Οδηγούμε: Moto Guzzi V85 2024 – Πρώτες εντυπώσεις

Η ιταλική παράδοση συναντά τη σύγχρονη τεχνολογία
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

7/3/2024

Όσο γίνονται πιο αυστηρές οι προδιαγραφές ρύπων, τόσο θα μειώνεται και η ποικιλομορφία στις μοτοσυκλέτες. Οι δεκάδες διαφορετικού τύπου κινητήρες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει ο καθένας από αυτούς, χάνονται σιγά-σιγά, δημιουργώντας μια ιδιότυπη ομοιομορφία.

Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο στις μέρες μας να διατηρήσεις έναν παραδοσιακό αερόψυκτο V2 με ωστήρια στην παραγωγή, οπότε το γεγονός πως η Moto Guzzi κατάφερε, όχι μόνο να προσαρμόσει τον εγκάρσιο αερόψυκτο V2 κινητήρα της στις προδιαγραφές Euro5+ και ταυτόχρονα να βελτιώσει εντυπωσιακά την απόδοσή του, αποτελεί στην κυριολεξία άθλο!

Ο διβάλβιδος κινητήρας των 853 κυβικών έχει πλέον βαλβίδες εισαγωγής από τιτάνιο με διάμετρο 42,5mm και τα ωστήρια είναι αλουμινένια με “roller tappets". Ο φυγοκεντρικός μηχανισμός μεταβλητού χρονισμού των βαλβίδων αρχίζει να μεταβάλει τη θέση του εκκεντροφόρου στις 6.500 στροφές και φτάνει έως και τις 7° στις 7.000 στροφές.

2

Ένας αισθητήρας θέσης του εκκεντροφόρου ενημερώνει την ηλεκτρονική διαχείριση του ride by wire ψεκασμού, ώστε να ρυθμίσει ιδανικά το άνοιγμα της πεταλούδας και το αβάνς. Επίσης έχει προστεθεί και ένας αισθητήρας προανάφλεξης, ώστε να προσαρμόζει το αβάνς ανάλογα το φορτίο που δέχεται ο κινητήρας και φυσικά την ποιότητα του καυσίμου. Αυτό σημαίνει πως η απόδοση του κινητήρα προσαρμόζεται αυτόματα στην ποιότητα του καυσίμου.

Βέβαια με συμπίεση 10,5:1, ο κινητήρας αυτός δεν χρειάζεται πάνω από 95 οκτάνια για να επιτύχει τη μέγιστη απόδοσή του και δεν υπάρχει κανένα κέρδος αν βάλεις βενζίνη 98-100 οκτανίων, αλλά όλοι ξέρουμε πως με αυτή τη φορολογία στα καύσιμα, η νοθεία είναι πολύ επικερδές άθλημα στις μέρες μας…

13

Προφανώς έχουν αλλάξει και την εξάτμιση, η οποία έχει πλέον τρεις αισθητήρες “λ” με βασικό στόχο την ομαλοποίηση της παροχής ισχύος, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των Ιταλών. Όπως κι αν έχει, όλες αυτές οι αλλαγές είχαν ευεργετικά αποτελέσματα στην απόδοση του κινητήρα. Το 90% της ροπής εμφανίζεται ήδη από τις 3.000 στροφές και η μέγιστη ιπποδύναμη ανέβηκε στους 80 ίππους στις 7.750 στροφές, από 76 ίππους στις 7.500 στροφές της προηγούμενης Euro 5 έκδοσης.

3

Η προστασία που παρέχει το φαίρινγκ είναι πολύ βελτιωμένη, καθώς το σχήμα και το μέγεθος της ζελατίνας είναι διαφορετικό και είναι αποτέλεσμα μακράς εργαστηριακής μελέτης και δοκιμών στο δρόμο. Το ύψος της ρυθμίζεται πολύ εύκολα με το χέρι σε πέντε θέσεις και σε εύρος 70mm, χάρη σε έναν εύχρηστο μηχανισμό με κλιπ, όμοιο με του Yamaha Tracer 9.

Ταυτόχρονα, μεταξύ ζελατίνας και ρεζερβουάρ έχουν προστεθεί δύο διάφανες πλαστικές “ασπίδες” στην έκδοση Travel, όπου εμποδίζουν τον αέρα να περάσει προς το στήθος του αναβάτη. Οι εκδόσεις Strada και TT, έχουν δύο μικρότερα μαύρα πλαστικά φτεράκια σε εκείνο το σημείο, που ο σχεδιασμός τους είναι πατενταρισμένος από τη Moto Guzzi και έκαναν καλή δουλειά στον ανοιχτό δρόμο, όμως αν θέλεις την καλύτερη δυνατή προστασία από το κρύο, μπορείς να προσθέσεις τα μεγαλύτερα διάφανα προστατευτικά της έκδοσης Travel.

4

Πάντως ακόμα και χωρίς αυτά τα διάφανα προστατευτικά, οι εκδόσεις Strada και TT έχουν 37% μικρότερη πίεση αέρα προς το σώμα του αναβάτη. Ακόμα και οι χούφτες έχουν διαφορετικό σχήμα, βελτιώνοντας με τη σειρά τους την προστασία των χεριών από το κρύο. Οι διακόπτες στο τιμόνι είναι έρχονται κατευθείαν από το STELVIO και είναι πιο εύκολο να τους χειριστείς με χοντρά γάντια, ενώ την ίδια στιγμή σε βοηθούν να πλοηγηθείς πιο εύκολα και γρήγορα μέσα στο μενού της νέας, μεγαλύτερης TFT οθόνης. Έχει Bluetooth για να συνδέεις συσκευές (smartphone/ενδοεπικοινωνίες/mp3/mp4) τις οποίες μπορείς να χειριστείς απευθείας από τον αριστερό διακόπτη του τιμονιού και να εκμεταλλευτείς όλες τις δυνατότητες του App MIA, όπως είναι η πλοήγηση Turn by Turn.

6

Τα ηλεκτρονικά βοηθήματα είναι αναβαθμισμένα τεχνολογικά, χάρη στη νέα ECU με IMU έξι αξόνων, προσφέροντας ρυθμιζόμενο Cornering ABS και Traction Control με μεταβλητή ευαισθησία επέμβασης ανάλογα την κλίση της μοτοσυκλέτας. Οι εκδόσεις TT και Travel έχουν επιπλέον MODE σε σχέση με την έκδοση Strada. Συγκεκριμένα στη Strada μπορείς να επιλέξεις μεταξύ Road, Sport και Rain, όπου αλλάζει η απόκριση του γκαζιού στα δύο πρώτα, ενώ στο Rain μειώνεται και η ιπποδύναμη.

Στις TT και Travel υπάρχει η επιλογή του “Off-Road” όπου ομαλοποιεί την απόκριση του γκαζιού, απενεργοποιεί το ABS στον πίσω τροχό και μειώνει την επέμβαση στον εμπρός, ενώ αυξάνει και το φρένο του κινητήρα στο κλείσιμο του γκαζιού. Στην Travel θα βρεις ακόμα ένα MODE που ονομάζεται “Custom” και μπορείς να αποθηκεύσεις εκεί τις δικές σου ρυθμίσεις για την απόκριση του γκαζιού και τον τρόπο επέμβασης του cornering ABS και του Traction Control. Το Cruise Control είναι στον βασικό εξοπλισμό όλων των εκδόσεων.

8

Η νέα γενιά του V85 έχει χυτό αλουμινένιο υποπλαίσιο που όχι μόνο είναι ελαφρύτερο, αλλά βοηθάει να συγκεντρωθεί το βάρος της μοτοσυκλέτας πιο κοντά στο σώμα του αναβάτη. Πέρα όμως από αυτή την αλλαγή, η έκδοση Strada με τις χυτές αλουμινένιες ζάντες είναι συνολικά 4 κιλά ελαφρύτερη από την TT. Κι όπως έχει μαλλιάσει η γλώσσα μας να επαναλαμβάνουμε συνεχώς, το βάρος των τροχών έχει τεράστιες επιπτώσεις στη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας και είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα να μειώνεις το βάρος του πλαισίου ή του κινητήρα και εντελώς διαφορετικό πράγμα να μειώνεις το βάρος σε κινούμενα μηχανικά μέρη τα οποία προκαλούν φαινόμενα αδράνειας και γυροσκοπικά. Το βάρος τον τροχών επηρεάζει δραματικά τη λειτουργία των αναρτήσεων, τη σταθερότητα και την ευελιξία της μοτοσυκλέτας, και η επιρροή του σε αυτούς τους τομείς μεγεθύνεται γεωμετρικά όσο αυξάνεται η ταχύτητα. Η συγκεκριμένη έκδοση Strada, δεν έχει χούφτες στο τιμόνι, έχει πολύ ελαφρύτερους τροχούς και οι μοτοσυκλέτες που οδηγήσαμε φορούσαν τα σπορ ελαστικά Meridian της Dunlop με 100% προσανατολισμό την οδήγηση στην άσφαλτο.

9

Το αποτέλεσμα ήταν να έχει τρομερά πιο ανάλαφρη αίσθηση από τις άλλες δύο εκδόσεις στις χαμηλές ταχύτητες και να είναι πολύ πιο ευέλικτη και με “σπορ” χαρακτήρα στα ορεινά στροφιλίκια της νότιας Ισπανίας όπου οδηγήσαμε τις μοτοσυκλέτες. Μέχρι και η απόκριση στο γκάζι και τα φρένα είχαν “σπορ” αίσθηση, κάνοντας τη μοτοσυκλέτα απολαυστική στη γρήγορη οδήγηση, δίνοντάς της μια μοντέρνα και σύγχρονη αίσθηση που δεν είχε μέχρι σήμερα το V85. Οι αλλαγές στον κινητήρα έχουν δώσει περισσότερη ζωντάνια στην απόκριση του γκαζιού και το V85 απέκτησε ψυχή πλέον και στις υψηλές στροφές, κρατώντας το κέφι του μέχρι τον κόφτη. Με πολύ καλύτερη προστασία από τον αέρα και το κρύο, με πιο κεφάτο κινητήρα και αναβαθμισμένη ενεργητική ασφάλεια από τα σύγχρονα ηλεκτρονικά, η νέα γενιά του V85 έγινε συνολικά πολύ καλύτερη σε όλους τους τομείς.

11

Αντιπρόσωπος:

Piaggio Group

Μεταξόνιο (mm):

1.530

Ύψος σέλας (mm):

830

Πλαίσιο:

Ατσάλινο σωληνωτό με τον κινητήρα ενεργό τμήμα του

Βάρος κατασκευαστή, κενή (kg):

209 (V85 Strada: 205, V85 TT Travel: 211) / 230 (V85 Strada: 226, V85 TT Travel: 243)

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ:

Τετράχρονος, αερόψυκτος, δικύλινδρος V-90° εγκάρσια τοποθετημένος με 1 εκκεντροφόρο και 2 β/κ με φυγοκεντρικό σύστημα μεταβλητού χρονισμού

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

84 x 77

Χωρητικότητα (cc):

853

Σχέση συμπίεσης:

10,5 : 1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

80/7.750

Ροπή (kg.m/rpm):

8,46/5.100

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

93,78

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire με ένα σώμα 52mm

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

Συμπλέκτης:

Ξηρός, μονόδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια / -

Τελική μετάδοση / σχέση:

Άξονας  / -

ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΕΜΠΡΟΣ

Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

170/41

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς

Ζάντα ΕΜΠΡΟΣ:

2,5 x 19 (Strada: χυτή με μπράτσα)

Ελαστικό ΕΜΠΡΟΣ:

110/80-R19

ΦΡΕΝΟ ΕΜΠΡΟΣ

Δύο δίσκοι 320mm με ακτινικές δαγκάνες 4 εμβόλων Brembo και ABS

ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΠΙΣΩ

Μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

170

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς

Ζάντα ΠΙΣΩ:

4,25 x 17 (Strada: χυτή με μπράτσα)

Ελαστικό ΠΙΣΩ:

150/70-R17

ΦΡΕΝΟ ΠΙΣΩ:

Δίσκος 260mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και cornering ABS

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Έγχρωμη TFT οθόνη, φωτισμός full LED, σύστημα Ride by Wire, 3 προγράμματα  οδήγησης (Road, Sport, Rain) (τα V85 TT και V 85 TT Travel έχουν επιπλέον Off-road, με την έκδοση Travel να εξοπλίζεται και με την Custom), Cruise Control,  προστατευτικά χεριών, αλουμινένια ποδιά προστασίας κινητήρα, traction control, δικάναλο ABS

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

23/5

 

Ετικέτες

Ελληνική παρουσίαση Neo Sports Café

Πρώτες οδηγικές εντυπώσεις από το νέο CB 300R
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/8/2018

Σε ένα όμορφο all day bar στα βόρεια προάστια, ο όμιλος επιχειρήσεων Σαρακάκης, επίσημος αντιπρόσωπος της Honda στην Ελλάδα, αποφάσισε να παρουσιάσει τη νέα οικογένεια των Neo Sports Café. Δυστυχώς ο καιρός δεν ήταν με το μέρος μας με αποτέλεσμα να εμφανίζονται βροχοπτώσεις τις πρώτες ώρες. Η αναλυτική παρουσίαση της σειράς ήταν προετοιμασμένη από τους αντιπρόσωπους της Honda, έχοντας όλες τις απαραίτητες λεπτομέρειες για το κάθε μέλος της σειράς. Η οικογένεια αποτελείται από τη ναυαρχίδα της σειράς, το ανανεωμένο CB 1000R, που έχει επανασχεδιαστεί πλήρως με το σχεδιασμό να ακολουθεί το μότο “επιστροφή στις ρίζες”, έτσι με τις μινιμαλιστικές γραμμές μειώνει το συνολικό του όγκο, αφήνοντας με την απλή σχεδίαση τον κινητήρα σε κοινή θέα να τραβάει τα βλέμματα, με το εξαιρετικό του φινίρισμα. Κατασκευασμένο στην Ιαπωνία όλο το σύνολο εκπέμπει υψηλή ποιότητα κατασκευής, ενώ παράλληλα η Honda εστίασε στην απόλαυση της οδηγικής εμπειρίας (το οποίο μπορείτε να δείτε αναλυτικότερα εδώ).

Την οικογένεια ολοκληρώνουν τα CB 300R και CB 125R που έχουν μεγάλη απόσταση από τη ναυαρχίδα, γεγονός που προμηνύει τον ερχομό ενός νέου μεσαίου κυβισμού μοντέλου στην οικογένεια που θα γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ τους, ολοκληρώνοντας τη σειρά.

Κοινή φιλοσοφία

Τα CB 300R και 125R είναι μάλλον για τους περισσότερους από εμάς πανομοιότυπα στο μάτι, όμως υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές. Συγκεκριμένα η εργονομία της θέσης οδήγησης είναι εντελώς διαφορετική ανάμεσα στις δύο μοτοσυκλέτες. Στο 125R η θέση είναι πιο όρθια, θυμίζοντας περισσότερο τη θέση οδήγησης των MT-09 και κυρίως του Duke 390. Η απόσταση του τιμονιού από το κορμό του αναβάτη είναι σχετικά μικρή, δίνοντας μια όρθια στάση σε αντίθεση με το 300R που είναι πιο κοντά στη κλασσική θέση οδήγησης μιας τυπικής μοτοσυκλέτας δρόμου. Το μεσαίο μοντέλο έχει λίγο μεγαλύτερο μεταξόνιο στα 1352mm κερδίζοντας σταθερότητα, ενώ η  γωνία κάστερ είναι 24ο προσφέροντας περισσότερη ευελιξία. Το 125R έχει μικρότερο μεταξόνιο (1345mm) που προσφέρει ευελιξία, ενώ η λίγο μεγαλύτερη γωνία κάστερ των 24,2ο αντισταθμίζει τα πράγματα επιτυγχάνοντας μια αντίστοιχη ισορροπία στα συνολικά γεωμετρικά χαρακτηριστικά της. Το ρεζερβουάρ είναι και αυτό διαφορετικής σχεδίασης με τις γραμμές να κυριαρχούν περισσότερο στο 125, ενώ είναι εξοπλισμένο με διακοσμητικούς αεραγωγούς. Τέλος η απόσταση από το έδαφος στο 300 είναι μεγαλύτερη κατά 11mm (151mm)  και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η εξάτμιση βρίσκεται στο πλάι αντί κάτω από το κινητήρα όπως στο 125. Αποτελεί έτσι μια πιο ευδιάκριτη διαφορά, όπως η καρίνα που έχει το μικρότερο μέλος τη οικογένειας, προσφέροντας ένα πιο συμπαγές σύνολο. Η ποιότητα κατασκευής τους είναι εξαιρετική παρά το γεγονός ότι κατασκευάζονται εκτός Ιαπωνίας.

 

Το ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο έχει σχεδιαστεί με γνώμονα τη συγκέντρωση του βάρους της μοτοσυκλέτας χαμηλά κάτω από τον αναβάτη, προσφέροντας ευελιξία και σταθερότητα. Η μπαταρία μεταφέρθηκε πίσω από το λαιμό του πλαισίου στην ίδια θέση που βρίσκεται και στην RC213V-S. Με το χώρο που δημιουργήθηκε κάτω από τη σέλα του αναβάτη τοποθετήθηκε το νέο φιλτροκούτι που είναι παρόμοιο με αυτό των τελευταίων MX CRF, δημιουργώντας έτσι μια ευθύγραμμη πορεία στον εισερχόμενο αέρα και χαρίζει καλύτερη ακουστική στον αναβατή κατά τις επιταχύνσεις όπως κάνει τα τελευταία χρόνια η Kawasaki. Το ατσάλινο ψαλίδι είναι νέου σχεδιασμού, με μεταβλητό πάχος για την επίτευξη χαμηλότερου βάρους, στηρίζοντας το αμορτισέρ αερίου και λαδιού, το οποίο δένει πάνω σε μια ατσάλινη πλάκα ώστε να ελαττωθεί το φορτίο στο κυρίως πλαίσιο και να ενισχύσει το καλύτερο έλεγχο της μοτοσυκλέτας.

 

Η μπροστινή δαγκάνα είναι η ίδια με του Africa Twin και συνδυάζεται με το πλευστό δίσκο 296mm που συμβάλλει στη ευστάθεια της μοτοσυκλέτας κατά το φρενάρισμα. Η μονάδα ABS είναι δικάναλη και οι CB 125R και CB 300R αποτελούν τις πρώτες μοτοσυκλέτες των κατηγοριών τους που έχουν ABS εξοπλισμένο με IMU (μονάδα μέτρησης αδράνειας). Ο ρόλος του IMU που μετρά 100 φορές το δευτερόλεπτο την αδρανειακή κατάσταση της μοτοσυκλέτας, είναι να εξασφαλίζει την επαφή του πίσω τροχού με την άσφαλτο κατά το φρενάρισμα, μέσω της παρέμβασης του στη λειτουργία του ABS μπρος και πίσω, ενισχύοντας έτσι την ευστάθεια της μοτοσυκλέτας κατά την επιβράδυνση. Οι ζάντες είναι αλουμινίου 17 ιντσών και έχουν την ίδια φιλοσοφία σχεδιασμού με το CB 1000R.

Το μικρό μοτοσυκλετάκι κερδίζει τα βλέμματα με τον εξοπλισμό που προσφέρει ο οποίος προέρχεται από μεγαλύτερες μοτοσυκλέτες, με αποτέλεσμα να ξεγελά εύκολα τα βλέμματα, δίνοντας την εντύπωση πως πρόκειται για μια μεγαλύτερη μοτοσυκλέτα. Αυτή η εντύπωση οφείλεται στο ανεστραμμένο μπροστινό πιρούνι των 41mm, στη τεχνολογία LED που βρίσκεται παντού, στο ποιοτικό όργανο καθώς και τη ποιοτική βαφή των πλαστικών του. Τα μόνα στοιχεία που μαρτυρούν ότι πρόκειται για μια μοτοσυκλέτα μικρού κυβισμού είναι τα μικρά λάστιχα, το ένα δισκόφρενο μπροστά καθώς και ο ήχος που παράγει ο κινητήρας όταν δουλεύει. Ο υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος κινητήρας των 124.7cc, είναι διβάλβιδος με έναν επικεφαλή εκκεντροφόρο και παράγει 13,32 άλογα στις 10.000 στροφές και 1,01 κιλό ροπής στρέψης στις 8.000. Το βάρος του CB 125R ανέρχεται στα 126 κιλά με υγρά, έχοντας αναλογία βάρους 51,6% μπροστά και 48,4% πίσω, ενώ η Honda υποστηρίζει ότι είναι το ελαφρύτερο της κατηγορίας.

Το CB 300R μπερδεύει ευκολότερα τα βλέμματα καθώς έχει τα ίδια στοιχεία με το μικρότερο αδερφάκι του, όμως η εξάτμιση του έχει σχεδιαστεί κατ’ εικόνα της ναυαρχίδας, με αποτέλεσμα όταν τη βλέπεις από πίσω να σε ξεγελά προς στιγμήν πως πρόκειται για τη μεγαλύτερη έκδοση. Ο υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος κινητήρας των 286cc έχει 4Β/Κ και 2ΕΕΚ, παράγοντας έτσι 31,4 άλογα στις 8.500 στροφές και 2,8 κιλά ροπής στρέψης στις 7.500. Το 300R έχει μόλις 17 κιλά παραπάνω από το 125R φτάνοντας τα 143 με υγρά, όντας πιστόβαρο με αναλογία 49,6% μπροστά και 50,4% πίσω, με τη Honda να δηλώνει πως και αυτό κατακτά τη πρώτη θέση στη κατηγόρια του ως το ελαφρύτερο.

Πρώτες εντυπώσεις για το CB 300R

Με τον καιρό να κάνει του κεφαλιού του, αποφασίζοντας να βρέξει με δόσεις τις πρώτες ώρες της παρουσίασης και τον περιορισμένο χρόνο στο πρόγραμμα της παρουσίασης είχαμε την ευκαιρία να πάρουμε μόνο μια μικρή γεύση του CB 300R. Το μικρό μεταξόνιο του δεν γίνεται αντιληπτό παρατηρώντας το στατικά με αποτέλεσμα μόλις καθίσεις πάνω του να σε εκπλήσσει, κάνοντας σε να πιστεύεις πως μίκρυνε. Η θέση οδήγησης έχει ένα sport άρωμα καθώς σε τοποθετεί λίγο μπροστά με τα χέρια να είναι ελαφρώς κλειστά και τα πόδια σχηματίζουν λίγο κλειστή γωνία, καθιστώντας εύκολη τη φόρτιση του μπροστινού όποτε το επιθυμείς στις στροφές. Ο πολύστροφος μονοκύλινδρος κινητήρας του ανεβάζει στροφές με γρήγορους ρυθμούς μέχρι το κόκκινο στις 11.000, υπογραμμίζοντας τη λέξη Sport από το όνομα της οικογένειας. Το κιβώτιο ταχυτήτων είναι υποδειγματικό στη λειτουργία του όντας αθόρυβο και ο λεβιές ταχυτήτων είναι ακριβείς και έχει βελούδινη αίσθηση όπως η μανέτα του συμπλέκτη, ενώ το μοναδικό πταίσμα που μπορεί να του προσάψει κανείς είναι πως όταν θέλεις να βάλεις πρώτη στο φανάρι πρέπει να κάνεις ελαφρώς μπροστά ή πίσω μέχρι να κουμπώσει. Οι sport καταβολές του γίνονται διακριτές και στο τομέα των αναρτήσεων, με το ανεστραμμένο πιρούνι της Showa να προσφέρει την κατάλληλη σκληρότητα και να παρέχει σιγουριά στον αναβάτη να κλείσει τη γραμμή του άφοβα όταν στρίβει. Τα φρένα αποδίδουν εξαιρετικά με καλό αρχικό δάγκωμα και καλή προοδευτικότητα. Το ζύγισμα του είναι καλά μελετημένο με το συγκέντρωση των μαζών να βρίσκεται όσο το δυνατών χαμηλότερα και κοντά στο κινητήρα με αποτέλεσμα να είναι άκρως ευέλικτη και εύκολη στις απότομες αλλαγές πορείας ή στους ελιγμούς. Το φιλτροκούτι είναι ειδικά μελετημένο για να προσφέρει στον αναβάτη έναν ήχο που εξιτάρει την ακοή, θυμίζοντας κατά την επιτάχυνση τη sport φιλοσοφία του σχεδιασμού του κινητήρα. Τέλος η συνολική συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας απορρέει ένα αίσθημα σταθερότητας και προσφέρει σιγουριά στον αναβάτη με την ποιότητα κύλισης να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. Ανυπομονούμε να το δοκιμάσουμε (αυτό και τα υπόλοιπα μοντέλα) ενδελεχώς στο άμεσο μέλλον καθώς πρόκειται για μια ποιοτική μοτοσυκλέτα που συνδυάζει το sport χαρακτήρα με τη ξεχωριστή σχεδίαση που προέρχεται από τις ρίζες του γενεαλογικού δέντρου της σειράς CB που τόσα χρόνια προσφέρει μοτοσυκλέτες καθημερινής μετακίνησης με sport καταβολές.

Δείτε αναλυτικά όλες τις φωτογραφίες της παρουσίασης

Ετικέτες