Kawasaki Z900RS - Στα χνάρια του θρύλου: Τεχνική ανάλυση!

Όλα όσα θέλετε να μάθετε για το νέο Z900RS!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

27/10/2017

Το νέο Z900RS δεν είναι απλώς ένα Ζ900 με ρετρό κουστούμι. Ούτε όμως ακολουθεί την παλιά  λογική σχεδιασμού των αερόψυκτων Zephyr 750/1100, που έβαζε σε δεύτερη μοίρα την τεχνολογία και τις επιδόσεις. Για τον σχεδιασμό της νέας Z900RS, η Kawasaki επιστράτεψε όλη την τεχνολογική γνώση της, τόσο σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό και την απόδοση των μηχανικών μερών, αλλά και σε ό,τι αφορά την ποιότητα κατασκευής.

Διαβάζοντας το press kit που αφορά την νέα Z900RS, πρέπει να μολογήσουμε πως μας δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι οι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με τον σχεδιασμό της, έδωσαν απίστευτη προσοχή στις λεπτομέρειες, αλλά κυρίως το έκαναν με βαθύ σεβασμό στην ιστορία των Ζ900 και της Kawasaki. Οι φράσεις "ποιότητα κατασκευής", "ποιότητα υλικών" και "ποιότητα Φινιρίσματος", υπάρχουν σε κάθε πρόταση που έχει γραφτεί για την Z900RS. Βέβαια αρκεί να διαβάσεις σε πόσους τομείς και πόσες διαφορές έχει από το Ζ900 στο οποίο (υποτίθεται) ότι βασίζεται για να καταλάβεις πόσο μεγάλη προσοχή έδωσαν.

Κι αυτό ακριβώς θα κάνουμε εμείς εδώ τώρα!

Επειδή η λίστα είναι τεράστια, θα χωρίσουμε σε ενότητες κάθε τμήμα της μοτοσυκλέτας για να μην χαθούμε μέσα στο λαβύρινθο των αλλαγών.

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Όπως ξέρουμε ήδη, ως βάση έχουμε τον κινητήρα του νέου streetfighter Z900 με τα 948 κυβικά. Όμως η Kawasaki λέει ξεκάθαρα ότι ο βασικός της στόχος ήταν η απόλαυση στην ήρεμη και σβέλτη οδήγηση και όχι στις απόλυτες επιδόσεις στην ευθεία ή μέσα σε μια πίστα. Μάλιστα σε κάποιο σημείο λέει ότι δεν ήθελαν το Z900RS να είναι “too quick”. Επειδή αυτή η φράση μπορεί να δημιουργήσει παρεξηγήσεις, να συμπληρώσουμε ότι η Kawasaki τονίζει πως έως τις 7.000 στροφές ο κινητήρας του RS έχει πιο δυνατό “τράβηγμα” από του Z900. Οπότε είναι καλύτερα να δούμε μία-μία τις αλλαγές που έκαναν, για να κατανοήσουμε ότι αυτό που εννοούν δεν έχει καμιά σχέση με μια αργή μοτοσυκλέτα, αλλά με μια μοτοσυκλέτα που έχει συνολικά πιο φιλικό χαρακτήρα από το streetfighter Z900.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο νέος στρόφαλος που είναι 12% βαρύτερος. Όπως γνωρίζουμε από την εμπειρία μας, όσο πιο βαρύς είναι ένας στρόφαλος, τόσο μειώνεται η ταχύτητα ανόδου των στροφών του κινητήρα. Ταυτόχρονα όμως, οι κινητήρες με βαρύ στρόφαλο δίνουν στον αναβάτη την αίσθηση ότι η μοτοσυκλέτα τους έχει περισσότερα κυβικά και η λειτουργία τους έχει λιγότερους κραδασμούς υψηλής συχνότητας. Γενικά οι κινητήρες με βαρύ στρόφαλο έχουν πιο ποιοτική και πολιτισμένη λειτουργία από εκείνους που έχουν ελαφρύ στρόφαλο και η απόδοση της δύναμης είναι πιο γραμμική και ομοιογενής.

Μαζί με τον νέο στρόφαλο, έχουμε νέους, πιο ήπιου χρονισμού, εκκεντροφόρους (εισαγωγής 248⁰ και εξαγωγής 244⁰), ενώ ο λόγος συμπίεσης είναι πλέον 10,8:1 από 11,8;1 του Ζ900. Μικρότερη συμπίεση συνήθως σημαίνει και λιγότερο φρένο κινητήρα στο κλείσιμο του γκαζιού, όπου μαζί με την στροφορμή του βαρύτερου στρόφαλου πιστεύουμε ότι θα έχει δώσει στον κινητήρα του Z900RS πιο γλυκιά συμπεριφορά όταν οδηγείς μέσα στην πόλη ή στον επαρχιακό δρόμο, που ανοιγοκλείνεις συνεχώς το γκάζι και ανεβοκατεβάζεις ταχύτητες. Εδώ να συμπληρώσουμε ότι η πρώτη σχέση στο εξατάχυτο κιβώτιο είναι κοντύτερη (35/12 από 35/13).

Ο ψεκασμός με τους αυλούς των 36mm έχει δύο πεταλούδες σε κάθε έναν, με την κάτω πεταλούδα να ελέγχεται από την ECU, ρυθμίζοντας το μείγμα ανεξάρτητα από την κίνηση του χεριού του αναβάτη στο γκάζι, με στόχο την ιδανική τροφοδοσία του κινητήρα.

Ενδιαφέρον έχει και η προσοχή που έδωσαν στο ζύγισμα του δευτερεύοντος αντικραδασμικού άξονα, όπου ναι μεν περιορίζει τους κραδασμούς του κινητήρα, αλλά έχουν επίτηδες αφήσει κάποιους από αυτούς να δραπετεύουν προς το σώμα του αναβάτη για να του δώσουν την αίσθηση ότι οδηγά μια μεγάλου κυβισμού μοτοσυκλέτα.

Φυσικά ο μονόδρομος συμπλέκτης με την υποβοήθηση του Z900, παραμένει και στο RS.

Καθώς η εξωτερική εμφάνιση του κινητήρα είναι σημαντικότατο στοιχείο για μια γυμνή μοτοσυκλέτα και ειδικά για μια ρετρό, η Kawasaki έχει αλλάξει τις διαδρομές ολόκληρης της καλωδίωσης και όσων σωληνώσεων μπορούσε. Μαζί με την προσθήκη ψυκτρών στο μπλοκ των κυλίνδρων και την σχεδίαση στα καπάκια των κάρτερ που είναι εμπνευσμένη από το θρυλικό Ζ1, έχει επιτευχθεί σε μεγάλο βαθμό η οπτική ενός κλασικού αερόψυκτου. Σημαντική λεπτομέρεια για τους καστομάδες είναι ότι η χύτευση των αλουμινένιων καπακιών είναι τέτοια, ώστε αναλόγως με τον τρόπο που θα επιλέξεις να τα βουρτσίσεις θα έχεις και διαφορετικό τελικό φινίρισμα!    

Για το νέο φιλτροκούτι θα έπρεπε να αναφερθούμε πιο πάνω που μιλούσαμε για την τροφοδοσία, όμως στην πραγματικότητα έχει πιο στενούς δεσμούς με την εξάτμιση. Γιατί; Μα γιατί και η εισπνοή του φρέσκου αέρα και η εκπνοή των καυσαερίων, γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε οι ήχοι που παράγει να είναι… μουσική για τα αυτιά του αναβάτη, με ιδιαίτερη έμφαση στις χαμηλές και μεσαίες στροφές του κινητήρα.

Στο Z900 RS η ανοξείδωτη εξάτμιση έχει σωλήνες μικρότερης εσωτερικής διατομής (28,6 αντί 32) με διπλά τοιχώματα για να μην κιτρινίζει από την θερμότητα των καυσαερίων όσο περνάνε τα χρόνια και έχουν αφαιρεθεί οι ενώσεις ανάμεσα στους σωλήνες 1-2 και 3-4 που υπάρχουν στο Ζ900. Για το (ελαφρώς σατινέ) χρώμιο που την καλύπτει, έχει ακολουθηθεί μια διαδικασία τριών σταδίων που εξασφαλίζει βάθος, στιλπνότητα και αντοχή στο χρόνο. Για την χροιά του ήχου που παράγει αυτή η εξάτμιση, η Kawasaki έχει αφιερώσει χιλιάδες ώρες δοκιμών. Σχεδίασαν, κατασκεύασαν και δοκίμασαν είκοσι διαφορετικές εξατμίσεις πριν καταλήξουν σε αυτή. Όσο λιτός και κλασσικός είναι ο εξωτερικός της σχεδιασμός, άλλο τόσο περίπλοκος και τεχνολογικά προηγμένος είναι ο εσωτερικός. Διαθέτει εσωτερική βαλβίδα ροής των καυσαερίων, τα οποία στις χαμηλές στροφές ακολουθούν μια πιο ελεύθερη οδό εξόδου. Το πάχος των μετάλλων, ακόμα και οι κυψέλες του καταλύτη έχουν επιλεχθεί με βασικό κριτήριο τον ήχο!    

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Μην ορκιστείς ότι τουλάχιστον το πλαίσιο είναι ολόιδιο με του Ζ900, διότι θα πέσεις έξω. Ακόμα κι εδώ οι σχεδιαστές έβαλαν το χεράκι τους για να ρυθμίσουν τη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας και να την κάνουν καλύτερη σε συνθήκες βόλτας και σβέλτης οδήγησης.

Πριν όμως από το καθαρά τεχνικό κομμάτι, έπρεπε πρώτα να ικανοποιήσουν την αισθητική πλευρά. Το χαρακτηριστικό ρεζερβουάρ-δάκρυ που δείχνει να έρχεται κατευθείαν από το Ζ1, δεν έμπαινε στο πλαίσιο το Ζ900. Οπότε ο επανασχεδιασμός ολόκληρου του εμπρός τμήματος του πλαισίου ήταν απαραίτητος. Μαζί άλλαξαν και τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά. Η κατανομή του βάρους είναι λιγότερο εμπροστόβαρη από του Ζ900, για πιο ελαφρύ τιμόνι στις χαμηλές ταχύτητες και για τον ίδιο λόγο το ίχνος έχει μειωθεί (μέσω της αύξησης του offset της πάνω πλάκας στα 34mm από 28mm).

Το υποπλαίσιο είναι φυσικά ολοκαίνουριο, αφού το RS έχει μια κανονικότατη επίπεδη σέλα για δύο άτομα και όχι δύο ξεχωριστές με μεγάλη υψομετρική διαφορά όπως του Z900.

Οι αναρτήσεις του Z900RS, κάθε άλλο παρά ρετρό είναι. Αντιθέτως μπορούμε να πούμε ότι είναι αναβαθμισμένες σε σύγκριση με του Ζ900.

Το upside down πιρούνι των 41mm είναι πλήρως ρυθμιζόμενο σε απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς και έχει πάνω του monoblock ακτινικές δαγκάνες και ακτινική τρόμπα, αντί για τις συμβατικές του Ζ900. Οι δίσκοι εμπρός είναι 300mm, ο πίσω 250 και το ABS είναι της Nissin.

Το πίσω αμορτισέρ είναι επίσης ρυθμιζόμενο, παραμένει οριζόντια τοποθετημένο και έχει προοδευτικό μοχλικό.

Οι αλουμινένιες ζάντες έχουν σύγχρονες διαστάσεις, αλλά είναι ειδικά σχεδιασμένες για να ταιριάζουν με την neoretro αισθητική, όπως και τα ελαστικά GPR-300 της Dunlop.

 

ΕΡΓΟΝΟΜΙΑ-ΘΕΣΗ ΟΔΗΓΗΣΗΣ

Κανείς δεν είχε παράπονο από την άνεση της θέσης οδήγησης του Ζ900, όμως για το RS η Kawasaki ήθελε να προσφέρει ακόμα πιο χαλαρή ατμόσφαιρα στον αναβάτη. Η πάνω πλάκα του πιρουνιού είναι 40mm πιο ψηλά, αυξάνοντας το ύψος του τιμονιού χωρίς αυτό να χρειαστεί να έχει σχήμα που να θυμίζει cruiser. Έτσι μπόρεσαν να βάλουν έναν όμορφο ίσιο και φαρδύ τιμόνι, που επιτρέπει στον αναβάτη να το χειρίζεται καταβάλοντας λιγότερη δύναμη στα χέρια. Το ύψος της βασικής σέλας είναι στα 835mm, αλλά υπάρχει στα αξεσουάρ και χαμηλότερη σέλα στα 800mm. Το κάλυμμά τους αποτελείται από δύο διαφορετικά υλικά και έχει λευκή ραφή. Φυσικά η πιο όρθια θέση του πάνω μέρους του σώματος επέβαλε και την αλλαγή της θέσης των μαρσπιέ, που τώρα είναι 20mm πιο χαμηλά και 20mm πιο μπροστά.   

 

ΑΣΦΑΛΕΙΑ-ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Πέρα από το ABS, το Z900RS είναι εξοπλισμένο και με σύστημα traction control. Ρυθμίζεται σε δύο θέσεις, όμως όσοι έχουν εντρυφήσει στα συστήματα αυτά, γνωρίζουν ότι τα traction control της Kawasaki έχουν κάποιες διαφορές στον τρόπο που επεμβαίνουν. Για να μην ξαναγράφουμε από την αρχή ολόκληρη τεχνική ανάλυση, κρατήστε απλώς αυτό: Κάθε μία ρύθμιση ευαισθησίας του traction control της Kawasaki έχει το ίδιο φάσμα με δύο ή τρεις ρυθμίσεις των άλλων κατασκευαστών. Δηλαδή μεταβάλει μόνο του την ευαισθησία του αναλόγως τον τρόπο που οδηγείς. Στη θέση 1 η επέμβασή του είναι λιγότερο παρεμβατική και στη θέση 2 γίνεται πιο συχνή και έντονη. Έχεις τη δυνατότητα να το απενεργοποιήσεις αλλά ενεργοποιείται ξανά αν σβήσεις τον κινητήρα από το κλειδί.

Σε μια γυμνή μοτοσυκλέτα και ειδικά σε μια neoretro, η απλότητα και ο νοσταλγικός σχεδιασμός έχουν τον πρώτο λόγο, αλλά όπως είδαμε από το Z900RS δεν λείπουν οι σύγχρονες τεχνολογικές πινελιές. Τέτοιες πινελιές συναντάμε στα full LED φώτα εμπρός – πίσω και στην LCD οθόνη ανάμεσα στο αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο.

Ο αναβάτης μπορεί να εμπλουτίσει ακόμα περισσότερο τον εξοπλισμό, μέσα από την γκάμα αξεσουάρ που ήδη έχει σχεδιάσει η Kawasaki ειδικά για να ταιριάζουν με τη φιλοσοφία του Z900RS. Πέρα λοιπόν από τη χαμηλότερη σέλα, υπάρχει χειρολαβή για τον συνεπιβάτη, διάφορες διακοσμητικές βίδες και τάπες, θερμαινόμενα γκριπ, κλασσικά λογότυπα για το ρεζερβουάρ κ.τ.λ.

 

  ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ          
Αντιπρόσωπος:
ΤΕΟΜΟΤΟ ΑΕ
Τιμή:
Αναμένεται
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2100
Ύψος (mm):
1150
Μεταξόνιο (mm):
1470
Απόσταση από το έδαφος (mm):
130
Ύψος σέλας (mm):
835/800
Ίχνος (mm):
98
Γωνία κάστερ (˚):
25
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο
Πλάτος (mm):
865
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
-/215
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετρακύλινδρος σε σειρά με 4 Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
73,4 Χ 56
Χωρητικότητα (cc):
948
Σχέση συμπίεσης:
10,8:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
111/8500
Ροπή (kg.m/rpm):
10/6500
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
117
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός 36 Χ 4
Σύστημα εξαγωγής:
4 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Μονόδρομος με υποβοήθηση
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
1,627
Τελική μετάδοση / σχέση:
2,800
 
Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm
1η
2,917
2α
2,059
3η
1,650
4η
1,409
5η
1,222
6η
0,967
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
 
Διαδρομή (mm):
140
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
5Χ17
Ελαστικό:
180/55-17
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 250mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, trip master, full LED φώτα εμπρός και πίσω, ρυθμιζόμενο traction control, ABS
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Upside down τηελσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
120/41
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,5Χ17
Ελαστικό:
120/70-17
ΦΡΕΝΟ
 
 
 
 
 

Δείτε πλήρες φωτογραφικό υλικό της νέας Kawasaki Z900RS:

Ετικέτες

Πως η Ducati βελτίωσε τα ιαπωνικά πλαίσια

Κατανοώντας την ελεγχόμενη παραμόρφωση
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

20/7/2022

Επί ολόκληρες δεκαετίες το ζητούμενο των ιαπωνικών εργοστασίων μοτοσυκλετών ήταν η ακαμψία του πλαισίου. Χρησιμοποιώντας αποκλειστικά κινητήρες με έναν, δύο, τρεις ή τέσσερεις κυλίνδρους εν σειρά, τα ιαπωνικά εργοστάσια σχεδίαζαν για τις μοτοσυκλέτες παραγωγής ατσάλινα περιμετρικά πλαίσια από σωλήνες στρογγυλής διατομής, όπου το κάτω τμήμα τους ήταν αφαιρούμενο για εύκολη και γρήγορη τοποθέτηση του κινητήρα στις γραμμές παραγωγής.

Σε αυτή την “αδύναμη” αρχιτεκτονική του πλαισίου προς όφελος της ταχύτερης και φτηνότερης παραγωγής, έρχεται να προστεθεί και η “χαλαρή” σύνδεση του κινητήρα με το πλαίσιο λόγω του σχεδιασμού των κάρτερ, τα οποία ήταν οριζόντια χωρισμένα (λεπτομέρειες θα βρεις ΕΔΩ) και οποιαδήποτε ισχυρή σύνδεσή τους με το πλαίσιο θα προκαλούσε την καταστροφική καταπόνησή τους και πιθανότατα την καταστροφή του κινητήρα. Επιπρόσθετα, οι ιαπωνικοί δικύλινδροι εν σειρά και τετρακύλινδροι εν σειρά, έπασχαν από κραδασμούς δεύτερης τάξης λόγω χρονισμού του στροφάλου τους, κάνοντας συχνή τη χρήση ελαστικών βάσεων σύνδεσης του κινητήρα με το πλαίσιο.

Την ίδια εποχή, η Ducati και η Moto Guzzi μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα στενά και ισχυρά κάρτερ των V2 κινητήρων τους ως ενεργό δομικό στοιχείο των πλαισίων τους, τα οποία μάλιστα ήταν κατασκευασμένα από χρωμιομολυβδενιούχο ατσάλι, το οποίο έχει εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά από το κράμα μετάλλου που χρησιμοποιούσαν τα ιαπωνικά εργοστάσια. Μάλιστα οι Ιταλοί είχαν τεράστια πρακτική εμπειρία και εκατοντάδες εξειδικευμένους τεχνίτες που γνώριζαν κάθε μυστικό για την κατασκευή σωληνωτών πλαισίων από χρωμιομολιβδενιούχο ατσάλι, καθώς αυτή την τεχνική που ονόμαζαν Superleggera” (υπερελαφριά) χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή πλαισίων αγωνιστικών αυτοκινήτων επί δεκαετίες. Ακόμα και οι τετρακύλινδρες εν σειρά μοτοσυκλέτες των Ιταλών (Gilera, MV Agusta, Benelli) είχαν πολύ πιο ισχυρά πλαίσια από τις ιαπωνικές μοτοσυκλέτες, διότι ο σχεδιασμός των πλαισίων τους ακολουθούσε κατά γράμμα τη σχεδίαση των αγωνιστικών μοτοσυκλετών τους, αδιαφορώντας για την εύκολη και γρήγορη τοποθέτηση του κινητήρα στις γραμμές παραγωγής και σπανίως είχαν αφαιρούμενα τμήματα. Επίσης οι Ιταλοί αδιαφορούσαν για κάποιες λεπτομέρειες στο σχεδιασμό των πλαισίων τους, όπως ας πούμε η απευθείας σύνδεση του πλαϊνού σταντ πάνω στα κάρτερ του κινητήρα, που είχε ως αποτέλεσμα το βάρος της μοτοσυκλέτας να “ανοίγει” τα ζεστά-μαλακά κάρτερ μετά από κάθε βόλτα και να προκαλεί διαρροές λαδιού…

Οι Ιταλοί σχεδίαζαν και κατασκεύαζαν πλαίσια έχοντας στο μυαλό τους μόνο την συμπεριφορά της μοτοσυκλέτα στη γρήγορη (αγωνιστική) οδήγηση, ενώ οι Ιάπωνες είχαν στο μυαλό τους τη διαδικασία παραγωγής και την πρακτικότητα.

 

Έως τα μέσα της δεκαετίας του ’70, τα ελαστικά των μοτοσυκλετών ήταν στενά και οι πίστες είχαν πολλές ευθείες και λίγες ανοιχτές στροφές. Η ανάγκη να πλαγιάζουν οι μοτοσυκλέτες ήταν μικρή, οπότε η μοναδική δουλειά που είχε να κάνει το πλαίσιο μιας μοτοσυκλέτας έως τότε ήταν η σταθερότητα στην ευθεία με υψηλές ταχύτητες.

Ένα απόλυτα άκαμπτο πλαίσιο και το χαμηλό κέντρο βάρους ήταν το μόνο που χρειαζόσουν, κάτι που βόλευε τα ιαπωνικά εργοστάσια με τους τεράστιους σε όγκο αερόψυκτους τετρακύλινδρους κινητήρες να είναι χαμηλά τοποθετημένοι, ενώ τα μακριά  μεταξόνια και οι μεγάλης διαμέτρου τροχοί βοηθούσαν τον τομέα της σταθερότητας.

Άλλωστε δεν είναι τυχαίο πως τη δεκαετία του ’70 έγιναν τόσο δημοφιλή τα “Monocoque” πλαίσια με την απόλυτη ακαμψία και τις μηδενικές ελαστικότητες.

Τα προβλήματα για τους Ιάπωνες άρχισαν να εμφανίζονται όταν τα ελαστικά των μοτοσυκλετών έγιναν slick στους αγώνες ταχύτητας και ταυτόχρονα άρχισαν να γίνονται όλο και πιο φαρδιά στις μοτοσυκλέτες παραγωγής.

Το ανώτερο επίπεδο κρατήματος των ελαστικών επέτρεψε στις μοτοσυκλέτες να πλαγιάζουν περισσότερο και με μεγαλύτερες ταχύτητες και έβαλε μέσα στο παιχνίδι τη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας στις στροφές.

Τα Ιαπωνικά πλαίσια παραγωγής δεν μπορούσαν πλέον να ανταπεξέλθουν σωστά σε αυτές τις νέες απαιτήσεις. Ήταν η χρυσή εποχή για τις ευρωπαϊκές βιοτεχνίες κατασκευής πλαισίων, που έφτιαχναν ισχυρότερα πλαίσια από χρωμιομολυβδενιούχο ατσάλι, χωρίς τους περιορισμούς που είχαν οι Ιάπωνες από την διαδικασία μαζικής βιομηχανικής παραγωγής. Εταιρείες όπως η ιταλική BIMOTA και η βρετανική HARRIS έβγαλαν περιουσίες έως και το τέλος της δεκαετίας του ’80.

Η πρώτη ιαπωνική εταιρεία που προσπάθησε να σχεδιάσει ένα πλαίσιο παραγωγής για τις ανάγκες της νέας εποχής ήταν η Yamaha με το FZ 750, βάζοντας στο στόμα μας τις λέξεις Genesis και Deltabox. Η φιλοσοφία “Genesis” ήθελε το μπλοκ τον κυλίνδρων να γέρνει εμπρός στις 45⁰ μεταφέροντας το βάρος του κινητήρα κοντά και χαμηλά στον εμπρός τροχό για σταθερότητα στις υψηλές ταχύτητες, ενώ την ίδια στιγμή ο εμπρός τροχός έγινε μόλις 16” από 18-19” για μείωση του γυροσκοπικού φαινομένου, αλλά και για να κρατηθεί η γωνία κάστερ και το μεταξόνιο σε λογικά επίπεδα προς όφελος της ευελιξίας.

Η λέξη Deltabox περιέγραφε το τριγωνικό σχήμα του πλαισίου από σωλήνες τετραγωνικής διατομής και ήταν εμπνευσμένο από τα δίχρονα YZR 500 των GP.

Πρακτικά αυτή η αρχιτεκτονική είχε μεγαλύτερο όφελος στις ευθείες και ελάχιστο στις στροφές, διότι το πολύ χαμηλό κέντρο βάρους δεν βοηθά την ευελιξία και ο τροχός των 16” δεν έχει ομοιογενή συμπεριφορά. Έτσι η τελευταία εξέλιξη των πλαισίων Genesis χρησιμοποιούσε τροχούς 17”, ενώ το 1988 η Kawasaki με το ZXR 750 και το κάθετο μπλοκ κυλίνδρων του κινητήρα της, έγινε το πρότυπο των ιαπωνικών τετρακύλινδρων superbike έως την εμφάνιση της Yamaha R1 με το tri-axes κιβώτιο, που μίκρυνε ακόμα περισσότερο το μήκος του κινητήρα, επιτρέποντας τη χρήση μακρύτερου ψαλιδιού.

Όλα αυτά τα χρόνια που οι Ιάπωνες πειραματίζονταν με δεκάδες διαφορετικά είδη πλαισίων, προσπαθώντας να ακολουθήσουν την εξέλιξη των ελαστικών, οι Ιταλοί συνέχιζαν να κατασκευάζουν πλαίσια με τα ίδια υλικά και την ίδια αρχιτεκτονική που χρησιμοποιούσαν επί δεκαετίες…

Και απ’ ότι κατάλαβε πρώτη η Honda αντιμετωπίζοντας τις Ducati 851/888 και 916 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Superbike, οι “νεροσωλήνες” των Ιταλών ήταν πολύ ανώτεροι από τα εντυπωσιακής εμφάνισης ογκώδη αλουμινένια πλαίσια των εργοστασιακών RC 30 και RC 45. Με τα slick ελαστικά να έχουν πλέον εντυπωσιακού επιπέδου κράτημα και τις μοτοσυκλέτες να πλαγιάζουν συνεχώς πάνω από τις 55⁰ στις στροφές, οι αναβάτες των Honda έβλεπαν μπροστά τους τις Ducati να “κυματίζουν” οριακά πλαγιασμένες μέσα στη στροφή, ακολουθώντας τις ανωμαλίες της ασφάλτου και να ανοίγουν πολύ νωρίτερα το γκάζι στις εξόδους. Την ίδια στιγμή τα εντελώς άκαμπτα αλουμινένια “δοκάρια” των ιαπωνικών μοτοσυκλετών χοροπηδούσαν πάνω από τις ανωμαλίες της ασφάλτου, καταπονώντας υπερβολικά τα ελαστικά τους, κάνοντας εύκολο το σπινάρισμα στο άνοιγμα του γκαζιού και την ίδια στιγμή οι αναβάτες είχαν ελάχιστη αίσθηση για το επίπεδο πρόσφυσή τους.

Ο λόγος που τα πλαίσια των Ducati κατάφερναν να είναι άκαμπτα όταν η μοτοσυκλέτα ήταν όρθια στην ευθεία και να αποκτούν χαρακτηριστικά ανάρτησης όταν η μοτοσυκλέτα πλάγιαζε υπερβολικά, έχει να κάνει κυρίως με την μακροχρόνια τεχνογνωσία των Ιταλών “Μαστόρων” στην κατασκευής πλαισίων από “νεροσωλήνες” χρωμομολυβδένιου.

Το συγκεκριμένο κράμα έχει συγκεκριμένες ιδιότητες “ελαστικότητας” και αν ξέρεις σε ποιο μήκος να κόψεις τον κάθε σωλήνα και πώς να τους ενώσεις μεταξύ τους, τότε μπορείς να επιτύχεις με πολύ μεγάλη ακρίβεια τη συμπεριφορά του στις δυνάμεις που ασκούνται πάνω του από διαφορετικές κατευθύνσεις.

Άλλωστε δεν είναι καθόλου τυχαίο πως όλα τα εργοστάσια κατασκευής πλαισίων για αγωνιστικά go-kart είναι ιταλικά και φυσικά φτιάχνονται από “νεροσωλήνες” ίδιους με των ιταλικών μοτοσυκλετών, διότι τα go-kart δεν έχουν αναρτήσεις και το πλαίσιό τους είναι εκείνο που έχει το ρόλο ανάρτησης.

Επίσης αν ξέρεις πόσο μήκος, πόσο πάχος, πόση διάμετρο και σε πιο σημείο να κολλήσεις τους “νεροσωλήνες” μπορείς να έχεις σε κάθε πίστα ένα ειδικά σχεδιασμένο πλαίσιο ή με μερικές αλλαγές στους σωλήνες τοπικά να επιτύχεις την ακαμψία ή την ελαστικότητα που θέλεις, στο σημείο που θέλεις!

Κι αυτό ακριβώς έκανε τότε η Ducati στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα WSBK, όπου είχε πάντα μαζί της σε κάθε αγώνα έναν “μαστρο-συγκολλητή” για να προσαρμόζει τα πλαίσια στις ανάγκες της συγκεκριμένης πίστας.

Προφανώς η Honda δεν μπορούσε να έχει χυτήριο και πρέσες για να φτιάχνει επί τόπου διαφορετικά αλουμινένια πλαίσια…

Το αποτέλεσμα αυτής της εμπειρίας της Honda από τους αγώνες του WSBK τη δεκαετία του ‘90, ήταν η παρουσίαση του CBR 600 F4, της πρώτης Ιαπωνικής μοτοσυκλέτας με αλουμινένιο πλαίσιο το οποίο είχε “ελεγχόμενες ελαστικότητες” και ταυτόχρονα χρησιμοποιούσε τον κινητήρα ως ενεργό τμήμα του πλαισίου (Pivotless).

Σήμερα, την ίδια ακριβώς φιλοσοφία ακολουθεί η Ducati στα MotoGP σχεδιάζοντας καλάμια πιρουνιού, ψαλίδια και monocoque πλαίσια από carbon - ένα υλικό υψηλής τεχνολογίας, το οποίο σου επιτρέπει να επιτύχεις συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ελαστικότητας σε συγκεκριμένα σημεία του… αν φυσικά ξέρεις πώς να το κάνεις!