Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες

Yamaha MT-03 (2006-2014)

Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

2/11/2016

Η μετουσίωση

Πριν από μια δεκαετία σχεδόν, η μόδα των "politically correct" supermoto βρισκόταν στο απόγειό της. Πολλές εταιρείες προσπάθησαν να εφαρμόσουν αυτή την φιλοσοφία σε διάφορες και διαφορετικές μοτοσυκλέτες δρόμου, αλλά ελάχιστες έπιασαν το νόημα. Από τα πολύ λίγα λαμπρά παραδείγματα μιας αποτελεσματικής μετουσίωσης στην πράξη ήταν και το Yamaha MT-03

Το 2004 ήταν μια χρονιά ορόσημο για την Yamaha, καθώς τότε άλλαξε ριζικά και συθέμελα ένα άλλο ορόσημο: Το θρυλικό ΧΤ. Εκείνη την χρονιά έκανε το ντεμπούτο του ο μονοκύλινδρος κινητήρας της Minarelli των 660 κυβικών στα ΧΤ660R/X, ο οποίος βρήκε πρόσφορο έδαφος σε πολλές εναλλακτικές από τότε, κι όχι απαραίτητα μόνο σε ό,τι κοσμούνταν από το έμβλημα των τριών διαπασών. Μια από τις καλύτερες όμως εφαρμογές του ήταν ένα τέκνο του Iwata που είδε το φως της παραγωγής δύο χρόνια μετά τα ανανεωμένα ΧΤ, το MT-03.
Το μονοκύλινδρο roadster της Yamaha, έπεσε ακριβώς πάνω στην εποχή που τα εργοστάσια προσπαθούσαν να παντρέψουν την "τρέλα" των supermoto με τις πρακτικές αξίες των street μοτοσυκλετών, με αποτελέσματα πολλές φορές ετερόκλητα και ανούσια μηχναολογικά. Οι μηχανολόγοι της Yamaha όμως δούλεψαν περισσότερα ορθολογιστικά και πιο ψύχραιμα, μελετώντας πώς ακριβώς θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν καλύτερα τις δυνατότητες του συγκεκριμένου κινητήρα και κατέληξαν σε ένα αποτέλεσμα που αντικειμενικά ταίριαξε πολύ καλύτερα στον χαρακτήρα του σε σχέση με τις δύο εκδόσεις των ΧΤ.
Οι μοναδικές αλλαγές που έγιναν για να προσαρμοστεί πλήρως με την προσωπικότητα της μοτοσυκλέτας, ήταν η διαφορετική χαρτογράφηση της ανάφλεξης (καθώς στα ΧΤ είχε δημιουργήσει αρκετά προβλήματα και πολλά παράπονα από τους ιδιοκτήτες τους), ένα διαφορετικό σύστημα εξαγωγής και το ταίριασμα με ένα πιο κοντό γρανάζωμα.

Ο κινητήρας έρχεται αυτούσιος από το ΧΤ, με διαφορετική όμως χαρτογράφηση, άλλη εξάτμιση και πιο κοντό γρανάζωμα


Ο μονοκύλινδρος κινητήρας "παντρεύτηκε" με ένα μοντέρνο και καλοσχεδιασμένο πακέτο, το οποίο αισθητικά ακόμη και σήμερα δεν δείχνει παρωχημένο. Ανέκαθεν η σειρά ΜΤ χαρακτηρίζονταν από έναν ιδιαίτερο σχεδιασμό και στην περίπτωση του ΜΤ-03 δεν λυπήθηκαν τους πόρους. Το φαρδύ τιμόνι, πέρα από ένα λειτουργικό στοιχείο που προσφέρει ένα εξαιρετικό μοχλό, συμβάλλει στην όμορφη όψη της μοτοσυκλέτας από μπροστά, σε συνδυασμό με το φαρδύ πάνω μέρος του ρεζερβουάρ και το μοντέρνο σχήμα του προβολέα που σωστά δεν ακολούθησε τις ρετρό τάσεις των αντίστοιχων στρογγυλών, χρωμιομένων των γυμνών τετρακύλινδρων. Η λεπτή σιλουέτα του χάρη στο μικρό πλάτος του μονοκύλινδρου, το ιδιόμορφο σχήμα του ψαλιδιού, το οριζόντια τοποθετημένο δεξιά αμορτισέρ και οι δύο εξατμίσεις που βγαίνουν ψηλά κάτω από τη σέλα του συνεπιβάτη, συνθέτουν ένα σύνολο το οποίο όχι μόνο ξεχωρίζει, αλλά και είναι αποτελεσματικό σε ό,τι αφορά τον ρόλο που καλείται να υπηρετήσει.
Η κατανομή της δύναμης του μονοκύλινδρου κινητήρα σε ένα πολύ μεγάλο φάσμα στροφών από χαμηλά, κάνει το ΜΤ όχι μόνο ένα πραγματικό εργαλείο για το ασφυκτικό περιβάλλον της κίνησης μέσα στην πόλη, αλλά του δίνει τη δυνατότητα να προσφέρει διασκέδαση ακόμη κι εκεί που οι συνθήκες μοιάζουν απαγορευτικές. Σε συνδυασμό με το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού και το μεγάλο πλάτος του, τα ντριφταρίσματα και οι ελεγχόμενες πλαγιολισθήσεις μπορούν να γίνουν εκεί που οι υπόλοιποι αναβάτες θα παλεύουν με την ισορροπία για να βρουν πέρασμα να χωρέσουν. Μοναδικός περιορισμός μερικές φορές το ύψος του τιμονιού που μπορεί να συναντήσει τους καθρέφτες των ακινητοποιημένων αυτοκινήτων. Το χαμηλό ύψος της σέλα συμβάλλει κι αυτό στην εμπιστοσύνη που εμπνέει η μοτοσυκλέτα αλλά και στο να διατηρηθεί το συνολικό κέντρο βάρους (μαζί με τον αναβάτη) χαμηλά. Το πλαίσιο προσφέρει κι αυτό με τη σειρά του ένα άκαμπτο σύνολο που δείχνει ότι μπορεί να διαχειριστεί πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις, και σε συνδυασμό με την εξαιρετική απόδοση των αναρτήσεων σε προδιαθέτει να παίξεις με τα όρια της πρόσφυσης σε οποιοδήποτε είδος ασφάλτου.

Χωρίς μοχλικό και οριζόντια τοποθετημένο αμορτισέρ, το οποίο όμως αποδίδει άριστα και δένει απόλυτα με το υπόλοιπο σύνολο


Το συνολικό στήσιμο του ΜΤ-03 είναι τόσο καλό, που ακόμη και αν τύχει να βρεθεί στο εθνικό οδικό δίκτυο οι περιορισμοί θα μπουν μόνο από την έλλειψη προστασίας, καθώς σε ταχύτητες μέχρι τα 140km/h επιδεικνύει μια ανέλπιστη σταθερότητα για γυμνή μοτοσυκλέτα. Οι κραδασμοί του μονοκύλινδρου και οι μηχανικοί θόρυβοι του κινητήρα διατηρούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και η όποια υπομονή στην μάχη με τον αέρα θα ανταμειφθεί μόλις βρεθεί σε στροφιλίκι. Το MT φτάνει στα όρια της κλίσης του με απίστευτη ευκολία και με μια σιγουριά αντίστοιχη των σύγχρονων streetfighters, με τις αναρτήσεις να απορροφούν αποτελεσματικά τις τυχόν ανωμαλίες, ακόμη και υπό κλίση, ενώ τα πολύ δυνατά φρένα δεν έχουν κανένα απολύτως πρόβλημα να στο να σταματήσουν όποτε τους ζητηθεί τα 191 (γεμάτα) πραγματικά κιλά της μοτοσυκλέτας.
Η επιτυχία του ΜΤ-03 σχεδιαστικά και κατασκευαστικά, είναι ότι αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο την αξία των απλών και σωστά μελετημένων λύσεων. Μπορεί να μην διαθέτει τουριστικές δυνατότητες και αντίστοιχο εξοπλισμό, και η κατανάλωσή του να κυμαίνεται σε ελαφρώς πιο ψηλά επίπεδα σε σύγκριση με τα σημερινά δεδομένα αντίστοιχου κυβισμού και κυλίνδρων μοτοσυκλετών, αλλά έχει ένα σημαντικό αβαντάζ. Από την αρχή του σχεδιασμού του είχε έναν ξεκάθαρο στόχο και εστίασε μόνο σ' αυτόν: στο να προσφέρει διασκέδαση και πρακτικότητα στην καθημερινή ρουτίνα του ιδιοκτήτη του, κι αυτό είναι κάτι που το πετυχαίνει απόλυτα.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος μονοκύλινδρος, με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 100 x 84
Κυβικά (cc): 660
Σχέση συμπίεσης: 10,0:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής:  2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, ανοιχτό, χωληνωτό
Γωνία κάστερ (o): 26
Ίχνος (mm): 97
Μεταξόνιο (mm): 1.420
Ύψος σέλας (mm): 805
Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 174
Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 191
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 15 / 3,4

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό, συμβατικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm):  120
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρSachs χωρίς μοχλικό
Διαδρομή τροχού(mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου

ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 298mm με δαγκάνες δύο εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 240mm της Brembo με δαγκάνα ενός εμβόλου


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70ZR-17
Πίσω
Ελαστικό: 160/60ZR-17

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόμετρο και ψηφιακή οθόνη με ταχύμετρο, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές και ενδεικτικές λυχνίες για μεγάλη σκάλα/φλας/ρεζέρβα/πίεση λαδιού


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 45/6.000
Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 5,7/5.250
Επιτάχυνση 0 - 400m (sec, Μέτρηση ΜΟΤΟ): 14,03

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 43,4/6.000
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,6/5.100

Αν αντιστοιχίσετε το διάγραμμα του ΜΤ-03 με το αντίστοιχο του ΧΤ θα διαπιστώσετε ότι είναι ακριβώς ίδιο υπό κλίμακα, με διαφορά που φτάνει ως και τους τρεις ίππους. Αυτό αντισταθμίζεται από το κοντύτερο γρανάζωμα, αλλά στο χαρτί δεν είναι ορατή η διαφορά στην προοδευτικότητα. Εξαιρετική η απόδοση ψηλά που μένει ίδια για σχεδόν 2.5000 στροφές, ενώ και η καμπύλη της ροπής είναι υποδειγματική με πάνω από 5 χιλιογραμμόμετρα σε ένα πολύ μεγάλο εύρος στροφών
DYNO ΑΠΟ ΤΕΥΧΟΣ 368


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 6,8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 220

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 24%, €)

Έμβολο πλήρες: 170

Μπιέλα: 96,68

Τελικό εξάτμισης: 639,52

Εμπρός φτερό: 62,73  

Εμπρός τροχός: 487,13

Προβολέας: 151,60

Μανέτα φρένου: 55,37

Σέλα αναβάτη: 143,60

Πλαίσιο: 1386,85

Οι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Οκτώβριο του 2016