα τα μέρη του κόσμου για μια σπορ μοτοσυκλέτα V8 750cc”, είπε. “Όμως, πραγματικά δεκάδες υποψήφιοι αγοραστές, οι περισσότεροι πενηντάρηδες επαγγελματικά επιτυχημένοι στην Αμερική, την Αγγλία και την Αυστραλία, μου είπαν ότι ήθελαν να παραγγείλουν ένα Bruiser, αλλά σε πιο ήρεμη έκδοση, με λιγότερο απαιτητική θέση οδήγησης. Ένας από αυτούς οδήγησε το superbike και είπε ότι όλα είναι πολύ καλά και ότι του άρεσε το μοτέρ αλλά, στα πενήντα του, δεν θα ήθελε να επισκέπτεται τον φυσιοθεραπευτή του επί μια εβδομάδα μετά από κάθε κυριακάτικη βόλτα! Επίσης πολλοί μου είπαν ότι, αν επρόκειτο να ξοδέψουν 30.000 ευρώ για μια μοτοσυκλέτα, θα έπρεπε να έχει θέση και για δεύτερο άτομο, ώστε να μπορούν να πάρουν μαζί και τη γυναίκα τους – αλλιώς δεν θα τους έδινε την άδεια να την αγοράσουν! Οπότε, αυτό με οδήγησε να κατασκευάσω βασικά την ίδια μοτοσυκλέτα όπως το 750 V8, αλλά με χιλιάρη κινητήρα, πλαίσιο με δύο αμορτισέρ πίσω, με κάπως πιο άνετη θέση οδήγησης και, φυσικά, σέλα για δύο”.

“Θα κατασκευάζουμε δύο διαφορετικά μοντέλα, και υπεύθυνος για το styling αμφοτέρων είναι ο Duncan Harrington, ο ίδιος που μας σχεδίασε και το superbike”, συνέχισε ο Ian. “Το ένα είναι το Bruiser, το οποίο θα έχει εξάτμιση 8 σε 2, εξάρι κιβώτιο, αλουμινένιους τροχούς, ίσιο τιμόνι, ελαφρά πίσω τα μαρσπιέ και πιο επιθετικό στυλ, έτσι ώστε με τον V8 να γίνει περισσότερο Τέρας από το Ducati Monster. Το άλλο μοντέλο είναι το Cruiser, που θα έχει ζάντες με ακτίνες, 8 εξατμίσεις με 8 τελικά, πεντάρι κιβώτιο, μαρσπιέ τοποθετημένα μπροστά και τιμόνι κυρτό προς τα πίσω. Και τα δύο μοντέλα θα είναι ίδια μηχανικά, όμως επειδή θα έχουν ψεκασμό θα μπορούμε να αλλάζουμε τη χαρτογράφηση της ανάφλεξης ώστε να έχει πιο ήπια απόδοση, χωρίς ωστόσο η μοτοσυκλέτα να χάνει την ικανότητά της να ορμάει όταν της τα χώνεις. Δεν εντυπωσιαστήκαμε καθόλου που υπήρχε ενδιαφέρον γι’ αυτά τα μοντέλα από την Αμερική, την Ιαπωνία αλλά και την Αυστραλία – πήραμε τρεις παραγγελίες πριν ακόμα κατασκευάσω το πρωτότυπο, ενώ τώρα έχω σχεδόν φτάσει στο σημείο όπου θα μπορώ να αρχίσω να κατασκευάζω τις μοτοσυκλέτες σε ομάδες των έξι, πράγμα που θα μειώσει το κόστος παραγωγής ώστε να μπορέσω να τις πουλάω φτηνότερα, αν και πάντα θα είναι χειροποίητες”.

Το πρωτότυπο Bruiser, που ήμουν ο πρώτος –εκτός από τον ίδιο τον Ian Drysdale– που το οδήγησε, είναι χαμηλότερο από το 750 V8 superbike, έχει δύο αμορτισέρ, το εντελώς καινούργιο πλαίσιο είναι ατσάλινο σωληνωτό περιμετρικό χωροδικτύωμα, το ύψος της σέλας είναι 700mm, ενώ η γεωμετρία του είναι κάπως πιο “τραβηγμένη”. Το μεταξόνιο έχει μεγαλώσει στα 1.430mm και η γωνία κάστερ είναι 26 μοίρες, αν και μπορεί να αλλάξει η ρύθμιση χρησιμοποιώντας διαφορετικά aftermarket έκκεντρα ώστε να ταιριάζει σε όλα τα γούστα. Το σωληνωτό χωροδικτύωμα του πλαισίου είναι κατασκευασμένο από μαλακό ατσάλι ERW (λιγότερο επιρρεπές σε ρωγμές απ’ ό,τι το σκληρό χρωμιομολυβδαινιούχο, κατά τον Ian) και στα πλάγια σχηματίζει αντίστοιχα τρίγωνα με της Ducati, ο δε αναρτημένος από το πλαίσιο κινητήρας παίρνει μέρος μόνον του φορτίου, ενώ πίσω έχει τοποθετηθεί το αλουμινένιο ψαλίδι του Kawasaki ZZ-R1100.

Το πιρούνι, οι τροχοί και τα φρένα που χρησιμοποιήθηκαν στο πρωτότυπο είναι από Yamaha R1, αλλά καθώς το Drysdale V8 Bruiser παράγεται κατόπιν παραγγελίας, ο κάθε πελάτης μπορεί να το πάρει με τις προδιαγραφές που θέλει. Όμως, επειδή είναι πολύ ακριβό μηχανάκι και διαθέτει τόσο high-tech εξοπλισμό, ο Drysdale παροτρύνει τους αγοραστές να επιλέξουν το ανάποδο πιρούνι της Ohlins με WP ελατήρια και φρένα Brembo για να ταιριάζουν με τα δύο πολυρυθμιζόμενα Penske αμορτισέρ που χρησιμοποιούσε το πρωτότυπο. Παρόλο δε που το Bruiser έχει δύο ψυγεία νερού τοποθετημένα μπροστά (αντί για το ένα κάτω από τη σέλα του superbike 750) και τον ογκώδη V8 κινητήρα, ο Drysdale λέει ότι έχει πετύχει να ζυγίζει μόλις 206 κιλά στεγνό και να είναι ελαφρώς οπισθόβαρο – εντυπωσιακό για οκτακύλινδρη μοτοσυκλέτα. “Θα μπορούσαμε να μειώσουμε την επιφάνεια των ψυγείων”, λέει, “αλλά επειδή το ένα βρίσκεται χαμηλότερα πίσω από την εξάτμιση, προτίμησα μια ασφαλή λύση για όταν κάνει ζέστη”.

Ολίγη από τεχνική ανάλυση

Για όσους θέλουν μια επανάληψη του μαθήματος για να το εμπεδώσουν καλύτερα, το Drysdale είναι η μοναδική ειδικά σχεδιασμένη γι’ αυτόν τον V8 μοτοσυκλέτα παραγωγής που μπορεί κανείς να αγοράσει. Χρησιμοποιεί όμως όσο το δυνατόν περισσότερα εξαρτήματα από Yamaha, ώστε οι ιδιοκτήτες να μπορούν εύκολα να βρίσκουν ανταλλακτικά. Κάτι που αντικατοπτρίζει την ενθουσιώδη υποστήριξη που παρείχε εξαρχής στην ιδέα η Yamaha Αυστραλίας.

Έτσι, ο 750 V8 που είχε τοποθετηθεί στο πρωτότυπο χρησιμοποιούσε δύο 16βάλβιδες κεφαλές από FZR 400R. Το κάρτερ, ειδικά σχεδιασμένο από τον Ian (πεπειραμένος σχεδιαστής ο ίδιος), είχε κοπεί και ανοίξει κατά μήκος έτσι ώστε να ενσωματωθούν τα δύο μπλοκ των κυλίνδρων στο επάνω τμήμα του στροφαλοθάλαμου, για περισσότερη ακαμψία. Τα μπλοκ των κυλίνδρων τοποθετήθηκαν υπό γωνία 90 μοιρών, για την καλύτερη αντιμετώπιση των πρωτογενών κραδασμών. Ενώ κράτησε την κίνηση των εκκεντροφόρων με καδένα από το κεκλιμένο μοτέρ του FZR 400R, ο Drysdale  κατάφερε να αντιστρέψει τη φορά περιστροφής των εκκεντροφόρων στο πίσω μπλοκ κυλίνδρων. Αντίθετα, διατήρησε τη φορά των εκκεντροφόρων του μπροστινού μπλοκ, όπως και του στροφάλου, προς τα εμπρός. Τα εξαρτήματα του κινητήρα των 56 x 38mm που προέρχονται από τη Yamaha είναι οι μπιέλες και τα πιστόνια (οχτώ από το καθένα), οι 32 βαλβίδες (21mm οι εισαγωγής / 19mm οι εξαγωγής), όπως και οι τέσσερις εκκεντροφόροι οι οποίοι παίρνουν κίνηση κατ’ ευθείαν από τον στρόφαλο, ενώ το 6τάχυτο κιβώτιο και ο υγρός συμπλέκτης προέρχονται από YZF 750.

Οι βασικές αλλαγές που θα γίνουν στον 1.000cc κινητήρα που θα κινεί όλα τα Bruiser είναι να αυξηθεί η διάμετρος και η διαδρομή ώστε να γίνουν 62 x 41,4mm αντίστοιχα, χρησιμοποιώντας ένα εντελώς καινούργιο μπλοκ, ψηλότερο κατά 3mm, που θα έχει όμως ακριβώς την ίδια εμφάνιση. Θα έχει έναν νέο στρόφαλο εφοδιασμένο με μπιέλες σχεδιασμένες από τον Drysdale, ενώ θα χρησιμοποιεί πιστόνια και κεφαλές από YZF 600 Thundercat, οι οποίες θα έχουν τις βάσεις του κινητήρα ενσωματωμένες. Σύμφωνα με τον Drysdale, ο χιλιάρης θα έχει το κόκκινο στις 14.000 στροφές, τη στιγμή που του 750 ήταν στις 16.000, ενώ υπολογίζεται ότι θα αποδίδει 140 άλογα στον τροχό στις 13.500 σ.α.λ. Ο κινητήρας των 750cc που φοράει τώρα το πρωτότυπο, χωρίς να είναι ιδιαίτερα δυνατός, αποδίδει, σύμφωνα με τους κατασκευαστές, 120 άλογα στις 14.200 με την κατασκευασμένη από τον Ian εξάτμιση 8 σε 4 σε 2, η οποία χρησιμοποιεί τελικά Megacycle για να είναι πιο αθόρυβη και να κυκλοφορεί νόμιμα.

Όμως δεν είναι εντελώς αθόρυβη – ευτυχώς, σκέφτεσαι καθώς πατάς το μπουτόν και περιμένεις η μίζα από Kawasaki ZZ-R 250 να γυρίσει τους διπλάσιους κυλίνδρους απ’ ό,τι έχει συνηθίσει. Τελικά παίρνει μπρος βγάζοντας τον χαρακτηριστικό ήχο που κάνουν οι V8 όταν δουλεύουν στο ρελαντί. Όμως μόλις τσιμπήσεις το γκάζι για να την κάνεις να… κελαηδήσει, αντιλαμβάνεσαι ότι η γκαζιέρα είναι πολύ πιο ελαφριά και με καλύτερη αίσθηση συγκριτικά με τα οχτώ αγωνιστικά 32άρια Keihin με επίπεδα σλάιντ που είχε τοποθετήσει ο Ian στo racing 750 V8, το οποίο που είχα οδηγήσει στην πίστα πριν από δύο χρόνια. Εκείνα αργούσαν να αντιδράσουν, εξαιτίας των σκληρών ελατηρίων που χρειάζονταν για να ξεπεράσουν την εντυπωσιακή υποπίεση που δημιουργούσαν οι οχτώ κύλινδροι –δεν υπήρχε άλλος τρόπος παρά να ανοίξουν συγχρόνως και τα οχτώ σλάιντ–, πράγμα που απαιτούσε πολλή δύναμη, έτσι ώστε να είναι απαραίτητη η τοποθέτηση ψεκασμού στις μοτοσυκλέτες παραγωγής. Τώρα τα Bruiser είναι εφοδιασμένα με MoTeC fuel injection, το οποίο έχουν σχεδιάσει από κοινού ο Drysdale μαζί με την πολύ καλή αυστραλέζικη εταιρεία της οποίας τα γραφεία βρίσκονται στη Μελβούρνη, λίγα μέτρα από το δικό του εργοστάσιο. Το αποτέλεσμα είναι επίσης μείωση των καυσαερίων και βελτιωμένη κατανάλωση, δύο βασικά στοιχεία για μια μοτοσυκλέτα με τόσους πολλούς κυλίνδρους. Η κεντρική ηλεκτρονική μονάδα που ελέγχει τον ψεκασμό διαθέτει πλήρη χαρτογράφηση για τα σώματα που προέρχονται από BMW Κ100 (εντάξει, από δύο Μπέμπες φυσικά!). Πρόκειται για οχτώ σώματα 34mm BMW/Bing στα οποία υπάρχει ένα μπεκ Bosch σε κάθε ένα ακριβώς κάτω από την πεταλούδα, εξασφαλίζοντας ελεγχόμενη ροή καυσίμου όταν ανοίγει το γκάζι.

Όμως η χαρτογράφηση του ψεκασμού δεν είχε ρυθμιστεί σωστά στο 750 V8 Bruiser που οδήγησα, καθώς αυτό ήταν ένα πρωτότυπο για να εξελίξουν το πλαίσιο, ενώ το τμήμα R&D δούλευε πάνω στον χιλιάρη κινητήρα. Έτσι η μηχανή δεν γέμιζε στρωτά από χαμηλά και ήθελε το αριστερό χέρι να “πει” γλυκόλογα και κολακείες στον συμπλέκτη, όπως ακριβώς χρειαζόταν και το racing V8 superbike στις εξόδους από αργές στροφές, γιατί ο στρόφαλος δεν είχε αδράνεια αφού τον είχαν ελαφρύνει και είχε φτάσει να ζυγίζει μόνο 5,5 κιλά, από 44 που ήταν το κομμάτι μετάλλου από το οποίο προήλθε.

 

Το τέρας βγήκε παγανιά

Οπωσδήποτε, όταν ξεπεράσεις το όριο των 4.000 στροφών όπου κάνει την εμφάνισή της η ιπποδύναμη, ο μυώδης και τραχύς V8 αρχίζει να ανεβάζει στροφές χωρίς κανένα πρόβλημα μέχρι ψηλά, όπου στρώνει και βγάζει ένα στοιχειωμένο, οξύ ουρλιαχτό. Χτυπώντας μαλακά τον λεβιέ στις 13.500 για να ανεβάσω ταχύτητα στο εξάρι κιβώτιο –αφαιρούμενη “κασέτα”–, ο κινητήρας συνέχισε να βρίσκεται στο σημείο όπου αποδίδει μαζικά τα άλογά του, δουλεύοντας μαλακά σαν μετάξι, αλλά σε πλήρη απόδοση μέχρι το κόκκινο. Παρόλο που οδήγησα το Drysdale λίγο, ίσα για να πάρω μια ιδέα πριν το πλήρες τεστ, πιστεύω ότι λίγες μοτοσυκλέτες απ’ όσες κυκλοφορούν στο εμπόριο θα μπορούν να προσφέρουν τέτοιον δυναμικό συνδυασμό ισχυρού χαρακτήρα και ευαισθησίας όπως αυτός που θα έχει το Bruiser στην τελική του μορφή, όταν θα βγάζει περισσότερα άλογα από τον πολυκύλινδρο κινητήρα 1.000cc.

Το V8 Bruiser θα έχει εντελώς διαφορετικό στήσιμο από το πιο αθλητικό superbike, ώστε να ικανοποιηθούν κάποια αιτήματα που είχαν διατυπώσει υποψήφιοι αγοραστές. Η μοτοσυκλέτα θα είναι σημαντικά χαμηλωμένη πίσω, το πιρούνι της θα βγαίνει πολύ μπροστά και, με τη βοήθεια και  της νέας εξάτμισης 8 σε 4 σε 2 που είναι χαμηλά πλάι στο μοτέρ, θα έχει σημαντικό πρόβλημα στα ανώμαλα εδάφη, ενώ η αγωνιστική μπορούσε να κινείται σε πολύ ψηλές ταχύτητες με ελαστικά slick χωρίς να βρίσκει στην άσφαλτο. Το Bruiser είναι ακριβώς το αντίθετο, πλάγιασέ το περισσότερο από 30 μοίρες και ετοιμάσου να ακούσεις τον ήχο που κάνουν τα μέταλλα όταν ξύνουν την άσφαλτο. Αυτή είναι μια μοτοσυκλέτα του τύπου “σημαδεύω και ορμάω”, δηλαδή στην ευθεία τα δίνω όλα και στις στροφές πάω σαν κότα, για να ικανοποιηθούν οι μελλοντικοί αγοραστές, όπως υποθέτω. Οπωσδήποτε, για να καλυφθούν οι απαιτήσεις τους, η θέση οδήγησης είναι λογική – και εξαιρετική, χάρη στη σοφή απόφαση του Drysdale να αντιγράψουν τις πετυχημένες αναλογίες του Ducati Monster, χρησιμοποιώντας ακόμη και το τιμόνι του. Έτσι, η μοτοσυκλέτα έχει μια σχεδόν όρθια, αλλά και δυναμική θέση οδήγησης. Και παρόλο που δεν υπάρχει περίπτωση να ξεχάσεις ότι ανάμεσα από τα πόδια σου έχεις έναν πολύ φαρδύ κινητήρα, και ότι το 16λιτρο ρεζερβουάρ είναι κάτω από τη σέλα αντί για λίγο εδώ και λίγο εκεί όπως στη superbike, το Bruiser σού δίνει την αίσθηση ότι είναι συμπαγές και σε κάνει να αισθάνεσαι ότι κάθεσαι μέσα στη μηχανή και όχι επάνω στα καπάκια των εκκεντροφόρων κάποιου μικρού V8. Ευχάριστη αίσθηση.

Επίσης, φρενάρει και στρίβει αρκετά καλά, μέσα στα όρια που θέτει η χαμηλή απόσταση από το έδαφος. Ο τρόπος που η μοτοσυκλέτα κρατά την πορεία της με το γκάζι γεμάτο ή και όταν την “κρεμάς”, σου δίνει την αίσθηση ότι ο Ian έδωσε τις σωστές αναλογίες στη γεωμετρία της. Τα αμορτισέρ Penske διαθέτουν όλες τις ρυθμίσεις, παρέχουν καλή ποιότητα κύλισης για ψαλίδι με δύο αμορτισέρ και μεταφέρουν την ιπποδύναμη στο δρόμο με προβλέψιμο τρόπο.

Η μελωδία της ευτυχίας

Βέβαια, δεν μπορώ παρά να σκεφτώ ότι το κράτημα της συγκεκριμένης μοτοσυκλέτας δεν θα ενδιαφέρει τους ιδιοκτήτες της τόσο πολύ όσο ο μελωδικός ήχος του V8 κινητήρα της, ο ήρεμος και ευκολοδήγητος χαρακτήρας της χάρη στον ψεκασμό της MoTeC και πάνω απ’ όλα βέβαια η εμφάνισή της. Κοιτώντας το Drysdale V8 Bruiser από πίσω αριστερά, καθώς ακουμπούσε στο σταντ και γυάλιζε στις ακτίνες του ήλιου που έδυε, μου έδωσε μια νέα ερμηνεία περί του τί σημαίνει μυώδης μοτοσυκλέτα. Εάν η Ducati κατασκεύαζε –κάτι που φαντάζει πιθανό στο μέλλον– ένα τετρακύλινδρο Monster εφοδιασμένο με τον V4 των ΜotoGP, το αποτέλεσμα θα ήταν μια μοτοσυκλέτα που θα έμοιαζε να έχει τον μισό κινητήρα και τη μισή δύναμη από το Drysdale V8 Bruiser. Όμως το Τέρας από το νότιο ημισφαίριο είναι ήδη εδώ περιμένοντας τους αγοραστές του, αν και αφορά μόνο αυτούς που διαθέτουν πλατινένιες πιστωτικές κάρτες και πολλά μηδενικά στο τέλος του υπόλοιπου του τραπεζικού τους λογαριασμού. Ας ελπίσουμε ότι θα τους βρει…

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

 

Κατασκευαστής / Μοντέλο:    Drysdale / V8 Bruiser

Τιμή ():  30.000 (και βάλε…)

Κινητήρας:              Τετράχρονος, οκτακύλινδρος V 90o, υγρόψυκτος, 2EΕΚ, 4Β/Κ

Ισχύς (hp/rpm):       140/13.500

Διάμετρος x Διαδρομή (mm): 62 x 41,4

Χωρητικότητα (cc): 999.4

Ανάφλεξη:               Ψηφιακή

Τροφοδοσία:           Ψεκασμός MoTec, με σώματα 34mm BMW/Bing και μπεκ Bosch

Σύστημα εξαγωγής: 8 σε 4 σε 2

Σύστημα λίπανσης:  Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:                Μίζα

Τύπος συμπλέκτη:   Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός

Τελική μετάδοση:    Κιβώτιο 6 σχέσεων (ή κατ’ επιλογήν 5 σχέσεων), αλυσίδα

ΠλαίσιοΑτσάλινο χωροδικτύωμα, αλουμινένιο ψαλίδι

Μεταξόνιο (mm):    1.430

Γωνία κάστερ (ο):    26

Ύψος σέλας (mm): 700

Απόσταση από έδαφος:           Απειροελάχιστη…

Βάρος κενή (kg):     206

Ρεζερβουάρ (l):       16

Ανάρτηση Εμπρός:  Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Ρυθμίσεις:               Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

Ανάρτηση Πίσω:     Δύο αμορτισέρ Penske

Ρυθμίσεις:               Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

Φρένο Εμπρός:       Δύο δίσκοι 298mm, δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων

Φρένο Πίσω:           Δίσκος 220mm

Ετικέτες

Ιστορίες με παπιά από τον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη και τον Μάκη Παπαδημητρίου! [video]

Ιστορίες για το όχημα που "σμίλεψε" γενιές μοτοσυκλετιστών
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

18/11/2020

Δεν νομίζω ότι υπάρχει πιο εμβληματική εικόνα, έννοια και σχήμα –τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα- για όλους εμάς που οδηγούμε και ζούμε καθημερινά με μοτοσυκλέτες, από το παπί. Για την συντριπτική πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, το παπί ήταν το εφαλτήριο για το σύμπαν των μοτοσυκλετών. Το δίκυκλο που μας έδωσε την πρώτη γεύση από τον "απαγορευμένο καρπό", που για πολλούς από εμάς σήμανε την έναρξη ενός υπέροχου ταξιδιού ζωής. Όλοι, ακόμη και όσοι δεν ξεκίνησαν την δίτροχη καριέρα τους από αυτό, βρέθηκαν στη σέλα ενός παπιού και όλοι –μα όλοι- έχουν μνήμες και ανεξίτηλες ιστορίες από την εμπειρία τους.

Δεν είναι τυχαίο που τα παπιά έγιναν ορόσημο στην σύγχρονη μοτοσυκλετιστική Ιστορία. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι σε πολλές περιπτώσεις είναι αυτά που έγραψαν την Ιστορία, όπως στην περίπτωση της Honda όπου ουσιαστικά αποτέλεσαν τον "σπόρο" για την ανάπτυξη του ιαπωνικού γίγαντα. Ήταν, είναι, και όπως φαίνεται θα συνεχίσουν να είναι, η επιτομή της πρακτικότητας, ένα εργαλείο δουλειάς, αλλά και όπως έχει δείξει η ιστορία για όλους εμάς που γαλουχηθήκαμε μοτοσυκλετιστικά την δεκαετία του '80, ένα από τα πιο πρόσφορα εδάφη για μια πρώτη επαφή με το customizing!

Το κυριότερο όμως είναι, πως επειδή ακριβώς αποτέλεσαν για δεκαετίες ολόκληρες τον ορισμό του entry level, οι εμπειρίες και οι αναμνήσεις που έχουν δημιουργηθεί μαζί τους, είναι φυλαγμένες στο σεντούκι του μυαλού με τα πιο ζωντανά μας χρόνια, τότε που μετά από μια βόλτα με το παπί και το κορίτσι στην παραλία, ήταν σα να είχες κατακτήσει τον κόσμο όλο.

Με αφορμή τέσσερα παπιά της Honda, εμείς επιχειρήσαμε να ανασύρουμε αυτές τις μνήμες, έχοντας μαζί μας την καλύτερη παρέα: Τον Μάκη Παπαδημητρίου και τον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη, δύο από τους καλύτερους ηθοποιούς της νέας γενιάς, αλλά και δύο παθιασμένους μοτοσυκλετιστές, με την αυθεντικά έννοια του όρου. Μετά από την εμπειρία της βόλτας και της κουβέντας μαζί με τους δύο καλούς φίλους, το σίγουρο είναι ότι όλοι μας προσθέσαμε άλλη μια μοναδική… παποϊστορία στον "φάκελό" μας!

Λάζαρος Μαυράκης

Δείτε εδώ το βίντεο της βόλτας με τον Μάκη και τον Πυγμαλίωνα

Τα οπίσθια… της πτώσης

Ο σωστός μοτοσυκλετιστής οφείλει να έχει οδηγήσει στη βροχή χωρίς αδιάβροχα ή να έχει μείνει τουλάχιστον μια φορά από βενζίνη στο πουθενά ή ακόμα και να έχει φύγει δικάβαλος για διακοπές και να γυρίσει μόνος του. Αυτές είναι μερικές από τις περιπτώσεις όπου η φράση ο σωστός μοτοσυκλετιστής ξεκινά με ειλικρίνεια και καταλήγει με σαρκασμό και ειρωνεία.
Παρόλα αυτά υπάρχει και η φράση "ο σωστός μοτοσυκλετιστής οφείλει να έχει τουλάχιστον μια ιστορία με παπί" χωρίς να κρύβεται από πίσω κανένας σαρκασμός  και καμία ειρωνεία.

Ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης ένας από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς που διαθέτει η χώρα, πρόσφατα βραβευμένος με το βραβείο της Ακαδημίας Κιν/φου, είναι σωστός μοτοσυκλετιστής. Βασικά, όχι. Είναι πιο σωστός κι από σωστός γιατί δεν έχει μια ιστορία για παπιά. Δεν έχει καν δυο ιστορίες. Ούτε τρεις αν με ρωτάτε. Έχει τόσες ιστορίες για παπιά που όταν αρχίσει να τις λέει (χαρισματικός story teller) χάνεις την αίσθηση του χρόνου και απλά απολαμβάνεις γελώντας με την ψυχή σου. Στο βίντεο που συνοδεύει το άρθρο μπορείτε να πάρετε μια μικρή γεύση.

Τον απαγάγαμε διακριτικά από το γύρισμά του (πρωταγωνιστεί στην κωμωδία "Η Φαμίλια") και κάναμε μια βόλτα με τέσσερα παπιά της Honda για να θυμηθούμε όλοι λίγο τα παλιά και να απολαύσουμε τα καινούργια. Astrea Grand-Χ, Supra-X, Super Cub και GTR150 που έγιναν η αφορμή για κουβέντα και μπόλικο γέλιο.

Η δική μου περιπέτεια με παπί (από τις λίγες ομολογουμένως που έχω) ήταν πριν από σχεδόν τριάντα χρόνια. Πολύ πιτσιρικάς τότε, λίγα χρόνια μετά το '87 που το μπάσκετ άκμαζε σε κάθε γειτονιά και φυσικά και στη δική μου. Παίζαμε μπάσκετ λοιπόν νωρίς το απόγευμα με δυο φίλους, ένας εκ των οποίων είχε στην κατοχή του -στα όρια της νομιμότητας...  δηλαδή παράνομα- ένα Astrea Grand. Μπορντό. Ή βυσσινί ας πούμε, κάτι τέτοιο. Το παπί αραγμένο στην άκρη του γηπέδου κι εμείς πάνω κάτω συνέχεια. Κάποια στιγμή περνάει με το αμάξι ο πατέρας του φίλου με το παπί, και του λέει ότι πρέπει να πάει μαζί του να τον βοηθήσει και να αφήσει το παπί στο γήπεδο. "Παιδιά, έρχομαι σε λίγο, το αφήνω εδώ, ρίχνετε καμιά ματιά", λέει σε μένα και στον άλλο φίλο, και φεύγει.
Εμείς συνεχίζουμε να παίζουμε και αντιλαμβανόμαστε ότι σουτάρουμε κοιτώντας το παπί. Τα κλειδιά επάνω. Μου λέει ο άλλος -ο Σπύρος- "αν γυρίσουμε γρήγορα δεν θα καταλάβει τίποτα".
Και το τσιμπάμε. Οδηγούσε ο Σπύρος. Κάναμε γύρους στη γειτονιά, τρισευτυχισμένοι, ούτε κράνη ούτε τίποτα. Και όλη την ώρα γελούσαμε που δεν θα καταλάβαινε τίποτα ο ιδιοκτήτης του παπιού. Δρόμο το δρόμο, στενό το στενό βρισκόμαστε να μπαίνουμε με σκασμένη δευτέρα στον βοηθητικό χώρο του γυμναστηρίου της Ηλιούπολης, όπου για κακή μας τύχη μόλις είχε τελειώσει η προπόνηση του παιδικού κοριτσιών στο βόλεϊ.  Ο Σπύρος έπαθε αυτό που προσπαθούμε όλοι να αποφύγουμε και ποτέ δεν το αποφεύγουμε. Κοιτούσε ένα κοριτσάκι που πήγαινε δεξιά αριστερά και το παπί ακολουθούσε αντιστοίχως -αρκούντως πειθήνια-  φρενάροντας και κάνοντας τα σχετικά οχτάρια με κοκκαλωμένο το πίσω φρένο και το Σπύρο και εμένα να σκεφτόμαστε σε κλάσματα του δευτερολέπτου, την οργή του άλλου, την οργή των γονιών, την οργή γενικά σαν έννοια.
Πέσαμε. Γλίτωσε το κοριτσάκι με ένα σχετικά ελαφρύ βρόντο και το παπί με ένα στραβωμένο αριστερό μαρσπιέ. "Δεν ντρέπεστε παλιόπαιδα;" αναφώνησε δικαίως η προπονήτρια κι εμείς με την ουρά στα σκέλια ξανακαβαλήσαμε και βρεθήκαμε σε ελάχιστο χρόνο πίσω στο γήπεδο μπάσκετ. Το μόνο πρόβλημα που θα μαρτυρούσε την μαλακία μας λύθηκε με μια πέτρα. Το λάστιχο στο μαρσπιέ απορρόφησε τα χτυπήματα και είχε μείνει μόνο ένα ξύσιμο από κάτω που έπρεπε να πάρεις κάμψεις για να το δεις.
Ο άλλος γύρισε κι εγώ με περισσό θράσος και ανείπωτη σαχλαμάρα του λέω: "τι σε ήθελε ο πατέρας σου ρε φίλε;"
Δεν του το είπαμε ποτέ.

Μάκης Παπαδημητρίου

 

Top Gun revolution!

Το να κυκλοφορείς Αύγουστο στην Αθήνα του 1989 –και δη βράδυ- έμοιαζε με σκηνή αποκάλυψης από ταινία με ζόμπι, που οι μεν είχαν φάει τους δε και μετά φαγώθηκαν και μεταξύ τους. Οι γάτες στους δρόμους ήταν απείρως περισσότερες από τα οχήματα που μπορεί να συναντούσες, μιας και τα διακοποδάνεια της "χρυσής" εκείνης εποχής, είχαν στείλει την συντριπτική πλειοψηφία των Αθηναίων στις διακοπές των ονείρων τους. Το παρεάκι μας δυστυχώς δεν ανήκε στην προνομιούχα κάστα που μπορούσε να δανειστεί 20 φορές πάνω από το κόστος ζωής του και η παραμονή στο κλεινόν άστυ ήταν μονόδρομος. Δεν μας χάλασε όμως, καθώς όλη η παρέα, ο Πάνος, ο Βαγγέλης, ο άλλος Πάνος, ο Κώστας, ο… τρίτος Πάνος κι εγώ, είχαμε τα παπιά μας! Όχι όλοι δηλαδή, αλλά κι αυτοί που δεν είχαν, έπαιζαν τον ρόλο των… riding bitch μας!

Έχοντας εξαντλήσει κάθε πιθανή διαδρομή –και έχοντας αποφύγει και ένα μπλόκο… αυγουστιάτικα στην Αθήνα!- είχαμε αρχίσει να αναζητάμε εναλλακτικούς τρόπους διασκέδασης. Μέχρι που σταματήσαμε σε ένα φανάρι (ναι… είχαμε κι εμείς βίτσια τότε). Δίπλα ακριβώς υπήρχε ένας κάδος σκουπιδιών. Γεμάτος. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα προσγειώθηκε η πρώτη σακούλα στο τιμόνι μου. Αυτό ήταν. Το σύνθημα είχε δοθεί και το "πανηγύρι" ξεκίνησε. Οι συνεπιβάτες είχαν το καθήκον της περισυλλογής και εκτόξευσης πυρομαχικών κι εμείς οι οδηγοί έπρεπε να αποφεύγουμε τα αντίπαλα πυρά και με μανούβρες να φέρνουμε τον συνεπιβάτη μας σε θέση βολής. Κάτι σαν το Top Gun ένα πράγμα, αλλά με δωδεκάβολτα Honda C50 (με ρεκτιφιέ στα 72cc)! Κι όλα αυτά στους κεντρικότερους δρόμους της Αθήνας. Εντάξει, δεν ήμαστε τώρα πια περήφανοι για τον χαμό που αφήσαμε πίσω μας, αλλά τότε ήταν ένα από τα πιο διασκεδαστικά καλοκαιρινά βράδια της ζωής μας. Ποτέ δεν καθάρισε από την ποδιά του παπιού μου εκείνο τον λεκέ από τον πελτέ "Κύκνος". Ίσως με αυτόν τον τρόπο υποσυνείδητα ήθελα να κρατήσω ανεξίτηλες τις αναμνήσεις της εποχής εκείνης…

Λάζαρος Μαυράκης

 

Τα γλυκόλογα!

Έχω πολλές ιστορίες με παπιά που θα βρουν ανθρώπους να ταυτιστούν μαζί τους, αλλά μία συγκεκριμένη έχει τις περισσότερες πιθανότητες να την έχουμε ζήσει όλοι μας μαζί, με μικρές παραλλαγές: Κατεβαίνω την Περιφερειακή Θεσσαλονίκης με Honda Super Cub 50, ένας δρόμος που ίσως έχει μεγαλύτερες υψομετρικές διαφορές από αυτό που θα έπρεπε και σίγουρα γλιστρά παραπάνω από εκείνο που θα έπρεπε να επιτρέπεται. Είναι καλοκαίρι, είναι μεσημέρι και βράζεις αυγά πάνω στο κουτί υπολογιστή που κουβαλάω πίσω στο παπί. Από εκείνα τα παλιά PC που η λαμαρίνα του κουτιού άνετα συγκρινόταν με αυτή του παπιού σε πάχος. Κέρδιζε κιόλας. Είναι εκείνη η εποχή που για να εργαστείς ως έφηβος χρειαζόσουν λιγότερα χαρτιά από αυτά που υπάρχουν σήμερα για την συγκεκριμένη περίπτωση, δουλεύω τα καλοκαίρια ως τεχνικός Η/Υ σε μία εταιρεία που εξυπηρετεί εκείνους που -κυρίως- είχαν PC τότε, δηλαδή άλλες εταιρείες. Κάθε υπολογιστής που δεν φτιαχνόταν επί τόπου ήταν ήδη ένας αγώνας δρόμου, με το χρονόμετρο να ξεκινά να μετρά αντίστροφα. Την όποια απειρία μου ως έφηβος τεχνικός, την κάλυπτα με την ταχύτητα στην μετακίνηση των υπολογιστών και παρόλο που μου είχαν φύγει και 2-3 πάνω από την σχάρα του παπιού, το συνολικό σκορ ήταν για ρεκόρ. Εκείνη την Παρασκευή, με 40 βαθμούς μεσημεριάτικα στον περιφερειακό της πανέμορφης Θεσσαλονίκης πήγαινα για το triple crown, θα τελείωνα μία ακόμη εγκατάσταση και το απόγευμα θα ήμουν ήδη στην Χαλκιδική με το πενηνταράκι. Γιατί σαν την Χαλκιδική δεν έχει…

Και τότε κόλλησε. Στην κατηφόρα με τέρμα γκάζι και τον γεμάτο σίδερο υπολογιστή δεμένο με λάστιχα πίσω. Και στο αριστερό ρεύμα κάνοντας προσπέραση… Μπαντιλίκια μέχρι την άκρη του δρόμου κρατώντας τον υπολογιστή με το ένα χέρι από φόβο περισσότερο, αν έφευγε δεν θα μπορούσα να τον κρατήσω. Πάει το ρεκόρ σκέφτηκα σιχτιρίζοντας το παπί για την επιλογή της συγκεκριμένης ημέρας… Δεν είχε ξαναβγάλει πρόβλημα, σήμερα βρήκε; Άρχισα να του μιλάω, σαν να είναι άλογο κούρσας και το να ξεκουραστεί θα βοηθούσε, να του εξηγώ πως σήμερα συγκεκριμένα έπρεπε να φτάσω στην Χαλκιδική ό,τι και να γίνει, περίμενε το αίσθημα. Πέρασε σχεδόν μισή ώρα με γλυκόλογα και μαντέψτε: Η μανιβέλα του άρχισε να κατεβαίνει! Το έβαλα μπροστά και ξεκίνησα με μισό γκάζι για τα πρώτα μέτρα και τέρμα συνέχεια μετά γιατί το triple crown περίμενε! Ήμουν Χαλκιδική στην ώρα μου και από τότε του μιλούσα μόνο, δεν του άλλαζα λάδια…

Θάνος Φελούκας

 

Τα παπιά μας!

 

Astrea Grand-Χ

Το entry-level μοντέλο της Honda πρεσβεύει με τον καλύτερο τρόπο τις κλασσικές αξίες των παπιών που τα έκαναν να τα αγαπήσουμε τόσο πολύ στην Ελλάδα. Με βασικό χαρακτηριστικό την απλότητα, το Astrea Grand προσφέρει έναν πραγματικά οικονομικό τρόπο μετακίνησης σε βάθος χρόνου. Ο αερόψυκτος κινητήρας των 110 κυβικών έχει τροφοδοσία ηλεκτρονικού ψεκασμού και είναι ρυθμισμένος για μειωμένη κατανάλωση καυσίμου, με ελάχιστες απαιτήσεις σε συντήρηση. Οι χυτές ζάντες αλουμινίου και το μεγάλο δισκόφρενο εμπρός συμβαδίζουν με τις σύγχρονες ανάγκες για σταθερότητα και ασφάλεια σε όλες τις συνθήκες.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           
Τιμή:
2,360€
Μεταξόνιο (mm):
1.230
Ύψος σέλας (mm):
790
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
-/ 99
Κινητήρας:
Μονοκύλινδρος, αερόψυκτος με 1ΕΕΚ και 2 Β/Κ
Χωρητικότητα (cc):
109
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
8,7/7.250
Ροπή (kg.m/rpm):
0,86/6.000
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Δύο αμορτισέρ
Ελαστικό:
80/90-17
ΦΡΕΝΟ
Ταμπούρο
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Ελαστικό:
70/90-17
ΦΡΕΝΟ
Μονό δισκόφρενο
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Τιμή κατασκευαστή (lit/100km)
1,5
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
4
 
 
 
 

 

Supra-X

Για εκείνους που θέλουν κάτι παραπάνω από ένα απλό παπί η Honda έχει στη γκάμα της το Supra-X. Με αερόψυκτο κινητήρα 125 κυβικών που αποδίδει σχεδόν 9 ίππους στις 7.250 στροφές, έχει τις απαραίτητες επιδόσεις για κίνηση σε δρόμους ταχείας κυκλοφορίας και τα δύο ισχυρά δισκόφρενα με συνδυασμένη λειτουργία, ολοκληρώνουν το υψηλότερο επίπεδο ενεργητικής ασφάλειας. Με φώτα θέσης LED και παροχή ρεύματος κάτω από τη σέλα που ανοίγει από την κεντρική κλειδαριά, το Supra-X είναι ένα ισορροπημένο κοκτέιλ απλότητας, οικονομίας χρήσης και ταυτόχρονα σύγχρονων ανέσεων και εμφάνισης.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           
Τιμή:
2.850€
Μεταξόνιο (mm):
1.235
Ύψος σέλας (mm):
770
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
-/105
Κινητήρας:
Μονοκύλινδρος, αερόψυκτος με 1ΕΕΚ και 2 Β/Κ
Χωρητικότητα (cc):
125
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
8.98/7.250
Ροπή (kg.m/rpm):
1/5.500
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Δύο αμορτισέρ
Ελαστικό:
80/90-17
ΦΡΕΝΟ
Δισκόφρενο
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Ελαστικό:
70/90-17
ΦΡΕΝΟ
Δισκόφρενο
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Τιμή κατασκευαστή (lit/100km)
1,7
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
-
 
 
 
 

 

GTR 150

Το supersport παπί στη γκάμα της Honda είναι απόλυτα προσανατολισμένο στις επιδόσεις. Καρδιά του GTR 150 είναι ένας υπερσύγχρονος πολύστροφος υγρόψυκτος κινητήρας, με 2 επικεφαλής εκκεντροφόρους που αποδίδει 15,1 ίππους στις 9.000 στροφές. Συνδυάζεται με ένα κιβώτιο έξι σχέσεων και συμβατικό συμπλέκτη στο χέρι, αντί για το συνηθισμένο ημί-αυτόματο κιβώτιο τεσσάρων σχέσεων που έχει η πλειοψηφία των παπιών. Με το βάρος να μην ξεπερνά τα 105 κιλά, οι επιδόσεις του GTR 150 είναι εντυπωσιακές. Φυσικά η Honda ξέρει πως δεν αρκεί ένας δυνατός κινητήρας για να φτιάξεις ένα αληθινό σπορ παπί και έδωσε αντίστοιχη προσοχή στα υπόλοιπα μηχανικά μέρη. Το πλαίσιο είναι περιμετρικό και συνοδεύεται από ένα μεγάλης διατομής ψαλίδι, με μονό αμορτισέρ κεντρικά τοποθετημένο, ακολουθώντας τη φιλοσοφία σχεδιασμού των μοτοσυκλετών. Το σύστημα πέδησης με τα δύο μεγάλα δισκόφρενα έχει συνδυασμένο, δικάναλο ABS, εξασφαλίζοντας πως το GTR 150 θα σταματάει το ίδιο γρήγορα όπως επιταχύνει. Την σπορ φιλοσοφία τονίζουν οπτικά τα ειδικά χρώματα και το μεγάλο στροφόμετρο στον πίνακα οργάνων.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           
Τιμή:
 
Μεταξόνιο (mm):
1.276
Ύψος σέλας (mm):
780
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
-/ 122
Κινητήρας:
Μονικύλινδρος, υγρόψυκτος με 2ΕΕΚ και 4 Κ/Β
Χωρητικότητα (cc):
149,2
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
15,1/9.000
Ροπή (kg.m/rpm):
2,3/6.500
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Μονό αμορτισέρ κεντρικά τοποθετημένο
Ελαστικό:
120/70-17
ΦΡΕΝΟ
Δισκόφρενο με συνδυασμένο ABS
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Ελαστικό:
90/80-17
ΦΡΕΝΟ
Δισκόφρενο με συνδυασμένο ABS
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Τιμή κατασκευαστή (lit/100km)
1,6
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
-
 
 
 
 

 

Super Cub 125

Ένας πραγματικός ύμνος στο πρώτο παπί της Honda, που ίδρυσε την κατηγορία δίκυκλων με τα δισεκατομμύρια ιδιοκτήτες όλα αυτά τα χρόνια. Πρόκειται για το πιο Premium παπί της Honda όπου οι σχεδιαστές έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους για να το κάνουν όσο πιο πολυτελές και… ποθητό γίνεται. Η ποιότητα των υλικών, το φινίρισμα και η συναρμογή είναι κορυφαία για την κατηγορία και συνδυάζεται από μοντέρνα στοιχεία εξοπλισμού, όπως το σύστημα keyless, τα LED φώτα, και το συνδυασμένο ABS στα φρένα. 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           
Τιμή:
3.990€
Μεταξόνιο (mm):
1.245
Ύψος σέλας (mm):
780
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
-/ 109
Κινητήρας:
Μονοκύλινδρος, αερόψυκτος με 1ΕΕΚ και 2 Β/Κ
Χωρητικότητα (cc):
125
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
10/7.500
Ροπή (kg.m/rpm):
1,06/5.000
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Δύο αμορτισέρ
Ελαστικό:
80/90-17
ΦΡΕΝΟ
Δισκόφρενο με συνδυασμένο ABS
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Τηλεσκοπικό πιρούνι
Ελαστικό:
70/90-17
ΦΡΕΝΟ
Δισκόφρενο με συνδυασμένο ABS
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Τιμή κατασκευαστή (lit/100km)
1,5
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
-