Honda CBR 1000RR Fireblade 2004 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

24/8/2010

Χρειάζεται ένα ουσιωδώς κοφτερό μυαλό για να καταφέρει να καταλήξει σε μια θεωρεία που να επαληθεύεται πάντα και ένας εξίσου ικανός μηχανικός για να σχεδιάσει μια superbike που οδηγείται γρήγορα απ’ όλους. Οι Ιάπωνες συναντούν τον Ευκλείδη και γεννιέται η πρώτη CBR 1000RR Fireblade!
[blockquote]ναι...
Για την γραμμική απόδοση του δυνατού κινητήρα.
Για τη φιλικότητά του στην καθημερινή μετακίνηση.
Γιατί εξακολουθεί να είναι σύγχρονο.
όχι....
Αν είστε ο τύπος που δεν σηκώνει από πολλά λόγια, δεν θέλετε φίλους και έχετε την απόλυτη πεποίθηση ότι είστε καλύτερος από πολλούς άλλους. Με άλλα λόγια ψάχνετε την απόλυτη λύση...
γιατί...
Γιατί θέλετε ένα superbike που μπορεί να έχει θέση για κλειδαριά και κινείται με ευκολία ανάμεσα στα αυτοκίνητα, αλλά δεν υστερεί στην πίστα και στην γρήγορη οδήγηση. Αν αλλάζετε από μικρότερη κατηγορία, τότε αυτή είναι μια από τις φιλικότερες μεταχειρισμένες που θα σας εισάγουν στα 1000 κυβικά με ασφάλεια.              
Τι πρέπει να προσέξετε
Είναι σημαντικό να ψάξετε για τυχόν πτώσεις, που επιμελώς προσπάθησε να κρύψει ο προηγούμενος ιδιοκτήτης. Χωρίς γενικευμένα μηχανικά προβλήματα και με τον κινητήρα να αντέχει σε μακρές περιόδους ανάμεσα στα service, αυτό που θα πρέπει να σας απασχολήσει περισσότερο είναι η χρήση που του επιφύλαξε ο προηγούμενος ιδιοκτήτης. Αν υπάρχουν εξαρτήματα aftermarket ρωτήστε να μάθετε που έγινε η εργασία και αν είστε κοντά στην απόφαση επισκεφτείτε ένα δυναμόμετρο, η αλήθεια θα φανεί κατευθείαν.[/blockquote]
Μετά την CBR 954RR του 2002 ήρθε επιτέλους το πλήρωμα του χρόνου για να ανέβει ο κυβισμός στα επίπεδα του ανταγωνισμού. Μέχρι τότε μπορεί οι superbike της Honda να μην υπολείπονταν σε δυνατότητες, αλλά τους έλειπε αυτό το μαγικό νούμερο στο αυτοκόλλητο της ουράς που περισσότερο μετρά στο νευρικό σύστημα του αναβάτη, παρά στο εύρος αξιοποιήσιμης ισχύος που παρέχει το δεξί γκριπ. Αυτό όμως που έμεινε ίδιο, και για άλλη μια φορά επιβεβαίωσε το μύθο της Honda, είναι η απαράμιλλη φιλικότητα και ο γραμμικός τρόπος λειτουργίας. Μπορεί τα κυβικά να έφτασαν τα 1000, αλλά αυτό ήταν και το μοναδικό βήμα που ακολουθούσε τον ανταγωνισμό. Το πλαίσιο, αν και εντελώς νέας σχεδίασης, παράμεινε γύρω από τον κινητήρα χρησιμοποιώντας τον ως ενεργό τμήμα του και όχι πάνω από αυτόν, όπως προέτασσε η μόδα. Το μειονέκτημα ήταν να ανεβαίνει το πλάτος στα 720 χιλιοστά, που μπορεί να μην ήταν το μεγαλύτερο σε superbike, αλλά ήταν πάνω από όλες τις υπόλοιπες τετρακύλινδρες. Βέβαια, η επιλογή αυτή της Honda δεν έγινε απλώς για να διαφοροποιηθεί από τους υπόλοιπους, αλλά γιατί ήταν μια καλά δοκιμασμένη λύση που είχε αποδείξει τα πλεονεκτήματα της χρήσης της στην RCV. Στην πράξη η αναδιάταξη του κινητήρα των 998 κυβικών και των αξόνων του κιβωτίου επέτρεψε να μειωθεί το μήκος του και έτσι να τοποθετηθεί μακρύτερο ψαλίδι τύπου Unit Pro Link, όπως και στην CBR 600RR που φυσικά το είχε “κλέψει” από την RC211V. Αυτή η νέα γεωμετρία έφερε το σώμα του αναβάτη πιο κοντά στον εμπρός τροχό, τα κλιπόν χαμηλότερα και τα μαρσπιέ ελάχιστα ψηλότερα αλλάζοντας τη θέση οδήγησης, διατηρώντας όμως τα επίπεδα άνεσης. Κάπως έτσι γίνεται κατανοητό ότι η ευκλείδειος γεωμετρία έχει μεταφραστεί αλάνθαστα στα Ιαπωνικά και μελετηθεί πλήρως από τον Kunitaka Hara, υπεύθυνο σχεδιασμού του πρώτου Fireblade του ενός λίτρου. Στη σέλα του βολεύονται οι περισσότεροι αναβάτες ανεξαρτήτως ύψους και μπορεί τα πόδια να ανοίγουν λίγο περισσότερο από το σύνηθες, αλλά καταφέρνει να συμπεριφέρεται ως ενιαίο σύνολο σε οποιαδήποτε κλίση αδιαφορώντας για τη θέση του γκαζιού. Αυτό ήταν το επόμενο και πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του CBR 1000RR, η απόλυτη γραμμικότητα. Με απόδοση 172 ίππων ο τετρακύλινδρος κινητήρας των 75 x 56,5mm έχει σίγουρα δύναμη και μάλιστα αρκετή. Την κρύβει όμως επιμελώς, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, που όποιος το οδήγησε για πρώτη φορά ορκιζόταν ότι δεν ξεπερνά με τίποτα τους 150 ίππους. Σωστά μοιρασμένη η δύναμη δεν λείπει πουθενά, ούτε και μετά τις 10.000 στροφές, αφού η μέγιστη απόδοση έρχεται στις 11.250 και συνεχίζει να βρίσκεται πολύ κοντά σε αυτό το νούμερο μέχρι τις 12.000. Οδηγώντας την καθημερινά -και μόνο τότε- καταλαβαίνεις τα πλεονεκτήματα από την έλλειψη έκρηξης στο γκάζι. Αδιαφορείς για την επιλεγμένη σχέση στο ακριβές κιβώτιο, αφού μπορείς να βρίσκεσαι πάντα μια ταχύτητα πάνω και εμπιστεύεσαι πλήρως την πληροφόρηση που σου δίνει το ανεστραμμένο πιρούνι των 43 χιλιοστών. Η σταθερότητα του CBR1000RR στις υψηλές ταχύτητες, τόσο στην ευθεία όσο και μέσα στη στροφή, δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της καλής λειτουργίας του πιρουνιού και της πιο αργής γεωμετρίας. Τη διαφορά κάνει το ηλεκτρονικά ελεγχόμενο σταμπιλιζατέρ, το HESD (Honda Electronic Steering Damper). Χωρίς να μπορεί να μιλήσει κανείς για καινοτομία, αφού τα περιστροφικά σταμπιλιζατέρ βρισκόταν ήδη στο εμπόριο, η εφαρμογή της Honda έκανε τη διαφορά μεταβιβάζοντας τον έλεγχο στην κεντρική μονάδα. Η ECU παίρνοντας τα δεδομένα ταχύτητας και επιτάχυνσης, από τους αισθητήρες αποφασίζει το μέγεθος της απόσβεσης μέσω ενός χάρτη τριών αξόνων. Αυτό σημαίνει ότι σε συνθήκες πόλης ή στο παρκάρισμα το τιμόνι του Fireblade δεν γίνεται βαρύ και δύσκολο στην περιστροφή. Χωρίς να υπάρχει το εξαίσιο σύστημα C-ABS που ήρθε το 2008, τα φρένα του προηγούμενου CBR 1000RR μπορεί από μόνα τους να μην αποτελούν είδηση για το χώρο της μοτοσυκλέτας, αλλά σίγουρα έχουν πολλά να πουν. Οι δύο δίσκοι των 310mm μπροστά με τις δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων και ο μονός 220mm πίσω, έχουν όση δύναμη χρειάζονται για να τιθασεύσουν, όχι μόνο την προίκα των 172 ίππων του εργοστασίου αλλά και όση περισσότερη του έχει δώσει ο ενθουσιώδης ιδιοκτήτης με προϊόντα aftermarket. Το CBR 1000RR έχει αποδείξει ότι ήταν μια πολύ καλή “πλατφόρμα” πειραματισμών με την ιπποδύναμη του κινητήρα, καθώς δεν αντιδρούσε με προβλήματα στην οποιαδήποτε αύξηση. “Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτής της μοτοσυκλέτας ήταν ότι δεν χαλούσε... και μας χάλασε τη δουλειά” είναι το παράπονο των μηχανικών. Πράγματι, τα περισσότερα Fireblade που έμειναν καιρό στα συνεργεία ήταν γιατί είχαν έρθει σε σκληρή επαφή με την άσφαλτο και όχι για μηχανικά προβλήματα. Αυτό είναι και το πρώτο που πρέπει να προσέξει ο μελλοντικός ιδιοκτήτης ενός μεταχειρισμένου CBR 1000RR, αν έχει πέσει. Από εκεί και πέρα προβλήματα έχουν ακουστεί μόνο από αποτυχημένες προσπάθειες επέμβασης, όπως αλλαγμένο φιλτροκούτι και βαλβίδες. Το Ram Air μπορούσε να δώσει μέχρι και πέντε παραπάνω ίππους και η λειτουργία του είχε σχεδιαστεί με ευλάβεια από τη Honda, οπότε αν η μοτοσυκλέτα που θέλετε να αγοράσετε έχει οποιαδήποτε παρέμβαση βεβαιωθείτε ότι έχει γίνει σε συνεργείο που ήξερε καλά τι έκανε. Μια από τις λίγες μεταχειρισμένες superbike που μπορεί επάξια να ανταγωνιστεί μεταγενέστερες μοτοσυκλέτες, το CBR 1000RR δεν έχει τίποτα να ζηλέψει και μπορεί να σας προσφέρει τα ίδια επίπεδα συγκίνησης σε ένα οικονομικότερο πακέτο. Με ρύθμιση βαλβίδων στις 24.000 χιλιόμετρα και αλλαγή λαδιού κάθε 12.000 κοστίζει λίγα για να το αποκτήσετε και ακόμα πιο λίγα για να το συντηρήσετε. Μήπως ήρθε η ώρα για superbike;


ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος εν σειρά με 2 ΕΕΚ και 4 Β/Κ
Διάμετρος x Διαδρομή (mm): 75 x 56,5
Χωρητικότητα (cc): 998
Σχέση συμπίεσης: 11,9:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Ψεκασμός με διπλές πεταλούδες και δύο σειρές ψεκαστήρων
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2 σε 1 με τριοδικό καταλύτη
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος με υδραυλική οδήγηση
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,500


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αλουμινένιο ασύμμετρο ψαλίδι, αλουμινένιο αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Βάρος κενή (kg): 179
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l): 18 / 3,5


ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 120
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω
Τύπος: Unit Pro Link με ένα αμορτισέρ με ενσωματωμένο δοχείο αζώτου
Διαδρομή (mm): 135
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 310mm, δαγκάνες Tokico τεσσάρων εμβόλων με ακτινική στήριξη, ακτινική αντλία Nissin
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα Nissin ενός εμβόλου με γλίστρα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Τρίμπρατση αλουμινίου 3,50 x 17
Ελαστικό / διάσταση: Pirelli Diablo Corsa / 120/70 ZR17
Πίσω
Ζάντα: Τρίμπρατση αλουμινίου 6,00 x 17
Ελαστικό / διάσταση: Pirelli Diablo Corsa / 190/50 ZR17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ Αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακές ενδείξεις για ταχύμετρο / μερικό και δύο ολικούς χιλιομετρητές, θερμοκρασία ψυκτικού / ρολόι, ρυθμιζόμενη ενδεικτική λυχνία αλλαγής ταχυτήτων / μεγάλη σκάλα / φλας / νεκρά, HISS, HESD, θέση για μεταφορά "πετάλου"


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ


Ισχύς εργοστασίου (hp/rpm): 172 / 11.250
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 11,7 / 8.500




ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (km/l)
Μέση: 11,17


ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 201

Honda Integra 2012 -2014

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

29/8/2015

Εξαιρετική περίπτωση

Το Integra της Honda απoτελεί μια εξαιρετική και ξεχωριστή περίπτωση ανάμεσα σε όλα τα μοντέλα που παράγονται, όχι μόνο της Honda αλλά και όλων των κατασκευαστών. Οι λόγοι γι' αυτόν τον χαρακτηρισμό είναι αρκετοί, αλλά ο κυριότερος είναι το ότι πρόκειται για μια καμουφλαρισμένη μοτοσυκλέτα

Όταν αντικρίζεις για πρώτη φορά το Integra αποκλείεται να το κατατάξεις στις μοτοσυκλέτες. Πρέπει να είναι εκπαιδευμένο το μάτι για να σταθεί στο πίσω μέρος, όπου υπάρχει ένα κανονικό ψαλίδι και η αλυσίδα της τελικής μετάδοσης, για να συνειδητοποιήσεις ότι κάτι διαφορετικό έχεις μπροστά σου, αλλιώτικο από τα συμβατικά scooter. Ακόμη και όταν ανέβεις πάνω του, όλα δείχνουν ότι βρίσκεσαι στο περιβάλλον ενός scooter με ένα κεντρικό τούνελ ανάμεσα στα πόδια σου, την ψηλή ζελατίνα και το πλατύ φαίρινγκ για να διώχνει μακριά τον αέρα και το νερό της βροχής. Μπορεί το περιβάλλον και η θέση οδήγησης να θυμίζει έντονα scooter αλλά είναι ένα φαινόμενο απατηλό. Tα πλαστικά του κρύβουν από κάτω τους μια κανονική μοτοσυκλέτα, όσον αφορά την κατασκευή και την χωροταξία. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι το Integra είναι το τρίτο μοντέλο της Honda που προήλθε από την κοινή πλατφόρμα των NC. Σε αυτήν χρησιμοποιήθηκε ένας ολοκαίνουργιος δικύλινδρος κινητήρας με την έντονη κλίση των 62o για το μπλοκ των κυλίνδρων προς τα εμπρός, αποτελώντας ενεργό μέρος του ατσάλινου σωληνωτού πλαισίου. Το ρεζερβουάρ είναι τοποθετημένο κάτω από την σέλα και αυτή την αρχιτεκτονική μοιράστηκαν και τα τρία μοντέλα, ΝC700X, ΝC700S και το Integra. O δικύλινδρος κινητήρας όμως αποτελεί από μόνος του ένα νέο κεφάλαιο στην κατασκευή των σύγχρονων μοτοσυκλετών. Με την σχεδίασή του η Honda απάντησε στο ζήτημα που αφορά στην μείωση της κατανάλωσης, σχεδιάζοντάς τον με κανόνες που είδαμε πρώτη φορά συγκεντρωμένους σε κινητήρα μοτοσυκλέτας. Υποτετράγωνες διαστάσεις, χαμηλό όριο περιστροφής, ψεκασμός με έναν αυλό και για τους δυο κυλίνδρους, λεπτομερής φροντίδα για την μείωση των απωλειών στο εσωτερικό του κινητήρα. Σε πρακτικό επίπεδο είδαμε ότι είναι εφικτό να έχουμε μοτοσυκλέτες μεσαίου κυβισμού, στην περίπτωσή μας 670 κυβικών, που καταναλώνουν γύρω στα τέσσερα λίτρα βενζίνης για κάθε εκατό χιλιόμετρα, όσο καίνε δηλαδή οι μοτοσυκλέτες με μονοκύλινδρους κινητήρες 250 κυβικών. Στον τομέα του κινητήρα όμως υπάρχει ακόμη ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο και αφορά την χρήση της μετάδοσης με τους δυο συμπλέκτες, την DCT, που πρώτη - και ακόμη μοναδική – κατασκεύασε και διέθεσε η Honda, κάνοντας την αρχή το 2010 με την VFR1200F. To Integra διατέθηκε σε μια και μόνη έκδοση έχοντας τόσο το ABS όσο και την DCT στον στάνταρ εξοπλισμό του. H ύπαρξη αυτής της τεχνολογίας βοήθησε ώστε να γεφυρωθούν οι διαφορές ανάμεσα στις συμβατικές μοτοσυκλέτες και τα συμβατικά scooter και να δημιουργηθεί το νέο είδος που έχει για ιδρυτικό μέλος το Integra. Σε αυτό το μοντέλο ενοποιήθηκαν τεχνολογίες και χαρακτηριστικά δημιουργώντας κάτι εντελώς καινούργιο που δεν έχει βάση σύγκρισης με κάτι άλλο. Είναι απλά το Integra που το κατατάσσεις αρχικά σαν άλλο ένα μοντέλο scooter. Αυτή η λαθεμένη αρχική αντίληψη, διαλύεται μόλις το οδηγήσεις. Kαι για να ξεκινήσεις την πρώτη βόλτα σου θα πρέπει κάποιος να σου έχει πει ότι είναι απαραίτητο να πιέσεις το κουμπάκι που βρίσκεται ανάμεσα σε αυτό της μίζας και του kill switch στο δεξί άκρο του τιμονιού. Μόλις το πατήσεις εμπλέκεται η μετάδοση DCT και πλέον ανοίγοντας το γκάζι το Integra ξεκινά. H αρχική πεποίθηση ότι πρόκειται για άλλο ένα μοντέλο scooter αρχίζει και αλλάζει από τα πρώτα, όχι λεπτά, αλλά δευτερόλεπτα της οδήγησής του. Ακριβέστερος και ευκολότερος έλεγχος, διαφορετικός, μπάσος και βαρύς ήχος από την εξάτμιση, απουσία των ήχων των συμβατικών μεταδόσεων συνεχώς μεταβαλλόμενης σχέσης, καλύτερη επικοινωνία του γκαζιού με τον πίσω τροχό, διαφορετική και πολύ πιο άνετη λειτουργία της ανάρτησης από το πίσω μέρος, είναι τα στοιχεία που γίνονται αμέσως αντιληπτά. Η θέση οδήγησης θυμίζει αυτή των scooter, με αρκετά περιορισμένο μάλιστα τον χώρο τόσο για τα πόδια όσο και για τα γόνατα των ψηλών αναστημάτων, αλλά ακόμη και αυτό το μειονεκτικό χαρακτηριστικό αμβλύνεται από τον ποιότητα της συμπεριφοράς του Integra. H μετάδοση DCT που συμβάλει καθοριστικά με τις ευκολίες και την "εξυπνάδα" που λειτουργεί, δίνει την δυνατότητα αυτόματης αλλαγής των έξι σχέσεων που διαθέτει σε δυο επιλεγόμενες καταστάσεις, την στάνταρ D και την πιο δυναμική S όπου οι αλλαγές ταχυτήτων γίνονται σε ψηλότερες στροφές. O αναβάτης έχει την δυνατότητα επιλογής της χειροκίνητης αλλαγής ταχυτήτων, με κουμπάκια στο αριστερό άκρο του τιμονιού, για να έχει πληρέστερο έλεγχο όπως σε μια ορεινή διαδρομή που θέλει να την οδηγήσει πιο σβέλτα, για παράδειγμα. Σε αυτό πεδίο χρήσης, o αναβάτης του Integra έχει αρωγό το στιβαρό πλαίσιο, το πιρούνι με την σφικτή αίσθηση και την καλή πληροφόρηση, αλλά και τα ακούραστα από το βάρος του Integra φρένα με την συνδυασμένη λειτουργία και το ABS. To ίδιο Integra που ξύνει το κεντρικό σταντ του στην άσφαλτο του επαρχιακού δρόμου στην βόλτα της Κυριακής, μετατρέπεται σε ένα βελούδινο αγχολυτικό μέσο για την καθημερινή μετακίνηση τις εργάσιμες μέρες της βδομάδας. Με κάποιες υποχωρήσεις που επικεντρώνονται στον μικρό αποθηκευτικό χώρο κάτω από την σέλα, αλλά και σε αυτόν που διαθέτει για τα πόδια και τα γόνατα του αναβάτη, τo Integra της πρώτης γενιάς παραμένει μια ιδιαίτερη και ξεχωριστή επιλογή υψηλής ποιότητας. Στην δεύτερη γενιά του, μετά το 2014, βελτιώθηκαν κάποια από αυτά τα θέματα, μεγάλωσε ο κυβισμός του κινητήρα, έγινε ακόμη καλύτερη η λειτουργία της DCT,αλλά "έχασε" τα συνδυασμένης λειτουργίας φρένα του.

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος , 1ΕΕΚ/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 73 x 80

Κυβικά (cc): 670

Σχέση συμπίεσης: 10,7:1

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός PGM με έναν αυλό 36mm   

Σύστημα εκκίνησης:            Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      1 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            DCT, δυο πολύδισκοι συμπλέκτες με αυτόματη λειτουργία

Σχέσεις ταχυτήτων: έξι

Τελική μετάδοση:            Αλυσίδα, γρανάζια

Στην αρχή χρειάζεται λίγη εξοικείωση για την χρήση για τις λειτουργίες της μετάδοσης DCT. H αρχή πάντως γίνεται από το μεσαίο κουμπί στους δεξιούς διακόπτες

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό, με τον κινητήρα ενεργό μέρος

Γωνία κάστερ (o):       27

Ίχνος (mm):            110

Μεταξόνιο (mm):  1.525

Ύψος σέλας (mm):  790

Βάρος κατασκευαστή γεμάτη(kg): 238

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 238,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 14,1   

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm):  41

Διαδρομή (mm):  120                

Ρυθμίσεις: Καμία 

Πίσω:  Ένα αμορτισέρ, μοχλικό

Διαδρομή τροχού(mm): 120    

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Ένα δισκόφρενο 320mm, δαγκάνα με τρία έμβολα, ABS

Πίσω:     Δισκόφρενο 240mm, δαγκάνα με ένα έμβολο, συνδυασμένα, ABS, δαγκάνα χειρόφρενου

 

Ακούραστα είναι τα φρένα παρά το μοναδικό δισκόφρενο και το αρκετό βάρος του. Το πιρούνι έχει σφικτή λειτουργία

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            120/70 - 17

Ζάντα:             3,50 x 17in, χυτή αλουμινένια

Πίσω

Ελαστικό:            160/60 -17

Ζάντα:             4,50 x 17in, χυτή αλουμινένια

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Ψηφιακά όργανα με ταχύμετρο, στροφόμετρο, στάθμη καυσίμου, ένδειξη σχέσης κιβωτίου/κατάσταση μετάδοσης, ένας ολικός και δυο μερικούς χιλιομετρητές, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά/φλας/φώτα/λειτουργία ψεκασμού, χειρόφρενο, αλάρμ, χώρος κάτω από τη σέλα (15l) ντουλαπάκι στη ποδιά, έξοδος ρεύματος 12V

Μόνο ψηφιακές είναι οι ενδείξεις στην οθόνη με την λεπτή μπαρίτσα στο επάνω μέρος να αποτυπώνει τις στροφές

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 51,8/6.250

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            6,2/4.750

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,24

Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 45,9/6.200

Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,7/4.600

Στον σχεδιασμό του κινητήρα η έμφαση δόθηκε στην απόδοση στις πολύ χαμηλές, τις χαμηλές και τις μεσαίες στροφές. Ψηλές στροφές για αυτόν τον κινητήρα δεν υπάρχουν αφού ο κόφτης επεμβαίνει στις 6.500 στροφές. Μόλις ξεπεράσει το ρελαντί των 1200 στροφών ο δικύλινδρος στέλνει περισσότερα από 2 χιλιογραμμόμετρα που ξεκινούν ομαλότατα το Integra. H ομαλότητα, η γραμμικότητα και η μικρή κατανάλωση είναι χαρακτηριστικά αυτού του δικύλινδρου. Kάθε 12.000 χιλιόμετρα χρειάζεται αλλαγή λαδιών

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση: 4,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση: 327

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)

    

Έμβολο πλήρες : 171,58

Μπιέλα : 194,61           

Τελικό εξάτμισης : 468,93           

Εμπρός φτερό :177,91                      

Εμπρός ζάντα: 768,35

Μανέτα δεξιά :15,68

Σέλα αναβάτη: 472,61                       

Πλαίσιο: 2.826,72

Oι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Ιούνιο του 2015  

 

Μειονέκτημα για το Integra αποτελεί ο μικρός αποθηκευτικός χώρος κάτω από την σέλα. Διακρίνεται και το ρεζερβουάρ με την τάπα του να φαίνεται κάτω από την σέλα του συνεπιβάτη

 

Πολύ άνετη είναι η σέλα του αναβάτη. Ο συνεπιβάτης ανεβαίνει στην δική του εύκολα, σαν να κάθεται σε μοτοσυκλέτα

H εικόνα του ψαλιδιού και της αλυσίδας διαφοροποιεί το Integra από τα συμβατικά σκούτερ