Χειμερινά Tips: Ζέσταμα κινητήρα

Πώς πρέπει να εκκινείς την μοτοσυκλέτα και γιατί!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

16/11/2016

Τα έχουμε γράψει στο περιοδικό πριν μερικά χρόνια, αλλά καθώς νέοι μοτοσυκλετιστές έρχονται καθημερινά στην παρέα μας και όπως είναι φυσικό έχουν τις ίδιες απορίες που είχαμε κι εμείς όταν πρωτομπήκαμε σε αυτόν τον μαγικό, φανταστικό αλλά και περίπλοκο κόσμο του μοτοσυκλετισμού, σκεφτήκαμε ότι καλό είναι να τα ξαναπούμε και “ηλεκτρονικά”.

Βέβαια σε κάποια θέματα ακόμα και οι πιο παλιοί και “έμπειροι” αναβάτες συνεχίζουν να έχουν απορίες ή συνεχίζουν να κάνουν τα λάθη των πρωτάρηδων, διαιωνίζοντας μύθους και προβλήματα που κανονικά θα έπρεπε να είχαν λυθεί χρόνια πριν. Οπότε σε τακτά χρονικά διαστήματα θα δημοσιεύουμε συμβουλές και tips από το site μας που θα αφορούν μικρά ή μεγάλα καθημερινά προβλήματα που μας βασανίζουν λίγο ή πολύ.

Φυσικά, με μεγάλη μας χαρά θα ασχοληθούμε με οποιοδήποτε θέμα θέλετε εσείς να μπει πάνω στο τραπέζι. Σήμερα το θέμα μας είναι το Ζέσταμα Κινητήρα, μιας και τα πρώτα κρύα του χειμώνα έφτασαν και πολλές μοτοσυκλέτες θα πέσουν θύματα της άγνοιας ή της ελλιπούς πληροφόρησης των αναβατών τους.

 Σωστή διαδικασία ζεστάματος κινητήρα:

ΒΗΜΑ 1: Είμαστε ήδη ντυμένοι, έχουμε φορέσει το κράνος, τα γάντια μας και βάζουμε το κλειδί στην κλειδαριά.

Γιατί;

Διότι αν έχεις βάλει ήδη τη μοτοσυκλέτα εμπρός και μετά αρχίσεις να ντύνεσαι, τότε για ένα-δύο λεπτά μέχρι να τελειώσεις, ο παγωμένος κινητήρας δουλεύει ΠΛΑΓΙΑΣΜΕΝΟΣ (δηλαδή με τα λάδια του ακόμα στην αριστερή μεριά) και αν είσαι μέσα σε κλειστό γκαράζ, ρουφάς τα πιο επικίνδυνα ΚΑΡΚΙΝΟΓΟΝΑ καυσαέρια. Επίσης, προκαλούν πρόσκαιρους πονοκεφάλους, αδιαθεσία, ζαλάδα κ.τ.λ.

 

ΒΗΜΑ 2: Καβαλάμε τη μοτοσυκλέτα, κλείνουμε το σταντ, γυρίζουμε τον διακόπτη, τραβάμε το τσοκ αν η μοτοσυκλέτα μας έχει τροφοδοσία με καρμπιρατέρ (αν είναι με ψεκασμό η ρύθμιση του μείγματος γίνεται αυτόματα). Κρατάμε πατημένο τον συμπλέκτη και μετά πατάμε την μίζα.

 

Γιατί;

Διότι τα παγωμένα λάδια έχουν γίνει πιο παχύρευστα και μετά από την πολύωρη ακινησία της μοτοσυκλέτας έχουν μετατοπιστεί κάτω και αριστερά, οπότε είναι καλύτερα η μοτοσυκλέτα να είναι όρθια πριν πατήσουμε το κουμπί της μίζας.

Επίσης, οι δίσκοι του συμπλέκτη μερικές φορές κολλάνε μεταξύ τους, επειδή τα ελατήριά τους τους πιέζουν για ώρα. Για να αποφύγουμε λοιπόν την πιθανότητα να μην έχει μπει σωστά η νεκρά και να χρειαστεί η μίζα να ζοριστεί για να τους ξεκολλήσει, κρατάμε τον συμπλέκτη και μετά πατάμε το κουμπί της μίζας. Με αυτό τον τρόπο διευκολύνουμε τη ζωή της εξίσου παγωμένης μπαταρίας

 

ΒΗΜΑ 3: Αφού πάρει ο κινητήρας εμπρός βάζουμε 1η και ΞΕΚΙΝΑΜΕ ΑΜΕΣΩΣ, οδηγώντας ήρεμα, με τον κινητήρα να δουλεύει μεταξύ 2500-4000 στροφών και αλλάζοντας ταχύτητες στο κιβώτιο. Αναλόγως του ψύχους που επικρατεί ρυθμίζουμε το τσοκ σε όσες μοτοσυκλέτες έχουν καρμπυρατέρ. Συνήθως μετά από δύο-τρία λεπτά το κλείνουμε τελείως, ενώ στις μοτοσυκλέτες με ψεκασμό γίνεται αυτόματα και το καταλαβαίνεις επειδή πλέον το ρελαντί επανέρχεται σταδιακά σε φυσιολογικά επίπεδα.

 

Γιατί;

Διότι στόχος μας είναι να ζεσταθούν ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΑ όλα τα τμήματα του κινητήρα και μάλιστα το ΤΑΧΥΤΕΡΟ δυνατόν. Αν ο κινητήρας δουλεύει με την μοτοσυκλέτα ακινητοποιημένη στις 2000-2500 (με το τσοκ τραβηγμένο ή το αυτόματο τσοκ των ψεκασμών) ζεσταίνεται γρήγορα ΜΟΝΟ το μπλοκ των κυλίνδρων, ενώ η κεφαλή με τις βαλβίδες και τους εκκεντροφόρους και τα κάρτερ με τα γρανάζια του κιβωτίου ταχυτήτων παραμένουν παγωμένα.

 Αυτό δημιουργεί ΕΝΤΟΝΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ ανάμεσα στα τμήματα και εξαρτήματα του κινητήρα, που σε ακραίες καιρικές συνθήκες μπορεί να προκαλέσουν μέχρι και ρωγμές! Σίγουρα όμως προκαλούν μεγάλες φθορές στα κινούμενα μέρη καθώς οι ανοχές μεταξύ τους είναι μεγάλες λόγω της συστολής των κρύων μετάλλων και της απότομης διαστολής όσων βρίσκονται κοντά στο μπλοκ το κυλίνδρων και ζεσταίνονται γρηγορότερα.

 Επίσης, όταν η διαδικασία ζεστάματος του κινητήρα γίνεται εν κινήσει, τα λάδια ζεσταίνονται ταχύτερα καθώς συμπιέζονται από τα γρανάζια του κιβωτίου ταχυτήτων και η πίεση του λαδιού στο κύκλωμα λίπανσης αυξάνεται (η αντλία λαδιού περιστρέφεται ταχύτερα απ΄ότι όταν ο κινητήρας δουλεύει κοντά στο ρελαντί) λιπαίνοντας αποτελεσματικότερα τους εκκεντροφόρους που είχαν στεγνώσει από λάδι όσο η μοτοσυκλέτα καθόταν παρκαρισμένη. Επιπλέον η ροή του αέρα στο σύστημα ψύξης του κινητήρα (κινούμαστε αρχικά με χαμηλές ταχύτητες 30-70 km/h και προοδευτικά αυξάνουμε ρυθμό) αποτρέπει την δυσανάλογη αύξηση της θερμοκρασίας στο μπλοκ του (των) κυλίνδρου (κυλίνδρων) και επιτυγχάνουμε ομοιογενή αύξηση της θερμοκρασίας σε όλα τα τμήματα του κινητήρα.

 

ΚΑΛΟ ΧΕΙΜΩΝΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ

 

αυτό το κείμενο θα το διαβάσετε και στο mototriti καθώς το αντέγραψαν και αντί για χειμώνα, το υιοθέτησαν για τον καύσωνα! Θυμηθείτε:

Το mototriti αντιγράφει το MOTO
Και μακάρι να το έκαναν καλύτερα!

ΕΛΑΣΤΙΚΑ Track-day & Αγωνιστικά

Πώς επιλέγουμε γόμμα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

30/10/2017

Τα τελευταία χρόνια οι αναβάτες των MotoGP έχουν μεγαλύτερη ελευθερία να μιλάνε μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες και η ίδια η Dorna τους παρέχει ακόμα περισσότερο τηλεοπτικό χρόνο με τις δημοσιογραφικές συνεντεύξεις που διοργανώνει πριν τον αγώνα, μετά τα χρονομετρημένα δοκιμαστικά και μετά τον αγώνα. Σε αυτές πάντα κυριαρχεί το θέμα επιλογής γόμμας των ελαστικών. Παρ’ όλα αυτά, ο περισσότερος κόσμος δυσκολεύεται ακόμα να κατανοήσει τί ακριβώς καθορίζει την επιλογή σκληρότητας της γόμμας σε έναν αγώνα και γιατί βλέπει αναβάτες με μαλακιά γόμμα να κινούνται ταχύτερα στο τέλος ενός αγώνα, από αναβάτες με σκληρότερη γόμμα. Λογικά θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο, σωστά; Όχι! Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να κατανοήσουμε έναν-έναν τους παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή. Πριν από αυτό όμως θα πρέπει να κατανοήσουμε, ότι όλοι οι αναβάτες είναι υποχρεωμένοι να βάλουν ελαστικά της ίδια εταιρείας.

 

Η πίστα: Παλαιότητα ασφαλτοτάπιτα

Οι πίστες δεν έχουν όλες το ίδιο ποσοστό πρόσφυσης. Πέρα από την κατασκευή και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του ασφαλτοτάπητα, η ηλικία της πίστας παίζει σημαντικό ρόλο στην πρόσφυση που προσφέρει. Μια νεαρής ηλικίας πίστα αποκτά το μέγιστο κράτημά της μετά από ένα ή δύο χρόνια λειτουργίας! Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μια ολοκαίνουρια πίστα έχει ακόμα “λιπαρή” επιφάνεια λόγω της φρέσκιας πίσσας. Το κράτημα που προσφέρει είναι “μαλακό”, δηλαδή προκαλεί πρόωρο ντριφτάρισμα των τροχών.

Ένα πολύ μαλακής γόμμας ελαστικό, συνήθως δεν έχει μεγάλο πλεονέκτημα έναντι ενός σκληρότερου, όμως ακριβώς λόγω του “μαλακού” γκριπ της ασφάλτου, η διάρκεια ζωής του αυξάνεται. Οι πίστες με ολοκαίνουρια άσφαλτο έχουν πολύ έντονες διακυμάνσεις στο επίπεδο κρατήματος που προσφέρουν, αναλόγως της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος. Η ζέστη “λιώνει” την πίσσα και η επιφάνεια γίνεται πολύ λιπαρή, ενώ όταν δεν επικρατούν πολύ υψλές θερμοκρασίες, αυξάνονται κατακόρυφα τα επίπεδα πρόσφυσης, άρα σου επιτρέπει την χρήση σκληρότερης γόμμας. Όμως την ίδια στιγμή, γνωρίζουμε ότι τα μαλακά ελαστικά δεν έχουν αντοχή σε συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας περιβάλλοντος.  Οπότε η λογική ότι με τα μαλακά ελαστικά θα κάνεις χρόνο και με τα σκληρότερα θα έχεις διάρκεια δεν ισχύει σε μια καινούρια πίστα.

Ούτε όμως σε μια πίστα με γερασμένο ασφαλτοτάπητα. Ακριβώς την ίδια συμπεριφορά με τις καινούριες πίστες, έχουν και οι πιο παλιές. Μόνο που εδώ τα πράγματα γίνονται αρκετά πιο περίπλοκα. Οι παλιές πίστες δεν επηρεάζονται μόνο από την θερμοκρασία, αλλά και από την χρήση που έχει γίνει πριν μερικά λεπτά. Οι παλιές πίστες μπορούν να αλλάζουν το επίπεδο πρόσφυσης μέσα σε διάστημα μικρότερο της μισής ώρας!

Το μέγιστο κράτημά τους το προσφέρουν όταν επικρατεί δροσιά και όταν έχουν μπει αρκετά οχήματα μέσα, καθαρίζοντας την επιφάνειά της. Όμως αυτό μπορεί να αλλάξει μέσα σε μερικά λεπτά, διότι το επίπεδο κρατήματος εξαρτάται από την γόμμα που έχουν αφήσει τα οχήματα πάνω της. Με άλλα λόγια, η επιφάνειά της αποκτά τις ίδιες ιδιότητες που έχουν τα λάστιχα, άρα αποκτά και τις ίδιες ευαισθησίες. Στις παλιές πίστες αρέσουν τα μαλακά ελαστικά περισσότερο και είναι πολύ φιλικές μαζί τους στη διάρκεια ενός αγώνα, όμως η υπερβολική ζέστη μπορεί να μειώσει δραματικά τα πλεονεκτήματά τους

 

Ο κινητήρας καθορίζει την γόμμα

Ένας άλλος παράγοντας που καταρρίπτει τη θεωρία ότι τα σκληρά ελαστικά αντέχουν περισσότερο είναι η δύναμη του κινητήρα. Αν η δύναμη του κινητήρα είναι πολύ μεγάλη και πολύ απότομη, τότε ένα σκληρό πίσω ελαστικό θα ντριφτάρει συνεχώς και για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Αυτό με την σειρά του θα προκαλέσει πρόωρη υπερθέρμανση, με αποτέλεσμα πτώση της απόδοσης.

Αντιθέτως ένα μαλακότερο ελαστικό που μπορεί να κατεβάσει την δύναμη του κινητήρα στην άσφαλτο χωρίς να ντριφτάρει συνεχώς, έχει μικρότερη φθορά και μπορεί να κρατήσεις τους χρόνους χαμηλά μέχρι το τέλος του αγώνα!

Όπως βλέπουμε δηλαδή, οι παράγοντες που καθορίζουν την επιλογή γόμμας είναι πιο σύνθετοι από την απλοποιημένη αντίληψη ότι τα σκληρά αντέχουν και τα μαλακά κρατάνε. Κυρίως όμως, αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι οι βασικότεροι παράγοντες μεταβάλλονται διαρκώς κατά την διάρκεια της ημέρας και ότι αρκεί ένα μικρό σύνεφο να μπει μπροστά από τον ήλιο για μερικά λεπτά και η τέλεια επιλογή ελαστικού που είχες κάνει όλη την ημέρα να πάρει στράφι, ειδικά από τη στιγμή που γνωρίζουμε ότι τα ελαστικά που χρησιμοποιούν φέτος στα MotoGP είναι πάρα πολύ ευαίσθητα ακόμη και στην παραμικρή μεταβολή των συνθηκών, κάτι που παραδέχτηκαν και οι άνθρωποι της Michelin.