Η Γαλλία εγκαινιάζει την νομιμότητα της διήθησης - υπό όρους

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/2/2016

Για τέσσερα χρόνια θα παρακολουθείται η συμπεριφορά των μοτοσυκλετιστών κατά την διήθηση, και το 2020 θα αποφασίσουν αν θα επιτραπεί σε όλη την Γαλλία!

Από εχθές, 1η Φεβρουαρίου, η διήθηση των μοτοσυκλετών ανάμεσα στα αυτοκίνητα επιτρέπεται σε ορισμένες περιοχές και δρόμους της Γαλλίας υπό πολλές προϋποθέσεις και κανόνες. Ουσιαστικά αυτό που αλλάζει είναι μία προσπάθεια των αρχών να υπάρχει νομικό πλαίσιο για μία συνήθη πρακτική των Γάλλων μοτοσυκλετιστών, ώστε να μπορούν να αποδοθούν ευθύνες σε περίπτωση ατυχήματος. Παράλληλα επιδιώκουν να ελέγξουν το φαινόμενο πριν τα πράγματα γίνουν ανεξέλεγκτα, όπως για παράδειγμα είναι στην Ελλάδα αλλά και στην Ιταλία.

Στην Ευρώπη η διήθηση των μοτοσυκλετών στις λωρίδες που κινούνται αυτοκίνητα, δεν έχει ενιαία αντιμετώπιση αλλά ούτε και πρακτική. Αυτό είναι απευθείας συνδεδεμένο με τον τελείως διαφορετικό τρόπο που χρησιμοποιούνται οι μοτοσυκλέτες σε κάθε χώρα, την διαφορετική μοτοσυκλετιστική κουλτούρα και την συνολική παιδεία και εκπαίδευση. Είναι επίσης αλληλένδετο με την πολεοδομική αναρχία, την ρυμοτομία κι ένα σωρό άλλους λόγους, για τους οποίους οι Γερμανοί, για παράδειγμα, σταματούν πίσω από τα αυτοκίνητα στο φανάρι, και οι Ιταλοί καβαλούν πεζοδρόμια ή μπαίνουν αντίθετα σε μονόδρομους. Γαλλία και Ισπανία είχαν μέχρι στιγμής παρόμοια συμπεριφορά, όπου σε περιπτώσεις πυκνής κίνησης οι μοτοσυκλετιστές κινούνταν ανάμεσα στα αυτοκίνητα με μικρή διαφορά ταχύτητας, την στιγμή που άλλες μοτοσυκλέτες περίμεναν υπομονετικά στη σειρά. Δεν υπήρχε ενιαία εικόνα, όπως ας πούμε στην Ελλάδα, που οι μόνες μοτοσυκλέτες που βλέπεις να κινούνται πίσω από αυτοκίνητα είναι εκείνες των συνοδών προσωπικής ασφάλειας...

Κατανοώντας τα οφέλη από την διήθηση των μοτοσυκλετών, οι Γάλλοι θέλουν να δουν αν γίνεται να τοποθετηθούν πλαίσια και έτσι θέσπισαν μία σειρά από κανόνες που πειραματικά ισχύουν πλέον σε έντεκα διαφορετικές περιοχές. Το ότι ο νόμος ορίζει την διήθηση, σημαίνει αυτόματα ότι καλύπτεται ο μοτοσυκλετιστής από την ασφάλεια σε περίπτωση ατυχήματος κι εφόσον αποδειχτεί ότι δεν είχε παραβεί τον –τόσο συγκεκριμένο- νόμο. Αυτό είναι ίσως και το μεγάλο όφελος από την κίνηση αυτή των Γάλλων. Το άλλο μεγάλο όφελος, είναι η πρώτη επίσημη καταγραφή της συμπεριφοράς των μοτοσυκλετιστών, έστω και για τα τόσο διαφορετικά δεδομένα της Γαλλίας. Σε εννιά περιοχές και για τρεις ώρες την ημέρα σε κάθε διαφορετική εποχή (άνοιξη-χειμώνα-καλοκαίρι) οι κινήσεις των μοτοσυκλετιστών θα καταγράφονται με κάμερες, ώστε στο τέλος να αποδοθεί η επιτυχία του μέτρου, από μία ανεξάρτητη αρχή. Ας δούμε όμως αναλυτικά τι νέο ισχύει:

Η διήθηση επιτράπηκε σε αυτοκινητόδρομους που τα ρεύματα κυκλοφορίας χωρίζονται με διαχωριστικό στηθαίο και το όριο κυκλοφορίας είναι 70 με 130 χιλιόμετρα ανά ώρα. Κι εκεί η διήθηση επιτρέπεται μονάχα μέχρι 50 χιλιόμετρα, ουσιαστικά δηλαδή όταν υπάρχει κίνηση στους δρόμους, διαφορετικά οι μοτοσυκλέτες θα πρέπει να προσπερνούν με τον τρόπο που ισχύει και στα αυτοκίνητα.

Η διήθηση απαγορεύεται σε οδούς χωρίς διαχωριστικό στηθαίο και που το κατώτερο όριο είναι κάτω από τα πενήντα χιλιόμετρα, οπότε αυτό αφήνει τα κέντρα των πόλεων εκτός, εκεί δηλαδή που θα περίμενε κανείς να επιτρέπεται. Το ενδιαφέρον είναι ότι από το μέτρο μαζί με τα quad και τις μοτοσυκλέτες με side car, αποκλείονται και τα τρίτροχα σκούτερ με μεγαλύτερο μετατρόχιο. Δηλαδή αυτό αφορά τις συγκεκριμένες εκδόσεις των τρίτροχων σκούτερ, που έχουν μεγαλύτερο μετατρόχιο των εμπρός τροχών και οδηγούνται με δίπλωμα αυτοκινήτου.

 

Απαγορεύονται επίσης οι προσπεράσεις, και η διήθηση γενικώς όταν γίνονται έργα, χιονίζει ή έχει πάγο. Οι μοτουκλετιστές επιβάλλεται να χρησιμοποιούν τα φλας και να παραχωρούν προτεραιότητα, για όλα τα παραπάνω έχουν θεσπιστεί πρόστιμα που ποικίλουν από 135 μέχρι 1.500 Ευρώ κι από έναν, έως έξι βαθμούς ποινής.

 

Ελπίζουμε τα επόμενα τέσσερα χρόνια, η διήθηση στην Γαλλία να έχει σωστά αποτελέσματα και να καθιερωθεί σε μεγαλύτερο εύρος περιπτώσεων, θεωρούμε όμως ότι το βασικότερο ρόλο τον έχει η εκπαίδευση των οδηγών αυτοκινήτων, κι όχι τόσο οι πολύ συγκεκριμένοι κανόνες για τις μοτοσυκλέτες. Είναι αλήθεια ότι το χάος στους ελληνικούς δρόμους, όπως το βλέπει κάποιος άλλος ευρωπαίος πολίτης, σώζεται από την προσοχή που δείχνουν οι Έλληνες οδηγοί αυτοκινήτου. Πριν αρχίσουμε να λέμε για τις πολλές περιπτώσεις ατυχημάτων που έγιναν γιατί κάποιος έστριψε χωρίς να προσέξει την μοτοσυκλέτα που ερχόταν, ας συνυπολογίσουμε ότι εδώ δεν κρατάμε όρια ταχύτητας, ότι αλλάζουμε λωρίδες αστραπιαία και οι οδηγοί των αυτοκινήτων, στην πλειοψηφίας τους, έχουν στο μυαλό τους τις μοτοσυκλέτες. Αντίστοιχες πρακτικές στο εξωτερικό, θα είχαν τελείως διαφορετική εξέλιξη.. κι αυτή είναι η αλήθεια.

Η εκπαίδευση των οδηγών αυτοκινήτων λοιπόν θα πρέπει να είναι το πρώτο μέλημα, κι είναι ένας από τους λόγους των τεσσάρων χρόνων πρόβας. Θυμίζουμε μία άλλη περίπτωση: Στην Καλιφόρνια που η διήθηση καθιερώθηκε με νόμο σχετικά πρόσφατα, εκνευρισμένοι οδηγοί αυτοκινήτων ανέκοπταν εσκεμμένα την πορεία των μοτοσυκλετών προκαλώντας ατύχημα, γιατί αγνοούσαν ότι ο νόμος άλλαξε. Πέρα από την απέχθεια σε κάποιον που παραβαίνει τον νόμο μπροστά τους, οι Αμερικανοί έχουν και πιο συγκεκριμένο θέμα με τον προσωπικό τους χώρο, που βέβαια δεν τους δίνει το δικαίωμα να συγκρούονται εσκεμμένα με κάποιον. Όσο κι αν η αυτοδικία, με αυτόν τον τρόπο μάλιστα, υπόκειται και σε άλλους νόμους του κράτους, που ιδιαίτερα στις ΗΠΑ είναι πολύ σκληροί, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο όγκος της αλλαγής πέφτει στους οδηγούς αυτοκινήτων, όπως έγινε σε αυτή την διάσημη περίπτωση.

Από αυτή την άποψη στην Ελλάδα είμαστε τυχεροί. Οι οδηγοί αυτοκινήτων στη χώρα μας δίνουν πολύ περισσότερη προσοχή στις μοτοσυκλέτες, με βάση όσα γίνονται στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό που μας λείπει είναι ένα πιο σαφές νομικό πλαίσιο. Σε εμάς ο νόμος μας επιτρέπει να κινηθούμε ανάμεσα στα αυτοκίνητα για να φτάσουμε στο φανάρι, καθώς το να μένεις πίσω τους, αυξάνει τις πιθανότητες ατυχήματος. Αυτό ορίζει ο ΚΟΚ, κι πάνω σε αυτό το «παράθυρο» οι μοτοσυκλέτες δικαιολογούν την σημερινή εικόνα στους δρόμους…

 

πηγή: Le Figaro

  

Πότε μια μοτοσυκλέτα γίνεται συλλεκτική

Τα κριτήρια που καθορίζουν τη συλλεκτική αξία
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

29/7/2020

Το κείμενο αυτό θα μπορούσε άνετα να έχει μέγεθος εγκυκλοπαίδειας 100 τόμων σε ηλεκτρονική μορφή, όμως θα κάνουμε μια προσπάθεια να περιοριστούμε στα βασικά. Το θέμα μας φυσικά είναι οι μοτοσυκλέτες που έχουν ή πρόκειται να αποκτήσουν συλλεκτική αξία στο μέλλον. Να πούμε δηλαδή για ποιους λόγους κάποια μοντέλα κρατούν ή πολλαπλασιάζουν την εμπορική τους αξία στο πέρασμα του χρόνου, ενώ κάποια άλλα πωλούνται για ένα κομμάτι ψωμί ή για παλιοσίδερα.

 

Παλιό δεν σημαίνει συλλεκτικό

Όποιος έχει πεταμένη μια παλιά μοτοσυκλέτα στην αποθήκη του ή βρίσκει στο σπίτι του παππού του ένα σκουριασμένο ριμάδι, αυτομάτως νομίζει πως βρήκε ένα μπαούλο με χρυσά νομίσματα. Φυσικά το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να το βάλει αγγελία γράφοντας: Πωλείται συλλεκτική αντίκα, για γνώστες μπλα, μπλα μπλα, τιμή 5 εκατομμύρια ευρώ. Τηλ κ.τ.λ. Καθώς δεν έχει πληρώσει τίποτα για το συγκεκριμένο δίκυκλο ή είχε ξεχάσει πως το είχε, μπορεί να περιμένει για αιώνες μέχρι να βρεθεί το κορόιδο που θα το αγοράσει. Στην πραγματικότητα όμως η συλλεκτική αξία (ξεκαθαρίζουμε πως μιλάμε από οικονομική σκοπιά και όχι από συναισθηματική) καθορίζεται αυστηρά από τους ακόλουθους παράγοντες:

Ιστορία:

Αυτός είναι ο βασικότερος παράγοντας που επηρεάζει την τιμή μιας μοτοσυκλέτας στο μέλλον. Ένα μοντέλο που έχει σημαδέψει μια εποχή ή κουβαλά μαζί της μια ξεχωριστή κουλτούρα και φιλοσοφία σχεδιασμού που δεν ήταν δυνατόν να επαναληφθεί τα επόμενα χρόνια (π.χ. δίχρονα V4), αυτομάτως αποκτά συλλεκτική αξία. Επίσης, υπάρχουν περιπτώσεις που συγκεκριμένες μοτοσυκλέτες και όχι το συγκεκριμένο μοντέλο, έχουν ιδιαίτερη ιστορία (π.χ. μια Harley του Elvis ή μια αγωνιστική μοτοσυκλέτα ενός παγκόσμιου πρωταθλητή). Σε αυτή την τελευταία περίπτωση όμως, η αξία της συγκεκριμένης μοτοσυκλέτας μεγαλώνει και μικραίνει ανάλογα με τη χρονική στιγμή που την πουλάς και καθορίζεται από την μόδα που επικρατεί.

Σπανιότητα:

Με τον χαρακτηρισμό “σπανιότητα” δεν αναφερόμαστε μόνο στα μοντέλα που παράχθηκαν σε λίγα αντίτυπα. Πολλές φορές, μοντέλα που παράχθηκαν σε χιλιάδες αντίτυπα και ήταν best seller τώρα πια είναι πολύ πιο σπάνια να τα βρεις (π.χ. τετρακύλινδρα supersport 400 από Ιαπωνία των 90ies) διότι κανείς δεν νοιάστηκε να τα συντηρήσει σωστά ή τις περισσότερες φορές, το κόστος συντήρησης ήταν εξωπραγματικό για την αξία που είχε η μοτοσυκλέτα εκείνη τη χρονική περίοδο. Αντιθέτως μια Ducati 916 SPS ή χρησιμοποιώντας το ακόμα πιο ακραίο παράδειγμα της Honda NR 750, οι πλούσιοι ιδιοκτήτες τους τις φρόντιζαν σαν να ήταν μωρά και σχεδόν όλες τους βρίσκονται σε άριστη κατάσταση έως σήμερα.

 

Εμφάνιση

Ξεχάστε την μπούρδα που λένε πως η εμφάνιση είναι θέμα υποκειμενικό. Τουλάχιστον όχι σε ό,τι αφορά τη συλλεκτική αξία μιας μοτοσυκλέτας. Εδώ καθοριστικό ρόλο παίζει πρωτίστως η ξεχωριστή εμφάνιση και δευτερευόντως η ομορφιά. Μοτοσυκλέτες που τις αποκαλούσαν άσχημες στην εποχή τους, κάνουν πολλούς σήμερα να τις ονειρεύονται (π.χ. GPz 900R).

Αυθεντικότητα

Αν οποιαδήποτε βίδα ή αυτοκόλλητο που υπάρχει πάνω στη μοτοσυκλέτα δεν είναι αυθεντικό, αναλόγως πέφτει η αξία της μοτοσυκλέτες. Υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις σε ό,τι αφορά σπάνια after market εξαρτήματα (π.χ. εξαρτήματα του οίκου Magni σε μοτοσυκλέτες της MV Agusta), αλλά αυτό αφορά πολύ συγκεκριμένο και μικρό αριθμό περιπτώσεων

Η γενιά των 50άρηδων

Το πιο συνηθισμένο φαινόμενο που επηρεάζει το πότε και ποιες μοτοσυκλέτες θα γίνουν συλλεκτικές, είναι εκείνο που μια γενιά μοτοσυκλετιστών γίνεται 50 ή 60 ετών. Σε αυτή την ηλικία οι μοτοσυκλετιστές έχουν την οικονομική και κοινωνική δυνατότητα να αγοράσουν την μοτοσυκλέτα που ονειρεύονταν όταν ήταν 20 χρονών αλλά δεν μπορούσαν τότε ή να ξαναπάρουν την μοτοσυκλέτα που είχαν τότε. Έτσι, οι μοτοσυκλέτες με ηλικία 20-30 ετών αποκτούν ξαφνικά ζήτηση και οι τιμές μεταπώλησης αυξάνονται απότομα (π.χ. τα αεροελαιόψυκτα GSX-R 750-1100 πρώτης γενιάς και τα αντίστοιχα CBR900RR).

Επενδύοντας στις συλλεκτικές μοτοσυκλέτες

Ακούγοντας τις τιμές μεταπώλησης κάποιων συλλεκτικών μοτοσυκλετών είναι εύκολο να πιστέψεις πως πρόκειται για μια πολύ καλή επένδυση χρημάτων. Σήμερα αγοράζεις μια παλιά μοτοσυκλέτα με 1000€ και την πουλάς σε 10 χρόνια για 100.000€. Πρόκειται περί μύθου, ο οποίος συντηρείται με την περιπτωσιολογία. Πράγματι υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις που η αξία μια μοτοσυκλέτας εκτοξεύτηκε με το πέρασμα των χρόνων, όμως αν κάτσεις να δεις την συνολική εικόνα, τα πράγματα είναι ακριβώς αντίθετα. Για να πετύχεις υψηλή τιμή μεταπώλησης, η κατάσταση της μοτοσυκλέτας θα πρέπει να είναι άριστη. Για να έχεις σε άριστη κατάσταση μια παλιά μοτοσυκλέτα χρειάζονται ΠΟΛΛΑ λεφτά. Όσα χρήματα φαντάζεσαι πως χρειάζονται για ένα service καρμπυρατέρ, πολλαπλασίασέ τα επί πέντε για να βρεις το πραγματικό κόστος μέχρι να δουλέψει πραγματικά. Τις περισσότερες φορές, μια Brough Superior που πωλείται για 100.000€ έχει κοστίσει στον ιδιοκτήτη της πάνω από 150.000€ σε ανακατασκευές όσα χρόνια την είχε στα χέρια του. Αν δεν είχε ξοδέψει αυτά τα χρήματα, η τιμή μεταπώλησης της μοτοσυκλέτας θα ήταν πολύ χαμηλότερη, ίσως και μικρότερη από εκείνη που την είχε αγοράσει. Εξαιρέσεις πάντα θα υπάρχουν, αλλά στην πραγματικότητα οι αριθμοί λένε την σκληρή αλήθεια.