Zündapp ZXA Adventure 530: Άλλη μία αναβίωση ονόματος μέσω Κίνας

Πωλείται στην Γερμανία για 7.500 Ευρώ
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

12/10/2022

Η Γερμανική αγορά δεν αγαπά τις μικρομεσαίες Adventure μοτοσυκλέτες, λατρεύει όμως την αναβίωση ονομάτων και ειδικά ενός ιστορικού ονόματος όπως η Zündapp.

Ταυτόχρονα η αναβίωση ονομάτων με την πρακτική του ντυσίματος αυτοκόλλητων σε μία κινέζικης κατασκευής μοτοσυκλέτα, είναι και ο ποιο εύκολος τρόπος για έναν κινέζο κατασκευαστή να εισέλθει στην Ευρωπαϊκή αγορά. Αντίστοιχα και ένας Ευρωπαίου εμπόρου, να πουλήσει στο μαγαζί του μία κινέζικη μοτοσυκλέτα…

Την ίδια ώρα που οι Ευρωπαίοι θέλουν να μπουν στην αγορά της Κίνας που νομοθετικά και φορολογικά είναι πολύ πιο δύσκολο εγχείρημα, οι Κινέζοι κατασκευαστές κάνουν την απόβασή τους που έχει ενορχηστρωθεί από χρόνια προσπαθειών και έχει ήδη πετύχει τις πρώτες κατακτήσεις εδαφών. Έτσι κι αλλιώς έχουν πιο εύκολο έργο, καθώς το δυσκολότερο που έχουν να αντιμετωπίσουν είναι οι προδιαγραφές Euro5 και το υψηλό αντίτιμο της έγκρισης τύπου, αλλά τουλάχιστον δεν χρειάζεται να φτιάξουν ολόκληρο εργοστάσιο, όπως απαιτείται για τους Ευρωπαίους που θέλουν να μπουν στην Κίνα και θέλουν να αποφύγουν την εξοντωτική φορολόγηση.

Η Zündapp έχει επιλέξει την τακτική της αλλαγής ονόματος σε ένα υφιστάμενο μοντέλο της Κινέζικης αγοράς το οποίο στην προκειμένη περίπτωση είναι το MG500 της MOTRAC Motorcycles. Είναι λοιπόν ένα παλαιότερο μοντέλο που πρώτη φορά είδαμε το 2016 και που από την πρώτη στιγμή αντέγραφε κατάφορα το Ducati Multistrada. Αν και κοιτώντας από κοντά με τα νέα χρώματα και τα κάγκελα, μπορείς να πεις πως το φετινό παράδειγμα που με το όνομα ZXA Adventure 530 και αυτοκόλλητο 530TT εμφανίστηκε στην INTERMOT, το κάνει καλύτερα.

Αυτό είναι το μοντέλο του Κινέζου κατασκευαστή σε μία νεότερη γενιά, αντίστοιχης του Zündapp. Το πρώτο του 2016 στο τέλος του άρθρου:

Αυτή την στιγμή η Zündapp έχει κλείσει μία πενταετία που εμπορεύεται μία γκάμα μικρών μοτοσυκλετών 50 και 125 κυβικών, τα οποία στην Γερμανία μπορούν να οδηγηθούν εδώ και πολύ καιρό με δίπλωμα αυτοκινήτου, περίπου με τις ίδιες προϋποθέσεις της εξίσωσης διπλωμάτων που ισχύουν και εδώ, ενώ ειδικά τα πενηντάρια σκούτερ στοχεύουν στους πιτσιρικάδες που στην Γερμανία είναι πανεύκολο να τα αποκτήσουν. Τώρα η Zündapp ανεβαίνει κατηγορία με το νέο Adventure 500, που όπως εξηγήσαμε μόνο νέο δεν είναι.

Το εργοστάσιο της Γερμανίας έχει σταματήσει από το 1984 να παράγει μοτοσυκλέτες και αναμεσά τους ορισμένα ιστορικά δίχρονα. Στο απόγειό της έφτασε ακριβώς πριν ξεσπάσει ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος πουλώντας 200.000 μονάδες ενώ είχε ξεκινήσει μόλις το 1917, στην αυγή δηλαδή του Α’ Παγκοσμίου. Με 2.000 εργάτες η Zündapp μπορεί να είχε γίνει ένας κορυφαίος Ευρωπαίος κατασκευαστής αν δεν μεσολαβούσε ο πόλεμος που έγινε βέβαια αιτία να δημιουργηθούν άλλες, πολύ γνωστές μάρκες τώρα, όπως η Ducati και η Honda, ορισμένα τρανταχτά παραδείγματα με την ιστορία αυτής της μεταστροφής να την έχουμε καταγράψει εδώ, ένα άρθρο που σύμφωνα με εσάς τους ίδιους, έχετε εκτιμήσει ιδιαίτερα.

Τα δικαιώματα της Zündapp έχουν αλλάξει χέρια περίπου την ίδια εποχή που έγινε εκ νέου η ανασύσταση με μοντέλα από την Κίνα, όμως το όνομα αυτό ποτέ δεν έσβησε πλήρως καθώς συντηρούνταν μία μεγάλη κοινότητα ιδιοκτητών και εμπόρων που συνέχιζε να εμπορεύεται ανταλλακτικά και να συντηρεί μακροσκελείς καταλόγους με κάθε τι που χρειάζεται κανείς για να κρατήσει την Zündapp που είχε, σε λειτουργική κατάσταση.

Σε αντίθεση λοιπόν με άλλα ιστορικά ονόματα που έπρεπε να βγουν από τον λήθαργο και να τα ξανά θυμηθεί ο κόσμος, η αγορά της Γερμανίας ποτέ δεν έσβησε με διπλή γραμμή το όνομα Zündapp από τον χάρτη της. Η προσπάθεια για μία μεσαία μοτοσυκλέτα γίνεται με το καλύτερο που έχει να προσφέρει η Κίνα. Δηλαδή έναν κινητήρα που έχει γίνει χιλιο-αντιγραφή από το CB500X και έχει κυκλοφορήσει από διάφορους κατασκευαστές. Ανάμεσά τους υπάρχουν και «συναρμολογητές – κατασκευαστές», δηλαδή τεράστιες αποθήκες που δεν κατασκευάζουν τα δικά τους εξαρτήματα αλλά προμηθεύονται διάφορα ανταλλακτικά από άλλους μεγάλους Κινέζους κατασκευαστές, όπως η Loncin, και ενώνοντας διάφορα εξαρτήματα βγάζουν το δικό τους μοντέλο. Το οποίο φυσικά πάντα θα εξαρτάται από την διαθεσιμότητα των υπόλοιπων προμηθευτών. Η Κινέζικη αγορά έχει να επιδείξει όλες τις περιπτώσεις, όπως και οι Ευρωπαίοι που κατασκευάζουν εκεί έχουν κι αυτοί ολότελα διαφορετική συνεργασία που διαφέρει από ζευγάρι σε ζευγάρι, κι έτσι κάθε περίπτωση καταλήγει διαφορετική. Παρόλο που ο κινητήρας αυτός, όπως είπαμε, έχει ξεκινήσει από αντιγραφή της Honda και έχει τεράστιες ομοιότητες με τόσα και τόσα άλλα μοντέλα με τελείως διαφορετικά ονόματα, η σύνθεσή του καταλήγει να μας δίνει κάτι νέο. Η περίπτωση της Zündapp λοιπόν είναι άλλη μία τέτοια περίπτωση που με τους παραπάνω τρόπους μας δίνει έναν -τελικά- γνώριμο δικύλινδρο 476 κυβικών με δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους και απόδοση 47,5 ίππων στις 8.500 στροφές με περίπου 4,5Kg.m ροπής στις 7.500 στροφές.

Όπως έχουμε πει στο MOTO πολλές φορές, οι Ιάπωνες κατασκευαστές όχι μόνο δεν αντιδρούν στην αντιγραφή ενός κινητήρα τους, διότι έτσι κι αλλιώς δεν γίνεται να κάνεις κάτι τέτοιο εντός Κίνας, μπορείς να το σταματήσεις μόνο εκτός, αλλά το ακριβώς αντίθετο. Τις περισσότερες φορές πωλούν οι ίδιοι τα λεπτομερή σχέδια παλαιότερης γενιάς κινητήρων, διότι πολύ απλά γνωρίζουν πως η διαχείριση του κινητήρα είναι το δυσκολότερο πράγμα και πως αυτή η απόσταση δεν καλύπτεται εύκολα.

Εκείνο που πραγματικά κάνει εντύπωση και φέρνει κάτι νέο, κάτι που δείχνει πως η Zündapp ίσως να έχει βρει τον τρόπο να κάνει την διαφορά, είναι το βάρος. Η δική της έκδοση του CB500X, δεν ξεπερνά τα 200 κιλά με 18 λίτρα ρεζερβουάρ, τουλάχιστον κατά δική τους δήλωση. Με έδρα το Μόναχο και σταδιακή άνοδο στην γερμανική αγορά, η Zündapp δεν έχει περιθώριο για πισωγυρίσματα και πρέπει να κάνει προσεκτικά βήματα καθώς όσο ανεβαίνει σε κυβισμό, τόσο λιγότερο της συγχωρείται η φόρα του ονόματος και τόσο περισσότερο απαιτείται να υπάρχει άρτια κατασκευή και υποστήριξη.

Φαίνεται λοιπόν πως δεν βιάστηκε να φέρει στην Γερμανία μία μοτοσυκλέτα που υπήρχε ήδη στην γκάμα του Κινέζου κατασκευαστή αλλά προτίμησε να περάσει αυτή διάφορα στάδια εξέλιξης, να οριστικοποιηθεί με νέα υλικά και να εφαρμόσει τις εξελίξεις που εκεί, στην Κίνα, τρέχουν με πολύ υψηλό ρυθμό, πριν κάνει την κίνηση για το επόμενο βήμα στην γκάμα. Η τιμή της, απαλλαγμένη με πρόσθετους φόρους ταξινόμησης, όπως εδώ, και με 5% λιγότερο ΦΠΑ από ότι στην Ελλάδα, την ίδια στιγμή που η αγοραστική δύναμη στην Γερμανία είναι και μεγαλύτερη, την καθιστά κελεπούρι πριν κάποιος αρχίσει να στοχεύει σε πιο καίρια σημεία, όπως η αξιοπιστία η εύρεση ανταλλακτικών κτλ. Ζητήματα που επίσης στην συγκεκριμένη αγορά αντιμετωπίζονται διαφορετικά, ακριβώς γιατί το όνομα δεν εξαφανίστηκε πλήρως, όπως έγινε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Βασικότερο όμως προσόν για τους Γερμανούς, είναι πως την διακίνηση και την υποστήριξη του δικτύου, έχει αναλάβει η Karcher.

Στον τομέα της εμφάνισης δεν έχει επίσης αφήσει κάτι στην τύχη καθώς αντιγράφει το γενικά αποδεκτό Multistrada, ακριβώς όπως έχουν κάνει κι άλλοι Κινέζοι κατασκευαστές. Δεν πρόκειται να αρέσει σε όλους αλλά στοχεύει να αρέσει σε αρκετούς. Η πορεία για την Zündapp μπορεί να είναι μονάχα ανοδική από εδώ και πέρα, εντός αλλά και εκτός Γερμανίας.

Το MOTRAC MG-500 όπως υπάρχει από το 2016 και έκανε εμπορική πορεία και σε χώρες της Λ.Αμερικής, όπως και κάποιες Ευρωπαϊκές:

Yamaha - Επιστροφή στις 8 ώρες της Suzuka με R1 βαμμένο YZF-R7 1999!

Εργοστασιακή συμμετοχή μετά από 6 χρόνια απουσίας και με Ιάπωνα αναβάτη
Yamaha YZF-R1 Suzuka 8 hours
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

21/3/2025

Στα πλαίσια των εορτασμών της 70ης επετείου της, η Yamaha επιστρέφει στον εμβληματικό αγώνα αντοχής 8 ωρών της Suzuka, με εργοστασιακή ομάδα και με έναν πανέμορφο χρωματικό συνδυασμό στο YZF-R1, φόρο τιμής στα χρώματα του YZF-R7 του 1999.

Εβδομήντα χρόνια παραγωγής μοτοσυκλετών αλλά και εβδομήντα χρόνια αγωνιστικής δραστηριότητας, με πρώτη συμμετοχή των Ιαπώνων στους αγώνες, 10 ημέρες μετά την ίδρυση της εταιρείας, τότε στον 3ο αγώνα ανάβασης στο βουνό Φούτζι.

Για να γιορτάσουν τα 70 χρόνια αγωνιστικής εμπλοκής τους, οι Ιάπωνες επιστρέφουν στον 8ωρο αγώνα αντοχής της Suzuka, απ’ όπου απείχαν από το 2019.

Ο αγώνας θα διεξαχθεί μεταξύ 1-3 Αυγούστου στην πίστα της Suzuka στην Ιαπωνία, με τη Yamaha Racing Team να περιλαμβάνει τον έμπειρο Ιάπωνα αγωνιζόμενο και αναβάτη εξέλιξης Katsuyuki Nakasuga, με 89 αγώνες και 12 τίτλους στο Ιαπωνικό Πρωτάθλημα JSB1000, αλλά και 4 νίκες στις 8 ώρες της Suzuka. Δίπλα του θα αγωνιστούν δυο ακόμα αναβάτες, χωρίς ακόμα να γνωρίζουμε ποιοι, από το MotoGP και το WorldSBK.

Yamaha YZF-R1 Suzuka 8 hours

Διευθυντής της ομάδας θα είναι ο Wataru Yoshikawa, ένας από τους κορυφαίους εργοστασιακούς αναβάτες της Yamaha τη δεκαετία του 1990, ο οποίος αγωνίστηκε στις 8 ώρες της Suzuka το 1999 με την YZF-R7, κερδίζοντας και έναν τίτλο All Japan με την ίδια μοτοσυκλέτα.

Yamaha YZF-R1 Suzuka 8 hours

Ιδιαίτερα εντυπωσιακοί είναι όμως οι χρωματισμοί της YZF-R1 που θα αγωνιστεί στις φετινές 8 ώρες της Suzuka, στην κλασική λευκή-κόκκινη διχρωμία της Yamaha, με σχέδιο που είχε χρησιμοποιηθεί για πρώτη φορά στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Grand Prix του 1964, ενώ έγινε ιδιαίτερα γνωστός και με την αγωνιστική YZF-R7, η οποία κυκλοφόρησε το 1999 σε περιορισμένη έκδοση 500 μοτοσυκλετών και αγωνίστηκε στις 8 ώρες την ίδια χρονιά.

Yamaha YZF-R1 Suzuka 8 hours

Ταυτόχρονα, τα ρούχα των αναβατών και του προσωπικού, καθώς και η εμφάνιση του γκαράζ της ομάδας, έχουν σχεδιαστεί ώστε να αντικατοπτρίζουν το ύφος του 1999!

YZF-R7 1999

Η YZF-R7 του 1999 ήταν εξοπλισμένη με έναν πρωτοποριακό κινητήρα με την ιδιαίτερα γνωστή σήμερα “three-axis” διάταξη, που περιλάμβανε ενιαίο μπλοκ κυλίνδρων και κάρτερ, μπιέλες από τιτάνιο και διπλά μπεκ ψεκασμού, μαζί με πλαίσιο αλουμινίου Deltabox II. Η μοτοσυκλέτα έφερε τέλος αναρτήσεις Öhlins, παρέχοντας συνολικά μια καλή βάση για τη συμμετοχή στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Superbike και στο Ιαπωνικό Πρωτάθλημα Αγώνων Δρόμου.

YZF-R7 1999

Η μοτοσυκλέτα χρησιμοποιήθηκε από την κορυφαία ομάδα της Yamaha στις 8 ώρες της Suzuka από το 1999 έως το 2002, με την καλύτερη της επίδοση να είναι η 4η θέση, την οποία πέτυχαν τόσο οι Noriyuki Haga/Regis Laconi το 1999, όσο και οι Wataru Yoshikawa/Takeshi Tsujimura το 2002.

Στην κατηγορία Superbike, που τότε ήταν η κορυφαία κατηγορία στο Ιαπωνικό Πρωτάθλημα Αγώνων Δρόμου, ο Wataru Yoshikawa κατέκτησε τον τίτλο με την YZF-R7 στο ντεμπούτο της μοτοσυκλέτας το 1999, ενώ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Superbike, ο Noriyuki Haga τερμάτισε 2ος στη γενική κατάταξη της σεζόν 2000.

Ετικέτες