Ducati Supersport 950 2021: Στα χνάρια της Panigale

Εμφάνιση και ηλεκτρονικά που παραπέμπουν σε superbike!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/11/2020

Η Supersport, η σπορ μοτοσυκλέτα της Ducati που έχει σκοπό να σε εισάγει στον κόσμο των superbike ή να σε κρατά σε επαφή μαζί τους, ανανεώθηκε πλήρως με την είσοδο των Euro5 προδιαγραφών και άρχισε να μοιάζει περισσότερο στην Panigale. Αναμενόμενη εξέλιξη αυτή και επιθυμητή ταυτόχρονα, από την στιγμή που η Panigale είναι μία από τις ομορφότερες superbike που υπάρχουν.

Παράλληλα αλλάζει και το όνομα με τον κυβισμό να προστίθεται κάνοντας αμέσως σαφές και το που ανήκει, μία προσθήκη που χρειαζόταν γιατί στο δρόμο την περνούσαν για 600 κυβικά, με τις έντονες γραμμές να κρύβουν ακόμη περισσότερο τον μικρό της όγκο.

Ο κυβισμός παραμένει ίδιος από εκεί και πέρα και καρδιά της ανανεωμένης Supersport είναι ο Testatretta 11ο δικύλινδρος κινητήρας. Η απόδοση παραμένει στους 110 ίππους στις 9.000 στροφές, όπως και η ροπή στα 9,5Kg.m στις 6.500 στροφές με τους Euro5 να ικανοποιούνται πλήρως.

Εκτός από την εμφάνιση η μεγάλη διαφορά στην Supersport είναι στα ηλεκτρονικά, τα εσωτερικά και τα εξωτερικά. Δηλαδή στην έγχρωμη TFT οθόνη των 4.3 ιντσών με γραφικά που επίσης οδηγούν στην Panigale και από την οποία ρυθμίζεις τα νέα ηλεκτρονικά τα οποία πλέον εξουσιάζονται από την IMU 6 αξόνων. Άλλη μία περισσότερο προσιτή μοτοσυκλέτα συγκριτικά με τις superbike που επωφελείται από μία βαθμίδα τεχνολογίας που μέχρι τώρα την πλήρωνες πολύ ακριβά.

Η μονάδα IMU, που αντιλαμβάνεται την θέση της μοτοσυκλέτας στον χώρο, κατασκευάζεται από την Bosch, στην οποία ανήκουν και τα υπόλοιπα ηλεκτρονικά συστήματα που έχει πλέον η Supersport στην φαρέτρα της: Cornering ABS, Ducati Traction Control (DTC) EVO, Ducati Quick Shift (DQS) up / down EVO και Ducati Wheelie Control (DWC) EVO. Το θέμα είναι πως η Bosch έχει ξεφύγει από την έννοια ασφάλεια και πλέον τα ηλεκτρονικά επικεντρώνονται στο παιχνίδι, πράγμα που σημαίνει πως η Supersport επωφελείται αντίστοιχα!

Μπροστά βλέπουμε ένα πιρούνι της Marzocchi με την διάμετρο να παραμένει με το προηγούμενο μοντέλο στα 43mm και μονόμπρατσο ψαλίδι με αμορτισέρ της Sachs.

Υπάρχει και πάλι η έκδοση S με πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις από την Öhlins που δηλώνουμε με σιγουριά από τώρα πως θα κάνουν σημαντική διαφορά, βασισμένοι στην εμπειρία που έχουμε από το υπάρχον μοντέλο. Ενδεικτικό είναι πως το πιρούνι μπροστά μεγαλώνει στα 48mm και έχει επίστρωση TiN.

Στο νέο φαίρινγκ που έχει πλέον η Supersport 950, το δυναμικό παρόν και την ομοιότητα με την Panigale V4 δίνουν οι LED προβολείς, αλλά και οι αεραγωγοί. Η σχεδίασή τους δεν γίνεται μόνο για την εντύπωση αλλά φέρνουν καλύτερη απαγωγή θερμότητας ενώ το φαίρινγκ καλύπτει πλέον περισσότερο την μοτοσυκλέτα από πριν και ενσωματώνει τον συλλέκτη φτάνοντας μέχρι πίσω στο τελικό της εξάτμισης. Αυτό είναι άλλο ένα στοιχείο που αυξάνει τις οπτικές ομοιότητες με τα superbike. Κι έτσι πέρα από τους προβολείς που μίκραιναν σε μέγεθος αλλά αυξάνουν την απόδοσή τους, δίνοντας θέση σε αεραγωγούς μπροστά, έχουμε πλαϊνές εξαγωγές ψηλά και χαμηλά και περισσότερες γωνίες και το μεγαλύτερο συνολικά φαίρινγκ. Η Ducati υπόσχεται καλύτερη ψύξη για τα πόδια του αναβάτη το καλοκαίρι, εξαιτίας των νέων πτερυγίων. Παραμένουν οι καθρέφτες που ενσωματώνουν τα φλας, όπως και το κάλυμμα για το πίσω κομμάτι της ενιαίας σέλας.

Το καλό είναι πως οι προβολείς ανάβουν ταυτόχρονα τόσο στην μεσαία, όσο και στην μεγάλη σκάλα, και δίνουν συμμετρική εμφάνιση στης μοτοσυκλέτα ενώ ταυτόχρονα έχουν καλύτερη διασπορά σύμφωνα με την Ducati. Το ύψος της σέλας για τον αναβάτη είναι στα 810mm και μπορεί να γίνει 790mm με πρόσθετο εξοπλισμό από τον κατάλογο αξεσουάρ. Η θέση οδήγησης είναι σπορ αλλά όχι ακραία, όπως και στο προηγούμενο μοντέλο, επιτρέποντας την άνετη καθημερινή χρήση της μοτοσυκλέτας με την ζελατίνα να ρυθμίζεται σε ένα εύρος 50mm, ενώ έπαψε να είναι τελείως διαφανής. Το αφρώδες της σέλας είναι επίσης νέο, αλλαγμένο, αλλά στον πρόσθετο εξοπλισμό υπάρχουν και άλλες επιλογές για ακόμη περισσότερη άνεση με ακόμη περισσότερο αφρώδες.

Από τον κινητήρα που δεν έχει αλλαγές πέρα από την αναπνοή του και την ηλεκτρονική διαχείριση, παραμένουν κάποια από τα δυναμικά χαρακτηριστικά που είχαν κάνει την Supersport να ξεχωρίζει και που είναι και βασικά πλεονεκτήματα του δικύλινδρου, όπως το γεγονός πως έχεις διαθέσιμο το 80% της ροπής στις 3.500 στροφές ενώ η διάρκειά του είναι επίσης χαρακτηριστική γιατί μέχρι τις 9.000 στροφές διατηρεί το 90% των 9,5kg.m που έφτασε στις 6.500 στροφές! Δεν είναι κορυφή δηλαδή, αλλά οροπέδιο, η απόδοση της ροπής!

Με τελικό της Akrapovic αφαιρείς και 4,6 κιλά κερδίζοντας άλλο ένα 5% στις μεσαίες στροφές, και κάτι μας λέει πως θα υπάρχει διαφορά και στην θερμότητα του κινητήρα. Ο δικύλινδρος απαιτεί service κάθε 15.000 χιλιόμετρα ή μία φορά τον χρόνο με τις βαλβίδες να γίνονται κάθε δεύτερο service.

Το βάρος, παρόλο την προσθήκη περισσότερων αισθητήρων, εξακολουθεί να είναι ένα κιλό κάτω από την πρώτη Supersport και συνολικά στα 210 κιλά, θυμίζοντας στους αναγνώστες μας πως η Ducati είναι η πλέον ειλικρινής εταιρεία στο βάρος, μιας και ζυγίζουμε όλες τις μοτοσυκλέτες που παίρνουμε στα χέρια μας.

Με μεταξόνιο στα 1,478 και κάστερ 24ο με 91mm ίχνος αντιλαμβάνεσαι πως έχεις μία μοτοσυκλέτα που μπορεί να ανταποκριθεί στην σπορ οδήγηση στον δρόμο και να σε πάει έως και σε ένα track day για διασκέδαση. Μέχρι τις 48ο κλίσης δεν θα αφήσεις αποτυπώματα σε άσφαλτο που σημαίνει πως η Supersport επιτρέπει να πάρεις όλο το εύρος των σύγχρονων καθημερινών, σπορ, ελαστικών δρόμου πριν αρχίσει να ξύνει.

Κάτω από την σέλα ο αναβάτης έχει μία βασική σειρά εργαλείων και μία θύρα USB για φόρτιση ενώ το τηλέφωνο μπορεί να επικοινωνεί με Bluetooth με τα όργανα ελέγχοντας το Ducati Multimedia System (DMS).

Τρεις καταστάσεις λειτουργίας έχει στην διάθεσή του ο αναβάτης, που όλες ομαδοποιούν και αλλάζουν την συμπεριφορά στα ηλεκτρονικά, επεμβαίνοντας και στην απόκριση της γκαζιέρας μέσα από το αναβαθμισμένο Ride-by-Wire. Βασική διαφορά για την Urban ρύθμιση, για μέσα στην πόλη δηλαδή, είναι ο περιορισμός της απόδοσης στους 75 ίππους, που μαζί όμως φέρνει και οικονομία καυσίμου σε συνθήκες που έτσι και αλλιώς το περισσότερο γκάζι δεν είναι εκμεταλλεύσιμο.

Τα φρένα παραμένουν στην Bosch 9.1MP που μπορεί να μην είναι η νεότερη πλέον μονάδα ABS αλλά έχει αναβαθμιστεί το software και παραμένει μία από τις καλύτερες που έχουν φτιαχτεί ποτέ στην μοτοσυκλέτα με εκπληκτική αντίληψη για την πρόσφυση του δρόμου και τις απότομες αλλαγές αυτής, που δεν μεταφράζονται αμέσως σε απότομο αμόλημα πίεσης.

Το Traction Control και ο έλεγχος της σούζας ανακοινώνονται από την Ducati με τον καλύτερο τρόπο που θα θέλαμε για αυτή την μοτοσυκλέτα, δηλαδή το software δεν είναι εκεί για να τις αποτρέψει και να τις κόψει απότομα.

Αναβαθμισμένο στα επίπεδα που έχουμε δει στο Streetfighter περιμένουμε να είναι και το Quickshifter που δουλεύει προς κάθε κατεύθυνση, ολοκληρώνοντας έτσι μία ήπια αλλά καίρια αναβάθμιση μίας καθημερινής σπορ, δικύλινδρης μοτοσυκλέτας από την Ducati!


Δείτε μία πλούσια συλλογή φωτογραφιών της νέας Ducati Supersport 950 2021

Ετικέτες

Zero Motorcycles: Δοκιμή επί ελληνικού εδάφους

Κατασκευαστής ηλεκτρικών μοτοσυκλετών και όχι άλλη μια Start Up εταιρεία
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

18/10/2021

Η μόδα θέλει τα ηλεκτρικά οχήματα να είναι το “μέλλον” και εκείνα που θα “σώσουν τον πλανήτη”. Δυστυχώς αυτές οι πολύ βαρύγδουπες δηλώσεις προέρχονται συνήθως από ανθρώπους που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση ή αγάπη για τον κόσμο της αυτοκίνησης ή του μοτοσυκλετισμού. Πολιτικοί, επιχειρηματικά λόμπι και κρατικοδίαιτες οικολογικές οργανώσεις νομοθετούν και προπαγανδίζουν υπέρ της ηλεκτροκίνησης, με τρόπο ακραίο και δογματικό, κάνοντας τελικά περισσότερο κακό με τις αντιδράσεις που προκαλούν.

Αν έλειπαν όλοι αυτοί οι “παρείσακτοι παπαγάλοι” από τη ζωή μας, τότε τα ηλεκτρικά οχήματα θα είχαν πολύ μεγαλύτερη αποδοχή από τους πραγματικούς οδηγούς αυτοκινήτων και τους πραγματικούς μοτοσυκλετιστές. Διότι στην πραγματικότητα δεν αποτελούν απειλή για τον “μοτοσυκλετιστικό” τρόπο ζωής μας, αλλά είναι απλώς μια διαφορετική τεχνολογία με τα δικά της πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και τίποτα περισσότερο. Με άλλα λόγια, αν βγάλεις από το κάδρο την ιδεολογική διαμάχη που επικρατεί αυτή τη στιγμή, τα ηλεκτρικά δίκυκλα στο σύνολό τους έρχονται για να προστεθούν στις επιλογές που έχουμε και όχι για να ανατρέψουν τη ζωή μας.

Η Zero είναι αυτή τη στιγμή η μοναδική εταιρεία ηλεκτρικών μοτοσυκλετών που δεν προσπαθεί να πουλήσει “οικολογικό image”, ούτε είναι μια από τις δεκάδες start up εταιρείες ηλεκτρικών δίκυκλων που προσπαθούν να κάνουν μια οικονομική “αρπαχτή” εκμεταλλευόμενη την ευνοϊκή νομοθεσία και την μόδα της εποχής.

Πρόκειται για μια κανονικότατη εταιρεία κατασκευής μοτοσυκλετών, η οποία αντί για κινητήρες εσωτερικής καύσης χρησιμοποιεί ηλεκτροκινητήρες και μπαταρίες. Αυτό το χαρακτηριστικό κάνει τεράστια διαφορά στον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζονται, κατασκευάζονται και συμπεριφέρονται οι μοτοσυκλέτες της Zero. Κάτι που με μεγάλη μας χαρά διαπιστώσαμε κατά την παρουσίαση των μοντέλων της επί ελληνικού εδάφους από την επίσημη αντιπροσωπεία ELECTROMOVE.

Τόπος συνάντησης ήταν η γνωστή μας πίστα καρτ Speed Park στο Κορωπί, όπου πολλές φορές στο παρελθόν την έχουμε απολαύσει οδηγώντας κυρίως μικρού και μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες. Βέβαια τα μοντέλα της Zero κάθε άλλο μικρομεσαίες μοτοσυκλέτες είναι, ειδικά αν τις οδηγήσεις και ανοίξεις τέρμα το γκάζι τους!

Οι επιδόσεις όλων των μοντέλων της Zero είναι τουλάχιστον εντυπωσιακές και η απουσία θορύβου τις κάνει ακόμα πιο εντυπωσιακές σε αίσθηση.

Όμως αυτό ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενο, αφού ως γνωστόν οι ηλεκτροκινητήρες δεν χρειάζεται να ανεβάσουν στροφές για να δείξουν τη μέγιστη απόδοσή τους και δεν έχουν καλό ή κακό φάρμα στροφών. Από μηδέν στροφές έχεις όλη τη ροπή τους και την ίδια στιγμή μπορούν να περιστρέφονται χωρίς κανένα πρόβλημα στις 15.000-20.000 στροφές ανά λεπτό. Μιλάμε για ένα τεράστιο φάσμα στροφών που έχεις στη διάθεσή σου τη μέγιστη ροπή και αυτό κάνει από μόνο του την εμπειρία οδήγησης μιας ηλεκτρικής μοτοσυκλέτας μοναδική. Δυστυχώς, οι ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες υψηλών επιδόσεων σαν τις Zero δεν ήταν έως σήμερα τόσο εύκολο να τις δεις και να τις οδηγήσεις, οπότε η εμπειρία που έχουν οι περισσότεροι μοτοσυκλετιστές από οδήγηση ηλεκτρικών δίκυκλων περιορίζεται στα  ηλεκτρικά scooter και πατίνια. Καμία σχέση απολύτως!

Όλα αυτά τα ηλεκτρικά scooter που έχουν κατακλίσει την αγορά τον τελευταίο χρόνο είναι στην καλύτερη περίπτωση φιλότιμες προσπάθειες για ατομική μετακίνηση εντός πόλης. Οι επιδόσεις, η οδική συμπεριφορά, η άνεση και γενικά όσοι παράγοντες συνθέτουν την απόλαυση της οδήγησης ενός δίκυκλου, απουσιάζουν εντελώς από το ρεπερτόριό τους. Οι μοτοσυκλέτες τις Zero έχουν ακριβώς την αντίθετη φιλοσοφία. Στοχεύουν ξεκάθαρα στη διασκέδαση του αναβάτη τους και για να το πετύχουν εκμεταλλεύονται στο έπακρο την ατελείωτη ροπή του ηλεκτροκινητήρα τους.

Καθώς πρόκειται για κανονική εταιρεία κατασκευής ηλεκτρικών μοτοσυκλετών και όχι για μια συνηθισμένη “start-up” εταιρεία που ίδρυσαν δύο-τρεις κομπιουτεράδες για να βγάλουν εύκολο χρήμα από τη μόδα της ηλεκτροκίνησης, οι μοτοσυκλέτες της Zero έχουν πάνω τους πολλές ώρες δοκιμών από πραγματικούς μοτοσυκλετιστές, ώστε η διαχείριση της δύναμης του ηλεκτροκινητήρα και η συμπεριφορά των πλαισίων να είναι εκείνα που πρέπει σε μια σύγχρονη μοτοσυκλέτα. Μπορεί να ακούγεται παράξενο, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα των περισσότερων ηλεκτρικών δίκυκλων που έχουν οδηγήσει έως σήμερα είναι η συμπεριφορά τους στο δρόμο. Οι βαριές μπαταρίες και ο ηλεκτροκινητήρας έχουν εντελώς διαφορετικό σχήμα από έναν οποιονδήποτε κινητήρα εσωτερικής καύσης, οπότε το πλαίσιο μιας ηλεκτρικής μοτοσυκλέτας και ο τρόπος με τον οποίο είναι τοποθετημένα τα “μηχανικά μέρη” της δεν μπορεί να είναι ίδιος με μιας συμβατικής μοτοσυκλέτας. Πρέπει δηλαδή να σχεδιαστεί ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο και δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις την εμπειρία δεκαετιών που υπάρχει από τις συμβατικές μοτοσυκλέτες. Κάτι τέτοιο έχει τεράστιο κόστος και οι start-up εταιρείες ηλεκτρικών δίκυκλων δεν ξοδεύουν ούτε δεκάρα σε αυτόν τον τομέα. Απλώς περιορίζονται στην τεχνολογία των μπαταριών και στο λογισμικό διαχείρισης της κατανάλωσης ρεύματος και… τέλος!

Το πρώτο πράγμα που καταλαβαίνεις καβαλώντας σε μια μοτοσυκλέτα της Zero είναι η σοβαρή δουλειά που έχουν κάνει στην εξέλιξη του πλαισίου, ώστε η συμπεριφορά να είναι αντίστοιχη των επιδόσεων και κυρίως απολαυστική για τον αναβάτη. Ακόμα και η SR/S, το πιο ογκώδες και βαρύ μοντέλο της Zero, είχε εξαιρετική συμπεριφορά μέσα στην σφιχτή πίστα καρτ του Κορωπίου και μπορούσες να το οδηγήσεις με ρυθμό και φόρα που θα ταίριαζε σε πολύ μικρότερες και ελαφρύτερες μοτοσυκλέτες.

Το πιο εντυπωσιακό απ’ όλα ήταν το SR/F, δηλαδή η γυμνή παραλλαγή του κορυφαίου μοντέλου της Zero, όπου χάρη στο μικρότερο βάρος άλλαζε ακόμα πιο εύκολα πορεία. Και τα δύο μοντέλα είχαν πολύ καλά φρένα της J.Juan, με ABS της Bosch, καθώς επίσης traction control και προοδευτικό "φρένο κινητήρα” στο κλείσιμο του γκαζιού. Πολύ καλή δουλειά έχουν κάνει στο λογισμικό του γκαζιού, όπου μπορείς να επιλέξεις ανάμεσα σε τρία pre-set προγράμματα και ένα πρόγραμμα που καθορίζεις εσύ την επέμβαση των ηλεκτρονικών. Το κύριο χαρακτηριστικό όλων των προγραμμάτων είναι η γραμμικότητα και η φυσική αίσθηση στο άνοιγμα του γκαζιού, χωρίς κενά ή απότομα ξεσπάσματα.

Από την σειρά των On-Off μοντέλων οδηγήσαμε το FX των 33kw που αντιστοιχεί σε 44 ίππους. Μόνο στα χαρτιά αντιστοιχεί σε 44 ίππους διότι στην πράξη οι 33kw του FX χαρίζουν επιταχύνσεις εν κινήσει που θα ζήλευε μοτοσυκλέτα των 100 ίππων! Ακόμα και στο πρόγραμμα ECO το FX εκτοξεύεται στο άνοιγμα του γκαζιού, με αποτέλεσμα το μονό δισκόφρενο εμπρός και η απουσία του traction control να είναι πρόβλημα μέσα στην πίστα. Η έκδοση supermoto της ίδια μοτοσυκλέτας με το μεγαλύτερο δισκόφρενο εμπρός και τα supersport ελαστικά δρόμου είχε σαφώς πιο ισορροπημένο χαρακτήρα.

Όλα τα μοντέλα της Zero συνοδεύονται από 5 χρόνια εγγύηση για την μπαταρία και η αυτονομία της ξεκινά από τα 161 χιλιόμετρα των μοντέλων FX και φτάνει έως τα 288 της σειράς μοντέλων SR. Σύμφωνα με την Zero, οι μοτοσυκλέτες της αποσβένουν το κόστος κτήσης σε λιγότερο από 5-6 χρόνια χρήσης, οπότε και οι υψηλές τιμές λόγω επιδόσεων και αυτονομίας των μπαταριών τους γίνονται τελικά πολύ μικρότερες σε σχέση με μια αντίστοιχων επιδόσεων συμβατική μοτοσυκλέτα.

Η δική μας άποψη είναι πως τίποτα απ ‘όλα αυτά δεν θα είχε σημασία αν η οδήγηση μιας ηλεκτρικής μοτοσυκλέτας της Zero δεν είχε το στοιχείο του ενθουσιασμού. Ευτυχώς όλα τα μοντέλα της Zero είναι κανονικότατες μοτοσυκλέτες με επιταχύνσεις που σε ενθουσιάζουν και όχι gadget για όσους ακολουθούν τη μόδα της ηλεκτροκίνησης. Για καθημερινή χρήση εντός και πέριξ των μεγαλουπόλεων αποτελούν εξαιρετική επιλογή, με τις εκρηκτικές επιταχύνσεις τους από φανάρι σε φανάρι να γεμίζουν χρώμα την ημέρα του αναβάτη τους.

Τη δημοσιογραφική παρουσίαση επί ελληνικού εδάφους τίμησε ο  Umberto Uccelli, αντιπρόεδρος της Zero Motorcycles EU. Παρών φυσικά και ο Βαγγέλης Ανδρεάδης της ελληνικής αντιπροσωπείας Electromove (επίσης αντιπρόσωποι για την Κύπρο και την Μάλτα)

Για περισσότερες πληροφορίες:
Site: www.electromove.gr
Facebook: https://www.facebook.com/Electromove.gr
https://www.facebook.com/ZeroMotorcyclesGreece

Instagram: https://www.instagram.com/electromove.gr/
https://www.instagram.com/zeromotorcyclesgreece/