Η Γαλλία εγκαινιάζει την νομιμότητα της διήθησης - υπό όρους

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/2/2016

Για τέσσερα χρόνια θα παρακολουθείται η συμπεριφορά των μοτοσυκλετιστών κατά την διήθηση, και το 2020 θα αποφασίσουν αν θα επιτραπεί σε όλη την Γαλλία!

Από εχθές, 1η Φεβρουαρίου, η διήθηση των μοτοσυκλετών ανάμεσα στα αυτοκίνητα επιτρέπεται σε ορισμένες περιοχές και δρόμους της Γαλλίας υπό πολλές προϋποθέσεις και κανόνες. Ουσιαστικά αυτό που αλλάζει είναι μία προσπάθεια των αρχών να υπάρχει νομικό πλαίσιο για μία συνήθη πρακτική των Γάλλων μοτοσυκλετιστών, ώστε να μπορούν να αποδοθούν ευθύνες σε περίπτωση ατυχήματος. Παράλληλα επιδιώκουν να ελέγξουν το φαινόμενο πριν τα πράγματα γίνουν ανεξέλεγκτα, όπως για παράδειγμα είναι στην Ελλάδα αλλά και στην Ιταλία.

Στην Ευρώπη η διήθηση των μοτοσυκλετών στις λωρίδες που κινούνται αυτοκίνητα, δεν έχει ενιαία αντιμετώπιση αλλά ούτε και πρακτική. Αυτό είναι απευθείας συνδεδεμένο με τον τελείως διαφορετικό τρόπο που χρησιμοποιούνται οι μοτοσυκλέτες σε κάθε χώρα, την διαφορετική μοτοσυκλετιστική κουλτούρα και την συνολική παιδεία και εκπαίδευση. Είναι επίσης αλληλένδετο με την πολεοδομική αναρχία, την ρυμοτομία κι ένα σωρό άλλους λόγους, για τους οποίους οι Γερμανοί, για παράδειγμα, σταματούν πίσω από τα αυτοκίνητα στο φανάρι, και οι Ιταλοί καβαλούν πεζοδρόμια ή μπαίνουν αντίθετα σε μονόδρομους. Γαλλία και Ισπανία είχαν μέχρι στιγμής παρόμοια συμπεριφορά, όπου σε περιπτώσεις πυκνής κίνησης οι μοτοσυκλετιστές κινούνταν ανάμεσα στα αυτοκίνητα με μικρή διαφορά ταχύτητας, την στιγμή που άλλες μοτοσυκλέτες περίμεναν υπομονετικά στη σειρά. Δεν υπήρχε ενιαία εικόνα, όπως ας πούμε στην Ελλάδα, που οι μόνες μοτοσυκλέτες που βλέπεις να κινούνται πίσω από αυτοκίνητα είναι εκείνες των συνοδών προσωπικής ασφάλειας...

Κατανοώντας τα οφέλη από την διήθηση των μοτοσυκλετών, οι Γάλλοι θέλουν να δουν αν γίνεται να τοποθετηθούν πλαίσια και έτσι θέσπισαν μία σειρά από κανόνες που πειραματικά ισχύουν πλέον σε έντεκα διαφορετικές περιοχές. Το ότι ο νόμος ορίζει την διήθηση, σημαίνει αυτόματα ότι καλύπτεται ο μοτοσυκλετιστής από την ασφάλεια σε περίπτωση ατυχήματος κι εφόσον αποδειχτεί ότι δεν είχε παραβεί τον –τόσο συγκεκριμένο- νόμο. Αυτό είναι ίσως και το μεγάλο όφελος από την κίνηση αυτή των Γάλλων. Το άλλο μεγάλο όφελος, είναι η πρώτη επίσημη καταγραφή της συμπεριφοράς των μοτοσυκλετιστών, έστω και για τα τόσο διαφορετικά δεδομένα της Γαλλίας. Σε εννιά περιοχές και για τρεις ώρες την ημέρα σε κάθε διαφορετική εποχή (άνοιξη-χειμώνα-καλοκαίρι) οι κινήσεις των μοτοσυκλετιστών θα καταγράφονται με κάμερες, ώστε στο τέλος να αποδοθεί η επιτυχία του μέτρου, από μία ανεξάρτητη αρχή. Ας δούμε όμως αναλυτικά τι νέο ισχύει:

Η διήθηση επιτράπηκε σε αυτοκινητόδρομους που τα ρεύματα κυκλοφορίας χωρίζονται με διαχωριστικό στηθαίο και το όριο κυκλοφορίας είναι 70 με 130 χιλιόμετρα ανά ώρα. Κι εκεί η διήθηση επιτρέπεται μονάχα μέχρι 50 χιλιόμετρα, ουσιαστικά δηλαδή όταν υπάρχει κίνηση στους δρόμους, διαφορετικά οι μοτοσυκλέτες θα πρέπει να προσπερνούν με τον τρόπο που ισχύει και στα αυτοκίνητα.

Η διήθηση απαγορεύεται σε οδούς χωρίς διαχωριστικό στηθαίο και που το κατώτερο όριο είναι κάτω από τα πενήντα χιλιόμετρα, οπότε αυτό αφήνει τα κέντρα των πόλεων εκτός, εκεί δηλαδή που θα περίμενε κανείς να επιτρέπεται. Το ενδιαφέρον είναι ότι από το μέτρο μαζί με τα quad και τις μοτοσυκλέτες με side car, αποκλείονται και τα τρίτροχα σκούτερ με μεγαλύτερο μετατρόχιο. Δηλαδή αυτό αφορά τις συγκεκριμένες εκδόσεις των τρίτροχων σκούτερ, που έχουν μεγαλύτερο μετατρόχιο των εμπρός τροχών και οδηγούνται με δίπλωμα αυτοκινήτου.

 

Απαγορεύονται επίσης οι προσπεράσεις, και η διήθηση γενικώς όταν γίνονται έργα, χιονίζει ή έχει πάγο. Οι μοτουκλετιστές επιβάλλεται να χρησιμοποιούν τα φλας και να παραχωρούν προτεραιότητα, για όλα τα παραπάνω έχουν θεσπιστεί πρόστιμα που ποικίλουν από 135 μέχρι 1.500 Ευρώ κι από έναν, έως έξι βαθμούς ποινής.

 

Ελπίζουμε τα επόμενα τέσσερα χρόνια, η διήθηση στην Γαλλία να έχει σωστά αποτελέσματα και να καθιερωθεί σε μεγαλύτερο εύρος περιπτώσεων, θεωρούμε όμως ότι το βασικότερο ρόλο τον έχει η εκπαίδευση των οδηγών αυτοκινήτων, κι όχι τόσο οι πολύ συγκεκριμένοι κανόνες για τις μοτοσυκλέτες. Είναι αλήθεια ότι το χάος στους ελληνικούς δρόμους, όπως το βλέπει κάποιος άλλος ευρωπαίος πολίτης, σώζεται από την προσοχή που δείχνουν οι Έλληνες οδηγοί αυτοκινήτου. Πριν αρχίσουμε να λέμε για τις πολλές περιπτώσεις ατυχημάτων που έγιναν γιατί κάποιος έστριψε χωρίς να προσέξει την μοτοσυκλέτα που ερχόταν, ας συνυπολογίσουμε ότι εδώ δεν κρατάμε όρια ταχύτητας, ότι αλλάζουμε λωρίδες αστραπιαία και οι οδηγοί των αυτοκινήτων, στην πλειοψηφίας τους, έχουν στο μυαλό τους τις μοτοσυκλέτες. Αντίστοιχες πρακτικές στο εξωτερικό, θα είχαν τελείως διαφορετική εξέλιξη.. κι αυτή είναι η αλήθεια.

Η εκπαίδευση των οδηγών αυτοκινήτων λοιπόν θα πρέπει να είναι το πρώτο μέλημα, κι είναι ένας από τους λόγους των τεσσάρων χρόνων πρόβας. Θυμίζουμε μία άλλη περίπτωση: Στην Καλιφόρνια που η διήθηση καθιερώθηκε με νόμο σχετικά πρόσφατα, εκνευρισμένοι οδηγοί αυτοκινήτων ανέκοπταν εσκεμμένα την πορεία των μοτοσυκλετών προκαλώντας ατύχημα, γιατί αγνοούσαν ότι ο νόμος άλλαξε. Πέρα από την απέχθεια σε κάποιον που παραβαίνει τον νόμο μπροστά τους, οι Αμερικανοί έχουν και πιο συγκεκριμένο θέμα με τον προσωπικό τους χώρο, που βέβαια δεν τους δίνει το δικαίωμα να συγκρούονται εσκεμμένα με κάποιον. Όσο κι αν η αυτοδικία, με αυτόν τον τρόπο μάλιστα, υπόκειται και σε άλλους νόμους του κράτους, που ιδιαίτερα στις ΗΠΑ είναι πολύ σκληροί, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο όγκος της αλλαγής πέφτει στους οδηγούς αυτοκινήτων, όπως έγινε σε αυτή την διάσημη περίπτωση.

Από αυτή την άποψη στην Ελλάδα είμαστε τυχεροί. Οι οδηγοί αυτοκινήτων στη χώρα μας δίνουν πολύ περισσότερη προσοχή στις μοτοσυκλέτες, με βάση όσα γίνονται στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό που μας λείπει είναι ένα πιο σαφές νομικό πλαίσιο. Σε εμάς ο νόμος μας επιτρέπει να κινηθούμε ανάμεσα στα αυτοκίνητα για να φτάσουμε στο φανάρι, καθώς το να μένεις πίσω τους, αυξάνει τις πιθανότητες ατυχήματος. Αυτό ορίζει ο ΚΟΚ, κι πάνω σε αυτό το «παράθυρο» οι μοτοσυκλέτες δικαιολογούν την σημερινή εικόνα στους δρόμους…

 

πηγή: Le Figaro

  

Αφιέρωμα ΜΟΤΟ: H Ιστορία των Yamaha Ténéré

Από τους δρόμους στους αμμόλοφους και αντίστροφα!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

2/9/2020

Η Yamaha ανέκαθεν είχε συνδέσει το όνομά της με τους αγώνες Rally, αλλά και τους χωμάτινους αγώνες εν γένει, κατέχοντας έναν ηγετικό ρόλο με καινοτομίες και πρωτοπορίες, όπως είχε συμβεί και με την περίπτωση του DT-1. Ήταν η μοτοσυκλέτα που έδωσε τα ηνία του motocross στην Yamaha εκείνη την εποχή, χάρη στην επαναστατική –για τα δεδομένα της εποχής- monocross πίσω ανάρτηση, αλλά και το εφαλτήριο για την εξέλιξη δύο μοτοσυκλετών-ορόσημο για την Ιστορία του εργοστασίου και της μοτοσυκλέτας γενικότερα: το enduro ΤΤ500 που παρουσιάστηκε το 1975 και το on-off XT500 που παρουσιάστηκε το 1976. Και οι δύο αυτές τετράχρονες μοτοσυκλέτες ήταν η απάντηση στις "προσευχές" των απανταχού χωματερών που ήθελαν μια μοτοσυκλέτα με δυνατότητα να ταξιδέψει στην άσφαλτο, στο χώμα, αλλά και στις αμερικάνικες ερήμους της Δυτικής Ακτής, της σημαντικότερης ίσως αγοράς για την Yamaha.

Ο γενάρχης, το ΧΤ500 του 1976

 

Η αξιοπιστία του κινητήρα, η ροπή από τις χαμηλές στροφές και το ελαφρύ και άκαμπτο πλαίσιο, ήταν τα στοιχεία που χαρακτήρισαν τις δημιουργίες της Yamaha. Όπως ήταν φυσικό, αυτό μεταφράστηκε πολύ γρήγορα, όχι μόνο σε εμπορικές αλλά και σε αγωνιστικές επιτυχίες.

Παράλληλα όμως, το μέγεθος της επιτυχίας που γνώρισε το ΧΤ500 στην Ευρώπη ήταν απείρως μεγαλύτερο και σε τελείως διαφορετικό πεδίο απ' ό,τι στην Αμερική, χάρη σε έναν συγκεκριμένο Γάλλο αναβάτη, ο οποίος έγινε αργότερα γνωστός ως ο "Mr. Yamaha" μέσα στην εταιρεία, που μετέτρεψε το ΧΤ500 ως βάση εξέλιξης μιας εντελώς νέας κατηγορίας από την Yamaha. Ο λόγος για τον Jean-Claude Olivier, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν ένας απλώς υπάλληλος στον Γάλλο εισαγωγέα της Yamaha, την Sonauto, αλλά αργότερα έγινε Πρόεδρος της Yamaha Motor France, ενώ άνοιξε και το μονοπάτι γι' αυτό που αποκαλούμε σήμερα Adventure κατηγορία.

Ο Jean Claud Olivier ήταν ο άνθρωπος που ουσιαστικά δημιούργησε τον θρύλο των Ténéré

 

Ο Olivier δεν άργησε να διακρίνει τις τεράστιες δυνατότητες του μεγάλου μονοκύλινδρου 500 στις αφρικανικές ερήμους, δηλώνοντας πως "έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για να γίνει η μοτοσυκλέτα ένα όχημα περιπέτειας". Το 1977 ήταν η πρώτη χρονιά που ο Γάλλος συμμετείχε στο Rallye Côte d'Ivoire σε μια διαδρομή 10.000 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα της Ακτής Ελεφαντοστού Abidjan μέχρι τη Νίκαια της Γαλλίας. Το 1979 συμμετείχε μαζί με τρεις ακόμη αναβάτες στο πρώτο Paris-Dakar (που τότε λεγόταν Oasis Rally) ως ομάδα της "Sonauto Yamaha", πάνω σε ΧΤ500. Εκείνη την εποχή οι υπόλοιποι μεγάλοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών, δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γι' αυτό το νέο είδος αγώνων, αλλά ο ίδιος ο Olivier είχε δηλώσει ότι η φιλοσοφία κατασκευής του ΧΤ500 ταίριαζε ακριβώς με την συμμετοχή σε έναν τέτοιο αγώνα.

Στην πρώτη, ιστορική, διοργάνωση του Paris-Dakar, οι μοτοσυκλέτες και τα αυτοκίνητα δεν αγωνιζόντουσαν σε ξεχωριστές κατηγορίες, αλλά ανταγωνιζόντουσαν για την συνολική νίκη. Ο Cyril Neveu και ο Gilles Comte με τα ΧΤ500 τους κατάφεραν να αφήσουν πίσω τους όλους τους οδηγούς των Range Rover και Renault, κάνοντας το 1-2 για την Yamaha. Την επόμενη χρονιά ο Neveu κέρδισε ξανά με τέσσερις αναβάτες ΧΤ500 να κερδίζουν αντίστοιχα τις τέσσερις πρώτες θέσεις! Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι εκείνη την χρονιά από τις 25 μοτοσυκλέτες που τερμάτισαν, οι 11 ήταν ΧΤ500…

Από την επόμενη χρονιά (το 1981) το Paris-Dakar εντάχθηκε στην αιγίδα των FIM και FIA, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να συμμετέχουν εργοστασιακές ομάδες στον αγώνα. Αυτή της BMW αποδείχθηκε ένας πολύ δύσκολος αντίπαλος για τους αναβάτες των ΧΤ500, οι οποίοι έτρωγαν τη σκόνη των Γερμανών. Η απάντηση της Yamaha ήταν η αναβάθμιση του XT500 σε XT550, με την τοποθέτηση του YDIS (Yamaha Dual Intake System), αλλά όσο ανέβαιναν οι επιδόσεις και οι ταχύτητες στο Dakar, ήταν όλο και πιο δύσκολο να παραμείνουν ανταγωνιστικοί.

Αυτό οδήγησε τον Olivier και την Sonauto να ζητήσουν από την Yamaha Motor στην Ιαπωνία να εξελίξουν τα ΧΤ παραγωγής, έτσι ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στο υψηλότερο επίπεδο ανταγωνισμού. Οι μηχανολόγοι στο Iwata έπιασαν αμέσως δουλειά και το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους ήταν το ΧΤ 600 Ténéré. Ο κινητήρας διατήρησε το σύστημα YDIS, αλλά είχε αυξημένη χωρητικότητα στα 600 κυβικά, διέθετε μεγάλο ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ήταν η πρώτη off-road μοτοσυκλέτα της Yamaha με δισκόφρενο μπροστά, με monocross πίσω ανάρτηση, αλουμινένιο ψαλίδι και πολλές άλλες τεχνολογίες αιχμής για την εποχή. Η εξέλιξη του Ténéré 600 μάλιστα, έγινε ταυτόχρονα με του ΤΤ600, την enduro εκδοχή για την αγορά της Β. Αμερικής. Όταν η μοτοσυκλέτα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Σαλόνι του Παρισιού το 1982, δημιούργησε ένα σαρωτικό ρεύμα που πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο με τεράστιο εμπορικό αντίκτυπο, κρίνοντας κι από προσωπική εμπειρία μιας και τρεις από τις 23 μοτοσυκλέτες που είχα μέχρι τώρα στην κατοχή μου, ανήκαν στην οικογένεια των Ténéré

Το πρώτο Ténéré του 1983 που ήταν ουσιαστικά ένα υπερκυβισμένο ΧΤ550 με ένα ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ως ρέπλικα της μοτοσυκλέτας του Cyril Neveu

 

Σύντομα το Ténéré αποτέλεσε την επιλογή πάρα πολλών αναβατών που έτρεχαν στο Paris-Dakar, αλλά και για πολλούς απλούς αναβάτες που θαύμαζαν το πνεύμα της περιπέτειας που συμβόλιζε η μοτοσυκλέτα. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ήταν η μοτοσυκλέτα που δημιούργησε την τάση κατασκευής των Dakar ρέπλικα. Μέσα στην επόμενη δεκαετία πουλήθηκαν 61.000 ΧΤ600 Tenere, ενώ λίγο μετά έγινε και η πρώτη μεγάλη αναβάθμιση, το 1991, με την γέννηση του ΧΤΖ660 Tenere το οποίο είχε πενταβάλβιδη κεφαλή για τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 660 –πλέον- κυβικών εκατοστών. Το 1994 έγινε μια  αισθητική ανανέωση, με την μοτοσυκλέτα να αποκτά δίδυμους προβολείς μπροστά.

Η πρώτη ανανέωση έφερε μικρότερο ρεζερβουάρ στα 21 λίτρα και αύξηση της ιπποδύναμης στους 46 ίππους

 

Παρόλο όμως που το Ténéré ήταν η μοτοσυκλέτα που ουσιαστικά "γέννησε" την adventure κατηγορία, εμπνέοντας πολλούς αναβάτες –ιδιώτες και εργοστασιακούς- να τρέξουν στο θρυλικό Paris-Dakar, η Yamaha δεν μπόρεσε να γευτεί τη χαρά της νίκης μετά από το 1980. Ο Olivier "έφτασε πολύ κοντά στην πηγή" το 1985 με ένα XT600 Ténéré ειδικά προετοιμασμένο για τον αγώνα, το οποίο αν και έφερε το ίδιο όνομα με το μοντέλο παραγωγής, ήταν ουσιαστικά η πρώτη μοτοσυκλέτα που είχε φτιάξει το εργοστάσιο ειδικά και αποκλειστικά για το Dakar Rally. Με αυτή την μοτοσυκλέτα ο Γάλλος τερμάτισε στην δεύτερη θέση, ενώ πίσω του στην τρίτη και τέταρτη θέση τερμάτισαν επίσης αναβάτες με την ίδια μοτοσυκλέτα.

Το 1988 έγινε ολοκληρωτική ανβάθμιση, με δύο προβολείς μπροστά, σταθερό φαίρινγκ, δισκόφρενο εμπρός πίσω και ρεζερβουάρ 23  λίτρων

 

Με το πέρασμα των χρόνων, δυσκολία και ο ανταγωνισμός μεγάλωνε, με τις νίκες να συσσωρεύονται στο παλμαρές των boxer κινητήρων της BMW. Για να το αντιμετωπίσει αυτό το γεγονός ο Olivier τοποθέτησε στην αγωνιστική μοτοσυκλέτα του 1986 έναν τετρακύλινδρο εν σειρά κινητήρα από FZ750. Εξαιτίας όμως του μεγάλου βάρους, δεν κατάφερε κάτι καλύτερο από την 12η θέση. Η αφοσίωσή του στον σκοπό τον έφερε άλλη μια φορά στο αρχηγείο της Yamaha και το 1987 το αγωνιστικό τμήμα του εργοστασίου άρχισε να δουλεύει πάνω στο project του 1988. Ήταν το YZE750 Ténéré με τον μονοκύλινδρο, πενταβάλβιδο κινητήρα, με το οποίο έτρεξε και ο νεαρός –τότε- Stephane Peterhansel. Εκείνη τη χρονιά, η μοτοσυκλέτα τερμάτισε στην δεύτερη θέση με τον Franco Picco, μετά από τις ατυχίες των Olivier και Peterhansel, αλλά και μετά από σκληρή μάχη με το Honda NXR750 του Edi Orioli.

Το ΥΖΕ750 με τον κινητήρα του FZ750 δεν είχε ιδιαίτερη τύχη στους αμμόλοφους του Dakar

 

Στα τέλη του 1987, η Yamaha ξεκίνησε και την δημιουργία της επόμενης γενιάς των Ténéré παραγωγής, του δικύλινδρου εν σειρά XTZ750 Super Ténéré. Οι άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκαν για την κατασκευή του ήταν οι εξής τέσσερις: η άνεση στο πολύωρο ταξίδι, το ικανοποιητικό ποσοστό δύναμης για να πετυχαίνει υψηλές μουαγιέν, να διαθέτει την δυνατότητα για οδήγηση εκτός δρόμου και τέλος, να έχει ό,τι και όσα χρειάζεται για να μπορεί να οδηγείται καθημερινά στον δρόμο. Το πρώτο πράγμα που έκαναν, ήταν να αποφασίσουν τις διαστάσεις της μοτοσυκλέτας βάσει του αγωνιστικού πρωτότυπου του Picco, με κυριότερο το μεταξόνιο των 1.515mm. Το διπλό σωληνωτό πλαίσιο επιλέχθηκε για την ακαμψία του, ενώ ο κινητήρας διέθετε στρόφαλο 360 μοιρών και 10 βαλβίδες για να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερο την αίσθηση του μεγάλου μονοκύλινδρου Ténéré.

Το 1991, το Ténéré άλλαξε εντελώς, με κινητήρα 660 κυβικών και πενταβάλβιδη κεφαλή, αλλά και ριζικά επανσχεδιασμένη εμφάνιση

 

Όπως ήταν φυσικό, το μοντέλο παραγωγής (που παρουσιάστηκε το 1988) αποτέλεσε την βάση για το αγωνιστικά rally, το YZE750T Super Tenere των 802,5cc, με το οποίο ήρθε η πολυπόθητη νίκη στο Dakar μετά από 10 ολόκληρα χρόνια, το 1991, με αναβάτη τον Peterhansel. Από εκεί κι έπειτα ο δρόμος ήταν στρωμένος με επιτυχίες, ενώ το 1997 και το 1998 ο Γάλλος αναβάτης πήρε δύο ακόμη σερί καρό σημαίες, με τον κινητήρα που είχε στρόφαλο 270 μοιρών.

Το πρώτο Super Ténéré με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 750 κυβικών

 

Αυτή η τεχνογνωσία που κερδήθηκε μέσα από τους αγώνες, πέρασε στα ΧΤΖ660 Ténéré και ΧΤΖ1200 Super Ténéré παραγωγής που καθιέρωσαν το λογότυπο των Ténéré ως ένα ορόσημο της μοτοσυκλετιστικής Ιστορίας. Η παραγωγή των μονοκύλινδρων όσο και των δικύλινδρων Ténéré και Super Ténéré σταμάτησε από το 1996 μέχρι το 2008 όταν παρουσιάστηκε το μονοκύλινδρο με την τετραβάλβιδη –πλέον- κεφαλή XT660Z Ténéré. Η επαναφορά του θρυλικού λογοτύπου δεν σημείωσε την αναμενόμενη εμπορική επιτυχία για την Yamaha, παρά το γεγονός ότι ήταν ένα πραγματικό on-of παντός δρόμου, με πολύ καλές δυνατότητες στις εκτός δρόμου διαδρομές.

Το 2008 η Yamaha επανέφερε το λογότυπο του Ténéré με μια μια μοτοσυκλέτα που ήταν βασισμένη στον κινητήρα των ΧΤ660

 

Με τον κινητήρα του XT660, το Ténéré του 2008 παρέμεινε στην παραγωγή μέχρι το 2016, έχοντας δεχθεί μικρές, ααισθητικές κυρίως, επεμβάσεις. Παράλληλα, το 2010 η Yamaha επανέφερε στο προσκήνιο το όνομα του Super Ténéré με έναν δικύλινδρο εν σειρά 1200 κυβικών.

To Super Ténéré των 1200cc, δεν έφερε την αναμενόμενη εμπορική απήχηση που περίμενε η Yamaha στον σκληρό ανταγωνισμό των mega on-off, παρά τα συγκεκριμένα καλά στοιχεία που διέθετε

 

Η εμπορική πορεία του ήταν αντίστοιχα χαμηλότερη των προσδοκιών και παρά τον εξοπλισμό του με ηλεκτρονικά βοηθήματα (όταν παρουσιάστηκε είχε ένα από τα καλύτερα traction control για το χώμα) και τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (στην τελευταία του έκδοση) το μεγάλο βάρος του, η όχι και τόσο ορθή κατανομή του και το σετάρισμα των αναρτήσεων, αποτέλεσαν αποτρεπτικό παράγοντας για αρκετούς adventure tourer αναβάτες.

Το 2019 όμως η Yamaha έκανε την μεγάλη επιστροφή με το Ténéré 700, με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα της οικογένειας ΜΤ και με πραγματικές δυνατότητες για οδήγηση σε εκτός δρόμου διαδρομές. Ήταν μια πολυαναμενόμενη επιστροφή η οποία μετά από πολύ καιρό κατάφερε να ανταποκριθεί στο βάρος του ονόματος που φέρει.

Το όνομα "Ténéré" στην διάλεκτο των Tuareg σημαίνει "έρημος" ή "μοναξιά" αλλά είναι και το όνομα μιας από τις πιο αφιλόξενες περιοχές της Β. Αφρικής και δεν θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα την πρόκληση που δέχτηκε η Yamaha πριν από τέσσερις δεκαετίες, συνυφαίνοντας το όνομά της με την περιπέτεια.