Ζάντες: Το μυστικό που ξέρουν μόνο στους αγώνες

Πως επηρεάζουν τις πιέσεις των ελαστικών
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

29/11/2019

Χυτές, σφυρήλατες, μαγνησίου ή carbon, οι ζάντες των μοτοσυκλετών έχουν πάρα πολλές παραλλαγές στον τρόπο κατασκευής τους. Αντίστοιχα, κάθε ένας από αυτούς προσδίδει διαφορετικές ιδιότητες στις ζάντες, που με τη σειρά τους επηρεάζουν τη συμπεριφορά και συνολικά τις επιδόσεις της κάθε μοτοσυκλέτας. Οι περισσότεροι όταν μιλούν για “καλές” και “κακές” ζάντες επικεντρώνονται μόνο στο βάρος τους, αλλά σπάνια θα ακούσεις για το πώς επηρεάζουν τις πιέσεις των ελαστικών. Καθώς οι ζάντες αποτελούν μη αναρτώμενο βάρος, το φαινόμενο της αδράνειας κατά την απότομη αλλαγή κατεύθυνσης της κίνησής τους πάνω-κάτω, έχει τεράστιες επιπτώσεις στη λειτουργία των αναρτήσεων. Όσο πιο ελαφριά είναι η ζάντα, τόσο πιο άμεσα αντιδρά η ανάρτηση και φυσικά οι ρυθμίσεις που κάνουμε στις αναρτήσεις έχουν μεγαλύτερη ακρίβεια. Ταυτόχρονα οι ζάντες περιστρέφονται με μεγάλη ταχύτητα, κάτι που έχει τεράστιες επιπτώσεις στους τομείς της ευελιξίας και της σταθερότητας της μοτοσυκλέτας, λόγω δημιουργίας του γυροσκοπικού φαινομένου. Έτσι δύο ολόιδιες μοτοσυκλέτες που η μία έχει χυτές αλουμινένιες ζάντες και η άλλη έχει 500-800gr ελαφρύτερες σφυρήλατες, παρουσιάζουν ελάχιστη διαφορά στατικές πάνω στη ζυγαριά, αλλά τεράστια διαφορά όταν κινούνται – ιδιαίτερα με μεγάλες ταχύτητες. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα που είχαμε ζήσει εδώ στο ΜΟΤΟ ήταν το 1999 όταν δοκιμάζαμε την βασική έκδοση της Aprilia Mille και την έκδοση R. Στη ζυγαριά μας είχαν μόλις δύο κιλά διαφορά, όμως οδηγώντας στο δρόμο και στην πίστα των Σερρών, η R έμοιαζε 30 κιλά ελαφρύτερη!

Όλα τα παραπάνω τα γνωρίζουν οι περισσότεροι αναγνώστες μας και φυσικά όσοι πληρώνουν αρκετά χιλιάρικα για να βάλουν σφυρήλατες ζάντες αλουμινίου ή μαγνησίου ή carbon στις μοτοσυκλέτες τους. Εκείνο που ελάχιστοι γνωρίζουν, είναι πως το υλικό και ο τρόπους που συσσωρεύει και εκπέμπει την θερμότητα η κάθε ζάντα, παίζει εξίσου τεράστιο ρόλο στην απόδοση των ελαστικών. Μιλάμε ξεκάθαρα για οδήγηση σε πίστα και κυρίως για αγωνιστική οδήγηση και όχι για οδήγηση στο δρόμο, που έτσι κι αλλιώς έχουμε υψηλές πιέσεις και δεν αναπτύσσονται σχεδόν ποτέ υπερβολικές θερμοκρασίες στα ελαστικά. Όπως όλοι γνωρίζουμε, ο όγκος του αέρα μεταβάλλεται με την θερμοκρασία. Αυτό σημαίνει πως η πίεση των ελαστικών μεταβάλλεται όσο ζεσταίνονται τα ελαστικά (και η ζάντα). Είτε χρησιμοποιείς κουβέρτες και μπαίνεις στην πίστα με ζεστά ελαστικά (άρα και ζάντα), είτε όχι, η πίεση των ελαστικών σε κάθε γύρο που κάνεις παρουσιάζει διαφοροποιήσεις.

Το ιδανικό σενάριο για το μέγιστο κράτημα των ελαστικών θα ήταν να έχεις σταθερή πίεση και σταθερή θερμοκρασία λειτουργίας από τον πρώτο έως τον τελευταίο γύρο. Στην πραγματικότητα όμως, ο ρυθμός που οδηγάς και ο αριθμός των συνεχόμενων γύρων που κάνεις, μεταβάλει την θερμοκρασία του ελαστικού, που μεταφέρεται στη ζάντα και έτσι μεταβάλλεται η θερμοκρασία του αέρα, ο οποίος μεταβάλει τον όγκο του, άρα την πίεση! Και κάπως έτσι στους τελευταίους γύρους, η συσσώρευση θερμοκρασίας δημιουργεί συνθήκες υπερθέρμανσης και τα ελαστικά χάνουν την μέγιστη δυνατή απόδοσή τους. Οπότε σε έναν αγώνα διάρκειας 25-30 λεπτών, θα πρέπει να αποφασίσεις με τί πιέσεις θα ξεκινήσεις, ώστε (ανάλογα με τον τύπο του ελαστικού, τον ρυθμό οδήγησης και την θερμοκρασία περιβάλλοντος/ασφάλτου) να αποφύγεις την υπερθέρμανση στους τελευταίους γύρους. Το αλουμίνιο ως μέταλλο απορροφά και εκπέμπει ταχύτερα την θερμότητα από και προς το ελαστικό και γι΄αυτό είναι ιδανικό για αγώνες που γίνονται σε βροχή ή με θερμοκρασίες περιβάλλοντος κάτω από του 20⁰C. Οι ζάντες μαγνησίου (ανάλογα το κράμα) και κυρίως οι ζάντες carbon, είναι καλύτερες όταν έχει ζέστη, διότι δεν συσσωρεύουν τόσο πολύ την θερμοκρασία που έρχεται από τα ελαστικά, διατηρώντας για μεγαλύτερο διάστημα σταθερές τις πιέσεις και με αυτόν τον τρόπο διατηρούν για περισσότερους γύρους το μέγιστο κράτημα των ελαστικών.  

       

Γιατί έχει ξηρό συμπλέκτη η νέα Ducati Panigale V4R

… και γιατί δεν έχουν πλέον οι υπόλοιπες Ducati
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

5/12/2018

Η Ducati επαναφέρει τον ξηρό μονόδρομο συμπλέκτη στην Panigale V4R, που πριν μερικά χρόνια ήταν το ηχητικό σήμα κατατεθέν των μοτοσυκλετών της εταιρείας. Οι Ducatisti λάτρευαν τόσο πολύ τον χαρακτηριστικό ήχο του ξηρού συμπλέκτη, που πλήρωναν επιπλέον χρήματα για να αγοράζουν ανοιχτά καπάκια, ώστε το “Χράκα-Χράκα-Χράκα” να ακούγεται ακόμα πιο δυνατά και να βλέπουν την περιστροφή της καμπάνας. Φυσικά αυτός ο άγριος μηχανικός ήχος δεν αρέσει σε όλους και κυρίως δεν αρέσει στις προδιαγραφές θορύβου της Ε.Ε. Έτσι σιγά-σιγά η Ducati άρχισε να αντικαθιστά τους ξηρούς συμπλέκτες με συμβατικούς ή για να είμαστε πιο ακριβείς, με υποβοηθούμενους συμπλέκτες APTC.

Γιατί όμως τώρα επαναφέρει την λύση του ξηρού συμπλέκτη στην κορυφαία έκδοση R της Panigale V4, ενώ δεν την υιοθετεί στις υπόλοιπες εκδόσεις;

Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να καταλάβουμε ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα σε αυτούς τους δύο τύπους συμπλεκτών και ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της κάθε μίας τους.

Οι ξηροί συμπλέκτες δεν έρχονται σε επαφή με το λάδι του κινητήρα και ως εκ τούτου δεν βρομίζουν το λάδι με κατάλοιπα από την τριβή των δίσκων. Καθώς δεν περιστρέφονται μέσα σε λάδι, έχουν μικρότερες απώλειες δύναμης (άρα ο κινητήρας ανεβάζει πιο εύκολα στροφές και αυξάνεται η ιπποδύναμή του).

Το γεγονός ότι δεν κολυμπάει μέσα στο ζεστό λάδι του κινητήρα και ότι βρίσκεται εκτεθειμένος στον κρύο αέρα, του επιτρέπει να διατηρεί την μέγιστη απόδοσή του για περισσότερη ώρα, κάτι σημαντικό στους αγώνες.   

Επίσης, η τοποθέτησή του “εξωτερικά” των κάρτερ, κάνει πολύ εύκολη την αντικατάσταση των δίσκων και των ελατηρίων για τους μηχανικούς στα πιτς, χωρίς να χρειάζεται να αλλάζουν φλάτζες στεγανοποίησης και να έχουν όλη την φασαρία με τα λάδια του κινητήρα.

Για τον αναβάτη, οι ξηροί μονόδρομοι συμπλέκτες προσφέρουν καλύτερη αίσθηση στα “άγρια” κατεβάσματα και επιπλέον μπορεί να ρυθμιστεί το ποσοστό που φρενάρει ο κινητήρας στο κλείσιμο του γκαζιού, τον πίσω τροχό.   

Η Ducati βάζει στα θετικά και τον ήχο, αλλά όπως είπαμε δεν είναι όλοι οπαδοί των μηχανικών ήχων και κυρίως δεν περνάς εύκολα προδιαγραφές.

Αυτοί είναι και οι δύο βασικοί λόγοι που οι ξηροί μονόδρομοι συμπλέκτες εξαφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια από τις μοτοσυκλέτες δρόμου και χρησιμοποιούνται μόνο από τις αγωνιστικές. Υπάρχει και ένας τρίτος, που αφορά κυρίως τον άμεσο τρόπο σύμπλεξης.

Για απότομες εκκινήσεις με τέρμα γκάζι (όπως μια εκκίνηση σε αγώνα), οι ξηροί συμπλέκτες είναι μια χαρά. Όμως για καθημερινή χρήση μέσα στην κίνηση της πόλης, δεν έχουν την προοδευτικότητα σύμπλεξης που έχουν οι συμβατικοί συμπλέκτες και η συμπεριφορά τους στην αργή οδήγηση δεν είναι τόσο γλυκιά.

Οπότε η χρήση συμβατικού συμπλέκτη στις υπόλοιπες εκδόσεις της Panigale V4 είναι λογική, όπως λογική είναι και η χρήση ξηρού συμπλέκτη στην έκδοση R, όπου μοναδικός σκοπός ύπαρξής της είναι οι αγώνες του Παγκόσμπιου Πρωταθλήματος SBK.

Στο video που ακολουθεί, μπορείτε να απολαύσετε έναν γύρο πάνω στη σέλα της Panigale V4R, από την πίστα της Jerez. Εκεί έγινε και η δημοσιογραφική παρουσίαση της μοτοσυκλέτας, όπου ήταν παρόν ο συνεργάτης μας Alan Cathcart και θα έχουμε τις εντυπώσεις του από την οδήγηση της καθαρόαιμης ιταλικής V4 σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ:

 

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες από την παρουσίαση της Panigale V4R:

 


 

Διαβάστε στο επόμενο τεύχος πλήρη οδηγική εμπειρία - αποκλειστικά

 

 

Ετικέτες