EICMA 2023: SWM Gran Milano 500 - Νέος κινητήρας και νέα εμφάνιση
Από τον μονοκύλινδρο αερόψυκτο κινητήρα του Gran Milano 440 περνάμε στον δικύλινδρο υγρόψυκτο του Gran Milano 500
Από τον
Γιάννη Τσινάβο
9/11/2023
Η SWM επαναφέρει το όνομα Gran Milano στη γκάμα της εταιρείας, με το νέο street μοντέλο να αποκτά νέο κινητήρα και σύγχρονη εμφάνιση.
Στην EICMA η SWM παρουσίασε το μοντέλο Gran Milano 500 το οποίο διαφέρει κατά πολύ από το Gran Milano 440 το οποίο είχε κάνει την εμφάνιση του το 2015 και χρησιμοποιούσε τον τετράχρονο μονοκύλινδρο αερόψυκτο κινητήρα των 445,3 κυβικών εκατοστών ο οποίος απέδιδε 29,5 ίππους. Το Gran Milano 500 πλέον αποκτά τον τετράχρονο δικύλινδρο υγρόψυκτο κινητήρα Euro5+ των 494 κυβικών εκατοστών απόδοσης 46,9 ίππων ο οποίος είναι αντιγραφή του κινητήρα της Honda.
Διαφορετική πλέον είναι και η σχεδίαση του μοντέλου καθώς αποτινάσσει από πάνω του την café racer σχεδίαση που είχε το Gran Milano 400. Μπορεί ο στρογγυλός προβολέας να παραμένει ως σημείο αναφοράς ωστόσο αυτός είναι πολύ πιο σύγχρονος σε εμφάνιση. Τα πλαϊνά στο φαίρινγκ της μοτοσυκλέτας είναι πιο ογκώδη ενώ ταυτόχρονα πάνω τους “κουβαλούν” και τα λογότυπα της εταιρείας με μεγάλα γράμματα. Καλαίσθητο είναι το πίσω μέρος της νέας μοτοσυκλέτας καθώς τόσο η εξάτμιση με τις διπλές κάνες όσο και η κομψή σμιλευμένη ουρά η οποία παραπέμπει σε MV Agusta δίνει έξτρα πόντους στη σχεδίαση της SWM. Η σέλα αναβάτη -η οποία βρίσκεται στα 790 χλστ.- όπως και του συνεπιβάτη είναι κατασκευασμένη από σουέτ.
Το Gran Milano 500 χρησιμοποιεί upside down τηλεσκοπικό πιρούνι της KYB με διάμετρο 41 χλστ, ενώ πίσω υπάρχει ένα μονό αμορτισέρ της KYB με ρύθμιση της προφόρτισης. Στην πέδηση υπάρχουν δύο δισκόφρενα εμπρός στα 296 χλστ. με τετραπίστονες δαγκάνες της J. Juan, ενώ πίσω υπάρχει μονό δισκόφρενο 240 χλστ. της ίδιας εταιρείας -θυγατρικής της Brembo για να μην ξεχνιόμαστε. Τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης είναι τα Angel GT της Pirelli, με τις διαστάσεις να είναι 12070-17 εμπρός και 160/60-17 πίσω, με το συνολικό βάρος του Gran Milano 500 σύμφωνα με την SWM να ανέρχεται στα 188 κιλά. Το νέο μοντέλο της ιταλικής εταιρείας θα διατίθεται σε δύο χρωματικούς συνδυασμούς τους Gran Milano Green (πράσινο) και Gran Milano Silver (ασημί).
EICMA 2024: Phelon & Moore - Αναβίωση για τη βρετανική μάρκα που έκλεισε πριν από έξι 10ετίες
Πρώτη παρουσίαση στην EICMA - Made in China και αυτή - Αρχή με 2 μοτοσυκλέτες και 2 scooters
Από τον
Θοδωρή Ξύδη
11/11/2024
Το ξεχασμένο όνομα της βρετανικής Phelon & Moore αναβιώθηκε και η νέα εταιρεία παρουσίασε στο Μιλάνο τις πρώτες δύο μοτοσυκλέτες της αλλά και δύο scooters.
Δεν είναι τυχαίο που δυσκολεύεστε να φέρετε στη μνήμη σας κάποιο ιστορικό στοιχείο ή μια μοτοσυκλέτα της Phelon & Moore (P&M) και νιώθετε έντονη την ανάγκη για γκουγκλάρισμα, ειδικά αν δεν είστε από εκείνους που ασχολούνται συστηματικά με την ιστορία των δύο τροχών ή με τις κλασσικές μοτοσυκλέτες.
Ίσως το όνομα Panther να σας είναι πιο οικείο γιατί έτσι έγιναν κυρίως γνωστές οι μοτοσυκλέτες της βρετανικής εταιρείας -από τις αρχές του 1920 και έπειτα- που ιδρύθηκε στο Yorkshire της Αγγλίας το 1904, από τον Joah Phelon και τον μηχανικό Richard Moore. Ο Moore μπήκε στην εταιρεία έπειτα από τον θάνατο του ανηψιού του Phelon, Harry Rayner, σε τροχαίο δυστύχημα με την εταιρεία να ονομάζεται αρχικά Phelon & Rayner.
Αυτό που χαρακτήριζε τις μοτοσυκλέτες της Phelon & Moore ήταν οι καινοτομίες που τις έκαναν να ξεχωρίζουν αλλά και η φήμη που απέκτησαν ως πολύ ποιοτικές και αξιόπιστες μεταξύ των δύο πολέμων, ενώ ήταν δημοφιλείς και με side car.
Οι P&M χρησιμοποιούσαν μετάδοση με αλυσίδα από το 1902, λίγο αργότερα ήρθαν και τα κιβώτια ταχυτήτων (δύο στην αρχή και έπειτα τέσσερεις) ενώ σήμα κατατεθέν τους ήταν ο μονοκύλινδρος κινητήρας που αποτελούσε ενεργό μέρος του πλαισίου και είχε περιστραφεί ολόκληρος μέσα στο πλαίσιο κατά 40 μοίρες (κινητήρας sloper). Το πρώτο πρωτότυπο έκανε την εμφάνισή του το 1900 με τα χειροποίητα μοντέλα να κατασκευάζονται και να πωλούνται μεταξύ 1901 και 1903.
Σύμφωνα και με σχετικές αναφορές κάποιοι πιστεύουν ότι η P&M, ενσωματώνοντας όλα τα παραπάνω, ήταν η πρώτη που ξέφυγε από τα ποδήλατα με κινητήρα και δημιούργησε την πρώτη πραγματική μοτοσυκλέτα.
Αυτό το χαρακτηριστικό παρέμεινε μέχρι και το οριστικό κλείσιμο της εταιρείας το 1966, με την P&M να βρίσκεται ήδη σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης από το 1962. Τα οικονομικά προβλήματα ξεκίνησαν τον 'B ΠΠ γιατί σε αντίθεση με τον 'A ΠΠ, η P&M δεν ήταν ανάμεσα στις εταιρείες που κατασκεύασαν μοτοσυκλέτες μαζικά για τον στρατό.
Η προσπάθεια αναβίωσης το ονόματος της P&M ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια από ένα γκρουπ επενδυτών και τώρα 58 χρόνια μετά έγινε και η αναβίωση της Phelon & Moore στη EICMΑ με δύο μοτοσυκλέτες και δύο scooter που κατασκευάζονται στην Κίνα.
Η πρώτη μοτοσυκλέτα και εκείνη με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι Capetown, ένα όνομα που δεν επιλέχθηκε τυχαία αφού η P&M θέλει να συνδεθεί με το παρελθόν της και η πρωτεύουσα της Ν. Αφρικής ήταν και ο τελικός προορισμός του τεράστιου ταξιδιού των Theresa Wallach και Florence Blenkiron, με τις δύο γυναίκες να ξεκινούν από το Λονδίνο και να διασχίζουν κάθετα την Αφρική περνώντας μέσα από τη Σαχάρα χωρίς βοήθεια, στη σέλα μιας Panther.
Η Capetown δεν αντιγράφει άλλη μοτοσυκλέτα και ξεχωρίζει με τη σχεδίασή της, έχει πλαίσιο χωροδικτύωμα, μονόμπρατσο ψαλίδι και πλούσιο στάνταρ εξοπλισμό αφού σε αυτόν περιλαμβάνεται TFT οθόνη επτά ιντσών που προφέρει πλοήγηση και συνδεσιμότητα, αλλά και σύστημα ανίχνευσης τυφλού σημείου, ρυθμιζόμενη ζελατίνα, traction control, σύστημα παρακολούθησης πίεσης ελαστικών, ρυθμιζόμενο ABS με λειτουργία off-road και full LED σώματα.
Η μοτοσυκλέτα ζυγίζει με το ρεζερβουάρ της γεμάτο 240 κιλά και για την κίνησή της χρησιμοποιεί ένα εν σειρά δικύλινδρο μοτέρ 693 κ.εκ. με δύο εκκεντροφόρους στην οχταβάλβιδη κεφαλή του και απόδοση 74 ίππους και 6,93 κιλά ροπή. Η Capetown
Απλώς ικανοποιητική βαφή, προσεγμένο design που δείχνει ότι κάποιος όντως ασχολήθηκε με τη σχεδίαση της μοτοσυκλέτας και καλή συναρμογή πλαστικών είναι αυτά που είδαμε από κοντά για την Capetown που θα είναι διαθέσιμη σε δύο εκδόσεις, μία με χυτές αλουμινένιες και μία με ακτινωτές ζάντες, αλλά και με εννέα κιλά επιπλέον βάρους.
Επόμενη είναι η cruiser Panther, η μοτοσυκλέτα που είναι απορίας άξιο που πήρε το πλέον αναγνωρίσιμο όνομα της P&M αφού ανήκει σε μια κατηγορία με σχετικά περιορισμένο ενδιαφέρον στην Ευρώπη -όχι όμως στην Ασία ή την άλλη μεριά του Ατλαντικού.
Αυτή η μοτοσυκλέτα φέρει V2 κινητήρα 573 κ.εκ. με μέγιστη ισχύ 54 ίππων στις 8.500 σ.α.λ. και 4,94 κιλά ροπής στις 8.500 και 6.500 σ.α.λ. αντίστοιχα. Και η Panther που θυμίζει αρκετά Softail στο πίσω μέρος της θα παραχθεί σε δύο εκδόσεις, την C και την S με την πρώτη να φέρει μπόλικο χρώμιο και τροχούς 16 ιντσών με "χοντρά" ελαστικά, ενώ στην S το χρώμιο απουσιάζει ο τροχός μπροστά είναι 19 ιντσών και η γενικότερη αισθητική βγάζει περισσότερη "κακία". Βάρος 246 και 249 γεμάτα κιλά για την S και την C αντίστοιχα.
Η P&M είχε και scooter πριν από εξήντα και πλέον χρόνια και η νέα εταιρεία σκοπεύει επίσης να έχει στην γκάμα της scooter με την αρχή να γίνεται με δύο μοντέλα εντελώς διαφορετικής προσέγγισης αλλά με το ίδιο όνομα, Panthette.
Το πρώτο είναι το Panthette S, ένα μικρού κυβισμού scooter με 16άρη εμπρός τροχό και 14 πίσω που θα είναι διαθέσιμο με δύο υγρόψυκτος κινητήρες, 125 και 200 κ.εκ. με απόδοση 12 και 17 ίππων αντίστοιχα και βάρος στα 142 κιλά γεμάτο.
Στοιχεία του στάνταρ εξοπλισμού που προκαλούν εντύπωση είναι η κάθετη TFT οθόνη πληροφοριών με διαγώνιο στις επτά ίντσες και το σύστημα ανίχνευσης τυφλού σημείου (!), ενώ κάτω από τη σέλα χωρά δύο κράνη σύμφωνα με τον κατασκευαστή του.
Το δεύτερο scooter είναι το Panthette X, με adventure αισθητική και διάθεση για να κινηθεί και στο χώμα με ακτινωτούς τροχούς και ζάντες 14 και 13 ιντσών εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Και εδώ η οθόνη είναι επτά ιντσών αλλά οριζόντιας διάταξης με τον εξοπλισμό να περιλαμβάνει το σύστημα ανίχνευσης τυφλού σημείου όπως και μεγάλες προστατευτικές χούφτες αλλά και θερμαινόμενα γκριπ. Το πιρούνι μπροστά είναι ανεστραμμένο 41 χλστ. και δύο αμορτισέρ με ξεχωριστό δοχείο φροντίζουν για την πίσω ανάρτηση.
Το Panthette X θα είναι διαθέσιμο ως 125 αλλά και 300 με την απόδοση στους 12 και 24 ίππους αντίστοιχα. Μένει να δούμε αν και πότε τα συγκεκριμένα μοντέλα θα έρθουν και στην ελληνική αγορά αφού μέχρι στιγμής δεν έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον από κάποιον έμπορο.