Δυο ποτιστήρια μια κιθάρα κι ένα μάθημα - Η σελίδα του MOTO που έγινε "viral"

27/9/2016

Γράφω για μοτοσυκλέτες. Ή τουλάχιστον αυτή είναι μια πρόφαση για να γράψω για κάποια πράγματα σημαντικά. Και πάντα μ’ αρέσει το απλό γράψιμο, αν έχεις να πεις κάτι δε χρειάζεται να λες πολλά. Αν δεν έχεις, μπορείς να γεμίσεις σελίδες. Η μεγαλύτερη ικανοποίηση είναι να βλέπεις ότι αυτό που λες φτάνει κάπου. Για το κείμενο με τίτλο ‘wabi sabi’ το inbox μου γέμισε μηνύματα από ανθρώπους άσχετους με μοτοσυκλέτα.

Σήμερα πήρα μια φωτογραφία, της κομμένης σελίδας μου από το περιοδικό να έχει αναρτηθεί σε ένα γραφείο καθηγητών. Πως έφτασε εκεί το βλέπετε στα μηνύματα παρακάτω. Γι’ αυτό αποφάσισα κατ’ εξαίρεση να δημοσιευτεί διαδικτυακά για όποιον θέλει να το διαβάσει. Ακολουθεί λοιπόν και όλο το κείμενο του ‘Wabi Sabi’ ή όπως δημοσιεύτηκε ‘Δυο ποτιστήρια μια κιθάρα κι ένα μάθημα’.

 

---------

«Καλησπέρα!

Βρήκα την αφορμή να σας στείλω αυτό το μήνυμα, αφού διάβασα το " 2 ποτιστήρια, μια κιθάρα και ένα μάθημα". Δεν είμαι μηχανόβια (!!!) αλλά ο σύζυγος μου νομίζω πως με αγαπάει λίγο(...μόνο λίγο) περισσότερο από τη F800GS του, πράγμα που σημαίνει ότι ειναι φανατικός του MOTO.

Για να μη μακρηγορώ, ήθελα απλώς να σας πω ότι το άρθρο σας όχι απλά με συγκίνησε αλλά με έκανε να αναλογιστώ κάποια πράγματα που θεωρώ δεδομένα. Θα το εκτυπώσω και θα το έχω στο γραφείο μου, για να μην ξεχνώ πως το απλό, παλιό, φθαρτό υπάρχει στη ζωή μας, για να θυμίζει το νόημα που χάνουμε μες στην πολύβουη ζωή μας.

Συγχαρητήρια και για τον τρόπο που γράφετε αλλά κυρίως για τα νοήματα που αποτυπώνετε!!

Καλή συνέχεια και καλές εμπνεύσεις.

Φιλικά,

Κωνσταντίνα Γεώργα»

 

-----------

«Διαβάζω το ΜΟΤΟ του Αυγούστου και πάντα αρχίζω από την τελευταία σελίδα (Στο στόμα του Λύκου). Με τον Λύκο είχαμε (και έχουμε) τις διαφορές μας, αλλά αυτό ποτέ δεν με εμπόδισε να κρίνω με όσο πιο καθαρό μάτι μπορώ.

Διαβάζω λοιπόν το Αυγουστιάτικο "Δυο ποτιστήρια, μια κιθάρα κι ένα μάθημα" και αν ήμουν Λύκος θα αποφάσιζα να μην ξαναγράψω.

Γιατί δεν νομίζω ότι ο Λάζαρος θα μπορέσει να γράψει καλύτερο, πιο ατμοσφαιρικό, πιο αληθινό κείμενο!

Θα την κρατήσω την σελίδα του περιοδικού (ως φανατικός.. "νεκρόφιλος").

Λάζαρε.... μπράβο κι ευχαριστώ !!!»

Μάνος Κιλημάντζος

-----------------

 

Ρε σύντροφε… τι ήταν αυτό το τελευταίο κείμενο στο ΜΟΤΟ… Με έστειλες, με χάζεψες, με βούρκωσες… Πολλά μπράβο! (και από την Τζένη τη γυναίκα μου).

Χάρης Μωραιτίνης.

 

Wabi Sabi

δυο ποτιστήρια μια κιθάρα κι ένα μάθημα

του Λάζαρου Αλεξάκη

 

Ναι το ξέρω σα τίτλος δε λέει και πολλά. Του λείπει το σασπένς και η ένταση. Το ζουμί όμως είναι στο μάθημα, οπότε μείνετε για λίγο μέχρι να φτάσουμε εκεί.

Να ξεκινήσουμε από τα ποτιστήρια. Τα είδα πριν από όχι πολύ καιρό σε ένα κήπο που πέρασα. Κι επειδή το να γράφεις είναι το τι παρατηρείς έκατσα λίγο παραπάνω και τα κοίταζα.

Το ένα ήταν παλιό, πολύ παλιό. Σιδερένιο, σκουριασμένο, μ’ εκείνη την όμορφη χαλκοπράσινη σκουριά που ξεκίναγε απ’ τη βάση του και ανέβαινε μέχρι πάνω αλλάζοντας όλους τους τόνους του καφέ και μερικούς του πορτοκαλί μέχρι τη βάση για το στέλεχος που κατέληγε σε κείνο το μεγάλο κωνικό παλιομοδίτικο στόμιο. Το χερούλι του είχε στραβώσει λίγο και κισσός το είχε πιάσει και το είχε τυλίξει. Ήταν ακουμπισμένο σε ένα περβάζι παραθύρου κοντά σε μια βρύση. Ήταν όμορφο. Ήταν πολύ όμορφο.

Κάτω από το περβάζι, στη βάση του μικρού τοίχου ήταν ακουμπισμένο ένα κίτρινο πλαστικό ποτιστήρι. Βρώμικο. Δεν ήξερα αν είναι παλιό ή καινούριο - οι γνώσεις μου στα ποτιστήρια είναι πολύ περιορισμένες. Ήταν σπασμένο. Είχε ένα μεγάλο βαθύ σκίσιμο στο πλάι του που έχασκε. Προφανώς δε μπορούσε να χρησιμοποιηθεί πια, αλλά δεν έφταιγε αυτό. Το βρώμικο κίτρινο χρώμα του το έκανε άσχημο. Το έκανε σκουπίδια. Φύλλα δεν είχαν πιάσει πάνω του, ήταν σαν η φύση να είχε τραβηχτεί γύρω του να μην το ακουμπήσει.

Κάποιος είχε χρόνια το σιδερένιο, μετά είχε πάρει το πλαστικό σαν πιο ελαφρύ και εύχρηστο. Κι όταν αυτό αχρηστεύτηκε ξανάπιασε το παλιό το σιδερένιο. Το πρώτο θα μπορούσε να είναι θέμα ενός πίνακα, ή μιας ωραίας φωτογραφίας, ειδικά με την πρωινή πάχνη πάνω του. Το άλλο δεν έπιανε καν πάχνη λόγω της στιλπνής του επιφάνειας. Αν το σιδερένιο σταματούσε να ποτιστηριάζει (το ωραίο με το να γράφεις είναι να φτιάχνεις ρήματα), κάποιος ίσως το γέμιζε με χώμα και το γέμιζε φυτά. Γιατί ήταν όμορφο. Το άλλο ήθελε απλά πέταμα. 

Δίπλωσα προσεχτικά τις παρατηρήσεις μου για τα ποτιστήρια σε ένα νοητό μπλοκάκι που κρατάω και συνέχισα. Το ξεδίπλωσα πολλούς μήνες αργότερα, κι έφταιγε μια κιθάρα.

Μια κιθάρα custom για να είμαι ακριβής. Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές έχω πάρει τις τελευταίες φωτογραφίες της από το φίλο Διονύση Δικέφαλο που την φτιάχνει στο χέρι. Είναι μια κιθάρα σε χρώμα φυσικού ξύλου, που θα έχει πάνω ένα φετίχ μου, το great wave off kanagawa του Hokusai σχεδιασμένο στο χέρι από το Διονύση. Συζητάμε λοιπόν το τι και το πώς. Και φυσικά στην αρχή σκέφτομαι η κιθάρα να βγει ‘τέλεια’. Να βαφτεί έτσι και να πέσει τέτοιο βερνίκι που να γίνει ‘τέλεια’, και να γίνει μια κιθάρα που μετά θα πρέπει να την προσέχω να μην πάθει τίποτα και να μη φθαρεί και να δείχνει (αιώνια;) όλη την τέχνη που έχει πάνω της. Ο Διονύσης θέλει να μη βαφτεί και να μείνει φυσικό το ξύλο πάνω της. Και μου στέλνει ένα link με δυο λέξεις. Wabi-Sabi.

 

Διαβάζω και ανακαλύπτω τον τρόπο να συνοψίσω πολλά απ’ αυτά που σκέφτομαι σ’ αυτές τις δυο λέξεις. Το wabi-sabi είναι στην ουσία του ένας διαφορετικός τρόπος σκέψης που γεννήθηκε στην Ιαπωνία αρκετά χρόνια πριν. Και αναφέρεται και στα δυο ποτιστήρια μου. Βγάζω νοητά το διπλωμένο χαρτάκι απ’ τον κήπο, το αφήνω δίπλα, φτιάχνω κι ένα καφέ και διαβάζω.

Το wabi-sabi αναφέρεται στην ομορφιά ενός αντικειμένου που είναι ατελές, που είναι φθαρτό. Που είναι ταπεινό. Που κάποια μέρα θα χαθεί όπως χάνονται όλα. Δεν αφορά την αγάπη για κάτι άφθαρτο, νεανικό και αψεγάδιαστο αλλά το σεβασμό για κάτι που περνάει, που είναι εύθραυστο, που έχει πάνω του τη μελαγχολία του τέλους του.

Το wabi-sabi αφορά την πεποίθηση ότι κάτι είναι πάντα ομορφότερο όταν φέρνει πάνω του τα σημάδια του χρόνου και της προσωπικής ενασχόλησης. Συγκεκριμένα η λέξη sabi αφορά το πώς τα σημάδια του χρόνου και της φθοράς ενισχύουν ένα αντικείμενο, ένα αντικείμενο που αποτυπώνει πάνω του σε χαρακιές, σε σπασίματα, σε γδαρσίματα, σε φθορές όλα τα γεγονότα που έχουν συμβεί στη ‘ζωή’ του. Και φυσικά αυτό μας φέρνει στην ιδέα ότι μέσα από αυτό αποδεχόμαστε και εμείς το πόσο φθαρτοί και περαστικοί είμαστε και απορρίπτει την ψευδαίσθηση του ‘αθάνατου’. Σε κάνει όχι μόνο να καταλάβεις αλλά και να αποδεχτείς ‘τον κύκλο’.

Αυτός είναι ένας απ’ τους λόγους που το πλαστικό σαν υλικό με απωθούσε πάντα έντονα. Πολύ περισσότερο στις μοτοσυκλέτες που είναι και φετίχ μετακίνησης για μένα. Το πλαστικό και η μαζική παραγωγή είναι η μαρκετίστικη και οικονομικά ‘συμφέρουσα’ επιλογή στο να μη δεχτείς αυτόν τον κύκλο. Χάλασε; Το πετάς και παίρνεις άλλο. Ξαφνικά τα ‘αντικείμενα’ δεν έχουν ζωή και κύκλο, δεν έχουν πορεία στο χρόνο γιατί αυτή δεν αποτυπώνεται πάνω τους, έχουν απλά ένα ‘ον’ και ‘οφφ’. Είτε δουλεύει και το κρατάς είτε δε δουλεύει και το πετάς και παίρνεις ένα άλλο. Κι έτσι μαθαίνεις λίγο και σε μια αναλώσιμη νοοτροπία που βολεύει τους καιρούς που ζούμε. Αναλώσιμοι εργαζόμενοι, εργοδότες, σχέσεις. Μπορεί να σε πάει σε επικίνδυνα μονοπάτια το αναλώσιμο, πέρα από την αισθητική.

Όμως αυτή είναι η τάση των καιρών. Η απόφαση έχει προ πολλού παρθεί. Και τα αντικείμενα που ‘χαράζονται’ απ’ το χρόνο όσο περνάει ο καιρός γίνονται όλο και πιο σπάνια και γι’ αυτό πιο πολύτιμα. Το να βρεις μια φωτογραφία σε ένα συρτάρι, κιτρινισμένη, ξεφτισμένη, στη γωνία σχισμένη, γραμμένο πίσω με στυλό ‘εκδρομή Μάιος 1975’ δεν είναι το ίδιο με το να βρεις ένα jpeg σε φάκελο. Το να βρεις το βιβλίο που διάβαζες μικρός, με τις σημειώσεις σου, με τα χαζά σχέδια στο οπισθόφυλλο, με αρχικά που μόνο εσύ ξέρεις τι σημαίνουν δεν είναι το ίδιο με το pdf στο tablet. Μερικά πράγματα ρουφάνε τη ζωή κι αφήνονται στη φθορά της. Άλλα είναι απλά προϊόντα.

Έχω γνωρίσει ανθρώπους που έχουν γεράσει μέσα σ’ ένα παλιό αμάξι, πάνω στη σέλα μιας Φλορέτας. Μέσα και πάνω σε σίδερα που φτιάχτηκαν – αν τα πρόσεχες – να κρατήσουν για μια ζωή. Κι αυτά κράτησαν.

Χαμογελάω συνήθως όταν ακούω κάποιον με τον οποίο μιλάω για μοτοσυκλέτες, ποτιστήρια ή παλιές φωτογραφίες να μου μιλάει – λογικά βέβαια – για τη χρήση τους. Μα αφού έτσι είναι πιο ελαφρύ, πιο εύκολο, πιο γρήγορο, τα βιβλία σε pdf δεν πιάνουν χώρο, τα jpg έχουν ανάλυση πολλά megapixels, τα πλαστικά εργαλεία, τα πλαστικά πιάτα, τα πλαστικά κουτάλια, ευκολία – και μετά; Μετά το πετάς.

Τα άλογα μας τα συνηθίσαμε σιδερένια. Όχι πλαστικά. Τα συνηθίσαμε να καταλαβαίνουμε πως δουλεύουν. Όχι μ’ ένα μάτσο ηλεκτρικά. Τα συνηθίσαμε να αποτυπώνουν πάνω τους τη ζωή μας, όχι να τα πετάμε και να παίρνουμε άλλα. Τα συνηθίσαμε να τα φτιάχνουμε με μέταλλα κι όχι με 3d-printer. Συνηθίσαμε να βλέπουμε τη ζωή μας που πέρασε πάνω στις γρατζουνιές τους και τα σημάδια τους και να προσπαθούμε να τα γιατρέψουμε. Η σκουριά ποτέ δεν κοιμάται έλεγε κι ο άλλος ο παλιοροκάς. Rust never sleeps. Όσο εσύ τρίβεις και φτιάχνεις και μαζεύεις, αυτή κάνει τη δουλειά της, 24 ώρες τη μέρα, 365 μέρες το χρόνο, η σκουριά δεν κοιμάται. Κι όταν τη χάσουμε τη μάχη με το χρόνο, γιατί πάντα τη χάνουμε, θα το κρατήσουμε σε μια γωνιά γιατί έχει να πει μια ιστορία. Ατελή, πονεμένη, γεμάτη σπασίματα και αποτυχίες δικές του και δικές μας – μα μια ιστορία. Μια δική μας ιστορία.

Κι όταν μεγαλώσω κι έχω σε μια γωνία το μηχανάκι μου, την κιθάρα του Διονύση, και μερικά άλλα ‘παλιοπράγματα’, θέλω να βλέπω ιστορίες γύρω μου, όχι σκουπίδια. Θέλω να χουν κάτι να μου πούνε και κάτι να τους πω. Καλές ιστορίες και καλούς δρόμους αδέρφια.

 

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ARKHAM MANOR - Διήγημα

7/9/2016

Έχουν περάσει χρόνια, από τότε που το παρακάτω διήγημα δημοσιεύθηκε στο MOTO και σε συνεννόηση με τον Λάζαρο Αλεξάκη, το «Στόμα του Λύκου» δηλαδή, αποφασίσαμε να δοκιμάσουμε τα περιθώρια φορτώματος μίας ιστοσελίδας. Λένε ότι κάθε χρόνο αναθεωρείται προς τα πάνω, το πολύ μικρό μέγεθος κειμένου που μπορείς να βάλεις στη σελίδα ενός site, πριν αρχίσει το ατελείωτο κατεβατό να τρομάζει τον κόσμο, κι εμείς έχουμε την κατάλληλη δοκιμασία. Ένα κείμενο, καλογραμμένο, που είχε μεγάλη απήχηση στους αναγνώστες του περιοδικού, απλώνεται παρακάτω με μία σημαδιακή ανταμοιβή, για τον πολύ προσεκτικό αναγνώστη. Εκείνος που θα αναγνωρίσει τους τέσσερις μεγάλους συγγραφείς που παραπέμπονται στο διήγημα, θα κερδίσει το βιβλίο του Λάζαρου Αλεξάκη με συλλεκτική αφιέρωση από Λέκκα και Γουρουνά! Ο άτυπος διαγωνισμός ανάγνωσης, σας καλεί να δώστε προσοχή σ’ ένα μοτοσυκλετιστικό-χιουμοριστικό-διήγημα μυστηρίου (κατηγορία από μόνο του δηλαδή) και να ξεκινήσετε μία μακρά αναζήτηση για τα τέσσερα ονόματα, οι λεπτομέρειες στο τέλος…    

 

 

Αναδημοσίευση από MOTO τ.479 - 15 Μαρτίου 2011:

 

 ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ARKHAM MANOR

του Λάζαρου Αλεξάκη

 

 

Η Agatha Christie ήταν για μένα κάτι σαν τη Bonneville του αστυνομικού μυθιστορήματος. Απλά δε γίνεται να μη σ΄ αρέσει. Το κακό με την θεία Agatha όμως, όπως και με άλλους μεγάλους συγγραφείς, ήταν ότι έπεσαν θύματα κακών μεταφράσεων. Έτσι ελάχιστα έγινε γνωστό το πόσο σχετικά με τη μοτοσυκλέτα ήταν τα περισσότερα από τα γραπτά τους.

Το ίδιο μήπως δεν συνέβη και στον Ιούλιο Βερν; Ποιος θα ξεχάσει το ‘20.000 Φλάντζες Εγώ Τις Χάλασα’ ή το εξαιρετικό ‘Από το Puch στο Morini;’ Χωρίς να ξεχνάμε βέβαια τα αξεπέραστα long term τεχνικά του, όπως ‘Ο Πύρος της Μπιέλας σε 80 μέρες.’

Επιφυλάσσομαι να είναι ο επόμενος που θα ασχοληθώ, ελπίζοντας να αποφύγω τις μηνύσεις από τους όποιος εξοργισμένους απογόνους του. Για την ώρα, σας παρουσιάζω σε παγκόσμια πρώτη, την Agatha Christie όπως δεν την γνωρίσατε ποτέ. Κυρίες και κύριοι, τo μυστήριο του Arkham σας καλεί όχι μόνο να το διαβάσετε αλλά και να το λύσετε….

 

 

Αναπαυτικά καθισμένος στο κουπέ της πρώτης θέσης ο Poirot τράβηξε αργά την κουρτίνα και κοίταξε έξω από το μικρό παράθυρο. Η έπαυλη του λόρδου Arthur Peters Worthunfarthington Johnston σύμφωνα με τις οδηγίες που του έδωσαν δεν ήταν παρά λίγα μίλια από το σταθμό, όπου και θα τον περίμενε ο σωφέρ για να τον μεταφέρει.

 

Περίεργη υπόθεση, με πολλά σκοτεινά σημεία, ακόμα και για τον έμπειρο Βέλγο ντέντεκτιβ. Οι αφηγήσεις του λόρδου στα τηλεγραφήματα του ήταν αποσπασματικές, φανέρωναν όμως τον ανείπωτο τρόμο όσων συνέχιζαν τη ζωή τους πίσω από τους ψηλούς τοίχους του Arkham Manor. Oι παράξενοι θόρυβοι τη νύχτα, σαν από ένα μηχανικό τέρας. Τα ουρλιαχτά. Οι νεκρές πάπιες. Ο καπνός που σηκωνόταν σα σύννεφο μες στη νύχτα. Τα μάτια που κοίταζαν έντρομα πίσω από τα κλειδωμένα παραθυρόφυλλα. Και η σιωπή που σκέπαζε τα πάντα μέχρι να έρθει το πρωί. Τουλάχιστον καμία ανθρώπινη ζωή δεν είχε χαθεί. Όχι ακόμα. Και όσο περνούσε από το χέρι του Poirot τα πράγματα θα έμεναν έτσι μέχρι το μυστήριο να λυθεί.

 

Παράξενο, όμως όσο το τραίνο πλησίαζε το σταθμό του Arkham ο ουρανός σαν να σκοτείνιαζε… Βγαίνοντας από το τραίνο, από τα ζεστά βελούδινα καθίσματα του κουπέ, ένιωσε τον κρύο αέρα να διαπερνάει την κάπα του. Ευτυχώς ο οδηγός του λόρδου ήταν συνεπής στο ραντεβού τους, και η ματιά του δεν δυσκολεύτηκε να διακρίνει τον διάσημο Poirot.

 

‘Τιμή μου που σας γνωρίζω κύριε Poirot. Είμαι ο σωφέρ του λόρδου Arthur Peters Worthunfarthington Johnston και το όνομα μου είναι Pip. Kανονικά λέγομαι Pipperton αλλά ο λόρδος το βρίσκει δύσκολο να θυμάται μεγάλα ονόματα.’

 

‘Διόλου παράξενο. Δεν έχουν όλοι εξασκημένη μνήμη Pipperman.’

 

‘Pipperton’

 

‘Pip λοιπόν ε;’

 

Η Bentley ξεκίνησε αργά για το Arkham Manor. Όσο το πλησίαζαν τόσο καταλάβαινε ο Poirot ότι οι αναφορές που μιλούσαν για ένα πραγματικά επιβλητικό κτίριο ήταν απόλυτα ακριβείς. Οι μεγάλες σιδερένιες πόρτες με το οικόσημο του Λόρδου αριστερά και δεξιά οδηγούσαν στο μακρύ, ατέλειωτο δρόμο με τους πανέμορφους κήπους.

 

‘Σταμάτα το αυτοκίνητο!’ φώναξε άξαφνα αλλά επιτακτικά ο Poirot και ο οδηγός υπάκουσε.

 

‘Επιστρέφω αμέσως Peppercan’

 

‘Pipperton κύριε’

 

‘Δε νομίζεις ότι είναι λίγο ακατάλληλη η ώρα για κουβεντούλα Pip;’

 

Έσκυψε πάνω από το γρασίδι. Το μύρισε. Το έτριψε απαλά με τις άκρες των δακτύλων του.

 

‘Εάν ο κύριος το επιθυμεί τον πληροφορώ ότι έχουμε απόλυτα σύγχρονες τουαλέτες στην έπαυλη.’

 

‘Ποτέ μου δε χώνεψα ένα εξυπνάκια Paperton’.

 

Έκοψε μια λεπίδα από το γρασίδι και τυλίγοντας την στο μαντήλι του την έβαλε προσεκτικά στην τσέπη του και ξαναπήρε τη θέση του στο αυτοκίνητο. Σύντομα βρισκόταν μπροστά στην κεντρική είσοδο του Arkham. Ο ηλικιωμένος μπάτλερ τον καλωσόρισε και περνώντας από την τεράστια δρύινη πόρτα, το χωλ, τη βιβλιοθήκη, το conservatorium και το μακρύ διάδρομο που οδηγούσε στο δωμάτιο ζωγραφικής βρέθηκαν σε ένα μικρό αλλά καλόγουστο σαλόνι. Το οικόσημο του οίκου Arkham δέσποζε πάνω απ’ το τζάκι. Ένα κοράκι που κρατούσε με τα νύχια του πίσσα και πούπουλα, με μια λιτή γραφή στο κάτω μέρος: Quaero Scriptor.

 

Ο λόρδος ήταν ένας ψηλός, ρωμαλέος άνδρας γύρω στα 60 που δεν φαινόταν να έχει ταλαιπωρηθεί ιδιαίτερα από το πέρασμα των χρόνων.

 

‘Αγαπητέ Poirot, δεν ξέρετε πόσο ευγνώμων είμαι που δεχτήκατε την τόσο ξαφνική πρόκληση μου!’

‘Δεν θα μπορούσα να πω όχι σε ένα τέτοιο μυστήριο όπως αυτό που μου περιγράψατε λόρδε Arthur Peters Worthunfarthington Johnston’ είπε ο Poirot.

‘Ω, σας παρακαλώ, λέγετέ με απλώς Peters Worthunfarthington Johnston’ είπε ο λόρδος εγκάρδια. Λοιπόν σας ακούω κύριε Poirot.’

‘Λόρδε, έχω ακούσει βέβαια τις φήμες για το Arkham, θα ήθελα όμως να μου πείτε από πρώτο χέρι τι συμβαίνει.’

 

‘Όλα άρχισαν πριν από τρεις εβδομάδες ακριβώς. Είχαμε πιεί το τσάι μας και είχαμε αποσυρθεί για να αναπαυθούμε. Η λαίδη ήταν λίγο ταραγμένη απ΄ ότι θυμάμαι γιατί είχε δει στο παράθυρο ένα τζίτζικα.

Το ίδιο βράδυ η υπηρέτρια μας, η Floretta της είχε φέρει το τσάι με το κουταλάκι από την λάθος μεριά της φλιτζάνας. Όχι μόνον αυτό αλλά είχε φέρει το φλιτζάνι της Τρίτης αντί για της Παρασκευής. Δεν μπορώ να καταλάβω πως έκανε τέτοιο λάθος όμως η λαίδη έδειξε κατανόηση και συγκράτησε την έκπληξη της. Το βράδυ, θα πρέπει να ήταν κατά τις 2 μετά τα μεσάνυχτα ακούσαμε παράξενους θορύβους, και κάποιον να αγκομαχεί δυνατά. Οι θόρυβοι δυνάμωσαν και μια περίεργη μυρωδιά πλανήθηκε στον αέρα. Προσπάθησα να καθησυχάσω τη λαίδη ότι δεν ήταν πάλι ο τζίτζικας όμως οι θόρυβοι δυνάμωσαν μέχρι που έγιναν ένα εφιαλτικό κροτάλισμα. Ξαφνικά ο θόρυβος άλλαξε χροιά, κι άρχισε να ακούγεται από παντού, σα να περικυκλώνει την έπαυλη. Την άλλη μέρα είδαμε την πρώτη πάπια νεκρή και τα πρώτα σημάδια στο γρασίδι, η δε δυσοσμία ήταν ασύλληπτη.’

 

‘Ειδοποιήσατε την αστυνομία φαντάζομαι.’

 

‘Φυσικά. Δεν μπορώ να πω όμως ότι ο επιθεωρητής Moran έδειξε την απαραίτητη προσοχή. Το βρήκαμε δε σίγουρα κακόγουστο όταν μας ζήτησε να κρατήσει την πάπια.’

 

‘Όλα ήταν ήσυχα για μια εβδομάδα, μετά όμως οι θόρυβοι και η δυσοσμία ξανάρχισαν, μαζί με μακρόσυρτα ουρλιαχτά. Το προσωπικό έχει τρομοκρατηθεί. Τις νύχτες ασφαλίζουμε πόρτες και παράθυρα, και κανείς δε μιλάει πια γι’ αυτό. Ζούμε μέσα στον τρόμο. Οι πάπιες της λαίδης έχουν αποδεκατιστεί ακόμα και οι Αρσενικοί Μανδαρίνοι. Δεν σας κρύβω ότι είμαστε σε απόγνωση Poirot.’    

 

 

‘Ποιοι μένουν στην έπαυλη εκτός από εσάς και τη λαίδη;’

‘Μαζί μας μένει ο αδελφός μου, λόρδος Jeremy Peters Worthunfarthington Johnston, μαζί με την Αμερικάνικης καταγωγής σύζυγο του λαίδη Fordmustangson και τα παιδιά της από τον πρώτο της γάμο, τον Corvet Fordmustangson και τον Edsel. Πάντα έβρισκα τα αμερικάνικα ονόματα λίγο κακόγουστα.’

 

‘Κανένας άλλος;’

 

‘Ένας μακρινός ξάδελφος της λαίδης, ο Hinckley Scramblerson. Λίγο.. σκιώδης αν θες τη γνώμη μου αν και δεν θα ήθελα να φτάσει κάτι στα αυτιά της λαίδης. Συχνάζει σε ένα καταγώγιο… νομίζω λέγεται  The Three-Cylinder Beer Barrel. Για να πω την αλήθεια τον αποφεύγω.’

 

‘Αυτοί είναι όλοι;’

 

‘Και το υπηρετικό προσωπικό φυσικά για το οποίο θα ήταν καλύτερα να σας μιλήσει η λαίδη.’

 

‘Τότε φωνάξτε μου τη λαίδη σας παρακαλώ, θα ήθελα να έχω πληροφορίες για κάθε έναν που μένει στην έπαυλη πριν τους ανακρίνω χωριστά.’

 

‘Φυσικά Poirot. Αν θελήσεις κάτι άλλο από μένα πες στον Paperfan να με ειδοποιήσει.’

 

Pankerton’ τον διόρθωσε χαμογελαστά ο Poirot.

 

‘Σωστά’ είπε χαμογελαστά ο λόρδος. ‘Θα καλέσω τη λαίδη για σένα.’

 

Πράγματι σε λίγο η λαίδη ήταν στο κομψό σαλόνι απαντώντας τις ερωτήσεις του Poirot. Ήταν ακόμα μια πολύ ελκυστική γυναίκα, με ντελικάτα χαρακτηριστικά παρά την ηλικία της, έδειχνε δε καθαρά την ενόχληση της στις ερωτήσεις του Poirot.

 

Tο υπηρετικό προσωπικό είναι υπεράνω υποψίας’ είπε στεγνά η λαίδη Peters Worthunfarthington-Johnston Harris.

‘Κανείς δεν είναι’ αντιγύρισε απλά ο Poirot. ‘Πείτε μου ότι ξέρετε γι’ αυτές’.

‘Είναι τέσσερις υπό την εποπτεία της κυρίας Marbellafiatson, και τις πήραμε με τις καλύτερες συστάσεις από ένα οικοτροφείο της Ιταλίας στο εκεί ταξίδι μας. H Lambretta, η Floretta, η Βeta και η Maneta. H Lambretta έχει μια Φλορέτα με σπασμένη μανέτα. Η Floretta έχει μια Βeta με σπασμένη φουρκέτα. Η Maneta έχει μια Λαμπρέτα και στρίβει φέτα’

‘Και η Βeta;’

‘Τι ανόητη ερώτηση. Η Beta έχει SACHS .’

Mήπως η Lambretta με τη Φλορέτα με τη σπασμένη μανέτα είναι και κοκέτα;’ σφύριξε θυμωμένα ο  Poirot.

‘Φοβάμαι ότι δε σας καταλαβαίνω’ είπε ψυχρά η λαίδη. ‘Θα θέλατε ίσως να διακόψουμε για λίγο;’

‘Όχι. Θα υπάγω μια βόλτα στον κήπο. Χρειάζομαι καθαρό αέρα για να σκεφτώ.’

 

Ο Poirot περπάτησε για ώρα στον κήπο ανάμεσα στα διάφορα μακρόφυλλα ροδακοειδή με μερικές εξαιρετικές guzmania lingulata και θαύμασε την ποικιλία σύνθετων τοξοειδών και κρεμοκλαδών όπως οι scindapsus pictus και nephrolepis exaltata, όμως ο κρύος αέρας τον έκανε να αναζητήσει ξανά τη θαλπωρή της έπαυλης. Στο γυρισμό συνάντησε ξανά τη λαίδη.

 

‘Πως σας φάνηκε ο κήπος μας κύριε Poirot; Ελπίζω ικανοποιητικός.’

 

‘Πραγματικά εντυπωσιακός. Παραξενεύτηκα όμως λίγο με κάποιες ελλείψεις. Μερικές pellaea rotundifolia θα έδεναν υπέροχα, δε νομίζετε; Ίσως και μερικά ricinus communis;’

 

Η λαίδη χλώμιασε. ‘Δεν μας αρέσουν τόσο τα μικρόφυλλα τοξοειδή κύριε Poirot.’

 

‘Α, μην δίνετε σημασία λαίδη μου. Απλά εξασκώ τις γνώσεις βοτανολογίας μου, ένας τομέας που τον βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρον και που δεν παύω να καλλιεργώ όποτε μου δοθεί η ευκαιρία.’

 

‘Μα τι έπαθε το πόδι σας;’

 

‘Πιθανόν να πάτησα κάποια αγγειόσπερμη κνιδοειδή ούρτικα, τίποτε σοβαρό.’

 

‘Καλά γιατί μπήκατε μέσα στις τσουκνίδες; Θα στείλω άμεσα στο δωμάτιο σας τη Floretta να σας φροντίσει.’

 

‘Μην ανησυχείτε κυρία μου, έχω επιβιώσει ακόμα και από το Φύλλο του Διαβόλου της νήσου Τιμόρ. Πάντως όντως θα πάω προληπτικά έστω στο δωμάτιο μου, θα ήθελα όμως να δω τη Floretta και μετά φυσικά όλο το υπηρετικό προσωπικό.’   

 

‘Μα φυσικά’ είπε παγερά η λαίδη. ‘Έχετε ένα μυστήριο να λύσετε, έτσι δεν είναι;’ είπε λίγο ειρωνικά.

 

Kαι κάτι άλλο. Θα ήθελα αν υπάρχει λίγο καστορέλαιο για το πόδι μου. Φαντάζομαι υπάρχει;’

 

Kαι βέβαια. Το χρησιμοποιούμε για το φωτισμό της έπαυλης.’

 

‘Πολύ καλά λοιπόν. Aλήθεια τι ώρα είναι το δείπνο;’

 

‘Σε μισή ώρα. ΄Ισως θα θέλατε να πάρετε πρώτα το δείπνο μαζί μας πριν τις ανακρίσεις σας;’

 

‘Γιατί όχι αν και δεν θα έλεγα ότι έχω ιδιαίτερη όρεξη. Έχω δώσει ήδη οδηγίες στον σεφ για τα αυγά μου, απλά πείτε του να προσθέσει και επτά μερίδες beef Wellington με λίγο ψωμάκι. Ποτέ δεν μπορείς να είσαι αρκετά προσεκτικός με τη διατροφή.’

 

‘Το βλέπω. Θα σας δω στο δείπνο λοιπόν’

 

 

Στο δείπνο όλοι ήθελαν να δουν τον διάσημο Βέλγο. Ο λιγότερο πρόθυμος ήταν ο Hinckley Scramblerson, ένας ψιλόλιγνος νέος με γαμψή μύτη και λαδωμένο τσουλούφι, ο οποίος κροτάλιζε εκνευριστικά το πιρούνι του σε όλη τη διάρκεια του δείπνου κοιτώντας ειρωνικά τον Poirot. Τα κορίτσια του υπηρετικού προσωπικού ήταν όπως τα είχε περιγράψει η λαίδη, πρόθυμες και πρόσχαρες κοπέλες που φρόντιζαν ακούραστα τους καλεσμένους του λόρδου, είχαν δε όλες εκείνη την κλασσική, απέριττη ομορφιά που έχουν οι περισσότερες ιταλίδες του νότου.

 

Η λαίδη Fordmustangson ήταν μια ψηλή εντυπωσιακή Αμερικανίδα με μακριά ξανθά μαλλιά. Του μίλησε για το πόσο ενδιαφέρουσα έβρισκε την Αγγλία σα χώρα, αν κι ο σύζυγος της, ένας μικροκαμωμένος ανθρωπάκος με ιδιαίτερα τσιριχτή φωνή, εξακολουθούσε να το βλέπει σαν θυσία και απόδειξη αγάπης εκ μέρους της το ότι άφησε την Αμερική για να έρθει στις ομίχλες του Arkham. Tα παιδιά της λαίδης από τον πρώτο της γάμο, ο Corvet Fordmustangson και ο Edsel, και οι δυο κοντόχοντροι και ασθμαίνοντες, φαίνονταν απόμακροι, και χαμένοι στις σκέψεις τους, ζητούσαν δε επίμονα και συνεχώς από τον σεφ να τους βάλει άγευστα μπιφτέκια ανάμεσα σε δυο φέτες ψωμιού με μια πίκλα.

 

Κι ο Poirot όμως, πέρα από τις συνήθεις γαστριμαργικές του ιδιοτροπίες ζήτησε κάτι ακόμα από τον ίδιο το λόρδο. Να σερβιριστούν μικρά scones σε όλους αλλά χωρίς βούτυρο, το οποίο θα ερχόταν χωριστά ώστε ο καθένας να αλείψει όσο θέλει στο ψωμάκι του. Έτσι και έγινε χωρίς όμως ο Poirot να εξηγήσει αυτή την παράκλησή του.

 

Στο τέλος του δείπνου πήρε τον λόρδο παράμερα.

‘Πιστεύω ότι είμαι μόλις ένα βήμα πριν από τη λύση του μυστηρίου’ είπε χαμογελώντας αυτάρεσκα. ‘Ας περιμένουμε όμως να δούμε τι θα δείξουν και οι ανακρίσεις.’

Mα… πως; Poirot χωρίς να θέλω να σας αμφισβητήσω μου φαίνεται αδιανόητο! Ο επιθεωρητής  Sebastian Mo-’

Mη με προσβάλλετε συγκρίνοντας με με αυτόν τον απαίδευτο υπαλληλίσκο’ άστραψε ο Poirot.

‘Με συγχωρείτε! Σε καμία περίπτωση δε θα το έκανα!’

‘Πολύ καλά. Μόλις είμαι απόλυτα βέβαιος για την κρίση μου, που είναι απλά θέμα χρόνου, θα σας καλέσω όλους για να σας το πω. Πιστεύω όμως ότι πρέπει να βιαστούμε. Αν συμβαίνει αυτό που σκέφτομαι, όσο η ημερομηνία πλησιάζει, τόσο τα πράγματα θα χειροτερεύουν.’

‘Τι εννοείς; Για ποια ημερομηνία μιλάς; Και πόσο θα χειροτερέψουν;’ ψέλλισε ο λόρδος.

‘Όλα εν καιρώ…’ απάντησε αινιγματικά ο Poirot.

 

Το επόμενο βράδυ όπως είχε ζητήσει ο Poirot όλοι βρίσκονταν μαζεμένοι γύρω από το τζάκι. Όσο κι αν προσπαθούσαν να κρύψουν τη νευρικότητά τους όλοι απέφευγαν τη διεισδυτική ματιά του Βέλγου.

 

‘Σας κάλεσα εδώ για να σας αποκαλύψω τη λύση του μυστηρίου’ είπε αυτάρεσκα αλλά και με μια μικρή δόση απογοήτευσης ο Poirot. Περίμενε μια πραγματική πρόκληση, ανάλογη του ταλέντου του, όμως η λύση ήταν μπροστά στα μάτια του.

 

‘Νεκρές πάπιες. Θόρυβοι σαν από ένα διαβολικό μηχάνημα. Δύσοσμος καπνός. Μια σπασμένη μανέτα. Μια χαμένη φουρκέτα. Αλήθεια δεσποινίδες μου πιστεύατε ότι θα κοροιδεύατε έναν Hercules Poirot;’ ρώτησε με ένα σαρδόνιο χαμόγελο κοιτώντας κατάματα τις υπηρέτριες. Η Beta ξέσπασε σε αναφυλλητά. ‘Εμείς…’

 

Poirot για όνομα του θεού!’ πετάχτηκε η λαίδη.

 

‘Λίγο υπομονή παρακαλώ και θα καταλάβετε’ είπε ατάραχος ο Poirot. ‘Θα ήθελα να είχαμε αυτή τη συζήτηση στον κήπο αλλά βρέχει δυστυχώς. Πόσο διαφορετικό κλίμα από το όμορφο κλίμα της Florida, έτσι δεν είναι λαίδη Fordmustangson;’

 

‘Δεν σας καταλαβαίνω Poirot.’ είπε η λαίδη όχι χωρίς να χλωμιάσει. ‘Φυσικά και είναι αλλά δε σκέφτηκα το κλίμα όταν ακολούθησα το σύζυγο μου.’

 

‘Κι όμως… αφήσατε πολύ περισσότερα πίσω σας στην Αμερική πέρα από τον ήλιο, έτσι δεν είναι; Κάτι περισσότερο από ελεεινά μπιφτέκια σε ψωμάκι με πίκλες. Αφήσατε μια μεγάλη σας αγάπη.’

 

‘Πως τολμάτε;’ σφύριξε η λαίδη εξοργισμένη. ‘Ήμουν πάντα απόλυτα πιστή στο σύζυγό μου!’

‘Ω δεν αμφιβάλλω’ είπε κάπως αδιάφορα ο Poirot. ‘Όμως δεν μιλάμε για το ίδιο πράγμα. Αναφερόμουν στην Daytona.’

 

H λαίδη κάθισε πίσω με σφιγμένα χείλια.

 

‘Βλέπετε η λαίδη Fordmustangson είχε ένα πάθος που δεν μπορούσε να χαλιναγωγήσει. Τις μοτοσυκλέτες. Από τις 24 Ιανουαρίου του 1939 δεν έχανε ποτέ ούτε μια συγκέντρωση της Daytona. Φυσικά η κοινωνική της θέση κοντά στον λόρδο Jeremy δεν της επέτρεπε να συνεχίσει αυτή την τρέλα. Πιστεύοντας ότι θα το αφήσει πίσω της πιο εύκολα ακολούθησε το λόρδο στο Arkham. Όμως σύντομα είχε σύνδρομα στέρησης. Έχω εδώ μια παραγγελία που είχε κάνει στον βελτιωτικό οίκο Billgibbonson για ψηλά τιμόνια με κρόσια.’

 

‘Μα.. μα αυτό είναι ανήκουστο!’ ξέσπασε ο λόρδος Jeremy. ‘Σας καλώ να ανακαλέσετε Poirot! Ναι ήξερα το πάθος της γυναίκας μου όταν την πήρα, αυτή την αρρώστια που την κατέτρωγε. Εγώ την πήρα μακριά από τα Wet T-Shirt Contests και τα Drag Strip Races και κοντά μου βρήκε τη νηφαλιότητα που της έλειπε! Εξάλλου δεν υπάρχει μοτοσυκλέτα πουθενά στο Arkham Manor πέρα από τις γνωστές του υπηρετικού προσωπικού!’

 

‘Η χαμένη μανέτα και η φουρκέτα με έβαλαν σε σκέψεις, σε συνδυασμό με το καστορέλαιο το οποίο σύμφωνα με την οικονόμο, τη μις Marbellafiatson κάποιος έκλεβε τακτικά. Αυτή η γυναίκα’ είπε με στόμφο ο Poirot δείχνοντας τη λαίδη που τώρα έκλαιγε γοερά, ‘έπαιρνε ανταλλακτικά από τα άτυχα κορίτσια ορκίζοντάς τα να μην μιλήσουν για τις ανίερες πράξεις της, έκλεβε το καστορέλαιο για λάδι μίξης, και μάλιστα είχε παραγγείλει και δερμάτινο μπουφάν από το Λονδίνο που έγραφε Daytona or Bust. Όσο πλησίαζε η ημερομηνία του επόμενου αγώνα, τόσο το ασίγαστο πάθος της φούντωνε. Όπως μου έδειξαν οι έρευνες μου σκόπευε να μετατρέψει τη μηχανή του γκαζόν σε δίχρονο εντούρο και μ’ αυτό να κάνει μια απέλπιδα προσπάθεια να ξανατρέξει.’

 

‘Μα πως…’ ψέλλισε αδύναμα ο λόρδος Jeremy.

 

‘Αν θυμάστε στο δείπνο ζήτησα να σερβιριστούν ψωμάκια το οποία η λαίδη βουτύρωνε κρατώντας το μαχαίρι σαν γκριπ γκαζιού, απλώνοντας το βούτυρο σαν να ανοίγει γκάζι. Αυτή ήταν και η πρώτη μου υποψία. Τα αγκομαχητά που ακούγονταν τις νύχτες ήταν προφανώς γιατί εκείνη την ώρα έριχνε μανιβελιές. Το γκαζόν είναι άκοπο αρκετό καιρό πράγμα που σημαίνει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Τη μυρωδιά την εξήγησα ήδη. Ο θόρυβος του μηχανικού αυτού τερατουργήματος ήταν αυτό που ακούγατε τα βράδια…’

 

‘Και οι νεκρές πάπιες;’

 

‘Απλό. Άλλοτε προσπαθούσε για καλή έξοδο στα 0-400 και δε σταματούσε ότι και να βρισκόταν στο διάβα της. Είστε τυχεροί που δεν ήταν κάποιος από σας. Άλλοτε πάλι κολλούσε το γκάζι, ποιος ξέρει. Κι όμως αυτή είναι η αλήθεια.’

 

Η λαίδη σηκώθηκε αργά, κοιτώντας έναν-έναν τους εμβρόντητους συνδαιτυμόνες της. ‘Λοιπόν ναι, είναι αλήθεια. Η μυρωδιά του καστορέλαιου με τρέλαινε. Σηκωνόμουν τα βράδια σαν υπνωτισμένη θέλοντας να μυρίσω λίγο ακόμα καμμένο λάστιχο. Δε σκεφτόμουν ούτε τα παιδιά μου, ούτε τις πάπιες, ούτε τον οίκο Arkham. Ναι. Είμαι μια κολασμένη.’

 

‘Τότε φύγε από αυτό το σπίτι’ ψέλλισε κάτωχρος ο λόρδος Jeremy. ‘Αρκετό κακό έκανες και στα πουλερικά και στους ανθρώπους. Φύγε. Φύγε και μην ξαναγυρίσεις.’

 

Η λαίδη Fordmustangson προχώρησε αργά προς την πόρτα. Όμως τη σταμάτησε ο Poirot.

 

‘Τι συμβαίνει ντετέκτιβ; Νομίζω ότι δεν έχω κάνει ακόμα κάποιο έγκλημα. Πέρα ίσως από μερικές πάπιες.’

 

‘Ναι, σ’ αυτό δεν έχετε άδικο. Όμως δεν είναι αυτός ο λόγος που σας εμπόδισα. Αν αυτό το δίχρονο παίρνει δικάβαλλο θέλω να έρθω κι εγώ στη Daytona. Σε 33 νουβέλες και 51 διηγήματα το μόνο που κάνω είναι να πίνω κακάο, να τρώω βραστά αυγά, να βρέχομαι και να στρίβω το μουστάκι. Πάμε να δείξουμε σ’ αυτούς τους κουλοαμερικάνους της Daytona πως πάνε οι Βρετανικές γκαζιέρες.’

 

Βουβοί οι πρωταγωνιστές του μικρού αυτού δράματος παρακολουθούσαν τον Poirot να ξεμακραίνει με τη λαίδη Fordmustangson, στο στενό επαρχιακό δρόμο. Ήταν μια εξέλιξη που κανείς μα κανείς τους δεν είχε προβλέψει.

 

‘Χαλάλι τους η μανέτα’ ψιθύρισε η Floretta. ‘Και η φουρκέτα’ είπαν μαζί η Beta και η Manetta. Πάμε να φτιάξουμε μια ομελέτα;’ πρότεινε η Lambretta.

 

Το σούρουπο έπεσε αργά στο Arkham Manor. Και μύριζε καστορέλαιο.

 

The End

 

 

ΥΓ. Μια και ακολούθησα όσο μπορούσα πιστά τα βήματα της Μεγάλης Κυρίας, του αστυνομικού μυθιστορήματος, ήθελα να δώσω στην ιστορία αυτή κάτι παραπάνω, μια και σπάνια γράφω τέτοιου ύφους διηγήματα. Έτσι στο κείμενο που μόλις διαβάσατε ‘κρύβονται’ τέσσερις συγγραφείς του διαμετρήματος της Agatha Christie. Το που είναι κρυμμένοι δεν είναι δύσκολο να βρεθεί. Υπάρχουν τα στοιχεία που παραπέμπουν σ’ αυτούς αρκεί κάποιος να διαβάσει προσεκτικά. Όποιος βρει ‘τους Τέσσερις’, δεν έχει παρά να στείλει ένα mail στο [email protected] δίνοντας τα ονόματα τους και τα στοιχεία που οδήγησαν σ’ αυτούς! Θεωρώ ότι μία εβδομάδα είναι αρκετός χρόνος αναμονής, στο τέλος της οποίας θα δοθεί και η λύση με τα στοιχεία που παραπέμπουν στα 4 ονόματα…

 

--------------------------------UPDATE--------------------------------

Οι αναγνώστες του MOTO απέδειξαν για άλλη μία φορά ότι είναι άνθρωποι με ευρύτητα, μέσα από την επικοινωνία που δεχτήκαμε για τον, ομολογουμένως δύσκολο, διαγωνισμό «διαβάσματος». Κι όμως, βρέθηκαν δύο που είχαν τις σωστές απαντήσεις και αμέσως μετά, αποδείχτηκε και το ήθος των αναγνωστών μας: Η κα Κατερίνα Σταματοπούλου που βρήκε πρώτη την σωστή απάντηση, ζήτησε να αποκλειστεί καθώς είχε ήδη το βιβλίο, και έτσι πήγε στον κ. Ειρηναίο!

 

Σας ευχαριστούμε λοιπόν για την ανάγνωση, την συμμετοχή και φυσικά την διάθεση!

 

Αναλύοντας τα στοιχεία

 

1. Το κοράκι του οικόσημου στο σαλόνι παραπέμπει στο θρυλικό The Raven του Edgar Alan Poe. Επιπλέον στοιχείο η πίσσα και τα πούπουλα που αναφέρονται στο διήγημα του Poe ‘Dr. Tarr and Professor Feather’ για να βεβαιωθεί κάποιος ότι είναι στο σωστό δρόμο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, τα λατινικά του οικόσημου, δηλαδή Quaero Scriptor σημαίνουν ‘αναζητήστε το συγγραφέα’.

 

2. Αrkham είναι το όνομα μιας φανταστικής πόλης που βρίσκεται υποθετικά στη Μασαχουσέτη και υιοθετήθηκε από τον άφθαστο H.P. Lovecraft, στις περισσότερες ιστορίες του σχετικά με την μυθολογία των Cthulu, και μαζί με το βιβλίο ‘Necronomicon’ είναι από τα πιο εύκολα αναγνωρίσιμα ονόματα του.

Επίσης ο τίτλος της ιστορίας ‘Mystery of Arkham Manor’ ήταν ένα εκπληκτικό παιχνίδι adventure που είχε κυκλοφορήσει αποκλειστικά για τον Spectrum!

 

3.Το όνομα του σωφέρ είναι Pip παραπέμποντας ευθέως στον Pip από τις Μεγάλες Προσδοκίες του Dickens, ίσως ο πιο εύκολος γρίφος μια και υπάρχει άμεση σύνδεση χωρίς να κρύβεται κάτι, είναι δε ένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικό όνομα.

 

Oπότε μέχρι τώρα έχουμε τρεις σχετικά εύκολο να βρεθούν συγγραφείς:

Edgar Alan Poe, Charles Dickens και H.P. Lovecraft.

 

Ο τέταρτος ήθελα να ‘παιδεύει’ λίγο.

 

Κάποια στιγμή ο λόρδος μιλάει για τον επιθεωρητή Moran. Αν το ψάξει κάποιος στο google, δεν θα βρει κανένα επιθεωρητή Moran απλά γιατί δεν υπάρχει. Παρακάτω όμως στο κείμενο, ο λόρδος έχει τον παρακάτω διάλογο με τον Poirot:

 

‘Mα… πως; Poirot χωρίς να θέλω να σας αμφισβητήσω μου φαίνεται αδιανόητο! Ο επιθεωρητής  Sebastian Mor-’

‘Mη με προσβάλλετε συγκρίνοντας με με αυτόν τον απαίδευτο υπαλληλίσκο’ άστραψε ο Poirot.

 

Αν κάποιος συνδέσει τα δυο και ψάξει για τον Sebastian Moran θα βρει εύκολα ότι πρόκειται για ένα περιβόητο εχθρό του Sherlock Holmes, που κάποτε τον είχε αποκαλέσει "the second most dangerous man in London" και που εμφανίζεται για πρώτη φορά στην ιστορία ‘The Adventure of the Empty House.’

Έτσι ο τέταρτος συγγραφέας είναι προφανώς ο Arthur Conan Doyle.

 

Έτσι έχουμε συνολικά τους τέσσερις:

 

  • Sir Arthur Conan Doyle
  • H.P. Lovecraft
  • Edgar Alan Poe
  • Charles Dickens

 

Τρεις μεγάλοι του φανταστικού διηγήματος κι ένας κλασσικός.
 

Permissum illic exsisto lux lucis – Let there be light ;)