Το να γίνει κανείς MotoGP Legend θεωρείται η μεγαλύτερη τιμή στον κόσμων των αγώνων και για το 2020, θα έχουμε τρία νέα ονόματα στο Hall of Fame των MotoGP. O Jorge Lorenzo θα γίνει MotoGP Legend στον αγώνα της Jerez, ενώ ο Biaggi στο Mugello! Σχετικά με τον Νεοζηλανδό Hugh Andreson, δεν υπάρχει κάποια επίσημη ανακοίνωση για το πότε θα μπει στους MotoGP Legends, πέρα απ’ το γεγονός ότι θα είναι ο τελευταίος κατά σειρά. Το πιθανότερο είναι να γίνει στο Philip Island στις 25 Οκτωβρίου, καθώς είναι η κοντινότερη πίστα στην Νέα Ζηλανδία που υπάρχει στο καλεντάρι.
Η απόφαση για το Lorenzo πάρθηκε την ημέρα που ανακοίνωσε την παραίτησή του, ενώ άλλος ένα λόγος που η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στην Jerez είναι επειδή εκεί έκανε το ντεμπούτο του στο πρωτάθλημα την ημέρα των 15ων γενεθλίων του. Το 2003 πήρε την πρώτη του νίκη, ενώ η τελευταία και 68η ήταν το 2018. Στέφθηκε πρωταθλητής των GP250 το 2006 και 2007. Στον πρώτο του αγώνα στα MotoGP πήρε την πρώτη του pole και νίκη, δίνοντάς μας μια γεύση απ’ τις επιτυχίες που θα ακολουθούσαν. Το 2010, το 2012 και το 2015 στέφθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής με τη Yamaha και σημείωσε 44 νίκες, πριν ακολουθήσει τα βήματα του Rossi και πάει στην Ducati το 2017. Η διαφορά βέβαια του Ισπανού πολυπρωταθλητή με το Γιατρό είναι πως ο Lorenzo κατάφερε να οδηγήσει την Desmosedici έτσι όπως έπρεπε και κέρδισε τρεις αγώνες πάνω στη σέλα της.
“Το να συμπεριλάβουν το όνομά μου στους MotoGP Legends με χαροποιεί ιδιαίτερα. Όταν ξεκίνησα να αγωνίζομαι ο στόχος μου ήταν να πάρω μέρος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Το να νικήσω τόσους αγώνες και να στεφθώ πέντε φορές παγκόσμιος πρωταθλητής είναι κάτι που ξεπερνά τις προσδοκίες μου. Εκτός από αυτά όμως, το να γίνω ένας θρύλος των MotoGP σημαίνει πως έχω καταφέρει να αφήσω το σημάδι μου τόσο στην ιστορία του πρωταθλήματος όσο και στους φίλαθλους.” Ο Lorenzo έκλεισε τις δηλώσεις του ευχαριστώντας την Dorna και την FIM για την υποστήριξη που του έχουν δείξει όλα αυτά τα χρόνια.
Ο Max Biaggi ανήκει στους αναβάτες των 90ies αφού το 1991 έκανε το ντεμπούτο στο GP250, ενώ ένα χρόνο αργότερα πήρε την πρώτη του νίκη. Το 1994 και για τα επόμενα τρια χρόνια στέφθηκε τέσσερις φορές παγκόσμιος πρωταθλητής των GP250 πριν πάει στα GP500. Από το 1998 έως το 2005 που έφυγε απ’ τα MotoGP κέρδισε 13 αγώνες, ενώ τρεις φορές είχε βρεθεί να ηγείται στη βαθμολογία του πρωταθλήματος, χωρίς όμως τελικά να επικρατήσει. Έκλεισε την καριέρα του ως αγωνιζόμενος αφότου κέρδισε το πρωτάθλημα των Superbikes το 2010 και 2012, ενώ πλέον έχει τη δική του ομάδα στη Moto3 με μοτοσυκλέτα της Husqvarna.
Αυτό που μένει να δούμε τις επόμενες μέρες είναι αν τελικά η Aprilia θα τον επιλέξει για να λάβει μέρος στις επίσημες δοκιμές ή όχι. “Αισθάνομαι μεγάλη τιμή που το όνομά μου θα είναι δίπλα σε άλλα τεράστιων αναβατών όπως των Agostini, Aspar, Nieto, Sheene… Είμαι πολύ χαρούμενος που η αγωνιστική κληρονομιά μου θα μείνει ανεξίτηλη στο πέρασμα του χρόνου και πως η προσπάθειά μου αναγνωρίζεται μέχρι και σήμερα”, είπε ο Biaggi ευχαριστώντας παράλληλα τους υπεύθυνους που τον ξεχώρισαν.
Ο Hugh Anderson από την άλλη, έκανε τα πρώτα του βήματα στα MotoGP πριν από 60 χρόνια, το 1960 όταν έλαβε μέρος στις κατηγορίες των GP 500 και 350 και κατάφερε να ανεβεί στο βάθρο των GP350 την ίδια χρονιά. Η καριέρα του διήρκησε μόλις έξι χρόνια, ωστόσο κατάφερε να στεφθεί πρωταθλητής τέσσερις φορές και να λάβει μέρος σε όλες τις κατηγορίες εκτός απ’ τα GP250. Το 1963 έγινε πρωταθλητής στα GP125 και GP50, ενώ το 1964 ολοκλήρωσε τη σεζόν παραμένοντας πρωταθλητής των 50 και τερματίζοντας τρίτος στη βαθμολογία των 125. Την επόμενη χρονιά έγινε το αντίστροφο, ενώ το 1966 αποσύρθηκε έχοντας κερδίσει συνολικά 25 αγώνες (εκείνη την εποχή το πρωτάθλημα αποτελούνταν από μόλις 9 αγώνες). Όταν του ανακοίνωσαν πως θα γίνει ένας MotoGP Legend, αρχικά ένιωσε δέος και αμφέβαλλε για το αν οι επιτυχίες του είναι αντάξιες για να δικαιολογήσουν τον τίτλο. “Λίγες ώρες αργότερα ένα ευχάριστο συναίσθημα με περιτριγύρισε. Ήταν η ικανοποίηση πως ο κόσμος σήμερα δεν έχει ξεχάσει το παρελθόν και πως οι αναβάτες μιας παλιότερης και πολύ διαφορετικής εποχής έχουν ακόμη αξία.”