Honda VFR 800 V-TEC 2006

Από το

Μαύρο Σκύλο

23/8/2010

Δεν είναι μόνο η έλευση του VFR 1200 που φέρνει ξανά στο επίκεντρο της συζήτησης τους V4. Η διάταξη αυτή κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος τον τελευταίο καιρό, τη βλέπουμε σε superbike, την περιμένουμε σε on/off, όμως αυτός που την ανέδειξε είναι ακόμα παρόν. Το VFR 800 συνεχίζει την μοναχική πορεία του χωρίς άμεσο ανταγωνιστή.
[blockquote]Ναι...
Γιατί είναι μια μοναδική μοτοσυκλέτα πλούσια σε τεχνολογικές λύσεις και ταυτόχρονα αξιόπιστη
Όχι...
Για την μέτρια επίδοση της στην οδήγηση στο όριο και την υψηλή τιμή αγοράς που διατηρεί
Γιατί...
Είναι μια μοτοσυκλέτα που τα κάνει όλα ικανοποιητικά χωρίς να είναι αλλά ούτε και να δείχνει ξεπερασμένη
ΤΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΞΕΤΕ
Το πρόβλημα των VFR όπως μας είπαν και στα συνεργεία, ήταν ότι δεν βγάζαν προβλήματα. Είναι από τις μοτοσυκλέτες που μισούν οι μηχανικοί γιατί δεν συνεισφέρουν στον τζίρο τους, ωστόσο έχουν ακουστεί μεμονωμένα προβλήματα από ιδιοκτήτες. Στις περισσότερες περιπτώσεις το πρόβλημα ήταν η ελλιπής συντήρηση. Η Honda δίνει για τον V4 του VFR 12.000 χιλιόμετρα για αλλαγή λαδιών και τα περισσότερα συνεργεία πρότειναν μικρότερα διαστήματα σε περίπτωση καθημερινής χρήσης. Αν η μοτοσυκλέτα δεν έχει πέσει ρωτήστε για τα διαστήματα συντήρησης και αν σας πουν λιγότερο από 12.000 χιλιόμετρα είστε σε καλό δρόμο, οι πιο σκληροπυρηνικοί άλλαζαν λάδια κάθε 6.000. Ένας έμπειρος μηχανικός μπορεί να καταλάβει από τον ήχο του V4 αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα καθώς πρόκειται για μια ιδιαίτερη χροιά που ξεχωρίζει και μένει στη μνήμη.[/blockquote]
Ακόμα και πριν την πρώτη ριζική αλλαγή του 2002, το VFR δεν είχε ουσιαστικούς ανταγωνιστές. Ο κυβισμός του δεν ήταν ο πραγματικός λόγος, ο τετρακύλινδρος σε διάταξη V και η τεχνολογία που έχει το έκαναν να βρίσκεται σε μια κατηγορία που μπορεί να παρουσιάζει αλληλοτομίες με άλλες κατηγορίες, αλλά είναι ουσιαστικά μοναδική. Με την έλευση του VFR 1200 αυτή η μυστήρια κατηγορία απέκτησε και όνομα βάζοντας τέλος στους γρίφους μερικών δεκαετιών, από το 1986 δηλαδή που βγήκε στην παραγωγή με χωρητικότητα 750 κυβικών. Η Road Sport είναι αυτό που ζητούν όσοι θέλουν να πηγαίνουν γρήγορα σε οποιοδήποτε δρόμο με οσοδήποτε φορτίο χωρίς να πρέπει να περιορίζονται σε ιδανικές και ειδικές συνθήκες. Για αυτή τη χρήση το VFR ήταν η μοναδική και η καλύτερη πρόταση μέχρι που ήρθε βέβαια το 1200. Ο κινητήρας, που για το 2006 απλώς απέκτησε νέο χρονισμό στο σύστημα βαλβίδων V-TEC και συμμορφώθηκε με τους Euro III κανονισμούς, είχε αποδείξει την αξιοπιστία του και αυτό που χρειαζόταν ήταν ομαλότερη μετάβαση από τη λειτουργία με δύο βαλβίδες σε αυτή με τέσσερις. Το πλεονέκτημα του V-TEC είναι ότι υπάρχει αρκετή δύναμη χαμηλά χωρίς να θυσιάζεται η απόκριση ψηλά και όλο αυτό γίνεται κρατώντας την κατανάλωση σε λογικά επίπεδα. Μέχρι τις 6.800 στροφές που είναι ρυθμισμένο το V-TEC να μπαίνει σε λειτουργία ανοίγουν μόνο οι δύο βαλβίδες και ο τετρακύλινδρος V-90ο κινητήρας ανεβάζει σβέλτα και γραμμικά χωρίς κομπιάσματα ακόμα και από τις 2.000 στροφές. Μπορείς έτσι να φτάσεις ακόμα και τα 160 χιλιόμετρα στο κοντέρ, με έκτη, διατηρώντας δηλαδή υψηλές ταχύτητες ταξιδιού χωρίς να θέσεις σε λειτουργία το σύστημα. Ξεπερνώντας το όριο των στροφών η κατανάλωση θα ανέβει ακόμα και μέχρι 40% παραπάνω όμως ο αναβάτης θα νιώσει μια έντονη επιτάχυνση αφού θα "ξυπνήσουν" 15 άλογα που έπαιρναν έναν υπνάκο ξεκούρασης. Οι δύο επιπλέον βαλβίδες που ανοίγουν ανά κύλινδρο μεταμορφώνουν τη μοτοσυκλέτα κυριολεκτικά. Διατηρώντας τα ίδια επίπεδα άνεσης και ευελιξίας το φρένο του κινητήρα γίνεται μικρότερο, η αδράνεια στο εσωτερικό της στροφής μειώνεται και ο ήχος γίνεται αμέτρητες φορές καλύτερος και πιο μπάσος. Η τεχνολογική υπεροχή του VFR αντανακλάται και στο σύστημα συνδυασμένων φρένων CBS που η Honda έχει στην γκάμα της πολλά χρόνια και η εξέλιξη του έχει κατά πολύ ξεπεράσει το πρώιμο στάδιο. Στην περίπτωση του VFR του 2006, το σύστημα ήταν ήδη στην τρίτη γενιά και η λειτουργία του αν και απροβλημάτιστη χρειάζεται κάποιο χρόνο για να τη συνηθίσει ο αναβάτης. Αυτό που απαιτεί τον επαναπρογραμματισμό σε όσα ξέρει ο αναβάτης είναι ότι το πίσω φρένο ενεργοποιεί και το εμπρός αρκετά δυνατά οπότε σε απότομα φρεναρίσματα και σε κλίση χρειάζεται προσοχή. Έτσι και αλλιώς το VFR δεν είναι η μοτοσυκλέτα που την αγοράζει κάποιος για να ντριφτάρει σε κάθε στροφή, η οδήγηση στο όριο δεν είναι το καλύτερό της, εκτός και αν μιλάμε για όρια αντοχής, αφού το VFR είναι σε θέση να καταπίνει χιλιόμετρα για ώρες. Στο ταξίδι οι αναρτήσεις κάνουν εξαιρετική δουλειά ενώ ταυτόχρονα είναι αρκετά σκληρές για γρήγορη οδήγηση και το πλαίσιο μπορεί να μην είναι αρκετά άκαμπτο αλλά σε καμία περίπτωση δεν παρουσιάζει τρομακτική ενδοτικότητα. Για αυτή τη χρήση, αλλά και για κάθε μέρα, η θέση οδήγησης είναι από τις ιδανικές και όπως στα περισσότερα Honda οι περισσότεροι αναβάτες βολεύονται ανεξαρτήτως ύψους. Τα κλιπόν βρίσκονται ψηλά και τα μαρσπιέ σε κάτι ενδιάμεσο σε sport και touring, sport-touring δηλαδή που είναι και η κατηγορία που η Honda ταξινομούσε το VFR πριν ανακαλύψει τη Road Sport. Η τεχνολογική υπεροχή του VFR τόσο με το V-TEC, όσο και με το CBS και τον κινητήρα V4 είναι αναμφίβολη, ωστόσο ακόμα και έτσι μιλάμε για συστήματα που υπήρχαν στη Honda τόσο στα αυτοκίνητα όσο και σε προηγούμενα μοντέλα μοτοσυκλετών με την εξέλιξη τους να έχει αποσβεστεί, οπότε η τιμή του κρίνεται αρκετά υψηλή. Δικαιολογείται μόνο από τη μοναδικότητα που του χαρίζει ο V4 και την αποδεδειγμένη αξιοπιστία για την οποία φημίζεται. Με δεδομένη την ανανέωση που ακολουθούσε κάθε τέσσερα χρόνια, το VFR του 2006 έχει ήδη ξεπεράσει το όριο αυτό. Ίσως η Honda περίμενε την έλευση του 1200 για να προχωρήσει σε μια ριζική ανανέωση στο 800. Να περιμένουμε άραγε και μικρότερο Road Sport;



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, τετρακύλινδρος, V 90 μοιρών υγρόψυκτος 2EEK/4 βαλβίδες με σύστημα V-TEC
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 72 x 48
Κυβικά (cc): 781,7
Σχέση συμπίεσης: 11,6:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη : Υγρός πολύδισκος, υδραυλική οδήγηση
Tελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια (40/15)


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο δύο δοκών
Γωνία κάστερ (o): 25,5
Ίχνος (mm): 95
Μεταξόνιο (mm): 1.460
Ύψος σέλας (mm): 805
Βάρος πραγματικό κενή / γεμάτη (kg): 228,5 / 245,9
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 22
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Showa
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 109
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων
Πίσω: ένα αμορτισέρ Showa, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 296mm, δαγκάνες Nissin, CBS
Πίσω: Δίσκος 256mm, δαγκάνα Nissin, CBS
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: Χυτή αλουμινένια, 3,5 x 17
Πίσω
Ελαστικό: 180/55-17
Ζάντα: Χυτή αλουμινένια, 5,5 x 17
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
LCD οθόνη με στροφόμετρο / ταχύμετρο / ολικό – μερικούς χιλιομετρητές / στάθμη καυσίμου / ρολόι / θερμοκρασία ψυκτικού – περιβάλλοντος / διάγνωσης κινητήρα / κεντρικό σταντ, immobilizer(H.I.S.S.)
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 107/10.500
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 8,15/8.750
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 95,1/10.400
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 7,4/8.900
Απόλυτη γραμμικότητα μέχρι το άνοιγμα του συστήματος V-TEC ακριβώς στις 6.800. Εκεί παρουσιάζει ένα μεγάλο σκαλοπάτι 15 περίπου ίππων καθώς η ενεργοποίηση των δύο βαλβίδων ανά κύλινδρο που ήταν κλειστές εκτοξεύουν την απόδοση. Η ισορροπία επανέρχεται σύντομα, από τις 7.300 στροφές περίπου, όπου και πάλι ο κινητήρας παρουσιάζει εκπληκτική γραμμικότητα μέχρι τις 9.000 στροφές ανεβάζοντας μετά πιο ομαλά μέχρι της 10.400. Ομαλή και η ροπή μέχρι την ενεργοποίηση του V-TEC όπου ξεσπά στέλνοντας μια κλωτσιά στον πίσω τροχό.
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 12,1
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 266

Piaggio Beverly 300 (2010-2015)

Χτίζοντας αξίες
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

5/1/2017

Σημείο αναφοράς σε μια από τις πιο "hot" κατηγορίες της ελληνικής αγοράς. Το Beverly 300 δημιούργησε ένα βαρύ όνομα, σε μια εποχή που αυτό δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα του κόσμου

Το Beverly είναι ένα όνομα που μέχρι και σήμερα αποτελεί ένα από τα "βαριά χαρτιά" της αγοράς, ένα σκούτερ που είναι συνώνυμο με την επιτομή του στιλ και της πρακτικότητας ταυτόχρονα. Οι αλλαγές και οι αναβαθμίσεις του μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια είναι σχετικά λίγες και απόλυτα στοχευμένες. Η νέα γενιά έχει αποκτήσει τα ηλεκτρονικά βοηθήματα (traction control και ABS) που το ωθούν σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα, ενώ είναι από τις λίγες εκείνες περιπτώσεις που ακόμη και οι προηγούμενες γενιές ενός μοντέλου εξακολουθούν να "παίζουν" δυνατά όσο και όταν πρωτοπαρουσιάστηκαν.

Χλιδή και άνεση για την αφράτη σέλα του Beverly, τόσο για τον αναβάτη όσο και για τον συνεπιβάτη

 

Αυτό δεν είναι τυχαίο, ούτε οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο επιτυχημένο marketing της ιταλικής φίρμας. Οφείλεται καθαρά και μόνο σ' αυτά που προσφέρει και αντιπροσωπεύει το Beverly.
Κατ' αρχήν από την σχεδίασή του και μόνο, αντιλαμβάνεται κανείς ότι είναι ένα σκούτερ που θέλει να προσφέρει όσα περισσότερα μπορεί. Λεπτομέρειες όπως το ότι το κουμπί για να αλλάζουν οι ενδείξεις στην ψηφιακή οθόνη βρίσκεται στα χειριστήρια ή το κουμπί για να ανοίγει ηλεκτρικά η σέλα (για την οποία υπάρχει και μοχλός μέσα στο ντουλαπάκι), επιβεβαιώνουν ότι η χλιδή είναι μέρος της φιλοσοφίας του Beverly κι όχι απλά μια προσπάθεια εντυπωσιασμού.
Ο κινητήρας του δεν διεκδικεί δάφνες για τις επιδόσεις, ειδικά από τη στιγμή που βρίσκεται πίσω από σχεδόν το σύνολο του ανταγωνισμού, αλλά σίγουρα είναι ένας από τους απολαυστικότερους κινητήρες για κίνηση είτε σε αργούς ρυθμούς είτε σε πιο σβέλτη οδήγηση. Η μετάδοσή του είναι σχετικά μακριά και το πατινάρισμα του φυγοκεντρικού είναι μελετημένο έτσι ώστε ποτέ να μην συμβαίνει τίποτε απότομο στο Beverly.
Αυτή η απόδοση συνδυάζεται και με αξιομνημόνευτη αίσθηση σιγουριάς στις στροφές που προσφέρει το πακέτο του πλαισίου, των αναρτήσεων και του μακριού σχετικά μεταξονίου του ιταλικού σκούτερ, μια αίσθηση που δυσκολεύονται να την φτάσουν ακόμη και σκούτερ με πολύ πιο σπορ προσανατολισμό στο στήσιμό τους. Μόνο σε ταχύτητες κοντά στην τελική του, παρουσιάζει ένα μικρό ποσοστό του φαινομένου πλεύσης, προφανώς λόγω της ενδοτικής λειτουργίας των αναρτήσεων, χωρίς όμως να φτάνει στα όρια του ανησυχητικού.
Το μεγάλο προσόν όμως του Beverly είναι η χρηστικότητα και η άνεση που προσφέρει. Είναι το μοναδικό scooter της γενιάς του (των scooter δηλαδή της προηγούμενης πενταετίας) που διαθέτει έναν τόσο μεγάλο χώρο κάτω από τη σέλα του, ώστε να χωρέσει ένα full face κι ένα jet κράνος, ενώ διαθέτει και συμπληρωματικό αποθηκευτικό χώρο με το ντουλαπάκι κάτω από το τιμόνι. Μπορεί η ποδιά του να μην διαθέτει επίπεδο πάτωμα, όπως για παράδειγμα το ανταγωνιστικό SH της Honda, το οποίο βολεύει στην μεταφορά μικρών σακιδίων και στο να τοποθετηθούν σακούλες, αλλά με την μεγάλη απόσταση μεταξύ τιμονιού και κεντρικού τούνελ αντισταθμίζει σε ύψος τον χώρο που χάνει σε πλάτος.

Από τους μεγαλύτερους αποθηκευτικούς χώρους κάτω από τη σέλα, ο οποίος χωράει άνετα ένα full face κράνος κι ένα μικρό σακίδιο ή ένα δεύτερο jet κράνος

 

Η θέση οδήγησης μεταφέρει κι αυτή μια αίσθηση άνεσης και εργονομικής μελέτης, τοποθετώντας τον αναβάτη σχετικά χαμηλά, ενισχύοντας έτσι και το αίσθημα της ασφάλειας ακόμη και σε μεγάλες κλίσεις με μικρές ταχύτητες. Το μερίδιο της άνεσης είναι αντίστοιχο και για τον συνεπιβάτη, ο οποίος απολαμβάνει μια φαρδιά και ευρύχωρη σέλα με μπόλικο αφρώδες, με καλή στήριξη από τις χειρολαβές, ενώ η ύπαρξή του επηρεάζει ελάχιστα την ισορροπία και την ευελιξία του Beverly, προσθέτοντας πόντους στην οδική του συμπεριφορά.
Σε ό,τι αφορά τα φρένα του, το Beverly δεν διαθέτει το δυνατό αρχικό δάγκωμα και τη δύναμη που πλέον έχει γίνει κοινός τόπος ακόμη και σε αυτή την κατηγορία των scooter, αλλά διαθέτουν πολύ καλή αίσθηση με σωστή πληροφόρηση για το πότε επέρχεται το μπλοκάρισμα.

Το στιλ, η πολυτέλεια και η πρακτικότητα συνδυάζονται εξαιρετικά με την συμπεριφορά και την άνεση

Σίγουρα, το ιταλικό scooter σε σχέση με τον ανταγωνισμό της κατηγορίας δεν βρίσκεται στην κορυφή όλων των επί μέρους χαρακτηριστικών, αλλά παρόλα αυτά έχει καταφέρει να θεωρείται σημείο αναφοράς γιατί τις κορυφές που έχει κατακτήσει, τις έχει κατακτήσει με εντυπωσιακό τρόπο. Το στιλ, η πολυτέλεια και η πρακτικότητα συνδυάζονται εξαιρετικά με την συμπεριφορά και την άνεση, σε ένα πακέτο που ακόμη και σήμερα αποτελεί μια πρώτης τάξεως επιλογή.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος με 4Β/Κ me 1EEK
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 75 x 63
Κυβικά (cc): 278
Σχέση συμπίεσης: 11:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής:  1 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Αυτόματος φυγοκεντρικός
Τελική μετάδοση: Ιμάντας

ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, διπλό σωληνωτό
Μεταξόνιο (mm): 1.535
Ύψος σέλας (mm): 790
Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 171
Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 179,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 12,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Tηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm):  95
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Δύο αμορτισέρ
Διαδρομή τροχού(mm): 81
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου σε 4 θέσεις

ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 300mm με δαγκάνα δύο εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 240mm με δαγκάνα δύο εμβόλων

ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 110/70-16
Πίσω
Ελαστικό: 140/70-14

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ


Αναλογικές ενδείξεις για ταχύμετρο, στάθμη καυσίμου, θερμοκρασία κινητήρα, οθόνη LCD με ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή/ρολόι, λυχνίες για φλας/πίεση λαδιού/μεγάλη σκάλα φώτων, σχάρα, φωτισμός αποθηκευτικού χώρου

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): -
Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 2,3/6.000

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 5,32
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 235

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 24%, €)
Έμβολο πλήρες: 68,55
Στρόφαλος - Μπιέλα:  252,42
Τελικό εξάτμισης: 378,23
Εμπρός φτερό (βαμμένο):  29,20 (62,22)
Εμπρός τροχός: 67,84
Προβολέας: 62,18
Μανέτα φρένου: 6,77
Σέλα αναβάτη: 111,35
Πλαίσιο: 320,00

Οι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Δεκέμβριο του 2016

Ετικέτες