Suzuki DL 1000 V-Strom 2002 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

30/8/2010

Υπάρχουν φθηνές μοτοσυκλέτες, με τις οποίες μπορείς να κάνεις τις καθημερινές σου μετακινήσεις, αλλά και ταξίδια με αρκετές υποχωρήσεις στην άνεση. Υπάρχουν ακριβές και βαριές μοτοσυκλέτες, που “τη βρίσκουν” μόνο στους δρόμους ταχείας κυκλοφορίας. Και υπάρχει και το DL 1000 V-Strom, που τα κάνει όλα και στοιχίζει λιγότερο απ’ όσα προσφέρει [blockquote]Ναι…
Στη παροιμιώδη αξιοπιστία του κινητήρα
Στην άριστη κατανομή βάρους
Στις τουριστικές του δυνατότητες
Όχι…
Στον “βαρύ” συμπλέκτη
Στη χαμηλή στάνταρ ζελατίνα
Γιατί…
Γιατί μπορείς να κάνεις τα πάντα μαζί του και ξεκούραστα, μεγάλων αποστάσεων ταξίδια
Τι πρέπει να προσέξετε
Στα έξι χρόνια της κυκλοφορίας του, το DL 1000 V-Strom έχει αποδείξει ότι είναι μία από τις πιο αξιόπιστες μοτοσυκλέτες στον δρόμο. Πέρα από τυπικούς ελέγχους για πτώσεις και γενικότερα κακομεταχείριση (αλάδωτη και ταλαιπωρημένη αλυσίδα, βρόμικο φίλτρο αέρα, παλιά ελαστικά κ.τ.λ.) δεν υπάρχει κάτι στο οποίο πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή.[/blockquote]
Με κινητήρα “διαμάντι”, ευρύ πεδίο δράσης, καλή ποιότητα κατασκευής και άνεση... με το τσουβάλι, το V-Strom των χιλίων κυβικών εκατοστών, ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του με τις θετικότερες των εντυπώσεων, το 2002. Από τότε, μπορεί να μην κατάφερε να σπάσει τα ταμεία της Suzuki, κατάφερε όμως να αφήσει ικανοποιημένους, όλους όσους αποφάσισαν να μοιραστούν τους δρόμους μαζί του. Ο σημαντικότερος λόγος που αυτή η μοτοσυκλέτα δεν “ξεπούλησε”, δεν είναι άλλος από το μικρότερο V-Strom, που όντας σχεδόν 3.000 ευρώ φθηνότερο ως καινούριο, αποτέλεσε ιδιαίτερα ελκυστική πρόταση, “κλέβοντας” τις πωλήσεις του μεγάλου αδερφού.
Όμως όλοι αυτοί που έσπασαν τον εφεδρικό κουμπαρά και μαζί τα όρια της λογικής που όριζε το μικρό ως “best value for money”, πήραν μια μοτοσυκλέτα με έναν κινητήρα με επιδόσεις εξαιρετικές και μαγευτικό τρόπο λειτουργίας. Γραμμικός, γεμάτος και με διάρκεια ικανή να ικανοποιήσει και τους πλέον αχόρταγους. Το μεγάλο DL δεν άφησε ποτέ παραπονεμένους τους λάτρεις των “δυνατών” ρεπρίζ, είτε αυτές είναι για προσπέραση από τα εκατόν εξήντα στην εθνική, είτε για μια δυνατή έξοδο από το “πέταλο” που τελειώνει!
Τα δυνατά του στοιχεία δεν περιορίζονται στον κινητήρα (που για την ιστορία, έχει διατελέσει και “ψυχή” του TL-S), αφού και το πλαίσιο και οι αναρτήσεις δίνουν μαθήματα σωστής λειτουργίας. Οι μικρές διαδρομές των αναρτήσεων είναι ακριβώς αυτό που χρειάζoνται οι... “στριτόφιλοι“ οπαδοί των on-off. Τόσο μικρές ώστε να έχει εξαιρετική συμπεριφορά στην άσφαλτο, και τόσο μακριές ώστε να μπορεί να διασχίζει με ευκολία βατούς χωματόδρομους. Το πιρούνι έχει ελαφρώς γρήγορες αποσβέσεις, όμως το αμορτισέρ έρχεται για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους, με ιδανικές για τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα ρυθμίσεις.
Παρέα με αυτά, έρχεται και η άψογη εργονομία. Με σχεδίαση που εξασφαλίζει την απαραίτητη άνεση για ταξίδια απεριόριστων χιλιομέτρων, ταυτόχρονα διατηρεί τον όγκο της μοτοσυκλέτας σε λογικά επίπεδα. Οι Ιάπωνες σχεδιαστές κατάφεραν να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα, δημιουργώντας μια μοτοσυκλέτα οn-οff μεγάλου κυβισμού, που να είναι αναλογικά σβέλτη και φυσικά ξεκούραστη στο ταξίδι. Με κέντρο βάρους που ευνοεί τις γρήγορες αλλαγές κατεύθυνσης, τιμόνι που αφήνει τους καθρέφτες των αυτοκινήτων να περνούν από κάτω τους, ύψος σέλας “φιλικό” προς τους... μέτριου αναστήματος και χειριστήρια που βρίσκονται στην προέκταση των άκρων κάθε αναβάτη, η βόλτα στην πόλη με το χιλιάρι δεν είναι και τόσο δύσκολη όσο ακούγεται. Μόνο ο βαρύς -αλλά ακριβής σε λειτουργία- συμπλέκτης θα κουράσει.
Στο ταξίδι, είτε φορτωμένο με δύο και αποσκευές, είτε με έναν μόνο αναβάτη, θα ταξιδέψει γρήγορα και με ασφάλεια. Θα διασκεδάσει τον αναβάτη του στο γρήγορο στροφιλίκι και θα καλύψει 250 χιλιόμετρα πριν η ρεζέρβα ανάψει. Το μόνο που θα προβληματίσει στις “ταχυμεταφορές” around the world, είναι η χαμηλή ζελατίνα, που η λύση της βρίσκετε στη γκάμα των αξεσουάρ της Suzuki, ή σε άλλους κατασκευαστές. Κατά τα άλλα, τίποτα πέρα από αγνή, τουριστική ικανοποίηση.
Και όλα αυτά, με τιμή που μπορεί να ξεκινήσει από τα 5.500 ευρώ για τα μοντέλα του 2002, και να φτάσει τα 9.000 για αυτά που κυκλοφορούν μόλις έναν χρόνο στον δρόμο. Πέρα όμως από τα μεταχειρισμένα υπάρχει και στοκ καινούργιων μοτοσυκλετών με τιμή 10.495€, ενώ διατίθεται και στην έκδοση Super Travel. Στην παραπάνω τιμή, περιλαμβάνονται ως δώρα, ένα top case Givi χωρητικότητας 52 λίτρα, με την βάση τοποθέτησης, και προστατευτικά κάγκελα κινητήρα. Επίσης στο στάνταρ εξοπλισμό περιλαμβάνονται εργοστασιακή καρίνα στο χρώμα της μοτοσυκλέτας και χούφτες τιμονιού επίσης της Suzuki.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V90o, υγρόψυκτος, με 2 ΕΕΚ και 4 Β/Κ
Χωρητικότητα (cc): 996
Σχέση συμπίεσης: 11,3:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός με δύο πεταλούδες
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 2
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υδραυλικός, υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,838
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 3,000, 2: 1,913, 3: 1,500, 4: 1,227, 5: 1,086, 6: 0,913
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,411
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινίου, κλειστό περιμετρικό
Βάρος κενή (kg): 207
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 22 / -
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 160
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 159
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι, με δαγκάνες δύο εμβόλων και γλίστρα
Πίσω: Δίσκος 230mm, με δαγκάνα δύο εμβόλων και γλίστρα
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Χυτή αλουμινίου, 2,50x19”
Ελαστικό: 110/80-19
Πίσω
Ζάντα: Αλουμινίου με ακτίνες, 4,00x17”
Ελαστικό: 150/70-17
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm): 98 / 7.600
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 10,3 / 6.400
ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ (sec)
0-100m: 4,9
0-400m: 13,35
0-100km/h: 3,7
0-150km/h: 9,41
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 7,46
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 290
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 91,5 / 8.400
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 9,2 / 4.500
################

Honda Crossrunner 800 (2011-2015)

Μεταλλαγμένο VFR
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

16/5/2017

Όταν παρουσιάστηκε αποτέλεσε ένα γενναίο εγχείρημα κι ένα μεγάλο στοίχημα της Honda. Ένα ρίσκο στην αναζήτηση νέων δρόμων και εκφράσεων. Μια μεταλλαγμένη street μοτοσυκλέτα εμπνευσμένη από το Gymkhana!

 

Δεν αποτελεί υπερβολή να πούμε ότι το Crossrunner είναι μια από τις μοτοσυκλέτες που καταργεί τα στερεότυπα. Αγνοεί επιδεικτικά τις νόρμες των υποτιθέμενων κατηγοριών και προτείνει κάτι που "ακουμπάει" σε πολλά πεδία και πολλούς κόσμους. Ό,τι δηλαδή θα έπρεπε να κάνουν οι μοτοσυκλέτες των εταιρειών που θέλουν να επηρεάσουν την εξέλιξη και το μέλλον της μοτοσυκλέτας γενικότερα. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε τέτοια προσπάθεια θα είναι και επιτυχία, αλλά χωρίς το ρίσκο και την τόλμη, βήματα μπροστά δεν γίνονται κι αυτό είναι κάτι που το γνωρίζουν πολύ καλά στην Honda, όπως και σε κάθε εταιρεία που θέλει να θεωρείται πρωτοπόρος.

Το στοίχημα του Crossrunner βασίζεται στην πλατφόρμα του προηγούμενου VFR800, παντρεύοντας αισθητικά στοιχεία από τα "τύπου on-off" μέχρι το σύμπαν των scooter. Αυτό το αποτέλεσμα οπτικά καταφέρνει να έχει απήχηση σε ένα πολύ διευρυμένο κοινό, ακόμη και σε ανθρώπους που δεν είναι καν κάτοχοι μοτοσυκλέτας. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα αυτούσιο VFR800 προηγούμενης γενιάς, με όλες τις αλλαγές που είχε δεχθεί το V4 της Honda να υφίστανται και στο Crossrunner, όπως το μεταβλητό πάχος στις δοκούς του πλαισίου για να επιτευχθεί η ελεγχόμενη ακαμψία, ενώ και οι αναρτήσεις παρέμειναν ακριβώς ως είχαν στην sport touring έκδοση. Η μοναδική –αλλά ιδιαίτερα σημαντική- διαφορά ήταν το ψηλότερο τιμόνι, ο μοναδικός παράγοντας που επηρέαζε την θέση οδήγησης, καθώς η σέλα και τα τοποθετημένα σχετικά πίσω μαρσπιέ δεν δέχθηκαν καμία απολύτως επέμβαση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργείται μια παράξενη θέση οδήγησης, με το σώμα αρκετά μακριά από τον μπροστινό τροχό, αλλά με αρκετό βάρος να φορτίζει τα χέρια (και κατ' επέκταση το μπροστινό), αντισταθμίζοντας κάπως την κατάσταση. Στην πράξη, το Crossrunner αποκτά με τον αναβάτη του μια ισομερή κατανομή του βάρους, που του προσδίδει σταθερότητα στις υψηλές ταχύτητες, αλλά και μια ευπρόσδεκτη ουδέτερη συμπεριφορά στις κλίσεις, παρά το μεγάλο βάρος. Μάλιστα, οι μοίρες που μπορεί να πετύχει το Crossrunner είναι αρκετά μεγάλες, χάρη στην αλλαγή της κλίσης στο σημείο έδρασης του ψαλιδιού (κάτι που επέφερε και λίγο μεγαλύτερη απόσταση από το έδαφος σε σχέση με το VFR) και τις πλάκες του πιρουνιού που είναι τοποθετημένες λίγο πιο χαμηλά, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη που νιώθεις όταν "βάζεις" τον μπροστινό τροχό μέσα στη στροφή. Αντίστοιχα είναι και τα οφέλη στην ευελιξία της μοτοσυκλέτας, ακόμη και όταν κινείται μέσα στο αστικό περιβάλλον, κρύβοντας τα κιλά του επιμελώς και αποτελεσματικά για να ελιχθεί με μια απρόσμενη ευκολία και χάρη.

Το Crossrunner ακόμη και σήμερα αποτελεί μια ελκυστική επιλογή που προσφέρει κάτι ξεχωριστό

Ο κινητήρας μεταφέρθηκε κι αυτός αυτούσιος από το έτερο τετρακύλινδρο V, με το σύστημα V-Tec να προσδίδει μια πολυμορφία στον χαρακτήρα του, χάρη στην μεταβολή της απόδοσής του. Το σημείο της μεταμόρφωσης είναι οι 6.500 στροφές, εκεί όπου ενεργοποιούνται και οι 16 βαλβίδες των τεσσάρων κυλίνδρων, με την ηχητική αλλαγή να είναι και η πιο αντιληπτή. Σε ότι αφορά την δύναμη, η ομαλότητα λειτουργίας του συστήματος έχει μειώσει δραματικά τον απότομο χαρακτήρα του παρελθόντος, λόγω της αύξησης των αυλών εισαγωγής και τον επαναπρογραμματισμό της ECU και το μόνο που περιορίζει το πλήρες ξεδίπλωμα των αρετών του συγκεκριμένου κινητήρα είναι ο κόφτης που επεμβαίνει στα 205km/h, μια άστοχη επιλογή κατά τη γνώμη μας. Παρόλα αυτά, οι μέσες ωριαίες ταχύτητες στο ταξίδι παραμένουν με ευκολία υψηλές, ενώ ακόμη και η στάση του σώματος που αρχικά δεν προδιαθέτει για άνετα ταξίδια αποδεικνύεται εν τέλει ικανή να κρατήσει τον αναβάτη ξεκούραστο για πολλά χιλιόμετρα και πολύωρη παραμονή πάνω στην άνετη σέλα.

Το "μπόλιασμα" που επιχείρησε η Honda στο προηγούμενης γενιάς VFR, ανεξάρτητα με το αν απέφερε τους αναμενόμενους εμπορικούς καρπούς ή όχι, ήταν μια κίνηση προς την σωστή κατεύθυνση, έστω κι αν υπήρχε χώρος για περισσότερο ρίσκο και πιο προχωρημένες λύσεις καθιστώντας το Crossrunner ακόμη και σήμερα ως μια ελκυστική επιλογή που προσφέρει κάτι ξεχωριστό.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος V 90° με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ και σύστημα V-Tec

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 72 x 48

Κυβικά (cc): 782

Σχέση συμπίεσης: 11,6:1

Ανάφλεξη: Ψηφιακή    

Τροφοδοσία: Ψεκασμός

Σύστημα εκκίνησης:     Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      4 σε 2 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος

Σχέσεις ταχυτήτων: Έξι

Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Αλουμινίουδύο δοκών pivotless

Γωνία κάστερ (o): 25,5

Ίχνος (mm): 96

Μεταξόνιο (mm): 1.464

Ύψος σέλας (mm): 816

Βάρος κατασκευαστή γεμάτη (kg): 240,4

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 235,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 21,5 / 3,5

 

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Tηλεσκοπικό πιρούνι Showa

Διάμετρος (mm): 43

Διαδρομή (mm): 106

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων

Πίσω: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό

Διαδρομή τροχού(mm): 119

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δύο δίσκοι 296mm με δαγκάνες τριών εμβόλων Nissin και C-ABS

Πίσω: Δίσκος 256mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και C-ABS

 

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό: 120/70ZR-17

Πίσω

Ελαστικό:   180/55ZR-17

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακό πολυόργανο με ταχύμετρο, ένδειξη ώρας, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, μπάρες θερμοκρασίας ψυκτικού, ψηφιακό στροφόμετρο και λυχνίες για φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων ρεζέρβα, μπαταρία, λειτουργία ψεκασμού, ABS

 

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 94,7/10.000

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):   7,3/9.500

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec, Μέτρηση ΜΟΤΟ): 12,18

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση: 7,1

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση: 302

 

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 24%, €)

Έμβολο πλήρες:  150,22

Μπιέλα:              199,88

Eξάτμιση:   1.021,27

Εμπρός φτερό:            94,32

Εμπρός τροχός:   584,49

Προβολέας: 496,65

Μανέτα φρένου:  35,37

Σέλα αναβάτη:    508,71

Πλαίσιο:     2.445

 

Οι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Μάρτιο του 2017