Riding Tips: Μαθαίνοντας τα φρένα

Πως αποφεύγονται οι πτώσεις στα φρένα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

27/3/2017

Όσο παράξενο και εξωφρενικό κι αν σας φαίνεται, οι περισσότερες πτώσεις των λιγότερο έμπειρων αναβατών στα φρένα οφείλεται στο γεγονός ότι η ταχύτητά τους ήταν μικρότερη απ΄όση θα έπρεπε!

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα και εκείνο με την μεγαλύτερη συχνότητα, είναι η πτώση από μπλοκάρισμα του εμπρός τροχού στα φρένα στην είσοδο της στροφής. Επειδή βλέπουν στην τηλεόραση τους κορυφαίους αναβάτες του κόσμου να παθαίνουν το ίδιο στους αγώνες, νομίζουν ότι η αιτία είναι το οριακό φρενάρισμα, ενώ στη δική τους περίπτωση η αιτία είναι το υπερβολικό φρενάρισμα. Οι περισσότεροι θα είχαν γλιτώσει την τούμπα αν είχαν αμολήσει τα φρένα πιο νωρίς ή είχαν φρενάρει λιγότερο και είχαν μπει στη στροφή με μεγαλύτερη ταχύτητα, αντί να συνεχίζουν να φρενάρουν με όλη τους τη δύναμη και ταυτόχρονα να πλαγιάζουν την μοτοσυκλέτα για να στρίψει. Έχουμε δει δεκάδες φορές αναβάτες να πέφτουν από μπλοκαρισμένα φρένα με 50km/h στην είσοδο μιας στροφής που εύκολα μπορείς να έχεις ταχύτητα εισόδου πάνω από 80km/h. Να πέσεις από υπερβολική ταχύτητα εισόδου ή οριακό φρενάρισμα είναι ηρωικό και αποδεκτό με τη λογική ότι κινείσαι στα όρια της πρόσφυσης, όμως να πέφτεις επειδή προσπάθησες να στρίψεις όσο πιο αργά γίνεται είναι… μη απαραίτητο!  

Πως μπορούμε αποφύγουμε τέτοιου είδους πτώσεις; Υπάρχουν δύο βασικές ασκήσεις που θα σας κάνουν μάγκες στο φρενάρισμα και θα σας βοηθήσουν να αυξήσετε την ταχύτητά σας στις στροφές. Η πρώτη και η πλέον βασικότερη είναι να μάθετε να φρενάρετε οριακά με την μοτοσυκλέτα εντελώς όρθια. Χρειάζεστε μια ευθεία μερικών μέτρων που να σας επιτρέπει να αναπτύξετε εύκολα ταχύτητα 50-60km/h μέχρι τη μέση της, ώστε να έχετε άλλη τόση απόσταση ελεύθερη για το φρενάρισμά σας. Ένα εμφανές σημάδι στην άκρη του δρόμου, περίπου στην μέση της ευθείας είναι ότι πρέπει. Αν μπορείτε να βάλετε και έναν φίλο σας να κάθεται ακριβώς δίπλα στο σημάδι αυτό, ακόμα καλύτερα. Αναπτύξτε και σταθεροποιήστε την ταχύτητά σας στα 50km/h. Με τη μοτοσυκλέτα να κινείται σταθερά με 50km/h βγάλτε το αριστερό σας χέρι από το τιμόνι! Φτάνοντας ΑΚΡΙΒΩΣ δίπλα από το σημάδι που κάθεται ο φίλος σας πατήστε ΑΠΟΤΟΜΑ με το ΕΝΑ δάκτυλο τη μανέτα του εμπρός φρένου με όλη σας τη δύναμη μέχρι η ταχύτητα να πέσει στα 20-30km/h.

Τι θα συμβεί;

Πρώτον ο φίλος σας θα επιμένει ότι φρενάρατε δυο-τρία μέτρα πριν το σημάδι, ενώ εσείς θα επιμένετε ότι φρενάρατε μετά το σημάδι. Δίκιο θα έχει ο φίλος σας και όχι εσείς!  

Δεύτερον, παρά το γεγονός ότι η μοτοσυκλέτα ήταν τελείως όρθια και εσείς κρατούσατε ευθεία το τιμόνι με το δεξί σας χέρι, εν τούτοις μόλις αγγίξατε τη μανέτα του φρένου το τιμόνι άρχισε να στρίβει! Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχετε μάθει να μεταφέρετε το βάρος του πάνω μέρους του σώματός σας στο τιμόνι, αντί να στηρίζεστε με τα πόδια σας στο ρεζερβουάρ και να μεταφέρετε την ορμή του σωματικούς σας βάρους στο κέντρο της μοτοσυκλέτας. Επαναλάβετε την άσκηση αυτή μέχρι ο φίλος σας να σας πει ότι όντως αρχίσατε να φρενάρετε ΑΚΡΙΒΩΣ στο σημάδι και αυξήστε σταδιακά την πίεση στο φρένο μέχρι να αρχίσει να μπαίνει το ABS ή να μπλοκάρει ο εμπρός τροχός. Όταν φτάσετε στο σημείο να φρενάρετε με το ένα χέρι στο τιμόνι, τόσο δυνατά που να μπαίνει το ABS ή να μπλοκάρει ο εμπρός τροχός και ταυτόχρονα η μοτοσυκλέτα να συνεχίσει να κινείται σε ευθεία πορεία χωρίς να στρίβει το τιμόνι, τότε θα έχετε μάθει να φρενάρετε οριακά.

Μετά από δεκάδες επιτυχημένα οριακά φρεναρίσματα μπορούμε να πάμε στη δεύτερη άσκηση που αφορά την ταχύτητα εισόδου στη στροφή. Και αυτή η άσκηση γίνεται μόνο με το δεξί χέρι στο τιμόνι. Τώρα το σημείο φρεναρίσματος βρίσκεται μερικά μέτρα πριν τη στροφή. Ξεκινάμε φρενάροντας με μικρή δύναμη στη μανέτα, αλλά πάντα άμεσα και με ακρίβεια στο σημείο φρεναρίσματος. Αμολάμε το φρένο και μπαίνουμε στη στροφή χωρίς να ανοίξουμε το γκάζι. Θα διαπιστώσετε αμέσως ότι η μοτοσυκλέτα κλείνει την γραμμή της περισσότερο απ’ ότι είχατε υπολογίσει και ότι όσο πιο αργά μπαίνετε στη στροφή τόσο πιο έντονα κλείνει τη γραμμή της προς το εσωτερικό της. Ίσως μάλιστα αναγκαστείτε να ανοίξετε πάλι το γκάζι για να διατηρήσετε την γραμμή σας. Όσο αυξάνετε την ταχύτητα εισόδου σας, τόσο πιο εύκολα κρατάει τη γραμμή της η μοτοσυκλέτα και η ανάγκη για άνοιγμα του γκαζιού θα μετατοπίζεται όλο και περισσότερο προς την έξοδο της στροφής.

Οι ασκήσεις αυτές δεν χρειάζεται να γίνουν με μεγάλες ταχύτητες, ούτε φυσικά να τα δώσετε όλα από την πρώτη στιγμή. Αντίθετα θα καταλάβετε περισσότερα πράγματα αν τις κάνετε με μικρότερες ταχύτητες, διότι οι αντιδράσεις της μοτοσυκλέτας είναι πιο έντονες στους χειρισμούς σας.

Στο σημείο αυτό να πούμε ότι οι σχολές αγωνιστικής οδήγησης και όσοι γενικά κάνουν σεμινάρια και μαθήματα οδήγησης για αρχάριους ή πιο έμπειρους αναβάτες, χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους ή ακολουθούν διαφορετική σειρά σχετικά με το τί θα σας μάθουν πρώτο και τί δεύτερο. Κάποιοι ξεκινούν με την ταχύτητα εισόδου και μετά πάνε στα φρένα. Τις περισσότερες φορές η αιτία για αυτό είναι ο εξοπλισμός, ο χώρος και ο σκοπός της κάθε σχολής. Οι σχολές ασφαλούς οδήγησης έχουν σαφώς άλλη μεθοδολογία από τις αμιγώς αγωνιστικές. Όλες είναι σωστές και έχουν αποτέλεσμα, αρκεί να τις παρακολουθήσετε από την αρχή έως το τέλος και να μην αρχίσετε να τις μπλέκετε μεταξύ τους ή να τις εφαρμόζετε αποσπασματικά.

  

   

ΕΛΑΣΤΙΚΑ Track-day & Αγωνιστικά

Πώς επιλέγουμε γόμμα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

30/10/2017

Τα τελευταία χρόνια οι αναβάτες των MotoGP έχουν μεγαλύτερη ελευθερία να μιλάνε μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες και η ίδια η Dorna τους παρέχει ακόμα περισσότερο τηλεοπτικό χρόνο με τις δημοσιογραφικές συνεντεύξεις που διοργανώνει πριν τον αγώνα, μετά τα χρονομετρημένα δοκιμαστικά και μετά τον αγώνα. Σε αυτές πάντα κυριαρχεί το θέμα επιλογής γόμμας των ελαστικών. Παρ’ όλα αυτά, ο περισσότερος κόσμος δυσκολεύεται ακόμα να κατανοήσει τί ακριβώς καθορίζει την επιλογή σκληρότητας της γόμμας σε έναν αγώνα και γιατί βλέπει αναβάτες με μαλακιά γόμμα να κινούνται ταχύτερα στο τέλος ενός αγώνα, από αναβάτες με σκληρότερη γόμμα. Λογικά θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο, σωστά; Όχι! Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να κατανοήσουμε έναν-έναν τους παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή. Πριν από αυτό όμως θα πρέπει να κατανοήσουμε, ότι όλοι οι αναβάτες είναι υποχρεωμένοι να βάλουν ελαστικά της ίδια εταιρείας.

 

Η πίστα: Παλαιότητα ασφαλτοτάπιτα

Οι πίστες δεν έχουν όλες το ίδιο ποσοστό πρόσφυσης. Πέρα από την κατασκευή και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του ασφαλτοτάπητα, η ηλικία της πίστας παίζει σημαντικό ρόλο στην πρόσφυση που προσφέρει. Μια νεαρής ηλικίας πίστα αποκτά το μέγιστο κράτημά της μετά από ένα ή δύο χρόνια λειτουργίας! Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μια ολοκαίνουρια πίστα έχει ακόμα “λιπαρή” επιφάνεια λόγω της φρέσκιας πίσσας. Το κράτημα που προσφέρει είναι “μαλακό”, δηλαδή προκαλεί πρόωρο ντριφτάρισμα των τροχών.

Ένα πολύ μαλακής γόμμας ελαστικό, συνήθως δεν έχει μεγάλο πλεονέκτημα έναντι ενός σκληρότερου, όμως ακριβώς λόγω του “μαλακού” γκριπ της ασφάλτου, η διάρκεια ζωής του αυξάνεται. Οι πίστες με ολοκαίνουρια άσφαλτο έχουν πολύ έντονες διακυμάνσεις στο επίπεδο κρατήματος που προσφέρουν, αναλόγως της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος. Η ζέστη “λιώνει” την πίσσα και η επιφάνεια γίνεται πολύ λιπαρή, ενώ όταν δεν επικρατούν πολύ υψλές θερμοκρασίες, αυξάνονται κατακόρυφα τα επίπεδα πρόσφυσης, άρα σου επιτρέπει την χρήση σκληρότερης γόμμας. Όμως την ίδια στιγμή, γνωρίζουμε ότι τα μαλακά ελαστικά δεν έχουν αντοχή σε συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας περιβάλλοντος.  Οπότε η λογική ότι με τα μαλακά ελαστικά θα κάνεις χρόνο και με τα σκληρότερα θα έχεις διάρκεια δεν ισχύει σε μια καινούρια πίστα.

Ούτε όμως σε μια πίστα με γερασμένο ασφαλτοτάπητα. Ακριβώς την ίδια συμπεριφορά με τις καινούριες πίστες, έχουν και οι πιο παλιές. Μόνο που εδώ τα πράγματα γίνονται αρκετά πιο περίπλοκα. Οι παλιές πίστες δεν επηρεάζονται μόνο από την θερμοκρασία, αλλά και από την χρήση που έχει γίνει πριν μερικά λεπτά. Οι παλιές πίστες μπορούν να αλλάζουν το επίπεδο πρόσφυσης μέσα σε διάστημα μικρότερο της μισής ώρας!

Το μέγιστο κράτημά τους το προσφέρουν όταν επικρατεί δροσιά και όταν έχουν μπει αρκετά οχήματα μέσα, καθαρίζοντας την επιφάνειά της. Όμως αυτό μπορεί να αλλάξει μέσα σε μερικά λεπτά, διότι το επίπεδο κρατήματος εξαρτάται από την γόμμα που έχουν αφήσει τα οχήματα πάνω της. Με άλλα λόγια, η επιφάνειά της αποκτά τις ίδιες ιδιότητες που έχουν τα λάστιχα, άρα αποκτά και τις ίδιες ευαισθησίες. Στις παλιές πίστες αρέσουν τα μαλακά ελαστικά περισσότερο και είναι πολύ φιλικές μαζί τους στη διάρκεια ενός αγώνα, όμως η υπερβολική ζέστη μπορεί να μειώσει δραματικά τα πλεονεκτήματά τους

 

Ο κινητήρας καθορίζει την γόμμα

Ένας άλλος παράγοντας που καταρρίπτει τη θεωρία ότι τα σκληρά ελαστικά αντέχουν περισσότερο είναι η δύναμη του κινητήρα. Αν η δύναμη του κινητήρα είναι πολύ μεγάλη και πολύ απότομη, τότε ένα σκληρό πίσω ελαστικό θα ντριφτάρει συνεχώς και για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Αυτό με την σειρά του θα προκαλέσει πρόωρη υπερθέρμανση, με αποτέλεσμα πτώση της απόδοσης.

Αντιθέτως ένα μαλακότερο ελαστικό που μπορεί να κατεβάσει την δύναμη του κινητήρα στην άσφαλτο χωρίς να ντριφτάρει συνεχώς, έχει μικρότερη φθορά και μπορεί να κρατήσεις τους χρόνους χαμηλά μέχρι το τέλος του αγώνα!

Όπως βλέπουμε δηλαδή, οι παράγοντες που καθορίζουν την επιλογή γόμμας είναι πιο σύνθετοι από την απλοποιημένη αντίληψη ότι τα σκληρά αντέχουν και τα μαλακά κρατάνε. Κυρίως όμως, αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι οι βασικότεροι παράγοντες μεταβάλλονται διαρκώς κατά την διάρκεια της ημέρας και ότι αρκεί ένα μικρό σύνεφο να μπει μπροστά από τον ήλιο για μερικά λεπτά και η τέλεια επιλογή ελαστικού που είχες κάνει όλη την ημέρα να πάρει στράφι, ειδικά από τη στιγμή που γνωρίζουμε ότι τα ελαστικά που χρησιμοποιούν φέτος στα MotoGP είναι πάρα πολύ ευαίσθητα ακόμη και στην παραμικρή μεταβολή των συνθηκών, κάτι που παραδέχτηκαν και οι άνθρωποι της Michelin.