Honda CBF600S / ABS 2004 - 2006

Από το

Μαύρο Σκύλο

27/8/2010

Βασικός κανόνας του marketing, είναι να σχεδιάζεις το προϊόν σου έτσι ώστε να απευθύνεσαι σε όσους περισσότερους γίνεται. Όταν το προϊόν είναι σαμπουάν, παντελόνι, ή τηλεόραση, η άσκηση είναι εύκολη. Πώς φτιάχνεις όμως μια μοτοσυκλέτα για όλους; Οι άνθρωποι της Honda ανέθεσαν την απάντηση του ερωτήματος στο τμήμα R&D της Γερμανίας, και οι Βορειοευρωπαίοι απάντησαν με τη CBF600S. [blockquote]Ναι
Στην πολυ-χρηστικότητα
Στη φτηνή συντήρηση
Στη σιγουριά που προσφέρει
Όχι
Στο ότι δεν ξεχωρίζει σε κάτι
Στη συντηρητική εμφάνιση
Γιατί
σας ενδιαφέρει η ουσία και ζητάτε τη μέση λύση
Τι να προσέξετε
Δεν υπάρχει κάτι στο οποίο πρέπει να επιστήσετε την προσοχή σας, πέραν των συνηθισμένων που ισχύουν όταν αγοράζετε οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα. Ο κινητήρας είναι υπόδειγμα αξιοπιστίας και η μοτοσυκλέτα δεν πάσχει από εργοστασιακά προβλήματα. Αν δεν έχει πέσει και έχουν γίνει τα προκαθορισμένα service, απλώς παζαρέψτε την τιμή![/blockquote]
Κατασκευασμένη εξ ολοκλήρου στην Ιταλία, η μοτοσυκλέτα αυτή είναι "αμιγώς ευρωπαϊκή" και σκοπός της είναι να καλύψει όσες περισσότερες απαιτήσεις μπορεί να έχει ένας μοτοσυκλετιστής, μόνος του ή με συνεπιβάτη.Λαμβάνοντας υπ' όψη ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν όλοι το ίδιο ύψος, όπως οι πλειοψηφία των Ιαπώνων, αλλά και διαφορετικές συνήθειες κι ανάγκες, η CBF 600S έπρεπε να είναι άνετη για όλους, να ταξιδεύει με δύο άτομα το Σαββατοκύριακο, τη Δευτέρα το πρωί να ελίσσεται στην κίνηση, το απόγευμα να ανηφορίζει αναζητώντας ευθεία γραμμή με το ηλιοβασίλεμα και όλα αυτά χωρίς ποτέ να χρειαστεί να μάθεις το μικρό όνομα του μηχανικού σου.
Για να πετύχουν την αξιοπιστία με χαμηλό κόστος, χρησιμοποίησαν έναν κινητήρα που είχε ήδη αποδείξει τη "σκυλίσια" αντοχή του, αυτόν του CBR 600F3. Με δεδομένο τον διαφορετικό προσανατολισμό, η απόδοση έπεσε στα 78 άλογα από τα 100, ευνοώντας την απόκριση χαμηλά και παράλληλα αυξάνοντας ακόμα περισσότερο τις αντοχές του, ακόμα και με ελλιπή φροντίδα. Η CBF είναι εύστροφη, τόσο εύστροφη που θα ανεβάσει από τις 2.000 στροφές με τετάρτη, ταξιδεύοντας με άνεση κοντά στα 180 χιλιόμετρα ανά ώρα, και θα φτάσει την τελική ένδειξη του ταχύμετρου στα 220 -αλλά όχι για να παραμείνει εκεί για ώρα. Μετά τις 6.000 στροφές, θα κάνουν την εμφάνιση τους και οι κραδασμοί, οι οποίοι υπήρχαν πάντα εκεί, χωρίς να είναι ένα ανησυχητικό φαινόμενο.
Ο κινητήρας αυτός βέβαια δεν έχει παρουσιάσει κανένα πρόβλημα σχεδιασμού και εξέλιξης, και είναι σε θέση να... διατηρηθεί σε φόρμα κάτω από αντίξοες συνθήκες. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει κάτι που ο αγοραστής θα πρέπει να υποψιάζεται από πριν, και τα χιλιόμετρα που γράφει το κοντέρ δεν θα πρέπει να αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα, σε περίπτωση που είναι πολλά. Με σωστή συντήρηση, ο κινητήρας έχει πολλή ζωή μπροστά του και μπορεί να εμπνεύσει εμπιστοσύνη.
Αυτό που ακόμα και τώρα υπάρχει στις νέες CBF και διαφοροποιεί τη μοτοσυκλέτα από τον ανταγωνισμό, είναι οι πολλές ρυθμίσεις όσον αφορά τη θέση οδήγησης. Με αυτό τον τρόπο θέλησαν να πετύχουν τη μέγιστη εργονομία ανεξαρτήτως ύψους, και ήταν ένας από τους λόγους που την έκαναν δημοφιλή στην ελληνική αγορά. Ξεβιδώνοντας τις βάσεις του τιμονιού και περιστρέφοντάς τες κατά 180ο, πετυχαίνετε, έτσι απλά, μετατόπιση δέκα χιλιοστών και μια πιο "σκυφτή" θέση οδήγησης. Η σέλα ρυθμίζεται σε τρεις θέσεις, με απόσταση από το έδαφος στα 770, 775 ή 800 χιλιοστά και μπορεί να μετακινηθεί κατά δέκα χιλιοστά κατά το διαμήκη άξονα. Τέλος, η ζελατίνα είναι κι αυτή ρυθμιζόμενη, ως προς το ύψος και την κλίση. Είναι πραγματικά δύσκολο να μη βολευτεί κανείς σε αυτή τη μοτοσυκλέτα, καθώς οι ρυθμίσεις της θα επισπεύσουν την εξοικείωση, που συνήθως έρχεται με τον χρόνο.
Το πλαίσιο (όπως και ο κινητήρας) βαδίζει σε γνώριμα μονοπάτια και δεν είχε να προσθέσει κάτι καινούριο κατά την παρουσίαση του, καθώς ακολουθούσε τη σχεδίαση του Hornet, με ισχυρότερο όμως υποπλαίσιο, που ευνοεί τη φόρτωση. Είναι όσο ισχυρό και άκαμπτο απαιτεί η κατηγορία, βοηθά τη μοτοσυκλέτα να είναι σταθερή στα ανοικτά κομμάτια και βρίσκεται προστατευμένο όχι μόνο από το φέρινγκ, αλλά και από τα υπόλοιπα μηχανικά μέρη, χωρίς να κινδυνεύει να ακουμπήσει κάτω από μια απλή πτώση. Το φέρινγκ βέβαια σίγουρα θα υποφέρει αρκετά, ακόμα και από μια ήπια επαφή με την άσφαλτο (όπως και οι μανέτες) και η τιμή του δεν είναι χαμηλή.
Στην οδήγηση, η μοτοσυκλέτα είναι άνετη και μέσα στην κίνηση θα περάσει με ευκολία ανάμεσα από τα αυτοκίνητα. Όταν ζεσταθεί, το βεντιλατέρ θα στείλει τον αέρα εκεί που πρέπει, χωρίς να ζεσταίνει τον αναβάτη στα πόδια, ενώ το φέρινγκ κάνει πολύ καλή δουλειά στον αυτοκινητόδρομο. Τα φώτα, αν και μικρά, είναι επαρκή, και θα αφήσουν σκοτεινές γωνίες μόνο όταν η διαδρομή στενέψει και αρχίσουν οι γρήγορες στροφές και οι φουρκέτες -που η ουδέτερη συμπεριφορά θα αφήσει τον αναβάτη να ευχαριστηθεί, εκτός αν αποφασίσει να πάει γρήγορα, γιατί η απότομη απόσβεση της πίσω ανάρτησης θα τον κουράσει. Τα φρένα της CBF, ακόμα και χωρίς ABS, είναι πάνω από τον ανταγωνισμό, καθώς επιβραδύνουν τη μοτοσυκλέτα γρήγορα και δεν ζεσταίνονται εύκολα. Στο διάστημα που έχει περάσει από την εμφάνιση της η CBF δεν έχει αποκτήσει περισσότερους ανταγωνιστές εκτός ίσως από το νεότερο αδερφάκι της που παρουσιάστηκε φέτος. Εξακολουθεί να αποκρίνεται στις ανάγκες που αρχικά σχεδιάστηκε να καλύψει με επάρκεια, και η κατανάλωση –με ήρεμη οδήγηση- κυμαίνεται σε ανταγωνιστικά πλαίσια. Στα 4.500€ έως 6.000€ που συνήθως πωλούνται κρίνεται μια συμφέρουσα αγορά, όταν συνυπολογίζεται και το χαμηλό κόστος συμβίωσης.
Η απόφαση για την αγορά της δεν είναι δύσκολη, όταν δεν ψάχνει κανείς την εξειδίκευση. Η CBF είναι μια μοτοσυκλέτα για κάθε μέρα και για ευχάριστες διαδρομές ανεξαρτήτως απόστασης, αν δεν απαιτείται η μέγιστη ικανοποίηση. Κανείς δεν μπορεί να απαιτήσει το μέγιστο σε κάθε περίσταση, αλλά όταν ζητά τον καλύτερο συνδυασμό, τότε η CBF ξεχωρίζει.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος σε σειρά, με 2 ΕΕΚ και 4 βαλβίδες
Χωρητικότητα (cc): 599,9
Σχέση συμπίεσης: 11,6:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Τέσσερα καρμπιρατέρ Keihin VP 34mm υποπίεσης, επίπεδα slides
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 1 με καταλύτη
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,863
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,928 2: 2,062 3: 1,647 4: 1,368 5: 6,406 6: 1,086
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,866
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, μονού κεντρικού σωλήνα, τύπου "διαμάντι"
Βάρος κενή (kg): 202
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 19 / 3,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 120
Διάμετρος (mm): 41
Ρυθμίσεις: -
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ, ψαλίδι
Διαδρομή (mm): 125
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου σε 7 θέσεις
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 296mm, με δαγκάνες δύο εμβόλων Nissin, ABS
Πίσω: Δίσκος 240 χιλιοστών, δαγκάνα Nissin ενός εμβόλου, ABS
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: 3,50x17’’
Ελαστικό: 120/70-17
Πίσω
Ζάντα: 5,00x17’’
Ελαστικό: 160/60-17
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 69,2 / 10.600
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,3 / 7.700
Δεν υπάρχει καμία σύγκριση με το CBR600F3, απ’ όπου δανείστηκε τον κινητήρα. Η γραμμικότητα στο μεγαλείο της. Ανεβάζει σταθερά μέχρι λίγο πριν τις 11.000 στροφές χωρίς κανένα κενό, με πολύ καλή κατανάλωση και χωρίς να ζητά συνεχώς service. Η ροπή είναι άφθονη σε όλο το εύρος των στροφών, επίσης χωρίς κενά. Για καθημερινή οδήγηση η απόκριση είναι ιδανική.

Suzuki ΑΝ Burgman 650A Executive (2004 - 2012)

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

27/7/2015

Λιμουζίνα

 

Το 2002 η Suzuki παρουσίασε το μεγαλύτερο Burgman, το AN650, ανεβάζοντας πολύ τον πήχη της κατηγορίας των μεγάλων σκούτερ. Το Burgman που γεννήθηκε τότε, όχι μόνο ήταν το ισχυρότερο σκούτερ που υπήρχε, αλλά και φορτωμένο με καινοτομίες που το έκαναν να κοιτάζει κάθε ανταγωνιστική κατασκευή αφ’ υψηλού

 

Κάτω από τις τεράστιες επιφάνειες των πλαστικών του επιβλητικού Burgman 650 κρύβεται η δουλειά που είχε κάνει η Suzuki πριν από την παρουσίασή του. Βασικό χαρακτηριστικό της δομής του αποτελούσε ο δικύλινδρος κινητήρας που σχεδιάστηκε αποκλειστικά για αυτό. Τότε που παρουσιάστηκε ήταν ο μεγαλύτερος σε κυβισμό που είχε τοποθετηθεί σε σκούτερ, αλλά δεν ήταν αυτό το χαρακτηριστικό που τον έκανε ξεχωριστό. Ξεχωριστός ήταν κυρίως για την μετάδοσή του. Η Suzuki τοποθέτησε την πρώτη ηλεκτρονικά ελεγχόμενη μετάδοση συνεχούς μεταβαλλόμενης σχέσης. Η Suzuki Electrically-controlled Continuously Variable Transmission (SECVT) όπως ονομάστηκε, έδινε στον αναβάτη την δυνατότητα να κάνει και χειροκίνητες αλλαγές των πέντε σχέσεων πατώντας κουμπάκια με τον αριστερό του αντίχειρα. Στο πακέτο της μετάδοσης χρησιμοποιήθηκε ένας σημαντικά εξελιγμένος ιμάντας, πολύδισκος υγρός συμπλέκτης και η ξεχωριστή τελική μετάδοση με την συστοιχία γραναζιών να βρίσκονται σε μπάνιο λαδιού.

Εκτός από την δυνατότητα των χειροκίνητων αλλαγών σχέσεων η Suzuki το εξόπλισε και με δυο επιλεγόμενα προγράμματα αυτόματης μετάδοσης, το Νormal και το Power, με το δεύτερο να κάνει την μετάδοση πιο “κοντή” για ισχυρότερες επιταχύνσεις. Όμως, ήταν η δυνατότητα των χειροκίνητων αλλαγών που έδιναν την αίσθηση οδήγησης μοτοσυκλέτας με το πίσω λάστιχο να στριγγλίζει και τις στροφές του κινητήρα να φθάνουν στον κόφτη, όταν καθυστερούσες την αλλαγή. Διαφορετική από των συμβατικών σκούτερ όμως δεν ήταν μόνο η μετάδοση, αλλά και η οδική συμπεριφορά του. Η Suzuki είχε σχεδιάσει για το κορυφαίο της σκούτερ ένα ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο, που τοποθετούσε πολύ χαμηλά και μπροστά τον κινητήρα με τους σχεδόν οριζόντιους κυλίνδρους, ενώ το πιρούνι έδενε σε δυο πλάκες, όπως και στις μοτοσυκλέτες. Για την ανάρτηση του πίσω τροχού επιλέχθηκε η συνηθισμένη λύση των δυο αμορτισέρ που σε συνδυασμό με την τοποθέτηση του ρεζερβουάρ πάνω από τον κινητήρα έδωσε εντυπωσιακά μεγάλο αποθηκευτικό χώρο κάτω από τη σέλα. Για να επιβραδύνει το Burgman 650 τοποθετήθηκαν δυο δισκόφρενα στον μπροστινό τροχό και ένα στον πίσω, ενώ στο σύνολο των φρένων του υπάρχει και χειρόφρενο για την στάθμευση, επιλογή σωστή για το βάρος του. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και για το πρώτο μοντέλο του 2002 υπήρχε επιλογή για έκδοση με ABS.

Το 2004 δημιουργήθηκε η έκδοση Executive, η πολυπληθέστερη στην Ελλάδα, με το ABS να ανήκει στον στάνταρ εξοπλισμό του. Mαζί με αυτό, η πλουσιότερη έκδοση διέθετε ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αλλά και καθρέφτες που δίπλωναν με το πάτημα ενός κουμπιού. Το πλαίσιο και οι ποιοτικές αναρτήσεις του έδιναν μεγάλη σταθερότητα και ο αναβάτης του μεγάλου σκούτερ μπορούσε να χρησιμοποιήσει την ισχύ των μπροστινών φρένων με τρόπο που δεν θα μπορούσε να κάνει με κανένα άλλο maxi scooter. Η καλή του οδική συμπεριφορά συνδυάζεται με άφθονους χώρους, μεγάλη προστασία από τις καιρικές συνθήκες, πλούσιο εξοπλισμό και υψηλή ποιότητα κατασκευής. Συγχρόνως όμως αυτά μεταφράστηκαν τόσο στην υψηλή τιμή του, όσο και στις πληθωρικές διαστάσεις και το βάρος του. Γεμάτο φθάνει τα 277 κιλά, ενώ το πλάτος του και το μεταξόνιο αμαξοστοιχίας που έχει, δεν αφήνουν περιθώρια ελιγμών εάν ο διαθέσιμος χώρος γύρω του δεν είναι ο κατάλληλος για τις διαστάσεις του.

Στα χρόνια που πέρασαν από το 2002 έως τώρα, που η Suzuki έδειξε το ανανεωμένο μοντέλο του 2013, το Burgman 650 έχει αποδείξει την καλή ποιότητα κατασκευής του και την αξιοπιστία, ενώ η αποδοχή και η εμπορική του πορεία δεν ήταν ασήμαντη. Mε μικρές βελτιώσεις από χρονιά σε χρονιά εκπροσωπεί μια δεκαετία την εταιρεία στην κατηγορία των πολυτελών μεγάλων, ενώ για χρόνια ήταν στην κορυφή της. Υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα μεταχειρισμένα με τις τιμή τους να ξεκινά από το ένα τρίτο της αρχικής του σαν καινούργιο.

Το Burgman 650 μπορεί να αποτελέσει το μέσο για εκδρομές και ταξίδια για δυο αναβάτες με αποσκευές και με επιδόσεις ικανές για κάθε διαδρομή και συνθήκες κίνησης.

 

 

 

Tα πλαστικά του είναι πολλά, μεγάλα και ακριβά, οπότε ο έλεγχος αρχίζει από αυτά. Εξετάστε την λειτουργία όλων των συστημάτων και κυρίως την λειτουργία της μετάδοσης σε όλα τα προγράμματα, ενώ ένας έλεγχος του SECVT σε συνεργείο που γνωρίζει θα πιστοποιήσει την κατάστασή του. Υπάρχουν εκεί μέσα ακριβά εξαρτήματα που φθείρονται γρήγορα, εάν ο ιδιοκτήτης του ήταν “βάρβαρος” κάνοντας μονίμως οριακές εκκινήσεις. Το μεγάλο μήκος του είναι υπεύθυνο για το εύκολο κοπάνημα σε πεζοδρόμια με πιθανό αποτέλεσμα το στραβωμένο ψυγείο ή και το μπλοκαρισμένο βεντιλατέρ. Εάν το υποψήφιο για αγορά φοράει καμιά φασαριόζικη εξάτμιση και ο πωλητής δεν έχει την γνήσια φύγετε για αλλού

 

 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 75,5 x 71,3

Κυβικά (cc): 638

Σχέση συμπίεσης: 11,2:1            

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός     

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:                        2 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:  Φυγοκεντρικός, υγρός, πολύδισκος

Μετάδοση: Συνεχώς μεταβαλλόμενης σχέσης με τροχαλίες και ιμάντα / κατ’ επιλογή ηλεκτρονικά ελεγχόμενη με χειροκίνητη επιλογή πέντε σχέσεων

Τελική μετάδοση:  Συστοιχία γραναζιών

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό

Γωνία κάστερ (o):26

Ίχνος (mm):            106

Μεταξόνιο (mm):  1.595 

Ύψος σέλας (mm):  750

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 244/               

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):   15/3

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Συμβατικό πιρούνι

Διάμετρος (mm):  41

Διαδρομή (mm):  105                

Ρυθμίσεις: Καμία

Πίσω: Δύο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm): 100

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων

 

 

Το “κέντρο ελέγχου” συγκεντρώνεται στον αριστερό διακόπτη. Αλλαγές ταχυτήτων, επιλογή προγράμματος μετάδοσης, απόδοση κινητήρα ελέγχονται από τα κουμπάκια που βρίσκονται εδώ

 

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δυο δισκόφρενα 260mm, δαγκάνες με δύο έμβολα, ABS

Πίσω:  Δισκόφρενο 250mm, δαγκάνα με δύο έμβολα, ABS

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό: 120/70 - 15

Ζάντα: 3,5 x 15

Πίσω

Ελαστικό: 160/60 -14

Ζάντα: 4,5 x 14

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Οθόνη LCD με ενδείξεις ταχύμετρου / στροφόμετρου / ολικού και δύο μερικών χιλιομετρητών / στάθμης λαδιού / προειδοποίηση αλλαγής λαδιού /στάθμης βενζίνης / θερμοκρασίας ψυκτικού / ώρας. Ενδεικτικές λυχνίες αυτόματου κιβωτίου (Drive) / σχέσης στο κιβώτιο SECVT, Power/Normal mode / μεγάλης σκάλας φώτων / φλας / υψηλής θερμοκρασίας ψυκτικού / διαγνωστικό μετάδοσης-ψεκασμού / ABS / χειρόφρενο / χαμηλής πίεσης λαδιού. Κεντρικό και πλάγιο σταντ, εργαλεία, ηλεκτρικά αναδιπλούμενοι καθρέπτες, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, φωτιζόμενος αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα, τρία ντουλαπάκια στην ποδιά, χειρολαβές και πλάτη συνεπιβάτη, υποστήριξη μέσης αναβάτη, πρίζα 12V, χειρόφρενο, θερμαινόμενα γκριπ και σέλα.

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 55/7.000

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 6,3/5.000

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 15,90 (normal) 15,72 (power)

 

 

Ο δικύλινδρος κινητήρας στέλνει περισσότερους από σαράντα ίππους στον τροχό δίνοντας ισχυρές επιδόσεις στο βαρύ σύνολο. Στο διάγραμμα αποτυπώνεται με σαφήνεια η διαφορά των δυο προγραμμάτων της αυτόματης μετάδοσης, με αυτό της Power να έχει σημαντικά περισσότερη ισχύ μέχρι να πιάσει τα 140 χιλιόμετρα το Burgman, ενώ από εκεί και πάνω η απόδοση είναι η ίδια με του προγράμματος normal.

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            7

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            215

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%)

 

Έμβολο πλήρες:152,02         

Μπιέλα :56    

Τελικό εξάτμισης :392   

Εμπρός φτερό:114                 

Εμπρός ζάντα: 231                 

Μανέτα δεξιά:35,14   

Σέλα:523,73

Ζελατίνα φαίρινγκ: 385,91           

Πλαίσιο:676,50       

Οι τιμές ίσχυαν τον Ιανουάριο του 2013

Τρία ντουλαπάκια -το ένα με κλειδαριά- υπάρχουν στην ποδιά του

Τεράστια σε διαστάσεις και αρχοντική είναι η σέλα και για τους δυο αναβάτες. Η υποστήριξη της μέσης του αναβάτη ρυθμίζεται κατά μήκος δίχως εργαλεία

Πολύ καλά είναι τα φρένα του, όπως και η λειτουργία του ABS. Η συνεισφορά του πιρουνιού σε αυτό, όπως και στην οδική του συμπεριφορά γενικότερα, είναι πολύ σημαντική