Εργοστάσιο – Μουσείο Ducati

Στο λίκνο των θρύλων
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/6/2017

Η Bologna είναι μια πόλη που διαθέτει πάρα πολλά στοιχεία που θα μπορούσαν να την κάνουν ξεχωριστή και να την συνυφάνουν με διάφορα πολιτιστικά και πολιτισμικά δεδομένα. Σε όλους εμάς όμως, το όνομα της Bologna είναι το ένα και το αυτό με μία μόνο θρυλική επωνυμία: της Ducati.

Πριν από λίγο καιρό βρεθήκαμε στην Bologna για μια από εκείνες τις σπάνιες περιπτώσεις που μια εταιρεία επιλέγει να κάνει την παρουσίαση ενός νέου μοντέλου στην έδρα της. Συνήθως το μπουλούκι των δημοσιογράφων συγκεντρώνεται σε κάποιο θέρετρο, που συνδυάζει τον καλό καιρό με τις απαραίτητες υποδομές και το πολύ καλό οδικό δίκτυο, προκειμένου να διαπιστώσουμε την αποτελεσματικότητα των σχεδιαστών του. Με το Scrambler Café Racer όμως, η Ducati επέλεξε να το δείξει για πρώτη φορά στον ειδικό τύπο καλώντας τους δημοσιογράφους στο "σπίτι" της. Να οδηγήσουμε το νέο μοντέλο λίγα χιλιόμετρα από εκεί που είδε για πρώτη φορά το φως του ήλιου, εκεί που οδηγήθηκε για πρώτη φορά από τους αναβάτες εξέλιξης, εκεί ουσιαστικά που διαμορφώθηκαν τα χαρακτηριστικά της απόδοσης και της συμπεριφοράς της. Όποιος έχει οδηγήσει εκεί στους πρόποδες των Απέννινων, στο περίφημο Passo della Futa, μπορεί να καταλάβει γιατί γενικότερα οι κόκκινες μοτοσυκλέτες διαθέτουν αυτόν τον ιδιαίτερο και ξεχωριστό χαρακτήρα. Το bonus όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση ήταν η δυνατότητα που είχαμε να επισκεφθούμε το εργοστάσιο με τις γραμμές παραγωγής και στη συνέχεια το ανανεωμένο μουσείο της εταιρείας πριν καν οδηγήσουμε την μοτοσυκλέτα, για να δούμε από κοντά πώς φτιάχνονται τα πραγματικά αντικείμενα του πάθους.

 

Η ιστορική γραμμή

Στις αρχές της δεκαετίας του 1900, δημιουργήθηκε μια μεγάλη δραστηριότητα γύρω από την τεχνολογία των τηλεπικοινωνιών, με τον Giuglielmo Marconi –γνήσιο τέκνο της Bologna- να κατοχυρώνει την πατέντα του ραδιοτηλέγραφου. Την ίδια εποχή, ένας συντοπίτης του, ο Adriano Cavalieri Ducati κατοχυρώνει την πατέντα για τον πομπό βραχέων ραδιοκυμάτων και στις 4 Ιουλίου του 1926, μαζί με τα αδέρφια του Bruno και Marcello, ιδρύει την Societa Scientifica Radio Brevetti Ducati. Το αντικείμενο της εταιρείας ήταν η κατασκευή μικρών πυκνωτών Manens, οι οποίοι φτιάχνονταν σε ένα μικρό σπίτι από δύο εργάτες και μια γραμματέα! Μέσα σε δέκα χρόνια, η ανάπτυξη της εταιρείας ήταν τέτοια που απασχολούσε χιλιάδες υπαλλήλους στο καινούργιο εργοστάσιο στην περιοχή του Borgo Panigale. Τον Οκτώβρη του 1944 όμως, το εργοστάσιο βομβαρδίστηκε από τους συμμάχους με αποτέλεσμα να καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά, αλλά μέσα σε έναν χρόνο ξαναχτίστηκε με αντικείμενο πλέον την κατασκευή μικρών μοτοσυκλετών, που αποτελούσαν ένα φθηνό μέσο μετακίνησης στην μεταπολεμική περίοδο της Ιταλίας.

Η αρχή έγινε με το περίφημο Cucciolo (κουτάβι στα ιταλικά), έναν μικρό τετράχρονο κινητήρα 48 κυβικών που μπορούσε να προσαρμοστεί σε οποιοδήποτε ποδήλατο, ο οποίος απέκτησε διαστάσεις φαινομένου. Λίγο αργότερα φτιάχτηκε το "60", η πρώτη ολοκληρωμένη μοτοσυκλέτα της Ducati, και στη συνέχεια "μπήκε το νερό στ' αυλάκι" με την έλευση του Fabio Taglioni και την σχεδίαση του 125 Sport. Έκτοτε, η Ducati είχε μια διαρκώς ανοδική πορεία, τόσο εμπορικά όσο και αγωνιστικά, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Ducati Siluro 100 που έσπασε 46 (!) παγκόσμια ρεκόρ ταχύτητας εν έτει 1956. Η ιστορική συνέχεια επεφύλαξε πολλά ορόσημα για την Ducati, όπως τα Scrambler και το 750GT, το πρώτο superbike της εταιρείας την δεκαετία του '70 με τον πρώτο δικύλινδρο desmo V 90° και πρόγονος του SuperSport Desmo του '73 που μπήκε στη συλλογή του μουσείου Guggenheim ως μια από τις ομορφότερες μοτοσυκλέτες που φτιάχτηκαν ποτέ. Το έτερο σήμα-κατατεθέν της Ducati, το πλαίσιο χωροδικτύωμα, εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1979 στο Pantah 500 και την επόμενη χρονιά επανασχεδιάστηκε από τον Taglioni για το 600 ΤΤ2, με το βάρος του να φτάνει μόλις στα 7 κιλά!

Η λίστα με τους ιστορικούς σταθμούς της Ducati είναι μακρά, η οποία συμπεριλαμβάνει από νίκες στο Dakar (με το Cagiva Elefant που είχε κινητήρα της Ducati), μέχρι το θρυλικό 916 που επαναπροσδιόρισε τα superbikes της σύγχρονης εποχής και το Monster που έκανε το ίδιο για την κατηγορία των Naked. Η συνεργασία με την Cagiva δημιούργησε πολύ ισχυρότερους δεσμούς, καθώς το 1985 η εταιρεία του Castiglioni ενέταξε την Ducati στον όμιλο (αφού πιο πριν, το 1950, είχε αναλάβει τον έλεγχο το ιταλικό κράτος), ενώ το 1996 η εταιρεία άλλαξε ιδιοκτησιακό καθεστώς περνώντας στα χέρια της αμερικανικής Texas Pacific Group και το 2005 τα αδέρφια Bonomi επανέφεραν την εταιρεία σε ιταλικά χέρια. Το 2012 όμως, η Ducati εξαγοράστηκε από το Volkswagen Group –και πιο συγκεκριμένα από την Audi που ανήκει στον όμιλο- όπου και παραμένει μέχρι σήμερα ακολουθώντας το επιχειρηματικό πλάνο των Γερμανών.

Το "κόκκινο" εργοστάσιο

Όπως αναφέραμε και παραπάνω, το πρώτο εργοστάσιο της Ducati ήταν ουσιαστικά το υπόγειο του σπιτιού των αδερφών Ducati, όπου κατασκεύαζαν πυκνωτές και εξοπλισμό για ραδιόφωνα. Το 1935 λειτούργησαν για πρώτη φορά οι εγκαταστήσεις στο Borgo Panigale, ως αποτέλεσμα της ραγδαίας αύξησης του κύκλου εργασιών της εταιρείας, δίνοντας μια επιπλέον ώθηση στην δυναμική της Ducati. Μέσα σε λίγα χρόνια κατέληξε να αποτελεί ένα… μικρό χωριό, ενώ λίγο μετά άνοιξαν δύο νέα εργοστάσια της εταιρείας με αντικείμενο τις δραστηριότητες της Ducati στον τομέα των οπτικών. Ενώ το όλο εγχείρημα βρισκόταν σε μια οργιώδη ανάπτυξη, ήρθε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος να βάλει ένα απότομο φρένο. Το 1943 το εργοστάσιο επιτάχθηκε από τους Γερμανούς και τον Οκτώβριο του 1944 καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς των συμμάχων. Μετά το τέλος του πολέμου ξεκίνησε αμέσως η ανακατασκευή του και το 1948 τα αδέρφια Ducati έφυγαν από την εταιρεία. To 1954 η Ducati διασπάστηκε σε δύο εταιρείες, την Ducati Elettrotecnica και την Ducati Meccanica. Η Ducati Meccanica ήταν η εταιρεία που συνέχισε την παραγωγή μοτοσυκλετών, το εργοστάσιο της οποίας αποτελεί μέχρι σήμερα το βασικό εργοστάσιο της Ducati, καθώς η εταιρεία διαθέτει πλέον κι ένα εργοστάσιο στην Ταϊλάνδη όπου συναρμολογούνται οι μοτοσυκλέτες που έχουν προορισμός τις αγορές της Ασίας.

Σήμερα, το εργοστάσιο της Ducati στην Bologna παραμένει ένα μικρό… χωριό, με ένα σύμπλεγμα κτιρίων και εγκαταστάσεων να αποτελούν την καρδιά της ιταλικής εταιρείας. Εκεί που βρίσκονται τα γραφεία της εταιρείας ήταν οι γραμμές παραγωγής, ενώ οι τωρινές γραμμές συναρμολόγησης κινητήρων είναι στο κτήριο που χτίστηκε μεταξύ του 1969-1973 και αποτελούσε το εργοστάσιο παραγωγής των αλουμινένιων και τα ατσάλινων μερών.

Παντού βλέπεις χαμόγελα και ευχάριστες φυσιογνωμίες που δημιουργούν μια παρεΐστικη ατμόσφαιρα μέσα σε ένα επαγγελματικό και υψηλού τεχνολογικά επιπέδου περιβάλλον

Έχοντας επισκεφθεί πολλά εργοστάσια-και δη ευρωπαϊκά- κατασκευής μοτοσυκλετών, το εργοστάσιο της Ducati δεν ξεχωρίζει για τις τεχνολογικές του καινοτομίες ή για το πρωτότυπο σύστημα των logistics που χρησιμοποιεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ακολουθεί ό,τι πιο σύγχρονο και άρτιο υπάρχει στον συγκεκριμένο τομέα. Λίγο ως πολύ όμως, τα περισσότερα εργοστάσια είναι εναρμονισμένα για τις σύγχρονες τεχνικές και ακολουθούν –με μικρές διαφοροποιήσεις- τις ίδιες μεθόδους. Το εργοστάσιο στο Borgo Panigale ξεχωρίζει για άλλο λόγο κι όχι τόσο για την μειωμένη παρουσία αυτοματισμών σε σχέση με τα άλλα εργοστάσια. Με το που περνάς την πύλη του ιστορικού εργοστασίου –πιστέψτε με, δεν είναι υπερβολή- γίνεσαι αποδέκτης μιας εντελώς διαφορετικής ατμόσφαιρας. Ένα εργοστάσιο, μια εταιρεία, ένας οργανισμός γενικότερα, είναι οι άνθρωποί του και στην Ducati αυτό δεν αποτελεί εξαίρεση. Οι εργάτες, οι μηχανικοί, οι διοικητικοί υπάλληλοι, είναι όλοι τους άνθρωποι παθιασμένοι με την μοτοσυκλέτα και την φίρμα. Δουλεύουν για την Ducati και γουστάρουν που το κάνουν. Παντού βλέπεις χαμόγελα και ευχάριστες φυσιογνωμίες που δημιουργούν μια παρεΐστικη ατμόσφαιρα μέσα σε ένα επαγγελματικό και υψηλού τεχνολογικά επιπέδου περιβάλλον. Στις τέσσερις γραμμές συναρμολόγησης οι εργάτες που μοντάρουν τα πλαίσια με τους κινητήρες δουλεύουν λες και πρόκειται για την δική τους μοτοσυκλέτα. Η έντονη γυναικεία παρουσία (πάνω από το 20% είναι γυναίκες) δίνει μια διαφορετική αισθητική στον βιομηχανικό σκηνικό. Ανάμεσα στα CNC και τους επεξεργασμένους στροφάλους, την μονοτονία του μετάλλου την σπάνε δύο μεγάλες γλάστρες με φίκους, γύρω από τις οποίες στρίβουν ξυστά τα περονοφόρα με τις εξαρτήματα για τις γραμμές παραγωγής. Ακόμη και στον λειτουργικό και ποιοτικό έλεγχο μέσα στα κλειστά δυναμόμετρα, οι εργάτες που κάνουν την διαδικασία μοιάζουν λες κι έχουν στηθεί για κόντρα σε φανάρι, αντί να αλλάζουν βαριεστημένα ταχύτητες και να συλλέγουν στοιχεία. Μικρές λεπτομέρειες που όλες μαζί όμως φτιάχνουν το διαφορετικό κλίμα που "μυρίζει" Ducati.

Από τις τέσσερις γραμμές παραγωγής η μία είναι αφιερωμένη στην οικογένεια των Panigale λόγω της ιδιαιτερότητας των κινητήρων τους και στις άλλες τρεις συναρμολογούνται όλα τα υπόλοιπα μοντέλα της γκάμας. Στις τρεις αυτές γραμμές τα μοντέλα που συναρμολογούνται εξαρτώνται από τις προπαραγγελίες των αντιπροσώπων και όχι από την κάθε παραγγελία ξεχωριστά του εκάστοτε πελάτη, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στο εργοστάσιο της BMW, και στην ακμή της σεζόν (που ξεκινάει την άνοιξη και τελειώνει το φθινόπωρο) σε ορισμένες απ' αυτές δουλεύουν έως και τρεις βάρδιες.

Κάπου ανάμεσα στις γραμμές συναρμολόγησης των κινητήρων και μοτοσυκλετών, υπάρχει μια κατακόκκινη –τι παράξενο!- πόρτα, ερμητικά κλεισμένη με ηλεκτρονικές κλειδαριές και καθόλου παράθυρα. Πάνω της έχει μόνο ένα μεγάλο αυτοκόλλητο: Ducati Corse. Πίσω από αυτή την πόρτα βρίσκεται το άντρο του αγωνιστικού τμήματος της Ducati. Η εξέλιξη, ο σχεδιασμός και η βάση των εργοστασιακών ομάδων, τόσο για τα MotoGP όσο και για τα WSBK, γίνεται σ' αυτό το τμήμα του εργοστασίου, στο οποίο φυσικά ούτε λόγος για να ρίξουμε έστω και μια κλεφτή ματιά.

Για τους λάτρεις των στατιστικών, να αναφέρουμε ότι οι εγκαταστάσεις του Borgo Panigale καταλαμβάνουν μια έκταση 71.657 τετραγωνικών μέτρων, ενώ η συνολική έκταση του οικοπέδου είναι 114.873m2. Εκεί εργάζονται 1.187 άνθρωποι, από τους 1.558 που απασχολεί η Ducati παγκοσμίως. Εξίσου εντυπωσιακά είναι και τα νούμερα της παραγωγής, καθώς το 2016 έγιναν 55.451 παραδόσεις μοτοσυκλετών στους ιδιοκτήτες τους (ένα νούμερο ρεκόρ για την εταιρεία), ενώ η παραγωγή της περασμένης χρονιάς στο εργοστάσιο της Bologna ήταν 47.054 μοτοσυκλέτες.

Επένδυση στην εκπαίδευση

Η Ducati είναι όμως κάτι περισσότερο από ένα εργοστάσιο παραγωγής μοτοσυκλετών. Είναι μια φίρμα με δυνατό σήμα και ιδιαίτερα ισχυρούς δεσμούς με τους πελάτες της –και όχι μόνο- όντας ταυτόχρονα συνώνυμο του πάθους και του ιταλικού σχεδιασμού. Αυτά τα στοιχεία είναι που της έδωσαν την ώθηση για να δραστηριοποιηθεί και σε τομείς διαφορετικούς από τον αυστηρά κατασκευαστικό χώρο, επενδύοντας τόσο στην εκπαίδευση, όσο και στην ενίσχυση του brand name της.

Το Fisica in Moto (η φυσική της μοτοσυκλέτας) είναι ένα διαδραστικό εργαστήριο φυσικής μέσα στο εργοστάσιο της Ducati. Είναι κατασκευασμένο για μαθητές γυμνασίου-λυκείου και είναι το αποτέλεσμα της συνεργασίας μεταξύ του Fondazione Ducati (του μη κερδοσκοπικού οργανισμού της Ducati που συμμετέχει σε κοινωνικές, εκπαιδευτικές και πολιτιστικές δράσεις) και του λυκείου Malpighi από την Bologna. Η διαδρομή που έχει σχεδιαστεί για τους μαθητές που επισκέπτονται το εργαστήριο, είναι σχεδιασμένη από κοινού από τους καθηγητές του σχολείου και καθηγητών από το πανεπιστήμιο της Bologna, στην οποία τα παιδιά έχουν την ευκαιρία να δουν στην πράξη την εφαρμογή των νόμων της φυσικής πάνω στην μοτοσυκλέτα, με ενδιαφέρουσες δράσεις και πειράματα.

Παράλληλα, σε ένα πιο υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης λειτουργεί το project DESI (Ducati Education System Italy). Είναι ένα πρόγραμμα που ξεκίνησε να λειτουργεί το Σεπτέμβριο του 2014 από την Ducati και την Lamborghini –τις δύο ιταλικές εταιρείες που ανήκουν στο Audi group), με στόχο την φοίτηση και την εκπαίδευση στην Ιταλία. Μέσα απ' αυτό, δίδεται η δυνατότητα σε νεαρούς Ιταλούς να κάνουν το επόμενο βήμα σ' αυτούς τους τομείς και είναι βασισμένο στο σύστημα που χρησιμοποιείται ήδη στην Γερμανία. Ουσιαστικά, παρέχει την ευκαιρία στο να προχωρήσει η εκπαίδευση μέσα από την πρακτική άσκηση σε πραγματικές συνθήκες, μέσα στην εταιρεία. Σε συνεργασία με τα κολέγια Fiorovanti Belluzzi και Aldini Valeriani, συμμετείχαν 48 φοιτητές την πρώτη χρονιά και 26 την δεύτερη σε τρεις διαφορετικούς τομείς της παραγωγικής διαδικασία, παίρνοντας ένα πολύτιμο εφόδιο για την μετέπειτα ένταξή τους στην αγορά εργασίας.

 

Το νέο μουσείο της Ducati

Για την Ducati, κάθε προϊόν της αποτελεί ένα έργο τέχνης και ως τέτοια θα έπρεπε να έχουν τον δικό τους ξεχωριστό χώρο για να εκτίθενται στα μάτια του κοινού.

 

Γι' αυτό το λόγο, το 1998, ιδρύθηκε το μουσείο της Ducati, που συμπεριλαμβάνεται κι αυτό στις εγκαταστάσεις του Borgo Panigale. Πρόκειται για έναν χώρο 850 τετραγωνικών μέτρων το οποίο μέχρι πρότινος στέγαζε μόνο το αγωνιστικό κομμάτι της ιστορίας της Ducati. Πρόσφατα, ο χώρος ανακαινίσθηκε και αναδιοργανώθηκε και πλέον εκτίθενται όλα τα μοντέλα-ορόσημα της Ducati, μαζί με τις καινοτομίες και τα τεχνολογικά στοιχεία που την χαρακτηρίζουν.

Το καλωσόρισμα στο μουσείο γίνεται από μια ιστορική αναδρομή με εκθέματα από τότε που η Ducati δεν κατασκεύαζε μοτοσυκλέτες αλλά πυκνωτές και εξαρτήματα ραδιοφώνων, μαζί με φωτογραφίες από τα αδέρφια Ducati και το σπίτι τους, το οποίο αποτέλεσε το πρώτο εργοστάσιο της φίρμας.

Η συνέχεια είναι αφιερωμένη στις μοτοσυκλέτες, οι οποίες είναι μοιρασμένες σε τέσσερα δωμάτια και σε τρεις τομείς, με το λευκό χρώμα να κυριαρχεί στους τοίχους προκειμένου οι μοτοσυκλέτες να ξεχωρίζουν και να μην αποσπά τίποτε το βλέμμα από πάνω τους, όπως μας είπαν οι άνθρωποι που μας ξενάγησαν στον ανακαινισμένο χώρο.

Ο ένας τομέας έχει να κάνει με την ιστορία των μοτοσυκλετών παραγωγής παραθέτοντας τα κοινωνικά και πολιτιστικά στοιχεία της εποχής που δημιουργήθηκαν. Ο δεύτερος τομέας αφορά τις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες και την αγωνιστική παράδοση της εταιρείας, όπου τα εκθέματα συνοδεύονται από τα αμέτρητα τρόπαια που έχουν κερδίσει σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ ο τρίτος τομέας είναι αφιερωμένος στους ίδιους τους αναβάτες της Ducati, τους "ήρωες της Ducati", όπως τους αποκαλούν οι άνθρωποι της εταιρείας.

Συνολικά εκτίθενται 46 μοτοσυκλέτες, εκ των οποίων οι 19 είναι μοτοσυκλέτες παραγωγής, ενώ για μερικές από αυτές είναι η πρώτη φορά που ποζάρουν ως εκθέματα.

Ετικέτες

Παναγιώτης Ντεντάκης: Οδηγεί στην θάλασσα με προορισμό το Guinness

Ο καλύτερος του είδους του σε όλο τον κόσμο
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

27/4/2021

Ο Ντεντάκης έχει ένα πολύ ξεχωριστό χόμπι που το απέκτησε συνδυάζοντας δύο μεγάλες του αγάπες, το Motocross και την θάλασσα. Κανείς δεν πρέπει να τολμήσει να πει πως δεν συνδυάζονται αυτά τα δύο, αν πρώτα δεν δει κάποιο από τα video του στην υπέροχη παραλία Φαλάσαρνα. Θυμηθείτε επίσης πως για ένα τέτοιο εγχείρημα τεράστια έξοδα και μεγάλες παραγωγές έχουν γίνει με Motocross στο νερό από τον Robbie Maddison, μία από αυτές εδώ στην Ελλάδα και στην  Μύκονο συγκεκριμένα.

Πρόσφατα ο Ιταλός Luca Colombo προσπάθησε να καταρρίψει το ρεκόρ ταχύτητας που κατέχει ήδη ο Robbie Maddison αλλά στα ήρεμα νερά της κοσμοπολίτικης λίμνης Κόμο που συγκριτικά απέχει μέρα με νύκτα από τον κυματισμό της θάλασσας που επιχειρεί ο Παναγιώτης. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πως αυτό το εγχείρημα είναι κάτι πιο μεγάλο με το οποίο ασχολείται κι άλλος κόσμος στηριζόμενος σε ακριβές παραγωγές. Κι όμως κανείς από αυτούς δεν πλησιάζει τον Παναγιώτη Ντεντάκη σε απόσταση και διάρκεια παραμονής στο νερό, για αυτό και καλά κάνει να ετοιμάζεται να πιστοποιήσει το επίτευγμά του καλώντας επίσημα την επιτροπή του ρεκόρ Guinness!

Δείτε το video με την απόσταση-ρεκόρ:
 

Υπάρχουν αρκετές δυσκολίες στην πιστοποίηση ενός τέτοιου ρεκόρ και ταυτόχρονα πολλά έξοδα. Όλα αυτά βέβαια είναι το κερασάκι μίας μεγάλης τούρτας καθώς το σημαντικότερο είναι να μπορείς να πραγματοποιήσεις το ρεκόρ! Το όνομα του Παναγιώτη Ντεντάκη άρχισε να ακούγεται προς τα έξω για το συγκεκριμένο εγχείρημα από το 2016 και μετά, όταν κι άρχισε να δημοσιεύει video οδηγώντας στο νερό. Η πορεία του όμως είναι πολύ μεγαλύτερη και μακρά.

Όπως μας εξιστόρησε ο ίδιος, ξεκίνησε μόνος του κατασκευάζοντας πέδιλα και κάνοντας τα πρώτα βήματα στο νερό χωρίς ποτέ να βουλιάξει την μοτοσυκλέτα! Το πρόβλημα ή καλύτερα το βασικό χαρακτηριστικό που χτίζει έναν σωστό recordman είναι πως ο Παναγιώτης ήθελε να πάει τα πράγματα πολλά σκαλιά πιο πάνω. Για αυτό και ξεκίνησε τις βελτιώσεις και άρχισε να πειραματίζεται με μεγαλύτερες αποστάσεις. Τότε ήταν που άρχισαν και τα πρώτα βουλιάγματα, μετατρέποντας το CRF σε υποβρύχιο, μέχρι τότε δεν είχε ακόμη τέτοια εμπειρία κι ας είχε γράψει πολλά χιλιόμετρα πάνω στο κύμα!

Μπορεί το CRF450 να μην είναι μπλε αλλά ο Ντεντάκης δεν πήγαινε στα ρηχά κι έτσι υπήρξαν πολλές φορές που το έχασε. Μία από αυτές έφτασε να ψάχνει την μοτοσυκλέτα επί μία εβδομάδα με την συνδρομή δυτών! Κάθε φορά που το CRF450 βαφτίζεται στο νερό, είτε είναι για μερικά λεπτά, είτε πολύ χειρότερα για μία ολόκληρη εβδομάδα βαθιά στον πυθμένα, η διαδικασία για να επιστρέψει σε λειτουργική κατάσταση είναι τεράστια. Στο μεταξύ, όπως μας εξηγεί ο Παναγιώτης, μόνο ήπια δεν είναι τα πράγματα για την καταπόνηση του κινητήρα ο οποίος παραμένει χωρίς μετατροπές. Τεράστιες είναι οι αλλαγές στην υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, προφανώς, αλλά ο κινητήρας παραμένει χωρίς μετατροπές. Στην πίστα ή σε αγώνα Motocross η ίδια μοτοσυκλέτα έβγαζε τουλάχιστον μία ώρα αυτονομίας, τώρα όμως στα περίπου 21 χιλιόμετρα αναγκάστηκε να βγει από το νερό πριν μείνει από βενζίνη.

Αυτό είναι και άλλη μία απόδειξη για την τεράστια καταπόνηση που δέχεται και το σώμα του αναβάτη, με τον Παναγιώτη να το περιγράφει ως πολλαπλάσια πιο κουραστικό από αγώνα Motocross. Το οποίο βέβαια και είναι λογικό από την στιγμή που μπαίνει στο νερό με ένα μέσο που δεν είναι πλωτό και στηρίζεται στους νόμους της Φυσικής για να παραμείνει στην επιφάνεια. Αναβάτες jet ski που τον ακολουθούν σε αυτό που κάνει εκφράζουν την κούρασή τους για την πολύωρη πορεία σε μεγάλη ταχύτητα. Βέβαια με το jet ski μπορεί κανείς να κόψει αποφορτίζοντας τα χέρια και το σώμα του αναβάτη, ο Παναγιώτης όμως δεν γίνεται να κόψει ταχύτητα γιατί θα βουλιάξει, είναι αναγκασμένος να συνεχίζει αν θέλει να μείνει στην επιφάνεια με την ελάχιστη ταχύτητα που πρέπει να πηγαίνει, να εξακολουθεί να είναι αρκετά υψηλή. Κι ο ποιο μικρός κυματισμός της θάλασσας επιφέρει συνεχή καταπόνηση και στο τέλος αντιλαμβάνεται κανείς γιατί είναι ένα εγχείρημα άξιο θαυμασμού και που ελάχιστοι μπορούν να κάνουν.

Αυτή την στιγμή ο Παναγιώτης εργάζεται προς αύξηση της αυτονομίας της μοτοσυκλέτας και είναι ήδη σε συνεννόηση με τους ανθρώπους που καταγράφουν το ρεκόρ Guinness. Ως γνήσιος Κρητικός ο Ντεντάκης είναι τοπικιστής με την καλή όμως έννοια και θα ήθελε το ρεκόρ να γίνει στον τόπο του. Η θάλασσα όμως είναι απρόβλεπτη σε μεγαλύτερο βαθμό από αυτό που απαιτούν διαδικασίες που κλείνονται με αυστηρά ραντεβού, κι ακόμη και με σύμμαχο τον καλύτερο καιρό, μπορεί και πάλι να υπάρξει εκείνη την ημέρα κυματισμός  που θα ακυρώσει ολότελα το εγχείρημα.

Μία εναλλακτική λύση που έχει ήδη συζητηθεί από τον Ντεντάκη, είναι να μεταφερθεί στην μεγάλη τεχνητή λίμνη Πολυφύτου στα Σέρβια Κοζάνης. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες της Ελλάδας σε εμβαδό επιφάνειας αλλά ταυτόχρονα έχει και τεράστιο μήκος, περίπου 31 χιλιόμετρα. Εκεί το CRF450 θα μπορέσει ανενόχλητο να καλύψει την μεγάλη απόσταση που θέλει ο Ντεντάκης για να καθιερώσει ένα ρεκόρ που θα μείνει για πολλά χρόνια δικό του. Στην πράξη υπάρχουν πολλές πιθανότητες να μην σπάσει ποτέ, διότι κανείς μέχρι τώρα δεν έχει επιχειρήσει να μείνει για τόσο στο νερό. Ο Luca Colombo δεν φτάνει ούτε τα μισά χιλιόμετρα απόστασης και ο Robbie Maddison δεν έχει στόχο το απόλυτο ρεκόρ σε πορεία αλλά το θέαμα.

Τον Ιανουάριο του 2019 ανέφερα προσωπικά το όνομα του Παναγιώτη Ντεντάκη στον Robbie Maddison όταν προσκεκλημένοι της Red Bull τον υποδεχτήκαμε στην Αθήνα για να μας ενημερώσει για ένα εγχείρημα που ετοιμάζει στην Ελλάδα. Αυτό όπως αποδείχτηκε αργότερα ήταν ένα video μίας καταδίωξης με τον Aaron Colton γυρισμένο στην Μύκονο και με τον Robbie να φεύγει οδηγώντας στο νερό, σε μία μικρή αναπαραγωγή του Pipe Dream. Θυμίζω πως το Pipe Dream είναι η σειρά video που έκανε ο Robbie Maddison παρέα με την DC Shoes σερφάροντας κυριολεκτικά με την μοτοσυκλέτα του. Κι ενώ ο Ντεντάκης δεν παλεύει με κύματα της Ταϊτής όπως ο παγκόσμιος Maddison, ταυτόχρονα δεν υποστηρίζεται από ομάδα κασκαντέρ και εξοπλισμό εκατομμυρίων, παραμένοντας στο νερό για χιλιόμετρα και όχι μέτρα. Στο Pipe Dream η μοτοσυκλέτα ξεκίνησε από ειδικά διαμορφωμένο πλοιάριο κι αφότου πάλεψε με τα κύματα και ολοκλήρωσε τις λήψεις, μετά ψαρεύτηκε. Στο άκουσμα πως ένας Έλληνας βγαίνει μόνος του στον κόλπο μιας ανοικτής θάλασσας πηγαίνοντας στα βαθιά, ο Robbie Maddison αρκέστηκε σε ένα μειδίαμα σαν να λέει «είναι τρελός» και πρόσθεσε μόνο: «καλή τύχη».
Πράγματι το εγχείρημα του Ντεντάκη είναι τρελό ακόμη και για τον Maddison, κι ας μην είναι παρά μόνο το χόμπι του πολυμήχανου Κρητικού.

Αναμένουμε την πορεία για το ρεκόρ Guinness και του ευχόμαστε κάθε επιτυχία!