Οδηγούμε Aprilia Tuareg 660: Πρώτες εντυπώσεις

Γνήσιο on-off
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

11/11/2021

Την πορεία εξέλιξης του Aprilia Tuareg 660 την παρακολουθούσαμε ως δημοσιογράφοι πολύ στενά τα τελευταία τρία χρόνια. Από το γυάλινο “ενυδρείο” με τους θάμνους που το είχαν κρύψει στην έκθεση της EICMA, αλλά και σε κάθε παρουσίαση νέου μοντέλου του ομίλου της Piaggio, είχαμε πολύωρες συζητήσεις με τους μάναζερ των τμημάτων σχεδιασμού, τους μηχανολόγους και φυσικά των υπεύθυνων μάρκετινγκ της ιταλικής εταιρείας.

Η εικόνα που μας είχαν δώσει έως σήμερα με όσα είχαν πει, αλλά και μετά την οδήγηση των RS 660 και Tuono 660, σκιαγραφούσε μια On-off μοτοσυκλέτα της μεσαίας κατηγορίας κυβισμού με έντονο σπορ χαρακτήρα και μπόλικη σύγχρονη τεχνολογία. Όμως ο χαρακτηρισμός “σπορ” δεν έχει πάντα θετική έννοια, ειδικά όταν αναφερόμαστε σε On-off μοτοσυκλέτες που καλούνται να κάνουν πολλά, αντιφατικά μεταξύ τους πράγματα σε όλες τις συνθήκες και σε όλους τους δρόμους. Τις περισσότερες φορές o “σπορ” χαρακτήρας οδηγεί σε παραχωρήσεις στην άνεση και την πρακτικότητα, που θα πρέπει να τις ανέχεται ο αναβάτης κάθε μέρα. Διότι σε όλους μας αρέσουν τα Dakar-Replica, όλοι θα θέλαμε να έχει η on-off μοτοσυκλέτα μας δυνατότητες καθαρόαιμου enduro στο χώμα και αγωνιστικού supermoto στην άσφαλτο, αλλά δεν αρέσει σε όλους να πηγαίνουμε στη δουλειά μας κάθε μέρα ή να ταξιδεύουμε καθισμένοι πάνω σε ένα σανίδι με σπαρτιάτικο εξοπλισμό άνεσης.

Από την άλλη μεριά βέβαια, έχει γεμίσει η αγορά με βαρυφορτωμένες εξοπλισμό άνεσης On-off μοτοσυκλέτες, που κάθε φορά που επιχειρείς να απολαύσεις την οδήγηση και όχι απλώς να μετακινηθείς, απαιτούν σωματική προσπάθεια και πολλές φορές εξειδικευμένες γνώσεις. Όπως καταλαβαίνετε, είχαμε μεγάλη περιέργεια να δούμε πόσο “σπορ” έκανε η Aprilia το Tuareg 660 και τί αντίκτυπο θα είχε αυτή η επιλογή στην καθημερινή ζωή του αναβάτη.

Κοιτάς τις φωτογραφίες, αλλά και  όταν βλέπεις από κοντά το Tuareg 660 σχηματίζεις εύκολα την εντύπωση πως είναι ένα Dakar-Replica. Ψηλή, στενή και μεγάλου μήκους σέλα στα 860mm από το έδαφος (υπάρχει στα αξεσουάρ χαμηλότερη στα 840mm και μια “comfort” στα 880mm), τεράστιες διαδρομές αναρτήσεων (της ΚΥΒ) στα 240mm εμπρός-πίσω (πλήρως ρυθμιζόμενες σε απόσβεσης συμπίεσης/επαναφοράς και με υδραυλική προφόρτιση ελατηρίου πίσω), καθώς και μίνιμαλ σχεδιασμός για το κάθετο ρεζερβουάρ των 18 λίτρων, όπου με την βοήθεια της διάφανης ζελατίνας κάνει την μοτοσυκλέτα να δείχνουν ακόμα πιο στενή και ψηλή. Αν είσαι κάτω από 1,80μ ύψος πλησιάζεις δίπλα στο Tuareg 660 και δεν τολμάς ούτε να σκεφτείς να το καβαλήσεις!

Μόνο που η πραγματικότητα είναι πως ακόμα κι αν είσαι 1,70μ θα πατάς και με τα δύο πόδια στο έδαφος!

Αυτό το “θαύμα” το πέτυχαν μετά από δεκάδες ώρες σχεδιασμού και δοκιμών του εμπρός τμήματος της σέλας, αλλά και χάρη στις μαλακές αναρτήσεις που καταναλώνουν ένα μεγάλο μέρος της διαδρομής τους όταν κάθεσαι πάνω στην μοτοσυκλέτα (ειδικά η πίσω ανάρτηση έχει πολύ-πολύ μαλακή ρύθμιση από το εργοστάσιο).

Μάλιστα ήταν τόσο χαλαρά ρυθμισμένες οι αποσβέσεις  στις αναρτήσεις των μοτοσυκλετών της παρουσίασης, που στην αρχή κοιταζόμασταν οι δημοσιογράφοι μεταξύ μας με βλέμμα απορίας και ρωτώντας ο ένας τον άλλον αν και η δική του μοτοσυκλέτα ήταν τόσο μαλακή.

Όλες αυτές οι πρώτες εντυπώσεις για τη σέλα και τις αναρτήσεις έγιναν καπνός και εξαφανίστηκαν στον γαλανό ουρανό της Σαρδηνίας μόλις φύγαμε από το ξενοδοχείο και αρχίσαμε να κάνουμε τα πρώτα μέτρα στο δρόμο.

 

Η στάνταρ σέλα έχει μπόλικο και ποιοτικό αφρώδες υλικό, οπότε το μικρό πλάτος της εμπρός δεν ενοχλεί και δεν κουράζει, ενώ το μεγάλο μήκος της σου επιτρέπει να αλλάζεις εύκολα στάση στο σώμα και στο σημείο που κάθεσαι.

Όπως είπαμε, το μεγάλο ύψος της από το έδαφος δεν δημιουργεί κανένα απολύτως πρόβλημα για τους κοντούς αναβάτες μέσα στην πόλη, όπου σε κάθε φανάρι θα πατάνε και με τα δύο πόδια στο έδαφος. Πραγματικά δεν υπάρχει λόγος να αγοράσει κάποιος την πιο χαμηλή σέλα (εκτός κι αν είναι 1,60μ), ενώ η έξτρα “comfort” σέλα, μάλλον θα βγάλει τα λεφτά της για όποιον είναι ψηλός και θέλει ακόμα μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ μαρσπιέ και σέλας, παρά στον τομέα της άνεσης, αφού μετά από μία ολόκληρη ημέρα πάνω της (με κάποια δεκάλεπτα διαλλείματα ανά μία-δύο ώρες) κανείς δεν εξέφρασε παράπονο.   

Οι μοτοσυκλέτες που οδηγήσαμε είχαν quick-shifter Up/Down (έξτρα εξοπλισμός) και δούλευε απροβλημάτιστα σε όλες τις ταχύτητες στη δική μας μοτοσυκλέτα, όμως κάποιοι συνάδερφοι ανέφεραν πως μερικές στιγμές έβγαινε εκτός λειτουργίας.

Τα φρένα έχουν φυσικά ABS το οποίο μπορεί να απενεργοποιηθεί πλήρως (απενεργοποίηση στον πίσω τροχό μόνο ΚΑΙ απενεργοποίηση εμπρός-πίσω με παρατεταμένο πάτημα του κουμπιού mode) στο Off-Road και Individual Mode.

Αντίστοιχα ρυθμίζεται το traction control (με δυνατότητα ρύθμισης εν κινήσει ΚΑΙ πλήρους απενεργοποίησης), το engine brake control (3 level), οι χάρτες απόκρισης του γκαζιού (3 level όλα full power).

Ο κινητήρας έχει αρκετές και σημαντικές διαφορές από εκείνους που έχουν τα RS και Tuono 660. Πέρα από την εξάτμιση και το φιλτροκούτι που προφανώς έχουν διαφορετική σχεδίαση, η Aprilia έχει βάλει διαφορετικού χρονισμού εκκεντροφόρους (με ανάλογη ρύθμιση της ECU) μετατοπίζοντας στις χαμηλές και μεσαίες στροφές την κορύφωση της ροπής. Ταυτόχρονα, το γρανάζι της πρωτεύουσας μετάδοσης και η συνολική σχέση της τελικής μετάδοσης είναι πιο κοντά ( η πραγματική τελική έχει μειωθεί στα 180km/h – το ταχύμετρο στη μοτοσυκλέτα μας έδειξε 194+km/h) , ώστε να βελτιώσουν ακόμα περισσότερο το “άρπαγμα” στο άνοιγμα του γκαζιού και τις επιταχύνσεις εν κινήσει.

Βγάζει 80 ίππους στις 9.750 (υπάρχει και έκδοση 35kw για Α2) με έχοντας το 70% της ροπής από τις 3000 στροφές και το 85% από τις 4.500 στροφές).

Επίσης το ατσάλινο πλαίσιο του Tuareg 660 έχει σχεδιαστεί να αντέχει 220kg (αναβάτης+συνεπιβάτης+αποσκευές) και το πιο κοντό γρανάζωμα βοηθάει τις ρεπρίζ όταν η μοτοσυκλέτα είναι πλήρως φορτωμένη.

Πολύ μεγάλη σημασία έχουν δώσει στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του πλαισίου, γι΄αυτό όταν σχεδίαζαν τον κινητήρα των 660, είχαν προβλέψει από την αρχή να επιτρέπει διαφορετικούς τρόπους τοποθέτησής του στο πλαίσιο μιας μοτοσυκλέτα, αλλά και διαφορετικούς τρόπους σύνδεσής του.

Έτσι στο Tuareg 660 ο κινητήρας έχει έξι σημεία σύνδεσης με το πλαίσιο σε κάθε πλευρά (το RS660 έχει τρία, το Tuono 660 έχει δύο) και τον έχουν περιστρέψει προς τα πίσω κατά 10⁰, ώστε η κατανομή του βάρους να είναι εκείνη ακριβώς που επιθυμούσαν.

Ακριβώς γι΄αυτό, τα κάρτερ και η αντλία λαδιού ήταν από την αρχή σχεδιασμένα για να ανταποκριθούν στις ιδιαίτερες απαιτήσεις μιας off-road μοτοσυκλέτας, κρατώντας πάντα επαρκή ποσότητα λαδιού σε όλες τις συνθήκες.

Το βάρος του Tuareg 660 είναι στα 187 κιλά χωρίς βενζίνη και στα 204 κιλά μαζί με τα 18 λίτρα βενζίνης που του δίνουν θεωρητική αυτονομία 450km.

Τόσο στην άσφαλτο (πολύ σφιχτό στροφιλίκι με κορυφαίας πρόσφυσης άσφαλτο) όσο και στο χώμα (βατοί, νωποί χωματόδρομοι με κόκκινο πατημένο χώμα) το Tuareg 660 είχε εντυπωσιακά ελαφριά αίσθηση και ήταν απίστευτα ευέλικτο!

Την ίδια στιγμή η σταθερότητα στις υψηλές ταχύτητες (με δυνατούς πλάγιους ανέμους…) ήταν πραγματικά άριστη, παρά τις πολύ μαλακές ρυθμίσεις των αναρτήσεων που συνήθως επηρεάζουν αρνητικά τη σταθερότητα στις μοτοσυκλέτες με τόσο μεγάλες διαδρομές αναρτήσεων.

Τα φρένα δεν κουράστηκαν ποτέ (με ένα άτομο στη σέλα και χωρίς μπαγκάζια) και η δυνατότητα απενεργοποίησης του ABS στο πίσω φρένο ήταν η καλύτερη επιλογή για τις συνθήκες που οδηγήσαμε στο χώμα – αν και το πεντάλ του πίσω φρένου αποκτούσε όλο και μεγαλύτερη διαδρομή όσο περνούσε η ώρα…

Η θέση οδήγησης ήταν πολύ βολική, είτε σηκωνόσουν όρθιος στα μαρσπιέ είτε οδηγούσες καθιστός, προσφέροντας εξαιρετικό έλεγχο της μοτοσυκλέτας.

Τα Pirelli Scorpion STR Rally με τα χοντρά τακούνια που φοράει ως ελαστικό πρώτης τοποθέτησης, έκαναν φιλότιμα τη δουλειά της στην κορυφαία Ιταλική άσφαλτο και είχαν αξιοπρεπέστατα επίπεδα πρόσφυσης στο χώμα.  

Μιλώντας για βασικό εξοπλισμό, να τονίσουμε πως στο Tuareg 660 έχουν βάλει την μεγάλη TFT οθόνη από τα RSV4 1100 Factory/Tuono 1100, η οποία δεν έχει καθόλου αντανακλάσεις και είναι ευδιάκριτη πρωί/μεσημέρι/βράδι, έχοντας παράλληλα τη δυνατότητα για λειτουργία Navi μέσω του App MIA.

Εννοείται πως έχει bleutooth και πρίζα USB…

Αν πρέπει να συνοψίσουμε όλα τα παραπάνω σε μία παράγραφο, τότε θα λέγαμε πως το νέο Aprilia Tuareg 660 μας εξέπληξε θετικά διότι όλη αυτή η σπορ εικόνα που βγάζει προς τα έξω δεν έχει επηρεάσει αρνητικά κανένα τομέα που να αφορά την άνεση και την πρακτικότητα σε καθημερινή χρήση. Είναι ένα πραγματικό on-off δηλαδή για όλους!

Την αναλυτική, πολυσέλιδη παρουσίαση του νέου Aprilia Tuareg 660 θα την βρείτε όπως πάντα στο επόμενο τεύχος του περιοδικού ΜΟΤΟ 

EICMA 2024: Phelon & Moore - Αναβίωση για τη βρετανική μάρκα που έκλεισε πριν από έξι 10ετίες

Πρώτη παρουσίαση στην EICMA - Made in China και αυτή - Αρχή με 2 μοτοσυκλέτες και 2 scooters
Phelon and Moore EICMA 2024
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

11/11/2024

Το ξεχασμένο όνομα της βρετανικής Phelon & Moore αναβιώθηκε και η νέα εταιρεία παρουσίασε στο Μιλάνο τις πρώτες δύο μοτοσυκλέτες της αλλά και δύο scooters.

Δεν είναι τυχαίο που δυσκολεύεστε να φέρετε στη μνήμη σας κάποιο ιστορικό στοιχείο ή μια μοτοσυκλέτα της Phelon & Moore (P&M) και νιώθετε έντονη την ανάγκη για γκουγκλάρισμα, ειδικά αν δεν είστε από εκείνους που ασχολούνται συστηματικά με την ιστορία των δύο τροχών ή με τις κλασσικές μοτοσυκλέτες.

Phelon and Moore

Ίσως το όνομα Panther να σας είναι πιο οικείο γιατί έτσι έγιναν κυρίως γνωστές οι μοτοσυκλέτες της βρετανικής εταιρείας -από τις αρχές του 1920 και έπειτα- που ιδρύθηκε στο Yorkshire της Αγγλίας το 1904, από τον Joah Phelon και τον μηχανικό Richard Moore. Ο Moore μπήκε στην εταιρεία έπειτα από τον θάνατο του ανηψιού του Phelon, Harry Rayner, σε τροχαίο δυστύχημα με την εταιρεία να ονομάζεται αρχικά Phelon & Rayner.

Αυτό που χαρακτήριζε τις μοτοσυκλέτες της Phelon & Moore ήταν οι καινοτομίες που τις έκαναν να ξεχωρίζουν αλλά και η φήμη που απέκτησαν ως πολύ ποιοτικές και αξιόπιστες μεταξύ των δύο πολέμων, ενώ ήταν δημοφιλείς και με side car. 

Οι P&M χρησιμοποιούσαν μετάδοση με αλυσίδα από το 1902, λίγο αργότερα ήρθαν και τα κιβώτια ταχυτήτων (δύο στην αρχή και έπειτα τέσσερεις) ενώ σήμα κατατεθέν τους ήταν ο μονοκύλινδρος κινητήρας που αποτελούσε ενεργό μέρος του πλαισίου και είχε περιστραφεί ολόκληρος μέσα στο πλαίσιο κατά 40 μοίρες (κινητήρας sloper). Το πρώτο πρωτότυπο έκανε την εμφάνισή του το 1900 με τα χειροποίητα μοντέλα να κατασκευάζονται και να πωλούνται μεταξύ 1901 και 1903. 

Phelon and Moore EICMA 2024

Σύμφωνα και με σχετικές αναφορές κάποιοι πιστεύουν ότι η P&M, ενσωματώνοντας όλα τα παραπάνω, ήταν η πρώτη που ξέφυγε από τα ποδήλατα με κινητήρα και δημιούργησε την πρώτη πραγματική μοτοσυκλέτα. 

Αυτό το χαρακτηριστικό παρέμεινε μέχρι και το οριστικό κλείσιμο της εταιρείας το 1966, με την P&M να βρίσκεται ήδη σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης από το 1962. Τα οικονομικά προβλήματα ξεκίνησαν τον 'B ΠΠ γιατί σε αντίθεση με τον 'A ΠΠ, η P&M δεν ήταν ανάμεσα στις εταιρείες που κατασκεύασαν μοτοσυκλέτες μαζικά για τον στρατό.

Η προσπάθεια αναβίωσης το ονόματος της P&M ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια από ένα γκρουπ επενδυτών και τώρα 58 χρόνια μετά έγινε και η αναβίωση της Phelon & Moore στη EICMΑ με δύο μοτοσυκλέτες και δύο scooter που κατασκευάζονται στην Κίνα.

Η πρώτη μοτοσυκλέτα και εκείνη με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι Capetown, ένα όνομα που δεν επιλέχθηκε τυχαία αφού η P&M θέλει να συνδεθεί με το παρελθόν της και η πρωτεύουσα της Ν. Αφρικής ήταν και ο τελικός προορισμός του τεράστιου ταξιδιού των Theresa Wallach και Florence Blenkiron, με τις δύο γυναίκες να ξεκινούν από το Λονδίνο και να διασχίζουν κάθετα την Αφρική περνώντας μέσα από τη Σαχάρα χωρίς βοήθεια, στη σέλα μιας Panther.

Phelon and Moore EICMA 2024

Η Capetown δεν αντιγράφει άλλη μοτοσυκλέτα και ξεχωρίζει με τη σχεδίασή της, έχει πλαίσιο χωροδικτύωμα, μονόμπρατσο ψαλίδι και πλούσιο στάνταρ εξοπλισμό αφού σε αυτόν περιλαμβάνεται TFT οθόνη επτά ιντσών που προφέρει πλοήγηση και συνδεσιμότητα, αλλά και σύστημα ανίχνευσης τυφλού σημείου, ρυθμιζόμενη ζελατίνα, traction control, σύστημα παρακολούθησης πίεσης ελαστικών, ρυθμιζόμενο ABS με λειτουργία off-road και full LED σώματα.

Η μοτοσυκλέτα ζυγίζει με το ρεζερβουάρ της γεμάτο 240 κιλά και για την κίνησή της χρησιμοποιεί ένα εν σειρά δικύλινδρο μοτέρ 693 κ.εκ. με δύο εκκεντροφόρους στην οχταβάλβιδη κεφαλή του και απόδοση 74 ίππους και 6,93 κιλά ροπή. Η Capetown 

Απλώς ικανοποιητική βαφή, προσεγμένο design που δείχνει ότι κάποιος όντως ασχολήθηκε με τη σχεδίαση της μοτοσυκλέτας και καλή συναρμογή πλαστικών είναι αυτά που είδαμε από κοντά για την Capetown που θα είναι διαθέσιμη σε δύο εκδόσεις, μία με χυτές αλουμινένιες και μία με ακτινωτές ζάντες, αλλά και με εννέα κιλά επιπλέον βάρους.

​   Phelon and Moore

Επόμενη είναι η cruiser Panther, η μοτοσυκλέτα που είναι απορίας άξιο που πήρε το πλέον αναγνωρίσιμο όνομα της P&M αφού ανήκει σε μια κατηγορία με σχετικά περιορισμένο ενδιαφέρον στην Ευρώπη -όχι όμως στην Ασία ή την άλλη μεριά του Ατλαντικού. 

Αυτή η μοτοσυκλέτα φέρει V2 κινητήρα 573 κ.εκ. με μέγιστη ισχύ 54 ίππων στις 8.500 σ.α.λ. και 4,94 κιλά ροπής στις 8.500 και 6.500 σ.α.λ. αντίστοιχα. Και η Panther που θυμίζει αρκετά Softail στο πίσω μέρος της θα παραχθεί σε δύο εκδόσεις, την C και την S με την πρώτη να φέρει μπόλικο χρώμιο και τροχούς 16 ιντσών με "χοντρά" ελαστικά, ενώ στην S το χρώμιο απουσιάζει ο τροχός μπροστά είναι 19 ιντσών και η γενικότερη αισθητική βγάζει περισσότερη "κακία". Βάρος 246 και 249 γεμάτα κιλά για την S και την C αντίστοιχα. 

Η P&M είχε και scooter πριν από εξήντα και πλέον χρόνια και η νέα εταιρεία σκοπεύει επίσης να έχει στην γκάμα της scooter με την αρχή να γίνεται με δύο μοντέλα εντελώς διαφορετικής προσέγγισης αλλά με το ίδιο όνομα, Panthette.

Phelon and Moore Panthette S

Το πρώτο είναι το Panthette S, ένα μικρού κυβισμού scooter με 16άρη εμπρός τροχό και 14 πίσω που θα είναι διαθέσιμο με δύο υγρόψυκτος κινητήρες, 125 και 200 κ.εκ. με απόδοση 12 και 17 ίππων αντίστοιχα και βάρος στα 142 κιλά γεμάτο. 

Στοιχεία του στάνταρ εξοπλισμού που προκαλούν εντύπωση είναι η κάθετη TFT οθόνη πληροφοριών με διαγώνιο στις επτά ίντσες και το σύστημα ανίχνευσης τυφλού σημείου (!), ενώ κάτω από τη σέλα χωρά δύο κράνη σύμφωνα με τον κατασκευαστή του.

​   Phelon and Moore

Το δεύτερο scooter είναι το Panthette X, με adventure αισθητική και διάθεση για να κινηθεί και στο χώμα με ακτινωτούς τροχούς και ζάντες 14 και 13 ιντσών εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Και εδώ η οθόνη είναι επτά ιντσών αλλά οριζόντιας διάταξης με τον εξοπλισμό να περιλαμβάνει το σύστημα ανίχνευσης τυφλού σημείου όπως και μεγάλες προστατευτικές χούφτες αλλά και θερμαινόμενα γκριπ. Το πιρούνι μπροστά είναι ανεστραμμένο 41 χλστ. και δύο αμορτισέρ με ξεχωριστό δοχείο φροντίζουν για την πίσω ανάρτηση.

Το Panthette X θα είναι διαθέσιμο ως 125 αλλά και 300 με την απόδοση στους 12 και 24 ίππους αντίστοιχα. Μένει να δούμε αν και πότε τα συγκεκριμένα μοντέλα θα έρθουν και στην ελληνική αγορά αφού μέχρι στιγμής δεν έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον από κάποιον έμπορο.