Honda: 50 χρόνια στην κορυφαία κατηγορία των GP

Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

14/10/2016

Ο φετινός αγώνας Motul Gran Prix of Japan στο Motegi είναι ένας αγώνας-ορόσημο για την Big-H, καθώς σηματοδοτεί μισό αιώνα παρουσίας της εταιρείας στην κορυφαία κατηγορία των GP. Κατά τη διάρκεια των 50 αυτών ετών (η Honda δεν συμμετείχε στο πρωτάθλημα μόνο το 1968 και το 1978) οι αγώνες αποτέλεσαν ένα μεγάλο σχολείο για τους μηχανικούς και τους αναβάτες της Honda, οι οποίοι μέσα από εκεί έμαθαν τι σημαίνει μοτοσυκλετιστικός σχεδιασμός και εξέλιξη. Εκτός όμως από… παιδαγωγικό χαρακτήρα, η μεγάλη κατηγορία έφερε πολλές και σημαντικές επιτυχίες στο εργοστάσιο: 270 νίκες και 38 παγκόσμια πρωταθλήματα στα 500cc και στα MotoGP, τόσο σε επίπεδο αναβατών όσο και κατασκευαστών.
Η Honda έκανε το ντεμπούτο της στα 500cc το 1966, εφτά χρόνια αφού είχε μπει στο παγκόσμιο πρωτάθλημα το 1959 στο Isle of Man TT με 125cc. Από τότε η εταιρεία έχει επιτύχει πάνω από 700 νίκες συνολικά σε όλες τις κατηγορίες (MotoGP/500cc, 350cc, 250cc, 125cc και 50cc). Από το 1961, 31 αναβάτες έχουν κερδίσει αγώνες στην κορυφαία κατηγορία για λογαριασμό της Honda, η οποία μάλιστα έχει και το ρεκόρ των περισσότερων νικών μέσα σε μια σεζόν στην μεγάλη κατηγορία: 15 νίκες το 1997 και το 2003, 14 νίκες το 2002 και το 2014 και 13 νίκες το 1996, το 1998 και το 2011.


Γι' αυτό το λόγο, ως φόρο τιμής σ' εκείνη την πρώτη προσπάθεια πριν από 50 χρόνια, η οποία καρποφόρησε με τον καλύτερο τρόπο για την Honda, το εργοστάσιο έφερε στα πιτς της εργοστασιακής ομάδας Repsol Honda το αυθεντικό RC181, με τους Marquez και Pedrosa να συναντούν ένα κομμάτι της Ιστορίας της οποίας την συνέχεια γράφουν οι ίδιοι.

RC181: Η ιστορία της πρώτης μοτοσυκλέτας για την μεγάλη κατηγορία της Honda

Η πρώτη νίκη της Honda στην κατηγορία έγινε τον Μάιο του 1966. Δεδομένων των εξωτικών μελών της υπόλοιπης οικογένειας των αγωνιστικών μοτοσυκλετών της Honda –που συμπεριελάμβανε το εξακύλινδρο 250 RC166 και το πεντακύλινδρο RC149 των 125 κυβικών- το RC181 ήταν μια σχετικά απλή μοτοσυκλέτα, η οποία ενσωμάτωνε την τυπική αρχιτεκτονική των κινητήρων της Honda: τετρακύλινδρος εν σειρά με ελαφριά κλίση προς τα εμπρός, ο οποίος διέθετε εκκεντροφόρους που έπαιρναν κίνηση από γρανάζια για να ελέγξουν 16 βαλβίδες (τέσσερις ανά κύλινδρο). Στην πρώτη του έκδοση, με αναβάτη τον Jim Redman, απέδιδε 85 ίππους στις 12.500 στροφές με μέγιστη τελική τα 170km/h.
Ο Redman ξεκίνησε την καριέρα της Honda στην μεγάλη κατηγορία με στιλ, κερδίζοντας τον Giacomo Agostini (με MV Agusta) στο Hockenheim στις 22 Μαΐου του 1966. Έχοντας δεχθεί μια τόσο μεγάλη ήττα, η MV Agusta κατασκεύασε μια υπερκυβισμένη έκδοση του ελαφριού τρικύλινδρου κινητήρα των 350cc για το ολλανδικό GP που ακολουθούσε, όπου ο Redman οδήγησε αριστοτεχνικά νικώντας ξανά τον Ιταλό αναβάτη. Όλα έδειχναν ότι ο Redman ήταν στο σωστό μονοπάτι για την πραγματοποίηση του ονείρου της Honda να κατακτήσει την κατηγορία των 500.
Μια εβδομάδα όμως αργότερα, στο Spa-Francorchamps, ο Redman είχε μια πτώση στο βρεγμένο GP του Βελγίου. "Υπήρχε μια λίμνη με νερό, η μοτοσυκλέτα έκανε υδρολίσθηση και έπεσα με πάνω από 250 χιλιόμετρα την ώρα", δήλωσε ο Redman ο οποίος τραυματίστηκε αρκετά από αυτή την πτώση και λίγο αργότερα ανακοίνωσε πως αποσύρεται.
Με τον Redman εκτός, η Honda έριξε όλο το βάρος της στον Mike Hailwood, ο οποίος είχε ήδη εμπειρία από τις κατηγορίες των 125, 350 και 500. Στο Assen o Hailwood έπεσε ενώ ήταν μπροστά και στο Spa δεν κατάφερε να κερδίσει εξαιτίας προβλήματος στο κιβώτιο. Στο Brno κατάφερε μια εμφατική νίκη απέναντι στον Ago, αλλά στην Imatra της Φιλανδίας τερμάτισε δεύτερος μετά από μια έξοδο που είχε. Ο Hailwood ξανακέρδισε στο Ulster και στο Isle of Man, οπότε αν πετύχαινε ακόμη μια νίκη στο φινάλε της σεζόν στην Ιταλία, ο τίτλος θα πήγαινε στην Honda κι ας είχε χάσει τους τρεις πρώτους αγώνες. Ο Hailwood κι ο Ago έδωσαν σκληρές μάχες στην Monza μέχρι που στο RC181 έσπασε μια βαλβίδα εξαγωγής.
Η κόντρα μεταξύ της Honda και της MV ήταν πλέον στο "κόκκινο", αλλά παρά τον έντονο ανταγωνισμό οι δύο ομάδες ανέπτυξαν δεσμούς αμοιβαίας εμπιστοσύνης που εξελίχθηκαν σε δεσμούς φιλίας. "Μερικές φορές ανταλλάσσαμε και δώρα", θυμάται ο team leader της Honda, Michihiko Aika. "Η MV μας έδινε ιταλικό κρασί κι εμείς του δίναμε αποξηραμένα φύκια από την Ιαπωνία".

O Mike Hailwood με το RC181 του 1967


Μπορεί ο Hailwood να απέτυχε να κερδίσει τον τίτλο στην μεγάλη κατηγορία, αλλά το 1966 ήταν η χρονιά που το εργοστάσιο κατάφερε ένα μοναδικό επίτευγμα, κερδίζοντας και τα πέντε παγκόσμια πρωταθλήματα κατασκευαστών (στα 500cc, στα 350cc, στα 250cc, στα 125cc και στα 50cc), ενώ ο Hailwood πήρε τον τίτλο σε επίπεδο αναβατών στις κατηγορίες των 350 και 250, κι ο Ελβετός Luigi Taveri στα 125.
"Εκείνη η σεζόν ήταν η χρυσή εποχή μας, αν και είχαμε ελάχιστους ανθρώπους στην ομάδα μας", λέει ο Aika. "Οι περισσότεροι που είχαμε ήταν 12 στο Isle of Man, συμπεριλαμβανομένων των σχεδιαστών του κινητήρα και του πλαισίου, μαζί με τους μηχανικούς. Δεν είχαμε οδηγούς ή βοηθούς. Τα κάναμε όλα μόνοι μας, φροντίζοντας 30 μοτοσυκλέτες, έξι για την κάθε κατηγορία".
Η τιτάνια αυτή προσπάθεια για συμμετοχή και στα πέντε παγκόσμια πρωταθλήματα παράλληλα με την συμμετοχή στη F1 με αυτοκίνητα είχε ένα τεράστιο κόστος, οπότε η Honda αποφάσισε να αποσυρθεί από τις κατηγορίες 125 και 50cc πριν την έναρξη της σεζόν του 1967. Η Honda είχε μπει για πρώτη φορά στην F1 το 1964, κέρδισε για πρώτη φορά το 1965 και σχεδίασε μια ολοκληρωτική επίθεση για το 1967 με οδηγό τον πρώην αναβάτη αγώνων και παγκόσμιο πρωταθλητή, John Surtees, πίσω από το τιμόνι ενός τρίλιτρου V12 Honda.
Ο Aika ξεκίνησε την σεζόν του 1967 με ελάχιστα μέλη στην ομάδα και με τον Hailwood να διεκδικεί το στέμμα στα 250, στα 350 και στα 500 μόνος του. Το RC181 βελτιώθηκε τη δεύτερη χρονιά της θητείας του, με 10 κυβικά επιπλέον φτάνοντας έτσι στα 499cc, για ακόμη περισσότερη δύναμη. Παρόλα αυτά, ο στρόφαλος παρέδωσε πνεύμα στον πρώτο αγώνα του Hockenheim, ενώ ο Hailwood βρισκόταν πολύ μπροστά από την MV του Agostini. Τον επόμενο μήνα ο Βρετανός πήρε μια θρυλική νίκη απέναντι στον Ago στο Isle of Man TT, πετυχαίνοντας και ρεκόρ γύρου που παρέμεινε για πάρα πολλά χρόνια. Ο Ago έκανε την αντεπίθεσή του κερδίζοντας τους δύο επόμενους αγώνες στο Spa και στο Sachsenring και στη συνέχεια ο Hailwood νίκησε τον Ιταλό στο Brno με διαφορά 17 δευτερολέπτων. Στην Imatra είχε μια πτώση και στην Monza ήταν μπροστά όταν αναγκάστηκε να κόψει ρυθμό εξαιτίας προβλημάτων στο κιβώτιο. Κέρδισε ξανά στο φινάλε της σεζόν στον Καναδά, αλλά αυτή η νίκη δεν ήταν αρκετή. Ο Ago πήρε το πρωτάθλημα τερματίζοντας στην δεύτερη θέση.
Τον Φεβρουάριο του 1968 η Honda ανακοίνωσε την απόσυρσή της από όλες τις κατηγορίες των GP, ώστε να επικεντρωθεί στην εξέλιξη πιο κερδοφόρων μοτοσυκλετών, όπως το τετρακύλινδρο CB750, και στην F1 με στόχο την αγορά των αυτοκινήτων. Το CB750 ήταν η πρώτη superbike μοτοσυκλέτα στον κόσμο και παρουσιάστηκε το 1969, όταν η ετήσια παραγωγή της Honda έφτασε στο 1,5 εκατομμύριο μονάδες για πρώτη φορά στην Ιστορία της.

Ετικέτες

MotoGP Mandalika: Τι μας δίδαξε, τι έγινε με τα ελαστικά, τους χρόνους και τι περιμένουμε στους επόμενους αγώνες

Όλα όσα έγιναν μετά την λήξη του αγώνα
MotoGP_Indonesia_analysis
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/10/2024

Συνήθως συμβαίνει να υπάρχει ένας αγώνας που ξεκαθαρίζει ποιος μάχεται για το πρωτάθλημα κάθε χρόνια, συμβαίνει σχεδόν σε κάθε αγωνιστική σεζόν, ακόμη και σε εκείνη που ο Mir, κέρδισε τον τίτλο, ο άνθρωπος που πήρε το έπαθλο γιατί κάθε άλλος που πάλεψε για αυτό και που σε απευθείας αναμέτρηση θα τον είχε κερδίσει, απέτυχε να καταφέρει να έχει διάρκεια και συνέπεια. Για την φετινή σεζόν ο αγώνας της Ινδονησίας ήταν εκείνος που ξεκαθάρισε πως δύο θα κυνηγήσουν το πρωτάθλημα. Θα πείτε πως καιρό τώρα είναι έτσι και θα το επεκτείνω, θα πω πως από την προηγούμενη σεζόν είναι δύο αυτοί που θα μπορούσαν να κερδίσουν τον φετινό τίτλο και απλά όλο αυτό το διάστημα παλεύαμε με τις συγκυρίες να γίνουν τέσσερις. Για του χρόνου δεν θα ισχύει το ίδιο θα είναι αλλιώς τα πράγματα και υπάρχουν πολλοί παράγοντες που θα καθορίσουν τον αριθμό εκείνων που αναμένουμε να δούμε στο τέλος του 2025 να παλεύουν για τον Τίτλο. Ένας από αυτούς η χημεία του Martin με την μοτοσυκλέτα της Aprilia για την οποία υπάρχουν προσδοκίες πως θα έχει ισχυρούς δεσμούς από την αρχή.

Προχθές λοιπόν στην Ινδονησία, ο φετινός τίτλος αποτίναξε από πάνω τους τις προσμίξεις και πλέον βαδίζουμε ολοταχώς για την κατά μέτωπο αναμέτρηση δύο αναβατών που αναμένεται να φτάσει έως τον τελευταίο αγώνα αν δεν υπάρχουν πτώσεις και εγκαταλείψεις από μηχανικά προβλήματα, όπως αυτό που συνέβη στον Marc Marquez.

Δεν είναι και δύσκολο να έρθουν τα πάνω-κάτω, οι τελευταίοι αγώνες το επιβεβαιώνουν άλλωστε. Μετά από λάθος του Bagnaia ο Martin πήγε στην γη της υγρασίας με αέρα 24 βαθμών και χάρισε πίσω, λίγους από αυτούς τους πόντους που του είχαν χαριστεί.

Το ρεπορτάζ του αγώνα στροφή-στροφή εδώ:
MotoGP Ινδονησία: Απόλυτη κυριαρχία Martin σε αλάνθαστη ημέρα με πολλές πτώσεις - Κέρδισε θέσεις από πτώσεις ο Bagnaia

Ο Martin έκανε δώρο την πρώτη θέση στον αγώνα Sprint πέφτοντας και μάλιστα όλο των ποσό των βαθμών καθώς έφτασε πολύ κοντά να ξανά μπει στην περιοχή της βαθμολογίας αλλά δεν είχε τον απαραίτητο χρόνο για κάτι τέτοιο, όμως στο τέλος βγαίνει ζημειωμένος μόλις για τρεις βαθμούς! Θα μπορούσε μάλιστα να ισοφαρίσει ή και να αυξήσει την απόσταση αυτή γιατί φεύγει από την Ινδονησία με 0(SPRTINT) + 25(RACE)=25 βαθμούς, ενώ ο Bagnaia με 12(SPRTINT) + 16(RACE)=28 που θα ήταν 25 αν δεν είχε πέσει ο Bastianini.

Διατηρείται έτσι μία απόσταση 21 βαθμών παρά την πτώση, που δεν είναι καθόλου μεγάλη για τους 5 αγώνες που απομένουν αλλά ταυτόχρονα φαίνεται πως ακόμη και μία αποτυχία στον Sprint μπορεί εύκολα να σβήσει την επόμενη ημέρα και έτσι η διψήφια αυτή διαφορά δεν είναι κάτι ευτελές και δεν θα είναι και πολύ εύκολο να σβήσει. Στο μεταξύ πέρσι τέτοια εποχή ο Martin έχασε σε αυτή την πίστα το πρωτάθλημα. Τουλάχιστον αυτός έτσι το αισθάνεται πως έγινε σε αυτή την πίστα, το δήλωσε άλλωστε λέγοντας για τα φαντάσματα που τον είχαν κυριεύσει και που στον αγώνα Sprint έκαναν την παρουσία τους και πάλι. Για αυτό και είναι εντυπωσιακός ο αυτοέλεγχος που έδειξε ώστε στο τέλος του αγώνα να αυξήσει την διαφορά από τον Acosta που είχε αρχίσεσι να πλησιάζει. Σε μία πίστα που πέρσι τον στιγμάτισε και που φέτος έκοψε τους μισούς πόντους διαφοράς που είχε ήδη κερδίσει, που επιπρόσθετα η πρόσφυση είναι ένας άγνωστος παράγοντας, εκεί κατάφερε να έχει την καλύτερη εικόνα σε μία ημέρα που για όλους ήταν πολύ δύσκολη. Σίγουρα για τον Bagnaia που τόνισε ότι ήταν από τους δυσκολότερους αγώνες. Υπάρχουν εκεί έξω 25*5 και 12*5, συνολικά 185 βαθμοί για όποιον είναι άριστος στους επόμενους αγώνες οπότε μαθηματικά δεν μπορεί να αποκλειστεί κανείς ακόμη. Ωστόσο δύο είναι εκείνοι που ρεαλιστικά παλεύουν για τον φετινό τίτλο όπως είπαμε και θα είναι δύσκολο να καθοριστεί ποιος θα επικρατήσει αν δεν υπάρξουν ατυχίες και πτώσεις.

Ο θαυμασμός για την αυτοκυριαρχία του που εκφράστηκε πιο πάνω, έρχεται κυρίως για έναν άλλο λόγο: Ο Martin έκανε μετά τον αγώνα μία δήλωση αυτογνωσίας αναγνωρίζοντας αυτό για το οποίο ο κόσμος μιλάει εδώ και πολλές σεζόν. Είπε πως ένιωθε πολύ σίγουρος για τον εαυτό του, πολύ δυνατός, και τότε έκανε το λάθος. Αυτό το πράγμα στον Martin -το γνωρίζω από πρώτο χέρι ως γεγονός- του το έχουν πει κατάμουτρα φίλοι, συναθλητές, διευθυντής ομάδας, ένα σωρό διαφορετικός κόσμος σε μία μεγάλη χρονική βεντάλια, όχι όλοι μαζί. Και το έχει καταλάβει, το έχει πάρει το μάθημα. Προφανώς όμως η συνήθεια κόβεται δύσκολα και πάντα δίνοντας βάση στα δικά του λόγια, γιατί μόνο με την χαζή αυτή πτώση στον αγώνα Sprint δεν θα μιλούσε κανείς για συνήθειες που δεν κόβονται εύκολα.

Σε κάθε περίπτωση ο Martin είναι πιο ασφαλές στοίχημα για τον φετινό τίτλο, τόσο λόγο της μικρής διαφοράς που όπως είπαμε δεν θα είναι εύκολο να σβήσει, όσο και της απόδοσης στις πίστες που απομένουν γιατί πέρσι μετά την Ινδονησία η μεγάλη χασούρα πόντων ήταν στην Valencia. Η συγκομιδή πόντων Bagnaia και Martin στους ίδιους ενδιάμεσους αγώνες πέρσι δεν είχε μεγάλη διαφορά, έχασαν και κέρδισαν αντίστοιχους βαθμούς και οι δύο με λίγους περισσότερους ο Bagnaia, οπότε με εξαίρεση την Valencia το λάθος και η ατυχία είναι οι δύο βασικοί παράγοντες που μπορούν να επιδράσουν αρνητικά τον Martin πέρα από την περίπτωση ενός αλάνθαστου Bagnaia. Ο οποίος τόνισε αμέσως μετά τον αγώνα πως ήταν η 5η συνεχόμενη φορά που δεν έχουν καταφέρει να κάνουν σωστή εκκίνηση, αμέσως – αμέσως λοιπόν η περίπτωση να είναι αλάνθαστος έχει ένα μελανό σημείο καθότι ακόμη δεν έχουν βρει την λύση. Μακάρι να την βρουν στο Motegi από την στιγμή που η επιθυμία όλων πλην των ομάδων, είναι να συντηρηθεί ο υψηλότατος ανταγωνισμός μέχρι την τελευταία στροφή στον τελευταίο αγώνα στη Valencia.

Στο μεταξύ ο Bagnaia τόνισε στην Ινδονησία περισσότερες φορές από κάθε άλλη φορά, την διαφορά που έχει η μοτοσυκλέτα του από την περσινή. Το έχει ξανά πει κι άλλες φορές, πως το προηγούμενο μοντέλο έχει καλύτερη πρόσφυση στην έξοδο της στροφής και είναι φυσικό να παραπονιέται για αυτό περισσότερο στην πίστα της Ινδονησίας από άλλες φορές που η πρόσφυση δεν ήταν το κυρίαρχο πρόβλημα.

Στο μεταξύ ο Bezzecchi φυσικά ρωτήθηκε για αυτό το ζήτημα και επιτέλους έχουμε μία πιο «επίσημη» εξήγηση για τις διαφορές τους, διότι μέχρι στιγμής όποιος άλλος πήγαινε να πει το ίδιο, δεν γινόταν πιστευτός. Ο Bezzecchi εξήγησε πως η διαφορά που λέει ο Bagnaia υπάρχει αλλά ταυτόχρονα η νέα μοτοσυκλέτα μπορεί να μπει με περισσότερα χιλιόμετρα στην στροφή και να φρενάρει πιο αργά με ασφάλεια. Επίσης πως η πρόσφυση στον εμπρός τροχό χάνεται απότομα μετά από μερικούς γύρους ενώ στην νέα μοτοσυκλέτα τα πράγματα είναι πιο προοδευτικά. Πριν βιαστείτε, ο Bezzecchi είπε πως αυτό το πρόβλημα το έχουν όλοι οι αναβάτες, όλοι παραπονιούνται για το ίδιο θέμα, που σημαίνει και ο Marc Marquez. Απλά ο Bezzecchi στον τελευταίο αγώνα αποφάσισε να κάνει κάτι διαφορετικά και έβαλε το μαλακό ελαστικό μπροστά αντιπαλεύοντας στην συγκεκριμένη πίστα το πλεονέκτημα της νεότερης μοτοσυκλέτας, μετριάζοντας το μειονέκτημα. Το πείραμά του δούλεψε πολύ καλά στην αρχή του αγώνα και για αυτό είπε και ο Bagnaia πως του πήρε πολύ χρόνο για να τον περάσει και έγινε σε λάθος του Bezzecchi στα φρένα πίσω από τον Morbidelli που δεν ήταν εύκολο να κάνει λάθος καθότι είχε την νεότερη μοτοσυκλέτα. Ο Morbidelli ήταν πιο εύκολη υπόθεση, όχι μόνο γιατί είχαν την ίδια μοτοσυκλέτα αλλά και γιατί είχε πάρει το ρίσκο να βάλει την μαλακή γόμα ώστε να ξεχωρίσει στην αρχή του αγώνα κάτι που πέτυχε. Μετά όπως ο ίδιος είπε είχε δυσκολίες και απλά προσπαθούσε να αμυνθεί όσο καλύτερα μπορούσε και μάλιστα αυτό έγινε αρκετά νωρίς, περίπου μετά την μέση του αγώνα! Πάντα με τα δικά του λόγια…

Στο μεταξύ οι χρόνοι βελτιώθηκαν από πέρσι κάτι που αντανακλάται και στον συνολικό χρόνο του αγώνα που πήγε από τα 41'20.293 στα 41'04.389, δηλαδή μειώθηκε κατά 16 δευτερόλεπτα. Αυτό σημαίνει σχεδόν 0,6 δευτερόλεπτα σε κάθε γύρο και καθώς οι συνθήκες με πέρσι είναι κοντινές, δείχνει και την πίεση που είχαν οι προηγούμενες μοτοσυκλέτες της Ducati να μείνουν κοντά στις νέες.

Ο Bastianini σημείωσε την υψηλότερη τελική στα 318,5km/h πολύ κοντά στο ρεκόρ που έγραψαν μαζί ο Bagnaia με τον Acosta ισοφαρίζοντας μόλις ένα χιλιόμετρο πιο πάνω.

Είναι σημαντικό που η KTM σημείωσε την υψηλή τελική της Ducati, η πίστα της Ινδονησίας δεν προσφέρεται για κάποιο εξωπραγματικό νούμερο και δεν είναι το θέμα μας το ύψος της τελικής αλλά το γεγονός πως από έξοδο στροφής σε είσοδο, αυτές οι μοτοσυκλέτες ήταν κοντά σε δύναμη. Το ένα είναι το πόσο δύναμη παράγεται, το δεύτερο είναι πώς εκμεταλλεύεται κανείς αυτή την δύναμη καθώς στο πρώτο κομμάτι η KTM έχει πιάσει την Ducati κι άλλες φορές, το δεύτερο είναι που προσπαθεί να πετύχει πιο συστηματικά. Την διαχείριση της δύναμης όμως επηρεάζουν πολλοί παράγοντες, με πρώτο τον αναβάτη ενώ το αποτέλεσμα για τον εξωτερικό θεατή αντανακλάται μονάχα στο ποιος φαίνεται ταχύτερος. Συχνά έχει αποδοθεί η αδυναμία ενός κινητήρα να πιάσει τον ανταγωνισμό, όταν στην πράξη είναι διαφορετικό το ζήτημα. Ιστορικό παράδειγμα πως κάποτε η Honda πέτυχε με τα οβάλ πιστόνια να έχει την απόδοση που χρειάζεται αλλά το αγωνιστικό αποτέλεσμα δεν ερχόταν, ήταν παράγοντας πολλών ακόμη συνιστωσών με πρώτη και καλύτερη την λανθασμένη αντίληψη που είχαν για το πώς να διαχειριστούν το φρένο του κινητήρα. Το αγωνιστικό λοιπόν αποτέλεσμα δεν ερχόταν στην ώρα του και σκότωσαν κάτι πρωτοποριακό στο οποίο είχαν επενδύσει απίστευτο κόπο και χρήμα και εν μέρη είναι μάλιστα πετύχει! Χρόνια μετά έβγαλαν και μία μοτοσυκλέτα απλά για να επισφραγίσουν την πορεία αυτή, χωρίς κανένα απολύτως στόχο να σημειώσουν εμπορική πορεία, αλλά μόνο και μόνο για να υπάρχει εκεί έξω αυτό που με κόπο είχαν καταφέρει και κάτι τρελοί και αλλοπαρμένοι στην Ελλάδα το κατάλαβαν και έγιναν οι πρώτοι ιδιοκτήτες εκτός Ιαπωνίας, μόνο και μόνο για να καταφέρουν να πάρουν μία γεύση. Άλλα 30 και βάλε χρόνια μετά κάποιος τυχαίος θα πει πως η Honda τότε απέτυχε και θα το αφήσει σκέτο, διαπράττοντας το λάθος να πει την μισή αλήθεια και η μισή αλήθεια είναι πάντα ένα ψέμα. Στην εποχή μας τώρα Honda και Yamaha έχουν πρόβλημα απόδοσης και μετά διαχείρισης της δύναμης και αυτή είναι όλη η αλήθεια.

Πίσω στον Acosta λοιπόν, είδαμε μία πετυχημένη προσπάθεια της KTM που ευτυχώς δεν ακυρώθηκε όπως κάλλιστα θα μπορούσε γιατί πράγματι οι πιέσεις του Acosta δεν ήταν σωστές. Πέρασαν στην KTM στιγμές αγωνίας γιατί στον τερματισμό οι αγωνοδίκες ανακοίνωσαν πως ο Acosta, ο Binder και ο Nakagami ήταν υπό έρευνα για τις πιέσεις που είχαν χρησιμοποιήσει. Ο Nakagami βρέθηκε λάθος και εισέπραξε τα μπόλικα 16 δευτερόλεπτα, σαν να έτρεχε δηλαδή στον περσινό αγώνα αλλά έτσι και αλλιώς εκτός δεκάδας ήταν και πριν, εκεί που ανήκει η Honda φέτος, εκτός και αν πέσουν μπόλικοι αναβάτες μπροστά και καταφέρει ο Zarco να ανέβει θέσεις, που πέφτει πιο σπάνια από τον Mir και γυρίζει ταχύτερα όλων των άλλων.

Ο Binder απέδειξε πως ο αισθητήρας μετρούσε λάθος και απέφυγε την τιμωρία αλλά η KTM δεν είχε καταφέρει να ηρεμήσει γιατί ο αισθητήρας του Acosta δούλευε σωστά και πράγματι οι πιέσεις του δεν ήταν αυτές που θα έπρεπε αλλά χαμηλότερα! Επέμεναν όμως στους αγωνοδίκες να το ψάξουν καλύτερα γιατί είχαν ξεκινήσει εντός ορίων και τελικά το έκαναν με τον παραδοσιακό τρόπο του βουλκανιζατέρ, βύθισαν τον εμπρός τροχό σε λεκάνη να δουν τις μπουρμπουλήθρες! Ευτυχώς υπήρχαν και αποδείχτηκε πως η ζάντα είχε μία ανεπαίσθητη ρωγμή. Θα φαινόταν αυτό αργότερα στον έλεγχο των μηχανικών αλλά θα ήταν αργά, θα είχαν ήδη τιμωρηθεί, αποχωρήσει από την πίστα και δεν θα γινόταν να αποδειχτεί ότι έτσι είχε αγωνιστεί. Όταν ακούτε ορισμένους που οδηγούν σε δημόσιο δρόμο με πανάκριβες αγωνιστικές ζάντες, να τους υπενθυμίζετε πως είναι λίγα τα παραδείγματα πετυχημένων μακρών δοκιμών σε τέτοια χρήση…

Ο άλλος αναβάτης της KTM ο Miller έπαιξε μπόουλινγκ στην πρώτη στροφή και δεν είχε θέματα πίεσης να ασχοληθεί για να δούμε αν θα τριτώσει το κακό στην πλευρά της KTM. Είναι άτυχος γιατί δεν έχει καλή φήμη, ωστόσο δεν ήταν δικό του λάθος σε καμία περίπτωση και κάθε προσπάθεια να τον μειώσει κανείς, τώρα που ξέρουμε ότι συνεχίζει και του χρόνου με μοτοσυκλέτα Yamaha αντί να αποχωρήσει, είναι λανθασμένη. Το έχω ξανά πει και άλλες φορές ακόμη και για τον Marquez, με τον κόσμο να αντιδρά γιατί ο Marquez είναι πολύ καλός στις εκκινήσεις κάτι που το θαύμασε κανείς και στην Ινδονησία. Ωστόσο τα λόγια του Miller έχουν αξία: «Όσο πιο πίσω τόσο πιο δύσκολα, δεν βλέπεις και δεν έχεις χώρο να στρίψεις» για να μην πέσει πάνω στον Vinales φρέναρε απότομα και έπεσε ο ίδιος κάνοντας strike σε Aleix Espargaro που θα είχε πάει καλά, σε Alex Marquez που δεν θα έκανε τίποτα φοβερό και σε Luca Marini που τον γλίτωσε από τις ερινύες για τις αποφάσεις του…