Αυτό είναι το νέο VFR800X Crossrunner του 2015!

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

10/9/2014

Περιμέναμε νέο Crossrunner, δεν περιμέναμε όμως να το δούμε σήμερα το πρωί, αντί για τέλος του μήνα, και δεν περιμέναμε επίσης να αντιγράφει, κι αυτό, τη Γερμανική σχολή εμφάνισης των μεγάλων μοτοσυκλετών παντός δρόμου! Είχαμε γράψει παλιότερα για την εμφάνισή του ότι μοιάζει με πιγκουίνο, καλά να πάθουμε. Τώρα απλά μοιάζει με τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες της κατηγορίας. Βέβαια τα παραπάνω τα αντιλαμβάνεσαι περισσότερο όταν το κοιτάς από το πλάι, καθώς από μπροστά τα φανάρια του αντιγράφουν το ανανεωμένο VFR 800, στο οποίο άλλωστε βασίζεται εξ ολοκλήρου. Πράγμα φανταστικό σε ότι έχει να κάνει με τον κινητήρα και την απόκριση, γιατί έχουμε οδηγήσει στην Ισπανία το νέο VFR 800 (δεν εισάγεται στην Ελλάδα) και διαπιστώσαμε την μεγάλη βελτίωση στη συμπεριφορά του VTEC. Αν για λόγους πειραματισμού κλείσεις τελείως τα αυτιά σου, για να μην ακούσεις την ολοκληρωτική αλλαγή του ήχου, και επικεντρωθείς τελείως στο δρόμο, τότε θα περάσει κάποιος χρόνος μετά τις 6.500 στροφές, για να αντιληφθείς ότι πλέον λειτουργούν 4 και όχι 2 βαλβίδες ανά κύλινδρο. Τόσο ομαλή είναι η ενεργοποίηση του VTEC, που την πρώτη φορά που θα το οδηγήσεις, μπορεί και να μην το καταλάβεις κατευθείαν! Οι αλλαγές στον V4 κινητήρα των 782 κυβικών έχουν εστιάσει στη λειτουργία των βαλβίδων, την εισαγωγή του αέρα και όλα αυτά με γνώμονα πάντα την ομαλότερη λειτουργία του VTEC. Και πραγματικά έχουν κάνει τη μεγάλη διαφορά. Ούτε μέσα στη στροφή δεν γίνεται πλέον να σε επηρεάσει η λειτουργία του συστήματος. Τουλάχιστον αυτά ίσχυαν στο νέο VFR, και με βάση τα λεγόμενα της Honda, ότι δεν έχουν γίνει αλλαγές σε αυτό τον τομέα και για το Crossrunner, τα θετικά πρέπει να παραμένουν.

Αμάν αυτά τα μαρσπιέ!

Παραμένουν όμως ορισμένα αρνητικά. Το βασικότερο που μπορούμε να διακρίνουμε χωρίς ακόμα να έχουμε καθίσει στη σέλα του, είναι η θέση των μαρσπιέ αναβάτη. Είναι αρκετά πίσω όπως στο πρώτο Crossrunner. Ωστόσο η σέλα μοιάζει πολύ πιο άνετη, με μεγαλύτερη απόσταση από τα μαρσπιέ, και η θέση οδήγησης δεν πρέπει να είναι τόσο σκυφτή όπως στο παλιό. Κι αν στο πρώτο Crossrunner, που ελάχιστα διέφερε από ένα VFR, ήταν δύσκολο να γίνουν αλλαγές στα μαρσπιέ, τώρα που έχει γίνει νέος σχεδιασμός, θα μπορούσαν να είχαν βελτιώσει τα πράγματα και σε αυτό το σημείο. Παραμένει βέβαια το ίδιο πλαίσιο, αν και τώρα θα έχει σίγουρα αλλαγές στο λαιμό. Η τακτική της Honda είναι να αλλάζει πάντα το λαιμό και τη γεωμετρία του, όταν αλλάζουν οι αναρτήσεις. Οι αναρτήσεις έχουν επιτέλους μεγαλύτερη διαδρομή, κατά 25mm μπροστά και 28mm πίσω. Παραμένει επίσης το σήμα κατατεθέν, το μονόμπρατσο ψαλίδι, όπως και οι 17 ιντσών τροχοί. Θα το προτιμούσαμε με 19 ιντσών μπροστά, αλλά ο χαρακτήρας αυτής της μοτοσυκλέτας είναι πιο ασφάλτινος και ταξιδιάρικος. Οπότε οι αλλαγές στη σέλα, που δείχνει να είναι πλέον πιο ευρύχωρη, και ο όγκος της μοτοσυκλέτας που έχει αυξηθεί, ευνοούν αυτόν τον προσανατολισμό. Αν προσφέρει και καλύτερη προστασία από τον αέρα, σε σύγκριση με τη μοτοσυκλέτα του 2011, τότε θα έχει πετύχει την ολοκληρωτική αλλαγή. Γιατί εμφανισιακά αυτό δηλώνει, ότι δεν έχει σχέση με το προηγούμενο, και ότι δεν είναι απλά ένα VFR με το τιμόνι ψηλότερα.

Στο βασικό εξοπλισμό θα έχει επίσης ABS που μπροστά ενεργεί σε δύο δίσκους 310mm με ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων. Αν λειτουργεί όπως ακριβώς και στο νέο VFR, τότε θα είναι απροβλημάτιστο ακόμα και σε συνθήκες χαμηλής πρόσφυσης και απότομου φρεναρίσματος, χωρίς να αμολά μπροστά ή να παρουσιάζει ανάδραση στη μανέτα. Η Honda χρησιμοποιεί την ονομασία HSTC (Honda Selectable Torque Control) για να περιγράψει τη λειτουργία του Traction Control που έχει τρεις καταστάσεις λειτουργίας, μαζί με την off. Τα αρχικά παραπέμπουν στον τρόπο με τον οποίο ενεργεί, και μένει να αποδειχτεί στο δρόμο πόσο ομαλή είναι η παρέμβασή του.

Το Crossrunner θα έχει επίσης τα νέα αυτόματα φλας που η Honda έβαλε στο VFR, πράγμα πιο σύνθετο απ’ ότι ακούγεται. Μπορεί να το έχουμε συνηθίσει στα αυτοκίνητα, αλλά εκεί τα πράγματα είναι εύκολα γιατί υπάρχει τιμόνι. Στη μοτοσυκλέτα που στρίβει με γυροσκοπικό φαινόμενο χωρίς να στρίβει και το τιμόνι, τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα. Για παράδειγμα όταν γίνεται έξοδος από έναν αυτοκινητόδρομο, το φλας χρειάζεται, αλλά το τιμόνι δεν στρίβει. Άρα η μοτοσυκλέτα πρέπει να αντιλαμβάνεται την κλίση, το γυροσκοπικό και την αυξομείωση της ταχύτητας, μόνο και μόνο για να γνωρίζει πότε πρέπει να σβήσει τα φλας!

Τα φώτα είναι LED και επίσης έχει θερμαινόμενα γκριπ στον βασικό εξοπλισμό. Το Crossrunner γίνεται πλέον ένα ξεχωριστό μοντέλο, αποκτώντας τη δική του ταυτότητα, και παύει να είναι μια αντιγραφή των μεταλλαγμένων για Gymkhana VFR που χρησιμοποιούσαν στην Ιαπωνία. Τέλος του μήνα θα το δούμε και από κοντά…

 

Η λειτουργία των αυτόματων φλας

Για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα της Honda (VFR800F 2014), τοποθετούνται φλας που σβήνουν αυτόματα. Δεν θα άξιζε να εστιάσουμε καθόλου αν απλά μετρούσαν αντίθετα κάποιο διάστημα χρόνου για να σβήσουν, ωστόσο η Honda κατέληξε σε συνολικά τρεις διαφορετικούς τρόπους υπολογισμού για την ακύρωσή τους. Παρόλο αυτά πάλι θα υπάρξει στιγμή που θα το κάνεις μόνος σου, μην μπορώντας να περιμένεις, ωστόσο η προσέγγισή τους είναι σωστή και κατά ένα μεγάλο ποσοστό δουλεύει γρηγορότερα από τον αριστερό σου αντίχειρα. Χρησιμοποιεί την μονάδα του ABS και τους αισθητήρες ταχύτητας των τροχών για να προσδιορίσει την ακριβή τους ταχύτητα, καθώς και την σχετική. Όταν ανάψει το φλας βλέπει αν υπάρχει διαφορά στην ταχύτητα του εμπρός με του πίσω τροχού. Επειδή όταν στρίβει μια μοτοσυκλέτα ο εμπρός τροχός διαγράφει μεγαλύτερο τόξο στροφής από τον πίσω, υπάρχει διαφορά ταχύτητας, και έτσι τα φλας του VFR καταλαβαίνουν ότι η μοτοσυκλέτα στρίβει και δεν προσπερνά απλώς. Οπότε από τη στιγμή που ανάβουν τα φλας και υπάρχει διαφορά ταχύτητας, η μονάδα περιμένει η σχετική ταχύτητα των τροχών να μηδενιστεί και αμέσως σβήνει τα φλας. Για τις προσπεράσεις όμως που οι τροχοί έχουν την ίδια ταχύτητα, τα φλας σβήνουν μετά από εκατόν είκοσι μέτρα απόστασης, αν η ταχύτητα είναι κάτω από πενήντα χιλιόμετρα, ή επτά δευτερόλεπτα, αν η ταχύτητα είναι μεγαλύτερη. Εδώ είναι που πολλές φορές θα θέλεις να τα κλείσεις μόνος σου, γιατί επτά δευτερόλεπτα είναι αρκετός χρόνος

     

-----------------------

 

 

Η πορεία των τετράχρονων V4 της Honda

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να δούμε το πώς χτίστηκε ένας ζωντανός, ακόμα και τώρα, μύθος για τους V4 της Honda και πιο συγκεκριμένα για το VFR. Ένας μύθος που μεσουρανούσε ήδη την εποχή που παρουσιάστηκε το πρώτο VF, επηρεάζοντας έτσι σημαντικά την αποδοχή του μοντέλου, πριν ακόμη αυτό οδηγηθεί, ενώ συντροφεύει ακόμα και σήμερα όλα τα VFR! Το 1977 η Honda ανακοινώνει ότι θα επιστρέψει στο παγκόσμιο GP σε δύο χρόνια, σταματώντας τα δεκαετή "μούτρα" στην διοργάνωση, που ξεκίνησαν το 1968, όταν και αποχώρησε από τους αγώνες. Το ‘68 οι κανονισμοί άλλαξαν περιορίζοντας τους κυλίνδρους σε τέσσερις, δίνοντας έτσι ένα σοβαρό πλεονέκτημα στις δίχρονες μοτοσυκλέτες. Οπότε η Honda, ως παραδοσιακός υποστηρικτής των τετράχρονων κινητήρων, αποφάσισε ότι αποχωρεί. Δεν ήταν άλλωστε και λίγο αυτό για τον Soichiro Honda, που είχε αποκαλέσει τις δίχρονες μοτοσυκλέτες "βρώμικες" και είχε εστιάσει στην εξέλιξη των τετράχρονων κινητήρων, κυρίως για την καλύτερη ενεργειακή τους απόδοση. Από την άλλη, αυτή η χαμένη δεκαετία στέρησε από τη Honda ένα τεράστιο πεδίο δοκιμών, κινδυνεύοντας να γίνει η αιτία της αποκαθήλωσης από το βωμό του τεχνολογικά πιο προηγμένου κατασκευαστή. Η εταιρεία βλέποντας τον κίνδυνο αυτό, κατέφυγε σ’ ένα μάλλον απλοϊκό πλάνο. Έδωσαν τρία δισεκατομμύρια γεν στον κ. Koichi Yanase, έναν από τους manager του εργοστασίου της Suzuka, και μια άδεια να οργανώσει από το μηδέν μια εκατονταμελή ομάδα με σκοπό να κερδίσει τον πρώτο τίτλο μέσα σε τρία χρόνια. Ο Yanase ονόμασε το project "κερδίζω τίτλο σε τρία χρόνια" με την κωδική ονομασία NR, συντομογραφία του "New Racing", και αποφάσισε επίσης να μην αντιμετωπίσει με ίσους όρους τα δίχρονα των υπόλοιπων κατασκευαστών. Πιστός στους λόγους που έκαναν την Honda να αποχωρήσει πριν από δέκα χρόνια, διάλεξε να φτιάξει έναν τετράχρονο κινητήρα, και ξεκίνησε συγκρίνοντας τα όρια των τετράχρονων και των δίχρονων. Γρήγορα υπολόγισε ότι για να είναι ανταγωνιστικός χρειαζόταν έναν κινητήρα που θα ανέβαζε 23.000 στροφές, με απόδοση περίπου 130 ίππων. Κι αυτό για έναν τετράχρονο με τα δεδομένα της εποχής, σήμαινε τεράστιες ανάγκες σε τροφοδοσία καυσίμου και αέρα, κατά συνέπεια περισσότερες βαλβίδες, κάτι όμως πρακτικά αδύνατο χωροταξικά σε έναν τετρακύλινδρο, ιδιαίτερα για μια κεφαλή σε κινητήρα πεντακοσίων κυβικών. Στα χαρτιά όλα αυτά φαινόντουσαν εύκολη υπόθεση για έναν V8, ωστόσο ίσχυε ακόμη ο περιορισμός των τεσσάρων κυλίνδρων. Η διάταξη V κέρδιζε εκείνη την εποχή ολοένα και περισσότερο έδαφος και χρόνια μετά, το 1982, άφησε εποχή το δίχρονο YZR500 της Yamaha που κέρδιζε τα πρωταθλήματα. Ίσως εξαιτίας αυτής της φήμης του, να διαβάζετε λανθασμένα στην Wikipedia ότι υπήρξε γενικώς το πρώτο V στα GP...

Η ομάδα λοιπόν σκαρφίστηκε την ιδιοφυή λύση να φτιάξει πράγματι κάτι σαν V8, με 32 βαλβίδες και οκτώ μπιέλες, και απλά να "ενώσει" τα πιστόνια, ώστε να είναι εντός του κανονισμού για αυστηρά τετρακύλινδρο κινητήρα, φτιάχνοντας έτσι την πρώτη μοτοσυκλέτα με οβάλ πιστόνια. Έχοντας να λύσουν άπειρα κατασκευαστικά θέματα σ’ έναν τέτοιο κινητήρα που απαιτούσε πρωτόγνωρη μηχανολογική ακρίβεια, όταν παράλληλα ο όγκος και το βάρος του έπρεπε να είναι τα ελάχιστα δυνατά, οι μηχανικοί της Honda δούλευαν χωρίς ωράριο και με την γκιλοτίνα της έναρξης του πρωταθλήματος να γυαλίζει πάνω από το λαιμό τους. Τελικά πρόλαβαν με το ζόρι το πρωτάθλημα του ΄79 αντιμετωπίζοντας όμως πολλά προβλήματα, τα οποία και συνεχίστηκαν αμείωτα τις επόμενες χρονιές χωρίς να καταφέρνουν κάποια νίκη στα GP. Όμως αυτό δεν οφειλόταν τόσο στην NR500 που είχε καταφέρει την τρίτη χρονιά να φτάσει την απόδοση και το επίπεδο αξιοπιστίας που χρειαζόταν, όσο στην απειρία της ομάδας που τότε αποκτούσε στρατηγική και αγωνιστική εμπειρία. Η απουσία μιας δεκαετίας είχε σημαντικό αντίκτυπο. Ένα καλό παράδειγμα είναι ότι αρχικά είχαν την λανθασμένη εντύπωση πως το έντονο φρένο κινητήρα της NR500, σε σχέση με τους δίχρονους ανταγωνιστές της, θα προσφέρει αυξημένο έλεγχο στην είσοδο των στροφών!

Επειδή όμως πέρα από τις όποιες τεχνικές δυσκολίες, έπρεπε ταυτόχρονα να μείνουν πιστοί στο αρχικό πλάνο, "πρωτάθλημα σε τρία χρόνια", το νεοδημιούργητο τότε HRC, αποφάσισε να παρατήσει τα πρωτοποριακά προγράμματα και να ακολουθήσει τους υπόλοιπους. Μέσα σε σχεδόν μισή σεζόν, έφτιαξε μια ολοκαίνουρια δίχρονη μοτοσυκλέτα, την NS500, με τον V3 κινητήρα (και όχι το V3 δεν είναι ορθογραφικό λάθος) πετυχαίνοντας τελικά το στόχο στα πέντε, αντί για τα τρία χρόνια. Οπότε η διάταξη V δεν έφυγε ποτέ, η NS500 έδωσε τη θέση της στο θρύλο της Honda, την NSR500 με τον δίχρονο V4, ακολούθησαν τα πρώτα MotoGP με την RC211V αρχικά που είχε V5 990 κυβικών, ενώ με την μείωση του κυβισμού επέστρεψε και εκεί ο V4.

Από την αρχή της δεύτερης περιόδου ενασχόλησης της Honda με τα GP, σχεδόν 35 χρόνια τώρα, η διάταξη V δεν εγκαταλείφτηκε ποτέ, εξαιτίας των χωροταξικών πλεονεκτημάτων που προσφέρει και του συνδυασμού αποθεμάτων ροπής και ευστροφίας. Όμως, πέρα από την επιτυχία των δίχρονων NS500 και αργότερα των NSR500, η Honda βρέθηκε στα τέλη του ’80 μ’ έναν μοναδικό κινητήρα στα χέρια της, με οβάλ πιστόνια και εκπληκτικά χαρακτηριστικά, που αποφάσισε ότι δεν έπρεπε να εγκαταλείψει ανεκμετάλλευτο. Η NR750 έκανε το ντεπούτο της στο Le Man το 1987, και τον Μάιο του 1992, έχοντας λύσει τα προβλήματα που απαιτεί η μαζική παραγωγή, η NR "βγήκε στις αγορές". Η περιορισμένη παραγωγή και ο μύθος που ακολουθούσε την μοτοσυκλέτα, αναβάθμισε σε άθλο απλά και μόνο να μπει κανείς στην ουρά των παραγγελιών. Όμως, όταν πρόκειται για τέτοιες εμπειρίες, το ΜΟΤΟ δεν αφήνει περιθώρια. Η ΠΡΩΤΗ μοτοσυκλέτα που πέρασε στην Ευρώπη, η NR με αριθμό πλαισίου 0044, αγοράστηκε από το περιοδικό για να την οδηγήσει και να την δυναμομετρήσει. Η αγορά ήταν για την NR ο μοναδικός τρόπος να βρεθούμε στη σέλα της! Η δυναμομέτρηση εκείνη ήταν η πρώτη ανεξάρτητη, και η φήμη του περιοδικού μας εκτοξεύεται τότε σε όλη την Ευρώπη. Ο αντίκτυπος όλων αυτών, συνόδευε τα VFR που τα κάλυπτε πάντα η αύρα της μοτοσυκλέτας με τα οβάλ πιστόνια, στη συνείδηση του κόσμου. Η πραγματική εξαργύρωση για τη Honda έρχεται όμως το 1994 στην τρίτη γενιά του VFR, το οποίο αντέγραψε το στυλ και την εμφάνιση της NR, και έγινε ούτε λίγο ούτε πολύ, η εξωτική μοτοσυκλέτα που ο καθένας μπορούσε να αποκτήσει!

Ducati Panigale V4 Lamborghini: Γιατί υπάρχουν πολλές Panigale παρκαρισμένες σε σαλόνια και χρειαζόταν μία να ξεχωρίσει και εκεί

Συλλεκτική και ακόμη πιο ακριβή
Ducati Panigale V4 Lamborghini: Γιατί υπάρχουν πολλές Panigale παρκαρισμένες σε σαλόνια και χρειαζόταν μία να ξεχωρίσει και εκεί
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

10/4/2025

Η Ducati συνεργάστηκε με την Lamborghini για να βγάλουν άλλη μία πανάκριβη έκδοση για συλλέκτες, ιδιαίτερα για το μικρό υποσύνολο όσων έχουν Revuelto αλλά ξέρουν να οδηγούν και μοτοσυκλέτα.

Υπάρχει και έκδοση μέσα στην έκδοση, οπότε εν συντομία τι ακριβώς έχουν κάνει και πιο κάτω περισσότερες λεπτομέρειες για όσους θέλουν να ξέρουν τα πάντα για την νέα Panigale καθώς να δουν και το φωτογραφικό υλικό:

 

 Συλλεκτική μοτοσυκλέτα που ακολουθεί σχεδιαστικά την Lamborghini Revuelto, και αποτελεί συνεργασία Ducati Centro Stile και Lamborghini Centro Stile, σε περιορισμένη έκδοση 630+63 αριθμημένων αντιτύπων.

 Οι βασικές λεπτομέρειες που την κάνουν ξεχωριστή είναι οι αποκλειστικές σφυρήλατες ζάντες, η ουρά και τα φτερά, καθώς και το ανθρακονημάτινο φαίρινγκ.

 Χάρη στην εξάτμιση τιτανίου και τα ανθρακονήματα, η Panigale V4 Lamborghini είναι το ελαφρύτερο και ισχυρότερο μοντέλο της οικογένειας

 Ducati Panigale V4 Lamborghini Speciale Clienti: αυτή η περιορισμένη έκδοση των μόλις 63 αριθμημένων κομματιών προορίζεται για τους πελάτες της Lamborghini, οι οποίοι θα μπορούν να διαμορφώσουν τη μοτοσυκλέτα με τα ίδια χρώματα με το σούπερ σπορ αυτοκίνητό τους.

Ducati Panigale V4 Lamborghini: Γιατί υπάρχουν πολλές Panigale παρκαρισμένες σε σαλόνια και χρειαζόταν μία να ξεχωρίσει και εκεί

Η εκδήλωση παρουσίασης για την νέα Ducati Panigale V4 Lamborghini είχε τον τίτλο «The Art of Unexpected» και πραγματοποιήθηκε στο Teatro Alcione, κατά τη διάρκεια της Εβδομάδας Σχεδιασμού του Μιλάνο, κορυφαίου γεγονότος για τους σχεδιαστές ανά τον κόσμο με την Ducati και την Lamborghini να είναι πάντα στο επίκεντρο.

 

Πρόκειται για το τρίτο κεφάλαιο στη συνεργασία μεταξύ της Ducati και της Lamborghini, δύο εταιρειών-συμβόλων της Ιταλίας οι οποίες μοιράζονται αρκετές αξίες στην σχεδίαση μοτοσυκλετών και αντιπροσωπεύουν επάξια την ιταλική αριστεία σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ έχουν και φυσική εγγύτητα καθότι ριζωμένες και οι δύο στην καρδιά της Motor Valley της περιοχής Emilia, όπου το πάθος, η εφευρετικότητα και η τεχνογνωσία συναντιούνται, δημιουργώντας έργα τέχνης σε δύο και τέσσερις τροχούς, όπως η νέα Ducati Panigale

V4 Lamborghini: Μετά το Ducati Streetfighter V4 Lamborghini και το Diavel 1260 Lamborghini, η πιο γρήγορη δημιουργία των δύο εργοστασίων!

Σε αυτό το νέο επεισόδιο της ένωσης μεταξύ των δύο εταιρειών πρωταγωνιστούν τα πιο υψηλών επιδόσεων και εξελιγμένα μοντέλα της γκάμας των δύο εταιρειών: η Panigale V4 S, η τελευταίας γενιάς Superbike της Ducati και η Lamborghini Revuelto, το νέο πρότυπο στην αρένα των σούπερ σπορ αυτοκινήτων. Και τα δύο μοντέλα αντιπροσωπεύουν την απόλυτη έκφραση της σπορ οδήγησης των δύο εργοστασίων και είναι εξοπλισμένα με τους πιο εξελιγμένους κινητήρες τους, τον Ducati Desmosedici Stradale και τον Lamborghini V12.

 

"Με την Panigale V4 Lamborghini, η συνεργασία μεταξύ αυτών των δύο θηρίων της Motor Valley εμπλουτίζεται με ένα νέο κεφάλαιο που επιβεβαιώνει και ενισχύει τις αξίες που μας εμπνέουν: Ιταλική αριστεία, σπορ οδήγηση και επιδόσεις, με ένα σχεδιασμό που είναι πάντα ξεχωριστός", δήλωσε ο Claudio Domenicali, Διευθύνων Σύμβουλος της Ducati. "Εμπνευστήκαμε από τη Lamborghini Revuelto, δημιουργώντας έτσι μια σύνδεση μεταξύ των πιο αποκλειστικών και αντιπροσωπευτικών μοντέλων των δύο εταιρειών. Η επιλογή αυτή επιβεβαιώνει τη σταθερή μας επιθυμία να προσφέρουμε στους λάτρεις των μοτοσυκλετών μοναδικά συλλεκτικά αντικείμενα εξαιρετικής ομορφιάς, τα οποία μπορούν να προσφέρουν την πιο συναρπαστική εμπειρία στο δρόμο".

Ducati Panigale V4 Lamborghini: Γιατί υπάρχουν πολλές Panigale παρκαρισμένες σε σαλόνια και χρειαζόταν μία να ξεχωρίσει και εκεί

Το Revuelto είναι το πρώτο υβριδικό σούπερ σπορ αυτοκίνητο HPEV (High Performance Electrified Vehicle) της Lamborghini, το νέο σημείο αναφοράς όσον αφορά τις επιδόσεις, την τεχνολογία επί του οχήματος και τις οδηγικές συγκινήσεις. Η απόλυτη οδηγική απόλαυση που βιώνεται πίσω από το τιμόνι οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στους συνολικά 1015 ίππους που παράγει το σύστημα κίνησης, το οποίο συνδυάζει τη δύναμη ενός νέου κινητήρα εσωτερικής καύσης V12 με τρεις ηλεκτροκινητήρες υψηλής πυκνότητας και ένα καινοτόμο εγκάρσιο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη. Η εκτεταμένη χρήση ανθρακονήματος και άλλων υπέρ-ελαφρών υλικών οδήγησε στην καλύτερη αναλογία κιλών ανά ίππο στην ιστορία της Lamborghini: 1,75 kg/CV. Αυτό μεταφράζεται σε κορυφαίες επιδόσεις, με επιτάχυνση 0-100 km/h σε μόλις 2,5 δευτερόλεπτα και μέγιστη ταχύτητα πάνω από 350 km/h.

Το Revuelto που πρωταγωνιστεί στην Εβδομάδα Σχεδιασμού του Μιλάνου αντιπροσωπεύει την συνεργασία μεταξύ του Centro Stile της Lamborghini και του τμήματος εξατομίκευσης Ad Personam.

"Όταν συναντώνται δύο αλάνθαστες σχεδιαστικές γλώσσες, όπως αυτές της Lamborghini και της Ducati, το αποτέλεσμα είναι η τέλεια έκφραση αξιών όπως το ιταλικό πνεύμα και η ομορφιά που μας κάνουν να ξεχωρίζουμε", δήλωσε ο Stephan Winkelmann, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Automobili Lamborghini. "Με αυτή τη συνεργασία, η Ducati κατάφερε να ερμηνεύσει και να μεταφράσει αριστοτεχνικά το ακραίο αθλητικό πνεύμα και την αποκλειστικότητα της Revuelto, συμπεριλαμβάνοντας λεπτομέρειες και στοιχεία αναγνώρισης του στυλιστικού μας DNA στη μοτοσυκλέτα, δημιουργώντας ένα μοναδικό αντικείμενο που συνδυάζει επιδόσεις, ενθουσιασμό και χαρακτήρα σε καθαρό στυλ Lamborghini".

Ducati Panigale V4 Lamborghini: Γιατί υπάρχουν πολλές Panigale παρκαρισμένες σε σαλόνια και χρειαζόταν μία να ξεχωρίσει και εκεί

Η Ducati Panigale V4 Lamborghini είναι ουσιαστικά μία V4 S με πρόσθετα αξεσουάρ και

περιορίζεται σε 630 αριθμημένα αντίτυπα.

Οι σφυρήλατες ζάντες αλουμινίου έχουν σχεδιαστεί ειδικά για αυτή τη μοτοσυκλέτα και έχουν το ίδιο στυλ με αυτές της Revuelto, ενώ το πίσω μέρος και τα φτερά έχουν επανασχεδιαστεί από τους σχεδιαστές της Ducati ακολουθώντας τις γραμμές του σούπερ σπορ αυτοκινήτου από την Sant'Agata Bolognese.

 

Η Panigale V4 Lamborghini καθίσταται ιδιαίτερα μοναδική από τη βαφή που βασίζεται στο μαύρο χρώμα του ανθρακονήματος με ορατή υφή, τις λεπτομέρειες στα χρώματα Verde Scandal, Grigio Telesto και Grigio Acheso και την ειδική σέλα που αντλεί έμπνευση από το εσωτερικό της Revuelto.

 

Ως περαιτέρω απόδειξη της προσοχής που έχει δοθεί σε κάθε λεπτομέρεια σε αυτή τη συνεργασία μεταξύ των δύο εταιρειών, το φαίρινγκ και πολλά ακόμη περιφερειακά, όπως η ασπίδα θερμότητας, προστατευτικά στα μαρσπιέ και τα μπροστινά και πίσω φτερά είναι εξ ολοκλήρου από ανθρακονήματα, με την ίδια ύφανση που χρησιμοποιείται στα σούπερ σπορ αυτοκίνητα της Lamborghini. Στη γραμμή συμμετρίας της μοτοσυκλέτας, όπου η ύφανση τέμνεται, συναντάμε το χαρακτηριστικό σχέδιο ψαροκόκαλο, αποτέλεσμα χειροτεχνικής εργασίας ύψιστης ακρίβειας.

 

Η μοτοσυκλέτα είναι εξοπλισμένη με Akrapovič τιτανίου τα οποία σε συνδυασμό με μια ειδική χαρτογράφηση ανεβάζουν τη μέγιστη ισχύ της Panigale V4 Lamborghini στους 218,5 ίππους. Ο μεγάλος αριθμός εξαρτημάτων από ανθρακονήματα, σε συνδυασμό με τον σιγαστήρα, μειώνουν το βάρος της μοτοσυκλέτας στα 185 κιλά, σχεδόν 2 κιλά λιγότερο από την Panigale V4 S, με μια αναλογία ισχύος προς βάρος που πηγαίνει έτσι από 1,15 σε 1,18 HP/Kg. Η Panigale V4 Lamborghini είναι η ισχυρότερη και ελαφρύτερη της οικογένειας.

 

Οι προδιαγραφές της Panigale V4 Lamborghini ολοκληρώνονται με τον ξηρό συμπλέκτη και τα ρυθμιζόμενα μαρσπιέ, τους λεβιέδες φρένου και συμπλέκτη και τα αντίβαρα από αλουμίνιο billet. Όσοι θέλουν να χρησιμοποιήσουν τη μοτοσυκλέτα τους στην πίστα, θα έχουν ένα αγωνιστικό καπάκι ρεζερβουάρ από billet αλουμίνιο, καπάκι συμπλέκτη από ανθρακονήματα και κιτ αφαίρεσης πινακίδας κυκλοφορίας, τα οποία περιλαμβάνονται στη μοτοσυκλέτα.

 

Η μοτοσυκλέτα αναδεικνύεται περαιτέρω από την σφραγίδα πάνω στον κινητήρα με το όνομά της (Desmosedici Stradale), την τιμονόπλακα από billet αλουμίνιο και τα ειδικά γραφικά στα όργανα, όταν ενεργοποιούνται που περιλαμβάνουν το όνομα της μοτοσυκλέτας και τον αριθμό της. Ο ίδιος αριθμός είναι επίσης

χαραγμένος με λέιζερ αλουμινένιο κλειδί.

 

Κάθε Panigale V4 Lamborghini παραδίδεται με πιστοποιητικό γνησιότητας και αντίστοιχα εξατομικευμένη κουκούλα μέσα σε ειδικό εξατομικευμένο κουτί που ταιριάζει με το χρώμα της μοτοσυκλέτας. Επιπλέον, κάθε Panigale V4 Lamborghini θα παραδοθεί σε ένα αποκλειστικό ξύλινο κιβώτιο, με ειδική πίσω βάση που θα ταιριάζει και πάλι με το χρώμα της μοτοσικλέτας.

 

Εκτός από αυτά τα 630 κομμάτια η Ducati παράγει επίσης μια ακόμη πιο αποκλειστική σειρά, που ονομάζεται Speciale Clienti και είναι διαθέσιμη μόνο σε 63 πελάτες της Lamborghini. Αυτοί οι λίγοι εκλεκτοί, σε άμεση επαφή με το Ducati Centro Stile, θα μπορούν να μεταφέρουν τον χρωματικό σχεδιασμό της Lamborghini τους στην Ducati Panigale V4 Lamborghini Speciale Clienti, ή αλλιώς να επιλέξουν από χρωματικούς συνδυασμούς που προτείνει το Ducati Centro Stile.

 

Οι παραδόσεις της Ducati Panigale V4 Lamborghini θα ξεκινήσουν τον Σεπτέμβριο του 2025.

 

Panigale V4 Lamborghini

 

Ειδική έκδοση περιορισμένη σε 630 αριθμημένα αντίτυπα

Βαφή με ορατά ανθρακονήματα, λεπτομέρειες σε Verde Scandal, Grigio Telesto και Grigio Aches Tricolore

 

Κύρια χαρακτηριστικά

Desmosedici Stradale, κινητήρας 1.103 cc

Μέγιστη ισχύς: 218,5 hp @ 13.500 rpm

Μέγιστη ροπή: 122,1 Nm @ 11.250 rpm

Βάρος σε κατάσταση λειτουργίας χωρίς καύσιμο: 185 kg

Λόγος ισχύος προς βάρος: 1,18 hp/kg

    • Μπροστινό πλαίσιο
    • Δεξαμενή αλουμινίου, χωρητικότητας 17 λίτρων
    • Ηλεκτρονική ανάρτηση Ducati (DES) 3.0
    • Πιρούνι υπό πίεση Öhlins NPX-30 με σύστημα ελέγχου Öhlins Smart EC 3.0
    • Αμορτισέρ Öhlins TTX 36 με σύστημα ελέγχου Öhlins Smart EC 3.0
    • Αμορτισέρ τιμονιού Öhlins με σύστημα ελέγχου Öhlins Smart EC 3.0
    • Αφιερωμένο κομμάτι ουράς, εμπνευσμένο από την Lamborghini Revuelto
    • Ειδική σχεδίαση φτερών, εμπνευσμένη από τη Lamborghini Revuelto
    • Σφυρήλατες ζάντες με σχέδιο Lamborghini Revuelto
    • Σέλα
    • Ζελατίνα από πλεξιγκλάς
    • Κιτ ξηρού συμπλέκτη
    • Τιμονόπλακα από αλουμίνιο billet με το όνομα του μοντέλου και τον αριθμό

 

    • Προσωποποιημένα γραφικά στα όργανα

 

    • Προσωποποιημένο κλειδί αλουμινίου με αρίθμηση  

 

    • Ρυθμιζόμενα μαρσπιέ φρεζαρισμένα από αλουμίνιο billet
    • Ζελατίνα, φτερά εμπρός και πίσω, προστατευτικό αλυσίδας, κάλυμμα πιρουνιού, προστατευτικό εξάτμισης, κάλυμμα καταλύτη, βάση πινακίδας κυκλοφορίας, κάλυμμα μετάδοσης, προστασία ρεζερβουάρ, αγωγός εισαγωγής από ανθρακονήματα
    • Προσωποποιημένο ξύλινο κιβώτιο μεταφοράς
    • Ειδικό κάλυμμα μοτοσθκλέτας
    • Πιστοποιητικό γνησιότητα
    • Κιτ αφαίρεσης πινακίδας κυκλοφορίας