Μοναδικό σχολείο από την Ohlins και την Extra Products

Σουηδικός χρυσός
Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

7/12/2018

Σε μια εκδήλωση πρωτοποριακή για τα Ελληνικά δεδομένα, η Extra Products, αντιπρόσωπος των Öhlins, έδωσε την ευκαιρία σε αγωνιζόμενους και χομπίστες να δοκιμάσουν τις αναρτήσεις της στην πίστα MX της Χαλκίδας.
Υπάρχουν αναβάτες που ποτέ δεν ασχολούνται με τις αναρτήσεις τους, που μπορεί να είναι εντελώς αρρύθμιστες, προσπαθώντας να αναπληρώσουν το κενό με ιδρώτα, τύχη, κούραση και ταλέντο. Ή απλά νομίζουν πως έτσι είναι οι αναρτήσεις των χωματερών μοτοσυκλετών, και πως δεν αξίζει να ασχοληθεί κανείς μαζί τους. Υπάρχουν όμως και οι άλλοι, που εκτιμούν μια καλορυθμισμένη ανάρτηση, που ενδιαφέρονται να κατανοήσουν την λειτουργία τους για να γνωρίζουν τι κάνουν τα “κλικ” και τα “ρυθμιστήρια”, που έχουν διαβάσει τα πολύ βασικά στο manual κι ενδιαφέρονται να μάθουν κι άλλα για το στήσιμο της μοτοσυκλέτας τους. Ειδικά οι αγωνιζόμενοι, που κυνηγούν την καρό σημαία στο άλμα του τερματισμού ή τα δεκατάκια στις ειδικές, είναι πολλαπλά κερδισμένοι αν ξέρουν να στήσουν την μοτοσυκλέτα τους και να ρυθμίσουν τις αναρτήσεις τους. Εκτός όμως από τις στάνταρ αναρτήσεις, υπάρχουν και οι κορυφαίες aftermarket, όπως οι Öhlins.


Ο Kenth Öhlin, στα μέσα της δεκαετίας του ’70, γούσταρε πολύ το motocross. Παρατηρητικός καθώς ήταν, δεν άργησε να διαπιστώσει πως οι μοτοσυκλέτες είχαν πολύ περισσότερο γκάζι απ’ όσο μπορούσαν να διαχειριστούν οι αναρτήσεις τους, και σκέφτηκε πως μπορούσε να κάνει κάτι γι’ αυτό. Ξεκίνησε την Öhlins στο μηχανουργείο του πατέρα του το 1976, στο Väsby της Σουηδίας, κι αρχικά έφτιαχνε εξατμίσεις, βελτίωνε κινητήρες αλλά είχε το πάθος του με τις αναρτήσεις, που εμείς γνωρίσαμε στα δύο αμορτισέρ ITC των επίσης Σουηδικών Husqvarna.

Πολύ γρήγορα, το 1978, ήρθε το πρώτο παγκόσμιο πρωτάθλημα στo motocross, με τον Gennady Moiseev, με ΚΤΜ 250, κι από τότε, η Öhlins έχει κερδίσει αναρίθμητα παγκόσμια, σε κάθε μορφή μηχανοκίνητου αθλητισμού, με ό,τι κινείται, είτε έχει τροχούς είτε όχι, από μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα κάθε είδους ως snowmobiles και ταχύπλοα offshore, που μπορεί να μην έχουν αναρτήσεις στις γάστρες τους, αλλά έχουν αμορτισέρ Öhlins στα καθίσματά τους.

Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Kenth Öhlin ξέχασε τις εξατμίσεις και τους κινητήρες κι επικεντρώθηκε στις αναρτήσεις, αρχικά μόνο με αμορτισέρ κι αργότερα και με πιρούνια. Φυσικά δεν το μετάνιωσε, ούτε και κανείς που έχει οδηγήσει τις αναρτήσεις του, ή ήταν αρκετά τυχερός να τις έχει στην μοτοσυκλέτα του. Τα “χρυσά” Öhlins έγιναν σύμβολα κορυφαίας ποιότητας και απόδοσης.

Υπάρχουν όμως και οι άλλοι, που εκτιμούν μια καλορυθμισμένη ανάρτηση

 

Πολύτιμη γνώση
Με πρωτοβουλία του Χρήστου Τασούλη, ιδιοκτήτη της Extra Products και αντιπροσώπου των Öhlins, δόθηκε η ευκαιρία της δοκιμής των Σουηδικών αναρτήσεων στην πίστα ΜΧ της Χαλκίδας. Οι αναβάτες που είχαν δηλώσει συμμετοχή μπορούσαν να έρθουν με τις δικές τους μοτοσυκλέτες, στις οποίες κορυφαίοι τεχνικοί αναρτήσεων όπως ο Σταύρος Γεωργακόπουλος φορούσαν πιρούνι και αμορτισέρ της Öhlins και τις ρύθμιζαν στα μέτρα του αναβάτη.

Πρώτα απ’ όλα στα κιλά του, φέρνοντας το στατικό sag και το sag με τον αναβάτη στις σωστές τιμές. Μετά από μερικούς γύρους, ο αναβάτης επέστρεφε στα πιτς όπου ο τεχνικός της Öhlins και Product Specialist MX & enduro, o Christopher Nilsson, άκουγε τις παρατηρήσεις του αναβάτη και έκανε επιπλέον ρυθμίσεις, αν χρειαζόταν. Μαζί του ο Christopher είχε φέρει ένα πολύτιμο αλουμινένιο κιβώτιο γεμάτο πιρούνια και αμορτισέρ…


Υπήρχε όμως και η ευκαιρία να οδηγήσουν οι συμμετέχοντες και ήδη έτοιμες μοτοσυκλέτες με Öhlins, μοντέλα της ΚΤΜ, της Yamaha και της GASGAS το Σάββατο, με επιπλέον Honda και ΒΕΤΑ την Κυριακή. Κι αυτές ρυθμίζονταν στα μέτρα του αναβάτη, με πρώτο το sag, διαδικασία που γινόταν πολύ πιο εύκολη και ακριβής με το ειδικό ηλεκτρονικό όργανο Slacker που αντιπροσωπεύει η Extra Products.

Ο Christopher Nilsson ήταν μια ανεξάντλητη πηγή γνώσης για την ρύθμιση και την λειτουργία των αναρτήσεων, κι εξήγησε τι προσπαθούμε να πετύχουμε με το στήσιμο της μοτοσυκλέτας, και πώς να το καταφέρουμε. Οι ρυθμίσεις των αποσβέσεων έρχονται μετά από τα κατάλληλα ελατήρια για το βάρος και το οδηγικό επίπεδο του αναβάτη, και την ρύθμιση της προφόρτισης. Πολύ σημαντική μας είπε πως είναι μια πρώτη “βόλτα” πάνω-κάτω σε μια ομαλή ευθεία, μόνο και μόνο για να διαπιστώσει ο αναβάτης αν η μοτοσυκλέτα έχει ουδέτερη στάση, και δεν κάθεται περισσότερο μπροστά ή πίσω. H ισορροπία αυτή μεταξύ εμπρός και πίσω ανάρτησης είναι το κλειδί για την συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας, και η βάση για να έχουν νόημα οποιεσδήποτε περαιτέρω ρυθμίσεις.

Μετά έρχονται οι ρυθμίσεις των αποσβέσεων, με στόχο την συνεχή επαφή των τροχών με το έδαφος και την απορρόφηση των ανωμαλιών, κάτι που όταν το πετύχουμε αυξάνει την ασφάλεια του αναβάτη, την αυτοπεποίθησή του και την άνεση, αφήνοντάς τον απερίσπαστο να απολαύσει την οδήγηση και να κατεβάσει τους χρόνους του, με μικρότερη προσπάθεια απ’ ότι πριν.

“Μετά από χρόνια δοκιμάζοντας ρυθμίσεις αναρτήσεων με αναβάτες απ΄όλο τον κόσμο, έχω διαπιστώσει πως οι κύριες απαιτήσεις τους από τις αναρτήσεις είναι η πρόσφυση μαζί με άνεση και ομαλή λειτουργία στις μικρές κοφτές ανωμαλίες, ταυτόχρονα όμως να έχουν την δυνατότητα απορρόφησης των μεγάλων χτυπημάτων. Κανονικά αυτά τα δύο δεν συνδυάζονται, αλλά όχι πια! Με το σύστημα TTX FLOW, η ανάρτηση έχει μαλακή αίσθηση όταν χρειάζεται να είναι μαλακή, και σφικτή όταν οι περιστάσεις το απαιτούν.
Καθώς οι αναρτήσεις λειτουργούν ομαλά, άνετα και προβλέψιμα, μην αφήνοντας τους τροχούς να χάσουν την επαφή τους με το έδαφος, οι αναβάτες αποκτούν αυτοπεποίθηση και αισθάνονται ασφαλείς. Έτσι, ο αναβάτης μπορεί να χαλαρώσει και να οδηγήσει καλύτερα, εξοικονομώντας ενέργεια ενώ πηγαίνει το ίδιο γρήγορα ή και πιο γρήγορα!”
, έλεγε ο Christopher Nilsson. Μας είπε επίσης πως είναι πιο εύκολο να συνεργάζεται κανείς με επαγγελματίες αναβάτες, γιατί ξέρουν τι θέλουν κι από την στιγμή που βρεθεί το ιδανικό στήσιμο της μοτοσυκλέτας τους, ελάχιστες ρυθμίσεις γίνονται από κει και πέρα, ένα ή δύο κλικ, ανάλογα με τις συνθήκες. Ήταν η πρώτη του φορά στην Ελλάδα, “δεν μπορώ να καταλάβω πως έγινε αυτό, όλοι οι φίλοι μου έχουν έρθει για διακοπές, κι εγώ όχι!”, έλεγε. Κι όταν βρήκε την ευκαιρία, μπήκε με ένα ΚΤΜ στην πίστα κι έκανε αρκετούς γύρους “αλλά κουράστηκα, χρειάζομαι περισσότερη προπόνηση!”.

 

Τεχνολογία TTX Flow
Όταν στόχος σου είναι να συνδυάσεις τα ασύμβατα, χρειάζεται να εξελίξεις κάτι νέο για να το πετύχεις. Στην περίπτωσή μας, η Öhlins χρησιμοποιούσε ήδη το σύστημα Twin Tube (το TT της ονομασίας του, το Χ σημαίνει πλήρεις ρυθμίσεις), οπότε έπρεπε να βρει έναν τρόπο για να αυξήσει την ροή του λαδιού – το Flow.

Η νέα βαλβίδα απόσβεσης συμπίεσης έχει την κατάλληλη σχεδίαση ώστε να μπορεί να επιτελεί και την λειτουργία high speed χωρίς να απαιτείται ξεχωριστή ρύθμισή της εξωτερικά, απλοποιώντας τις ρυθμίσεις

Όταν συμπιέζονται τα συμβατικά αμορτισέρ και το έμβολο σπρώχνει το λάδι, πάνω από το έμβολο έχουμε μεγάλη πίεση αλλά από κάτω του ελάχιστη ή υποπίεση, οπότε παρατηρείται το φαινόμενο της σπηλαίωσης, όπου δημιουργούνται κενά, αέρας αναμιγνύεται με το λιπαντικό κι αντίο απόσβεση και ομαλή λειτουργία, το αμορτισέρ δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στο επόμενο χτύπημα. Κι αν λάβει κανείς υπόψη του πως το αμορτισέρ καλείται να ανταποκριθεί ταυτόχρονα σε εντελώς διαφορετικές απαιτήσεις (για παράδειγμα, ενώ η ανάρτηση συμπιέζεται πολύ στην ράμπα ενός άλματος, ταυτόχρονα να αποσβέσει και πέτρες ή μικρές κοφτές ανωμαλίες), και να πρέπει να μπορεί να αντιδρά στα πάντα αλλά να τα “ξεχνάει” κιόλας αμέσως, μέσα σε ένα εκατοστό του δευτερολέπτου, όπως λέει η Öhlins, για να είναι έτοιμο για το επόμενο χτύπημα, τότε τα πράγματα φαίνονται πολύ δύσκολα. Κι όμως, η λύση ήταν απλή, αρκεί βέβαια να μπορέσει κάποιος να την σκεφτεί:

Η εξίσωση της πίεσης ανάμεσα στο πάνω και το κάτω μέρος του εμβόλου, κάτι που γίνεται με διόδους που επιστρέφουν το λάδι στο κάτω μέρος του εμβόλου. Για να μπορεί το αμορτισέρ να διαχειριστεί μεγάλο όγκο ροής λαδιού, φτιάχτηκε μια καινούργια κυλινδρική βαλβίδα ελέγχου της διεύθυνσης της ροής του λαδιού, που παίζει και τον ρόλο της hi speed απόσβεσης συμπίεσης – γι’ αυτό και δεν υπάρχει πια εξωτερική ρύθμισή της, απλοποιώντας τις ρυθμίσεις και κάνοντάς τις πιο εύκολες για τον χομπίστα αναβάτη, σε σχέση με τον εξειδικευμένο τεχνικό αναρτήσεων. Ούτε εργαλείο δεν χρειάζεται, η συμπίεση ρυθμίζεται με το χέρι, όπως και η επαναφορά, στο κάτω μέρος του αμορτισέρ. Για περιπτώσεις που είναι δύσκολη η πρόσβαση, η επαναφορά ρυθμίζεται και με ένα μακρύ κλειδί άλλεν.


Χάρη στην εξίσωση της πίεσης ανάμεσα στο πάνω και το κάτω μέρος του εμβόλου, σε συνδυασμό με την βαλβίδα ελέγχου της ροής, το σύστημα μπορεί να διαχειριστεί μεγάλο όγκο ροής λαδιού (με αντίστοιχα μεγάλα ανοίγματα της βαλβίδας) ενώ ταυτόχρονα μπορεί να ανοίγει και να κλείνει σε ελάχιστο χρόνο. Επιπλέον, χάρη στην σχεδίαση της βαλβίδας, όσο μεγαλύτερη είναι η ταχύτητα κίνησης του εμβόλου, τόσο μεγαλύτερος όγκος λαδιού μπορεί να περάσει από την βαλβίδα ελέγχου της συμπίεσης, οπότε δεν χρειάζεται και εξωτερική ρύθμιση high speed απόσβεσης συμπίεσης. Έτσι, καταφέρνει να απορροφά πλήρως τα μικρά χτυπήματα αλλά και να κρατά το πλαίσιο σταθερό στα μεγάλα, χωρίς ο τροχός να χάνει την επαφή του με το έδαφος και την πρόσφυσή του. Με την αυξημένη πρόσφυση σε συνδυασμό με την σταθεροποίηση του πλαισίου και την άνεση του αναβάτη, η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας γίνεται πιο προβλέψιμη, κι αφήνει τον αναβάτη να ασχοληθεί απερίσπαστος με την οδήγηση, χωρίς να του αποσπά την προσοχή συνέχεια, σε κάθε πετρούλα και ανωμαλία. Επιπλέον, η εύρεση των ιδανικών ρυθμίσεων είναι πολύ πιο εύκολη, καθώς έχει μειωθεί ο αριθμός των “κλικ” στα 12 (ενώ διατηρούν το ίδιο εύρος ρύθμισης με πριν). Αντίστοιχη μείωση στα κλικ (11) έχουμε και στην ρύθμιση της απόσβεσης επαναφοράς, όπου η βελόνα ελέγχου της ροής μετακινείται από ένα οδοντωτό έκκεντρο, για να υπάρχει ακρίβεια στην θέση της βελόνας. Όπως μας είπε και ο Christopher Nilsson, από την στιγμή που ο αναβάτης θα βρει τις ιδανικές για κείνον ρυθμίσεις, δεν θα χρειαστεί να κάνει πάνω από ένα κλικ πιο σκληρό ή πιο μαλακό, για διαφορετικά εδάφη και συνθήκες.

Ο Χρήστος Τασούλης, αντιπρόσωπος των Öhlins, παρέα με τον Christopher Nilsson, Product Specialist MX & Enduro της Öhlins

 

Το TTX Flow έχει και διαφορετικό κολάρο προφόρτισης του ελατηρίου, όχι πλαστικό, που όπως λέει η Öhlins κολλάει μόλις μπει στις σπείρες βρώμα και λάσπη, ούτε αλουμινένια δαχτυλίδια, που υποφέρουν μόλις οι βάρβαροι τους επιτεθούν με σφυριά και κατσαβίδια, αλλά ατσάλινo, για την μέγιστη αντοχή. Η αλλαγή του ελατηρίου γίνεται πιο εύκολα, χάρη σε ένα νέο κολάρο στην βάση, ενώ μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα ίδια ελατήρια με την προηγούμενη γενιά αμορτισέρ. Το δαχτυλίδι της προφόρτισης έχει και μια εγκοπή που το κάνει να γυρίζει μαζί με το ελατήριο, οπότε περιστρέφοντας το ελατήριο με το χέρι ή με το ειδικό και πολύ έξυπνο εργαλείο της Öhlins, αυξάνεις ή μειώνεις την προφόρτιση χωρίς να χρειάζεται να κοπανάς το κολάρο με σφυροκάλεμο...
Μεγαλύτερης αντοχής είναι οι εσωτερικοί μηχανισμοί του αμορτισέρ, για αύξηση της διάρκειας ζωής του αμορτισέρ, ενώ βελτιωμένο είναι το ελαστομερές bump stop στον άξονά του, για πιο ομαλό τερμάτισμα. Και το bump stop είναι μέρος του αμορτισέρ, προσθέτοντας μια επιπλέον απορρόφηση ενέργειας προς το τέλος της διαδρομής του, και κάνοντας το τερμάτισμα, όταν συμβεί, πολύ ομαλό. Νέα σχεδίαση έχουν και τα αμορτισέρ PDS για τα χωρίς μοχλικό enduro της ΚΤΜ, για μεγαλύτερη ευαισθησία στην λειτουργία τους και πιο ομαλό τερμάτισμα. Το σύστημα PDS ήταν πατέντα της Öhlins, κι όχι της WP, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Η λειτουργία της απόσβεσης συμπίεσής του, με την βελόνα, ήταν παρόμοια με των δύο αμορτισέρ ITC που φόραγαν τα Husqvarna έως και το 1984.


Ιδιαίτερη σημασία έχει δοθεί τόσο στην αντοχή και την αξιοπιστία του αμορτισέρ, πέρα από την λειτουργία του, αλλά και στην ευκολία ρύθμισης και συντήρησής του.

Πολύ σημαντικό είναι πως το σύστημα TTX Flow διαχωρίζει πλήρως τις αποσβέσεις συμπίεσης και επαναφοράς, κάτι που δεν συμβαίνει στα συμβατικά αμορτισέρ, όπου η μεταβολή της επαναφοράς φέρνει και μια αντίστοιχη μεταβολή στην συμπίεση, σε ένα ποσοστό ανάμεσα από 10 και 15%.

Αυτό είναι κάτι που οι περισσότεροι που προσπαθούν να ρυθμίσουν το αμορτισέρ τους δεν λαμβάνουν υπόψη.

 

Το πιρούνι: RXF 48S
Για το 2018, η Öhlins κάνει ένα ακόμα βήμα στην εξέλιξη του motocross πιρουνιού της, με εσωτερικές αλλά και εξωτερικές αλλαγές. Οι τελευταίες είναι οι ίδιες που έγιναν και στα cartridge kit του ’18 για τα στάνταρ πιρούνια των motocross και enduro, με επανασχεδίαση των βαλβίδων αλλά και νέο setting. Με την εμφάνισή τους δεν μπορείς να μην εντυπωσιαστείς. Οι χρυσές μπουκάλες, οι ρυθμίσεις της συμπίεσης υπό γωνία στο πάνω μέρος τους, οι μπλε ξύστρες, τα καλάμια με την χρυσή titanium nitride επίστρωση, οι μπότες στο κάτω μέρος που είναι από πιο σκληρό υλικό για αντοχή στα χτυπήματα, οι βίδες τιτανίου, οι μαύρες επικαλαμίδες που κάνουν αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα...

Αξίζουν δυό λόγια για την επίστρωση TiN στα καλάμια, ένα εξαιρετικά σκληρό κεραμικό υλικό που όχι μόνο ομορφαίνει το πιρούνι, αλλά προστατεύει τα καλάμια από μικροχτυπήματα και φθορά, ενώ παράλληλα μειώνει την τριβή και την φθορά των κουζινέτων εσωτερικά. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η επίστρωση έχει πάχος μόλις 5 μικρά, δηλαδή 5 χιλιοστά του χιλιοστού.

Το RXF 48S έχει υδραυλικά στοπ για το τερμάτισμα, που έτσι πολύ δύσκολα γίνεται αισθητό, όπως και ελατήρια και ελαστομερή για το τερμάτισμα σε έκταση, που κι αυτό γίνεται πολύ ομαλά. Είναι σχεδιασμένο να λειτουργεί με τα ειδικά λιπαντικά της Öhlins.


Πέρα από το κορυφαίας ποιότητας εσωτερικό, τα φυσίγγια των 22mm (τα cartridge) στο εσωτερικό του είναι που κάνουν την διαφορά.

Λειτουργούν κι αυτά με το σύστημα TTX, το twin tube, με την βοήθεια ενός θαλάμου όπου βρίσκεται άζωτο υπό πίεση, έτσι ώστε να μπορεί να διατηρεί την πίεση στο λιπαντικό ίδια, τόσο πάνω από το έμβολο, όσο και από κάτω του. Το σύστημα είναι ανάλογο με αυτό του αμορτισέρ, κι αυτό που πετυχαίνει είναι η εξαιρετικά γρήγορη απόκριση στις μεταβολές, αποτρέποντας παράλληλα την σπηλαίωση που συμβαίνει όταν φυσαλίδες αέρα ανακατεύονται με το λάδι, μειώνοντας την απόδοση του αμορτισέρ.

Για μεγαλύτερη ευαισθησία στην λειτουργία, και το εσωτερικό των φυσιγγίων έχει αντιτριβική κατεργασία. Για όσους δεν μπορούν να αγοράσουν το πιρούνι, αλλά θέλουν την ποιοτική λειτουργία των Öhlins στο στάνταρ πιρούνι τους, είναι διαθέσιμα τα cartridge kit TTX 22, που αντικαθιστούν τα στάνταρ cartridge.

 

 

 

 

Ο Νίκος Λυρίου, πρωταθλητής Ελλάδας στην ΜΧ2, σετάρει τα Öhlins που φορέθηκαν στο ΚΤΜ του
 

 

To ίδιο ισχύει και για όσους έχουν κάποιο motocross με πιρούνι αέρα, χωρίς ελατήρια, έχουν αγανακτήσει με τις μπελαλίδικες ρυθμίσεις του και θέλουν να επιστρέψουν στα ελατήρια για να βρουν την ησυχία τους.
Το αμορτισέρ TTX Flow, το πιρούνι RXF48S και το cartridge kit TTX 22 είναι διαθέσιμα για όλα τα πρόσφατα μοντέλα των KTM, Husqvarna, Honda, Yamaha, Suzuki, Kawasaki, Beta, και Sherco, motocross και enduro.

Το cartridge kit TTX 22 υπάρχει στο εσωτερικό του πιρουνιού RXF48S, αλλά μπορεί να φορεθεί και σε όλα τα πρόσφατα στάνταρ πιρούνια των ΜΧ και των Enduro


 

CFC: Το ελληνικό carbon που κατέκτησε την Αμερική και όχι μόνο

Όταν ο άνθρακας γίνεται χρυσό
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

10/12/2019

Τον Νίκο Τσεμπερλή τον γνωρίσαμε πρώτη φορά από κοντά στην πίστα των Μεγάρων το 2017. Ήταν μια ηλιόλουστη Παρασκευή και ο πολυπρωταθλητής Σάκης Συνιώρης έβγαλε από το φορτηγό της ομάδας την αγωνιστική του Aprilia RSV4 RF, “ντυμένη” με ένα εντυπωσιακό full carbon “κουστούμι”. Με τον δυνατό ήλιο να φωτίζει κάθε λεπτομέρεια και να διαπερνά σε βάθος τις ίνες της πλέξης του carbon fiber, ήταν αδύνατον να μην θαυμάσεις την ποιότητα της δουλειάς που είχε γίνει σε αυτό το χειροποίητο “κουστούμι”. Ακόμα και η κατεύθυνση της πλέξης σε όσα σημεία υπήρχε ένωση δύο κομματιών ήταν ακριβώς στις 45⁰, και ακριβώς στο κέντρο όλης της μοτοσυκλέτας είχε δημιουργηθεί μια "ένωση V " όπως στα ιταλικά supercars που κοστίζουν εκατομμύρια ευρώ. “Από πού το αγόρασες;” ρωτήσαμε τον Σάκη, διότι δεν είχαμε ξαναδεί κάτι αντίστοιχο και γενικά δεν υπάρχουν στην διεθνή αγορά πολλά carbon fiber “κουστούμια” που να χρησιμοποιούν τρία διαφορετικά είδη πλέξης. “Είναι χειροποίητο. Εδώ, ο Νίκος το έφτιαξε” μας είπε ο Σάκης και κάπως έτσι ξεκίνησε η γνωριμία μας με τον Νίκο Τσεμπερλή, που μόλις πριν λίγα χρόνια είχε βάλει τα εμπορικά θεμέλια της CFC (carbon fiber customs) και έκανε επιλεγμένα βήματα στο δρόμο της διεθνούς αναγνώρισης που ακολούθησε τα επόμενα χρόνια. Η ιστορία του όμως ξεκινούσε μια ολόκληρη δεκαετία πιο πριν, όταν αφιέρωνε ατελείωτες ώρες, κόπο και χρήμα, φτιάχνοντας “για την πάρτη του” εξαρτήματα από carbon fiber στο σπίτι του. Έχοντας έτοιμη στημένη οικογενειακή επιχείρηση και με σπουδές στην Ελλάδα και 2 μεταπτυχιακά στο εξωτερικό, θα μπορούσε να συνεχίσει με αυτό το “hobby” και να περνάει απλώς δημιουργικά την ώρα του.

Όμως όταν έχεις το “μικρόβιο” δεν κάθεσαι εύκολα στα αβγά σου. Χωρίς κανείς να του εγγυηθεί την εμπορική επιβίωση – πόσο δε μάλλον τη διεθνή επιτυχία – ο Νίκος ρίσκαρε τα πάντα και αφιερώθηκε σε αυτό που αγαπά. Μιλάμε για μια επιχειρηματική κίνηση στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης, όταν οι πωλήσεις των αυτοκινήτων και των μοτοσυκλετών έπεφταν σαν οβίδα στο κενό. Όμως όταν αυτό που κάνεις έχει πραγματική αξία και καλύπτει μια πραγματική ανάγκη της αγοράς, τότε δεν έχεις τίποτα να φοβηθείς. Η διαδικασία κατασκευής εξαρτημάτων από carbon fiber μοιάζει λίγο με εκείνη των fiberclass σε θεωρητικό επίπεδο, καθώς τα δύο βασικά υλικά που χρησιμοποιείς είναι το ύφασμα και η ρητίνη. Όμως όταν βάζεις συγκεκριμένα κριτήρια στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του αποτελέσματος που θέλεις να έχεις, τότε τον κυρίαρχο ρόλο αναλαμβάνει η γνώση, η εμπειρία και τα υλικά που χρησιμοποιείς. Πάνω σε αυτές τις υψηλές απαιτήσεις είναι που επικεντρώθηκε ο Νίκος και αυτομάτως διαχώρισαν τα προϊόντα της βιοτεχνίας του.

Όταν φτάνεις στο σημείο το 80% να είναι πελάτες από το εξωτερικό και να έχεις για παράδειγμα Αμερικάνους πελάτες, που θέλουν να αγοράσουν ελληνικό carbon fiber καπό, φτερά και αλλά aftermarket αξεσουάρ για την Corvette τους, τότε κάτι κάνεις πολύ καλά. Μιλάμε για την μεγαλύτερη αγορά του κόσμου και για ένα αμερικάνικο supercar που η after market αγορά έχει στην κυριολεξία ΤΑ ΠΑΝΤΑ. Όμως αυτοί που έχουν χρησιμοποιήσει εξαρτήματα carbon fiber, ξέρουν πως η ποιότητα της δουλειάς και των υλικών παίζει τεράστιο ρόλο. Καθώς τα υφάσματα carbon fiber είναι πανάκριβα και η διαδικασία κατασκευής επίπονη και  χρονοβόρα, οι περισσότεροι προσπαθούν να βγάλουν κέρδος μειώνοντας τα υλικά και τον χρόνο. Έτσι δεν είναι λίγες οι φορές που ένα carbon fiber κομμάτι ζυγίζει περισσότερο από ένα πολυεστερικό ή σπάει εύκολα ή ξεθωριάζει. Ο Νίκος δεν πήρε ποτέ τον εύκολο δρόμο και ό,τι φτιάχνει έχει δύο αδιαπραγμάτευτα στοιχεία: Το ένα είναι η αναλογία υφάσματος/ρητίνης στο 65/35 όπως είναι τα αγωνιστικά εξαρτήματα carbon των επαγγελματικών ομάδων του εξωτερικού - όπως λέει και ο Νίκος άλλωστε Lighter = Faster και το δεύτερο είναι η αδιαπραγμάτευτη αντοχή στην ηλιακή ακτινοβολία και τον χρόνο. Ακούγεται εύκολο και αυτονόητο, αλλά στην πραγματικότητα αυτά τα δύο στοιχεία απαιτούν ειδικές γνώσης κατά την διαδικασία παραγωγής, απαιτούν ειδικά υλικά και εν τέλει εκτοξεύουν το κόστος. Φυσικά η βασική μέθοδος που χρησιμοποιεί ο Νίκος είναι η έκχυσης ρητίνης με υποπίεση και της “σκλήρυνσης” μέσα σε φούρνους  και καλούπια– που ο ίδιος έχει κατασκευάσει!

Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, η αντοχή ενός κομματιού carbon δεν ταυτίζεται με την ποσότητα των υλικών που χρησιμοποιείς - αλλά πως τα χρησιμοποιείς.  Όλα έχουν να κάνουν με την λέξη: ΙΔΑΝΙΚΗ. Με παραπάνω ρητίνη από το ιδανικό η αντοχή, όχι μόνο δεν αυξάνεται, αλλά μειώνεται! Ακόμα κι αν βάλεις λίγο πιο πέρα τα σωληνάκια υποπίεσης για την ροή της ρητίνης μέσα στη “σακούλα” μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά δομικά ή αισθητικά προβλήματα στο τελικό αποτέλεσμα.

Τριγυρίζοντας μέσα στο εργαστήριο του Νίκου θα δεις πολλά εξαρτήματα παρατημένα στην άκρη. “Αυτά γιατί τα έχεις να σκονίζονται;” τον ρωτήσαμε.”Έχουν ατέλειες, δεν είναι για πούλημα. Έξω από αυτούς τους τοίχους βγαίνουν μόνο όσα έχουν περάσει τα standards ποιότητας. Δεν πρόκειται ποτέ να κυκλοφορήσει στην αγορά δικό μου κομμάτι που να έχει σφάλματα”. Στα δικά μας τα μάτια δεν είχαν κανένα απολύτως πρόβλημα, όμως τα έμπειρα μάτια του Νίκου μπορούν να δουν ακόμα και αν η πλέξη είναι απόλυτα ευθύγραμμη. “Να, βλέπεις εδώ. Το ύφασμα έχει στραβοπατήσει. Είναι για πέταμα”. Να πούμε την αλήθεια, έχουμε δει επώνυμα αξεσουάρ carbon fiber για Ducati, που έχουν καμιά δεκαριά τέτοια ελαττώματα το κάθε ένα!  Αν όμως ο Νίκος δεν ήταν τόσο “ψείρας”, δεν ήταν τόσο αυστηρός με τον εαυτό του και δεν πρόσεχε τι προϊόν παραδίδει στον πελάτη, δεν θα είχε παραγγελίες από την παγκόσμια αγορά εξαρτημάτων carbon για Nissan GTR και από την Αγγλία για Aston Martin.

Η αισθητική είναι μόνο ο ένας τομέας που η ελληνική CFC ανταγωνίζεται στην ιαπωνική αγορά μεγαθήρια όπως είναι η Nismo, η Amuse, η Mine’s και η Spoon. Ο σημαντικότερος τομέας είναι η αντοχή στη σκληρή χρήση. Σε αυτό το πεδίο η CFC έχει γράψει τη δική της ιστορία και η δουλειά του Νίκου έχει δοκιμαστεί σκληρά στις πίστες και στο δρόμο σε αγωνιστική χρήση. Πέρα από την πανέμορφη αγωνιστική Aprilia του Συνιώρη και την BMW S1000RR του Δημήτρη Βάμβα όσοι παρακολουθούν αγώνες ταχύτητας του Π.Π. Αυτοκινήτου θα έχουν θαυμάσει την Ferrari 458 Challenge με το ανθρακονημάτινο καπό, τα αεροδυναμικά αξεσουάρ και την τεραστία χειροποίητη αεροτομή και φυσικά το μοναδικό στον κόσμο  Full Carbon C5 Corvette. Αυτές είναι μόνο μερικές από τις δημιουργίες που έχουν custom carbon κομμάτια από τα χέρια του Νίκου.

Τελευταίο, αλλά πιθανόν να είναι και το σημαντικότερο όλων, έχει να κάνει με την εφαρμογή των εξαρτημάτων που φτιάχνει ο Νίκος. Σπάνια θα πάρεις ένα μη-εργοστασιακό carbon εξάρτημα που να μην χρειάζεται έστω και λίγη φαναρτζοδουλειά για να το βάλεις σωστά πάνω στη μοτοσυκλέτα ή το αυτοκίνητό σου. Ο Νίκος έχει εμμονή με τη φιλοσοφία “plug and play” και θέλει ο πελάτης του να βιδώνει κατευθείαν το εξάρτημα, χωρίς να πρέπει να κάνει μετατροπές ή τρύπες ή να πρέπει να το κόψει. Είναι αυτές οι μικρές, αλλά πάρα πολλές λεπτομέρειες που ξεχωρίζουν όσα carbon κομμάτια έχουν πάνω τους το πιστοποιητικό γνησιότητας και το αυτοκόλλητο της CFC.

Προφανώς η διεθνής αναγνώριση, δεν άλλαξε την αρχική custom φιλοσοφία της CFC. Ο Νίκος δεν έχει μπει στη λογική της μαζικής παραγωγής και το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς του εξακολουθεί να είναι 1 of 1 κατασκευές σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κάθε πελάτη ξεχωριστά. Από το ποια πλέξη θα έχει το carbon ύφασμα, το είδος του βερνικιού, μέχρι το σχήμα που θα έχει το εξάρτημα που θέλεις, η CFC σου δίνει απεριόριστες επιλογές.

Εκεί που δεν έχεις επιλογή με τον Νίκο είναι να παίξεις με την ποιότητα της δουλειάς του. Ο δουλειές του ποδαριού… παίρνουν πόδι! Όλη αυτή η φιλοσοφία και το παθός για την τέχνη του ανθρακονήματος αντικατοπτρίζεται και στο ξεχωριστής αισθητικής κτήριο της CFC στη λεωφόρο Βάρης-Κορωπίου, που έχει επιμεληθεί ο ίδιος ο Νίκος. Εξωτερικά τα curbs και το γρασίδι θυμίζουν έντονα με πίστα αγώνων του παγκοσμίου πρωταθλήματος και εσωτερικά οι πίνακες και οι κλειστές γυάλινες βιτρίνες των χειροποίητων “έργων τέχνης" από ανθρακόνημα,  είναι ένας από τους λόγους που συνήθως βλέπεις απ'εξω παρκαρισμένα Aston Martin, Ferrari, Mclaren  και ό,τι άλλο super car μπορείς να φανταστείς. Διότι πάντα η ποιότητα της δουλειάς σου καθορίζει και την πελατεία σου- Quality attracts quality όπως λέει και ο ίδιος!