ΚΤΜ 250 EXC-F / Six Days 2008-2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

7/2/2011

Έχει περάσει μια δεκαετία από την καθιέρωση και ανάπτυξη των σύγχρονων enduro με τετράχρονους κινητήρες 250 κυβικών. Από το 2001, όπου εμφανίστηκε η υγρόψυκτη WR250F από τη Yamaha, τα αερόψυκτα TT-R και XR άρχισαν να χάνονται από τις αγωνιστικές εκδηλώσεις. Η ΚΤΜ σε αυτή την κατηγορία έχει αναπτύξει την EXC-F και την έχει φθάσει σε κορυφαίο επίπεδο
Σε οποιαδήποτε κατηγορία αγωνιστικών μοτοσυκλετών, όπως και η Enduro E1 με τετράχρονους κινητήρες 250 κυβικών που ανήκει το 250 EXC-F, οι κανονισμοί που διέπουν τους αγώνες είναι αυτοί που καθορίζουν αρχικά την εξέλιξή τους. Συνήθως όταν αλλάζουν, οι κατασκευαστές δείχνουν ανέτοιμοι να προσφέρουν εξειδικευμένες λύσεις για κάθε κατηγορία κυβισμού, έχοντας έναν κινητήρα σε διαφορετικούς κυβισμούς, για να εκπροσωπούνται στις αντίστοιχες κατηγορίες. Αυτό έκανε και η KTM αρχικά για να εκπροσωπηθεί στην κατηγορία. Συγκεκριμένα, το 2003 έβαλε σε παραγωγή την πρώτη EXC-F με τον κινητήρα της να είναι όμοιος σχεδιαστικά με των μεγάλων τετράχρονων 400/450/520, φυσικά με λιγότερα κυβικά. Γρήγορα όμως φανερώθηκε η ανάγκη για την ανάπτυξη εξειδικευμένου κινητήρα για αυτόν τον κυβισμό και η εταιρεία το έκανε. Η εξέλιξη του κινητήρα με τους δυο εκκεντροφόρους στην κεφαλή εξελίχθηκε μέσα από τη συμμετοχή του στο παγκόσμιο πρωτάθλημα κατακτώντας το μάλιστα –με τον Ivan Cervantes το 2005- πριν περάσει τελικά σε μοτοσυκλέτα παραγωγής το 2007. Αυτή ήταν και η πρώτη χρονιά της μοτοσυκλέτας με αυτόν τον κινητήρα.
Την επόμενη χρονιά η KTM τοποθέτησε το νέο της πλαίσιο και το 2009 η 250 EXC-F απέκτησε τη νεώτερη έκδοση του ανεστραμμένου πιρουνιού της WP με τα καλάμια των 48 χιλιοστών και τις πλήρεις ρυθμίσεις. Και στον κινητήρα έγιναν αλλαγές, με τις περισσότερες στην κεφαλή, με στόχο την καλύτερη απόδοση στις χαμηλομεσαίες στροφές, ενώ βελτιώθηκαν και τα γρανάζια της τρίτης και τέταρτης ταχύτητας. Έκτοτε, στα μοντέλα του 2009, του 2010 ακόμη και για το 2011 δεν έγιναν σημαντικές αλλαγές πέρα από τις αλλαγές που κάνει κάθε χρόνο η ΚΤΜ εξελίσσοντας επίμονα τις μοτοσυκλέτες της. Ας σημειώσουμε εδώ ότι η αυστριακή εταιρεία αρχίζει αμέσως μετά το καλοκαίρι την παραγωγή των αγωνιστικών μοτοσυκλετών της επόμενης χρονιάς και έτσι από το μέσο της σεζόν τα μοντέλα της επόμενης βρίσκονται στις αγορές.
Στην κεφαλή του EXC-F υπάρχει ανεξάρτητο κοκοράκι για κάθε μια από τις τέσσερις βαλβίδες από τιτάνιο. Αυτή η διάταξη κρίθηκε απαραίτητη -ενώ οι μεγαλύτερου κυβισμού κινητήρες αρκούνται σε έναν εκκεντροφόρο- γιατί πολύ απλά οι τετράχρονοι των 250 κυβικών χρειάζονται να ανεβάζουν πολλές έως πάρα πολλές στροφές για να αποδίδουν ανταγωνιστική ισχύ με τους δίχρονους των 125 κυβικών που συναγωνίζονται. Η απόδοση του κινητήρα χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη περιοχή όπου η απόδοσή του μένει πρακτικά σταθερή, καταφέρνοντας να γυρνάει και πάνω από τις 13.000 στροφές χωρίς να κρεμάει. Με μικρές εξωτερικές διαστάσεις, μανιβέλα και μίζα, κιβώτιο έξι ταχυτήτων και με τον υδραυλικό συμπλέκτη να είναι “πούπουλο” στη μανέτα και άμεσος, ο αναβάτης της EXC-F έχει στην υπηρεσία του ένα σύγχρονο και αποδοτικό σύνολο. Ο κινητήρας είναι τοποθετημένος στο τελευταίας γενιάς ατσάλινο πλαίσιο της KTM με τους οβάλ κεντρικούς σωλήνες και με αυτούς που κλείνουν το πλαίσιο στο κάτω μέρος του να έχουν πενταγωνική διατομή.
Η λεπτή, ψηλή και μικροκαμωμένη μοτοσυκλέτα έχει κορυφαίο εξοπλισμό, όσον αφορά αναρτήσεις και φρένα. Από την θυγατρική WP έρχεται το ανεστραμμένο πιρούνι, όπως και το PDS αμορτισέρ, που δίνει τη μεγάλη διαδρομή των 335 χιλιοστών στον πίσω τροχό, χωρίς τη χρήση μοχλικού. Ελαφρύ και γρήγορο, το 250 EX-F είναι ένα κορυφαίο σύνολο ακόμη και σαν μεταχειρισμένο για όσους έχουν επιλέξει αυτή την κατηγορία για χόμπι ή αγωνιστική εμπλοκή. Χρειάζεται επιμελέστερη συντήρηση από κάθε δίχρονο κινητήρα για να διατηρείται η απόδοση και η ακεραιότητα των ακριβών εξαρτημάτων του. Παράλληλα, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η ΚΤΜ υποστηρίζει με πληθώρα αξεσουάρ και εξαρτημάτων αναβάθμισης της μοτοσυκλέτες της, προσφέροντας έτοιμες και δοκιμασμένες λύσεις
[blockquote]Ναι...
Για όσους θέλουν πληρότητα στην κατηγορία των τετράχρονων 250
Όχι...
Εάν είστε από αυτούς που λένε “άσε μωρέ” για την συντήρησή της
Γιατί...
Είναι σταθερότερη από ποτέ
Τι να προσέχετε
Κοιτάξτε αρχικά τους κάτω σωλήνες του πλαισίου και εάν είναι τσακισμένοι, αναζητήστε άλλη υποψήφια. Η συνολική κατάσταση και η αρτιότητα των εξαρτημάτων, όπως και η κατάσταση των αναλώσιμων - ελαστικά, γρανάζια, αλυσίδα, φρένα - δείχνουν το πόσο τη φρόντιζε ο προηγούμενος ιδιοκτήτης. Αναζητήστε διάγνωση από επαγγελματία γα την κατάσταση του κινητήρα. Είναι αξιόπιστος όταν συντηρείται, ενώ ένας μεταλλικός θόρυβος που ακούγεται συχνά οφείλεται στον τεντωτήρα της καδένας, όπου η ΚΤΜ διαθέτει βελτιωμένο ανταλλακτικό.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος 2 EEK/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 76 x 54,8
Κυβικά (cc): 248,6
Σχέση συμπίεσης: 12,8
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Καρμπυρατέρ Keihin FCR-MX 39
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα και μανιβέλα
Σύστημα εξαγωγής: 1 σε 1


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός , πολύδισκος, υδραυλικός
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Tελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο κλειστό σωληνωτό με κεντρική δοκό, και οβάλ σωλήνες, αλουμινένιο αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 26,5
Ίχνος (mm): -
Μεταξόνιο (mm): 1475
Ύψος σέλας (mm): 985
Βάρος κατασκευαστή κενή/γεμάτη (kg): 105,7/
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 9,2/
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο πιρούνι WP
Διάμετρος (mm): 48
Διαδρομή (mm): 300
Ρυθμίσεις: Πλήρεις
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, WP PDS
Διαδρομή (mm): 335
Ρυθμίσεις: Πλήρεις (απόσβεση συμπίεσης σε δυο ταχύτητες)


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 260mm, Brembo, δαγκάνα με δύο έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με ένα έμβολο


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 90/90 - 21
Ζάντα:
Πίσω 1,6 x 21
Ελαστικό: 120/90 - 18
Ζάντα: 2,15 x 18


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): -
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): -


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 31,6/12.100
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 2,4/7.800

Piaggio Beverly 300 (2010-2015)

Χτίζοντας αξίες
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

5/1/2017

Σημείο αναφοράς σε μια από τις πιο "hot" κατηγορίες της ελληνικής αγοράς. Το Beverly 300 δημιούργησε ένα βαρύ όνομα, σε μια εποχή που αυτό δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα του κόσμου

Το Beverly είναι ένα όνομα που μέχρι και σήμερα αποτελεί ένα από τα "βαριά χαρτιά" της αγοράς, ένα σκούτερ που είναι συνώνυμο με την επιτομή του στιλ και της πρακτικότητας ταυτόχρονα. Οι αλλαγές και οι αναβαθμίσεις του μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια είναι σχετικά λίγες και απόλυτα στοχευμένες. Η νέα γενιά έχει αποκτήσει τα ηλεκτρονικά βοηθήματα (traction control και ABS) που το ωθούν σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα, ενώ είναι από τις λίγες εκείνες περιπτώσεις που ακόμη και οι προηγούμενες γενιές ενός μοντέλου εξακολουθούν να "παίζουν" δυνατά όσο και όταν πρωτοπαρουσιάστηκαν.

Χλιδή και άνεση για την αφράτη σέλα του Beverly, τόσο για τον αναβάτη όσο και για τον συνεπιβάτη

 

Αυτό δεν είναι τυχαίο, ούτε οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο επιτυχημένο marketing της ιταλικής φίρμας. Οφείλεται καθαρά και μόνο σ' αυτά που προσφέρει και αντιπροσωπεύει το Beverly.
Κατ' αρχήν από την σχεδίασή του και μόνο, αντιλαμβάνεται κανείς ότι είναι ένα σκούτερ που θέλει να προσφέρει όσα περισσότερα μπορεί. Λεπτομέρειες όπως το ότι το κουμπί για να αλλάζουν οι ενδείξεις στην ψηφιακή οθόνη βρίσκεται στα χειριστήρια ή το κουμπί για να ανοίγει ηλεκτρικά η σέλα (για την οποία υπάρχει και μοχλός μέσα στο ντουλαπάκι), επιβεβαιώνουν ότι η χλιδή είναι μέρος της φιλοσοφίας του Beverly κι όχι απλά μια προσπάθεια εντυπωσιασμού.
Ο κινητήρας του δεν διεκδικεί δάφνες για τις επιδόσεις, ειδικά από τη στιγμή που βρίσκεται πίσω από σχεδόν το σύνολο του ανταγωνισμού, αλλά σίγουρα είναι ένας από τους απολαυστικότερους κινητήρες για κίνηση είτε σε αργούς ρυθμούς είτε σε πιο σβέλτη οδήγηση. Η μετάδοσή του είναι σχετικά μακριά και το πατινάρισμα του φυγοκεντρικού είναι μελετημένο έτσι ώστε ποτέ να μην συμβαίνει τίποτε απότομο στο Beverly.
Αυτή η απόδοση συνδυάζεται και με αξιομνημόνευτη αίσθηση σιγουριάς στις στροφές που προσφέρει το πακέτο του πλαισίου, των αναρτήσεων και του μακριού σχετικά μεταξονίου του ιταλικού σκούτερ, μια αίσθηση που δυσκολεύονται να την φτάσουν ακόμη και σκούτερ με πολύ πιο σπορ προσανατολισμό στο στήσιμό τους. Μόνο σε ταχύτητες κοντά στην τελική του, παρουσιάζει ένα μικρό ποσοστό του φαινομένου πλεύσης, προφανώς λόγω της ενδοτικής λειτουργίας των αναρτήσεων, χωρίς όμως να φτάνει στα όρια του ανησυχητικού.
Το μεγάλο προσόν όμως του Beverly είναι η χρηστικότητα και η άνεση που προσφέρει. Είναι το μοναδικό scooter της γενιάς του (των scooter δηλαδή της προηγούμενης πενταετίας) που διαθέτει έναν τόσο μεγάλο χώρο κάτω από τη σέλα του, ώστε να χωρέσει ένα full face κι ένα jet κράνος, ενώ διαθέτει και συμπληρωματικό αποθηκευτικό χώρο με το ντουλαπάκι κάτω από το τιμόνι. Μπορεί η ποδιά του να μην διαθέτει επίπεδο πάτωμα, όπως για παράδειγμα το ανταγωνιστικό SH της Honda, το οποίο βολεύει στην μεταφορά μικρών σακιδίων και στο να τοποθετηθούν σακούλες, αλλά με την μεγάλη απόσταση μεταξύ τιμονιού και κεντρικού τούνελ αντισταθμίζει σε ύψος τον χώρο που χάνει σε πλάτος.

Από τους μεγαλύτερους αποθηκευτικούς χώρους κάτω από τη σέλα, ο οποίος χωράει άνετα ένα full face κράνος κι ένα μικρό σακίδιο ή ένα δεύτερο jet κράνος

 

Η θέση οδήγησης μεταφέρει κι αυτή μια αίσθηση άνεσης και εργονομικής μελέτης, τοποθετώντας τον αναβάτη σχετικά χαμηλά, ενισχύοντας έτσι και το αίσθημα της ασφάλειας ακόμη και σε μεγάλες κλίσεις με μικρές ταχύτητες. Το μερίδιο της άνεσης είναι αντίστοιχο και για τον συνεπιβάτη, ο οποίος απολαμβάνει μια φαρδιά και ευρύχωρη σέλα με μπόλικο αφρώδες, με καλή στήριξη από τις χειρολαβές, ενώ η ύπαρξή του επηρεάζει ελάχιστα την ισορροπία και την ευελιξία του Beverly, προσθέτοντας πόντους στην οδική του συμπεριφορά.
Σε ό,τι αφορά τα φρένα του, το Beverly δεν διαθέτει το δυνατό αρχικό δάγκωμα και τη δύναμη που πλέον έχει γίνει κοινός τόπος ακόμη και σε αυτή την κατηγορία των scooter, αλλά διαθέτουν πολύ καλή αίσθηση με σωστή πληροφόρηση για το πότε επέρχεται το μπλοκάρισμα.

Το στιλ, η πολυτέλεια και η πρακτικότητα συνδυάζονται εξαιρετικά με την συμπεριφορά και την άνεση

Σίγουρα, το ιταλικό scooter σε σχέση με τον ανταγωνισμό της κατηγορίας δεν βρίσκεται στην κορυφή όλων των επί μέρους χαρακτηριστικών, αλλά παρόλα αυτά έχει καταφέρει να θεωρείται σημείο αναφοράς γιατί τις κορυφές που έχει κατακτήσει, τις έχει κατακτήσει με εντυπωσιακό τρόπο. Το στιλ, η πολυτέλεια και η πρακτικότητα συνδυάζονται εξαιρετικά με την συμπεριφορά και την άνεση, σε ένα πακέτο που ακόμη και σήμερα αποτελεί μια πρώτης τάξεως επιλογή.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος με 4Β/Κ me 1EEK
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 75 x 63
Κυβικά (cc): 278
Σχέση συμπίεσης: 11:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής:  1 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Αυτόματος φυγοκεντρικός
Τελική μετάδοση: Ιμάντας

ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, διπλό σωληνωτό
Μεταξόνιο (mm): 1.535
Ύψος σέλας (mm): 790
Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 171
Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 179,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 12,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Tηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm):  95
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Δύο αμορτισέρ
Διαδρομή τροχού(mm): 81
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου σε 4 θέσεις

ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 300mm με δαγκάνα δύο εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 240mm με δαγκάνα δύο εμβόλων

ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 110/70-16
Πίσω
Ελαστικό: 140/70-14

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ


Αναλογικές ενδείξεις για ταχύμετρο, στάθμη καυσίμου, θερμοκρασία κινητήρα, οθόνη LCD με ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή/ρολόι, λυχνίες για φλας/πίεση λαδιού/μεγάλη σκάλα φώτων, σχάρα, φωτισμός αποθηκευτικού χώρου

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): -
Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 2,3/6.000

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 5,32
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 235

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 24%, €)
Έμβολο πλήρες: 68,55
Στρόφαλος - Μπιέλα:  252,42
Τελικό εξάτμισης: 378,23
Εμπρός φτερό (βαμμένο):  29,20 (62,22)
Εμπρός τροχός: 67,84
Προβολέας: 62,18
Μανέτα φρένου: 6,77
Σέλα αναβάτη: 111,35
Πλαίσιο: 320,00

Οι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Δεκέμβριο του 2016

Ετικέτες